Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2015

MELISSOCOSMOS: Τα μελισσοκομικά σκευάσματα σε Ελλάδα και Βουλγαρί...

MELISSOCOSMOS: Τα μελισσοκομικά σκευάσματα σε Ελλάδα και Βουλγαρί...: Συνάδελφοι αν και ξέρω ότι άρθρα σας το σημερινό δεν σας αρέσει να τα διαβάζετε, παρόλα αυτά θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά χρήσιμο να δημοσι...

ΤΑ ΛΗΣΤΡΙΚΑ ΥΠΕΡΚΕΡΔΗ ΕΥΡΩΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ ΑΛΛΩΝ ΦΤΗΝΩΝ ΟΜΟΕΙΔΩΝ ΣΚΕΥΑΣΜΑΤΩΝ

EVINOS BEE: "Πάμε Βουλγαρία ;": Την εποχή αυτή μετά τους τελευταίους τρύγους πρέπει να γίνει μια πρώτη επέμβαση κατά της βαρρόας έτσι ώστε τα μελίσσια να μπουν για ξεχειμ...

Αντίστοιχες τιμές:
1.

Bayvarol strips bt. 20 X 6,61g

Bayvarol strips bt. 20 X 6,61g
Κωδικός Προϊόντος: 4007221015765
Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο
Τιμή: 25,00€ 

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2015

Επιστολή αποχώρησης από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ζήτημα μεταβατικού προγράμματος άμεσων πολιτικών στόχων...

Επιστολή αποχώρησης από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ [του Πάνου Δαμέλου]
Επιστολή αποχώρησης από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ του Πάνου Δαμέλου


Είμαι ενεργό μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ από την πρώτη Συνδιάσκεψη (το 2011), οπότε και ψηφίστηκε οργανωτικό και θεσπίστηκαν δικαιώματα και υποχρεώσεις για τους «ανένταχτους», για όσα μέλη δηλαδή είναι στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ χωρίς να ανήκουν σε κάποια από τις οργανώσεις της. Βασικός λόγος για το ότι στρατεύτηκα στην υπόθεση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν το ότι συμφωνούσα –και συμφωνώ- με τα κεντρικά πολιτικά προτάγματα που είχε, ότι η κρίση μπορεί να ξεπεραστεί από τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων μόνο με ρήξη με ευρωζώνη, ΕΕ και ΔΝΤ, ότι το χρέος ούτε μπορούμε ούτε και πρέπει να το πληρώσουμε, ότι χρειάζεται να ξεκινήσουμε μια διαδικασία μετασχηματισμού της οικονομίας με δημόσιες τις τράπεζες και τις μεγάλες επιχειρήσεις, ότι συνολικά χρειαζόμαστε ένα πρόγραμμα που θα οξύνει τις ταξικές αντιθέσεις και θα συνδέει τις άμεσες ανάγκες της εργαζόμενης πλειοψηφίας για ξεπέρασμα της κρίσης με την αντικαπιταλιστική προοπτική, με το ερώτημα της συνολικής εξουσίας. Επίσης είδα την ΑΝΤΑΡΣΥΑ σαν ένα εργαστήρι για την ανασύνθεση της επαναστατικής αριστεράς, σαν μια διαδικασία που δυνητικά μπορούσε να οδηγήσει σε υπερβάσεις, νέες συνθέσεις, μια νέα ποιότητα – ένα σύγχρονο κομμουνιστικό φορέα.
Θα προσπαθήσω να εξηγήσω με απλά λόγια το γιατί βρίσκω μάλλον μάταιο πλέον να παλεύω για τα παραπάνω ως οργανωμένο μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Θα ξεκινήσω από αυτό που εντοπίζω ως κεντρικό πολιτικό πρόβλημα, το οποίο και οδήγησε στα σημερινά αδιέξοδα.

Μεταβατικό πρόγραμμα

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν η μόνη δύναμη της αριστεράς που, από την αρχή της κρίσης, προέβαλλε την ανάγκη ενός μεταβατικού-αντικαπιταλιστικού προγράμματος ρήξεων, διαχωριζόμενη τόσο από την πρόταση συστημικής διαχείρισης του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και από τη μεταφυσική επίκληση της αυτόματης λαϊκής εξουσίας του ΚΚΕ σε μία περίοδο όπου οι υποκειμενικές συνθήκες είναι εμφανώς ανώριμες. Ωστόσο, κατάφερε να υπονομεύσει η ίδια αυτό το πολύτιμο εργαλείο. Φάνηκε ότι, παρά τις λεκτικές διατυπώσεις ότι αυτό το πρόγραμμα είναι πρόγραμμα προς την επανάσταση, η αντίληψη που επικρατεί στα ηγετικά κλιμάκια είναι ότι είναι μάλλον μετεπαναστατικό. Αυτό δεν είναι δίκη προθέσεων: είναι λογικό συμπέρασμα από τη μελέτη των ως τώρα πεπραγμένων – και έξι χρόνια ύπαρξης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι ένα επαρκές διάστημα για να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα.
Έχει ειπωθεί επανειλημμένα ότι «η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να εμβαθύνει το μεταβατικό-αντικαπιταλιστικό της πρόγραμμα». Η αλήθεια είναι πως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν έφτιαξε ποτέ πρόγραμμα. Τα bullets είναι στόχοι πάλης,γύρω από τους οποίους θα έπρεπε να έχει δημιουργηθεί το πρόγραμμα, πράγμα που δεν έγινε ποτέ. Θα ήταν πραγματικά αφελής κάποιος για να πιστέψει ότι αυτό ήταν ατύχημα, ότι δεν ήταν συνειδητή επιλογή. Στην πραγματικότητα η αντίληψη που επικρατεί είναι ότι τα 5 bullets μάλλον αρκούν ως στόχοι πάλης, ότι ο ρόλος τους είναι απλώς να ξεσηκώσουν το κίνημα και την εργατική τάξη για να ανατρέψουν τον καπιταλισμό (και μετά προφανώς η νέα εργατική εξουσία με τις δομές της είναι αυτή που θα φτιάξει το πρόγραμμά της στις νέες συνθήκες – και γι’αυτό εμείς δεν χρειάζεται να ασχολούμαστε με αυτό). Επικρατεί η φοβία ότι ένα πρόγραμμα που θα ξεκινά από το σημερινό επίπεδο συνείδησης των μαζών, θα υπερασπίζεται τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας του κόσμου της εργασίας και θα μπορεί να συγκροτήσει την απαραίτητη συμμαχία εργατικών και μικροαστικών στρωμάτων θα είναι μάλλον «διαχειριστικό». Επί της ουσίας είναι μία παραλλαγή της λογικής που έχει υιοθετήσει το ΚΚΕ μιλώντας για «διαγραφή του χρέους και αποδέσμευση από την ΕΕ με λαϊκή εξουσία», υποβαθμίζοντας οποιονδήποτε μεταβατικό πολιτικό στόχο, γεγονός που άφησε ελεύθερο το πεδίο στον ΣΥΡΙΖΑ να εγκολπώσει σχεδόν πλήρως το ευρύτερο ρεύμα κατά του μνημονίου.

Μετωπολογία

Αυτή η αντίληψη αποτυπώθηκε και σε μια σειρά από επιλογές. Όταν η ΑΝΤΑΡΣΥΑ συγκροτήθηκε, συγκροτήθηκε ως μέτωπο των ιστορικών ρευμάτων της επαναστατικής αριστεράς – λογική που δεν θα ήταν λάθος, αν δεν έμενε πρακτικά μόνο εκεί, ως στατική απάντηση παντός καιρού για το τι μέτωπο χρειαζόμαστε, αγνοώντας τις αλλαγές που γίνονταν στην ελληνική κοινωνία. Γιατί όταν αντιλαμβάνεσαι πραγματικά την ανάγκη υλοποίησης ενός μεταβατικού προγράμματος, το οποίο συγκρούεται με το κεφάλαιο αλλά αναγκαστικά αρχίζει να υλοποιείταιστο έδαφος του καπιταλισμού, δεν γίνεται να αντιλαμβάνεσαι ως μοναδικούς πολιτικούς συμμάχους τα ιστορικά ρεύματα της επαναστατικής αριστεράς. Ουσιαστικά, όταν η κοινωνία έψαχνε απαντήσεις και έπρεπε να απαντήσουμε σοβαρά στο «ποιο σχέδιο για την κοινωνία» και στο ποιο κοινωνικοπολιτικό μπλοκ μπορεί να το υλοποιήσει, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ απαντούσε στο «ποια αριστερά» και είχε το βλέμμα στην αλλαγή των συσχετισμών εντός της αριστεράς – πράγμα που ίσως είχε νόημα το 2009, αλλά ήταν τραγικό λάθος για τη μνημονιακή περίοδο. Ακόμα κι αν γίνουν πλέον βήματα στον προγραμματικό λόγο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, κάτι που δεν αποκλείεται, όσο κυριαρχεί αυτή η αντίληψη, τόσο θα υπονομεύει η ίδια το πρόγραμμά της.
Είναι αυτή η ακύρωση της μεταβατικότητας του προγράμματος που οδήγησε στην άρνηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να κινηθεί επιθετικά για να συγκροτήσει ένα ευρύτερο μπλοκ δυνάμεων γύρω από αυτό, αλλά αρκέστηκε στο να προσπαθεί να τους «πάρει τον κόσμο». Όταν το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής έκανε μία προσπάθεια αριστερής διαφοροποίησης από τον ΣΥΡΙΖΑ στις περιφερειακές του 2010, και μάλιστα με εκλογικό αποτέλεσμα κατώτερο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν έκανε την παραμικρή πρόταση πολιτικής συνεργασίας για να ενισχύσει αυτή τη διαφοροποίηση. Αλλά και το 2012, όταν το ΜΑΑ επί της ουσίας είχε διαλυθεί καθώς οι βασικές δυνάμεις είχαν επιστρέψει στον ΣΥΡΙΖΑ, υπήρξε άρνηση συνεργασίας με τα μέλη του που επέμεναν να χαράξουν έναν άλλο δρόμο – και παρά το ότι δέχονταν έστω εν μέρει το πολιτικό πλαίσιο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Το 2013-14, παρά το ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη 2η Συνδιάσκεψη είχε πάρει απόφαση για μετωπική συμπόρευση και με δυνάμεις της ευρύτερης ριζοσπαστικής, αντι-ΕΕ αριστεράς, οι πολύμηνες συζητήσεις με το Σχέδιο Β και αγωνιστές που θα συγκροτούσαν στη συνέχεια την Παρέμβαση και τη ΜΑΡΣ οδηγήθηκε σε ναυάγιο, με συντρόφους που τις παρακολούθησαν να καταγγέλλουν ότι στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας «προέκυπταν» νέες απαιτήσεις στο περιεχόμενο από πλευράς του ΝΑΡ κατά βάση, πράγμα που δείχνει ή ότι δεν υπήρχε πραγματική διάθεση για τη συνεργασία, ή ότι υπήρξαν τάσεις ηγεμονισμού και υποταγής των άλλων ρευμάτων. Η συνεργασία τελικά δεν ευοδώθηκε, στις ευρωεκλογές του 2014 ΑΝΤΑΡΣΥΑ και Σχέδιο Β έκαναν τις χωριστές τους καταγραφές και δε μπορεί να είναι τυχαίο το ότι ο Γ. Ρούσης που συμμετείχε ενεργά στις συζητήσεις, εκείνη την περίοδο σταμάτησε να στηρίζει την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η συνεργασία ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ έγινε τελικά τον Ιανουάριο του 2015, αφού είχε αποδεκατιστεί η όποια δυναμική θα μπορούσε να έχει μία διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ τα προηγούμενα χρόνια και αφού ήταν (από το 2012) μη αναστρέψιμο το ρεύμα υπέρ του.
Ακόμα και μία από τις πολύ θετικές παρακαταθήκες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το εσωτερικό δημοψήφισμα που έγινε για την αποδοχή ή όχι της συνεργασίας με τη ΜΑΡΣ (δημοκρατική διαδικασία που δυστυχώς δεν συνηθίζεται στην οργανωτική ζωή της αριστεράς), υποκρύπτει ακριβώς την επιφυλακτικότητα με την οποία έγινε αυτή η συνεργασία. Είναι πολύ χαρακτηριστικό το ότι, ενώ η ίδια διαδικασία ακολουθήθηκε για να απορριφθεί η πρόταση συνεργασίας με τη ΛΑΕ, η συνεργασία με το ΕΕΚ εγκρίθηκε με συνοπτικές διαδικασίες από την ΚΣΕ – παρά το γεγονός ότι η ΜΑΡΣ είχε αποδεχτεί αυτούσια την πρόταση που είχε κάνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ενώ η συνεργασία με το ΕΕΚ βασίστηκε σε νέο κείμενο που γράφτηκε από κοινού!
Φτάνοντας έτσι στον Ιούλιο του 2015, με τον ΣΥΡΙΖΑ να κλονίζεται από τις αντιφάσεις του και από το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος που έγινε ΝΑΙ από την κυβέρνηση μέσα σε 48 ώρες, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πάλι αρνήθηκε να πάρει πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση ευρύτερου μετώπου – παρά το ότι είχε επιβεβαιωθεί η θέση της ότι δεν γίνεται ακύρωση μνημονίων χωρίς σύγκρουση με τους δανειστές, χωρίς ρήξη με τον «ευρωπαϊκό δρόμο». Αντί να παρουσιαστεί ως ηγεμονική δύναμη που θα καλούσε τον κόσμο που αποχωρούσε από τον ΣΥΡΙΖΑ στη συγκρότηση κοινωνικού και πολιτικού μετώπου που θα πήγαινε το «ΟΧΙ» μέχρι το τέλος, επιχείρησε μόνο το πρώτο, ενώ επί του πολιτικού η στάση που επικράτησε ήταν στάση αναμονής: Ας διαχωριστούν πρώτα πλήρως από τον ΣΥΡΙΖΑ, ας συγκροτήσουν νέο φορέα, και μετά να δούμε τι λένε και αν υπάρχουν δυνατότητες συνεργασίας. Άλλη μία απόδειξη ότι στην πραγματικότητα η ηγεσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποφεύγει αυτό το «άβολο» για τους σχεδιασμούς της ενδεχόμενο, ότι απλά δεν θέλει να αναμετρηθεί με την πρόκληση συγκρότησης ευρύτερου μετώπου, έστω αρχικά μιας συνεργασίας με ενιαιομετωπική λογική, που θα κινηθεί επιθετικά και θα επιχειρήσει να υλοποιήσει ένα μεταβατικό πρόγραμμα ταξικής αντεπίθεσης. Η πράξη δείχνει ότι είναι άλλες οι προτεραιότητες: είναι η λογική της αυτόκεντρης κομματικής οικοδόμησης, η οποία αφήνει ακόμα και την ίδια την ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε δεύτερη μοίρα. Είναι χαρακτηριστικό το ότι, ενώ η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποφασίζει εδώ και χρόνια (κυριολεκτικά) να νοικιάσει γραφεία, ακόμα δεν το έχει… καταφέρει. Αντίθετα, το ΝΑΡ πρόσφατα εγκαινίασε τα νέα γραφεία του. Φυσικά και δεν λέω ότι δεν έπρεπε να το κάνει! Όμως είναι πολύ ενδεικτικό των προτεραιοτήτων που υπάρχουν και της πολιτικής εκτίμησης για το τι προέχει. Και σίγουρα δεν είναι κακό να έχει κανείς τις προτεραιότητές του, όμως ας είμαστε τουλάχιστον ειλικρινείς. Όπως και με την περίπτωση του προγράμματος που όλο «γράφεται», έτσι και στην περίπτωση των γραφείων, πλέον δεν μπορούμε να μιλάμε για «παράλειψη» ή τυχαίο γεγονός: πρόκειται περί πολύ συνειδητών επιλογών. Και δεν είναι μόνο η περίπτωση των γραφείων που δίνει πολύτιμα συμπεράσματα, και η εφημερίδα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για παράδειγμα είναι εδώ και χρόνια… υπό έκδοση.

Δημοκρατική συγκρότηση

Έγραψα στην αρχή ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν δυνητικά μια διαδικασία ανασύνθεσης της επαναστατικής αριστεράς και δημιουργίας ενός σύγχρονου κομμουνιστικού φορέα. Αυτό είχε να κάνει και με τη σύνθεσή της: οι τρεις μαζικότερες οργανώσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν το ΝΑΡ, το ΣΕΚ και η ΑΡΑΝ (και αριθμητικά ακολουθούσαν οι «ανένταχτοι»). Με την εξαίρεση του ΣΕΚ, στις άλλες δύο οργανώσεις υπήρχε η αναζήτηση της αυτοϋπέρβασης, ενός νέου κομμουνιστικού φορέα, καθώς και απόψεις που διαπερνούσαν οριζόντια τις δύο οργανώσεις. Μαζί με το ανένταχτο δυναμικό, δημιουργούσαν μία πλειοψηφία εντός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που πράγματι θα μπορούσε να ενοποιηθεί σε ανώτερο επίπεδο, βοηθώντας και τη μειοψηφία που δεν είχε σε πρώτο επίπεδο τέτοιες αναζητήσεις να συμβάλει σε μια τέτοια διαδικασία. Αυτό ήταν ουσιαστικά το στοίχημα της «ΑΝΤΑΡΣΥΑ των μελών», αυτό ήταν το πολιτικό σχέδιο το οποίο προσπαθήσαμε να προωθήσουμε μέσα από την ομώνυμη πρωτοβουλία το 2013 ή με το κείμενο «Με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ της ελπίδας» το 2014, που υπογραφόταν από ανένταχτους, μέλη του ΝΑΡ και μέλη της ΑΡΑΝ.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σε μεγάλο βαθμό, μέχρι πρόσφατα λειτουργούσε πρακτικά ως συνεννόηση κορυφής μεταξύ ΝΑΡ-ΑΡΑΝ-ΣΕΚ. Όμως ήταν ανοιχτό το στοίχημα της υπέρβασης, υπήρχε ως δυνατότητα. Με την αποχώρηση των ΑΡΑΝ-ΑΡΑΣ, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, διαμορφώνονται τέτοιοι συσχετισμοί στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ που (εκτός αν υπάρξει κάποια δραματική αλλαγή, πχ να μπουν νέες δυνάμεις, κάτι που όμως δεν φαίνεται πιθανό αυτή τη στιγμή) μάλλον δεν θα επιτρέψουν να λειτουργεί πλέον ως κάτι παραπάνω από μία συμμαχία-κεντρική συνεννόηση μεταξύ ΝΑΡ και ΣΕΚ. Αυτό έχει δείξει δυστυχώς ως τώρα και η σύντομη εμπειρία από τη λειτουργία της ΚΣΕ και του ΠΣΟ μετά τη διάσπαση. Πολιτικά αυτό είναι πρόβλημα όχι μόνο λόγω του ότι η δημοκρατική λειτουργία και ο αποφασιστικός ρόλος της βάσης είναι κάτι που ούτως ή άλλως θα έπρεπε να επιδιώκεται, αλλά και επειδή ΝΑΡ και ΣΕΚ έχουν αρκετά διαφορετικές αντιλήψεις σε μία σειρά από βασικά θέματα. Αυτό σημαίνει ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πλέον θα μπορεί να παίρνει μόνο «ανώδυνες» αποφάσεις με βάση τον όποιο κοινό τόπο των σχεδιασμών του ΝΑΡ και του ΣΕΚ, που πλέον αποτελούν όχι μόνο την απόλυτη πλειοψηφία, αλλά μάλλον και τα 2/3 της σύνθεσης του μετώπου.
Η υπόθεση της δημοκρατικής συγκρότησης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν προχωρά απλώς αργά: Κάνει βήματα προς τα πίσω. Τα εσωκομματικά δημοψηφίσματα ήταν μια ευχάριστη αναλαμπή, που όμως μάλλον δεν αλλάζουν τη συνολική εικόνα. Η δεύτερη Συνδιάσκεψη αποτέλεσε πισωγύρισμα σε σχέση με την πρώτη. Έπρεπε να βγάλει πολιτική απόφαση, οργανωτικό και θέσεις. Από αυτά κατάφερε μόνο το πρώτο. Το οργανωτικό παραπέμφθηκε στο ΠΣΟ, το οποίο ασχολήθηκε με το θέμα… μετά από ενάμιση χρόνο, όταν άνοιξε η κουβέντα για την τρίτη Συνδιάσκεψη, και ασχολήθηκε μόνο με τον τρόπο εκλογής αντιπροσώπων και οργάνων. Είναι προφανές ότι το οργανωτικό ενός μετώπου δεν μπορεί να αφορά μόνο αυτά, και είχαν γίνει ήδη εισηγήσεις πχ για συγκρότηση σε περιφερειακό επίπεδο με συντονιστικό, περιφερειακές συνδιασκέψεις κλπ – αλλά δεν θεωρήθηκε ποτέ αναγκαίο να συζητηθούν και να προχωρήσουν. Ακόμα χειρότερο είναι αυτό που έγινε με τις θέσεις: Ενώ είχε δημοσιευτεί εισήγηση της ΚΣΕ, πάνω στην οποία υποτίθεται καλούσε να γίνει διάλογος, ενώ κατατέθηκαν δεκάδες κείμενα αλλά προτάθηκαν και συγκεκριμένες τροπολογίες, όλες αυτές οι τροπολογίες παραπέμφθηκαν στην ΚΣΕ - και από εκεί στα σκουπίδια! Οι Θέσεις της 2ης Συνδιάσκεψης λοιπόν είναι απλά η εισήγηση που είχε γράψει η ΚΣΕ, σαν να μην έγινε κανένας διάλογος μετά από αυτό. Αν αυτό δεν αποτελεί καθαρό εμπαιγμό όσων μπήκαν στη διαδικασία να διαβάσουν τις θέσεις και να προτείνουν τροποποιήσεις, δεν ξέρω πώς αλλιώς χαρακτηρίζεται. Επειδή λοιπόν τίποτα δεν προμηνύει κάτι καλύτερο για την 3η Συνδιάσκεψη, προσωπικά δεν σκοπεύω να συμμετέχω σε άλλη μία διαδικασία με τέτοιους όρους. Αυτές, σύντροφοι, δεν είναι διαδικασίες σοβαρού μετώπου.

Λαϊκή Ενότητα

Για να αποφευχθούν οι κάθε λογής ερμηνείες, ας ξεκαθαρίσω ότι η αποχώρησή μου από μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν έχει να κάνει με μετατόπιση προς τον χώρο της ΛΑΕ. Η ΛΑΕ συγκροτήθηκε συνειδητά με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η ηγεμονία του Αριστερού Ρεύματος. Αυτό μπορεί να μην ήταν τόσο κακό αν δεν μιλούσαμε για μια ηγεσία που:
α) Ξανασερβίρει επί της ουσίας το σχέδιο ΣΥΡΙΖΑ – με δραχμή. Οι βασικές προβληματικές είναι εκεί: Ο κυβερνητισμός, η επίκληση στην «επιστροφή στην ανάπτυξη» και η σαφής ροπή στη σοσιαλδημοκρατία-κεϋνσιανισμό, τα μισόλογα «για να μην τρομάξουμε τον κόσμο» καθώς και η παντελής έλλειψη αυτοκριτικής. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ το Αριστερό Ρεύμα στις αναλύσεις του έλεγε ότι η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζεται, τώρα στελέχη του λένε ότι η ΕΕ «δεν είναι τελειωμένη υπόθεση» και ότι «αν χρειαστεί θα κάνουν δημοψήφισμα» (τέτοια σιγουριά ότι η όποια λύση θα έρθει αποκλειστικά δια της ανάθεσης σε μια κυβέρνηση της ΛΑΕ, που δεν χρειάζεται να οξύνουμε σήμερα την αντι-ΕΕ πάλη…), ενώ ακόμα και το ζήτημα της αναγκαίας εξόδου από το ευρώ υποβαθμίζεται από την ηγεσία της ΛΑΕ.
β) Έχει πλέον ιστορικό αποτυχιών. Απέτυχε σαν εσωκομματική αντιπολίτευση να εμποδίσει την πλήρη συστημική ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ - ο Τσίπρας διαπραγματευόταν το νέο μνημόνιο και η ηγεσία της ΛΑΕ ακόμα ψέλλιζε ότι «στηρίζει ολόψυχα την κυβέρνηση». Και στη συνέχεια «κατάφερε» να πάρει ένα σχήμα που αποτελούσε την τρίτη σε μέγεθος κοινοβουλευτική ομάδα, που είχε μέσα υπουργούς και άπλετο τηλεοπτικό χρόνο, και να το προσγειώσει στο εξωκοινοβούλιο – και χωρίς να έχει τις όποιες ιδεολογικές αγκυλώσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ…
γ) Δεν μπορεί να εμπνεύσει. Αποπνέει παλαιοκομματισμό, γραφειοκρατία, «καμαρίλα» και ατολμία. Ειδικά με τους νέους, που είναι αυτοί που πρέπει να πάρουν την υπόθεση της ρήξης στα χέρια τους, καθώς το δικό τους κυρίως μέλλον παίζεται, η ηγεσία της ΛΑΕ δύσκολα θα αποκτήσει διαύλους επικοινωνίας - όσα έξυπνα σποτάκια κι αν γυριστούν. Οι δε πρόσφατες δηλώσεις του Π. Λαφαζάνη, ότι δήθεν ο κόσμος στο δρόμο τους ζητάει συγνώμη, είναι στα όρια της γραφικότητας. Και επειδή η ΛΑΕ χτίστηκε ως το μετωπικό όχημα του Αριστερού Ρεύματος, και άρα έχει χρησιμότητα μόνο εφόσον εξασφαλίζει την ηγεμονία του Αριστερού Ρεύματος, η Λαϊκή Ενότητα δεν μπορεί να είναι το μέτωπο που χρειαζόμαστε.

Οπότε;

Η αριστερά είναι σε μία εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία. Κανένας από τους βασικούς σχηματισμούς που παραμένουν στην αριστερά (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΛΑΕ) δεν φαίνεται να μπορεί να δώσει προοπτική (στο ΚΚΕ συνειδητά αναφέρθηκα λιγότερο, καθώς με την αδιέξοδη γραμμή του και τα τείχη που έχει υψώσει απέναντι στην υπόλοιπη αριστερά και στο κίνημα έχει κάνει σαφές ότι δεν θέλει καν να ανήκει σε μια τέτοια συζήτηση). Όμως η περίοδος που διανύουμε έχει πραγματικά ανάγκη από ελπιδοφόρες απαντήσεις, από ένα σχέδιο στο οποίο να αξίζει να στρατευτούμε ολόψυχα. Με δεδομένα τα πολύ σκληρά μέτρα του τρίτου, «αριστερού» μνημονίου τα οποία αρχίζουν ήδη να υλοποιούνται, είναι πολύ ορατό το ενδεχόμενο η ήττα της αριστεράς σε επίπεδο κοινωνίας να είναι οριστική και να διαρκέσει πολλά χρόνια. Και ο πιο σίγουρος τρόπος να γίνει αυτό, είναι να συνεχίσουμε να στρατευόμαστε σε δύο αδιέξοδα (για διαφορετικούς λόγους το καθένα) σχέδια.
Νομίζω ότι η αναγκαία και επείγουσα τομή στην αριστερά δεν μπορεί να προέλθει μόνο «εκ των έσω», αλλά κυρίως από ανεξάρτητες πρωτοβουλίες, που θα επιχειρήσουν να συμπαρασύρουν και τους υπάρχοντες σχηματισμούς. Είναι σημαντικό για μια τέτοια προοπτική το ότι υπάρχουν ήδη δυνάμεις που δεν έχουν εγκολπωθεί από αυτά τα δύο σχέδια (το τι ρόλο θα παίξουν τελικά μένει να φανεί), αλλά θα είναι κομβικό και το να απεγκλωβιστούν αγωνιστές και δυνάμεις από αυτά – αυτό κάνω, στο βαθμό που μου αντιστοιχεί, με την αποχώρησή μου. Το ότι και οι δύο σχηματισμοί σε αυτή τη φάση είναι εξωκοινοβουλευτικοί δημιουργεί μια ευκαιρία: Δεν μπορεί κανείς τους να ισχυριστεί σοβαρά ότι το δικό του σχέδιο είναι αυτό που δίνει προοπτική και εμπνέει-συσπειρώνει τις μάζες. Ο χρόνος λειτουργεί φαινομενικά υπέρ τους: Όσο δεν εμφανίζεται κάτι άλλο, όσο δεν γίνεται πραγματική ανασύνθεση στην αριστερά, τόσο θα μοιράζονται αγωνιστές και δυνάμεις μεταξύ αυτών των δύο πόλων. Το να μείνουν έτσι τα πράγματα μπορεί να υπηρετεί κομματικούς σχεδιασμούς, όμως στη συνολική εικόνα μπορεί να σημαίνει μονιμοποίηση της ήττας για την αριστερά, καταδίκη της σε «χαμηλές πτήσεις», ανεπανόρθωτο πλήγμα σε πολιτικό επίπεδο και κλείσιμο του ρήγματος εξουσίας με αδυναμία απάντησης από τα αριστερά.
Υπάρχει άμεση ανάγκη να πάνε τα πράγματα αλλιώς, να «ξαναμοιραστεί η τράπουλα» στην αριστερά, να αναζητηθούν πιο πρωτότυπες απαντήσεις που θα πατάνε πάνω στο αίτημα για πραγματική δημοκρατία και θα το ενσωματώσουν σε ένα σχέδιο ρήξης με τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς και μετασχηματισμού της οικονομίας. Η παγίωση της σημερινής εικόνας θα είναι η ταφόπλακα της αριστεράς στην Ελλάδα.

Επίλογος

Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου στήριξα και ήμουν υποψήφιος με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Το σκεπτικό μου ήταν πως, μετά τη μνημονιακή κατάληξη του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν σημαντικό να κρατηθεί όρθιο ό,τι μπορούσε από την αριστερά – και, παρά τα προβλήματα που περιέγραψα παραπάνω, εξακολουθώ να πιστεύω ότι η προσέγγιση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει πιο υγιείς βάσεις από αυτήν της Λαϊκής Ενότητας. Δεν «φεύγω» από τον χώρο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Ωστόσο αυτή την περίοδο είναι ανάγκη να γίνει μία ουσιαστική ανασύνθεση, να ανασυγκροτηθεί η αριστερά, και οι απαντήσεις που έχει δώσει ως τώρα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι εμφανές πως δεν αρκούν. Γενικά, η αντίληψη ότι στην ουσία δεν μπορεί να γίνει τίποτα καλύτερο (αν πρώτα δεν φτιάξουμε ισχυρό κομμουνιστικό κόμμα, αν πρώτα δεν φτιάξουμε άλλο εργατικό κίνημα, αν πρώτα δεν δυναμώσει το αντικαπιταλιστικό μέτωπο κοκ) είναι μία αντίληψη που τείνει να αυτοεπιβεβαιώνεται: το ίδιο κάνει και το ΚΚΕ. Όμως καθήκον των κομμουνιστών δεν είναι να προβλέπουν δεινά αλλά να παρεμβαίνουν και να τα αποτρέπουν, να συμβάλλουν καθοριστικά στο να πάνε τα πράγματα αλλιώς.
Όχι, δεν θα με πείσει κανείς ότι ήταν μονόδρομος οι εξελίξεις των πέντε μνημονιακών ετών, ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο, ότι ήταν γραφτό να παρακολουθεί την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ και, ακόμα και μετά τη μνημονιακή του καταστάλαξη, να μην μπορεί να αυξήσει ουσιαστικά ούτε την επιρροή της, ούτε τη βάση των μελών της. Όχι σύντροφοι, κάτι κάναμε κι εμείς λάθος. Και είναι εξοργιστική η άρνηση της πλειοψηφίας, στο τελευταίο ΠΣΟ, να κάνει την οποιαδήποτε αυτοκριτική, καταψηφίζοντας μάλιστα τις αντίστοιχες τροπολογίες που κατατέθηκαν, και δεν αφήνει περιθώρια για αισιοδοξία.
Για να αλλάξεις, πρέπει πρώτα να παραδεχτείς ότι δεν τα έχεις κάνει όλα σωστά.
Σε καμία περίπτωση δεν ξεγράφω το πολύτιμο δυναμικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (ούτε της ΛΑΕ) από την αναγκαία διαδικασία ανασύνθεσης, κανείς δεν περισσεύει και ειδικά ο χώρος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είχε μεγάλη συμβολή τόσο στους αγώνες των τελευταίων χρόνων όσο και σε επίπεδο θεωρητικής συμβολής. Όμως η υπέρβαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν θα παιχτεί στις διαδικασίες της, θα παιχτεί κυρίως στο εσωτερικό των οργανώσεών της. Ως εκ τούτου, δεν βρίσκω πια νόημα στο να φέρω την ιδιότητα του μέλους της. Άλλωστε, για να είναι κάποιος ενεργός στο κίνημα ή για να συμμετέχει στο διάλογο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς δεν χρειάζεται να είναι μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, εφόσον και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αδυνατεί σε μεγάλο βαθμό να σχεδιάσει έστω τη συντονισμένη παρέμβασή της στο κίνημα και η κάθε οργάνωση ακολουθεί το δικό της σχεδιασμό. Εκτιμώ αφάνταστα πολλούς συντρόφους και συντρόφισσες που γνώρισα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, κρατώ στενότερη σχέση με την Ενωτική Πρωτοβουλία Παρέμβασης και Διαλόγου που τη θεωρώ ίσως την οξυδερκέστερη συσπείρωση αγωνιστών εντός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ελπίζω σύντομα να ξαναβρεθούμε και οργανωτικά μαζί με όλο το δυναμικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σε ένα ευρύτερο σχήμα με πραγματικά ενιαιομετωπική αντίληψη. 
Μέχρι τότε, προσωπικά δεν μπορώ άλλο να αισθάνομαι μέρος του προβλήματος.


Πάνος Δαμέλος

*Σημ. "Αντίλογου" (Κ.Ντ.)
Αυτές περίπου ήταν και οι δικές μου ενστάσεις και απόψεις για την βασικότερη συνιστώσα, το ΝΑΡ πολύ παλιότερα, από την 1η κιόλας συνδιασκεψη του ΝΑΡ, του οποίου υπήρξα από τα ιδρυτικά μέλη, όταν αποχωρήσαμε από το ΚΚΕ το 1989. Η συμμαχία με το δογματικό- τροτσκιστικό, άκρως διοικητικών-γραφειοκρατικών και αντιδιαλεκτικών αντιλήψεων και πρακτικών (παρά την περί του αντιθέτου ρητορική του) ΣΕΚ και το ακόμα δογματικότερο ΕΕΚ(σημειωτέο και καθόλου αμελητέο για τον ρόλο τους, και οι δυο αυτές "τροτσκιστικές" σέχτες, προπαγάνδιζαν φανατικά ως "επανάσταση"!!! την καταχειροκροτούμενη από Μπους-Θάτσερ και όλους τους καπιταλιστές καπιταλιστική περεστρόικα της νομενκλατούρας ενώ διακηρύττουν εξίσου φανατικά πως ποτέ στην Κούβα δεν έγινε αντικαπιταλ. επανάσταση!!!) ΕΕΚ, μεγιστοποίησε τον παλαιοτροτσκιστικού τύπου (καμιά σχέση με τον επαναστάτη αντιιμπεριαλιστή τροτσκιστή Πάμπλο) "αντισταδιακό" σεχταρισμό της ηγετικής ομάδας του ΝΑΡ, πολλαπλασιστικά δε και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρά την συνύπαρξη σε αυτήν και της ΑΡΑΝ και ανένταχτων με λενινιστικές απόψεις μεταβατικού προγράμματος κλπ...

Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2015

Δύναμη και μοναξιά


Υπάρχουν πολλών ειδών μοναξιές:
η μοναξιά του χρυσόψαρου στη γυάλα είναι η φοβισμένη μοναξιά
του πουλιού στο κλουβί είναι η βασανισμένη μοναξιά
του καλόγερου στη σκήτη του η ευδαιμονική μοναξιά
του άρρωστου πάνω στο χειρουργικό τραπέζι, του μελλοθάνατου στο κελί του, η εναγώνια μοναξιά
του ενός μέσα στο πλήθος το αδιάφορο η απελπισμένη μοναξιά,
του ποιητή μέσα στα όνειρά του η γόνιμη μοναξιά.
Μα η μοναξιά του ανθρώπου μπροστά στο αίνιγμα της ύπαρξής του είναι η κορυφαία, η πιο τραγική κι αγιάτρευτη μοναξιά. Αυτή είναι η εσωτερική μοναξιά, η πιο αληθινή, η πιο μαρτυρική, που δεν γιατρεύεται και δεν παρηγοριέται με τίποτα.
Όμως κι η πιο σωτήρια, η πιο κερδοφόρα. Μέσα της βρίσκω τον βαθύν εαυτό μου, τον συλλαμβάνω, τον γνωρίζω, τον ελέγχω, τον παρατηρώ, νιώθω σαν το δέντρο που σκύβει και βλέπει τις ρίζες του. Το κέρδος μου πάντα ήτανε που μου άνοιγε τα σκοτεινά, τα αλλόκοτα και τα δαιδαλώδη, ενώ απάνω μου φυσούσε ο άνεμος των άλλων κόσμων...
Σημαίνει καμίνευμα σε υψηλές πνευματικές, μεταφυσικές θερμοκρασίες, σημαίνει μόχθο Σισύφου στο κακοτράχαλο βουνό του αινίγματος...
Κάθε φορά με γκρεμίζει για να με ξαναχτίσει απ’ την αρχή, με θεμέλια βαθύτερα. Χωρίς αυτήν τι θα ήμουν -ένα πάνω- κάτω, μια σκέτη αναπνοή, ένας εαυτός χωρίς αντίκρισμα...
(Λ. Παππά)
Η πραγματική δύναμη είναι κάτι πολύ πιο δύσκολα εξακριβώσιμο απ' ό,τι πιστεύει ο κόσμος.
Εμφανίζεται αθόρυβη και σεμνή εκεί που κανένας σχεδόν δεν το φαντάζεται:
στο εργαστήρι του σοφού,
στο κελί του αγίου,
στη φυλακή του επαναστάτη.
Σπανιότατα στο προσκήνιο.
Γιατί δύναμη ανθρώπου θα πει ένα και μόνο: δύναμη ψυχής.
Κι αυτή φανερώνεται στη μοναξιά και στον κατατρεγμό, όχι στην αγορά και στο θρίαμβο.
( Άγγελος. Τερζάκης)

keritisriver: Το ριζίτικο τραγούδι, στο χρόνο και στον τόπο (Α Μ...

keritisriver: Το ριζίτικο τραγούδι, στο χρόνο και στον τόπο (Α Μ...: Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΔΕΝ ΠΩΛΕΙΤΑΙ, ΔΕΝ ΕΜΠΟΡΕΥΕΤΑΙ ούτε ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ για προσωπι κή προβολή ή κερδοσκοπικούς λόγους. Συνεχίζ...

O Λένιν, ο Κεμάλ και ο Πόντος: Η προπαγάνδα του «Κεμαλομπολσεβικισμού» (αναδημοσίευση)

O Λένιν, ο Κεμάλ και ο Πόντος: Η προπαγάνδα του «Κεμαλομπολσεβικισμού»

H προπαγάνδα του "κεμαλομπολσεβικισμού": από τα πιο παλιά χυδαία αντικομμουνιστικά "όπλα" προπαγάνδας της άρχουσας τάξης
H προπαγάνδα του «κεμαλομπολσεβικισμού»: από τα πιο παλιά χυδαία αντικομμουνιστικά «όπλα» προπαγάνδας της άρχουσας τάξης
Ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε πέρυσι σε εφημερίδα της βόρειας Ελλάδας και πραγματεύεται την αντικομμουνιστική προπαγάνδα του «Κεμαλομπολσεβικισμού».
Περί «κεμαλομπολσεβικισμού»
Πρόσφατα το ιδεολόγημα περί «κεμαλομπολσεβικισμού», προϊόν λιγότερο φωτεινών περιόδων της ελληνικής Ιστορίας και αναπόσπαστο τμήμα του οπλοστασίου του αντικομμουνισμού από την δικτατορία του Πάγκαλου μέχρι την Χούντα των Συνταγματαρχών, αναβίωσε και πάλι σε άρθρο με τίτλο «Οι ευθύνες του ΚΚΕ και ο Φιλοκεμαλισμός στην Ελλάδα». Συνοδευόμενο από πομπώδεις εκφράσεις (όπως π.χ. «υποκριτές γραμματείς και φαρισαίοι της Αριστεράς», «ενδοτισμός» της Αριστεράς, κ.α.), διαστρεβλώσεις και συγχύσεις (που ταύτιζαν π.χ. αυθαίρετα τις θέσεις του Ριζοσπάστη με τις αντίστοιχες της κ. Ρεπούση), το εν λόγω δημοσίευμα προσπάθησε να στοιχειοθετήσει μια ιστορικοφανή «εχθρική στάση» των κομμουνιστών έναντι του ποντιακού λαού.
Επιχειρώντας μια σύντομη και κατά το δυνατόν πληρέστερη απάντηση θα ήταν χρήσιμο να αφήσουμε στην άκρη τους συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς που διατυπώνονται στο κείμενο, προσανατολίζοντας την συζήτηση προς μια περισσότερο εποικοδομητική βάση. Εξετάζοντας λοιπόν πτυχές του ιστορικού παρελθόντος που, είτε από άγνοια είτε από πολιτική σκοπιμότητα, αποσιωπούνται και διαστρεβλώνονται θα μπορούσαμε να σταθούμε επιγραμματικά στα εξής.
Τα γενεσιουργά αίτια της καταστροφής της Μικράς Ασίας και του Πόντου δεν μπορούν δυστυχώς να αποδοθούν αναλυτικά στα πλαίσια ενός άρθρου. Είχαν να κάνουν με ένα συνδυασμό παραγόντων που παρουσιάζουμε εδώ κωδικοποιημένα: με την άνοδο του τουρκικού αστικού εθνικισμού, την επιδίωξη συγκρότησης ενός έθνους κράτους στο οποίο η ανερχόμενη τουρκική αστική τάξη θα μπορούσε να αναπαραχθεί ως κυρίαρχη δύναμη και που το ισχυρό ελληνικό και αρμένικο κεφάλαιο αποτελούσε σημαντικό εμπόδιο, με την διείσδυση του γερμανικού ιμπεριαλισμού στις αγορές της Ανατολής και την ταύτιση του χριστιανικού στοιχείου με τα οικονομικά και στρατηγικά συμφέροντα των ανταγωνιστών του, τις συγκεκριμένες επιδιώξεις και επιλογές της ελληνικής και ελληνοποντιακής πολιτικοοικονομικής ηγεσίας, κλπ.
Δεν αποτελεί έκπληξη γιατί οι συνυπεύθυνες για την καταστροφή του ελληνισμού της Ανατολής κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις της χώρας, πάσχισαν από την επομένη κιόλας ημέρα να αποπροσανατολίσουν τις προσφυγικές μάζες που κατέφθαναν στις ελληνικές ακτές μετατοπίζοντας τις ευθύνες, από τους κατεξοχήν υπαίτιους, στους κομμουνιστές. Για όλα έφταιγε…ο Λένιν, οι μπολσεβίκοι και τα κατά τόπους «μίσθαρνά όργανα της Μόσχας»!
Και όμως, η στάση της νεαρής σοβιετικής πολιτείας έναντι των Ποντίων έχει μνημονευτεί από πολλούς. Ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος Τραπεζούντας Χρύσανθος, αφηγούμενος τα γεγονότα, τόνισε πως «όταν η νέα σοβιετική εξουσία έβγαλε την χώρα από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, δεν εγκατέλειψε τον ελληνισμό του Πόντου στο έλεος των τσέτηδων. Τον βοήθησε και πάλι να αμυνθεί.» Για να προσθέσει σε μια άλλη περίπτωση πως «οι άθεοι κομμουνιστές εφάνησαν περισσότερον χριστιανοί από τους ‘χριστιανούς’ Αγγλογάλλους.»[1] Ο Σκουλούδης έγραψε επίσης πως «εις πολλάς περιστάσεις οι Τούρκοι συνέλαβον ολόκληρους πληθυσμούς, με σκοπόν να τους εκτοπίσουν και οι Μπολσεβίκοι εξηγόραζον από τους Τούρκους τους πληθυσμούς αυτούς. Εκτός αυτού έθετον εις την διάθεσιν των Ελλήνων και πλοία ίνα μεταφέρουν αυτούς από Τραπεζούντος εις τα έναντι ρωσικά παράλια.»[2]
«Μα ο Λένιν έδωσε στον Κεμάλ όπλα!» αναφωνούν ορισμένοι. Η σοβιετο-τουρκική προσέγγιση πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια εφαρμογής της πολιτικής για την υποστήριξη των εθνικοαπελευθερωτικών, αντιαποικιακών κινημάτων. Ναι, η νεαρή σοβιετική κυβέρνηση βοήθησε υλικά και στρατιωτικά το κίνημα του Κεμάλ, ως κίνημα αστικό-εθνικοαπελευθερωτικό, το οποίο αντιμαχόταν τη φεουδαρχία, την ιμπεριαλιστική διείσδυση και τον διαμελισμό μιας χώρας. Αυτό δεν σημαίνει πως συμμεριζόταν το ιδεολογικό του περιεχόμενο, το οποίο ήταν εθνικιστικό / αστικό, ή τις μεθόδους εφαρμογής του.
Επιπλέον, συνυπολογίζοντας τον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων (καπιταλιστική περικύκλωση, ξένη στρατιωτική επέμβαση, κλπ.), η επαναστατημένη χώρα των Σοβιέτ είχε γνώση των κινδύνων που απέρρεαν από μια ενδεχόμενη μετατροπή της Τουρκίας σε στρατηγικό προγεφύρωμα εναντίον της ΕΣΣΔ.
«Υπερβολές», θα πει κάποιος. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν μια τέτοια πρόθεση. Και όμως η συμφωνία μεταξύ Ποντίων και Αρμενίων, η οποία μεταβιβάστηκε τηλεγραφικώς στον Βενιζέλο στις 3 Ιανουαρίου 1920, ανέφερε μεταξύ άλλων: «1) παρακαλούν οι αντιπροσωπείες Ποντίων και Αρμενίων τη μεγάλη Δύναμη, που ενδεχομένως θα αναλάβει την εντολή στην περιοχή, να αποστείλει το ταχύτερον στρατιωτικές συμμαχικές δυνάμεις για να αναχαιτίσουν την προώθηση των Μπολσεβίκων και 2) ζητούν από την ελληνική κυβέρνηση να παράσχει βοήθεια στους Έλληνες του Πόντου για να αντισταθούν, με την συνεργασία και του αρμένικου στρατού, στις κανονικές τουρκικές δυνάμεις, ενώ ο αρμενικός στρατός θα εμποδίζει την κάθοδο των Μπολσεβίκων. Ακόμη 3) ζητούν από την ελληνική κυβέρνηση να ενισχύσει με στρατό και υλικό την οργάνωση του αρμενικού στρατού.»[3]
Και ακόμα: «Μπροστά στην αδυναμία των Συμμάχων να σταματήσουν την επέκταση του μπολσεβικισμού και να ισχυροποιήσουν τον αγώνα του Ντενίκιν, που υποχωρούσε –είχε δε αναγγελθεί μάλιστα και η πτώσις του Ροστώφ της νότιας Ρωσίας- [ο Καθενιώτης] πήρε την πρωτοβουλία να απευθυνθεί στην Κωνσταντινούπολη στους στρατιωτικούς διοικητές Άγγλων και Γάλλων, για να τους εκθέσει πως οι ποντιακές εθελοντικές μονάδες θα μπορούσαν να είναι πολύ χρήσιμες στους Συμμάχους στις τότε συνθήκες και μάλιστα μετά τη συνεχή υποχώρηση του Ντενίκιν και την αποτυχία των προσδοκιών του Άγγλου αρμοστή στον Καύκασο Wardrop για την απόκρουση της καθόδου του μπολσεβικισμού στον Καύκασο.»[4]
Ας μην ξεχνάμε πως η Ελλάδα είχε ήδη επέμβει στρατιωτικά εναντίον της Σοβιετικής Ρωσίας. Παρόλα αυτά, η νεαρή σοβιετική εξουσία επιχείρησε επανειλημμένως να προσεγγίσει την Ελλάδα και να αποκαταστήσει τις μεταξύ τους διπλωματικές σχέσεις, από το 1920 ακόμα, την ίδια δηλαδή χρονιά που η συμμετοχή της στην απαράδεκτη στρατιωτική επέμβαση στην Ουκρανία έλαβε άδοξο τέλος. Η ελληνική πλευρά, ωστόσο, δεν ανταποκρίθηκε (η Ελλάδα αναγνώρισε τελικά την Σοβιετική Ένωση στις 8 Μαρτίου του 1924, υπέγραψε δε το πρώτο εμπορικό σύμφωνο δύο χρόνια μετά, το 1926). Με αφορμή τη συζήτηση περί αποκατάστασης των διπλωματικών σχέσεων Ελλάδας-Σοβιετικής Ρωσίας, ο Σταύρος Κανονίδης (διανοούμενος ποντιακής καταγωγής) τόνισε το 1921: «Δεν πρέπει να λησμονήσει η ελληνική κοινή γνώμη ότι η στάσις του ελληνικού βασιλείου απέναντι της Δημοκρατίας των Σοβιέτ ευθύς εξ αρχής υπήρξεν εξαιρετικώς κακόπιστος και άστοχος. Μια από τις απαισιωτέρας πράξεις τη βενιζελικής κυριαρχίας υπήρξεν η εκστρατεία της Νοτίου Ρωσίας, εις την οποίαν δια πρώτην φοράν καθ’ όλην την ελληνική ιστορίαν, τα ελληνικά όπλα εχρησιμοποιήθησαν προς εξυπηρέτησιν ξένων ποταπών συμφερόντων και προς εκβιασμόν της θελήσεως ενός λαού επιζητούντος την πολιτικήν και οικονομικήν του απελευθέρωσιν.»[5]
Ένα όμως επιπρόσθετο στοιχείο, που σπανίως αναδεικνύεται από την κρατούσα ιστοριογραφία, είναι το γεγονός ότι οι μπολσεβίκοι επιχείρησαν να έρθουν σε συνεννόηση με τους Ποντίους με σκοπό την στήριξη του αγώνα τους, προσφέροντας υλικο-στρατιωτική βοήθεια. Πράγματι, στις 27 Απριλίου 1920, ο Έλληνας πρόξενος στην Τιφλίδα έστειλε επιστολή στον ύπατο αρμοστή Κανελλόπουλο (ο οποίος με τη σειρά του το γνωστοποίησε στο Υπουργείο των Εξωτερικών), όπου έγραφε τα εξής: «Ημετέρα επιτροπή Νοβορωσίσκ συνοδεύουσα κομισαίρ Μπολσεβίκων, οίτινες ανεγνώρισαν σύστασιν αρχών συμβουλίου Ποντίων Βατούμ, ανακοινοί ότι αυτοβούλως προτάσει ημετέρου συμβουλίου Νοβορωσίσκ μπολσεβικικαί αρχαί συνενοηθήσαι μετά Μόσχας δέχονται υποβοηθήσωσι αγώνα Ποντίων επιτρέπουσαι οργάνωσιν επί τόπου, προσφέρουσι όπλα, όχι αξιωματικούς. Ερωτώσι τι δύναται συνεισφέρη Ελληνική κυβέρνησις εις αγώνα Ποντίων.» Η απάντηση που έλαβαν οι Μπολσεβίκοι στην πρότασή τους για βοήθεια του αγώνα του ποντιακού ελληνισμού ήταν τόσο άμεση όσο και κατηγορηματικά αρνητική.[6]
Τέλος αξιομνημόνευτη υπήρξε η προσπάθεια της Σοβιετικής Ρωσίας για διαμεσολάβηση μεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής πλευράς προκειμένου να επιτευχθεί ειρηνική λύση στη διαμορφούμενη κατάσταση στην Μικρά Ασία. Ο ιστορικός –και τότε γενικός γραμματέας του ΣΕΚΕ (Κ)- Γιάννης Κορδάτος αναφέρει σχετικά πως τον Απρίλη του 1922 κατέφθασε μυστικά στην Ελλάδα απεσταλμένος της Τρίτης Διεθνούς και του Υπουργείου Εξωτερικών και Στρατιωτικών της Σοβιετικής Ρωσίας. Είχε εντολή να διερευνήσει τη δυνατότητα μεσολάβησης της χώρας του για ειρηνικό τερματισμό του μικρασιατικού πολέμου μέσα από επαφές που θα είχε με την ηγεσία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος (αυτός ο τρόπος άφιξης του ξένου απεσταλμένου και η μέθοδος διερεύνησης οφείλονταν στην ανυπαρξία διπλωματικών σχέσεων των δύο κρατών). Ακολούθως, συναντήθηκε με τον Γ. Κορδάτο, τον ενημέρωσε για τον σκοπό της παρουσίας του και του ζήτησε να ανακοινώσει στην ελληνική κυβέρνηση την άφιξή του, καθώς και την επιθυμία της χώρας του για μεσολάβηση στο μικρασιατικό ζήτημα. Η πρότασή του περιελάμβανε την υπογραφή ανακωχής ανάμεσα στην Ελλάδα και τον Κεμάλ και καθεστώς αυτονομίας για την περιοχή της Μικράς Ασίας. Ως αντάλλαγμα ζητούσε από την ελληνική κυβέρνηση να αναγνωρίσει, έστω και defacto, τη σοβιετική εξουσία.
Ο σοβιετικός απεσταλμένος τόνισε μεταξύ άλλων: «Γι’ αυτό θέλουμε να μείνουνε οι Έλληνες στην Μικρασία, όχι από κούφιο συναισθηματισμό, αλλά από ρεαλιστική αντίληψη για το αύριο και μεθαύριο. Οι μειονότητες στην Τουρκία στάθηκαν από τη μία μεριά τροχοπέδη στον ολοκληρωτικό εξισλαμισμό της Βαλκανικής και Ανατολής και από την άλλη έγιναν η πηγή που τροφοδότησε τα εθνικά απελευθερωτικά κινήματα των λαών της Βαλκανικής από το 1770 ως τα χτες.»[7]
Ο ηγέτης του ΣΕΚΕ (Κ) συναντήθηκε με τον Ν. Στράτο (αντιπολίτευση τότε) και τον Α. Καρτάλη (υπουργό στην Κυβέρνηση Γούναρη) προκειμένου να τους μεταφέρει τις σοβιετικές προτάσεις χωρίς, ωστόσο, θετικό αποτέλεσμα. Ο τελευταίος μάλιστα, όπως γράφει ο ίδιος ο Κορδάτος, τον έβρισε και τον έδιωξε. Αυτά λοιπόν όσον αφορά την στάση της νεαρής σοβιετικής εξουσίας έναντι των γεγονότων, των προσώπων και των πραγμάτων που καθόρισαν τις εξελίξεις στην περιοχή την συγκεκριμένη περίοδο.
Πως αντιμετώπισαν όμως τους πρόσφυγες τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα; Και εδώ υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον. Η βενιζελική παράταξη προχώρησε σε γεωγραφική κατανομή των προσφυγικών πληθυσμών με βάση το μέγιστο γι’ αυτούς εκλογικό όφελος (παρότι ορισμένες περιοχές δεν μπορούσαν να υποστηρίξουν βιοποριστικά τους πρόσφυγες με αποτέλεσμα πολλοί να πεθάνουν ή να γίνουν μετανάστες), τους στοίβαξε σε συνοικισμούς-γκέτο, διαιωνίζοντας με κάθε τρόπο τις διαχωριστικές γραμμές γηγενών-προσφύγων ώστε να εξασφαλίζεται ες αεί η πολιτική «κηδεμονία» τους.[8]
Ταυτόχρονα, οι δυνάμεις της λεγόμενης «λαϊκής δεξιάς», των «εθνικοφρόνων», καλούσαν για τον «εξαγνισμό της πρωτεύουσας», τον διαχωρισμό των «καθαρόαιμων Ελλήνων» από τους «Τουρκόσπορους», κλπ.[9] «Οι γηγενείς καλούνται να συνασπιστούν σε συλλόγους ‘αμύνης’ κατά των προσφύγων», έγραφε η «Ακρόπολις». «Κηρύγματα ερεθισμού και λυσσώδους εμπάθειας απευθύνονται καθημερινώς προς τον αυτόχθονα πληθυσμόν. Και οι πρόσφυγες περιλούονται με ύβρεις εμετικάς. Ονομάζονται ‘λεφούσι’, χαρακτηρίζονται ‘Τούρκοι’, απειλούνται με εξόντωσιν.»[10] Είναι πραγματικά αποκαλυπτική η στάση των λεγόμενων «πατριωτών» και «εθνικοφρόνων» της εποχής έναντι των προσφύγων, ενώ αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία αν αναλογιστεί κανείς την προσπάθεια που πραγματοποιεί ο ίδιος ιδεολογικοπολιτικός χώρος σήμερα να καπηλευτεί την ποντιακή (τουρκοποντιακή και ρωσοποντιακή) ψήφο.
Οι κομμουνιστές έδωσαν τότε μια τιτάνια μάχη καταγγέλλοντας –στον αγώνα τους να καταργήσουν στην πράξη- τις διαχωριστικές γραμμές που ήθελε να επιβάλλει ο αστικός κόσμος μεταξύ προσφύγων και γηγενών εργαζομένων στην λογική του «διαίρει και βασίλευε». «Η Ελλάδα δεν διαιρείται σε ντόπιους και πρόσφυγες», έγραφε ο «Ριζοσπάστης» στις 7 Σεπτεμβρίου 1929. «Η Ελλάδα διαιρείται σε πλούσιους και φτωχούς, σε ανθρώπους που δε δουλεύουν και ζουν και σε ανθρώπους που ολημερίς και ολονυχτίς δουλεύουν και δεν μπορούν να ζήσουν…ο καθένας πρέπει να διαλέξει μεταξύ του πλουσίου πρόσφυγα που συνδυάζεται με τον πλούσιο ντόπιο και του φτωχού πρόσφυγα που σύντροφό του θα έχει το φτωχό ντόπιο εργάτη ή αγρότη.»
Το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν η μόνη πολιτική δύναμη που στάθηκε ειλικρινά δίπλα στους πρόσφυγες από την πρώτη στιγμή. Δεν είναι τυχαίο ότι σε πόλεις όπου το κομμουνιστικό κίνημα και οι ταξικές συνδικαλιστικές δυνάμεις κατείχαν ηγεμονική θέση, όπως η Καβάλα, οι πρόσφυγες εντάχθηκαν αμέσως στην τοπική κοινωνία, τα κρούσματα ρατσισμού ήταν σχεδόν ανύπαρκτα, ενώ τα σωματεία μερίμνησαν από πολύ νωρίς για την επαγγελματική τους εκπαίδευση και την πετυχημένη ένταξή τους στην παραγωγή.
Εν κατακλείδι, «αναρωτιέστε» κύριε συγγραφέα του επίμαχου άρθρου «αν εδώ και 80 χρόνια διδάσκονταν η πραγματική ιστορία στα ελληνόπουλα για τον ρόλο των Μπολσεβίκων και του Λένιν στην Μικρασιατική Καταστροφή και στη γενοκτονία των ποντίων από τον Κεμάλ, ποια θα ήταν η πορεία της Αριστεράς στην πατρίδα μας…» Το ζήτημα είναι πως αυτά που ισχυρίζεστε αναπαράγονται εδώ και δεκαετίες με κάθε μέσο και σε κάθε ευκαιρία. Το ότι αυτή η αντικομμουνιστική προπαγάνδα δεν «έπιασε», δεν οφείλεται στην έλλειψη ζήλου από πλευράς των εκάστοτε κρατούντων, αλλά στο γεγονός ότι οι όποιες συκοφαντίες και ψεύδη κατέρρεαν πάντοτε στην συνείδηση του προσφυγικού κόσμου από την πραγματικότητα της καθημερινής δράσης και στάσης των κομμουνιστών δίπλα στους αγώνες και τα προβλήματά του. Γι’ αυτό και οι προσφυγικοί συνοικισμοί μετατράπηκαν στην Κατοχή σε πραγματικά κάστρα της ΕΑΜικής εθνικής αντίστασης και γι’ αυτό οι πρόσφυγες εντάχθηκαν κατά χιλιάδες στους αγώνες του λαού μας για ειρήνη, ανεξαρτησία, εργατικά και δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες μαζί με το ΚΚΕ.
Υ.Γ. Δεν γνωρίζω από πού προκύπτει ο ισχυρισμός σας ότι το ΚΚΕ δεν ψήφισε την αναγνώριση της γενοκτονίας των Ποντίων. Σας παραπέμπω όμως στα Πρακτικά της Βουλής, τόμος Δ, Η4, σελ.228 και στη σχετική συνεδρίαση της 24ης Φεβρουαρίου 1994, ώστε να διαπιστώσετε και ιδίοις όμμασι ότι ο εν λόγω νόμος (2194/94) ψηφίστηκε ομόφωνα.

[1] Διδώ Σωτηρίου (1985) «Η Μικρασιατική καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο» (Αθήνα: Κέδρος) σελ.89-90 και εφημερίδα «ΝΕΑ» 1/9/1972
[2] Φωτιάδης Κ (2004) «Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου» (Αθήνα: Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία) σελ.209
[3] Έκθεση Δ. Καθενιώτη «Το ζήτημα του Πόντου», όπως παρατίθεται στο Λαμψίδης Ο (2002) «Προσπάθειες στρατιωτικής οργανώσεως των ελληνοποντίων» σελ.91
[4] Έκθεση Δ. Καθενιώτη, όπως πριν, σελ.96
[5] Όπως παρατίθεται στο Φωτιάδης Κ (2004) όπως πριν, σελ.344-345
[6] Τα σχετικά έγγραφα του Υπουργείου των Εξωτερικών παρατίθενται στο Φωτιάδης Κ (2004), όπως πριν, σελ.455
[7] Κορδάτος Γ. (1955) «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμος XIII(Αθήνα: 20ς αιώνας) σελ.567
[8] «Πατρίς» 23/11/1935
[9] «Καθημερινή» 16/7/1928 και 19/7/1928
[10] «Ακρόπολις» 6/2/1936

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

Το Big Bang δε συνέβη ποτέ;! Κβαντική εξίσωση επιτρέπει σύμπαν άπειρης ηλικίας...

universe timeline
Γράφημα χρονικής εξέλιξης του σύμπαντος βάσει θεωρίας Big Bang και μοντέλων πληθωρισμού
Credit: NASA/WMAP


Το πρόβλημα της μοναδικότητας

Σύμφωνα με νέο θεωρητικό μοντέλο το σύμπαν θα μπορούσε να υπάρχει από πάντα.. Το εν λόγω μοντέλοσυμπληρώνει τη γενική θεωρία της σχετικότητας εφαρμόζοντας όρους κβαντικής διόρθωσης, ενώ λαμβάνει υπόψιν σκοτεινή ύλη και σκοτεινή ενέργεια, λύνοντας πολλαπλά προβλήματα ταυτόχρονα.

Η αποδεκτή χρονολόγηση του σύμπαντος από την ευρεία επιστημονική κοινότητα, ανέρχεται κατά προσέγγιση στα 13.8 δισεκατομμύρια χρόνια, όπως εκτιμάται από τη γενική σχετικότητα. Αρχικά όλη η ύπαρξη περιοριζόταν σε ένα σημείο άπειρης πυκνότητας (μοναδικότητα ή singularity) και μόνο όταν το αυτό σημείο άρχισε να επεκτείνεται μέσω της μεγάλης έκρηξης (Big Bang), επήλθε η επίσημη γέννηση του σύμπαντος.

Παρά το γεγονός πως η μοναδικότητα προκύπτει αναπόφευκτα από τα μαθηματικά της γενικής σχετικότητας, ταυτόχρονα η ίδια η μοναδικότητα αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα της ίδιας θεωρίας, καθότι τα μαθηματικά μπορούν να εξηγήσουν τα συμβάντα μόνο αμέσως μετά την άρση της και όχι κατά την ύπαρξή της, ή νωρίτερα. Αυτό υποστηρίζει και ο Ahmed Farag Ali των Benha University και Zewail City of Science and Technology, (και τα 2 εδρεύουν στην Αίγυπτο), ο οποίος αναφέρει πως στο σημείο αυτό οι φυσικοί νόμοι φαίνεται να καταρρέουν.

Ο Ali μαζί με τον Saurya Das (coauthor) από το University of Lethbridge στην Alberta του Καναδά έδειξαν με δημοσίευση στο Physics Letters B πως το πρόβλημα της μοναδικότητας μπορεί να επιλυθεί με το νέο τους μοντέλο, που προτείνει ένα σύμπαν χωρίς αρχή και τέλος..


Η αναθεώρηση a priori γνώσης

Οι επιστήμονες σημειώνουν πως σκοπός της δουλειάς τους δεν ήταν η εξουδετέρωση της μοναδικότητας, αλλά πως οι όροι κβαντικής διόρθωσης που εισήγαγαν προήλθαν από ιδέες του David Bohm, ο οποίος στη δεκαετία του '50 μελέτησε την αντικατάσταση των κλασσικών γεωδαιτικών - το ελάχιστο μονοπάτι μεταξύ 2 σημείων καμπύλης επιφάνειας - , με κβαντικές τροχιές. Οι Ali και Das εφάρμοσαν τις τελευταίες, σε εξίσωση που αναπτύχθηκε πάλι στην δεκαετία του '50 από τον φυσικό Amal Kumar Raychaudhuri του Presidency University στην Kolkata της Ινδίας.

Από την κβαντικά διορθωμένη εξίσωση του Raychaudhuri, η ερευνητική ομάδα παρήγαγε αντίστοιχα κβαντικά διορθωμένες εξισώσεις Friedmann, οι οποίες περιγράφουν την εξέλιξη και επέκταση του σύμπαντος στα πλαίσια της γενικής θεωρίας της σχετικότητας. Παρά το γεγονός πως δεν κάνουμε λόγο για μία πραγματική θεωρία κβαντικής βαρύτητας, το μοντέλο των Ali και Das περιλαμβάνει στοιχεία και από την κβαντική θεωρία, αλλά και από τη γενική σχετικότητα, με τους δημιουργούς του να υποστηρίζουν πως θα μείνει ακλόνητο ακόμα και μπροστά σε μία επικείμενη ολοκληρωμένη θεωρία κβαντικής βαρύτητας.


Άρση μοναδικότητας, σκοτεινής ύλης και σκοτεινής ενέργειας

Το νέο μοντέλο λοιπόν καταρρίπτει την μοναδικότητα, τόσο ως προς την μεγάλη έκρηξη (Big Bang), όσο και ως προς την μεγάλη σύνθλιψη (Big Crunch), που αποτελεί μία πιθανή κατάληξη του σύμπαντος με βάση τον τρέχον μοντέλο και περιγράφεται πάλι από την συγκέντρωση όλης της ύπαρξης σε ένα σημείο άπειρης πυκνότητας.

Η θεωρία των Ali και Das αποφεύγει τη μοναδικότητα, αφού οι Bohmian κβαντικές τροχιές εμφανίζουν μία ειδοποιό διαφορά ως προς τα κλασσικά γεωδαιτικά. Ενώ τα κλασσικά γεωδαιτικά διασταυρώνονται μεταξύ τους, με τα σημεία σύγκλισής τους να αποτελούν μοναδικότητες, στην περίπτωση των κβαντικών τροχιών δεν υφίσταται διασταύρωσή τους και κατ' επέκταση σημεία μοναδικότητας.

Σε όρους κοσμολογίας μπορούμε να εκλάβουμε τις κβαντικές διορθώσεις, ως μια κοσμολογική σταθερά σχετιζόμενη με την σκοτεινή ύλη, χωρίς την αναγκαιότητα της σκοτεινής ενέργειας, και έναν όρο ακτινοβολίας. Δεδομένου αυτού, στο προτεινόμενο μοντέλο, το σύμπαν παρουσιάζεται γεμισμένο με κβαντικό ρευστό, το οποίο συντίθεται από τα υποθετικά σωματίδια-φορείς της βαρύτητας γκραβιτόνια - gravitons - , ή τα υπέρψυχρα σωματίδια φαντάσματα αξιόνια - axions -. Προς επιπρόσθετη υποστήριξη του εν λόγω μοντέλου, ο Das με τον συνεργάτη του Rajat Bhaduri του McMaster University στον Καναδά σε άλλη δημοσίευσή τους απέδειξαν πως τα gravitons μπορούν να σχηματίσουν ένα  συμπύκνωμα Bose-Einstein σε θερμοκρασίες που παρατηρούνταν καθ' όλη την εξέλιξη του σύμπαντος.

Οι όροι διόρθωσης επιτρέπουν τη διατήρηση του σύμπαντος σε πεπερασμένες διαστάσεις προσδίδοντάς του εν δυνάμει άπειρη ηλικία. Επιπροσθέτως, οι προβλέψεις των κβαντικών διορθώσεων, συμφωνούν με τις τρέχουσες παρατηρήσεις της κοσμολογικής σταθεράς και της πυκνότητας του σύμπαντος καταργώντας την αναγκαιότητα της σκοτεινής ύπαρξης.


 Συμπύκνωμα Bose-Einstein (Bose-Einstein Condensate ή BEC): Κατάσταση ύλης αραιού αερίου μποζονίων που ψύχονται σε θερμοκρασίες που προσεγγίζουν το απόλυτο 0. Υπό τις συνθήκες αυτές καταλαμβάνουν την κατώτερη κβαντική κατάσταση με αποτέλεσμα να εμφανίζονται μακροσκοπικά κβαντικά φαινόμενα.

references

More information:
Αναδημοσίευση από το: http://www.physicsmag.

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΑΔΙΕΞΟΔΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΡΟΤΑ...

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΑΔΙΕΞΟΔΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΡΟΤΑ...