Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2017





Η κρητική καταγωγή των Φιλισταίων (αρχαίων Παλαιστινίων)

(Αναδημοσίευση από  "agonas tis kritis" 29/10/2017)

 

Του Στέφανου Μητηλιναίου
«Εμείς οι Παλαιστίνιοι καταγόμαστε από την Κρήτη. Φύγαμε από την Κρήτη και πήγαμε στην Παλαιστίνη. Ξαναγυρίσαμε στην Κρήτη και ξαναφύγαμε από την Κρήτη και ξαναπήγαμε και εγκατασταθήκαμε μονίμως στην Παλαιστίνη…»
Γιασέρ Αραφάτ, Αθήνα 15 Δεκεμβρίου 1981[1]
"Sponsored links"
Το ζήτημα της καταγωγής του σύγχρονου παλαιστινιακού έθνους έχει απασχολήσει κατά καιρούς πλήθος ερευνητών. Οι ίδιοι αραβόφωνοι και στην πλειοψηφία τους μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα, με μεγάλο ποσοστό Ορθοδόξων μεταξύ τους, είθισται να θεωρούνται αραβικός λαός. Ωστόσο, σήμερα πλέον η συντριπτική πλειοψηφία των ειδικών επιστημόνων συμφωνούν, ότι τουλάχιστον οι αρχαίοι Παλαιστίνιοι, οι Φιλισταίοι, ήταν κρητικής καταγωγής Πελασγοί, οι οποίοι σε πανάρχαια εποχή αποίκισαν τις ακτές της Μέσης Ανατολής. Αλλά και στους αιώνες που ακολούθησαν η ελληνική παρουσία στην περιοχή ενισχύθηκε σημαντικά ιδίως κατά τα ελληνιστικά χρόνια, όταν ο ελληνικός πληθυσμός της Παλαιστίνης έφθασε να είναι το κυρίαρχο στοιχείο της περιοχής. Αυτοί οι πληθυσμοί, πελασγικοί και ελληνικοί, άρχισαν να φθίνουν τα πρώτα χρόνια του μεσαίωνα εξαιτίας των βίαιων εκχριστιανισμών τους από το ρωμαιοχριστιανικό κράτος. Η ελληνική γλώσσα έπαψε να μιλιέται ιδίως μετά την εξάπλωση του Ισλάμ και την προσχώρηση των λαών αυτών στη νέα θρησκεία σε μία απέλπιδα προσπάθεια να απαλλαγούν από τη ρωμαιοχριστιανική καταπίεση.
Σήμερα μετά βεβαιότητας μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αν και η ελληνική συνείδηση σε συντριπτικό βαθμό έχει χαθεί διατηρείται όμως η θολή ανάμνηση της αιγιακής συγγένειας, ενώ η παλαιστινιακή διανόηση έχει επαναφέρει το ζήτημα της κρητικής-πελασγικής και ελληνικής καταγωγής όχι μόνο για λόγους αυτογνωσίας των ίδιων των Παλαιστίνιων αλλά και σε μία προσπάθεια γεφύρωσης του λαού αυτού με τη Δύση, με τρόπο τέτοιο όμως που να μη διαρρηγνύονται και οι έτερες συγγένειες με τον αραβικό κόσμο.
Βεβαίως το ζήτημα της καταγωγής του παλαιστινιακού έθνους που θα εξετάσουμε παρακάτω δεν πρέπει να θεωρηθεί ως μία προσπάθεια να δικαιολογήσει τους φανατικούς ισλαμιστές που δρουν στους κόλπους του λαού αυτού, οι οποίοι με μεθόδους και ιδεοληψίες αλλότριες ως προς την ελληνική κοσμοθέαση επιχειρούν όχι τόσο την εθνική αποκατάσταση του παλαιστινιακού λαού, αλλά την επιβολή θεοκρατικού καθεστώτος κινούμενοι από αίτια φονταμενταλιστικά. Οι ισλαμικές οργανώσεις που στέλνουν στο θάνατο νέους μαχητές υποσχόμενες μεταθανάτιες απολαύσεις στον παράδεισο του Αλλάχ δεν μπορούν να έχουν καμία σχέση με την ελληνική σκέψη που προτάσσει το «αμύνεσθαι περί πάτρις». Ο δρόμος του μουσουλμάνου μάρτυρα είναι εκ διαμέτρου αντίθετος με τον ελληνικό δρόμο του ήρωα.
Η αντίσταση για την ελευθερία και την πατρίδα που διδάσκει ο Ελληνισμός δεν πρέπει να συγχέεται με τη θυσία στο όνομα του Θεού, τόσο για λόγους ιδεολογικούς όσο και για λόγους Ήθους. Διότι, αληθινά γενναίος δεν μπορεί να θεωρηθεί αυτός που θυσιάζεται προσδοκώντας ως ανταμοιβή έναν καλύτερο μεταθανάτιο κόσμο με τον ίδιο πρωταγωνιστή στην αιώνια ευδαιμονία, αλλά εκείνος που θυσιάζεται για χάρη των συμπολιτών του, επιδιώκοντας για όσους αφήνει έναν καλύτερο επίγειο κόσμο, του οποίου τα αγαθά δεν θα γευτεί ο ίδιος διότι θα είναι απών.
Οι Φιλισταίοι άποικοι των Κρητικών
10-9-cent-pottery
Ξεκινώντας από τις ίδιες τις εβραϊκές πηγές εισπράττουμε τη διαβεβαίωση, ότι οι Φιλισταίοι είναι κρητικής καταγωγής. Οι προφήτες της «Παλαιάς Διαθήκης» αναφέρουν:
«Δια τούτο τάδε λέγει Κύριος. ιδού εγώ εκτείνω την χείρα μου επί τους αλλοφύλους και εξολοθρεύσω Κρήτας και απολώ τους καταλοίπους την παραλίαν× και ποιήσω εν αυτοίς εκδικήσεις μεγάλας, και επιγνώσονται διότι εγώ Κύριος εν τω δούναι την εκδίκησίν μου επ’ αυτούς» [μετ.: «Ο Κύριος δια τούτο λέγει αυτά. Κοίταξε εγώ εκτείνω (απλώνω) την τιμωρό χείρα μου κατά των αλλοφύλων και θα καταστρέψω τους Κρήτες και όλους τους κατοίκους των παράλιων. Θα τιμωρήσω αυτούς σκληρά και έτσι θα μάθουν, ότι εγώ είμαι ο Κύριος, όταν επιφέρω την εκδίκηση μου κατ’ αυτών»] («Προφήτης Ιεζεκιήλ», κε΄. ιστ΄-ιζ΄).
«Διότι Γάζα διηρπασμένη έσται, και Ασκαλών εις αφανισμόν, και Άζωτος και Ακκαρών εκριζωθήσεται. Ουαί οι κατοικούντες το σχοίνισμα της θαλάσσης, πάροικοι Κρητών. λόγος Κυρίου εφ’ υμάς, Χαναάν γη αλλοφύλων, και απολώ υμάς εκ κατοικίας. Και έσται Κρήτη νομή ποιμνίων και μάνδρα προβάτων. Και έσται το σχοίνισμα της θαλάσσης τοις καταλοίποις οίκου Ιούδα× επ’ αυτούς νεμήσονται εν τοις οίκοις Ασκάλωνος, δείλης καταλύσουσιν από προσώπου υιών Ιούδα, ότι επέσκεπται αυτούς Κύριος ο Θεός αυτών, και αποτρέψει την αιχμαλωσίαν αυτών» [μετ.: «Διότι η Γάζα θα λεηλατηθεί, η Ασκαλών θα εξαφανιστεί, η Άζωτος στο καταμεσήμερο θα εξαφανισθεί από προσώπου της γης και η Ακκαρών θα εκριζωθεί. Αλίμονο σε αυτούς που κατοικούν τα παράλια (της Παλαιστίνης), τους απογόνους τούτους των Κρητών αποίκων. Ο λόγος του Κυρίου στρέφεται εναντίον σου, ω Χαναάν και συ χώρα των αλλοφύλων: Θα καταστρέψω εσάς και τις κατοικίες σας. Έτσι κι αλλιώς η Κρήτη θα γίνει τόπος βοσκής προβάτων και ποιμνιοστάσιο. Τα παράλια (της Παλαιστίνης) θα περιέλθουν στους Ιουδαίους, οι οποίοι επέστρεψαν από την αιχμαλωσία. Οι Ιουδαίοι θα βοσκήσουν τα πρόβατα τους εκεί, όπου πριν οι οικίες της Ασκάλωνος. Κατά το δειλινό θα διαλυθούν (οι Φιλισταίοι) ενώπιον των Ιουδαίων. Αυτό θα γίνει γιατί ο Κύριος ο θεός τους τούς επισκέφθηκε και θα τους γυρίσει από την αιχμαλωσία τους»](«Προφήτης Σοφονίας», β΄. δ΄-ζ΄).
"Sponsored links"
Εκτός από την εβραϊκή μαρτυρία, ότι οι Φιλισταίοι ήταν άποικοι Κρητών, ο αναγνώστης μένει άφωνος μπροστά στη μακάβρια επικαιρότητα των βιβλικών απειλών και εξαγγελιών.
Σαν να γράφτηκαν σήμερα για να περιγράψουν τις πρόσφατες σφαγές εις βάρος Παλαιστινίων στη Γάζα από τον ισραηλινό στρατό!
Στις παραπάνω αναφορές της «Βίβλου» και η αρχαία ελληνική γραμματεία συμφωνεί, ότι δηλαδή οι Κρήτες είχαν αποικίσει σε πανάρχαια εποχή την Παλαιστίνη. Συγκεκριμένα ο Σαρπηδών, αδελφός του Μίνωα, συγκρούστηκε μαζί του για το θρόνο της Κρήτης. Ηττήθηκε και ακολουθούμενος από τους οπαδούς του απέπλευσε προς τη Μέση Ανατολή. Φθάνοντας εκεί έγινε βασιλιάς των Σολύμων (μετέπειτα Ιεροσολύμων):
«Όταν τα παιδιά της Ευρώπης, ο Σαρπηδόνας και ο Μίνωας μάλωσαν για τη βασιλεία και επικράτησε ο Μίνωας, ο Σαρπηδόνας έφυγε μαζί με τους συντρόφους του. Οι εξόριστοι έφθασαν στην Μιλυάδα της Ασίας, όπου σήμερα κατοικούν οι Λύκιοι. Τότε λεγόταν Μιλυάδα και οι Μιλύες λέγονταν Σόλυμοι. Βασιλιάς ήταν ο Σαρπηδόνας…» (Ηρόδοτος, Κλειώ, Βιβλίο Α΄, 173).
Τον Ηρόδοτο επιβεβαιώνει και ο Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος:
«Επειδή, επί της εποχής του Αβραάμ του προγόνου μας, η πόλη λεγόταν Σόλυμα. Πολλοί λένε ότι και ο Όμηρος την αποκαλεί Σόλυμα. Την δε προσωνυμία «Ιερό» οι Εβραίοι έβαλαν αργότερα. Ήταν κατά την εποχή που με τη στρατιά του Ιησού κατά των Χαναναίων και του πολέμου, κατά τον οποίο οι Χαναναίοι κράτησαν (την πόλη), που (ο Ιησούς) κατένειμε στους Εβραίους, οι οποίοι όμως δεν κατάφεραν να διώξουν (τους Χαναναίους) από τα Ιεροσόλυμα, μέχρι που την πολιόρκησε ο Δαυίδ…» (Ιώσηπος, «Ιουδαϊκή Αρχαιολογία», Ζ, 3. 10-25).
Μάλιστα ο Ιώσηπος θεωρώντας τα Σόλυμα πόλη Χαναναίων, δηλαδή Φιλισταίων, δίνει σε συνδυασμό με τον Ηρόδοτο μία ακόμη απόδειξη ότι οι Φιλισταίοι ήταν κρητικής καταγωγής.
Η επιστήμη επιβεβαιώνει την κρητική καταγωγή των Φιλισταίων
image_1723_1e-Tell-Abu-al-Kharaz
Εκτός όμως από τα αρχαία κείμενα και η επιστημονική έρευνα έρχεται με τη σειρά της να επιβεβαιώσει την κρητική καταγωγή των Φιλισταίων. Ο Ι. Α. Παπαποστόλου (Έφορος Αρχαιοτήτων) αναφέρει κρητική διείσδυση στη Μέση Ανατολή μέχρι και τη Συρία:
«Η εγκατάσταση στην Ουγκαρίτ[2](Ugarit) της Συρίας θεωρείται επίσης μινωική»[3].
Ο Γεώργιος Τσορμπάτζης[4] αναφερόμενος στα ευρήματα που προέκυψαν από τις ανασκαφές στη γη της Παλαιστίνης στις αρχές του 20ου αιώνα, σημειώνει ότι από αυτά προκύπτει πως οι Φιλισταίοι κατάγονται από την Κρήτη:
«Οι Φιλισταίοι ήσαν Έλληνες, Κρήτες ιδία, αποικήσαντες εις Παλαιστίνην κατά το 1500 ή 1800 π.Χ., ήτοι επί της εποχής του Μυκηναϊκού πολιτισμού. Παρά την Βηθλεέμ ευρέθη μία των κυριωτέρων πόλεων ή η Μητρόπολις ίσως των Φιλισταίων εκτισμένη επί ερειπίων ετέρας πόλεως των αρχαίων ιθαγενών Χαναναίων ηττηθέντων προφανώς υπ’ εκείνων. Τα εν τοις τάφοις Φιλισταίων ευρεθέντα χαλκά ή αργυρά κοσμήματα και πήλινα αγγεία προδίδουν αριδήλως την Μυκηναϊκήν τέχνην των, αντιθέτως προς τα εν τοις συγχρόνοις εβραϊκοίς τάφοις ευρήματα πάντα ευτελούς και πρωτογόνου σχεδόν νεολιθικής εποχής, ενώ και τα οστά των τάφων Φιλισταίων καταδεικνύουν ομοίως την ανθρωπολογικήν διαφοράν της φυλής. (…) Περί των ανωτέρω ιστορικών αληθειών φαίνονται ομοφωνούντες πάντες οι εν Παλαιστίνη ειδικώς ασχολούμενοι αρχαιοδίφαι, εν οις και οι σοφοί Γάλλοι Μοναχοί του τάγματος των Δομινικανών…».
Ο αρχαιολόγος Δημήτριος Γαρουφαλής[5] σε άρθρο του με τίτλο «Γολιάθ ο Φιλισταίος – Ένας Αιγαίος Πολεμιστής στην Παλαιστίνη του 1000 π.Χ.»[6], σημειώνει:
«Γύρω στο 1175 π.Χ. οι Φιλισταίοι (Φιλιστιείμ της Παλαιάς Διαθήκης), οι «Puleseta» [p-l-s-t-] των αιγυπτιακών πηγών, πιθανότατα αιγαιακής (μινωικής;) καταγωγής, οπλισμένοι με τα πιο σύγχρονα μέσα και ικανότατοι πολεμιστές αλλά και γνώστες της πυροτεχνολογίας και της μεταλλοτεχνίας, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή που ονομάστηκε από αυτούς Παλαιστίνη. Σύμφωνα με τη βιβλική παράδοση, οι Φιλισταίοι οργανώθηκαν σε μια χαλαρή ομοσπονδία που αποτελείτο από πέντε πόλεις: τη Γάζα, την Ασκαλών(α), την Άζωτο, τη Γαθ και την Εκρών. (…) «…ο Γολιάθ χαρακτηρίζεται ως “απερίτμητος” (χωρίς περιτομή), άρα δεν ήταν σημιτικής καταγωγής. Αυτή η μορφή[7] μοιάζει εκπληκτικά σαν να έχει ξεπηδήσει μέσα από την «Ιλιάδα» του Ομήρου. Ο Γολιάθ μπορεί θαυμάσια να είχε πολεμήσει στις τάξεις των Αχαιών Ελλήνων ή των Τρώων έξω από τα τείχη της θρυλικής πόλης. (…) «Αρκεί ωστόσο να ενθυμηθεί κανείς την αρχική πατρίδα των «Λαών της Θάλασσας» (την Ελλάδα και το Αιγαίο), μερικοί από τους οποίους εγκαταστάθηκαν στη Φιλισταία, για να λυθεί κάθε μυστήριο σχετικά με την παρουσία ενός τέτοιου στρατιώτη στην Παλαιστίνη».
Οι απόψεις στο διαδίκτυο: Μία απλή περιπλάνηση στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις στο διαδίκτυο, οι οποίες ασχολούνται με το ζήτημα της καταγωγής των Φιλισταίων, αρκεί να αποδείξει και στον πλέον δύσπιστο αναγνώστη, ότι είναι κοινώς αποδεκτό, ότι οι Φιλισταίοι έχουν προέλευση από την Κρήτη. Σημειώσαμε μερικά ενδεικτικά αποσπάσματα και σας τα παραθέτουμε:
024
«…νέοι εισβολείς εμφανίστηκαν: οι Εβραίοι, σημιτικές φυλές προερχόμενες από την Μεσοποταμία και οι Φιλισταίοι (από τους οποίους πήρε η χώρα το όνομα της), ένας αγαιακός λαός…»(http://www.palestinehistory.com/, συντάκτης Esam Shashaa-Παλαιστίνιος που κατοικεί στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα).
«Οι Φιλισταίοι ήταν ένα παρακλάδι των «Λαών της Θάλασσας», οι οποίοι μεταξύ του 13ου και 12ου αιώνα π.Χ. ήρθαν από το Αιγαίο. Ο προφήτης Amos (9:7) τους συνδέει με τη χώρα Caphtor (Κρήτη;)»(ww2.auckland.ac.nz/acte/pmb/philistine.htm).
«Οι Φιλισταίοι παραδοσιακά, θεωρούνται ότι κατάγονται από την Κρήτη. Ήταν ένα τμήμα των «Λαών της Θάλασσας», οι οποίοι προερχόμενοι από το Αιγαίο μετακινήθηκαν στη νοτιανατολική Μεσόγειο» (http://www.phoenicia.org/).
«Οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν τίποτα να κάνουν με τους Φιλισταίους. Οι αληθινοί Παλαιστίνιοι ήταν οι αρχαίοι Φιλισταίοι. Οι Φιλισταίοι δεν ήταν Άραβες ή Μουσουλμάνοι και δεν ήταν απόγονοι του Ισμαήλ. Οι Φιλισταίοι ήταν οι αρχαίοι εχθροί των Ισραηλιτών κατά τα βιβλικά χρόνια. Ήρθαν στο Ισραήλ από την Ελλάδα στους βιβλικούς χρόνους» (http://www.jerusalemwatch.com/, άγνωστος συντάκτης από φιλοϊσραηλινό site).
«Οι Φιλισταίοι είναι ευρέως αποδεκτό, ότι απέπλευσαν για τη Χαναάν προερχόμενοι από το ελληνικό νησί Κρήτη, ή την περιοχή της Ανατολίας στη δυτική Τουρκία» (http://focusonjerusalem.com/).
Σημειώσεις:
[1] Απόσπασμα από το λόγο του Παλαιστίνιου προέδρου Γιασέρ Αραφάτ, στις 15 Δεκεμβρίου του έτους 1981, στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» της Αθήνας κατά την τελετή ανακήρυξης του σε επίτιμο δημότη των Αθηνών από τον τότε δήμαρχο της πρωτεύουσας Δημήτρη Μπέη και το δημοτικό συμβούλιο της πόλης. (βλέπε και Ιωάννη Φουράκη «Η πρώτη Σύγκρουση Ελλήνων Εβραίων», τόμος β΄, σελίδα 246.
[2] Ο Αριστείδης Κόλλιας έχει υποστηρίξει, ότι το όνομα Ουγκαρίτ προέρχεται από το ελληνικό «Ευαγορίτις», δηλαδή «πόλη των Ευαγοριδών» (ένθετο τεύχος στο περιοδικό «Τρίτο Μάτι», Απρίλιος 2001).
[3] Ι. Α. Παπαποστόλου (Εφόρου Αρχαιοτήτων), «Κρήτη», σελίδα 22, εκδόσεις «Κλειώ», Αθήνα 1981.
[4] Γεώργιος Α. Τσορμπάτζης, «ΗΩΣ ΤΗΣ ΕΒΡΑΪΚΗΣ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑΣ», Αθήνα 1925.
[5] Ο Δημήτριος Γαρουφαλής είναι αρχαιολόγος και διευθυντής σύνταξης του περιοδικού αρχαιολογικής έρευνας «CORPUS».
[6] Περιοδικό «CORPUS», τεύχος 22, Δεκέμβριος 2000, σελίδα 98.
[7] Ο αρθρογράφος αναφέρεται στην περιγραφή του Γολιάθ όπως αυτή υπάρχει στο κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης (Βασιλειών Α΄, 4-7).

Ποιος είναι ο σημερινός φασισμός των ελίτ;

Σήμερα έχει άλλη μορφή και στόχους ο ναζιφασισμός των ελίτ εξουσίας:
Μέσω εθνοαποδόμησης των ..."μη περιούσιων" χωρών και λαών, επιδιώκει με κάθε μέσο και με αμέτρητα εγκλήματα και πολέμους οικονομικούς είτε στρατιωτικούς την (αν και χιμαιρική λόγω τεράστιων ενδοκαπιταλιστικών αντιθέσεων) παγκόσμια ναζιστοφασιστική τάξη πραγμάτων... 
Κι αλίμονο! Δεν το έχουν πάρει χαμπάρι αυτοί που θά ΄πρεπε να οργανώνουν λαϊκά μέτωπα αντίστασης εναντίον του...


Κ.Ντ.

Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017

The Secret Real Truth: Σε ποιον ανήκουν η Εθνική και η τράπεζα της Ελλάδο...

The Secret Real Truth: Σε ποιον ανήκουν η Εθνική και η τράπεζα της Ελλάδο...: Στις 30/3/1841 ιδρύθηκε με νόμο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της κυβερνήσεως η Εθνική τράπεζα της Ελλάδος.Στο ΦΕΚ αυτό αναφέρεται ξεκάθαρ...

Οι μάσκες πέφτουν: ΟΙ ΡΟΘΤΣΑΪΛΝΤ ΚΑΙ Η «ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» ΩΣ ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ΤΟΥΣ

*Σημ. Αντίλογου: Το αναδημοσιεύουμε για κριτική μελέτη αν  και έχουμε ριζικά αντίθετη άποψη σε αρκετά σημεία  όπως για το, χωρίς καμιά αξιόπιστη τεκμηρίωση,  περί δήθεν ...οργάνωσης από τους Ρότσιλντ της μπολσεβίκικης επανάστασης του 1917, μα και στην άποψη περί  Βατοπεδίου κλπ. Θεωρούμε  δυνητικά χρήσιμες για όσους ερευνούν σε βάθος αρκετές άλλες,  τεκμηριωμένες, παρατιθέμενες ιστορικές πληροφορίες.



    Οι μάσκες πέφτουν: ΟΙ ΡΟΘΤΣΑΪΛΝΤ ΚΑΙ Η «ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» ΩΣ ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ΤΟΥΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΤΗΣ FSB 'ΣΚΟΥΠΙΖΟΥΝ' ΤΖΙΧΑΝΤΙΣΤΕΣ ΣΤΗΝ ΡΩΣΙΑ 'Η ΕΠΙΛΕΚΤΗ ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΠΟΥΤΙΝ ΣΕ ΔΡΑΣΗ...'

ΕΙΔΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΤΗΣ FSB 'ΣΚΟΥΠΙΖΟΥΝ' ΤΖΙΧΑΝΤΙΣΤΕΣ ΣΤΗΝ ΡΩΣΙΑ 'Η ΕΠΙΛΕΚΤΗ ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΠΟΥΤΙΝ ΣΕ ΔΡΑΣΗ...': ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΘΝΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ. ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΘΝΙΚΩΝ ΑΠΕΙΛΩΝ ΣΕ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ. ΓΕΙΤΟΝΙΚΕΣ ΑΠΕΙΛΕΣ ΚΑΙ ΕΔΑΦΙΚΗ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ.

Γιατί επέλεξε την 28η Οκτωβρίου ο Μουσολίνι για να επιτεθεί στην Ελλάδα;



Ο Μουσολίνι δεν επέλεξε τυχαία την ημέρα εισβολής στην Ελλάδα.
Η 28η Οκτωβρίου είναι μέρα σύμβολο του φασισμού.
Στις 28 Οκτωβρίου του 1922 ο Μουσολίνι με την περιβόητη «Πορεία προς τη Ρώμη» (March on Rome) κατέλαβε την εξουσία.
Ήθελε να προβάλλει παγκόσμια και θριαμβικά έναν σημαντικότατο για το καθεστώς του συμβολισμό.
Του τον ανέτρεψε και τον εξευτέλισε το επικό ελληνικό ΟΧΙ και ο μαχόμενος ηρωικά, υπέρ βωμών και εστιών ελληνικός στρατός που για πρώτη φορά απέδειξε παγκόσμια πως ο φασιστοναζιστικός Άξονας δεν είναι ανίκητος...

Κ.Ντ.

Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2017

ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΚΑΙ ΡΩΣΙΑ

ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΚΑΙ ΡΩΣΙΑ: Η ΠΡΩΤΗ ΠΛΗΡΗΣ και ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ μελέτη για τη σχέση του Καζαντζάκη με τη Ρωσία και το ρωσικό πολιτισμό. Εξετάζει τον τρόπο πρόσληψης της Οχτωβριανής Επανάστασης, της ρωσικής ιδέας και του ρωσικού πολιτισμού από τον έλληνα συγγραφέα, μιλώντας για τη «σύνθεση», την ελληνική ματιά θέασης του κόσμου. Αναφέρεται στις μελέτες του, στην επικοινωνία του και στις σχέσεις του με σύγχρονούς του ρώσους συγγραφ

Ο Νίκος Καζαντζάκης για την Ρόζα Λούξεμπουργκ

Ο Νίκος Καζαντζάκης για την Ρόζα Λούξεμπουργκ

Του Νίκου Καζαντζάκη
(Απόσπασμα από: «Οργανωτικά προβλήματα της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας» – Ρόζα Λούξεμπουργκ)
«Κίνησα το πρωί για τον Διόνυσο, στην Πεντέλη. Κρατούσα τα «Γράμματα» της Ρόζας Λούξεμπουργκ κι ήθελα να τα διαβάσω ψηλά στη μοναξιά, κάτω από τα πεύκα.
Γυάλιζε ο αέρα ακίνητος κι άστραφτε σαν ατσάλι· απάνω του, σαν ξόμπλια σμαλτωμένα, τα δέντρα, οι πεταλούδες, τα σπίτια των ανθρώπων. Η Πεντέλη μπροστά μου, η μάνα, με τον ανοιχτό πληγωμένον κόρφο, που είχε γεννήσει τους Θεούς· ζερβά μου ο Πάρνης γαλάζιος και τραχύς. Μύριζε το θυμάρι, η αφάνα· οι βελόνες των πεύκων, διχαλωτές, έσταζαν τον ήλιο.
Στο Διόνυσο, βρήκα ένα παλιό μου φίλο. Είχα χρόνια να τον δω. Α! τους ηρωικούς αγώνες μας για τη δημοτική γλώσσα, τα μανιφέστα που ξαπολούσαμε, τις κρυφές μας συνεδρίες στα υπόγεια ενός μεγάλου σπιτιού, τους νέους που φέρναμε στα κατηχούμενα τούτα να τους φωτίσουμε, να πληθύνουμε, ν’ ανεβούμε από τα υπόγεια, να φωτίσουμε την Ελλάδα.
Έπειτα σκορπίσαμε. Άλλοι παντρεύτηκαν, άλλοι βαρέθηκαν, άλλοι διορίστηκαν κι ησύχασαν.Όταν τους συναντώ στο δρόμο, κάνω πως δεν τους βλέπω από ευγένεια – φοβούμαι μήπως θυμηθούν και κοκκινίσουν. Μα σήμερα δεν μπόρεσα να ξεφύγω. Μόλις πρόβαλα στο μικρό ξενοδοχείο του Διονύσου, να ο φίλος μου με το μπαστούνι του, με το καπέλο γυριστό, να μην τον κάψει ο ήλιος γλυκοκουβέντιαζε με πέντ’ έξι κοπέλες. Πώς πάχυνε! Τα μάτια του ήταν πρησμένα, τα μάγουλά του κρέμουνταν, το πηγούνι του αναπαύονταν απάνου στο διπλό προγούλι.
-Πώς πάχυνες! του είπα
-Ναι, πήρα τον κατήφορο. Στρώνω τραπέζι για τα σκουλήκια. Γεροντόπαχο. Δε σκοτίζομαι πια για τίποτα, δεν μπορώ να αφομοιώσω καμιά καινούρια ιδέα. Είμαι ήσυχος.
Και σε λίγο πρόσθεσε:
-Άλλαξαν οι συνήθειές μου. Παντρεύτηκα βλέπεις. Δεν περπατώ πια, βαριέμαι. Αγαπώ τις απλές κουβέντες, τη μαστίχα και τα παιδιά μου. Θέλησα να του θυμίσω τους αγώνες μας. Όλα τα θυμόταν ήσυχα, χωρίς θλίψη, χωρίς ντροπή.
-Κάναμε ό, τι μπορούσαμε. Σήμερα οι νέοι άλλαξαν. Γίνηκαν επαναστάτες, δε σέβουνται.
Μα καθόλου δε θεράπευε πια την καρδιά μου όλη τούτη η ωραιότητα. Σαν παμπάλαιη μου φάνηκε Σειρήνα, που μάταια μάχουνταν να μας γοητέψει και να ξεχάσουμε το τραχύ, χωρίς γλύκα κι ωραιότητα σύγχρονο χρέος.
Ανέβαινα βιαστικός, κλεισμένος μέσα στην αγωνία μου. Σήμερα μια γυναίκα άσκημη, χλωμή, απελπισμένη, ανένδοτη, ήταν μαζί μου· ως άγγιζες το χέρι μου το μικρό βιβλιαράκι της Ρόζας Λούξεμπουργκ, έφρισσα, σα να με άγγιζε το νευρικό, νεκρό της χέρι και με οδήγαε.
Μια μέρα την είχα δει σε μια μικρή γερμανική πολιτεία, πάνου σε ένα τραπέζι, να μιλάει σε χιλιάδες εργάτες και πεινασμένους. Ήταν αδύναμη, σα ραχητική, φορούσε ένα παλιό σάλι, έτρεμε από το κρύο κι έβηχε. Μα πότε δεν θα ξεχάσω την κραυγή που τινάχτηκε από το ανεμικό της στόμα κι ανέβηκε στον ουρανό: «Ελευτερία, φως, δικαιοσύνη. Να χαθούμε, όλοι αδέλφια, για να σώσουμε τη γης!».
Πολλοί κλαίγαν, άλλοι βλαστημούσαν και φοβέριζαν. Οι καλοθρεμμένοι αστοί περνούσαν και σφύριζαν. Ήρθαν οι αστυφύλακες και την κατέβασαν από το τραπέζι και την πήραν στη φυλακή.Ποτέ δε θα ξεχάσω τη ματιά της προς τους αψηλούς, βάρβαρους στρατιώτες. Έλεος, αγανάχτηση και θλίψη. Σα να μετρούσε πόσο σκοτάδι υπάρχει ακόμα, πόση σκλαβιά και τι αγώνας χρειάζεται!
Μιαν άλλη μέρα: Είχε κηρυχτεί ο παγκόσμιος πόλεμος, τα γερμανικά σιδερόφραχτα στρατεύματα κίνησαν να δρασκελίσουν τα σύνορα και να μπουν στη Ρωσία.
Άξαφνα, μια χλωμή γυναίκα όρμησε, στάθηκε απάνου στα σύνορα κι άνοιξε τα δυο μικρά της αδύναμα χέρια να σταματήσει τους στρατούς που προχωρούσαν. Ήταν η Ρόζα Λούξεμπουργκ.
Τη φυλακίζουν. Από τη φυλακή της κοιτάζει τον ήλιο, τα πουλιά, τα σύννεφα, ακουμπισμένη στα κάγκελα.
Ξαπλωμένος στην κορφή του βουνού διαβάζω τα γράμματα της στην αγαπημένη της φιλενάδα, τη Σόνια:
«Κάποτε μου φαίνεται πως δεν είμαι ανθρώπινο πλάσμα, μα ένα πουλί ή ένα οποιοδήποτε ζώο, που πήρε ανθρώπινη μορφή. Περσότερο ταιριάζει στην ψυχή μου μια γωνίτσα περβόλι, ένα χωράφι και να ΄μαι ξαπλωμένη στο χορτάρι, ανάμεσα στα έντομα, παρά να βρίσκουμαι σ’ ένα συνέδριο σοσιαλιστικό. Σε σένα μπορώ να κάμω μια τέτοια εξομολόγηση, γιατί βέβαια δε θα με φανταστείς εσύ πως προδίνω την ιδέα. Το ξέρεις, πως με όλα αυτά, ελπίζω να πεθάνω στο μετερίζι μου: σε μια μάχη στα οδοφράγματα ή μέσα στη φυλακή…».
Γιομάτη επικίντυνα πλούτη κι αντινομίες ήταν η ψυχή της, όπως κάθε μεγάλη ψυχή.
Και παρακάτω γράφει:
«Τη στιγμή που σου γράφω ένας μεγάλος βάβουλος μπήκε στο κελί της φυλακής μου· το γιομώνει με τη βαριά, σα βαρύτονου, φωνή του. Τί ωραίος που είναι, τί βαθύτατη χαρά ζωής αναπηδάει μέσα από το βούισμά του, το γιομάτο δύναμη, ζέστα καλοκαιριάτικη και μυρωδιές από τα λουλούδια!»
«Σονίτσα» γράφει μιαν άλλη μέρα, «παραπονιέσαι με λόγια πικρά γιατί με κρατούν τόσον καιρό φυλακή και φωνάζεις: «Πώς είναι δυνατόν οι ανθρώποι να ορίζουν την τύχη άλλων ανθρώπων;» Αγαπητό μικρό μου πουλί, σε όλη την ιστορία ανθρώποι ορίζουν την τύχη άλλων ανθρώπων, κι η αδικία τούτη, έχει βαθύτατα τις ρίζες της στις υλικές συνθήκες της ζωής.
Μονάχα η εξέλιξη, μέσα από αναρίθμητες σπασμωδικές κρίσεις, μπορεί να φέρει τη λύτρωση. Σήμερα ζούμε ένα από τα πιο τρικυμισμένα κεφάλαια της εξέλιξης αυτής και ρωτάς: Προς τί όλα τούτα; Το ερώτημα τούτο δεν έχει νόημα όταν αγκαλιάσεις ολάκερο τον κύκλο της ζωής. Προς τί να υπάρχουν πουλιά στον κόσμο; Δεν ξέρω. Μα χαίρουμαι που υπάρχουν και γλυκύτατα παρηγοριέμαι, γρικώντας ξαφνικά ένα βιαστικό τσι-τσι-μπε να μου έρχεται μακριάθε, απάνου από τον τοίχο.
»Άλλωστε υπερτιμάς τη γαλήνη μου. Δυστυχώς η εσωτερική μου ισορροπία και μακαριότητα ταράζεται κι από τον πιο ανάλαφρο ίσκιο που περνάει ποπάνω μου κι υποφέρω τότε αδήγητο μαρτύριο. Μα τις στιγμές αυτές μου είναι αδύνατο να προφέρω λέξη.».
Σε ένα άλλο γράμμα της περιγράφει με πόνο τα βουβάλια που σέρνουν μεγάλα κάρα και κουβαλούν στις φυλακές τα αιματωμένα ρούχα από τον πόλεμο. Ένας στρατιώτης τα χτυπούσε και χάραζε, έως το αίμα, τη ράχη τους:
«Την ώρα που ξεφόρτωναν τα κάρα, τα βουβάλια έμεναν ακίνητα εξαντλημένα και το ένα, εκείνο που έτρεχε αίμα, κοίταζε θλιμμένο, ίσα, μπροστά του. Όλη του η μορφή και τα μεγάλα του μαύρα μάτια, τα τόσο γλυκά, είχαν την έκφραση του παιδιού που τιμωρήθηκε σκληρά χωρίς να ξέρει την αιτία· έκλαψε πολύ και δεν ξέρει πια πώς να γλυτώσει από το μαρτύριο κι από την κτηνώδη βία.
»Στεκόμουνα μπροστά στο κάρο και το πληγωμένο ζώο με κοίταζε. Τα δάκρυα τινάχτηκαν από τα μάτια μου· ήσαν τα δάκρυά του. Ω δύστυχο βουβάλι μου, αγαπημένε φτωχέ αδερφέ μου, είμαστε κι οι δυο ανυπεράσπιστοι και βουβοί, ενωμένοι κι οι δυο στο πόνο, στην ανημποριά και στη λαχτάρα!»
Θάμα είναι η ευαισθησία τούτη της καρδιάς σε μια γυναίκα με τόση οξύτατη λογική και διαλεκτική δεινότητα και σοφία.
Κι ακόμα περισσότερο η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχε και την Τρίτη ανώτατη αρετή: Δεν ήταν μονάχα λεπτότατα παθαινόμενη καρδιά, δεν ήταν μονάχα ανυπέρβλητα λαγαρός θεωρητικός νους – μα ήταν και μια ζωή γιομάτη Πράξη: αμείλιχτος πολεμιστής, έτρεχε από πόλη σε πόλη, μιλούσε στις πλατείες, στα καφενεία, στα εργοστάσια, πήγαινε μπροστά από τους εργάτες σε συλλαλητήρια κι απεργίες.
«Σονίτσαα, Σονίτσα, κράτα ό, τι κι αν γίνει, τη γαλήνη σου και την ηρεμία. Τέτοια είναι η ζωή και πρέπει να την παίρνεις όπως είναι, με γενναιότητα, με όρθιο το κεφάλι και με χαμόγελο στα χείλη, μπροστά και ενάντια στα πάντα!»
Και το τελευταίο της γράμμα, λίγο πριν την σκοτώσουν:
«Η ψυχή μου βρίσκεται σε τέτοιο πυρετό, που είναι αδύνατο να δέχουμαι πια τους φίλους μου και να νιώθω πως μας επιβλέπουν οι φύλακες. Το βάσταξα με υπομονή όλα τούτα τα χρόνια κι αν ήταν άλλοι καιροί, θα ‘κανα υπομονή. Μα τώρα που όλα συθέμελα άλλαξαν, δεν το ανέχομαι πια. Να μ’ επιβλέπουν την ‘ωρα που μιλώ και να μη με αφήνουν να προφέρω λέξη για ότι βαθύτατα μ’ ενδιαφέρει, μου κατήντησε τόσο μαρτύριο, που προτιμώ να στερηθώ κάθε επίσκεψη, ωσότου να μπορέσουμε να ιδωθούμε σαν ελεύτεροι άνθρωποι».
Σε λίγο καιρό, τον Γενάρη του 1919, τη σκότωσαν!
Αχ! Πως ανέβηκε ξαφνικά, μέσα στην Πεντέλη, η κραυγή:
– Βοήθεια!
Δεν ήταν μια γυναίκα που φώναζε – ήταν η κραυγή, η σημερινή, ολάκερης της Γης.
Κατέβαινα το βουνό ταραγμένος. Τα δάκρυα είχαν τιναχτεί από τα μάτια μου. Πώς όταν είδα τη γυναίκα τούτη στη μακρινή πολιτεία να φωνάζει, απάνω στο τραπέζι, μικρή, αδύναμη κι άσκημη, πώς να μη χυθώ να σφίξω το χέρι της και να πάω μαζί της! Μα θυμούμαι, πειράχτηκα κι απόστρεψα το πρόσωπό μου. Ένας γιατρός, που ήταν μαζί μου είπε: «Θα είναι υστερική· θα την πάντρευα να ησυχάσει». Κι εγώ γέλασα, θυμούμαι.
Φρίσσω λογιάζοντας πόσο κτήνος μπορεί να ‘ναι ο άνθρωπος, χωρίς να το νιώθει. Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα ξεπέσει τόσο, μεγαλύτερη αμαρτία δεν έκαμα.
Και τώρα τα δάκρυα ανεβαίνουν, μια καρδιά χτυπάει και γιομίζει με αντίλαλο την ερημιά, η ζωή ανασηκώνεται όλη απάνου στους αδύναμους, καμπουριασμένους ώμους της χλωμής τούτης μεγαλομάρτυρης αδελφής.
Έφυγε η κραυγή από το στήθος της, λευτερώθηκε από το εφήμερο κορμί της και δουλεύει, φωνάζοντας πολεμικά, μέσα στα στήθη των ανθρώπων. ΄
Τέτοια η κραυγή της λευτεριάς. Έκαμε χρόνια να φτάσει και να χτυπήσει την ψυχή μου. Άλλες ψυχές, πιο χαμηλά, πιο πέρα, ακόμα δεν τη γρίκησαν. Βλέπουν μια γυναίκα ν’ ανοίγει το στόμα της, να σηκώνει τα χέρια απάνου σ’ ένα τραπέζι, μα δεν ακούν τί λέει: ύστερα από πέντε, δέκα χρόνια, θ’ ακούσουν· κι η ψυχή τους θα τιναχτεί κραυγάζοντας.
Η κραυγή της Ρόζας Λούξεμπουργκ σκίζει τα σωθικά μας:
Βοήθεια
Ο αέρας άλλαξε, αναπνέει μιαν άνοιξη βαριά, γιομάτη θειάφι.
Ποιος φώναξε; Εμείς φωνάζουμε, οι αδικημένοι άνθρωποι!
Κι ύστερα σιωπή· ξεχνούμε από τεμπελιά, από συνήθεια, από φόβο. Μα ξάφνου πάλι η κραυγή σκίζει τα σωθικά μας. Γιατί δεν είναι απόξω, δεν είναι μακριά, δεν έρχεται, για να μπορούμε να ξεφύγουμε – μέσα στην καρδιά κάθεται η κραυγή και φωνάζει.
Ανήλεη, αυστηρή είναι η στιγμή που περνούμε. Δε στρέφουμε πια το πρόσωπό μας στον ουρανό, ζητώντας βοήθεια. Ξέρουμε, ουρανός και γης είναι ένα. Ο νους, ας είναι ο ποιητής ουρανού και γης· αυτός ανέλαβε όλη την ευθύνη του χαμού ή της σωτηρίας.
Ο νους μας είναι σαν το «Μικρό Σκορπιό» μιας αφρικάνικης παράδοσης, που αν την ήξερε, πολύ θα την αγαπούσε η Ρόζα Λούξεμπουργκ.
«Ο μικρός σκορπιός είπε: – Εγώ, ο μικρός σκορπιός ποτέ δε θα επικαλεστώ το όνομα του Θεού. Εγώ, ο μικρός σκορπιός, όταν θέλω να κάμω τίποτα, θα το κάμω με την ουρά μου»!»
Πηγή,aformi.blogspot
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ "ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ", ΤΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ
Η ζωή' ναι πόλεμος, η γης είναι στρατόπεδο, η νίκη είναι το μόνο σου χρέος. Μην κοιμάσαι, μη στολίζεσαι, μη γελάς, μη μιλάς, ένας είναι ο σκοπός σου, ο πόλεμος' πολέμα! (σελ.158)
Ήρωας; Μα ήρωας θα πει πειθαρχία σε ανώτερο από το άτομο ρυθμό. Κι εσύ' σαι ακόμα όλος ανησυχία και ρεμπελιό. Δεν μπορείς να υποτάξεις το χάος μέσα σου και να δημιουργήσεις τον ακέραιο Λόγο΄ και κλαψουρίζοντας δικαιολογιέσαι: "Δε χωρώ στις φόρμες τις παλιές...''. Μα προχωρώντας στο στοχασμό ή την πράξη θα μπορούσες να φτάσεις στα σύνορα τα ηρωικά, όπου άνετα να χωρούν και να δουλεύουν δέκα ψυχές σαν τη ψυχή σου. Θα μπορούσες΄, παίρνοντας μια φορά απο τα γνωστά σύμβολα μιας θρησκείας, να ορμήσεις σε δικές σου θεϊκές απόπειρες και να δώσεις αυτό που ζητάς και δεν το ξέρεις: συγχρονισμένη μορφή στα αιώνια πάθη του Θεού και του Ανθρώπου.
Κορφή δεν υπάρχει' υπάρχει μονάχα ύψος. Ανάπαψη δεν υπάρχει' υπάρχει μόνο αγώνας. (σελ,272)
Μην πάψεις ποτέ να παλεύεις με το Θεό΄ καλύτερη άσκηση δεν υπάρχει. Μα μη θαρρείς πως για να τον παλέψεις με πιο σιγουράδα πρέπει να ξεριζώσεις τις σκοτεινές ρίζες μέσα σου, τα ένστιχτα' βλέπεις μια γυναίκα και σε κυριεύει φόβος' είναι ο Πειρασμός, λες ύπαγε οπίσω μου, Σατανά. Ναι είναι ο Πειρασμός, μα για να τον νικήσεις ένας μονάχα τρόπος υπάρχει: να τον αγκαλιάσεις, να τον γευτείς, να τον σιχαθείς, να μη σε πειράζει πια' αλλιώς και εκατό χρονών να γίνεις, αν δεν χάρηκες γυναίκα θα' ρχεται στον ύπνο σου και στον ξύπνο σου και θα λερώνει τον ύπνο σου και την ψυχή σου. Το λέω, το ξαναλέω: όποιος ξεριζώνει το ένστιχτό του ξεριζώνει τη δύναμή του' γιατί με τον καιρό, με τον χορτασμό, με την άσκηση μπορεί η σκοτεινή αυτή ύλη να γίνει πνέμα. (σελ. 298)
Ένας Κρητικός μου λεγε: ''Όταν παρουσιαστείς ομπρός στην πόρτα τση Παράδεισος και δεν ανοίξει, μην πιάσεις το κρικέλι της πόρτας να χτυπήσεις. Ξεκρέμασε από τον ώμο σου το τουφέκι, ρίξε μια τουφεκιά- Θαρρείς, είπα εγώ, θα φοβηθεί ο Θεός και θ'ανοίξει; - Οχι, βρε παιδί, δε θα φοβηθεί μα θ'ανοίξει γιατί θα καταλάβει πως γυρίζεις από πόλεμο'' (σελ.302)
Λονταρίσια η τροφή που με τάισε ο Νίτσε στην πιο κρίσιμη, την πιο πεινασμένη στιγμή της νιότης' θράσεψα, δεν μπορούσα πια να χωρέσω στο σημερινό άνθρωπο, όπως τον κατάντησαν.
Α! φώναζα αγαναχτισμένος, η παμπόνηρη θρησκεία που μετατοπίζει τις αμοιβές και τιμωρίες σε μελλούμενη ζωή, για να παρηγορήσει τους σκλαβούς, τους κιότηδες, τους αδικημένους, και να μπορέσουν να βαστάξουν αγόγγυστα τη σίγουρη επίγεια ζωή και να σκύβουν υπομονετικά το σβέρκο στους αφεντάδες!
Τι οβραίικη Αγία Τράπεζα η θρησκεία ετούτη, που δίνεις μια πεντάρα επίγεια ζωή και εισπάττεις αθάνατα εκατομμύρια στην άλλη! Τι απλοϊκότητα, τι πονηριά, τι τοκογλυφία! Όχι, δεν μπορεί να' ναι λεύτερος που ελπίζει Παράδεισο ή που φοβάται την Κόλαση!
Ντροπή πια να μεθάμε στις ταβέρνες της ελπίδας!
Ή κάτω στα υπόγεια του φόβου.
Πόσα χρόνια και δεν το' χα καταλάβει, κι έπρεπε να'ρθει ο άγριος ετούτος προφήτης να μου ανοίξει τα μάτια!
Ως τώρα, όλη την κυβέρνηση του κόσμου την είχαμε εμπιστευτεί στο Θεό' μπας και ήρθε η σειρά του ανθρώπου ν'αναλάβει την ευθύνη; Να δημιουργήσουμε ένα κόσμο, τον κόσμο μας, με τον ιδρώτα του προσώπου μας; (σελ.327)
Ποιος ξέρει, τέτοια πρέπει να' ναι η προσευκή' τέτοια κι η ψυχή του ανθρώπου. Να επιστρατεύεις τις ανθρώπινες ελπίδες και τρομάρες και να τις ρίχνεις σαν βέλος σε άφταστο υπεράνθρωπο ύψος. Ορμή και περφάνια, κραυγή μέσα στην αβάσταχτη άναντρη σιγή, λόγχη που στέκεται αλύγιστη, όρθια και δεν αφήνει τον ουρανό να πέσει απάνω στα κεφάλια μας...
Όσο κοίταζα το βέλος αυτό να'ανηφορίζει άφοβο στον ουρανό, ένιωθα την ψυχή μου να στερεώνεται, να τεντώνεται και να γίνεται βέλος. (σελ.332)
Ο Νίτσε μ' έμαθε να δυσπιστώ σε κάθε αισόδοξη θεωρία΄ ήξερα πως η θηλυκιά καρδιά του ανθρώπου έχει ανάγκη πάντα από παρηγοριά. κι ο νους, ο τετραπέρατος σοφιστής, είναι πάντα έτοιμος να την εξυπηρετήσει. Κάθε θρησκεία που υπόσχεται στον άνθρωπο ό,τι αυτός επιθυμεί άρχισε να μου φαίνεται καταφύγι για τους φοβητσιάρηδες, ανάξιο του αληθινού ανδρός. Είναι ο δρόμος του Χριστού έλεγα, αυτός που φέρνει στη λευτέρωση του ανθρώπου; Ή μπας κι είναι ένα καλά οργανωμένο παραμύθι, που υπόσχεται τον Παράδεισο και την αθανασία, έξυπνα πολύ, με τέχνη πολλή, ποτέ ο πιστός να μην μπορέσει να μάθει αν δεν είναι ο Παράδεισος ετούτος αντικαθρεφτισμός της δίψας μας΄ γιατί μονάχα μετά το θάνατο μπορείς να το κρίνεις, και κανένας δε γύρισε μήτε θα γυρίσει από τον ΄Αδη να μας το πει. (σελ. 333)
Αν τώρα, μεσοχείμωνα, ανθίσεις, ανέμυαλη μυγδαλιά, θα' ρθει η χιονιά να σε κάψει- Ας με κάψει! αποκρίνεται η μυγδαλιά κάθε άνοιξη.
Όπου πάω κι όπου σταθώ, κρατώ, ανάμεσα στα δόντια μου, σαν φύλλο δάφνη, την Ελλάδα. (σελ.337)
Μυστήριο σκοτεινό κι ανυπόταχτο η καρδιά του ανθρώπου..μια στάμνα τρυπημένη, με το στόμα πάντα ανοιχτό, κι όλοι οι ποταμοί της Γης να χυθούν μέσα της απομένει αδειανή και διψασμένη. Η πιο μεγάλη έλπίδα δεν τη γέμισε, θα τη γεμίσει τώρα η πιο μεγάλη απελπισία; (σελ. 340)
Πως μπορεί να' ναι κανείς ευτυχισμένος μέσα στο ελεεινό ετούτο κορμί-κουβάρι αίμα, κόκαλα, μυαλό, κρέας, βλέννες, σπέρμα, ιδρώτα, δάκρυα κι ακαθαρσία; Πως μπορεί να' ναι κανείς ευτυχίσμενος στο σώμα ετούτο που το κυβερνά η ζήλια, το μίσος, η ψευτιά, ο φόβος, η αγωνία, η πείνα, η δίψα, η αρρώστια, τα γερατιά κι ο θάνατος; Όλα τραβούνε στη φθορά, χόρτα, έντομα, ζώα, άνθρωποι.. κοίταξε πίσω σου εκείνους που δεν υπάρχουν πια.. κοίταξε πίσω σου εκείνους που δεν υπάρχουν ακόμα. Οι άνθρωποι ωριμάζουν σαν τ'αστάχυα, πέφτουν σαν τ'αστάχυα, ξαναφυτρώνουν. Οι απέραντοι ωκεανοί ξεραίνουνται, θρύβουνται τα βουνά, το άστρο το πολικό σαλεύει κι οι θεοί εξαφανίζουνται... (σελ.342)
Η ψυχή του ανθρώπου είναι ένα ελατήριο φοβερό και επικίντυνο΄ μια εκρηκτικιά δύναμη μεγάλη κουβαλούμε, τυλιμένη μέσα στις σάρκες και στα ξίγκια μας, και δεν το ξέρουμε. Και το χειρότερο, δε θέμε να το ξέρουμε' (σελ.351)
Ποιος είναι ο Λυτρωμένος;; Αυτός που εννοεί, αγαπάει και ζει την ολότητα... (σελ.361)
Κάποτε, στις φοβερές στιγμές του έρωτα, του μίσους ή του θανάτου, η πλανερή γοητεία αφανίζεται και βλέπουμε τη τρομαχτική όψη της αλήθειας... (σελ.362)
Τότε μονάχα δύο αγαπιούνται τέλεια, όταν ο ένας φωνάζει τον άλλο: ω εγώ μου! (σελ.380)
Ένας μονάχα τρόπος υπάρχει να σωθείς: να σώσεις.. ή ακόμα και αυτό φτάνει, ν' αγωνιστείς για να σώσεις. Κι ακόμα ετούτο: πως ο κόσμος δεν είναι φάντασμα, είναι αληθινός, κι η ψυχή του ανθρώπου δεν είναι, όπως μου αρμήνευσε ο Βούδας, ντυμένη με άνεμο, είναι ντυμένη με κρέας.
Μα όταν μοχτούσα να πάρω απόφαση, το μυαλό, θυμούμαι, αντιστέκουνταν πολύ.. ήταν ακόμα τυλιμένο με το κίτρινο ράσο του Βούδα: "Αυτό που σκοπεύεις να κάμεις, έλεγε στην καρδιά μου, είναι μάταιο..ο κόσμος όπως τον λαχταρίζεις, να μην πεινάει, να μην κρυώνει, να μην αδικιέται κανένας, δεν υπάρχει, δε θα υπάρξει ποτέ'' Μα η καρδιά, την άκουγα βαθιά μου να του αποκρίνεται: ''Δεν υπάρχει, μα θα υπάρξει, γιατί το θέλω.. σε κάθε χτυποκάρδι μου το πεθυμώ και το θέλω. Πιστεύω σ' έναν κόσμο που δεν υπάρχει..μα πιστεύοντας τον, τον δημιουργώ..ΑΝΥΠΑΡΧΤΟ ΛΕΜΕ Ο,ΤΙ ΔΕΝ ΠΕΘΥΜΗΣΑΜΕ ΑΡΚΕΤΑ"
Η απόκριση ετούτη της καρδιάς με ανατάραξε.. αν είναι αλήθεια αυτό που λέει, τι φοβερή ευθύνη έχει ο άνθρωπος για όλες τις αδικίες και τις ντροπές του κόσμου! (σελ.381)
Αν η πραγματικότητα δεν παίρνει τη μορφή που θέμε, εμείς φταίμε.. ό,τι δεν πεθυμήσαμε αρκετά, αυτό το λέμε ανύπαρχτο.. πεθύμησέ το, πότισέ το με το αίμα σου, με τον ιδρώτα και τα δάκρυα, και θα πάρει κορμί. Η πραγματικότητα τίποτ' άλλο δεν είναι πάρα ή υποταγμένη στην πεθυμιά μας και στον πόνο μας χίμαιρα. (σελ. 386)
''Ποιος ο σκοπός; μη ρωτάς, κανένας δεν το ξέρει, μήτε ο Θεός..γιατί κι αυτός προχωράει μαζί μας, ψάχνοντας, κιντυνεύοντας, αγωνιζόμενος. Υπάρχει πείνα, αδικία, σκοτάδι, πολύ στην καρδιά, δεν είναι ετούτα που θωράς φαντάσματα, όσο κι αν φυσήξεις δε θα σκορπίσουν, είναι σάρκα και κόκαλα, άγγιξε τα' υπάρχουν.. δεν ακούς μια κραυγή στον αγέρα; Φωνάζουν. Τι φωνάζουν; Βοήθεια! Ποιον φωνάζουν; Εσένα! Εσένα, τον κάθε άνθρωπο! Σήκω απάνω..το χρέος μας δεν είναι να ρωτούμε παρά να πιαστούμε όλοι χέρι με χέρι και ν'ανηφορίζουμε.'' (σελ.414)
Μεγάλη σημασία δεν έχει τι πρόβλημα σε τυραννάει-μικρό ή μεγάλο-σημασία έχει μονάχα να τυραννιέσαι, να βρεις αφορμή να τυραννιέσαι! Δηλαδή να γυμνάζεις το νου σου, να μη σε αποβλακώνει η βεβαιότητα, να βρίσκεις μπροστά σου μια πόρτα κλειστή και να μάχεσαι να την ανοίξεις. "Δεν μπορώ να ζω χωρίς βεβαιότητα'', λέει ο άνθρωπος που βιάζεται να βολευτεί, να βρεί σίγουρο χώμα να πατήσει, να τρώει και να μη βλέπει πίσω απο το ψωμί που τρώει αρίφνητα στόματα ανοιχτά που πεινούνε.
''Δε θέλω, δε μπορώ να ζω χωρίς αβεβαιότητα'' φωνάζουν άλλοι, δεν τρων με αναπαμένη τη συνείδηση, δεν κοιμούνται χωρις βραχνά, δεν λεν: ''Ο κόσμος ετούτος δεν έχει ψεγάδι,ας μην αλλάξει στον αιώνα τον άπαντα!''Αυτοί, ας είναι καλά, είναι το αλάτι του Θεού και δεν αφήνουν τη ψυχή να σαπίσει. (σελ.424)
''Τα δάκρυα των ανθρώπων μπορούν να γυρίσουν όλους τους νερόμυλους της γης, μα το νερόμυλο του Θεού δεν τον γυρίζουν''...
Η αγάπη και η συμπόνια είναι θυγατέρες του ανθρώπου, όχι του Θεού!
Μα ας είναι καλά ο καιρός, αυτός μας λυπάται..ένα σφουγγάρι είναι ο καιρός και σβήνει..και γρήγορα το νέο ανοιξιάτικο χορτάρι θα σκεπάσει τις ταφόπετρες, κι η ζωή θα ξαναπάρει, αγκομαχώντας, τον ανήφορο. (σελ.428)
Έρωτας ελευτερίας, να μην καταδέχεσαι, μήτε για τον παράδεισο ακόμα, να σκλαβώνεις τη ψυχή σου.Παιχνίδι παλικαρίσιο απάνω από την αγάπη και τον πόνο, απάνω από το θάνατο να συντρίβεις τα παλιά καλούπια, και τα πιο ιερά, όταν πια δε σε χωρούν..(σελ.436)
Δεν μπορεί ο άνθρωπος, έλεγα, να νικήσει τις κακομοιριές και τις ατέλειες του;
Μπορεί! Ντροπή να δέχουμαι παθητικά ό,τι μού' δωκε η φύση. Θα σηκώσω κεφάλι! (σελ.439)

Τρίτη 24 Οκτωβρίου 2017

Η ΑΝΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΣΙΠΡΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΡΑΜΠ ΚΑΙ ΤΙΣ ΗΠΑ





12:09 μ.μ. (Πριν από 0 λεπτά)
Ο Τσίπρας κατα την επίσκεψή του στις ΗΠΑ δήλωσε: 

"Ο Τραμπ είναι συνεχιστής των δημοκρατικών παραδόσεων του αμερικανικού λαού"...
-Αλήθεια;... Οι πράξεις του νέου πλανητάρχη (όπως και των προηγουμένων) αυτό δείχνουν;...

Δήλωσε ακόμα: "Ο Τραμπ εργάζεται για το καλό"!
Για το καλό ποιων όμως;

Δήλωσε επίσης: "Η Ελλάδα και οι ΗΠΑ έχουν κοινές αξίες και στόχους"!...
- Από πότε ανακάλυψε ο "αριστερός"  Τσίπρας,που κάποτε φώναζε "Φονιάδες των λαών Αμερικάνοι",  πως η Ελλάδα έχει κοινές αξίες και στόχους με την μεγαλύτερη και πιο εγκληματική ιμπεριαλιστική δύναμη του κόσμου;... 

-Είπε βέβαια μια θλιβερή, ανεστραμμένη αλήθεια:
Η "Ελλάδα" αυτή που εκπροσωπεί αυτή και οι  προηγούμενες κυβερνήσεις, η "Ελλάδα"-προτεκτοράτο των διεθνών τοκογλύφων, της ολιγαρχικής ανεξέλεγκτης από λαούς ΕΕ, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ τους,  ναι, αυτή η "Ελλάδα", η ριζικά αντίθετη με τις αξίες και τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού της,  έχειδυστυχώς κοινούς στόχους με τις Η.Π.Α.

-Αυτή η "Ελλάδα" όμως, επουδενί δεν εκπροσωπεί τους Έλληνες πολίτες, τον ελληνικό λαό, αλλά μια μικρή παρέα οικονομικών ολιγαρχών που έχουν συμμαχήσει με ξένους ολιγάρχες και τραπεζίτες, σε βάρος των συμφερόντων του 80%, τουλάχιστον, του  λαού μας αλλά και σε βάρος των άλλων λαών του κόσμου κι όσων χωρών αντιστέκονται στην νέα καπιταλιστική τάξη της εθνοαποδομητικής, κοινωνικά μεσαιωνικής  και ηθικά εκφυλιστικής παγκοσμιοποίησης, σε όλο τον κόσμο. 
Μπροστά στο κέρδος αδιαφορούν για ανθρώπους,περιβάλλον, πολιτισμούς,αξίες. Έκαναν και κάνουν για τα εγκληματικά τους οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα  δεκάδες ολέθριους πολέμους τις τελευταίες δεκαετίες, μασκαρεμένοι θρασύτατα κι από πάνω σε "ανθρωπιστές και "δημοκράτες"!
Εμείς έχουμε την υποχρέωση να αντισταθούμε και να καταδείξουμε ότι η Ελλάδα και οι πολίτες της, όπως και όλες οι χώρες του κόσμου και οι πολίτες τους, δεν είναι εμπορεύματα!
Όσο τους αφήνουμε απλά αποθρασύνονται...


Κώστας Ντουντουλάκης, συντ/χος δάσκαλος. 24/10/2017

Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2017

Μαντινάδες Κώστα Ντουντουλάκη

Μαντιναδοσεργιάνι...

Άσπρα πουλιά οι σκέψεις μου κι αφροδαρμένοι γλάροι!
στου λογισμού τσ΄αποστροφές, παλιών καιρών κουρσάροι...
Άντρας θα πει νά χει καρδιά, λόγο, τιμή και τρόπους.
 Να έχει μπέσα εις το σεβντά, και να τιμά τσ΄ ανθρώπους.

Σταύρωση και Ανάσταση, χαρά, ελπίδα, πόνος,
αλήθεια, ψέμα, προσμονή, τση ζήσης μας  ο δρόμος.

Πάντα τα λόγια τα πολλά χάνουνε την αξία.
Το λίγο αλάτι στο φαϊ τη δίνει την ουσία.

Εκειά που τρέχουν τα νερά, βγαίνουν οι πρασινάδες
κι οι μερακλίδικες καρδιές λένε τσι μαντινάδες.

Χαρώ σε εκεί που κάθεσαι, και ροδοκοκκινίζεις!
Μόσχους και ροδοστάματα απάνω μου σκορπίζεις!


Μη με ρωτάς α(ν) σ΄αγαπώ, μα κοίταξέ με πρώτα.
 Τα χείλη μου μην τα ρωτάς, τα δυο μου μάθια ρώτα!

Γυρεύω την απάντηση, μ΄άνθρωπος δεν τη δίνει!
Γιατί τσ΄αγάπης η φωθιά, με το νερό δε σβήνει;...


Δεν είν' η αγάπη φόρεμα κυρά μου να τ' αλλάξεις,
ούτε του Τσίπρα δήλωση να κάνει μεταλλάξεις...

Σαν του τσιγάρου τον καπνό είναι κι ο έρωντάς σου.
Τόσο κρατούν οι γι όρκοι σου, τα χάδια, τα φιλιά σου...

Ο ουρανός κουφοβροντά, βρέχει, μα δε με νοιάζει!
Σε φέρνω μες στη σκέψη μου, σ΄ ούλο τον  κόσμο λιάζει...

Δροσοσταλίδα στ΄άνθη σου θα  γίνω αμυγδαλιά μου,
 
την κάθε  αυγή όντε ξυπνάς να σ΄έχω αγκαλιά μου  

Εμένα μού μπεψεν ο θιος, το νού μου ταξιδιάρη.
 Άσπρα πουλιά οι σκέψεις μου κι αφρολουσμένοι γλάροι.




Κώστας Σ. Ντουντουλάκης