Πρόκειται για ανέκδοτο ποίημα του Κώστα Βάρναλη, που έφερε στο φως το 1994 ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο, Τάκης Παπαλεονάρδος και έκανε, αργότερα, ευρύτερα γνωστό στο κοινό ο συγγραφέας Νίκος Σαραντάκος.
Το ποίημα σκαρώθηκε το καλοκαίρι του 1974 στην Αίγινα, σε ένα καφενείο, όπου φίλοι παρακινούσαν τον ποιητή να γράψει. Ο Βάρναλης υπέκυψε στις παροτρύνσεις, έγραψε «Τα μουνάκια» και αφιέρωσε τη σύνθεση στον Αιγινήτη φίλο του Νίκο Ζωγράφο.
Στην Αίγινα, στο καφενείο «Κόρτε», ο Βάρναλης έγραψε και τη συλλογή διηγημάτων «Ο λαός των Μουνούχων», όπου εξυμνούνται η ομορφιά του γυναικείου φύλου, του έρωτα, του πόθου και των γήινων απολαύσεων.
Τα μουνάκια
Μουνάκια φλογισμένα σαν τα ρόδα
σαν του νεοφούρνιστου ψωμιού τη θραψερή ζεστοβολιά
Μες στα τρεμόπαχα μεριά σας
που ονειρεύεστε νυχτιές οργιακές
παρθενικά μουνάκια,
αργοσαλεύουν τα χειλάκια
τα χνουδωτά!
Σαν γαρούφαλων ανεμόσειστα φυλλάκια
Σαν στοματάκια διψασμένα
από ποια δίψα;
Και κάπου κάπου αργοκυλά
στων διακαμένων σας χειλιών την άκρη
της βαρβατίλας καυλομύριστο ένα δάκρυ!
[Από την Ανθολογία «Γιατί σ’ αγάπησα και σ’ αγαπώ ακόμη», επιμέλεια Γ.Η. Παππά, εκδόσεις Μεταίχμιο (2010)]
Από https://bookstandfiles.wordpress.com/ΕΚ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.