Υποβλήθηκε από antibaro την Παρ, 03/06/2011 - 10:39.
Ο Αντώνης Λιάκος υποστηρίζει ότι η Ιστορία τίθεται στην υπηρεσία των ιδεολογιών, και αυτή είναι η κοινωνική σημασία της στο μέτρο που οι ιδεολογίες γράφουν με τη σειρά τους τη συνέχεια τηςΙστορίας, καθοδηγώντας τις πράξεις των ανθρώπων. Και συμπεραίνει ότι έτσι εξηγείται γιατί επιχειρείται συχνά το ξαναγράψιμο της Ιστορίας όταν το προϊόν της ιστορικής έρευνας και η αποδεκτή «ιστορική αλήθεια» δεν εξυπηρετούν επαρκώς την ιδεολογία που τα αξιοποιεί(«Πως το παρελθόν γίνεται ιστορία», σελ 44,50, 178). Ακολουθώντας τον συλλογισμό του, είναι γνωστό ότι τα τελευταία χρόνια και μετά την κατάρρευση της σοβιετομαρξιστικής ουτοπικής ιδεολογίας, η ιδεολογία που κυριολεκτικά έχει σαρώσει την Ελληνική κοινωνία σε ότι αφορά τις κοινωνικές και ιστορικές επιστήμες, είναι ο εθνομηδενιστικός μεταμοντερνισμός.
Ο εθνομηδενισμός είναι η ιδεολογική στάση της ολοκληρωτικής απόρριψης των αντίθετων ως προς τις νεωτερικές/μετανεωτερικές απόψεις σε ότι αφορά την γενεαλογία του εθνικισμού και του Έθνους, και κωδικοποιείται σε μία ιδεολογία που αναγορεύει σε ηθικό και πρακτικό καθήκον την προώθηση αυτού του αρνητισμού σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής, πολιτικής και νομοθετικής ζωής της Ελλάδος αλλά και της φιλοσοφίας του Ελληνισμού ή Ελληνικότητας. Ο εθνομηδενισμός χρησιμοποιεί μια «επιστημονική μεθοδολογία», μέσω της οποίας έχει ήδη προκατασκευάσει συμπεράσματα, τα οποία προσπαθεί να τα τεκμηριώσει μέσω της έρευνάς του. Οι περισσότεροι το κάνουν αυτό, δομούν το υλικό της έρευνάς τους σύμφωνα με τα πιστεύω τους επάνω στο θέμα. Έτσι, οι περισσότερες μελέτες, εθνομηδενιστών επιστημόνων, δεν πείθουν πλέον γιατί, προσπαθούν να οδηγήσουν σε προαποφασισμένα συμπεράσματα. Αυτή η «επιστημονική μεθοδολογία» είναι ο σχετικιστικός μεταμοντερνισμός.
Ο μεταμοντερνισμός, οδηγεί σε μια συνειδητή παιγνιότητα και αυθαιρεσία της γλώσσας, η οποία βρίθει από λογοπαίγνια και μεταφορές, ασάφειες και διαφορετικές έννοιες συνδεδεμένες μεταξύ τους με υπόρρητες μεταμοντέρνες αποχρώσεις, με αποτέλεσμα το ατέλειωτο παιχνίδι των σημασιών να αρχίζει στο εσωτερικό του ίδιου του κειμένου. Στην πράξη όμως, ακόμα και οι πιο ακραίοι αποδομιστές δεν δέχονται ότι οι θεωρίες τους μπορούν πραγματικά να εφαρμοστούν στο δικό τους έργο. Αντίθετα, επιθυμούν να διατηρούν τη συγγραφική τους ταυτότητα και τον έλεγχο των ερμηνειών στις οποίες υπόκεινται τα δικά τους κείμενα. Όταν χρησιμοποιούν τη δική τους ορολογία, προβάλλουν απόλυτη αξίωση στην ανάπτυξη μιας επιστημονικής μεθόδου ανάλυσης των κειμένων, για την οποία πιστεύουν ότι έχει μεγαλύτερη εγκυρότητα από άλλες μεθόδους(Έβανς:254). Στην πράξη όμως, τίποτε απ' όλα αυτά δεν εμποδίζει κανένα να εφαρμόσει στους μεταμοντέρνους συγγραφείς τις ίδιες έννοιες και μεθόδους που και οι ίδιοι εφαρμόζουν στους άλλους. Άπαξ και ανοίξει η πνευματική πύλη προς τον καθολικό σχετικισμό, δεν μπορεί να κλείσει ξανά προς όφελος της μιας προνομιούχας θεωρίας έναντι της άλλης.
Κατά κανόνα, οι μεταμοντέρνοι θεωρούν ότι ανήκουν στην πολιτική αριστερά(Έβανς:254, Σοκάλ/1998:198). Ισχυρίζονται δε ότι η απελευθέρωση από τους περιοριστικούς φραγμούς του αντικειμενικού γεγονότος θα καταστήσει την ιστορία πιο δημοκρατική, πιο σκεπτικιστική και πιο ανεκτική. Ο μεταμοντέρνος σχετικισμός συνοδεύτηκε από την πολυπολιτισμικότητα, την πολιτική ιδέα ότι διαφορετικές και μη προνομιούχες πολιτισμικές ομάδες της κοινωνίας έχουν εξίσου έγκυρες προοπτικές στην ιστορική αλήθεια, οι οποίες πρέπει να υποστηριχτούν με οποιοδήποτε τρόπο προκειμένου να ενισχυθούν απέναντι στην επικρατούσα αντίληψη της ιστορικής αλήθειας που πρεσβεύει η πλειοψηφούσα ελίτ. Αν όμως τα μόνα κριτήρια που έχουμε για να προτιμήσουμε μια θεώρηση ή ερμηνεία του παρελθόντος έναντι κάποιας άλλης είναι αισθητικά, σεξιστικά, ηθικά ήπολιτικά, αν η πειστικότητα μιας ιστορικής ερμηνείας είναι απλώς ζήτημα της εξουσίας που κατέχουν οι υποστηρικτές της στην κοινωνία και στους κόλπους του ιστορικού επαγγέλματος, τότε κάθε άλλο παρά συνάγεται ότι η ιστορία πρέπει αναγκαστικά να είναι ένα δημοκρατικό, ανεκτικό ή σκεπτικιστικό εγχείρημα, ή ότι θα έπρεπε οπωσδήποτε να ευνοεί τους πολιτικά ή πολιτισμικά μειονεκτούντες. Η ιστορία ως ιστορία μπορεί εξίσου να είναι ένα φασιστικό ή σταλινικό εγχείρημα, μπορεί να απεικονίζει το παρελθόν με γνώμονα τον αγώνα των διαφορετικών φυλών για την επιβίωση του ισχυρότερου ή την αναπόφευκτη πρόοδο προς τη σταλινική ουτοπία, όπως έκανε τη δεκαετία του '30, χωρίς το φόβο ότι πέφτει σε αντιφάσεις άλλες από ηθικές, αισθητικές, ή πολιτικές. Στην προκειμένη περίπτωση, η ιστορική σύγκρουση ουσιαστικά υποβιβάζεται σε ηθική ή πολιτική διαμάχη. Επομένως, ο μεταμοντερνισμός επιτρέπει σε όποιον το επιθυμεί να αποκρύψει, να διαστρεβλώσει ή να καλύψει το παρελθόν ενώ και διαχωριστική γραμμή που πρέπει να υπάρχει ανάμεσα σε όλα αυτά και στη θεμιτή μεθερμηνεία είναι ανύπαρκτη.
Οι μεταμοντέρνοι υποστηρίζουν –πολλές φορές αυταρχικά- ότι καμία ιστορική αφήγηση δεν μπορεί να θεωρηθεί γνήσια, διότι οι συγγραφείς πάντοτε έχουν πολιτικά κίνητρα, είτε το γνωρίζουν είτε όχι. Οι μεταμοντερνιστές, εν ολίγοις, πιστεύουν ότι δεν υπάρχει αντικειμενικότητα. Κάθε ισχυρισμός είναι ύποπτος, ειδικότερα εάν γίνεται γενικά αποδεκτός ως αληθινός. Τα κίνητρα κάθε ιστορικού πρέπει επομένως να εξετάζονται λεπτομερώς, εκτός από εκείνα των ίδιων των μεταμοντερνιστών.(Λέφκοβιτς:13)
Κύριος στόχος λοιπόν των μεταμοντέρνων είναι οι λεγόμενοι«μη μεταμοντέρνοι» και οι θεωρίες τους. Μη μεταμοντέρνεςθεωρίες, είναι αυτές του μοντερνισμού/νεωτερικότητας, διαχρονικότητας, αρχεγονισμού, εθνοσυμβολισμού, ιστορικιστικού εμπειρισμού, οι οποίες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνεργάζονται, θετικά αλληλοκρίνονται και αλληλοσυμπληρώνονται, να μαθαίνουν από τις αδυναμίες τους, με αποτέλεσμα να εξελίσσονται. Ο Ελληνικός μεταμοντερνισμός, είναι ακραίος και αντιρρεαλιστικός, υποστηρίζει την ιδέα ότι τα γεγονότα δεν είναι τίποτε περισσότερο από απόψεις, ότι η αντικειμενικότητα είναι αδύνατη και ότι δεν υπάρχει η αλήθεια παρά μόνο η άποψη της πλειοψηφίας, ή μια κυρίαρχη παραδοχή, σε όλα τα πεδία επιστημονικής έρευνας. Για αυτό μόνιμος στόχος του είναι η αντίθετη γνώμη. Διευκρινίζω ότι ο εθνομηδενιστικός μεταμοντερνισμός, χρησιμοποιεί τις νεωτερικές απόψεις, αλλά μόνο εκείνες τις οποίες είναι εκμεταλλεύσιμες σε ότι αφορά τον προκατασκευασμένο συμπέρασμά του.
Ίσως το πιο κραυγαλέο παράδειγμα του μεταμοντέρνου σχετικισμού είναι η πλήρης άρνηση του στην ανάλυση των όρων μιας γλωσσικής δομής όπως διατυπώνεται στα λεξικά. Στις μη μεταμοντέρνες αναλύσεις, θα δεις ότι όλες ξεκινούν από το βασικό όργανο έρευνας και μελέτης, όταν θέλουν να αναλύσουν μία λέξη, το οποίο είναι το λεξικό. Ο Anthony Smith στο «Nationalism» αλλά και στο «The Ethnic origin of the nations», ο Steve Fenton στο «Ethnicity», η Jackson Preece στο «Minority Rights» χρησιμοποιούν το λεξικό της Οξφόρδης ή και το Lidell & Scott στις αναλύσεις τους, προκειμένου να δώσουν την λεξικογραφική ερμηνεία της λέξης που θέλουν να αναλύσουν και να την διευρύνουν. Αντίθετα οι μεταμοντέρνοιεπικεντρώνουν από την αρχή τις αναλύσεις τους στην δομή και στο αφηρημένο, το οποίο συνήθως είναι μεταφορά από ξένες αναλύσεις, οι οποίες ελάχιστα ως καθόλου δεν έχουν μελετήσει την Ελληνική ιστορία, κοινωνία και διαχρονία και όσες φορές το έχουν κάνει είναι εσφαλμένες, ενώ πολλές φορές ακόμα και η μετάφραση που κάνουν είναι συνήθως αλλαγμένη από αυτήν του αρχικού κειμένου. Σύνηθες είναι το φαινόμενο η αλλοίωση των αγγλικών όρων nationality και nation, τις οποίες τις μεταφράζουν ως εθνότητα ή ακόμα και η ερμηνεία της ελληνογενούς λέξης ethnicity.
Άλλο παράδειγμα του μεταμοντέρνου σχετικισμού είναι η χρήση των πηγών και της βιβλιογραφίας. Οι μεταμοντέρνοι σαν μία πιστή ομάδα, χρησιμοποιούν ο ένας τον άλλον σαν πηγή, με αποτέλεσμα ο μη συνειδητοποιημένος αναγνώστης να μην αντιλαμβάνεται την παγίδα στην οποία έχει πέσει.
Συνοπτικά :
- Οι μη μεταμοντέρνες αντιλήψεις δίνουν έμφαση στην διαχρονικότητα και στην ιστορικότητα, εις βάρος πολλές φορές τηςσυγχρονικότητας/σύμπτωση (ή συγχρονότητας, ή συγχρονιστικότητας) ο μεταμοντερνισμός δίνει έμφαση στην συγχρονία, επιθυμώντας να εξαλείψει τους οποιουσδήποτε δεσμούς με την διαχρονία ενώ την ιστορικότητα την θεωρεί ως προκατειλημμένη μιας και δεν γράφτηκε από αυτόν.
- Οι μη μεταμοντέρνες αντιλήψεις εμφορούνται από την αντίληψη της γραμμικής Ιστορικήςεξέλιξης, ενώ ο μεταμοντερνισμόςχαρακτηρίζεται από μία στατική και ανιστορική, ανθιστορική αντίληψης για την γλώσσα.
- Οι μη μεταμοντέρνες θεωρίες αναγνωρίζουν την προτεραιότητα στον γραπτό λόγο, ενώ ο μεταμοντερνισμός στον προφορικό.
- Οι μη μεταμοντέρνοι έχουν ως ιδανικό του τον ορθό αλλά και τον κριτικό λόγο, και επομένως την αιτιοκρατικήαντίληψη και την έννοια των (οιονεί «φυσικών») νόμων, ενώ ο μεταμοντερνισμός τον αποτελεσματικό λόγοκαι επομένως την σχετικιστικήαντίληψη και την έννοια της χρηστικότητας/λειτουργικότητας.
- Τις μη μεταμοντέρνες σκέψεις τις απασχολούν η ιστορία των εθνικώνομάδων, εθνών, γλωσσολογικών εννοιών και οι συγκεκριμένεςσχέσεις μεταξύ τους, την στιγμή πού ο μεταμοντερνισμός στρέφει την προσοχή του σε αφηρημένες, υπερεθνικές, και «καθολικές» δομές.
- Οι μη μεταμοντέρνες θεωρίες δίνουν έμφαση στην ανάλυση των όρων μιας δομής (ιστορικής, γλωσσικής κλπ) καθ' εαυτούς, και επομένως στον ορισμό των εννοιών και συνακόλουθα στην ειδική ορολογία και τον επαγωγικό τρόπο σκέψης, ενώ ομεταμοντερνισμός επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στην δομή, το αφηρημένο όλον, που σύμφωνα με την ολιστική του αντίληψη καθορίζει τα επί μέρους.
- Κριτήριο επιλογής των κειμένων στην μη μεταμοντέρνα διδασκαλία είναι η καταλληλότητα τους για την γλωσσική διδασκαλία, την εθνική και ηθική διαπαιδαγώγηση και τέλος η αντοχή τους στον χρόνο. Αντίθετα, ο μεταμοντερνισμόςαρέσκεται σε κείμενα μη επικεντρωμένα σε συγκεκριμένα συντακτικά ή γραμματικά φαινόμενα (τα όποια άλλωστε δεν διδάσκονται συστηματικά), και επίσης κείμενα χρηστικά (από διαφημίσεις μέχρι συνταγές μαγειρικής), ή ευχάριστα παραλογοτεχνικά προϊόντα μιας χρήσεως, συχνά συνοδευόμενα από εντυπωσιακή εικονογράφηση.
- Η μεταμοντέρνα σκέψη δίνει προτεραιότητα στην εικόνα, αφού τείνει να αντιλαμβάνεται και να παρουσιάζει ακόμα και τις λέξεις ως εικόνες, την στιγμή που η μη μεταμοντέρνα διδασκαλία δίνει προτεραιότητα στην λογική ανάλυση των λέξεων «εις τα εξ ων συνετέθησαν».
Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω ότι δεν είμαι κάποιος ειδικός, παρά ένας πολίτης που αναζητά και επιδιώκει να είναι ενημερωμένος. Είμαι απλά ένας Έλληνας, ένας πολίτης που ανήκει και ζει σε ένα χρεοκοπημένο κράτος, στο πιο διαφθαρμένο της Ευρώπης. Ένα κράτος όπου η πνευματική του ελίτ είναι αλωμένη από τις παραπάνω εθνομηδενιστικές γραμμές, οι οποίες κατασκεύασαν τον Έλληνα του 2011(να χρησιμοποιήσω και την δικιά τους ορολογία) και τις θεωρώ υπεύθυνες για το σημερινό χάλι. Άλλωστε εδώ και 2 χρόνια αυτές οι δυνάμεις αποσύρθηκαν διακριτικά από το προσκήνιο και δεν έχουν αρθρώσει ούτε ένα λόγο για το πώς η κοινωνία μας θα μπορέσει να βγει από το τέλμα που αυτοί την έριξαν. Διότι οι μεταμοντέρνοι επιτίθενται ή αρνούνται την Ελληνική κληρονομιά, εκμηδενίζουν τον ορθό λόγο και την επιστήμη δύο από τα μεγαλύτερα Ελληνικά επιτεύγματα(Thornton/2007:20). Εάν κάποιος διαφωνεί και έχει αντίθετη γνώμη είμαι πρόθυμος να τη συζητήσω.
Βιβλιογραφία/Πηγές
- Alan Sokal & Jean Brichmont, «Fashionable Nonsense», 1998
- Perez Zagorin, «History, the Referent, and Narrative: Reflections on Postmodernism Now», 1999
- V.D. Davis/J. Heath/Bruce Thornton, «Bonfire of the Humanities», 2001
- Bruce Thornton, «Plagues of the mind», 1999
- Alan Sokal, «Beyond the Hoax», 2006
- Bruce Thornton, «Ελληνικοί τρόποι», 2007
- Ρίτσαρντ Έβανς, «Για την υπεράσπιση της ιστορίας», 2009
- Μαίρη Λέφκοβιτς, «Μαθήματα Ιστορίας», 2010
- Χρίστος Δάλκος, «Η ανάγκη υπέρβασης της νεωτερικής και μετανεωτερικής αντίληψης της γλώσσας και την διδασκαλία της», Νέος Ερμής ο Λόγιος, τεύχος 1.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.