«Γνῶμες, καρδιές, ὅσοι Ἕλληνες, ὅ,τι εἶστε μὴν ξεχνᾶτε, δὲν εἶστε ἀπὸ τὰ χέρια σας μονάχα, ὄχι! Χρωστᾶτε καὶ σὲ ὅσους ἦρθαν, πέρασαν, θὰ ᾿ρθοῦνε, θὰ περάσουν! Κριτές, θὰ μᾶς δικάσουν οἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροί.» Κωστής Παλαμάς
Κυριακή 31 Ιουλίου 2016
Η αλήθεια για την κατάληξη -άκης στα κρητικά ονόματα
Από τη συχνή της χρήση ή κατάληξη –ακης στα επώνυμα συνδέεται αυτόματα στην σκέψη μας με την Κρήτη. π.χ – Καζαντζάκης, Θεοδωράκης, Μητσοτάκης. Υπάρχει όμως μια σωρεία επωνύμων Κρητικών που μεγαλούργησαν στην Κρήτη και έξω από αυτή αλλά δεν τελειώνουν σε –ακης.
Μια θεωρία είναι ότι το –ακης είναι τούρκικη προσθήκη για να υποβιβάσουν το όνομα, όπως θα λέγαμε σήμερα Λιοντάρι – Λιονταρ–άκι.
Άλλη θεωρία είναι ότι τα κρητικά επίθετα πρόσφατα (σχετικά) γύρισαν σε – ακης. Παλιότερα ήταν ακριβώς το αντίθετο (υπερθετικά) πχ Σήφακας και όχι Σηφακάκης. Κατά πάσα πιθανότητα στην ορεινή Κρήτη και στα Σφακιά θα συναντήσεις πολλά υπερθετικά επίθετα, σε αντίθεση με το υπόλοιπο νησί.
Ένας δημοφιλής αστικός μύθος που πλανάται επιμόνως είναι ότι το – άκης στα κρητικά επίθετα το επέβαλλαν οι Τούρκοι για να μειώνουν τους Κρητικούς.
Καμία σχέση: Επισήμως οι Τούρκοι δεν είχαν επώνυμα. Μονάχα κατά τα τέλη του 19ου αι μ.Χ που άρχισε η συστηματική καταγραφή επωνύμων, έγινε κατάχρηση του –άκης, όχι πάντως περισσότερο απ’ ότι τα –άτος, –άκος, -πούλος, –όγλου (–ίδης –άδης), –ίτσης (–ιτσας, -ιτζας, –ιτζης), –έλης, –ούτσος κλπ, σε άλλες ελληνικές χώρες. Δηλαδή άρχισε η μετάλλαξη οικογενειακών επιθέτων στα δημόσια αρχεία, π.χ το Δάνδολος σε Δανδουλάκης, το Χαβαλές σε Χαβαλεδάκης, το Ραΐσης ( ρεΐς = πλοίαρχος, καπετάνιος καραβιού ) σε Ραϊσάκης, το Μαρούλης σε Μαρουλάκης, το Ρόκας σε Ροκάκης, το Μαράθης σε Μαραθάκης, το Λαμπάθης σε Λαμπαθάκης, το Καρδάμης σε Καρδαμάκης, το Καρπούζης σε Καρπουζάκης, το Μπάμιας σε Μπαμιάκης, το Μανούσος σε Μανουσάκης, το Αλυγίζος σε Αλυγιζάκης το Ροσμαρής σε Ροσμαράκης κτλ.
Βέβαια, η φυτική ετυμολογία του Ροσμαράκης είναι λίγο αμφίβολη, λόγω του ότι υφίστανται επώνυμα, όπως π.χ. Τερεζάκης, Ροσμαράκης, Μαρνελάκης και Ζαμπετάκης, που ενδεχομένως προέρχονται από ονόματα απογόνων αριστοκρατισσών από τη Δύση: Αντίστοιχα: Τερέζα Θηρεσία, Ροσμαρή Ροζ Μαρί, Ροδώ Μαρία, Μαρνέλα Μαρινέλλα – Μαρίνα, Ζαμπέτα Ελιζαμπέτα Ελίζαμπετ Ελισσάμπεθ οίκος Ελίσσας, από τις λαλιές της Δυτικής Σημιτικής Ομογλωσσίας!
Σε κάποιες περιοχές της Μεγαλονήσου, π.χ στα χωριά Ριζών (στο νομό Χανίων, εξού και ριζίτες & ριζίτικα), την επαρχία Σφακίων, τον ορεινό τομέα του νομού Ρεθύμνης, σημειώθηκε έντονη εμπάθεια ενάντια στην επίσημη καταχώρηση των επωνύμων με καταλήξεις -άκης, επειδή είχε διατηρηθεί στη συλλογική μνήμη ότι το να μεταδίδεται το επώνυμο απαράλλακτο, και χωρίς υποκοριστικά, από τον πατέρα στα παιδιά, αποτελεί χαρακτηριστικό αριστοκρατικής καταγωγής, ήτοι ευγενείας. Οπότε, με νωπό στη συλλογική μνήμη το κύρος των Αρχοντορωμαίων, οι κάτοικοι συγκεκριμένων περιοχών αντιστάθηκαν μαζικά στην ομογενοποίηση του -άκης, που έφερναν οι καλαμαράδες, κυρίως κατά την εποχή της Κρητικής Πολιτείας ([1878 – 1889], [1896] 1898 – 1908 [1η Δεκέμβρη 1913]).
Πάντως, πολλοί Μουσουλμάνοι Κρητικοί επίσης αναπτύσσουν παρατσούκλια κι επώνυμα με -άκης, ενώ αρκετοί από αυτούς τα διατηρούν επίσημα μέχρι σήμερα, π.χ στην Κω και στη Ρόδο. Ο περιβόητος Ιμπραήμ Αληδάκης (18ος αι), και ακόμα οι: Δελημπασάκης (ντελί μπασί = επικεφαλής των τρελών, οθωμανικού σώματος ατάκτων), Τσαουσάκης (τσαούς = λοχίας), Προββατάκης, Μεϊμαράκης (μεϊμάρ = αρχιτέκτονας), Μεϊντανάκης (μεϊντάνι = πλατεία), Πιστολάκης, Χαϊδαράκης, κλπ, αποτελούν Ρωμιούς ελληνόφωνους Μουσουλμάνους όλοι.
Το –άκης πρωτοεμφανίστηκε στη Ρωμανία κατά το 10ο αι μ.Χ., απ’όταν μαρτυρείται π.χ. η ύπαρξη τουαριστοκρατικού οίκου των Ροδοκανάκηδων στην Κωνσταντινούπολη. Πάντως η χρήση αυτής της κατάληξης για αιώνες θα παραμείνει σπάνια, αλλά και αμφίβολη όπως στην περίπτωση του Χορτάκης – Χορτάτσης – Χορτάτζης, του ομώνυμου οίκου. Ευρεία χρήση της κατάληξης – άκης θα σημειωθεί για πρώτη φορά κατά τους 15ο – 17ο αι στη Λακωνία, π.χ Γρηγοράκης, Δαβάκης, Καπετανάκης, Τζανετάκης (μικρός Τζανέτος μικρός Τζανής ή Ζανής = δημοφιλής φραγκογενής εκδοχή του Γιάννης, εκ του Jean) και Τρουπάκης, απ’ όπου θα διαδοθεί με αργό ρυθμό και στην Κρήτη, όπου καταγράφονται ονομαστά παραδείγματα, πριν κατακτήσουν οι Τούρκοι το νησί, και πριν οι Μανιάτες το γυρίσουν σε -άκος…
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επαγγελματικά επώνυμα με –άκης, που υποδηλώνουν και με τι δουλειές καταπιάνονταν οι πρόγονοί μας, όπως π.χ Βουλουμπασάκης (Μπουλουμπασάκης μπουλούκ μπασί = δεκανέας σε ασκέρι οθωμανικό), Σαρτζετάκης (σαρτζέτος σερτζέντε = λοχίας σε στρατό ιταλόφωνου κράτους), Βισαξάκης (Μπιτσαξάκης μπιτσαξή = μαιχαράς, τουρκιστί), Δερμιτζάκης (Ντερμιτζάκης ντεμιρτζή = σιδεράς, όπως και Δεμίρης Σιδέρης).
Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι υπάρχουν κι επώνυμα που έχουν εντελώς τυχαία την κατάληξη -άκης, όπως το Μανιάκης εκ του ελληνιστικού & μεσαιωνικού (ο) μανιάκης, ήτοι το περιδέραιο – διακριτικό βαθμού για τους αξιωματικούς του Ιππικού. Επίσης, προέκυψε και το Μαζαράκης από ομώνυμο ευγενές βλαχικό σόι, το Μενεγάκης εκ του ιταλικού Μενεγάτσιο (Menegazzo), το Μουζάκης εκ της αρβανιτικης φάρας Μουζακη Μουζακα, και το Ταγαλάκης εκ του τουρκικού Τανγαλακ (οπλίτης σε άτακτο σώμα, κυριολεκτικάαστοιχείωτος, βλαξ).
kritipoliskaihoria.blogspot.gr
Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016
Η ΠΑΓΟΣΜΙΑΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΛΗΣΤΡΙΚΗ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΛΙΝΤΟΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ Glass Steagall Act ΓΙΑ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΤΖΟΓΟΥ ΑΠΟ ΑΥΤΕΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ...
·
Τον Δεκέμβριο του 1913 ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Woodrow Wilson, υπέγραψε το Federal Reserve Act, την δημιουργία δηλαδή της γνωστής μας FED, ή Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ.Ο Woodrow Wilson, την προεκλογική εκστρατεία του οποίου οι τραπεζίτες της εποχής είχαν χρηματοδοτήσει, φέρεται να είπε αργότερα αναφερόμενος στην υπογραφή αυτή “άθελα μου, κατέστρεψα την χώρα μου”. Προφανώς κατάλαβε επιτέλους ή τέλος πάντων έκανε πως κατάλαβε ότι το να παραδίδεις την διαχείριση του ταμείου της επιχείρησης σου ή το πορτοφόλι του σπιτιού σου στον σαλταδόρο της γειτονιάς, μάλλον κακές συνέπειες θα έχει.Η FED στην πραγματικότητα είναι μια ιδιωτική τράπεζα που λειτουργεί με τον εξής απλό αλλά διαβολικό τρόπο: Κάθε φορά που η αμερικανική κυβέρνηση παρουσιάζει έναν ελλειμματικό προϋπολογισμό, η FED, μέσω του Υπουργείου Οικονομικών, τυπώνει δολάρια από το πουθενά και αγοράζει το κρατικό χρέος. Τα δολάρια αυτά διοχετεύονται στην κυκλοφορία ενώ οι τόκοι του χρέους φορτώνονται στις πλάτες των φορολογούμενων πολιτών.Συνεπώς, αν ο Wilson είπε όντως κάτι τέτοιο, έχει απόλυτο δίκιο. Δεν νομίζω όμως να αρκεί σαν παρηγοριά για τους φορολογούμενους πολίτες των ΗΠΑ.
Η FED, εκτός από την αποκλειστική της ισχύ να κόβει χρήμα και παράλληλα να πλουτίζει, δραστηριοποιείται μέσω του ιερού ναού της Wall Street και μιας κάστας συμμοριών “έγκυρων χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων” σε τυχερά χρηματοπιστωτικά παιχνίδια μεταξύ τραπεζιτών και σπεκουλαδόρων σε βάρος, σωστά μαντέψατε, του φορολογούμενου πολίτη. Όλα παίζουν στο παιχνίδι αυτό, από κατασχέσεις κατοικιών, φαλιμέντα επιχειρήσεων και απολύσεις εργαζομένων μέχρι βουτιές από μπαλκόνια ουρανοξυστών.Ένα τέτοιο φαινόμενο ιδιαίτερα μεγάλης εμβέλειας συνέβη 16 χρόνια μετά την ίδρυση της FED και έχει ονομαστεί “Παγκόσμια Οικονομική Ύφεση του 1929”.Με βάση αυτή την οδυνηρή εμπειρία, το 1933, δυο πολιτικοί, ο Carter Glass και ο Henry Steagall, πρότειναν έναν νόμο που πήρε το όνομα τους ο οποίος πέρασε από την Γερουσία και στη συνέχεια υιοθετήθηκε σαν κομμάτι του γνωστού Νέου Συμβολαίου (New Deal) του προέδρου Franklin Delano Roosevelt.
Το Glass Steagall Act έγινε νόμος.Ο νόμος αυτός δεν πείραζε μεν την μονοκρατορία της FED στην κοπή νομίσματος, περιόριζε όμως δραστικά τις κερδοσκοπικές της “ανησυχίες”.Συγκεκριμένα προέβλεπε την εισαγωγή δυο δραστικών μέτρων κατά της κερδοσκοπίας:
1. Την ίδρυση μιας Ομοσπονδιακής Αρχής που εγγυόταν τις καταθέσεις μέχρι 250,000 δολάρια ανά καταθέτη και είχε σαν σκοπό την αποφυγή των καταστροφικών bank run του παρελθόντος
2. Τον ξεκάθαρο διαχωρισμό μεταξύ παραδοσιακής τραπεζικής δραστηριότητας (απλές
συναλλαγές καταθέσεων που αφορούσαν καταθέτες, συνταξιούχους, μισθωτούς κλπ) και επενδυτικής τραπεζικής δραστηριότητας (επιρρεπείς σε στοιχήματα σπεκουλαδόρων).
Με τον τρόπο αυτό οι τράπεζες χωρίστηκαν σε εμπορικές και επενδυτικές με τα τσανάκια τους σαφώς διαχωρισμένα και συνεπώς κανένας τραπεζίτης δεν μπορούσε να τζογάρει με τα λεφτά των εργαζομένων.
Για κάμποσα χρόνια οι καταθέσεις του κοσμάκη παρέμειναν ασφαλείς και ο κοσμάκης ήσυχος. Είναι αυτό που ονομάζεται “τραπεζική πίστη” δηλαδή “σε εμπιστεύομαι μια και δηλώνεις με την εγγύηση του κράτους τίμιος και φερέγγυος, τα λεφτά είναι δικά μου και η διαχείριση τους είναι, σε τελευταία ανάλυση, δική μου υπόθεση”.
Έχει ο καιρός γυρίσματα όμως.
Την δεκαετία του 1980 εμφανίζεται η “τραπεζική βιομηχανία”. Δεν μπορώ να φανταστώ τι είναι μια τράπεζα-βιομηχανία, αλλά οι αλλαγές στις έννοιες των λέξεων και η εισαγωγή νεοφιλελεύθερων νεολογισμών σπανίως συμβαδίζουν με την κοινή λογική. Σκεφτείτε τους “ανθρωπιστικούς βομβαρδισμούς” για παράδειγμα ή την παιδεία που έγινε “επιμόρφωση”, την εργασία που έγινε “απασχόληση” και τον εργαζόμενο που έγινε “επωφελούμενος”. Μόνο για "επισκευή" στο νοσοκομείο δεν μπαίνουμε ακόμα αλλά ποιος ξέρει στο μέλλον...
Η “τραπεζική βιομηχανία” λοιπόν αρχίζει να “σπρώχνει” για την κατάργηση του Glass Steagall Act. Τα λεφτά δεν φτάνουν στα παιδιά για τον τζόγο. Χρειάζονται και τα δικά μας.
Και επί προεδρίας Bill Clinton, ο οποίος πρέπει να θεωρηθεί σαν ο εφευρέτης της επαναστατικής πολιτικής διαχείρισης που φέρνει τον τίτλο “Πρώτη Φορά Αριστερά” και έχει καταστρέψει ολόκληρο τον λεγόμενο “Δυτικό Κόσμο”, επί Clinton λοιπόν, το Glass Steagall Act καταργείται και αντικαθίσταται από το Gramm Leach Bliley Act.
Τραπεζίτες και κοράκια διάφορα έχουν πια ελεύθερη πρόσβαση στις καταθέσεις μας. Σε αντάλλαγμα, εμείς αναβαθμιζόμαστε σε “επενδυτές”. Χαράς ευαγγέλια.
Το Glass Steagall Act καταργήθηκε το 1999. Οι συνέπειες έκαναν μόνο 8 χρόνια να φανούν και ταρακούνησαν την παγκόσμια οικονομία με την οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2007 και ξέσπασε (μαζί με τη φούσκα που δημιούργησε) το 2008.
Οι σεισμικές αυτές δονήσεις δεν έχουν πάρει ακόμα τέλος, η οικονομία στενάζει, ενώ όλα δείχνουν ότι πρόκειται μόνο για προσεισμικά φαινόμενα που προαναγγέλλουν κάτι πραγματικά “μεγάλο”. Δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά αφού τα στοιχήματα έχουν ξεπεράσει σε όγκο 100αδες φορές την ετήσια οικονομική δυνατότητα ολόκληρου του πλανήτη.
Και έχεις όλους αυτούς τους στοιχηματάκηδες, τους χαρτογιακάδες, τους οικονομικά αγράμματους, τους κατσαπλιάδες του κοινού ποινικού δικαίου, που κουνάνε το δάχτυλο στον κόσμο και ζητούν περισσότερη λιτότητα.
Σαν κατάληξη αυτής της αφήγησης, θέλουμε να δώσουμε και ένα ίχνος ελπίδας, καθαρά από οικονομική σκοπιά.
Πρόσφατα, σύμφωνα με άρθρο στο Zero Hedge μετά από δήλωση των "Δημοκρατικών" περί “εκσυγχρονισμένης” επιστροφής στο Glass Steagall Act, και οι Ρεπουμπλικάνοι υιοθέτησαν την επαναφορά του Glass Steagall Act “το οποίο έθετε φραγμούς στο τι μπορούν και στο τι δεν μπορούν να κάνουν οι μεγάλες τράπεζες”.
Βέβαια η ενσωμάτωση μιας τέτοιας επιδίωξης στην πολιτική πλατφόρμα, δηλαδή στην μη δεσμευτική αντανάκλαση των αξιών, των δυο μεγάλων αμερικανικών κομμάτων, δεν σημαίνει και πολλά σε επίπεδο κυβερνητικής πολιτικής.
Αρκεί να θυμηθούμε ποιος είναι ο σύζυγος της υποψήφιας προέδρου του "Δημοκρατικού" κόμματος....
Τρίτη 26 Ιουλίου 2016
Το τρισυπόστατο της Εκάτης και οι Τριαδικές θεότητ...
Το τρισυπόστατο της Εκάτης και οι Τριαδικές θεότητ...: Θα ήταν ιδιαίτερα απλουστευτικό να θεωρήσει κάποιος την αρχαία Ελληνική Μυθολογία σαν εξιστόρηση φανταστικών γεγονότων με διάφορους συμβολισ...
Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016
Η ΑΝΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΙΣΤΟΡΊΑ ΑΝΤΙΦΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΠΕΙΡΩΝ ΔΙΑΣΠΑΣΕΩΝ ΤΟΥ "ΤΡΟΤΣΚΙΣΤΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ"
(Από το "Βαθύ Κόκκινο") 03/09/2014
Αφιερωμένο στη σημερινή επέτειο της ίδρυσης της 4ης Διεθνούς στο Παρίσι, στις 3 Σεπτεμβρίου 1938
Ο τροτσκισμός αποτελεί ρεύμα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος που συγκροτήθηκε μετά το 1927, ως αριστερή αντιπολίτευση στην κυρίαρχη πολιτική της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κ.Δ.) και από το 1938 ως 4η Διεθνής, σε ρήξη με το κυρίαρχο στο κομμουνιστικό κίνημα ρεύμα που χαρακτηρίστηκε “σταλινικό”. Πήρε το όνομά του από τον ιδρυτή της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης (ΔΑΑ) και της 4ης Διεθνούς, Λέον Τρότσκι, που είχε αντιταχθεί στην πολιτική που ακολούθησε το σοβιετικό Κ.Κ. και η Κ.Δ. μετά τον θάνατο του Λένιν.
Βασικές θέσεις των τροτσκιστών, όπως αποκρυσταλλώθηκαν κατά τη δεκαετία του 1930, ήταν η αντίθεση στη γραφειοκρατική εξουσία, που κατά την άποψή τους υποκατάστησε την εξουσία των σοβιέτ στην ΕΣΣΔ, η εκτίμηση πως εγκαταλείφθηκε η διεθνιστική πολιτική και υποκαταστάθηκε από την προτεραιότητα των συμφερόντων της σοβιετικής γραφειοκρατίας (στη βάση της θεωρίας της “οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια χώρα”), και η θεωρία της διαρκούς επανάστασης, στον αντίποδα της θεωρίας των σταδίων μετάβασης στον σοσιαλισμό.
H 4η Διεθνής συγκροτήθηκε από μικρές οργανώσεις που δοκιμάστηκαν κατά την περίοδο του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν από τη μια υποστήριξαν την υπεράσπιση της ΕΣΣΔ ως εργατικού κράτους (αν και γραφειοκρατικά παραμορφωμένου) απέναντι στη γερμανική εισβολή, ενώ από την άλλη, στο μεγαλύτερο μέρος τους, αντιτάχθηκαν στα κινήματα εθνικής Αντίστασης, θεωρώντας πως ο πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός, ανάλογος με τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η τοποθέτηση αυτή απομόνωσε το ευρωπαϊκό τροτσκιστικό ρεύμα από τα μαζικά κινήματα, που μέσα από την Αντίσταση συνδέθηκαν με την κομμουνιστική Αριστερά.
H διάψευση της προοπτικής της πολιτικής επανάστασης που θα ανέτρεπε τη σταλινική γραφειοκρατία στην ΕΣΣΔ και της μετατροπής του πολέμου σε εμφύλιο στην Ευρώπη, κλόνισε ακόμη περισσότερο το τροτσκιστικό ρεύμα. Την ανασύσταση της αποδιοργανωμένης κατά τον πόλεμο 4ης Διεθνούς, το 1946, ακολούθησαν αλλεπάλληλες κρίσεις και διασπάσεις, με αποχωρήσεις τάσεων που αποκήρυξαν τον τροτσκισμό (ομάδα “Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα” του Κορνήλιου Καστοριάδη) ή που αρνούνταν τον εργατικό χαρακτήρα των καθεστώτων του ανατολικού συνασπισμού, χαρακτηρίζοντάς τα καθεστώτα κρατικού καπιταλισμού (Διεθνείς Σοσιαλιστές του Τόνι Κλίφ).
Κατά τις επόμενες δεκαετίες εμφανίστηκαν, μέσα από σειρά διασπάσεων, διάφορες οργανώσεις που διεκδίκησαν τον τίτλο ή την αυθεντική έκφραση της 4ης Διεθνούς, με σημαντικότερες τη μαντελική τάση, τη χιλική, τη μορενική κ.ά. Ιδιαίτερη αιτία διαφωνίας και πολυδιάσπασης αποτέλεσε η σχέση των τροτσκιστικών οργανώσεων με τα μαζικά εργατικά κόμματα, κυρίως τα σοσιαλιστικά, καθώς σημαντικές τάσεις αποπειράθηκαν, άλλοτε με επιτυχία κι άλλοτε ανεπιτυχώς, την ένταξή τους σ’ αυτά, με σκοπό τη σύνδεσή τους με ευρύτερες μάζες αριστερών εργαζομένων. Κύριοι υποστηρικτές της τάσης αυτής του “εισοδισμού” υπήρξαν ο Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο), γραμματέας της 4ης Διεθνούς στα 1946-62, και ο Τεντ Γκραντ, που ηγήθηκε τάσης εισοδισμού στο βρετανικό Εργατικό Κόμμα.
O τροτσκισμός είχε και εξακολουθεί να έχει σημαντική, για τα διεθνή μέτρα του, επιρροή στη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία, καθώς και σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, στην Αυστραλία κ.λπ. Μετά από μια πρόσκαιρη ανάπτυξη κατά τις δεκαετίες 1960 και 1970, ακολούθησε εκ νέου υποχώρηση, αλλά μετά τις καταρρεύσεις των ανατολικών καθεστώτων γνωρίζει μια νέα περίοδο διεύρυνσης της επιρροής του.
H συγκρότηση του ελληνικού τροτσκιστικού κινήματος
H συγκρότηση του ελληνικού τροτσκιστικού κινήματος
Ο ελληνικός τροτσκισμός συγκροτήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 από δύο ρεύματα: Την Αριστερή Αντιπολίτευση του ΚΚΕ, που αποτελούνταν από πρώην στελέχη του κόμματος, με επικεφαλής τον πρώην γραμματέα του ΚΚΕ Παντελή Πουλιόπουλο, και δρούσαν μέσα από την οργάνωση του Σπάρτακου, και από τους αρχειομαρξιστές, που είχαν αποσπαστεί από το ΣΕΚΕ(Κ) το 1924. Αν και ο Σπάρτακος είχε σαφείς θέσεις, αντίστοιχες μ’ αυτές της ΔΑΑ, η τελευταία αναγνώρισε ως τμήμα της στην Ελλάδα την οργάνωση των αρχειομαρξιστών, κυρίως λόγω της σχετικής μαζικότητάς της και της εργατικής κοινωνικής της σύνθεσης. Οι αρχειομαρξιστές αποδέχτηκαν τον όρο της ΔΑΑ να συγκροτηθούν σε οργάνωση λενινιστικού τύπου και ίδρυσαν το 1929 την Ένωση Διεθνιστών Κομμουνιστών, που τον επόμενο χρόνο μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Οργάνωση Μπολσεβίκων Λενινιστών Ελλάδας – Αρχειομαρξιστές (ΚΟΜΛΕΑ), που προσωρινά ενίσχυσε τις δυνάμεις της, λόγω και της εσωκομματικής κρίσης του ΚΚΕ. H ΚΟΜΛΕΑ ήταν το μαζικότερο τμήμα της ΔΑΑ και ο ηγέτης της, Δημήτρης Γιωτόπουλος, έγινε μέλος της ηγεσίας της διεθνούς οργάνωσης. Μετά το ξεπέρασμα της κρίσης του ΚΚΕ, από το 1931, η ανάπτυξη της ΚΟΜΛΕΑ ανακόπηκε, ενώ ήδη το 1930 είχε αποσπαστεί μικρό τμήμα που συγκρότησε τη βραχύβια Κομμουνιστική Ενωτική Ομάδα από την οποία προήλθε η Λενινιστική Αντιπολίτευση του ΚΚΕ (ΛΑΚΚΕ).
H αδυναμία του κομμουνιστικού κινήματος να αποτρέψει την κατάληψη της εξουσίας από τους ναζί στη Γερμανία ερμηνεύτηκε από τον Τρότσκι ως χρεοκοπία της Κ.Δ. και η ΔΑΑ, που μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση, προσανατολίστηκε στην ίδρυση νέας επαναστατικής 4ης Διεθνούς. Το τμήμα της ΚΟΜΛΕΑ που διαφώνησε με τον νέο αυτό προσανατολισμό ίδρυσε το Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΑΚΕ), με επικεφαλής τον Γιωτόπουλο, και στη συνέχεια απομακρύνθηκε από τον τροτσκισμό. Το άλλο τμήμα συγκροτήθηκε γύρω από την εφημερίδα “Μπολσεβίκος”, ενώ τον ίδιο χρόνο ο Σπάρτακος, υπό τον Πουλιόπουλο, και τμήμα της ΛΑΚΚΕ (τη Λενινιστική Ένωση), υπό τον Μιχάλη Ράπτη, ενοποιήθηκαν και ίδρυσαν την Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ). Τμήμα του “Μπολσεβίκου”, με επικεφαλής τον Γιώργο Βιτσιώρη, ενοποιήθηκε το 1935 με την ομάδα του Άγι Στίνα, Εργατικό Μέτωπο, και ίδρυσαν την Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση Ελλάδας (ΚΔΕΕ).
Ενώ το ΚΚΕ εμφάνιζε σημαντική ανάπτυξη, οι δυνάμεις τόσο των αρχειομαρξιστών όσο και των τροτσκιστών ήταν περιορισμένες. Στις εκλογές του 1936 το ΚΚΕ πήρε 73.500 ψήφους, έναντι 1.150 του ΚΑΚΕ και 200 του εκλογικού συνασπισμού των τροτσκιστικών οργανώσεων ΟΚΔΕ και ΚΔΕΕ.
Με την επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936 οι τροτσκιστικές οργανώσεις πέρασαν στην παρανομία και τα μέλη τους φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν. Το 1937 από την ενοποίηση της ΟΚΔΕ με την ομάδα του “Νέου Δρόμου”, που είχε προέλθει από τη διάσπαση της ΚΔΕΕ το 1935, ιδρύθηκε η Ενιαία ΟΚΔΕ (ΕΟΚΔΕ), με ηγέτη τον Πουλιόπουλο που κρατούνταν στην Ακροναυπλία. Στο Ιδρυτικό Συνέδριο της 4ης Διεθνούς, το 1938, την ΕΟΚΔΕ εκπροσώπησε ο Ράπτης και την ΚΔΕΕ ο Βιτσιώρης. Στο Συνέδριο αποφασίστηκε η ενοποίηση των ελλήνων τροτσκιστών σε ενιαία Επαναστατική Σοσιαλιστική Οργάνωση, αλλά η απόφαση δεν μπόρεσε να υλοποιηθεί.
Ιδιαίτερη σημασία στην ιστορία του ελληνικού τροτσκιστικού κινήματος είχε η αντιπαράθεση με τη στροφή του ΚΚΕ το 1934, με την εγκατάλειψη της στρατηγικής της σοσιαλιστικής επανάστασης και την εισαγωγή της στρατηγικής των σταδίων (αστικοδημοκρατική επανάσταση, με προοπτική τη σοσιαλιστική). Τις νέες θέσεις του ΚΚΕ αντέκρουσε κυρίως ο Πουλιόπουλος, ο οποίος επιχείρησε με το βιβλίο του “Δημοκρατική ή σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα;” να τεκμηριώσει την άποψη πως ο ελληνικός καπιταλισμός δεν είναι καθυστερημένος, πως η επανάσταση πρέπει να αντιμετωπίζεται από διεθνική σκοπιά και κατά συνέπεια ο χαρακτήρας της θα είναι σοσιαλιστικός. Κριτική ασκήθηκε, επίσης, στην πολιτική του “Λαϊκού Μετώπου” που υιοθέτησε το ΚΚΕ το 1935 και που το οδήγησε σε προσπάθειες συνεργασίας με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Η πολιτική αυτή θεωρήθηκε από τους τροτσκιστές ως η κύρια αιτία που η εργατική και παλλαϊκή εξέγερση της Θεσσαλονίκης, τον Μάιο του 1936, δεν εξελίχτηκε σε επαναστατική κρίση.
O ελληνικός τροτσκισμός στη δεκαετία του 1940
O ελληνικός τροτσκισμός στη δεκαετία του 1940
Με το ξέσπασμα του B’ Παγκοσμίου Πολέμου οι τροτσκιστές τον χαρακτήρισαν ιμπεριαλιστικό. Ακολουθώντας τη γραμμή της επαναστατικής Αριστεράς κατά τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο (μπολσεβίκοι, γερμανοί σπαρτακιστές κ.ά.), τάχθηκαν ενάντια στην υπεράσπιση της πατρίδας (“επαναστατικός ντεφετισμός”) και υπέρ της μετατροπής του πολέμου σε εμφύλιο. Εντούτοις, σοβαρές διαφωνίες προκλήθηκαν σχετικά με το αν θα έπρεπε το διεθνές επαναστατικό κίνημα να υπερασπιστεί την ΕΣΣΔ, σε περίπτωση επίθεσης εναντίον της. Τη θέση της υπεράσπισης του εργατικού κράτους υποστήριξε η ΕΟΚΔΕ, ενώ η ΚΔΕΕ, ηγέτης της οποίας ήταν ο Άγις Στίνας, εναντιώθηκε, εκτιμώντας πως από την κατάρρευση του σταλινικού κράτους θα προκύψει πολιτική επανάσταση που θα επαναφέρει στην εξουσία τα σοβιέτ.
Οι δυο οργανώσεις, όπως και το ΚΑΚΕ (που είχε συνδεθεί με το Διεθνές Επαναστατικό Μαρξιστικό Κέντρο, συσπείρωση αντισταλινικών οργανώσεων που δεν είχαν ενταχθεί στην 4η Διεθνή), τάχθηκαν ενάντια στη γραμμή υπεράσπισης της εθνικής ανεξαρτησίας που υποστήριξε ο ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, κατά την ιταλική επίθεση του Οκτωβρίου 1940, καλώντας σε διεθνιστική συμφιλίωση ελλήνων και ιταλών στρατιωτών, με στόχο τη μετατροπή του πολέμου σε εμφύλιο για την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού. Ανάλογη ήταν η στάση των τροτσκιστικών οργανώσεων και μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα. Η πρόταξη από το ΚΚΕ και το ΕΑΜ του στόχου της εθνικής απελευθέρωσης καταγγέλθηκε ως εκδήλωση εθνικιστικής παρέκκλισης.
Την ίδια θέση υποστήριζε και η ομάδα που εξέδιδε το 1942 την εφημερίδα “Νέα Εποχή” και αργότερα συγκρότησε το Επαναστατικό Σοσιαλιστικό (Κομμουνιστικό) Κόμμα Ελλάδας [ΕΣ(Κ)ΚΕ], με επικεφαλής τους Θωμά Αποστολίδη και Κώστα Αναστασιάδη. Παρόλ’ αυτά, αναγνώρισε τη δυναμική που εμπεριείχε το εαμικό κίνημα και ταυτόχρονα υποστήριξε τον αντιφασιστικό πόλεμο που διεξήγαγε η ΕΣΣΔ. Μέλη της οργάνωσης εντάχθηκαν και στον ΕΛΑΣ.
Αντίθετα, η ΚΔΕΕ, που από το 1942 μετασχηματίστηκε σε Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας και το 1943 σε Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΔΚΚΕ), με τη συμμετοχή και πρώην στελεχών της ΕΟΚΔΕ (Κώστας Καστρίτης, Γιάννης Θεοδωράτος κ.ά.), τάχθηκε ανοιχτά ενάντια στο κίνημα της Αντίστασης και κατά πλειοψηφία ενάντια στην υπεράσπιση της ΕΣΣΔ. Η ΕΟΚΔΕ (Κόμμα Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας -ΚΚΔΕ- από το 1943) τάχθηκε κατά του εαμικού κινήματος, αν και αναγνώριζε την ταξική του δυναμική, αλλά υπέρ της υπεράσπισης της ΕΣΣΔ.
Στην περίοδο της Κατοχής εκτελέστηκαν από τους κατακτητές πολλοί τροτσκιστές αγωνιστές, που ήταν κρατούμενοι ήδη από την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά, ανάμεσά τους και ο Πουλιόπουλος. Δεκάδες άλλοι έπεσαν θύματα των εκκαθαρίσεων του ΚΚΕ κατά την Κατοχή και τα Δεκεμβριανά, καθώς οι τροτσκιστές -και λόγω της αντίθεσής τους στο κίνημα της Αντίστασης- θεωρούνταν “πέμπτη φάλαγγα του φασισμού”.
Μετά την Απελευθέρωση, το 1944, τμήμα του ΔΚΚΕ, με επικεφαλής τον Στίνα, ίδρυσε το Διεθνιστικό Επαναστατικό Κόμμα Ελλάδας (ΔΕΚΕ) και το 1945 ιδρύθηκε από το ΚΚΔΕ, πρώην στελέχη του ΔΚΚΕ και την ολιγομελή Ενωτική Ομάδα, το Εργατικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΔΚΕ). Οι δύο οργανώσεις, από κοινού με την τροτσκιστική οργάνωση της Θεσσαλονίκης που εξέδιδε την εφημερίδα “Σπίθα” και ομάδα προερχόμενη από το ΕΣ(Κ)ΚΕ, ενοποιήθηκαν τον Αύγουστο του 1946 και ίδρυσαν το Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ), το οποίο συσπείρωσε το σύνολο, σχεδόν, των ελλήνων τροτσκιστών. Εκτός ΚΔΚΕ έμεινε ομάδα που συγκρότησε τη Διεθνιστική Επαναστατική Πρωτοπορία, με επικεφαλής τη Φιλισία Πουλιοπούλου, που αργότερα προσχώρησε στο ΚΚΕ.
Οι τροτσκιστικές οργανώσεις επιδίωκαν από το 1944 τη συγκρότηση ενιαίου εργατικού μετώπου, που θα έθετε ως στόχο την κατάκτηση της εξουσίας, απευθυνόμενα στο ΚΚΕ και τους σοσιαλιστές, χωρίς ανταπόκριση. Το ΚΚΕ εξακολουθούσε να θεωρεί τον τροτσκισμό όργανο της αντίδρασης, αν και το 1947 οργάνωσε μια σειρά δημόσιων συζητήσεων με τις τροτσκιστικές οργανώσεις και το ΚΑΚΕ. Οι τροτσκιστές αντιτάχθηκαν στην πολιτική των συμβιβασμών που ακολουθήθηκε από το ΚΚΕ (Λίβανος, Καζέρτα, Βάρκιζα), αν και η κριτική που ασκούσαν δεν αρκούσε για να διευρύνουν την επιρροή τους. Βασικός λόγος ήταν η μη συμμετοχή τους στο κίνημα της Αντίστασης (μέσα από το οποίο εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα η τεράστια πλειονότητα των μελών και οπαδών του ΚΚΕ) και για την οποία τους ασκήθηκε κριτική από την Ευρωπαϊκή Γραμματεία της 4ης Διεθνούς (επικεφαλής της οποίας ήταν ο Μ. Ράπτης – Πάμπλο), αλλά και από τον Βιτσιώρη, που ζούσε στη Γαλλία και είχε συμμετάσχει στο γαλλικό κίνημα Αντίστασης. H πολεμική του ΚΚΕ εναντίον τους απέδιδε, με το κύρος που διέθετε ως ηγετική δύναμη του κινήματος Αντίστασης κι ακόμη περισσότερο με το κύρος που διέθετε η ΕΣΣΔ και προσωπικά ο Στάλιν, τόσο κατά την περίοδο του πολέμου, όσο και μετά τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη του 1945.
Με το φούντωμα του Εμφυλίου και ενώ το ΚΑΚΕ έχει μετασχηματιστεί σε Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας, απαλείφοντας την αναφορά στον κομμουνισμό, και κατέληξε σε θέσεις υποστήριξης της ήττας του ΔΣΕ. και ο Στίνας, που αποχώρησε από το ΚΔΚΕ, έπαψε να αναφέρεται στον τροτσκισμό, το ΚΔΚΕ υποστήριξε τον αγώνα του αντάρτικου και το 1947 απαγορεύτηκε η δράση του.
Από τον Εμφύλιο στη δικτατορία
Από τον Εμφύλιο στη δικτατορία
Από την παρανομία, κατά τη δεκαετία του ’50, οι τροτσκιστές προσπαθούν να δράσουν κυρίως μέσα από τις συνδικαλιστικές κινήσεις που ελέγχουν οι σοσιαλιστές και κάποιοι κάνουν εισοδισμό στις μικρές σοσιαλιστικές οργανώσεις. Ταυτόχρονα, στηρίζουν σταθερά εκλογικά την ΕΔΑ και την επόμενη δεκαετία, ενώ κάποιοι επιτυγχάνουν να ενταχθούν και στις γραμμές της, παρά το αρνητικό κλίμα του κυρίαρχου «αντιτροτσκισμού». Το 1958 αποσπάται από το ΚΔΚΕ ομάδα, με επικεφαλής τον πρώην γραμματέα Καστρίτη και τον Θεοδωράτο, που συγκροτεί την Κοινωνική Πρωτοπορία, η οποία δρα νόμιμα και το 1963 μετεξελίσεται στην παράνομη Εργατική Διεθνιστική Ένωση (ΕΔΕ), που δρα ως νόμιμη Εργατική Πρωτοπορία και συνδέεται με τη Διεθνή Επιτροπή της 4ης Διεθνούς του Τζέρι Χίλι, ασκώντας κριτική στην “παμπλική” τακτική του εισοδισμού. Η οργάνωση αυτή διασπάται το 1967 και ένα τμήμα της, με τους Καστρίτη-Θεοδωράτο, διατηρεί τον τίτλο της Εργατικής Πρωτοπορίας και συνδέεται με την αντιδικτατορική οργάνωση Λαϊκή Πάλη, ενώ το άλλο, με επικεφαλής τον Δημήτρη Τούμπανη, κρατάει τον τίτλο της ΕΔΕ. Το 1964 αποσπάστηκε από το ΚΔΚΕ και η ομάδα που συγκρότησε την Εργατική Δημοκρατία. Ομάδα, με επικεφαλής τον γραμματέα του ΚΔΚΕ Γιώργο Δαλαβάγκα και τον Δημήτρη Λιβιεράτο, αποσπάστηκε κατά την περίοδο της δικτατορίας, έχοντας προσανατολιστεί στην υποστήριξη των θέσεων του Πάμπλο, που ήδη είχε αποχωρήσει από την 4η Διεθνή.
Με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, το 1967, το ΚΔΚΕ πρωτοστατεί στην ίδρυση των Δημοκρατικών Επιτροπών Αντίστασης. Κατά την περίοδο της δικτατορίας εκτός από το ΚΔΚΕ, την ΕΔΕ και την Εργατική Δημοκρατία, δρα και ο Κομμουνιστικός Επαναστατικός Σύνδεσμος (ΚΕΣ), με επικεφαλής τον Θύμιο Παπανικολάου, που αναπτύσσει εκδοτική δραστηριότητα με τις εκδόσεις “Στόχοι” και το περιοδικό “Νέοι Στόχοι”, όπως και η Σοσιαλιστική Επαναστατική Ένωση (ΣΕΕ). Παράλληλα, συγκροτούνται και οργανώσεις τροτσκιστικής έμπνευσης, που δεν αναφέρονται στις διάφορες εκφράσεις της 4ης Διεθνούς, όπως η Σοσιαλιστική Επαναστατική Πάλη (ΣΕΠ) και η Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ), που εκφράζει θέσεις ανάλογες μ’ αυτές της Διεθνούς Σοσιαλιστικής Τάσης και τάσσεται υπέρ της διεξαγωγής αντιδικτατορικού αγώνα με κατεύθυνση τη σοσιαλιστική επανάσταση, απορρίπτοντας έτσι τη στρατηγική των σταδίων των δύο ΚΚΕ και του μ-λ χώρου.
H μεταδικτατορική περίοδος
H μεταδικτατορική περίοδος
Μετά την πτώση της δικτατορίας το ΚΔΚΕ νομιμοποιείται και μετονομάζεται σε Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ). Στην ΟΚΔΕ εντάσσεται το 1977 και το Κομμουνιστικό Επαναστατικό Μέτωπο (ΚΕΜ) που είχαν ιδρύσει νέοι τροτσκιστές, οι οποίοι έζησαν την περίοδο της δικτατορίας στη Δυτική Ευρώπη και ήταν άμεσα επηρεασμένοι από το νέο πνεύμα που διαπέρασε τη μαντελική 4η Διεθνή μετά τον Μάη του ’68.
Ιδιαίτερη ανάπτυξη, με τα περιορισμένα μέτρα του χώρου, γνώρισε η ΕΔΕ, αν και το 1975 διασπάστηκε κι ένα τμήμα της, με επικεφαλής τον Τούμπανη, ίδρυσε την Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση (ΚΔΕ). Υπό την ηγεσία του Σάββα Μιχαήλ, η ΕΔΕ συμμετείχε και στις βουλευτικές εκλογές, αν και τα ποσοστά που έπαιρνε ήταν πολύ μικρά, και το 1985 μετονομάστηκε σε Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα (ΕΕΚ).
Η ΟΚΔΕ αντιμετώπισε σειρά κρίσεων, μετά την πρώτη περίοδο ανάπτυξης που ακολούθησε την πτώση της δικτατορίας. Από μέλη της ΟΚΔΕ που είχαν αποχωρήσει, εκδόθηκε το 1983 το περιοδικό “Μαρξιστική Συσπείρωση” και το 1987 ιδρύθηκε η ΟΚΔΕ/Σπάρτακος. Εκτός από την ομάδα του Καστρίτη και την Εργατική Δημοκρατία (με επικεφαλής τον Παναγιώτη Δούμα), εμφανίστηκαν και μικρές ομάδες με αναφορές στην ποσαδική 4η Διεθνή (Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα) και στην τάση του Μορένο (Σοσιαλιστική Οργάνωση Εργαζομένων -ΣΟΕ). Παμπλικοί τροτσκιστές (Δαλαβάγκας και Λιβιεράτος) συμμετείχαν στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ στα 1974-76 και μετά τη διαγραφή τους ίδρυσαν τον Πολιτικό Σύνδεσμο 3ης Σεπτέμβρη. Άλλη ομάδα, που συγκροτήθηκε ως Ομάδα Εργατών στην περίοδο της δικτατορίας και διατηρούσε σχέσεις με την Επιτροπή για τη Διεθνή των Εργατών, συγκρότησε τάση στο ΠΑΣΟΚ, γύρω από την εφημερίδα “Ξεκίνημα”, στην οποία συμμετείχε πρόσκαιρα και η Εργατική Δημοκρατία. Από τις τροτσκιστικής έμπνευσης οργανώσεις επιβίωσε μετά τη δικτατορία η ΟΣΕ, με ηγέτες τους Πάνο Γκαργκάνα και Μαρία Στύλου, που είχε μια σχετική μαζικοποίηση.
Οι τροτσκιστικές οργανώσεις, αν και γνώρισαν σημαντική ανάπτυξη αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, κυρίως λόγω της ριζοσπαστικοποίησης της νεολαίας, και μπόρεσαν να εντάξουν στις γραμμές τους και δεκάδες πρωτοπόρους εργάτες συνδικαλιστές, ήταν αντιμέτωπες με το κυρίαρχο ρεύμα του αντιφασισμού και του αντιιμπεριαλισμού, ευνοϊκού για το ΚΚΕ, αλλά και για τον μ-λ χώρο μέσα στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Η υποχώρηση αυτού του ρεύματος από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 συνοδεύτηκε και από την τάση αποστασιοποίησης ή επιφύλαξης απέναντι στις οργανώσεις, ως συνέπεια των αρνητικών φαινομένων της υπερπολιτικοποίησης της προηγούμενης περιόδου, ενώ κατά τη δεκαετία του 1980 κυριαρχούν οι ρεφορμιστικές αυταπάτες που γέννησε η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία.
Μετά τις καταρρεύσεις των καθεστώτων του “υπαρκτού σοσιαλισμού” και ενώ, σχεδόν στο σύνολό του, το τροτσκιστικό ρεύμα είχε χαιρετίσει την πολιτική του Γκορμπατσόφ, ως προοίμιο της πολιτικής επανάστασης που θα ανέτρεπε τη γραφειοκρατία, από τη μια ένιωθε δικαιωμένο για την κριτική του στον “σταλινισμό”, από την άλλη, όμως, βρισκόταν αντιμέτωπο με το συνολικότερο κλίμα απαξίωσης των κομμουνιστικών ιδεών και των επαναστατικών οραμάτων.
Οι τροτσκιστικές οργανώσεις κατά τη δεκαετία του 1990 παρέμεναν μικρές και με περιορισμένη επιρροή. Ήδη τμήμα του ΕΕΚ είχε ενταχθεί στον Συνασπισμό της Αριστεράς, από τον οποίο αφομοιώθηκε και ιδεολογικο-πολιτικά. Το άλλο τμήμα που διατήρησε τον τίτλο του ΕΕΚ, με επικεφαλής τον Μιχαήλ, ακολούθησε πολιτική συνεργασίας με άλλες οργανώσεις της Άκρας Αριστεράς (NAP κ.λπ.), στο πλαίσιο της Μαχόμενης Αριστεράς και κατόπιν στο Μέτωπο Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΜΕΡΑ). Οι δύο ΟΚΔΕ (η ΟΚΔΕ με επικεφαλής τον Σωφρόνη Παπαδόπουλο και η ΟΚΔΕ/Σπάρτακος, που αποτελεί το αναγνωρισμένο ελληνικό τμήμα της μαντελικής 4ης Διεθνούς) παρέμειναν επίσης άμαζες. Μετά την αποχώρησή της από το ΠΑΣΟΚ, η τάση του “Ξεκινήματος” δρα ως αυτόνομη Σοσιαλιστική Διεθνιστική Οργάνωση. Μικρό τμήμα της συνέχισε έως το 2010 τη δράση του στις γραμμές του ΠΑΣΟΚ, με όργανο τη “Σοσιαλιστική Έκφραση”, από το οποίο αποσπάστηκε το 2005 η ομάδα της Μαρξιστικής Τάσης, που εντάχθηκε αργότερα στον Συνασπισμό και δρα ως Κομμουνιστική Τάση στις γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ. Από τη διάλυση της ΣΟΕ προήλθε ο Κομμουνιστικός Σύνδεσμος που μέχρι τη διάλυσή του εξέδιδε την εφημερίδα “Εργατική Εξουσία” και η Κομμουνιστική Οργάνωση Επαναστατών Εργατών που μετεξελίχθηκε στην Κομμουνιστική Τροτσκιστική Ένωση.
Σημαντικές εξελίξεις υπήρξαν στον χώρο της ΟΣΕ, που από το 1997 μετασχηματίστηκε σε Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ). Από ομάδα που αποσπάστηκε το 1994 ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη η Σοσιαλιστική Εργατική Παρέμβαση (ΣΕΠ). Το 2001, μετά από διάσπαση του ΣΕΚ και με τη συμμετοχή της ΣΕΠ, ιδρύθηκε η Διεθνιστική Εργατική Αριστερά (ΔΕΑ), που συμμετείχε στην ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ. Από διάσπαση της ΔΕΑ, το 2004, προήλθαν οι οργανώσεις Κόκκινο, που εντάχθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ, και η Διεθνιστική Σοσιαλιστική Παρέμβαση, η οποία τον επόμενο χρόνο ενοποιήθηκε με την ΟΚΔΕ/Σπάρτακος. Σήμερα η ΔΕΑ και το Κόκκινο, καθώς και η Αντικαπιταλιστική Πολιτική Ομάδα που αποσπάστηκε απ’ αυτό, συνεχίζουν να συμμετέχουν στον ΣΥΡΙΖΑ, το ΣΕΚ και η ΟΚΔΕ/Σπάρτακος συμμετέχουν στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, έχοντας συμμετάσχει και στην Ενωτική Αντικαπιταλιστική Αριστερά (ΕΝΑΝΤΙΑ), ενώ το ΕΕΚ συνεχίζει την αυτόνομη δράση του μετά τη διάλυση του ΜΕΡΑ το 2009. Αυτόνομη δραστηριότητα αναπτύσσει και η ΟΚΔΕ, η Εργατική Δημοκρατία και η Κομμουνιστική Επαναστατική Δράση, που συγκροτήθηκε, κυρίως, από πρώην μέλη της “Εργατικής Εξουσίας” και άλλες μικρότερες ομάδες.
Στις εκλογές του 2012 εκλέχτηκαν με τον ΣΥΡΙΖΑ δύο βουλευτές της ΔΕΑ. Πρόκειται για τους πρώτους τροτσκιστές που εισήλθαν στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Κυριακή 10 Ιουλίου 2016
Παγκοσμιοποίηση, δίκαιο και κοινωνικές αντιθέσεις στην Κίνα
"...Στις μέρες μας μόνο το 1/3 της βιομηχανικής παραγωγής παράγεται από τον κρατικό τομέα, αν και βέβαια το κράτος διατηρεί ρητά, συνειδητά, τον έλεγχο στρατηγικών τομέων της οικονομίας (τράπεζες, ενέργεια, επικοινωνίες, μεταφορές, ασφάλειες κλπ) και ειδικά της βιομηχανίας28.
Οι κοινωνικές επιπτώσεις είναι σύνθετες. Από τη μια έχουμε την εμφάνιση αστικής τάξης ήδη από τις αρχές μέσα δεκαετίας 1990, προερχόμενη κυρίως από τα στελέχη των πρώην κρατικών επιχειρήσεων, και το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον των στελεχών του ΚΚ Κίνας. Παράλληλα, ανθεί το φαινόμενο του παράνομου πλουτισμού των κρατικών στελεχών29. Αυτό λαμβάνει δύο βασικές μορφές: παράνομη αξιοποίηση για προσωπικό πλουτισμό των κρατικών μέσων και παράνομη ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων.
Από την άλλη, παρατηρείται αύξηση των ανισοτήτων, κοινωνικών και γεωγραφικών, παρά την κάποια σχετική μείωση της φτώχειας. Ήδη το 2001 το 20% των πλουσιότερων Κινέζων διέθετε το 50% του εθνικού πλούτου ενώ το φτωχότερο 20% διέθετε μόλις το 4,7%30. Ο δείκτης Giniήταν 0,479 το 2003 και 0,474 το 201231. Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης υπενθυμίζεται ότι στην ΕΣΣΔ το 1991 ήταν 0,26 ενώ στην Κούβα είναι 0,2432.
Εμφανής είναι η επιδείνωση των συνθηκών εργασίας. Στη δεκαετία του 1980 το σύνολο των εργαζομένων στον κρατικό τομέα απολάμβανε στοιχειώδεις κοινωνικές παροχές, σταθερότητα μισθού και θέσης εργασίας. Σήμερα, αυξάνονται οι εργαζόμενοι με άτυπες, απροσδιόριστες εργασιακές σχέσεις. Αποτελούσαν ήδη το 12,2% του συνόλου των εργαζομένων το 200833.Σύμφωνα με έκθεση της Λαϊκής Εθνοσυνέλευσης το 2004, το 67% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα δεν ανήκε σε συνδικαλιστική οργάνωση. Όπως προαναφέρθηκε, ανθούν τα φαινόμενα καταπάτησης εργατικής νομοθεσίας ειδικά με την ανοχή των τοπικών κρατικών αρχών34.
Τέλος, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η σχετική μείωση της φτώχειας αποτελεί καρπό των βαθιών κοινωνικών αλλαγών που επέφερε η επανάσταση και όχι των ιδιωτικοποιήσεων όπως λανθασμένα υποστηρίζεται. Ταυτόχρονα, η σύγχρονη ηγεσία της Κίνας φροντίζει να ασκεί αναδιανεμητικές πολιτικές μέσω του κράτους προκειμένου να διατηρήσει την κοινωνική και πολιτική σταθερότητα και να αποφύγει τις εκρήξεις35.
Επομένως, οι συγκεκριμένες δικαιικές παρεμβάσεις από τις αρχές της δεκαετίας και εντεύθεν οδήγησαν στην ελεγχόμενη επανεμφάνιση της αστικής τάξης και της ταξικής πόλωσης στη χώρα. Καθώς η ταξική πάλη εντείνεται, η εργατική τάξη της Κίνας αναζητά νέους δρόμους για ένα καλύτερο μέλλον συσσωρεύοντας εμπειρία και γνώση...."
Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016
Φυσιολογία της αναπνοής και τεχνικές σωστών αναπνοών για ελεύθερες (χωρίς αναπνευστική συσκευή) καταδύσεις
ΑΝΑΠΝΟΗ Α'
Συγγραφέας: Λιανός Παναγιώτης, εκπαιδευτής Ε/Κ
Στη ενότητα αυτή θα μας απασχολήσει το θέμα τις αναπνοής. Θέμα πολύπλοκο και μεγάλο που θα μας απασχολήσει αρκετά, αλλά και πολύ δημοφιλές μεταξύ των ελευθέρων δυτών. Λογικό δεν είναι άλλωστε; Όταν βουτάς με μια ανάσα, πρέπει να αναπνέεις σωστά.
Ο ρόλος της αναπνοής.
Όλοι μας καταλαβαίνουμε ότι η αναπνοή είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη ζωή μας. Η γνώση αυτή όμως δεν είναι αρκετή. Για αρχή, ας δούμε το θέμα λίγο σφαιρικά και απλοϊκά. Ο οργανισμός μας είναι σαν μια πολύπλοκη μηχανή. Γίνονται καύσεις που απαιτούν την παρουσία πρώτης ύλης (το φαγητό μας, οξυγόνο και άλλα), παράγεται ενέργεια (κίνηση) αλλά και κατάλοιπα. Το αναπνευστικό μας σύστημα θα μπορούσαμε στα πλαίσια αυτής της απλοϊκής συζήτησης να το παρομοιάσουμε με το σύστημα παροχής οξυγόνου για τις καύσεις και ταυτόχρονα και το σύστημα εξάτμισης. Με λίγο πιο συγκεκριμένα λόγια θα λέγαμε ότι με την εισπνοή πετυχαίνουμε την παροχή οξυγόνου (Ο2) στον οργανισμό μας και με την εκπνοή πετυχαίνουμε την απομάκρυνση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από αυτό. Το διοξείδιο του άνθρακα είναι ένα από τα παράγωγα των καύσεων που γίνονται στο σώμα μας. Δηλαδή πολύ σχηματικά και εκλαϊκευμένα θα μπορούσαμε να πούμε το εξής: Με την εισπνοή μπαίνει οξυγόνο στους πνεύμονές μας. Στη συνέχεια το οξυγόνο αυτό εισέρχεται στο αίμα μας και μεταφέρεται (μέσω των αρτηριών) στο σώμα μας όπου καίγεται και παράγεται διοξείδιο του άνθρακα. Αυτό με τη σειρά του μπαίνει στην κυκλοφορία του αίματος, φτάνει (μέσω των φλεβών) στους πνεύμονες και απομακρύνεται μέσω της εκπνοής.
Τα δύο βασικά αέρια όταν αναπνέουμε.
Είδαμε λοιπόν ότι τα δύο βασικά αέρια που θα μας απασχολήσουν προς το παρόν είναι το οξυγόνο και το διοξείδιο του άνθρακα. Τα αέρια αυτά υπάρχουν σε πολλά μέρη του σώματός μας αλλά για απλοποίηση της συζήτησης ας θεωρήσουμε πως έχουμε δύο δεξαμενές, μία για το κάθε αέριο. Σε κατάσταση ηρεμίας, η δεξαμενή του οξυγόνου είναι γεμάτη. Η δεξαμενή του διοξειδίου δεν είναι εντελώς άδεια, αλλά περιέχει μια μικρή ποσότητα του συγκεκριμένου αερίου το οποίο μας είναι απαραίτητο. Σχηματικά αυτό παριστάνεται στο σχήμα 1. Αν αρχίσουμε να περπατάμε (και ανάλογα με το πόσο γρήγορα περπατάμε) καίμε οξυγόνο με γρηγορότερο ρυθμό αλλά λόγω του ότι αναπνέουμε, η «δεξαμενή» του οξυγόνου μένει σχεδόν εντελώς γεμάτη συνεχώς. Η «δεξαμενή» του διοξειδίου γεμίζει πολύ λίγο αλλά μένει κοντά στα φυσιολογικά επίπεδα. Καθώς αρχίσουμε να κάνουμε όλο και πιο έντονη προσπάθεια (π.χ. γρήγορο τρέξιμο), το οξυγόνο δεν μπορεί να πέσει παρά ελάχιστα κάτω από το 100%, γιατί αναπληρώνεται πολύ γρήγορα καθώς αναπνέουμε. Το επίπεδο του διοξειδίου όμως ανεβαίνει σχετικά εύκολα και έτσι λαχανιάζουμε (αναπνέουμε έντονα) όταν τρέχουμε ή κάνουμε κάποια άλλη έντονη σωματική προσπάθεια, προκειμένου να αποβάλουμε το επιπλέον διοξείδιο που παράγεται. Μια διαφορά που ίσως έχετε ήδη καταλάβει ότι υπάρχει ανάμεσα στις δυο «δεξαμενές» αερίων, είναι ότι η δεξαμενή του οξυγόνου γεμίζει πολύ γρήγορα (αυτός είναι ο λόγος που δεν αδειάζει όσο έντονη προσπάθεια και αν κάνουμε), ενώ η δεξαμενή του διοξειδίου γεμίζει εύκολα (αυτός είναι ο λόγος που λαχανιάζουμε). Αν αναλογιστούμε ότι ακόμα και όταν σταματάμε μια πολύ έντονη προσπάθεια εξακολουθούμε να αναπνέουμε έντονα για αρκετή ώρα μετά, εύκολα καταλαβαίνουμε ότι η «δεξαμενή» του διοξειδίου αδειάζει με αργό ρυθμό και καθυστερεί να φτάσει πάλι στα φυσιολογικά επίπεδα. Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε και να θυμόμαστε πάντα ότι τα αυξημένα επίπεδα διοξειδίου είναι αυτά που μας δημιουργούν την ανάγκη για αναπνοή, το λαχάνιασμα κλπ. Η κατάσταση κατά την οποία τα επίπεδα του διοξειδίου στον οργανισμό μας είναι αυξημένα, ονομάζεται υπερκαπνία (πολύς καπνός = παράγωγο καύσης δηλ. διοξείδιο του άνθρακα). Είναι επίσης πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε και να θυμόμαστε ότι σε φυσιολογική κατάσταση, ακόμα και αν αρχίσουμε να αναπνέουμε εντονότερα από ότι είναι απαραίτητο, το επίπεδο του οξυγόνου δεν θα ανέβει (θυμηθείτε ότι είναι ήδη πλήρης η «δεξαμενή» του), αλλά αυτό που θα γίνει θα είναι να πέσουν τα επίπεδα του διοξειδίου κάτω από το φυσιολογικό, κατάσταση την οποία ονομάζουμε υποκαπνία.
Τα δύο βασικά αέρια σε κατάσταση άπνοιας.
Τα πράγματα αλλάζουν από τη στιγμή που ο οργανισμός μας ξεκινάει μια προσπάθεια με άπνοια. Κατά τη διάρκεια της άπνοιας εξ ορισμού κρατάμε την αναπνοή μας, συνεπώς παύει τόσο το γέμισμα της «δεξαμενής» του οξυγόνου όσο και το άδειασμα της «δεξαμενής» του διοξειδίου του άνθρακα. Αυτό λοιπόν που γίνεται είναι ότι σταδιακά η δεξαμενή του οξυγόνου αδειάζει και η δεξαμενή του διοξειδίου του άνθρακα γεμίζει. Το μέχρι ποια επίπεδα μπορεί η πρώτη να αδειάσει και η δεύτερη να γεμίσει είναι αυτό που θα καθορίσει και την μέγιστη δυνατή διάρκεια μιας άπνοιας. Καθώς το επίπεδο του οξυγόνου πέφτει κάτω από τα φυσιολογικά επίπεδα, μπαίνουμε σταδιακά σε υποξική κατάσταση. Φυσικά η ανάλυση του θέματος της υποξίας θα γίνει αναλυτικότερα σε άλλο άρθρο. Μπορεί λοιπόν κανείς εύκολα να αντιληφθεί ότι κατά τη διάρκεια μιας άπνοιας που ξεκινάει όταν βρισκόμαστε σε κατάσταση ηρεμίας (δηλαδή όταν ξεκινάμε μια άπνοια με τα αέρια σε φυσιολογικά επίπεδα), το σώμα μας σταδιακά εισέρχεται και σε υποξική και σε υπερκαπνική κατάσταση. Να μην ξεχνάμε ποτέ ότι δεν μπορούμε να αντιληφθούμε και να διαγνώσουμε τα χαμηλά επίπεδα του οξυγόνου κατά τη διάρκεια μιας άπνοιας, ενώ αντίθετα αντιλαμβανόμαστε πολύ εύκολα την υπερκαπνική κατάσταση και την δυσφορία και ανάγκη για διακοπή της άπνοιας που αυτή προκαλεί.
Η «σωστή» αναπνοή. Έχουν γραφτεί και ειπωθεί πολλά για το πώς πρέπει να αναπνέουμε. Τι ακριβώς εννοούμε όταν λέμε «σωστή» αναπνοή; Εννοούμε τον ρυθμό αναπνοής (πόσες εισπνοές και εκπνοές κάνουμε ανά λεπτό); Τον τρόπο αναπνοής (διαφραγματική, θωρακική); Τον όγκο της κάθε αναπνοής (πόσο αέρα εισπνέουμε ή εκπνέουμε με κάθε αναπνοή); Τι είναι τελικά η «σωστή» αναπνοή; Η απάντηση είναι πως μια συγκεκριμένη «σωστή» αναπνοή δεν υπάρχει. Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα εξαρτώνται από την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε κάθε φορά. Για παράδειγμα, είμαστε στο τέλος μιας βουτιάς και έχουμε μόλις αρχίσει να αναπνέουμε ή έχει περάσει λίγη ώρα αφότου αρχίσαμε να αναπνέουμε; ή μήπως βρισκόμαστε χρονικά λίγο πριν ξεκινήσουμε μια βουτιά; Μπερδεμένα πράγματα; Όχι. Απλά για να βρούμε την απάντηση, πρέπει να δούμε την κατάσταση λίγο αναλυτικά και σταδιακά να προσπαθήσουμε να δούμε την γενική εικόνα. Πάμε λοιπόν να τα δούμε ένα-ένα.
Πνεύμονά μου, παίξε μπάλα.
Η συζήτηση για το τι είναι ο πνεύμονας και πως ακριβώς λειτουργεί είναι τεράστια και όπως κάθε συζήτηση φυσιολογίας μπορεί εύκολα να ξεφύγει από τα πλαίσια και τον σκοπό ενός άρθρου με τίτλο «Discover Freediving». Ας δούμε τα πράγματα απλά λοιπόν. Φανταστείτε μια πλαστική μπάλα με την βαλβίδα ανοιχτή στην οποία κάνουμε τα εξής:
Ας δούμε τώρα τι γίνεται με τους πνεύμονές μας. Δοκιμάστε τα παρακάτω και θα δείτε τις ομοιότητες με τα παραπάνω που «κάναμε» στην πλαστική μπάλα:
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο πνεύμονάς μας έχει μια «θέση» ουδέτερη, μια «θέση» πλήρους εισπνοής και μια «θέση» πλήρους εκπνοής. Και αν τον αφήσουμε χαλαρό, έχει την τάση να «επιστρέφει» στην ουδέτερη θέση. Ακριβώς όπως και η μπάλα που είδαμε πιο πάνω. Βέβαια οι μπάλες συνήθως έχουν βαλβίδα και τις φουσκώνουμε με τρόμπα. Και ο πνεύμονάς μας όμως έχει βαλβίδα η οποία ονομάζεται επιγλωττίδα Είναι αυτό που νιώθουμε πως «κλείνουμε» όταν θέλουμε να κρατήσουμε την αναπνοή μας και «ανοίγουμε» όταν θέλουμε να αναπνεύσουμε. Στο επόμενο τεύχος θα δούμε τον τρόπο, δηλαδή τις κινήσεις μυών που πρέπει να κάνουμε για να πετύχουμε μια πλήρη εισπνοή και εκπνοή. Μέχρι τότε, παίξτε μπάλα, δηλαδή τρέξτε για βουτιές.
ΑΝΑΠΝΟΗ Β'
Συγγραφέας: Λιανός Παναγιώτης, εκπαιδευτής Ε/Κ (ΑΡΧΕΙΟ DEEP MAGAZINE)
Εισαγωγή
Στο προηγούμενο άρθρο είδαμε κάποια πρώτα θέματα που αφορούν την αναπνοή μας, τα αέρια που μας ενδιαφέρουν και τη λειτουργία των πνευμόνων. Σε αυτό το τεύχος θα δούμε με λίγο περισσότερη λεπτομέρεια τη λειτουργία της αναπνοής. Ας ξεκινήσουμε εξετάζοντας ξεχωριστά την εκπνοή και την εισπνοή.
Εκπνοή
Επιστρέφοντας στο παράδειγμα της μπάλας που είδαμε στο προηγούμενο τεύχος, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι εάν έχουμε πάρει μια πλήρη εισπνοή, και χαλαρώσουμε (ανοίξουμε) την επιγλωττίδα μας, ένα τμήμα του αέρα θα βγει από τον πνεύμονά μας χωρίς εμείς να κάνουμε κάποια προσπάθεια. Η ποσότητα του άερα που θα βγει αλλά και η ταχύτητα με την οποία θα βγεί, είναι θετική συνάρτηση του πόσο «μακρυά» βρίσκεται ο πνεύμονάς μας από την «ουδέτερη θέση» την οποία εξηγήσαμε στο προηγούμενο άρθρο. Με απλά λόγια, με το που θα χαλαρώσουμε την επιγλωττίδα μας, επειδή ο πνεύμονάς μας θα είναι πολύ «φουσκωμένος», ο αέρας θα βγαίνει με μεγάλη ταχύτητα, η οποία σταδιακά θα μειώνεται μέχρι να επιστρέψει ο πνεύμονας στην ουδέτερη θέση οπότε και θα σταματήσει να βγαίνει αέρας. Η παραπάνω περιγραφή, σαφώς αναφέρεται στην εκπνοή. Όμως καταλαβαίνουμε εύκολα ότι μέχρι τώρα δεν κάναμε καμία προσπάθεια για να εκπνεύσουμε, απλά ανοίξαμε την επιγλωττίδα μας. Αυτή την εκπνοή θα την ονομάσουμε παθητική εκπνοή (passive exhale), ακριβώς επειδή εμείς μένουμε παθητικοί απέναντι στη διαδικασία αυτή. Εάν θέλουμε να βγάλουμε επιπλέον αέρα από τον πνεύμονά μας, θα πρέπει να ενεργοποιήσουμε την ομάδα των κοιλιακών μυών. Σφίγγοντας τους κοιλιακούς μας μύες μπορούμε να συμπιέσουμε τον πνεύμονά μας (όπως πιέζαμε την μπάλα) ο οποίος λόγω της συμπίεσης αυτής θα μικρύνει και έτσι θα βγει ο αέρας από μέσα του. Στο τέλος δε της διαδικασίας και για να βγάλουμε «όλο» τον αέρα από τον πνεύμονα, θα πρέπει να φέρουμε το στήθος προς τα γόνατά μας (κάτι σαν δίπλωση δηλαδή). Η λέξη «όλο» είναι σκόπιμα μέσα σε εισαγωγικά γιατί στην πραγματικότητα δεν μπορούμε να αφαιρέσουμε όλο τον αέρα από τον πνεύμονα, καθώς μια ποσότητα μένει πάντα εκεί. Αυτή η ποσότητα του αέρα ονομάζεται υπολειπόμενη χωρητικότητα.
Εισπνοή
Ας δούμε τώρα τι γίνεται κατά την εισπνοή. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παραπάνω διαδικασία περίπου αντιστρέφεται. Αν έχουμε κάνει μια πλήρη εκπνοή (δηλαδή έχουμε βγάλει όσο περισσότερο αέρα μπορούμε από τα πνευμόνια μας) και αφήσουμε και πάλι την επιγλωττίδα μας, θα δούμε ότι μια ποσότητα αέρα εισέρχεται από μόνη της στο χώρο των πνευμόνων και μάλιστα παράγεται και ένας έντονος ήχος. Αυτή η διαδικασία γίνεται χωρίς να κάνουμε εμείς κάποια μυϊκή προσπάθεια για εισπνοή. Για αυτό την ονομάζουμε παθητική εισπνοή (Passive inhale). Εάν θέλουμε να πάρουμε επιπλέον αέρα στους πνεύμονές μας, θα πρέπει να ενεργοποιήσουμε μια σειρά από μύες. Ο πρώτος και κύριος μυς της εισπνοής είναι το διάφραγμα. Το διάφραγμα είναι ένας μυς που μπορούμε σχηματικά να φανταστούμε ότι μοιάζει με καμπάνα. Στο πάνω μέρος του θα λέγαμε με απλά λόγια ότι εφάπτεται το κάτω μέρος των πνευμόνων και όταν συσπάται (δηλαδή όταν «σφίγγουμε» το διάφραγμά μας, τότε κινείται προς τα κάτω (γίνεται πιο επίπεδο) και τραβά τους πνεύμονες προς τα κάτω. Καθώς οι πνεύμονες «τεντώνονται» προς τα κάτω, δημιουργείται στο εσωτερικό τους μια υποπίεση και έτσι μπαίνει αέρας από το στόμα ή/και τη μύτη μας. Το διάφραγμα, καθώς συσπάται, εκτοπίζει το στομάχι μας και έτσι φαίνεται σαν να αναπνέουμε με την κοιλιά μας, πράγμα που φυσικά δεν είναι αληθές. Στη συνέχεια πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τους μεσοπλεύριους μύες. Αυτοί είναι οι μύες που «φουσκώνουν» το θώρακά μας. Με την ενεργοποίησή τους, τα πνευμόνια μας «ανοίγουν» προς τα πλάγια και έτσι εισέρχεται επιπλέον αέρας στο εσωτερικό τους. Τέλος, μπορούμε να πάρουμε μια μικρή επιπλέον ποσότητα αέρα εάν χρησιμοποιήσουμε τους ώμους μας. Ανασηκώνοντάς τους, τεντώνουμε (έστω και λίγο) τους πνεύμονες προς τα επάνω και έτσι μπορούμε να πάρουμε λίγο αέρα επιπλέον.
Η γενικότερη εικόνα
Διαβάζοντας την παραπάνω περιγραφή, γίνεται φανερό ότι ο πνεύμονάς μας έχει πάντα την τάση να «επιστρέφει» στην «ουδέτερη θέση». Για να «γεμίσουμε» αέρα πάνω από την ουδέτερη θέση, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τους μύες της εισπνοής (διάφραγμα, μεσοπλεύριους, ώμους) και αυτή η ποσότητα αέρα είναι που «φεύγει» με την παθητική εκπνοή. Ενώ αντίθετα, για να «αδειάσουμε» αέρα πέρα από την ουδέτερη θέση πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τους μύες της εκπνοής (κοιλιακοί) και αυτή η ίδια ποσότητα είναι που «μπαίνει» με την παθητική εισπνοή. Το Σχήμα 1 βοηθάει να καταλάβουμε το παραπάνω σκεπτικό. Έστω ότι ξεκινάμε έναν κύκλο αναπνοής από την κατάσταση της πλήρους εισπνοής. Αρχίζουμε με μια παθητική εκπνοή και φτάνουμε στην ουδέτερη θέση, συνεχίζουμε με μια εκπνοή και μόλις φτάσουμε την υπολειπόμενη χωρητικότητα κάνουμε παθητική εισπνοή μέχρι την ουδέτερη θέση και στο τέλος κάνουμε εισπνοή και καταλήγουμε εκεί από όπου ξεκινήσαμε, την κατάσταση πλήρους εισπνοής. Μυϊκή προσπάθεια κάνουμε μόνο κατά την εκπνοή και την εισπνοή και όχι κατά τα «παθητικά» μέρη. Στην πραγματικότητα βέβαια, δεν αναπνέουμε σχεδόν ποτέ με τον τρόπο αυτό. Κινούμαστε «γύρω» από την ουδέτερη θέση ανάλογα με τις ανάγκες μας. Βέβαια, αν υπάρχει ανάγκη να κάνουμε γρήγορη εισπνοή ή εκπνοή, τότε δεν επαναπαυόμαστε στην παθητική εισπνοή και παθητική εκπνοή αλλά και σε εκείνη την «φάση» εφαρμόζουμε μυϊκή προσπάθεια για να γίνει ή όλη διαδικασία πιο γρήγορα.
Η αναπνοή ως τρόπος χαλάρωσης
Ο μέσος άνθρωπος σε κατάσταση χαλάρωσης αναπνέει με ρυθμό αναπνοής περίπου 12 κύκλους ανά λεπτό. Και επειδή είναι σε κατάσταση χαλάρωσης, δεν χρησιμοποιεί όλο τον διαθέσιμο πνευμονικό όγκο του, αλλά περίπου 0,5 του λίτρου. Άρα ή ποσότητα του αέρα που χρησιμοποιεί μέσα σε ένα λεπτό είναι 6 λίτρα. Μπορεί σε κατάσταση ηρεμίας ο καρδιακός μας παλμός να είναι (για παράδειγμα) 70 παλμοί το λεπτό, αλλά ο ρυθμός αυτός δεν είναι σταθερός, είναι απλά ο μέσος όρος. Υπάρχει μια μικρή διακύμανση γύρω από το 70, γιατί την ώρα που εισπνέουμε ο ρυθμός ανεβαίνει ενώ την ώρα που εκπνέουμε, ο ρυθμός πέφτει. Στο Σχήμα 2 φαίνεται αυτό που είπαμε μόλις τώρα. Στο Σχήμα 3 μπορείτε να δείτε τα 10 πρώτα δευτερόλεπτα του σχήματος 2 σε μεγέθυνση. Γίνεται φανερή η πτώση και η άνοδος του καρδιακού παλμού κατά τη φάση της εκπνοής και της εισπνοής αντίστοιχα. Θα μπορούσε κάποιος να κάνει 6 αναπνοές ανά λεπτό και να έχει η κάθε μία όγκο 1 λίτρο. Και πάλι θα χρησιμοποιούσε 6 λίτρα το λεπτό. Επίσης θα μπορούσε να κάνει 3 αναπνοές το λεπτό και να έχει η κάθε μία όγκο 2 λίτρων και πάλι να «παίρνει» 6 λίτρα το λεπτό. Στην περίπτωση αυτή ο κάθε κύκλος θα διαρκούσε 20 δευτερόλεπτα. Εφόσον έχουμε παρατηρήσει ότι κατά τη διάρκεια της εκπνοής ο καρδιακός ρυθμός πέφτει και κατά την εισπνοή ανεβαίνει, μπορούμε να κάνουμε το εξής «τρυκ»: Από τα 20 δευτερόλεπτα του κύκλου αναπνοής, να χρησιμοποιήσουμε τα 19 για την εκπνοή και μόλις το 1 για την εισπνοή. Άρα θα περάσουμε περισσότερη ώρα σε κατάσταση «εκπνοής» (πράγμα που θα ρίξει τους παλμούς μας) και πολύ λίγη ώρα σε κατάσταση «εισπνοής» (πράγμα που θα ανεβάσει μόλις λίγο τους παλμούς μας). Θα πίστευε κανείς ότι σύμφωνα με το παραπάνω σκεπτικό ο καρδιακός μας ρυθμός θα μειωνόταν συνεχώς, όσο εμείς ακολουθούμε αυτή την τακτική με τις «γρήγορες» εισπνοές και τις «μακρόσυρτες» εκπνοές. Δυστυχώς δεν είναι έτσι ακριβώς αλλά αυτό που παρατηρούμε τελικά είναι ότι ο μέσος όρος του καρδιακού μας παλμού φτάνει ένα νέο, χαμηλότερο επίπεδο. Στο σχήμα 4 μπορείτε να δείτε μια σχηματική απεικόνιση της παραπάνω τεχνικής. Βλέπουμε ότι το νέο «σημείο ισορροπίας» του καρδιακού μας ρυθμού βρίσκεται στους 60 παλμούς ανά λεπτό. Φυσικά από άνθρωπο σε άνθρωπο τα νούμερα αυτά θα διαφέρουν, αλλά η γενική αρχή ισχύει. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι «μακρόσυρτες» εκπνοές και οι «γρήγορες» εκπνοές, είναι ένας καλός τρόπος «μηχανικής» ή αλλιώς «αυτόματης» χαλάρωσης. Αυτό θα το ξαναθυμηθούμε στο επόμενο τεύχος, όταν θα δούμε με κάπως μεγαλύτερη λεπτομέρεια τους τρόπους αναπνοής που πρέπει να εφαρμόζουμε κατά τις εξορμήσεις μας στη θάλασσα.
ΑΝΑΠΝΟΗ Γ'
Συγγραφέας: Λιανός Παναγιώτης, εκπαιδευτής Ε/Κ (ΑΡΧΕΙΟ DEEP MAGAZINE) Εισαγωγή.
Στο προηγούμενο άρθρο εξετάσαμε την λειτουργία της εισπνοής και εκπνοής και αναφερθήκαμε αναλυτικά στην αναπνοή ως μέθοδο μηχανικής χαλάρωσης. Στο άρθρο αυτό θα αναφερθούμε στο πως πρέπει να αναπνέουμε ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε.
Οι τρεις φάσεις της επιφάνειας.
Μια εξόρμηση στη θάλασσα αποτελείται από βουτιές (χρόνος άπνοιας) και διαλείμματα στην επιφάνεια (χρόνος αναπνοής). Αν εξετάσουμε λίγο πιο προσεκτικά τον χρόνο αναπνοής (που βρισκόμαστε στην επιφάνεια), μπορούμε να τον χωρίσουμε στις εξής τρεις ομάδες:
Αναπνοές αμέσως μετά τη βουτιά.
Οι πιο σημαντικές αναπνοές είναι αυτές που κάνουμε αμέσως μετά τη βουτιά μας, γιατί εξ’ ορισμού εκείνη τη χρονική στιγμή το οξυγόνο που έχουμε στη διάθεσή μας βρίσκεται στο ελάχιστο επίπεδό του. Η συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών υποξίας οφείλεται σε λάθος αναπνοές αμέσως μετά τη βουτιά για το λόγο που μόλις αναφέρθηκε. Σε καμία άλλη χρονική στιγμή δεν έχουμε λιγότερο. Το οξυγόνο έχει μια ωραία ιδιότητα: αναπληρώνεται σχετικά γρήγορα. Μιλώντας κάπως «χονδρικά», θα μπορούσαμε να πούμε ότι σωστές αναπνοές που διαρκούν για διάστημα 30 δευτερολέπτων, μας προσφέρουν σιγουριά ότι ξεπεράσαμε τον κίνδυνο μιας ενδεχόμενης υποξίας και μπορούμε πλέον να μιλήσουμε στο ζευγάρι μας, να του περιγράψουμε όσα είδαμε και όσα έγιναν κατά τη διάρκεια της βουτιάς μας. Έχουν υπάρξει περιστατικά κατά τα οποία ο δύτης αναδύεται, παίρνει μια αναπνοή, λέει στο ζευγάρι του να βουτήξει για ένα ψάρι που είδε και αμέσως μετά παθαίνει υποξία και λιποθυμάει. Προσοχή λοιπόν. Με ποιόν τρόπο όμως αναπνέουμε για να πετύχουμε την γρηγορότερη αναπλήρωση του οξυγόνου; Ξεκινώντας τη βουτιά μας έχουμε πάρει μια πλήρη εισπνοή, άρα στο τέλος της βουτιάς πρέπει πρώτα να κάνουμε εκπνοή. Επειδή όμως πρέπει να κάνουμε όσο μεγαλύτερη οικονομία σε καύσεις γίνεται, κάνουμε μια παθητική εκπνοή και μετά μια γρήγορη εισπνοή. Κρατάμε τον αέρα αυτό για μισό δευτερόλεπτο και επαναλαμβάνουμε αυτή την αλληλουχία παθητικών εκπνοών, εισπνοών, μικρού κρατήματος για μερικά δευτερόλεπτα. Ο λόγος για τον οποίο κάνουμε παθητικές εκπνοές και όχι πλήρεις είναι απλός. Επειδή μια πλήρης εκπνοή ανανεώνει σε μεγαλύτερο βαθμό τον αέρα των πνευμόνων μας αλλά ταυτόχρονα απαιτεί ενέργεια για να επιτευχθεί, πρέπει να αποφεύγουμε τις δυνατές και πλήρεις εκπνοές. Έτσι μπορούμε να ανανεώσουμε τα αποθέματα του οξυγόνου μας κάνοντας την ελάχιστη προσπάθεια (και συνεπώς αποφεύγοντας αυξημένη δραστηριότητα σε φάση έλλειψης οξυγόνου). Μια προχωρημένη τεχνική που χρησιμοποιούν κυρίως οι αθλητές ελεύθερης κατάδυσης είναι το λεγόμενο κράτημα και πίεση. Δηλαδή το μικρό κράτημα που αναφέραμε πιο πάνω, γίνεται μεγαλύτερο σε διάρκεια (2-3 δευτερόλεπτα) και ταυτόχρονα γίνεται προσπάθεια εκπνοής έχοντας κλειστή την επιγλωττίδα. Άρα δεν γίνεται κανονική εκπνοή αλλά απλή αύξηση της πίεσης στο εσωτερικό των πνευμόνων, πράγμα που προάγει τον γρηγορότερο εμπλουτισμό του αίματος με οξυγόνο. Είναι μια καινούργια τεχνική που αν τη βλέπαμε πριν από μερικά χρόνια θα γελούσαμε. Όλα αλλάζουν….
Αναπνοές ανάμεσα στις βουτιές.
Έστω λοιπόν ότι τελειώσαμε τη βουτιά μας, κάναμε και τις αναπνοές που περιγράψαμε στην προηγούμενη παράγραφο (και συνεπώς έχουμε αναπληρώσει το οξυγόνο μας). Κύριο μέλημά μας τώρα είναι η αποβολή του διοξειδίου του άνθρακα, δηλαδή να «ξελαχανιάσουμε». Όπως είδαμε στα προηγούμενα άρθρα, το παράγωγο των καύσεων είναι το διοξείδιο του άνθρακα, το οποίο μας δημιουργεί και την ανάγκη για αναπνοή. Δυστυχώς, αντίθετα από το οξυγόνο, το διοξείδιο του άνθρακα, δεν αποβάλλεται γρήγορα, αλλά απαιτεί αρκετό χρόνο. Αυτός είναι και ο λόγος που στο Σχήμα 1, ο χρόνος «ανάμεσα στις βουτιές» έχει την μεγαλύτερη διάρκεια από όλες τις άλλες φάσεις. Είναι ο χρόνος κατά τον οποίο πρέπει να αναπνέουμε ελεύθερα και αβίαστα, όπως ακριβώς μας προτρέπει το σώμα μας. Το πόσο χρόνο διαρκεί αυτή η φάση είναι άμεσα συνδεδεμένο με το τι κάναμε προηγουμένως και τι συσσώρευση διοξειδίου του άνθρακα έχουμε πετύχει. Εξάλλου ας μην ξεχνάμε ότι ο ρυθμιστικός παράγοντας της αναπνοής είναι το διοξείδιο του άνθρακα και συνεπώς πρέπει να «ακούσουμε» το σώμα μας και να του δώσουμε τον απαιτούμενο χρόνο να αναπνεύσει όπως πρέπει. Θα μπορούσε κανείς, σκεπτόμενος πονηρά να πει το εξής. «Αφού έχω μεγάλα αποθέματα διοξειδίου, να κάνω έναν έντονο υπεραερισμό (δηλαδή αναπνοή πιο έντονη από αυτή που υποδεικνύει το σώμα μας) για να ρίξω τα επίπεδα του διοξειδίου γρηγορότερα και συνεπώς να είμαι έτοιμος για την επόμενη βουτιά πιο σύντομα». Δυστυχώς τα πράγματα δεν λειτουργούν ακριβώς έτσι, γιατί το διοξείδιο του άνθρακα δεν συσσωρεύεται μόνο στους πνεύμονες και στο αίμα, αλλά και στους ιστούς. Και μπορεί κάνοντας έναν έντονο υπεραερισμό να το αποβάλλουμε γρήγορα από τους πνεύμονες και το αίμα, αλλά από τους ιστούς φεύγει αργά και σταδιακά, χωρίς ο ρυθμός αποβολής να επηρεάζεται αισθητά από το αν κάνουμε υπεραερισμό ή όχι. Με απλά λόγια, εάν κάνουμε υπεραερισμό, μπορεί στιγμιαία να νιώσουμε ότι διώξαμε το CO2, αλλά μετά από λίγο, το επιπλέον διοξείδιο που υπάρχει στους ιστούς μας, θα περάσει στο αίμα και από εκεί στους πνεύμονες δημιουργώντας και πάλι ανάγκη για αναπνοή. Δώστε λοιπόν χρόνο στο σώμα σας να αποβάλει το CO2 με τον φυσικό του ρυθμό. Give it time!
Αναπνοές αμέσως πριν τη βουτιά.
Το κομμάτι αυτό των αναπνοών το αναλύσαμε στο προηγούμενο τεύχος, στο σημείο που μιλήσαμε για την αναπνοή ως μέθοδο μηχανικής χαλάρωσης. Βρισκόμαστε σε φάση που είμαστε πλήρεις οξυγόνου (έχουμε κάνει τις αναπνοές «αμέσως μετά τη βουτιά» αμέσως μετά την ανάδυσή μας) και επίσης έχουμε αποβάλει το πλεόνασμα διοξειδίου του άνθρακα (έχουμε κάνει τις αναπνοές «ανάμεσα στις βουτιές»). 'Aρα σκοπός μας είναι να χαλαρώσουμε προσέχοντας να μην φτάσουμε σε κατάσταση υποκαπνίας. Χρονικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι αναπνοές της χαλάρωσης διαρκούν περίπου 3 λεπτά (ανάλογα με το πόσο εύκολα έχουμε μάθει να χαλαρώνουμε σωστά) και αποτελούνται από σχεδόν πλήρεις εισπνοές και μακρόσυρτες παθητικές εκπνοές. Έτσι, μπορούμε να χαλαρώσουμε και να προετοιμαστούμε για την βουτιά που θα ακολουθήσει αμέσως μετά.
Η τελευταία εισπνοή.
Φυσικά η τελευταία εισπνοή πρέπει να είναι πλήρης, χρησιμοποιώντας όλους τους εισπνευστικούς μυς με τη σειρά: Διάφραγμα, μεσοπλεύριους και ώμους. Έτσι θα έχουμε όσο περισσότερο οξυγόνο μπορούμε στη διάθεσή μας και θα μπορούμε να κάνουμε τις βουτιές μας με τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια και άνεση. Εδώ μπορούμε να αναφέρουμε εν συντομία και την μέθοδο της πνευμονικής υπερπλήρωσης. Η μέθοδος αυτή δεν έχει μόνο σκοπό να μας δώσει παραπάνω «αέρα» για να εξισώσουμε βαθύτερα (όπως πιστεύαμε παλαιότερα) αλλά επιπλέον μας επιτρέπει να έχουμε παραπάνω οξυγόνο στη διάθεσή μας (όπως έχουμε δει στην πράξη). Περίπου σαν να βάζαμε μεγαλύτερο ρεζερβουάρ καυσίμου στο αυτοκίνητό μας, πράγμα που θα μας επέτρεπε να διανύσουμε περισσότερα χιλιόμετρα χωρίς να σταματήσουμε σε πρατήριο βενζίνης. Αυτή η μέθοδος λοιπόν δεν χρησιμοποιείται μόνο στις βουτιές σε βάθος, αλλά και στην στατική και δυναμική άπνοια, με θετικά αποτελέσματα. Γίνεται μετά από μια σχεδόν πλήρη εισπνοή και αποτελείται από μικρές και γρήγορες «καταπόσεις» αέρα, που πηγαίνει στους πνεύμονες, δημιουργώντας μια αίσθηση ότι «φουσκώνουμε». Βέβαια απαιτεί μεγάλη προσοχή γιατί 1) Αν γίνει με λάθος τεχνική απαιτεί πολύ χρόνο και συνεπώς χάνουμε τα θετικά της αποτελέσματα και 2) Αν γίνει σε πολύ μεγάλο βαθμό μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε υποξία, πριν καλά-καλά βουτήξουμε. Καλό είναι να μην τη χρησιμοποιήσετε αν δεν την έχετε μάθει κοντά σε έναν έμπειρο εκπαιδευτή – αθλητή ελεύθερης κατάδυσης.
Συμπεράσματα.
Συγγραφέας: Λιανός Παναγιώτης, εκπαιδευτής Ε/Κ
Στη ενότητα αυτή θα μας απασχολήσει το θέμα τις αναπνοής. Θέμα πολύπλοκο και μεγάλο που θα μας απασχολήσει αρκετά, αλλά και πολύ δημοφιλές μεταξύ των ελευθέρων δυτών. Λογικό δεν είναι άλλωστε; Όταν βουτάς με μια ανάσα, πρέπει να αναπνέεις σωστά.
Ο ρόλος της αναπνοής.
Όλοι μας καταλαβαίνουμε ότι η αναπνοή είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη ζωή μας. Η γνώση αυτή όμως δεν είναι αρκετή. Για αρχή, ας δούμε το θέμα λίγο σφαιρικά και απλοϊκά. Ο οργανισμός μας είναι σαν μια πολύπλοκη μηχανή. Γίνονται καύσεις που απαιτούν την παρουσία πρώτης ύλης (το φαγητό μας, οξυγόνο και άλλα), παράγεται ενέργεια (κίνηση) αλλά και κατάλοιπα. Το αναπνευστικό μας σύστημα θα μπορούσαμε στα πλαίσια αυτής της απλοϊκής συζήτησης να το παρομοιάσουμε με το σύστημα παροχής οξυγόνου για τις καύσεις και ταυτόχρονα και το σύστημα εξάτμισης. Με λίγο πιο συγκεκριμένα λόγια θα λέγαμε ότι με την εισπνοή πετυχαίνουμε την παροχή οξυγόνου (Ο2) στον οργανισμό μας και με την εκπνοή πετυχαίνουμε την απομάκρυνση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από αυτό. Το διοξείδιο του άνθρακα είναι ένα από τα παράγωγα των καύσεων που γίνονται στο σώμα μας. Δηλαδή πολύ σχηματικά και εκλαϊκευμένα θα μπορούσαμε να πούμε το εξής: Με την εισπνοή μπαίνει οξυγόνο στους πνεύμονές μας. Στη συνέχεια το οξυγόνο αυτό εισέρχεται στο αίμα μας και μεταφέρεται (μέσω των αρτηριών) στο σώμα μας όπου καίγεται και παράγεται διοξείδιο του άνθρακα. Αυτό με τη σειρά του μπαίνει στην κυκλοφορία του αίματος, φτάνει (μέσω των φλεβών) στους πνεύμονες και απομακρύνεται μέσω της εκπνοής.
Τα δύο βασικά αέρια όταν αναπνέουμε.
Είδαμε λοιπόν ότι τα δύο βασικά αέρια που θα μας απασχολήσουν προς το παρόν είναι το οξυγόνο και το διοξείδιο του άνθρακα. Τα αέρια αυτά υπάρχουν σε πολλά μέρη του σώματός μας αλλά για απλοποίηση της συζήτησης ας θεωρήσουμε πως έχουμε δύο δεξαμενές, μία για το κάθε αέριο. Σε κατάσταση ηρεμίας, η δεξαμενή του οξυγόνου είναι γεμάτη. Η δεξαμενή του διοξειδίου δεν είναι εντελώς άδεια, αλλά περιέχει μια μικρή ποσότητα του συγκεκριμένου αερίου το οποίο μας είναι απαραίτητο. Σχηματικά αυτό παριστάνεται στο σχήμα 1. Αν αρχίσουμε να περπατάμε (και ανάλογα με το πόσο γρήγορα περπατάμε) καίμε οξυγόνο με γρηγορότερο ρυθμό αλλά λόγω του ότι αναπνέουμε, η «δεξαμενή» του οξυγόνου μένει σχεδόν εντελώς γεμάτη συνεχώς. Η «δεξαμενή» του διοξειδίου γεμίζει πολύ λίγο αλλά μένει κοντά στα φυσιολογικά επίπεδα. Καθώς αρχίσουμε να κάνουμε όλο και πιο έντονη προσπάθεια (π.χ. γρήγορο τρέξιμο), το οξυγόνο δεν μπορεί να πέσει παρά ελάχιστα κάτω από το 100%, γιατί αναπληρώνεται πολύ γρήγορα καθώς αναπνέουμε. Το επίπεδο του διοξειδίου όμως ανεβαίνει σχετικά εύκολα και έτσι λαχανιάζουμε (αναπνέουμε έντονα) όταν τρέχουμε ή κάνουμε κάποια άλλη έντονη σωματική προσπάθεια, προκειμένου να αποβάλουμε το επιπλέον διοξείδιο που παράγεται. Μια διαφορά που ίσως έχετε ήδη καταλάβει ότι υπάρχει ανάμεσα στις δυο «δεξαμενές» αερίων, είναι ότι η δεξαμενή του οξυγόνου γεμίζει πολύ γρήγορα (αυτός είναι ο λόγος που δεν αδειάζει όσο έντονη προσπάθεια και αν κάνουμε), ενώ η δεξαμενή του διοξειδίου γεμίζει εύκολα (αυτός είναι ο λόγος που λαχανιάζουμε). Αν αναλογιστούμε ότι ακόμα και όταν σταματάμε μια πολύ έντονη προσπάθεια εξακολουθούμε να αναπνέουμε έντονα για αρκετή ώρα μετά, εύκολα καταλαβαίνουμε ότι η «δεξαμενή» του διοξειδίου αδειάζει με αργό ρυθμό και καθυστερεί να φτάσει πάλι στα φυσιολογικά επίπεδα. Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε και να θυμόμαστε πάντα ότι τα αυξημένα επίπεδα διοξειδίου είναι αυτά που μας δημιουργούν την ανάγκη για αναπνοή, το λαχάνιασμα κλπ. Η κατάσταση κατά την οποία τα επίπεδα του διοξειδίου στον οργανισμό μας είναι αυξημένα, ονομάζεται υπερκαπνία (πολύς καπνός = παράγωγο καύσης δηλ. διοξείδιο του άνθρακα). Είναι επίσης πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε και να θυμόμαστε ότι σε φυσιολογική κατάσταση, ακόμα και αν αρχίσουμε να αναπνέουμε εντονότερα από ότι είναι απαραίτητο, το επίπεδο του οξυγόνου δεν θα ανέβει (θυμηθείτε ότι είναι ήδη πλήρης η «δεξαμενή» του), αλλά αυτό που θα γίνει θα είναι να πέσουν τα επίπεδα του διοξειδίου κάτω από το φυσιολογικό, κατάσταση την οποία ονομάζουμε υποκαπνία.
Τα δύο βασικά αέρια σε κατάσταση άπνοιας.
Τα πράγματα αλλάζουν από τη στιγμή που ο οργανισμός μας ξεκινάει μια προσπάθεια με άπνοια. Κατά τη διάρκεια της άπνοιας εξ ορισμού κρατάμε την αναπνοή μας, συνεπώς παύει τόσο το γέμισμα της «δεξαμενής» του οξυγόνου όσο και το άδειασμα της «δεξαμενής» του διοξειδίου του άνθρακα. Αυτό λοιπόν που γίνεται είναι ότι σταδιακά η δεξαμενή του οξυγόνου αδειάζει και η δεξαμενή του διοξειδίου του άνθρακα γεμίζει. Το μέχρι ποια επίπεδα μπορεί η πρώτη να αδειάσει και η δεύτερη να γεμίσει είναι αυτό που θα καθορίσει και την μέγιστη δυνατή διάρκεια μιας άπνοιας. Καθώς το επίπεδο του οξυγόνου πέφτει κάτω από τα φυσιολογικά επίπεδα, μπαίνουμε σταδιακά σε υποξική κατάσταση. Φυσικά η ανάλυση του θέματος της υποξίας θα γίνει αναλυτικότερα σε άλλο άρθρο. Μπορεί λοιπόν κανείς εύκολα να αντιληφθεί ότι κατά τη διάρκεια μιας άπνοιας που ξεκινάει όταν βρισκόμαστε σε κατάσταση ηρεμίας (δηλαδή όταν ξεκινάμε μια άπνοια με τα αέρια σε φυσιολογικά επίπεδα), το σώμα μας σταδιακά εισέρχεται και σε υποξική και σε υπερκαπνική κατάσταση. Να μην ξεχνάμε ποτέ ότι δεν μπορούμε να αντιληφθούμε και να διαγνώσουμε τα χαμηλά επίπεδα του οξυγόνου κατά τη διάρκεια μιας άπνοιας, ενώ αντίθετα αντιλαμβανόμαστε πολύ εύκολα την υπερκαπνική κατάσταση και την δυσφορία και ανάγκη για διακοπή της άπνοιας που αυτή προκαλεί.
Η «σωστή» αναπνοή. Έχουν γραφτεί και ειπωθεί πολλά για το πώς πρέπει να αναπνέουμε. Τι ακριβώς εννοούμε όταν λέμε «σωστή» αναπνοή; Εννοούμε τον ρυθμό αναπνοής (πόσες εισπνοές και εκπνοές κάνουμε ανά λεπτό); Τον τρόπο αναπνοής (διαφραγματική, θωρακική); Τον όγκο της κάθε αναπνοής (πόσο αέρα εισπνέουμε ή εκπνέουμε με κάθε αναπνοή); Τι είναι τελικά η «σωστή» αναπνοή; Η απάντηση είναι πως μια συγκεκριμένη «σωστή» αναπνοή δεν υπάρχει. Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα εξαρτώνται από την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε κάθε φορά. Για παράδειγμα, είμαστε στο τέλος μιας βουτιάς και έχουμε μόλις αρχίσει να αναπνέουμε ή έχει περάσει λίγη ώρα αφότου αρχίσαμε να αναπνέουμε; ή μήπως βρισκόμαστε χρονικά λίγο πριν ξεκινήσουμε μια βουτιά; Μπερδεμένα πράγματα; Όχι. Απλά για να βρούμε την απάντηση, πρέπει να δούμε την κατάσταση λίγο αναλυτικά και σταδιακά να προσπαθήσουμε να δούμε την γενική εικόνα. Πάμε λοιπόν να τα δούμε ένα-ένα.
Πνεύμονά μου, παίξε μπάλα.
Η συζήτηση για το τι είναι ο πνεύμονας και πως ακριβώς λειτουργεί είναι τεράστια και όπως κάθε συζήτηση φυσιολογίας μπορεί εύκολα να ξεφύγει από τα πλαίσια και τον σκοπό ενός άρθρου με τίτλο «Discover Freediving». Ας δούμε τα πράγματα απλά λοιπόν. Φανταστείτε μια πλαστική μπάλα με την βαλβίδα ανοιχτή στην οποία κάνουμε τα εξής:
- Αν μπορούσαμε κάπως να την πιάσουμε και να την τραβήξουμε (τεντώσουμε) από όλες τις μεριές της προς τα έξω θα έμπαινε αέρας από την ανοιχτή βαλβίδα και θα αυξανόταν ο όγκος της.
- Αν την αφήναμε ελεύθερη, λόγω αυξημένης πίεσης στο εσωτερικό της θα έφευγε ο αέρας από την βαλβίδα και θα επανερχόταν στον αρχικό της όγκο.
- Αν στην συνέχεια την πιέζαμε, θα έφευγε επιπλέον αέρας και ο όγκος της θα μειωνόταν περισσότερο.
- Και αν στη συνέχεια την αφήναμε πάλι ελεύθερη, λόγω υποπίεσης στο εσωτερικό της θα έμπαινε πάλι αέρας από την ανοιχτή βαλβίδα και θα επανερχόταν στην ουδέτερη θέση όπου η πίεση στο εσωτερικό της ισούται με την εξωτερική πίεση.
Ας δούμε τώρα τι γίνεται με τους πνεύμονές μας. Δοκιμάστε τα παρακάτω και θα δείτε τις ομοιότητες με τα παραπάνω που «κάναμε» στην πλαστική μπάλα:
- Κάντε μια όσο πιο πλήρη εισπνοή μπορείτε και κρατήστε την μερικά δευτερόλεπτα. Ο όγκος των πνευμόνων σας αυξάνεται και αυτό φαίνεται από την μεταβολή στο μέγεθος του θώρακά σας.
- Αφήστε ελεύθερη την αναπνοή σας χωρίς να κάνετε προσπάθεια για εκπνοή. Με άλλα λόγια αφήστε τον αέρα να βγει από μέσα σας, απλά χαλαρώνοντας. Ο θώρακάς σας θα μειωθεί σε όγκο.
- Ακριβώς από το σημείο που επανήλθε μόνος του ο πνεύμονας, συνεχίστε κάνοντας μια πλήρη εκπνοή. Επιπλέον αέρας βγαίνει και ο όγκος σας μειώνεται περισσότερο.
- Χαλαρώστε και πάλι και θα δείτε ότι κάποια ποσότητα αέρα μπαίνει πάλι στον πνεύμονα από μόνη της.
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο πνεύμονάς μας έχει μια «θέση» ουδέτερη, μια «θέση» πλήρους εισπνοής και μια «θέση» πλήρους εκπνοής. Και αν τον αφήσουμε χαλαρό, έχει την τάση να «επιστρέφει» στην ουδέτερη θέση. Ακριβώς όπως και η μπάλα που είδαμε πιο πάνω. Βέβαια οι μπάλες συνήθως έχουν βαλβίδα και τις φουσκώνουμε με τρόμπα. Και ο πνεύμονάς μας όμως έχει βαλβίδα η οποία ονομάζεται επιγλωττίδα Είναι αυτό που νιώθουμε πως «κλείνουμε» όταν θέλουμε να κρατήσουμε την αναπνοή μας και «ανοίγουμε» όταν θέλουμε να αναπνεύσουμε. Στο επόμενο τεύχος θα δούμε τον τρόπο, δηλαδή τις κινήσεις μυών που πρέπει να κάνουμε για να πετύχουμε μια πλήρη εισπνοή και εκπνοή. Μέχρι τότε, παίξτε μπάλα, δηλαδή τρέξτε για βουτιές.
ΑΝΑΠΝΟΗ Β'
Συγγραφέας: Λιανός Παναγιώτης, εκπαιδευτής Ε/Κ (ΑΡΧΕΙΟ DEEP MAGAZINE)
Εισαγωγή
Στο προηγούμενο άρθρο είδαμε κάποια πρώτα θέματα που αφορούν την αναπνοή μας, τα αέρια που μας ενδιαφέρουν και τη λειτουργία των πνευμόνων. Σε αυτό το τεύχος θα δούμε με λίγο περισσότερη λεπτομέρεια τη λειτουργία της αναπνοής. Ας ξεκινήσουμε εξετάζοντας ξεχωριστά την εκπνοή και την εισπνοή.
Εκπνοή
Επιστρέφοντας στο παράδειγμα της μπάλας που είδαμε στο προηγούμενο τεύχος, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι εάν έχουμε πάρει μια πλήρη εισπνοή, και χαλαρώσουμε (ανοίξουμε) την επιγλωττίδα μας, ένα τμήμα του αέρα θα βγει από τον πνεύμονά μας χωρίς εμείς να κάνουμε κάποια προσπάθεια. Η ποσότητα του άερα που θα βγει αλλά και η ταχύτητα με την οποία θα βγεί, είναι θετική συνάρτηση του πόσο «μακρυά» βρίσκεται ο πνεύμονάς μας από την «ουδέτερη θέση» την οποία εξηγήσαμε στο προηγούμενο άρθρο. Με απλά λόγια, με το που θα χαλαρώσουμε την επιγλωττίδα μας, επειδή ο πνεύμονάς μας θα είναι πολύ «φουσκωμένος», ο αέρας θα βγαίνει με μεγάλη ταχύτητα, η οποία σταδιακά θα μειώνεται μέχρι να επιστρέψει ο πνεύμονας στην ουδέτερη θέση οπότε και θα σταματήσει να βγαίνει αέρας. Η παραπάνω περιγραφή, σαφώς αναφέρεται στην εκπνοή. Όμως καταλαβαίνουμε εύκολα ότι μέχρι τώρα δεν κάναμε καμία προσπάθεια για να εκπνεύσουμε, απλά ανοίξαμε την επιγλωττίδα μας. Αυτή την εκπνοή θα την ονομάσουμε παθητική εκπνοή (passive exhale), ακριβώς επειδή εμείς μένουμε παθητικοί απέναντι στη διαδικασία αυτή. Εάν θέλουμε να βγάλουμε επιπλέον αέρα από τον πνεύμονά μας, θα πρέπει να ενεργοποιήσουμε την ομάδα των κοιλιακών μυών. Σφίγγοντας τους κοιλιακούς μας μύες μπορούμε να συμπιέσουμε τον πνεύμονά μας (όπως πιέζαμε την μπάλα) ο οποίος λόγω της συμπίεσης αυτής θα μικρύνει και έτσι θα βγει ο αέρας από μέσα του. Στο τέλος δε της διαδικασίας και για να βγάλουμε «όλο» τον αέρα από τον πνεύμονα, θα πρέπει να φέρουμε το στήθος προς τα γόνατά μας (κάτι σαν δίπλωση δηλαδή). Η λέξη «όλο» είναι σκόπιμα μέσα σε εισαγωγικά γιατί στην πραγματικότητα δεν μπορούμε να αφαιρέσουμε όλο τον αέρα από τον πνεύμονα, καθώς μια ποσότητα μένει πάντα εκεί. Αυτή η ποσότητα του αέρα ονομάζεται υπολειπόμενη χωρητικότητα.
Εισπνοή
Ας δούμε τώρα τι γίνεται κατά την εισπνοή. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παραπάνω διαδικασία περίπου αντιστρέφεται. Αν έχουμε κάνει μια πλήρη εκπνοή (δηλαδή έχουμε βγάλει όσο περισσότερο αέρα μπορούμε από τα πνευμόνια μας) και αφήσουμε και πάλι την επιγλωττίδα μας, θα δούμε ότι μια ποσότητα αέρα εισέρχεται από μόνη της στο χώρο των πνευμόνων και μάλιστα παράγεται και ένας έντονος ήχος. Αυτή η διαδικασία γίνεται χωρίς να κάνουμε εμείς κάποια μυϊκή προσπάθεια για εισπνοή. Για αυτό την ονομάζουμε παθητική εισπνοή (Passive inhale). Εάν θέλουμε να πάρουμε επιπλέον αέρα στους πνεύμονές μας, θα πρέπει να ενεργοποιήσουμε μια σειρά από μύες. Ο πρώτος και κύριος μυς της εισπνοής είναι το διάφραγμα. Το διάφραγμα είναι ένας μυς που μπορούμε σχηματικά να φανταστούμε ότι μοιάζει με καμπάνα. Στο πάνω μέρος του θα λέγαμε με απλά λόγια ότι εφάπτεται το κάτω μέρος των πνευμόνων και όταν συσπάται (δηλαδή όταν «σφίγγουμε» το διάφραγμά μας, τότε κινείται προς τα κάτω (γίνεται πιο επίπεδο) και τραβά τους πνεύμονες προς τα κάτω. Καθώς οι πνεύμονες «τεντώνονται» προς τα κάτω, δημιουργείται στο εσωτερικό τους μια υποπίεση και έτσι μπαίνει αέρας από το στόμα ή/και τη μύτη μας. Το διάφραγμα, καθώς συσπάται, εκτοπίζει το στομάχι μας και έτσι φαίνεται σαν να αναπνέουμε με την κοιλιά μας, πράγμα που φυσικά δεν είναι αληθές. Στη συνέχεια πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τους μεσοπλεύριους μύες. Αυτοί είναι οι μύες που «φουσκώνουν» το θώρακά μας. Με την ενεργοποίησή τους, τα πνευμόνια μας «ανοίγουν» προς τα πλάγια και έτσι εισέρχεται επιπλέον αέρας στο εσωτερικό τους. Τέλος, μπορούμε να πάρουμε μια μικρή επιπλέον ποσότητα αέρα εάν χρησιμοποιήσουμε τους ώμους μας. Ανασηκώνοντάς τους, τεντώνουμε (έστω και λίγο) τους πνεύμονες προς τα επάνω και έτσι μπορούμε να πάρουμε λίγο αέρα επιπλέον.
Η γενικότερη εικόνα
Διαβάζοντας την παραπάνω περιγραφή, γίνεται φανερό ότι ο πνεύμονάς μας έχει πάντα την τάση να «επιστρέφει» στην «ουδέτερη θέση». Για να «γεμίσουμε» αέρα πάνω από την ουδέτερη θέση, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τους μύες της εισπνοής (διάφραγμα, μεσοπλεύριους, ώμους) και αυτή η ποσότητα αέρα είναι που «φεύγει» με την παθητική εκπνοή. Ενώ αντίθετα, για να «αδειάσουμε» αέρα πέρα από την ουδέτερη θέση πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τους μύες της εκπνοής (κοιλιακοί) και αυτή η ίδια ποσότητα είναι που «μπαίνει» με την παθητική εισπνοή. Το Σχήμα 1 βοηθάει να καταλάβουμε το παραπάνω σκεπτικό. Έστω ότι ξεκινάμε έναν κύκλο αναπνοής από την κατάσταση της πλήρους εισπνοής. Αρχίζουμε με μια παθητική εκπνοή και φτάνουμε στην ουδέτερη θέση, συνεχίζουμε με μια εκπνοή και μόλις φτάσουμε την υπολειπόμενη χωρητικότητα κάνουμε παθητική εισπνοή μέχρι την ουδέτερη θέση και στο τέλος κάνουμε εισπνοή και καταλήγουμε εκεί από όπου ξεκινήσαμε, την κατάσταση πλήρους εισπνοής. Μυϊκή προσπάθεια κάνουμε μόνο κατά την εκπνοή και την εισπνοή και όχι κατά τα «παθητικά» μέρη. Στην πραγματικότητα βέβαια, δεν αναπνέουμε σχεδόν ποτέ με τον τρόπο αυτό. Κινούμαστε «γύρω» από την ουδέτερη θέση ανάλογα με τις ανάγκες μας. Βέβαια, αν υπάρχει ανάγκη να κάνουμε γρήγορη εισπνοή ή εκπνοή, τότε δεν επαναπαυόμαστε στην παθητική εισπνοή και παθητική εκπνοή αλλά και σε εκείνη την «φάση» εφαρμόζουμε μυϊκή προσπάθεια για να γίνει ή όλη διαδικασία πιο γρήγορα.
Η αναπνοή ως τρόπος χαλάρωσης
Ο μέσος άνθρωπος σε κατάσταση χαλάρωσης αναπνέει με ρυθμό αναπνοής περίπου 12 κύκλους ανά λεπτό. Και επειδή είναι σε κατάσταση χαλάρωσης, δεν χρησιμοποιεί όλο τον διαθέσιμο πνευμονικό όγκο του, αλλά περίπου 0,5 του λίτρου. Άρα ή ποσότητα του αέρα που χρησιμοποιεί μέσα σε ένα λεπτό είναι 6 λίτρα. Μπορεί σε κατάσταση ηρεμίας ο καρδιακός μας παλμός να είναι (για παράδειγμα) 70 παλμοί το λεπτό, αλλά ο ρυθμός αυτός δεν είναι σταθερός, είναι απλά ο μέσος όρος. Υπάρχει μια μικρή διακύμανση γύρω από το 70, γιατί την ώρα που εισπνέουμε ο ρυθμός ανεβαίνει ενώ την ώρα που εκπνέουμε, ο ρυθμός πέφτει. Στο Σχήμα 2 φαίνεται αυτό που είπαμε μόλις τώρα. Στο Σχήμα 3 μπορείτε να δείτε τα 10 πρώτα δευτερόλεπτα του σχήματος 2 σε μεγέθυνση. Γίνεται φανερή η πτώση και η άνοδος του καρδιακού παλμού κατά τη φάση της εκπνοής και της εισπνοής αντίστοιχα. Θα μπορούσε κάποιος να κάνει 6 αναπνοές ανά λεπτό και να έχει η κάθε μία όγκο 1 λίτρο. Και πάλι θα χρησιμοποιούσε 6 λίτρα το λεπτό. Επίσης θα μπορούσε να κάνει 3 αναπνοές το λεπτό και να έχει η κάθε μία όγκο 2 λίτρων και πάλι να «παίρνει» 6 λίτρα το λεπτό. Στην περίπτωση αυτή ο κάθε κύκλος θα διαρκούσε 20 δευτερόλεπτα. Εφόσον έχουμε παρατηρήσει ότι κατά τη διάρκεια της εκπνοής ο καρδιακός ρυθμός πέφτει και κατά την εισπνοή ανεβαίνει, μπορούμε να κάνουμε το εξής «τρυκ»: Από τα 20 δευτερόλεπτα του κύκλου αναπνοής, να χρησιμοποιήσουμε τα 19 για την εκπνοή και μόλις το 1 για την εισπνοή. Άρα θα περάσουμε περισσότερη ώρα σε κατάσταση «εκπνοής» (πράγμα που θα ρίξει τους παλμούς μας) και πολύ λίγη ώρα σε κατάσταση «εισπνοής» (πράγμα που θα ανεβάσει μόλις λίγο τους παλμούς μας). Θα πίστευε κανείς ότι σύμφωνα με το παραπάνω σκεπτικό ο καρδιακός μας ρυθμός θα μειωνόταν συνεχώς, όσο εμείς ακολουθούμε αυτή την τακτική με τις «γρήγορες» εισπνοές και τις «μακρόσυρτες» εκπνοές. Δυστυχώς δεν είναι έτσι ακριβώς αλλά αυτό που παρατηρούμε τελικά είναι ότι ο μέσος όρος του καρδιακού μας παλμού φτάνει ένα νέο, χαμηλότερο επίπεδο. Στο σχήμα 4 μπορείτε να δείτε μια σχηματική απεικόνιση της παραπάνω τεχνικής. Βλέπουμε ότι το νέο «σημείο ισορροπίας» του καρδιακού μας ρυθμού βρίσκεται στους 60 παλμούς ανά λεπτό. Φυσικά από άνθρωπο σε άνθρωπο τα νούμερα αυτά θα διαφέρουν, αλλά η γενική αρχή ισχύει. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι «μακρόσυρτες» εκπνοές και οι «γρήγορες» εκπνοές, είναι ένας καλός τρόπος «μηχανικής» ή αλλιώς «αυτόματης» χαλάρωσης. Αυτό θα το ξαναθυμηθούμε στο επόμενο τεύχος, όταν θα δούμε με κάπως μεγαλύτερη λεπτομέρεια τους τρόπους αναπνοής που πρέπει να εφαρμόζουμε κατά τις εξορμήσεις μας στη θάλασσα.
ΑΝΑΠΝΟΗ Γ'
Συγγραφέας: Λιανός Παναγιώτης, εκπαιδευτής Ε/Κ (ΑΡΧΕΙΟ DEEP MAGAZINE) Εισαγωγή.
Στο προηγούμενο άρθρο εξετάσαμε την λειτουργία της εισπνοής και εκπνοής και αναφερθήκαμε αναλυτικά στην αναπνοή ως μέθοδο μηχανικής χαλάρωσης. Στο άρθρο αυτό θα αναφερθούμε στο πως πρέπει να αναπνέουμε ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε.
Οι τρεις φάσεις της επιφάνειας.
Μια εξόρμηση στη θάλασσα αποτελείται από βουτιές (χρόνος άπνοιας) και διαλείμματα στην επιφάνεια (χρόνος αναπνοής). Αν εξετάσουμε λίγο πιο προσεκτικά τον χρόνο αναπνοής (που βρισκόμαστε στην επιφάνεια), μπορούμε να τον χωρίσουμε στις εξής τρεις ομάδες:
- Χρόνος αμέσως μετά από μια βουτιά.
- Χρόνος ανάμεσα στις βουτιές.
- Χρόνος αμέσως πριν τη βουτιά.
Αναπνοές αμέσως μετά τη βουτιά.
Οι πιο σημαντικές αναπνοές είναι αυτές που κάνουμε αμέσως μετά τη βουτιά μας, γιατί εξ’ ορισμού εκείνη τη χρονική στιγμή το οξυγόνο που έχουμε στη διάθεσή μας βρίσκεται στο ελάχιστο επίπεδό του. Η συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών υποξίας οφείλεται σε λάθος αναπνοές αμέσως μετά τη βουτιά για το λόγο που μόλις αναφέρθηκε. Σε καμία άλλη χρονική στιγμή δεν έχουμε λιγότερο. Το οξυγόνο έχει μια ωραία ιδιότητα: αναπληρώνεται σχετικά γρήγορα. Μιλώντας κάπως «χονδρικά», θα μπορούσαμε να πούμε ότι σωστές αναπνοές που διαρκούν για διάστημα 30 δευτερολέπτων, μας προσφέρουν σιγουριά ότι ξεπεράσαμε τον κίνδυνο μιας ενδεχόμενης υποξίας και μπορούμε πλέον να μιλήσουμε στο ζευγάρι μας, να του περιγράψουμε όσα είδαμε και όσα έγιναν κατά τη διάρκεια της βουτιάς μας. Έχουν υπάρξει περιστατικά κατά τα οποία ο δύτης αναδύεται, παίρνει μια αναπνοή, λέει στο ζευγάρι του να βουτήξει για ένα ψάρι που είδε και αμέσως μετά παθαίνει υποξία και λιποθυμάει. Προσοχή λοιπόν. Με ποιόν τρόπο όμως αναπνέουμε για να πετύχουμε την γρηγορότερη αναπλήρωση του οξυγόνου; Ξεκινώντας τη βουτιά μας έχουμε πάρει μια πλήρη εισπνοή, άρα στο τέλος της βουτιάς πρέπει πρώτα να κάνουμε εκπνοή. Επειδή όμως πρέπει να κάνουμε όσο μεγαλύτερη οικονομία σε καύσεις γίνεται, κάνουμε μια παθητική εκπνοή και μετά μια γρήγορη εισπνοή. Κρατάμε τον αέρα αυτό για μισό δευτερόλεπτο και επαναλαμβάνουμε αυτή την αλληλουχία παθητικών εκπνοών, εισπνοών, μικρού κρατήματος για μερικά δευτερόλεπτα. Ο λόγος για τον οποίο κάνουμε παθητικές εκπνοές και όχι πλήρεις είναι απλός. Επειδή μια πλήρης εκπνοή ανανεώνει σε μεγαλύτερο βαθμό τον αέρα των πνευμόνων μας αλλά ταυτόχρονα απαιτεί ενέργεια για να επιτευχθεί, πρέπει να αποφεύγουμε τις δυνατές και πλήρεις εκπνοές. Έτσι μπορούμε να ανανεώσουμε τα αποθέματα του οξυγόνου μας κάνοντας την ελάχιστη προσπάθεια (και συνεπώς αποφεύγοντας αυξημένη δραστηριότητα σε φάση έλλειψης οξυγόνου). Μια προχωρημένη τεχνική που χρησιμοποιούν κυρίως οι αθλητές ελεύθερης κατάδυσης είναι το λεγόμενο κράτημα και πίεση. Δηλαδή το μικρό κράτημα που αναφέραμε πιο πάνω, γίνεται μεγαλύτερο σε διάρκεια (2-3 δευτερόλεπτα) και ταυτόχρονα γίνεται προσπάθεια εκπνοής έχοντας κλειστή την επιγλωττίδα. Άρα δεν γίνεται κανονική εκπνοή αλλά απλή αύξηση της πίεσης στο εσωτερικό των πνευμόνων, πράγμα που προάγει τον γρηγορότερο εμπλουτισμό του αίματος με οξυγόνο. Είναι μια καινούργια τεχνική που αν τη βλέπαμε πριν από μερικά χρόνια θα γελούσαμε. Όλα αλλάζουν….
Αναπνοές ανάμεσα στις βουτιές.
Έστω λοιπόν ότι τελειώσαμε τη βουτιά μας, κάναμε και τις αναπνοές που περιγράψαμε στην προηγούμενη παράγραφο (και συνεπώς έχουμε αναπληρώσει το οξυγόνο μας). Κύριο μέλημά μας τώρα είναι η αποβολή του διοξειδίου του άνθρακα, δηλαδή να «ξελαχανιάσουμε». Όπως είδαμε στα προηγούμενα άρθρα, το παράγωγο των καύσεων είναι το διοξείδιο του άνθρακα, το οποίο μας δημιουργεί και την ανάγκη για αναπνοή. Δυστυχώς, αντίθετα από το οξυγόνο, το διοξείδιο του άνθρακα, δεν αποβάλλεται γρήγορα, αλλά απαιτεί αρκετό χρόνο. Αυτός είναι και ο λόγος που στο Σχήμα 1, ο χρόνος «ανάμεσα στις βουτιές» έχει την μεγαλύτερη διάρκεια από όλες τις άλλες φάσεις. Είναι ο χρόνος κατά τον οποίο πρέπει να αναπνέουμε ελεύθερα και αβίαστα, όπως ακριβώς μας προτρέπει το σώμα μας. Το πόσο χρόνο διαρκεί αυτή η φάση είναι άμεσα συνδεδεμένο με το τι κάναμε προηγουμένως και τι συσσώρευση διοξειδίου του άνθρακα έχουμε πετύχει. Εξάλλου ας μην ξεχνάμε ότι ο ρυθμιστικός παράγοντας της αναπνοής είναι το διοξείδιο του άνθρακα και συνεπώς πρέπει να «ακούσουμε» το σώμα μας και να του δώσουμε τον απαιτούμενο χρόνο να αναπνεύσει όπως πρέπει. Θα μπορούσε κανείς, σκεπτόμενος πονηρά να πει το εξής. «Αφού έχω μεγάλα αποθέματα διοξειδίου, να κάνω έναν έντονο υπεραερισμό (δηλαδή αναπνοή πιο έντονη από αυτή που υποδεικνύει το σώμα μας) για να ρίξω τα επίπεδα του διοξειδίου γρηγορότερα και συνεπώς να είμαι έτοιμος για την επόμενη βουτιά πιο σύντομα». Δυστυχώς τα πράγματα δεν λειτουργούν ακριβώς έτσι, γιατί το διοξείδιο του άνθρακα δεν συσσωρεύεται μόνο στους πνεύμονες και στο αίμα, αλλά και στους ιστούς. Και μπορεί κάνοντας έναν έντονο υπεραερισμό να το αποβάλλουμε γρήγορα από τους πνεύμονες και το αίμα, αλλά από τους ιστούς φεύγει αργά και σταδιακά, χωρίς ο ρυθμός αποβολής να επηρεάζεται αισθητά από το αν κάνουμε υπεραερισμό ή όχι. Με απλά λόγια, εάν κάνουμε υπεραερισμό, μπορεί στιγμιαία να νιώσουμε ότι διώξαμε το CO2, αλλά μετά από λίγο, το επιπλέον διοξείδιο που υπάρχει στους ιστούς μας, θα περάσει στο αίμα και από εκεί στους πνεύμονες δημιουργώντας και πάλι ανάγκη για αναπνοή. Δώστε λοιπόν χρόνο στο σώμα σας να αποβάλει το CO2 με τον φυσικό του ρυθμό. Give it time!
Αναπνοές αμέσως πριν τη βουτιά.
Το κομμάτι αυτό των αναπνοών το αναλύσαμε στο προηγούμενο τεύχος, στο σημείο που μιλήσαμε για την αναπνοή ως μέθοδο μηχανικής χαλάρωσης. Βρισκόμαστε σε φάση που είμαστε πλήρεις οξυγόνου (έχουμε κάνει τις αναπνοές «αμέσως μετά τη βουτιά» αμέσως μετά την ανάδυσή μας) και επίσης έχουμε αποβάλει το πλεόνασμα διοξειδίου του άνθρακα (έχουμε κάνει τις αναπνοές «ανάμεσα στις βουτιές»). 'Aρα σκοπός μας είναι να χαλαρώσουμε προσέχοντας να μην φτάσουμε σε κατάσταση υποκαπνίας. Χρονικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι αναπνοές της χαλάρωσης διαρκούν περίπου 3 λεπτά (ανάλογα με το πόσο εύκολα έχουμε μάθει να χαλαρώνουμε σωστά) και αποτελούνται από σχεδόν πλήρεις εισπνοές και μακρόσυρτες παθητικές εκπνοές. Έτσι, μπορούμε να χαλαρώσουμε και να προετοιμαστούμε για την βουτιά που θα ακολουθήσει αμέσως μετά.
Η τελευταία εισπνοή.
Φυσικά η τελευταία εισπνοή πρέπει να είναι πλήρης, χρησιμοποιώντας όλους τους εισπνευστικούς μυς με τη σειρά: Διάφραγμα, μεσοπλεύριους και ώμους. Έτσι θα έχουμε όσο περισσότερο οξυγόνο μπορούμε στη διάθεσή μας και θα μπορούμε να κάνουμε τις βουτιές μας με τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια και άνεση. Εδώ μπορούμε να αναφέρουμε εν συντομία και την μέθοδο της πνευμονικής υπερπλήρωσης. Η μέθοδος αυτή δεν έχει μόνο σκοπό να μας δώσει παραπάνω «αέρα» για να εξισώσουμε βαθύτερα (όπως πιστεύαμε παλαιότερα) αλλά επιπλέον μας επιτρέπει να έχουμε παραπάνω οξυγόνο στη διάθεσή μας (όπως έχουμε δει στην πράξη). Περίπου σαν να βάζαμε μεγαλύτερο ρεζερβουάρ καυσίμου στο αυτοκίνητό μας, πράγμα που θα μας επέτρεπε να διανύσουμε περισσότερα χιλιόμετρα χωρίς να σταματήσουμε σε πρατήριο βενζίνης. Αυτή η μέθοδος λοιπόν δεν χρησιμοποιείται μόνο στις βουτιές σε βάθος, αλλά και στην στατική και δυναμική άπνοια, με θετικά αποτελέσματα. Γίνεται μετά από μια σχεδόν πλήρη εισπνοή και αποτελείται από μικρές και γρήγορες «καταπόσεις» αέρα, που πηγαίνει στους πνεύμονες, δημιουργώντας μια αίσθηση ότι «φουσκώνουμε». Βέβαια απαιτεί μεγάλη προσοχή γιατί 1) Αν γίνει με λάθος τεχνική απαιτεί πολύ χρόνο και συνεπώς χάνουμε τα θετικά της αποτελέσματα και 2) Αν γίνει σε πολύ μεγάλο βαθμό μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε υποξία, πριν καλά-καλά βουτήξουμε. Καλό είναι να μην τη χρησιμοποιήσετε αν δεν την έχετε μάθει κοντά σε έναν έμπειρο εκπαιδευτή – αθλητή ελεύθερης κατάδυσης.
Συμπεράσματα.
- Οι πιο σημαντικές αναπνοές είναι αυτές που πρέπει να κάνουμε αμέσως μετά τη βουτιά, γιατί τότε είναι που διατρέχουμε τον μεγαλύτερο κίνδυνο από έλλειψη οξυγόνου.
- Δεν χρειάζεται να «ζοριζόμαστε» και να κάνουμε πλήρεις εκπνοές. Μας χαλούν τη χαλάρωση και ότι και αν προσφέρουν, μπορούμε να το πετύχουμε αλλιώς.
- Η τελευταία μας εισπνοή πρέπει να είναι πλήρης.
- Κάνοντας την τεχνική της πνευμονικής υπερπλήρωσης, μπορούμε να πετύχουμε πλήρη αλλά και υπερπλήρη εισπνοή, χωρίς να χαλάσουμε την χαλάρωσή μας.
- Οι πιο σημαντικές αναπνοές είναι αυτές που πρέπει να κάνουμε αμέσως μετά τη βουτιά, γιατί τότε είναι που διατρέχουμε τον μεγαλύτερο κίνδυνο από έλλειψη οξυγόνου.
- Για όσους δεν το κατάλαβαν, το 1) και το 5) είναι ίδια. Επίτηδες!