Από τον πατέρα μου διδάχτηκα την ήμερη διάθεση και την απαρασάλευτη επιμονή σε απόψεις δοκιμασμένες’ τ’ ότι δεν ήταν κενόδοξος και δεν επιζητούσε τις λεγάμενες «τιμές».
Τη φιλοπονία του και την επίμονη μελέτη.
Την προθυμία του να ακούει πάντα εκείνους που είχαν να πουν κάτι ωφέλιμο για την κοινωνία.
Το ότι πρόσφερε στον καθένα ανάλογα με την αξία του, χωρίς να παρεκτρέπεται.
Την πείρα του, που τού ’λεγε πού χρειαζόταν να σφίξει τα σχοινιά και πού να χαλαρώσει.
Την κατάργηση της παιδεραστίας.
Το ότι μοιραζόταν τα αισθήματα των άλλων, και το ότι δεν υποχρέωνε τους φίλους να δειπνούν μαζί του ή να τον συνοδεύουν στα ταξίδια του.
Το ότι δεν άλλαζε στάση απέναντι σε κείνους που για κάποιο λόγο δεν τον ακολούθησαν.
Την τάση να είναι ακριβόλογος και επίμονος στα συμβούλια, και να μη παραιτείται πρόωρα από την έρευνα, αρκούμενος σε εύκολες εντυπώσεις.
Το ότι διατηρούσε τις φιλίες του: χωρίς να τις βαριέται εύκολα αλλά και χωρίς υπερβολικούς ενθουσιασμούς’ πάντα αυτάρκης και πάντα ενδιάθετος.
Το ότι προνοούσε από καιρό πριν, ακόμα και για το παραμικρό, χωρίς να διεκτραγωδεί καταστάσεις.
Τ’ ότι απαγόρεψε τις ζητωκραυγές και κάθε κολακεία προς το πρόσωπό του.
Την φροντίδα για όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διακυβέρνηση της χώρας, και την υπομονή του όταν κάποιοι τον κατηγορούσαν για φειδωλή διαχείριση των δημοσίων δαπανών.
Το ότι δεν ήταν δεισιδαίμων ούτε δημαγωγός, κόλακας του όχλου και λαϊκιστής, αλλά νηφάλιος και σταθερός στο καθετί, ποτέ ακαλαίσθητος ούτε σώνει και καλά καινοτόμος τα άφθονα υλικά αγαθά που του πρόσφερε η τύχη, τα απολάμβανε χωρίς επίδειξη και χωρίς προφάσεις, με τρόπο ώστε εκείνα που είχε στη διάθεσή του να τα χαίρεται ανυπόκριτα, και για εκείνα που δεν είχε να μη νιώθει στέρηση.
Το ότι κανείς δεν μπορούσε να πει γι’ αυτόν ότι ήταν είτε σοφιστής είτε γελωτοποιός είτε σχολαστικός, παρά μόνο ότι ήταν άνδρας ώριμος, τέλειος, ότι δεν έπαιρνε από κολακείες και ήξερε να χειριστεί και τις προσωπικές του υποθέσεις και των άλλων” και επί πλέον ότι εκτιμούσε τους αληθινούς φιλοσόφους – όσο για τους άλλους, ούτε τους πρόσβαλλε ούτε άφηνε να τον επηρεάσουν.
Ευχάριστος στις συντροφιές και διασκεδαστικός, αλλά όχι υπερβολικά.
Φρόντιζε το σώμα του με μέτρο: όχι σαν κάποιος που λατρεύει υπερβολικά τη ζωή ούτε για να δείχνει ωραίος, αλλά τόσο ώστε να ’χει όσο το δυνατό λιγότερη ανάγκη από γιατρούς και γιατρικά και καταπλάσματα.
Πάνω απ’ όλα, το ότι υποχωρούσε, χωρίς ίχνος φθόνου, μπροστά σε ανθρώπους που είχαν κάποια προσωπική ικανότητα, όπως η ευγλωττία ή επιστημονική γνώση των νόμων ή των εθίμων ή άλλων θεμάτων, και τους στήριζε, έτσι που ο καθένας τους να ευδοκιμήσει κατά τα προτερήματά του.
Και το ότι όλες οι ενέργειές του ήσαν σύμφωνες με τα πατροπαράδοτα, χωρίς όμως να δίνει την εντύπωση ότι προσπαθεί τεχνηέντως να διαφυλάξει την παράδοση.
Κι ακόμη, τ’ ότι δεν ήταν ευμετάβλητος ούτε πήγαινε πέρα-δώθε, παρά έμενε στα ίδια μέρη και στα ίδια πράγματα.
Και μετά τους παροξυσμούς της κεφαλαλγίας του, επέστρεφε παρευθύς ανανεωμένος και ακμαίος στις συνηθισμένες του δουλειές .το ότι δεν είχε παρά ελάχιστα απόρρητα μυστικά και αυτά μόνο για το δημόσιο συμφέρον.
Γνωστικός και μετρημένος στα δημόσια θεάματα, όπως και στις κατασκευές έργων, στις διανομές στο λαό και τα παρόμοια, αποσκοπώντας σ’ εκείνο που έπρεπε να γίνει και όχι στην καλή φήμη που θα του χάριζε το έργο του.
Δεν σύχναζε στα λουτρά σε ώρες άσχετες, δεν είχε μανία να χτίζει οικοδομές, δεν επινοούσε καινούργια φαγητά, δεν καταγινόταν με υφάσματα και χρώματα ρούχων, ούτε με την ωραία εμφάνιση των δούλων του. Η στολή του ήταν η ίδια που φορούσε και στο Λώριο, στην έπαυλή του στα πεδινά, και τα υπόλοιπα ρούχα του τα προμηθευόταν από τους υφαντές τού Λανούβιου.
Θυμάμαι πώς φέρθηκε στον τελώνη των Τούσκλων που τον παρακαλούσε για κάτι’ την όλη συμπεριφορά του: ούτε σκληρός ούτε αδυσώπητος ούτε βιαστικός, ώστε να πει κανείς γι’ αυτόν πως «ιδρωκοπούσε».
Συλλογιζόταν το καθετί χωριστά, σαν να είχε όλο το χρόνο στη διάθεσή του, ήρεμα, με τάξη, αποφασιστικά, εναρμονισμένος με τη φύση των πραγμάτων’ θα του ταίριαζε αυτό που λέγεται για το Σωκράτη, ότι μπορούσε και να απέχει και να απολαμβάνει εκείνα τα πράγματα που οι περισσότεροι δυσκολεύονται να απαρνηθούν αλλά και ενδίδουν στην απόλαυσή τους’ ενώ το να δείχνεις δύναμη και καρτερικότητα, ακόμη και εγκράτεια -τόσο στην αποχή όσο και στην απόλαυση-, είναι γνώρισμα ανθρώπου με ατόφια και ακατάβλητη ψυχή, όπως φάνηκε και στην περίπτωση της αρρώστιας του Μάξιμου.
“Τα εις εαυτόν, Μάρκος Αυρήλιος” Εκδόσεις Θύραθεν
Αντικλείδι , https://antikleidi.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.