Αφιερωμένο στη σημερινή επέτειο της ίδρυσης της 4ης Διεθνούς στο Παρίσι, στις 3 Σεπτεμβρίου 1938
Ο τροτσκισμός αποτελεί ρεύμα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος που συγκροτήθηκε μετά το 1927, ως αριστερή αντιπολίτευση στην κυρίαρχη πολιτική της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κ.Δ.) και από το 1938 ως 4η Διεθνής, σε ρήξη με το κυρίαρχο στο κομμουνιστικό κίνημα ρεύμα που χαρακτηρίστηκε “σταλινικό”. Πήρε το όνομά του από τον ιδρυτή της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης (ΔΑΑ) και της 4ης Διεθνούς, Λέον Τρότσκι, που είχε αντιταχθεί στην πολιτική που ακολούθησε το σοβιετικό Κ.Κ. και η Κ.Δ. μετά τον θάνατο του Λένιν.
Βασικές θέσεις των τροτσκιστών, όπως αποκρυσταλλώθηκαν κατά τη δεκαετία του 1930, ήταν η αντίθεση στη γραφειοκρατική εξουσία, που κατά την άποψή τους υποκατάστησε την εξουσία των σοβιέτ στην ΕΣΣΔ, η εκτίμηση πως εγκαταλείφθηκε η διεθνιστική πολιτική και υποκαταστάθηκε από την προτεραιότητα των συμφερόντων της σοβιετικής γραφειοκρατίας (στη βάση της θεωρίας της “οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια χώρα”), και η θεωρία της διαρκούς επανάστασης, στον αντίποδα της θεωρίας των σταδίων μετάβασης στον σοσιαλισμό.
H 4η Διεθνής συγκροτήθηκε από μικρές οργανώσεις που δοκιμάστηκαν κατά την περίοδο του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν από τη μια υποστήριξαν την υπεράσπιση της ΕΣΣΔ ως εργατικού κράτους (αν και γραφειοκρατικά παραμορφωμένου) απέναντι στη γερμανική εισβολή, ενώ από την άλλη, στο μεγαλύτερο μέρος τους, αντιτάχθηκαν στα κινήματα εθνικής Αντίστασης, θεωρώντας πως ο πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός, ανάλογος με τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η τοποθέτηση αυτή απομόνωσε το ευρωπαϊκό τροτσκιστικό ρεύμα από τα μαζικά κινήματα, που μέσα από την Αντίσταση συνδέθηκαν με την κομμουνιστική Αριστερά.
H διάψευση της προοπτικής της πολιτικής επανάστασης που θα ανέτρεπε τη σταλινική γραφειοκρατία στην ΕΣΣΔ και της μετατροπής του πολέμου σε εμφύλιο στην Ευρώπη, κλόνισε ακόμη περισσότερο το τροτσκιστικό ρεύμα. Την ανασύσταση της αποδιοργανωμένης κατά τον πόλεμο 4ης Διεθνούς, το 1946, ακολούθησαν αλλεπάλληλες κρίσεις και διασπάσεις, με αποχωρήσεις τάσεων που αποκήρυξαν τον τροτσκισμό (ομάδα “Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα” του Κορνήλιου Καστοριάδη) ή που αρνούνταν τον εργατικό χαρακτήρα των καθεστώτων του ανατολικού συνασπισμού, χαρακτηρίζοντάς τα καθεστώτα κρατικού καπιταλισμού (Διεθνείς Σοσιαλιστές του Τόνι Κλίφ).
Κατά τις επόμενες δεκαετίες εμφανίστηκαν, μέσα από σειρά διασπάσεων, διάφορες οργανώσεις που διεκδίκησαν τον τίτλο ή την αυθεντική έκφραση της 4ης Διεθνούς, με σημαντικότερες τη μαντελική τάση, τη χιλική, τη μορενική κ.ά. Ιδιαίτερη αιτία διαφωνίας και πολυδιάσπασης αποτέλεσε η σχέση των τροτσκιστικών οργανώσεων με τα μαζικά εργατικά κόμματα, κυρίως τα σοσιαλιστικά, καθώς σημαντικές τάσεις αποπειράθηκαν, άλλοτε με επιτυχία κι άλλοτε ανεπιτυχώς, την ένταξή τους σ’ αυτά, με σκοπό τη σύνδεσή τους με ευρύτερες μάζες αριστερών εργαζομένων. Κύριοι υποστηρικτές της τάσης αυτής του “εισοδισμού” υπήρξαν ο Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο), γραμματέας της 4ης Διεθνούς στα 1946-62, και ο Τεντ Γκραντ, που ηγήθηκε τάσης εισοδισμού στο βρετανικό Εργατικό Κόμμα.
O τροτσκισμός είχε και εξακολουθεί να έχει σημαντική, για τα διεθνή μέτρα του, επιρροή στη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία, καθώς και σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, στην Αυστραλία κ.λπ. Μετά από μια πρόσκαιρη ανάπτυξη κατά τις δεκαετίες 1960 και 1970, ακολούθησε εκ νέου υποχώρηση, αλλά μετά τις καταρρεύσεις των ανατολικών καθεστώτων γνωρίζει μια νέα περίοδο διεύρυνσης της επιρροής του.
H συγκρότηση του ελληνικού τροτσκιστικού κινήματος
H συγκρότηση του ελληνικού τροτσκιστικού κινήματος
Ο ελληνικός τροτσκισμός συγκροτήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 από δύο ρεύματα: Την Αριστερή Αντιπολίτευση του ΚΚΕ, που αποτελούνταν από πρώην στελέχη του κόμματος, με επικεφαλής τον πρώην γραμματέα του ΚΚΕ Παντελή Πουλιόπουλο, και δρούσαν μέσα από την οργάνωση του Σπάρτακου, και από τους αρχειομαρξιστές, που είχαν αποσπαστεί από το ΣΕΚΕ(Κ) το 1924. Αν και ο Σπάρτακος είχε σαφείς θέσεις, αντίστοιχες μ’ αυτές της ΔΑΑ, η τελευταία αναγνώρισε ως τμήμα της στην Ελλάδα την οργάνωση των αρχειομαρξιστών, κυρίως λόγω της σχετικής μαζικότητάς της και της εργατικής κοινωνικής της σύνθεσης. Οι αρχειομαρξιστές αποδέχτηκαν τον όρο της ΔΑΑ να συγκροτηθούν σε οργάνωση λενινιστικού τύπου και ίδρυσαν το 1929 την Ένωση Διεθνιστών Κομμουνιστών, που τον επόμενο χρόνο μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Οργάνωση Μπολσεβίκων Λενινιστών Ελλάδας – Αρχειομαρξιστές (ΚΟΜΛΕΑ), που προσωρινά ενίσχυσε τις δυνάμεις της, λόγω και της εσωκομματικής κρίσης του ΚΚΕ. H ΚΟΜΛΕΑ ήταν το μαζικότερο τμήμα της ΔΑΑ και ο ηγέτης της, Δημήτρης Γιωτόπουλος, έγινε μέλος της ηγεσίας της διεθνούς οργάνωσης. Μετά το ξεπέρασμα της κρίσης του ΚΚΕ, από το 1931, η ανάπτυξη της ΚΟΜΛΕΑ ανακόπηκε, ενώ ήδη το 1930 είχε αποσπαστεί μικρό τμήμα που συγκρότησε τη βραχύβια Κομμουνιστική Ενωτική Ομάδα από την οποία προήλθε η Λενινιστική Αντιπολίτευση του ΚΚΕ (ΛΑΚΚΕ).
H αδυναμία του κομμουνιστικού κινήματος να αποτρέψει την κατάληψη της εξουσίας από τους ναζί στη Γερμανία ερμηνεύτηκε από τον Τρότσκι ως χρεοκοπία της Κ.Δ. και η ΔΑΑ, που μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση, προσανατολίστηκε στην ίδρυση νέας επαναστατικής 4ης Διεθνούς. Το τμήμα της ΚΟΜΛΕΑ που διαφώνησε με τον νέο αυτό προσανατολισμό ίδρυσε το Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΑΚΕ), με επικεφαλής τον Γιωτόπουλο, και στη συνέχεια απομακρύνθηκε από τον τροτσκισμό. Το άλλο τμήμα συγκροτήθηκε γύρω από την εφημερίδα “Μπολσεβίκος”, ενώ τον ίδιο χρόνο ο Σπάρτακος, υπό τον Πουλιόπουλο, και τμήμα της ΛΑΚΚΕ (τη Λενινιστική Ένωση), υπό τον Μιχάλη Ράπτη, ενοποιήθηκαν και ίδρυσαν την Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ). Τμήμα του “Μπολσεβίκου”, με επικεφαλής τον Γιώργο Βιτσιώρη, ενοποιήθηκε το 1935 με την ομάδα του Άγι Στίνα, Εργατικό Μέτωπο, και ίδρυσαν την Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση Ελλάδας (ΚΔΕΕ).
Ενώ το ΚΚΕ εμφάνιζε σημαντική ανάπτυξη, οι δυνάμεις τόσο των αρχειομαρξιστών όσο και των τροτσκιστών ήταν περιορισμένες. Στις εκλογές του 1936 το ΚΚΕ πήρε 73.500 ψήφους, έναντι 1.150 του ΚΑΚΕ και 200 του εκλογικού συνασπισμού των τροτσκιστικών οργανώσεων ΟΚΔΕ και ΚΔΕΕ.
Με την επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936 οι τροτσκιστικές οργανώσεις πέρασαν στην παρανομία και τα μέλη τους φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν. Το 1937 από την ενοποίηση της ΟΚΔΕ με την ομάδα του “Νέου Δρόμου”, που είχε προέλθει από τη διάσπαση της ΚΔΕΕ το 1935, ιδρύθηκε η Ενιαία ΟΚΔΕ (ΕΟΚΔΕ), με ηγέτη τον Πουλιόπουλο που κρατούνταν στην Ακροναυπλία. Στο Ιδρυτικό Συνέδριο της 4ης Διεθνούς, το 1938, την ΕΟΚΔΕ εκπροσώπησε ο Ράπτης και την ΚΔΕΕ ο Βιτσιώρης. Στο Συνέδριο αποφασίστηκε η ενοποίηση των ελλήνων τροτσκιστών σε ενιαία Επαναστατική Σοσιαλιστική Οργάνωση, αλλά η απόφαση δεν μπόρεσε να υλοποιηθεί.
Ιδιαίτερη σημασία στην ιστορία του ελληνικού τροτσκιστικού κινήματος είχε η αντιπαράθεση με τη στροφή του ΚΚΕ το 1934, με την εγκατάλειψη της στρατηγικής της σοσιαλιστικής επανάστασης και την εισαγωγή της στρατηγικής των σταδίων (αστικοδημοκρατική επανάσταση, με προοπτική τη σοσιαλιστική). Τις νέες θέσεις του ΚΚΕ αντέκρουσε κυρίως ο Πουλιόπουλος, ο οποίος επιχείρησε με το βιβλίο του “Δημοκρατική ή σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα;” να τεκμηριώσει την άποψη πως ο ελληνικός καπιταλισμός δεν είναι καθυστερημένος, πως η επανάσταση πρέπει να αντιμετωπίζεται από διεθνική σκοπιά και κατά συνέπεια ο χαρακτήρας της θα είναι σοσιαλιστικός. Κριτική ασκήθηκε, επίσης, στην πολιτική του “Λαϊκού Μετώπου” που υιοθέτησε το ΚΚΕ το 1935 και που το οδήγησε σε προσπάθειες συνεργασίας με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Η πολιτική αυτή θεωρήθηκε από τους τροτσκιστές ως η κύρια αιτία που η εργατική και παλλαϊκή εξέγερση της Θεσσαλονίκης, τον Μάιο του 1936, δεν εξελίχτηκε σε επαναστατική κρίση.
O ελληνικός τροτσκισμός στη δεκαετία του 1940
O ελληνικός τροτσκισμός στη δεκαετία του 1940
Με το ξέσπασμα του B’ Παγκοσμίου Πολέμου οι τροτσκιστές τον χαρακτήρισαν ιμπεριαλιστικό. Ακολουθώντας τη γραμμή της επαναστατικής Αριστεράς κατά τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο (μπολσεβίκοι, γερμανοί σπαρτακιστές κ.ά.), τάχθηκαν ενάντια στην υπεράσπιση της πατρίδας (“επαναστατικός ντεφετισμός”) και υπέρ της μετατροπής του πολέμου σε εμφύλιο. Εντούτοις, σοβαρές διαφωνίες προκλήθηκαν σχετικά με το αν θα έπρεπε το διεθνές επαναστατικό κίνημα να υπερασπιστεί την ΕΣΣΔ, σε περίπτωση επίθεσης εναντίον της. Τη θέση της υπεράσπισης του εργατικού κράτους υποστήριξε η ΕΟΚΔΕ, ενώ η ΚΔΕΕ, ηγέτης της οποίας ήταν ο Άγις Στίνας, εναντιώθηκε, εκτιμώντας πως από την κατάρρευση του σταλινικού κράτους θα προκύψει πολιτική επανάσταση που θα επαναφέρει στην εξουσία τα σοβιέτ.
Οι δυο οργανώσεις, όπως και το ΚΑΚΕ (που είχε συνδεθεί με το Διεθνές Επαναστατικό Μαρξιστικό Κέντρο, συσπείρωση αντισταλινικών οργανώσεων που δεν είχαν ενταχθεί στην 4η Διεθνή), τάχθηκαν ενάντια στη γραμμή υπεράσπισης της εθνικής ανεξαρτησίας που υποστήριξε ο ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, κατά την ιταλική επίθεση του Οκτωβρίου 1940, καλώντας σε διεθνιστική συμφιλίωση ελλήνων και ιταλών στρατιωτών, με στόχο τη μετατροπή του πολέμου σε εμφύλιο για την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού. Ανάλογη ήταν η στάση των τροτσκιστικών οργανώσεων και μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα. Η πρόταξη από το ΚΚΕ και το ΕΑΜ του στόχου της εθνικής απελευθέρωσης καταγγέλθηκε ως εκδήλωση εθνικιστικής παρέκκλισης.
Την ίδια θέση υποστήριζε και η ομάδα που εξέδιδε το 1942 την εφημερίδα “Νέα Εποχή” και αργότερα συγκρότησε το Επαναστατικό Σοσιαλιστικό (Κομμουνιστικό) Κόμμα Ελλάδας [ΕΣ(Κ)ΚΕ], με επικεφαλής τους Θωμά Αποστολίδη και Κώστα Αναστασιάδη. Παρόλ’ αυτά, αναγνώρισε τη δυναμική που εμπεριείχε το εαμικό κίνημα και ταυτόχρονα υποστήριξε τον αντιφασιστικό πόλεμο που διεξήγαγε η ΕΣΣΔ. Μέλη της οργάνωσης εντάχθηκαν και στον ΕΛΑΣ.
Αντίθετα, η ΚΔΕΕ, που από το 1942 μετασχηματίστηκε σε Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας και το 1943 σε Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΔΚΚΕ), με τη συμμετοχή και πρώην στελεχών της ΕΟΚΔΕ (Κώστας Καστρίτης, Γιάννης Θεοδωράτος κ.ά.), τάχθηκε ανοιχτά ενάντια στο κίνημα της Αντίστασης και κατά πλειοψηφία ενάντια στην υπεράσπιση της ΕΣΣΔ. Η ΕΟΚΔΕ (Κόμμα Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας -ΚΚΔΕ- από το 1943) τάχθηκε κατά του εαμικού κινήματος, αν και αναγνώριζε την ταξική του δυναμική, αλλά υπέρ της υπεράσπισης της ΕΣΣΔ.
Στην περίοδο της Κατοχής εκτελέστηκαν από τους κατακτητές πολλοί τροτσκιστές αγωνιστές, που ήταν κρατούμενοι ήδη από την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά, ανάμεσά τους και ο Πουλιόπουλος. Δεκάδες άλλοι έπεσαν θύματα των εκκαθαρίσεων του ΚΚΕ κατά την Κατοχή και τα Δεκεμβριανά, καθώς οι τροτσκιστές -και λόγω της αντίθεσής τους στο κίνημα της Αντίστασης- θεωρούνταν “πέμπτη φάλαγγα του φασισμού”.
Μετά την Απελευθέρωση, το 1944, τμήμα του ΔΚΚΕ, με επικεφαλής τον Στίνα, ίδρυσε το Διεθνιστικό Επαναστατικό Κόμμα Ελλάδας (ΔΕΚΕ) και το 1945 ιδρύθηκε από το ΚΚΔΕ, πρώην στελέχη του ΔΚΚΕ και την ολιγομελή Ενωτική Ομάδα, το Εργατικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΔΚΕ). Οι δύο οργανώσεις, από κοινού με την τροτσκιστική οργάνωση της Θεσσαλονίκης που εξέδιδε την εφημερίδα “Σπίθα” και ομάδα προερχόμενη από το ΕΣ(Κ)ΚΕ, ενοποιήθηκαν τον Αύγουστο του 1946 και ίδρυσαν το Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΔΚΕ), το οποίο συσπείρωσε το σύνολο, σχεδόν, των ελλήνων τροτσκιστών. Εκτός ΚΔΚΕ έμεινε ομάδα που συγκρότησε τη Διεθνιστική Επαναστατική Πρωτοπορία, με επικεφαλής τη Φιλισία Πουλιοπούλου, που αργότερα προσχώρησε στο ΚΚΕ.
Οι τροτσκιστικές οργανώσεις επιδίωκαν από το 1944 τη συγκρότηση ενιαίου εργατικού μετώπου, που θα έθετε ως στόχο την κατάκτηση της εξουσίας, απευθυνόμενα στο ΚΚΕ και τους σοσιαλιστές, χωρίς ανταπόκριση. Το ΚΚΕ εξακολουθούσε να θεωρεί τον τροτσκισμό όργανο της αντίδρασης, αν και το 1947 οργάνωσε μια σειρά δημόσιων συζητήσεων με τις τροτσκιστικές οργανώσεις και το ΚΑΚΕ. Οι τροτσκιστές αντιτάχθηκαν στην πολιτική των συμβιβασμών που ακολουθήθηκε από το ΚΚΕ (Λίβανος, Καζέρτα, Βάρκιζα), αν και η κριτική που ασκούσαν δεν αρκούσε για να διευρύνουν την επιρροή τους. Βασικός λόγος ήταν η μη συμμετοχή τους στο κίνημα της Αντίστασης (μέσα από το οποίο εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα η τεράστια πλειονότητα των μελών και οπαδών του ΚΚΕ) και για την οποία τους ασκήθηκε κριτική από την Ευρωπαϊκή Γραμματεία της 4ης Διεθνούς (επικεφαλής της οποίας ήταν ο Μ. Ράπτης – Πάμπλο), αλλά και από τον Βιτσιώρη, που ζούσε στη Γαλλία και είχε συμμετάσχει στο γαλλικό κίνημα Αντίστασης. H πολεμική του ΚΚΕ εναντίον τους απέδιδε, με το κύρος που διέθετε ως ηγετική δύναμη του κινήματος Αντίστασης κι ακόμη περισσότερο με το κύρος που διέθετε η ΕΣΣΔ και προσωπικά ο Στάλιν, τόσο κατά την περίοδο του πολέμου, όσο και μετά τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη του 1945.
Με το φούντωμα του Εμφυλίου και ενώ το ΚΑΚΕ έχει μετασχηματιστεί σε Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας, απαλείφοντας την αναφορά στον κομμουνισμό, και κατέληξε σε θέσεις υποστήριξης της ήττας του ΔΣΕ. και ο Στίνας, που αποχώρησε από το ΚΔΚΕ, έπαψε να αναφέρεται στον τροτσκισμό, το ΚΔΚΕ υποστήριξε τον αγώνα του αντάρτικου και το 1947 απαγορεύτηκε η δράση του.
Από τον Εμφύλιο στη δικτατορία
Από τον Εμφύλιο στη δικτατορία
Από την παρανομία, κατά τη δεκαετία του ’50, οι τροτσκιστές προσπαθούν να δράσουν κυρίως μέσα από τις συνδικαλιστικές κινήσεις που ελέγχουν οι σοσιαλιστές και κάποιοι κάνουν εισοδισμό στις μικρές σοσιαλιστικές οργανώσεις. Ταυτόχρονα, στηρίζουν σταθερά εκλογικά την ΕΔΑ και την επόμενη δεκαετία, ενώ κάποιοι επιτυγχάνουν να ενταχθούν και στις γραμμές της, παρά το αρνητικό κλίμα του κυρίαρχου «αντιτροτσκισμού». Το 1958 αποσπάται από το ΚΔΚΕ ομάδα, με επικεφαλής τον πρώην γραμματέα Καστρίτη και τον Θεοδωράτο, που συγκροτεί την Κοινωνική Πρωτοπορία, η οποία δρα νόμιμα και το 1963 μετεξελίσεται στην παράνομη Εργατική Διεθνιστική Ένωση (ΕΔΕ), που δρα ως νόμιμη Εργατική Πρωτοπορία και συνδέεται με τη Διεθνή Επιτροπή της 4ης Διεθνούς του Τζέρι Χίλι, ασκώντας κριτική στην “παμπλική” τακτική του εισοδισμού. Η οργάνωση αυτή διασπάται το 1967 και ένα τμήμα της, με τους Καστρίτη-Θεοδωράτο, διατηρεί τον τίτλο της Εργατικής Πρωτοπορίας και συνδέεται με την αντιδικτατορική οργάνωση Λαϊκή Πάλη, ενώ το άλλο, με επικεφαλής τον Δημήτρη Τούμπανη, κρατάει τον τίτλο της ΕΔΕ. Το 1964 αποσπάστηκε από το ΚΔΚΕ και η ομάδα που συγκρότησε την Εργατική Δημοκρατία. Ομάδα, με επικεφαλής τον γραμματέα του ΚΔΚΕ Γιώργο Δαλαβάγκα και τον Δημήτρη Λιβιεράτο, αποσπάστηκε κατά την περίοδο της δικτατορίας, έχοντας προσανατολιστεί στην υποστήριξη των θέσεων του Πάμπλο, που ήδη είχε αποχωρήσει από την 4η Διεθνή.
Με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, το 1967, το ΚΔΚΕ πρωτοστατεί στην ίδρυση των Δημοκρατικών Επιτροπών Αντίστασης. Κατά την περίοδο της δικτατορίας εκτός από το ΚΔΚΕ, την ΕΔΕ και την Εργατική Δημοκρατία, δρα και ο Κομμουνιστικός Επαναστατικός Σύνδεσμος (ΚΕΣ), με επικεφαλής τον Θύμιο Παπανικολάου, που αναπτύσσει εκδοτική δραστηριότητα με τις εκδόσεις “Στόχοι” και το περιοδικό “Νέοι Στόχοι”, όπως και η Σοσιαλιστική Επαναστατική Ένωση (ΣΕΕ). Παράλληλα, συγκροτούνται και οργανώσεις τροτσκιστικής έμπνευσης, που δεν αναφέρονται στις διάφορες εκφράσεις της 4ης Διεθνούς, όπως η Σοσιαλιστική Επαναστατική Πάλη (ΣΕΠ) και η Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ), που εκφράζει θέσεις ανάλογες μ’ αυτές της Διεθνούς Σοσιαλιστικής Τάσης και τάσσεται υπέρ της διεξαγωγής αντιδικτατορικού αγώνα με κατεύθυνση τη σοσιαλιστική επανάσταση, απορρίπτοντας έτσι τη στρατηγική των σταδίων των δύο ΚΚΕ και του μ-λ χώρου.
H μεταδικτατορική περίοδος
H μεταδικτατορική περίοδος
Μετά την πτώση της δικτατορίας το ΚΔΚΕ νομιμοποιείται και μετονομάζεται σε Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας (ΟΚΔΕ). Στην ΟΚΔΕ εντάσσεται το 1977 και το Κομμουνιστικό Επαναστατικό Μέτωπο (ΚΕΜ) που είχαν ιδρύσει νέοι τροτσκιστές, οι οποίοι έζησαν την περίοδο της δικτατορίας στη Δυτική Ευρώπη και ήταν άμεσα επηρεασμένοι από το νέο πνεύμα που διαπέρασε τη μαντελική 4η Διεθνή μετά τον Μάη του ’68.
Ιδιαίτερη ανάπτυξη, με τα περιορισμένα μέτρα του χώρου, γνώρισε η ΕΔΕ, αν και το 1975 διασπάστηκε κι ένα τμήμα της, με επικεφαλής τον Τούμπανη, ίδρυσε την Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση (ΚΔΕ). Υπό την ηγεσία του Σάββα Μιχαήλ, η ΕΔΕ συμμετείχε και στις βουλευτικές εκλογές, αν και τα ποσοστά που έπαιρνε ήταν πολύ μικρά, και το 1985 μετονομάστηκε σε Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα (ΕΕΚ).
Η ΟΚΔΕ αντιμετώπισε σειρά κρίσεων, μετά την πρώτη περίοδο ανάπτυξης που ακολούθησε την πτώση της δικτατορίας. Από μέλη της ΟΚΔΕ που είχαν αποχωρήσει, εκδόθηκε το 1983 το περιοδικό “Μαρξιστική Συσπείρωση” και το 1987 ιδρύθηκε η ΟΚΔΕ/Σπάρτακος. Εκτός από την ομάδα του Καστρίτη και την Εργατική Δημοκρατία (με επικεφαλής τον Παναγιώτη Δούμα), εμφανίστηκαν και μικρές ομάδες με αναφορές στην ποσαδική 4η Διεθνή (Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα) και στην τάση του Μορένο (Σοσιαλιστική Οργάνωση Εργαζομένων -ΣΟΕ). Παμπλικοί τροτσκιστές (Δαλαβάγκας και Λιβιεράτος) συμμετείχαν στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ στα 1974-76 και μετά τη διαγραφή τους ίδρυσαν τον Πολιτικό Σύνδεσμο 3ης Σεπτέμβρη. Άλλη ομάδα, που συγκροτήθηκε ως Ομάδα Εργατών στην περίοδο της δικτατορίας και διατηρούσε σχέσεις με την Επιτροπή για τη Διεθνή των Εργατών, συγκρότησε τάση στο ΠΑΣΟΚ, γύρω από την εφημερίδα “Ξεκίνημα”, στην οποία συμμετείχε πρόσκαιρα και η Εργατική Δημοκρατία. Από τις τροτσκιστικής έμπνευσης οργανώσεις επιβίωσε μετά τη δικτατορία η ΟΣΕ, με ηγέτες τους Πάνο Γκαργκάνα και Μαρία Στύλου, που είχε μια σχετική μαζικοποίηση.
Οι τροτσκιστικές οργανώσεις, αν και γνώρισαν σημαντική ανάπτυξη αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, κυρίως λόγω της ριζοσπαστικοποίησης της νεολαίας, και μπόρεσαν να εντάξουν στις γραμμές τους και δεκάδες πρωτοπόρους εργάτες συνδικαλιστές, ήταν αντιμέτωπες με το κυρίαρχο ρεύμα του αντιφασισμού και του αντιιμπεριαλισμού, ευνοϊκού για το ΚΚΕ, αλλά και για τον μ-λ χώρο μέσα στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Η υποχώρηση αυτού του ρεύματος από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 συνοδεύτηκε και από την τάση αποστασιοποίησης ή επιφύλαξης απέναντι στις οργανώσεις, ως συνέπεια των αρνητικών φαινομένων της υπερπολιτικοποίησης της προηγούμενης περιόδου, ενώ κατά τη δεκαετία του 1980 κυριαρχούν οι ρεφορμιστικές αυταπάτες που γέννησε η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία.
Μετά τις καταρρεύσεις των καθεστώτων του “υπαρκτού σοσιαλισμού” και ενώ, σχεδόν στο σύνολό του, το τροτσκιστικό ρεύμα είχε χαιρετίσει την πολιτική του Γκορμπατσόφ, ως προοίμιο της πολιτικής επανάστασης που θα ανέτρεπε τη γραφειοκρατία, από τη μια ένιωθε δικαιωμένο για την κριτική του στον “σταλινισμό”, από την άλλη, όμως, βρισκόταν αντιμέτωπο με το συνολικότερο κλίμα απαξίωσης των κομμουνιστικών ιδεών και των επαναστατικών οραμάτων.
Οι τροτσκιστικές οργανώσεις κατά τη δεκαετία του 1990 παρέμεναν μικρές και με περιορισμένη επιρροή. Ήδη τμήμα του ΕΕΚ είχε ενταχθεί στον Συνασπισμό της Αριστεράς, από τον οποίο αφομοιώθηκε και ιδεολογικο-πολιτικά. Το άλλο τμήμα που διατήρησε τον τίτλο του ΕΕΚ, με επικεφαλής τον Μιχαήλ, ακολούθησε πολιτική συνεργασίας με άλλες οργανώσεις της Άκρας Αριστεράς (NAP κ.λπ.), στο πλαίσιο της Μαχόμενης Αριστεράς και κατόπιν στο Μέτωπο Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΜΕΡΑ). Οι δύο ΟΚΔΕ (η ΟΚΔΕ με επικεφαλής τον Σωφρόνη Παπαδόπουλο και η ΟΚΔΕ/Σπάρτακος, που αποτελεί το αναγνωρισμένο ελληνικό τμήμα της μαντελικής 4ης Διεθνούς) παρέμειναν επίσης άμαζες. Μετά την αποχώρησή της από το ΠΑΣΟΚ, η τάση του “Ξεκινήματος” δρα ως αυτόνομη Σοσιαλιστική Διεθνιστική Οργάνωση. Μικρό τμήμα της συνέχισε έως το 2010 τη δράση του στις γραμμές του ΠΑΣΟΚ, με όργανο τη “Σοσιαλιστική Έκφραση”, από το οποίο αποσπάστηκε το 2005 η ομάδα της Μαρξιστικής Τάσης, που εντάχθηκε αργότερα στον Συνασπισμό και δρα ως Κομμουνιστική Τάση στις γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ. Από τη διάλυση της ΣΟΕ προήλθε ο Κομμουνιστικός Σύνδεσμος που μέχρι τη διάλυσή του εξέδιδε την εφημερίδα “Εργατική Εξουσία” και η Κομμουνιστική Οργάνωση Επαναστατών Εργατών που μετεξελίχθηκε στην Κομμουνιστική Τροτσκιστική Ένωση.
Σημαντικές εξελίξεις υπήρξαν στον χώρο της ΟΣΕ, που από το 1997 μετασχηματίστηκε σε Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ). Από ομάδα που αποσπάστηκε το 1994 ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη η Σοσιαλιστική Εργατική Παρέμβαση (ΣΕΠ). Το 2001, μετά από διάσπαση του ΣΕΚ και με τη συμμετοχή της ΣΕΠ, ιδρύθηκε η Διεθνιστική Εργατική Αριστερά (ΔΕΑ), που συμμετείχε στην ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ. Από διάσπαση της ΔΕΑ, το 2004, προήλθαν οι οργανώσεις Κόκκινο, που εντάχθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ, και η Διεθνιστική Σοσιαλιστική Παρέμβαση, η οποία τον επόμενο χρόνο ενοποιήθηκε με την ΟΚΔΕ/Σπάρτακος. Σήμερα η ΔΕΑ και το Κόκκινο, καθώς και η Αντικαπιταλιστική Πολιτική Ομάδα που αποσπάστηκε απ’ αυτό, συνεχίζουν να συμμετέχουν στον ΣΥΡΙΖΑ, το ΣΕΚ και η ΟΚΔΕ/Σπάρτακος συμμετέχουν στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, έχοντας συμμετάσχει και στην Ενωτική Αντικαπιταλιστική Αριστερά (ΕΝΑΝΤΙΑ), ενώ το ΕΕΚ συνεχίζει την αυτόνομη δράση του μετά τη διάλυση του ΜΕΡΑ το 2009. Αυτόνομη δραστηριότητα αναπτύσσει και η ΟΚΔΕ, η Εργατική Δημοκρατία και η Κομμουνιστική Επαναστατική Δράση, που συγκροτήθηκε, κυρίως, από πρώην μέλη της “Εργατικής Εξουσίας” και άλλες μικρότερες ομάδες.
Στις εκλογές του 2012 εκλέχτηκαν με τον ΣΥΡΙΖΑ δύο βουλευτές της ΔΕΑ. Πρόκειται για τους πρώτους τροτσκιστές που εισήλθαν στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.