Γιάννης Ρίτσος, Χωρὶς τίτλο, ἀκουαρέλα σὲ πακέτο τσιγάρων.
Ένας άλλος Ρίτσος;Ή μήπως απλά ο ίδιος,πάντα μοναδικός Γιάννης Ρίτσος;Ξαναδιαβάζω σήμερα το απόγευμα, ενώ το ζοφερό 2013 οδεύει στο άκαρπο τέλος του,το "Ίσως να΄ ναι κι έτσι" από την σειρά "Εικονοστάσιο Ανωνύμων Αγίων",τα βιβλία εκείνα τα παλιά των εκδόσεων Κέδρος,τα τυπωμένα με καλαισθησία και άποψη,τα στολισμένα με τις ακουαρέλες τού μεγάλου ποιητή- και με εντυπωσιάζει ο (αυτός ο άλλος) Ρίτσος του 1984,΄85,με τα πεζά ως προς την φόρμα τους,άκρως ποιητικά κι από καρδιάς γραμμένα,λυτρωτικά και εξαίσια και τολμηρά αυτοαναφορικά αφηγήματά του,που απ΄ό,τι ξέρω δεν είχαν εκδοθεί μεν,ήταν όμως ήδη γραμμένα κατά το μεγαλύτερο μέρος τους καιρό πριν.
Και τι δεν έχω ακούσει όλα αυτά τα χρόνια για τον Ρίτσο...Για τον σταλινικό,γενναίο ή δειλό ή δεν ξέρω κι εγώ τι,κομμουνιστή,μπλα μπλα,για τον ακραιφνή σοβιετόφιλο αλλά και για τον ελληνομανή (!),μπλα μπλα,για τον λιγότερο ή περισσότερο ερωτικό,τον έτσι ερωτικό,τον αλλιώς ερωτικό, μπλα μπλα,για τον επιτηδευμένο ή ανεπιτήδευτο άσεμνο,μπλα μπλα,πολύ μπλα μπλα και το ένα υπονοούμενο να έπεται του άλλου,μπόλικη και η χολή και τα μοχθηρά του καθενός,"εννοούσε αυτό", "όχι,εννοούσε εκείνο"...
Ε,λοιπόν,ό,τι κι να εννοούσε και ό,τι και αν ήταν τότε,στις συγκεκριμένες,στις εκάστοτε συγκυρίες, για ένα βεβαιώνομαι διαβάζοντάς τα αυτά τα διαρκώς επίκαιρα κείμενά του τριάντα χρόνια μετά από τότε που κυκλοφόρησαν:πως πάνω απ΄ όλα ήταν ένας αληθινός,ζωντανός άνθρωπος,με σάρκα και οστά,με δυνατό μυαλό και ζεστή καρδιά και ένιωθε τον πόνο και είχε αισθήματα και έγραψε μ΄αυτά τα παραπάνω σαν ανεξάντλητα εφόδιά του και τόλμησε και έγραψε φυσικά και γι΄αυτά,πάνω σ΄αυτά, στα δικά του τα ανθρώπινα,τα πάθητις ιδέες,τις αγάπες,τους έρωτες,τις ιστορίες και για των άλλων ανθρώπων ακριβώς τα ίδια και τα εξίσου ανθρώπινα.Που δεν έχουν αλλάξει στην ουσία και πολύ.Κι επιπλέον ο Ρίτσος αυτό το έκανε με την αγάπη να ξεχειλίζει σε κάθε του λέξη,στο πεζογράφημα ή στην ποίησή του.Δημιούργησε αγαπώντας τους ανθρώπους,πόσο υπέροχο πράγμα μα και δύσκολο, αν το καλοσκεφτείς και επιχειρήσεις να το κάνεις κι εσύ και μάλιστα μέσα στην καινούργια μας και μαζί παμπάλαιη κρίση...
Αντί μιας συνήθους ανάρτησης λοιπόν κι επειδή η μικρότητα δεν έχει τελειωμό και πολλά ανάξια του συνολικού έργου,της θεματικής ευρύτητας,της κλάσης-με μια λέξη-,του Ρίτσου μηρυκάζονται, πάλι, καλύτερα να σας παραθέσω,και το κάνω με μεγάλη χαρά,ένα δυο πολύ συγκεκριμένα αποσπάσματα από το βιβλίο:
Λεμονάκι μυρωδάτο
Γιατί αλλιώς (το΄χε πει ο Πέτρος) είναι σα να ξύνεις το κεφάλι σου,να πέφτει η πιτυρίδα στο πανωφόρι σου και να θαρρείς πως χιονίζει σ΄όλο τον κόσμο.Τι καλά που τα λέει ο Πέτρος-αντρίκεια,σοβαρά, απλά,ντόμπρα.Θα πρέπει να πάω να τον βρω,να τα κουβεντιάσουμε.Κι όχι να τα κουβεντιάσουμε˙να τον δω μόνο,και φτάνει να διαλυθούν οι καπνοί που μου φλομώνουν το μυαλό.Το μάτι του αστραπή ξεχωρίζει μεμιάς το κύριο απ΄το δευτερεύον,το προσωπικό απ΄το γενικό,το χρήσιμο απ΄το περίτεχνο περιττό.Το μόνο που φοβάμαι είναι πως δεν έχει διαθέσιμο χρόνο να ονειρευτεί και να ερωτευτεί, μ΄όλο που ο ίδιος είναι ολόκληρος ο έρωτας,γι αυτό κι απ΄την πρώτη στιγμή τον εμπιστεύεσαι, του αφήνεσαι, όταν ανάβει το τσιγάρο του και κοιτάς τα σίγουρα δάχτυλά του,που μπορούν να δείξουν α υ τ ό ,να σηκώσουν ένα βράχο,να κρατήσουν μια μεγάλη σημαία, παρ΄ότι ο ξινός κύριος Κυπαρίσσης έλεγε: "είναι πια ανυπόφορο να γεμίζουν κάθε τόσο τα μπαλκόνια σημαίες,να κυκλοφορούν διαδηλωτές με σημαίες, ανυπόφορο και το να λες τη λέξη σ η μ α ί α . Παραπληθύνανε,βλέπετε,οι "μάρτυρες" και οι "ήρωες",γέμισε η ποίηση σ η μ α ί ε ς κι άδειασαν τα κεφάλια από ι δ έ ε ς "(έκανε και μια σαρκαστικήν ομοιοκαταληξία-σημαίες-ιδέες-,μοντέρνος γαρ αυτός,κ αταδικάζοντας σύσσωμη την "ακαδημαϊκή "ποίηση με τις ρίμες).Για κάμποσο καιρό κι εγώ ο ηλίθιος δίσταζα να χρησιμοποιήσω στα γραφτά μου τη λέξη "σημαία",μα ύστερα (στο πείσμα του κ. Κυπαρίσση) πλημμύριζα τους στίχους μου με σημαίες και ισχυριζόμουν μάλιστα πως κάθε λέξη πρέπει να΄ναι και μια σημαία,γιατί τότε,στη Μακρόνησο,τα λίγα λόγια που αλλάζαν μεταξύ τους οι σύντροφοι πλατάγιζαν ψηλά πάνω από τα μαρτύρια πραγματικές σημαίες κι έλεγες τίποτα δεν είναι ο θάνατος,τα πάντα είναι η ελευθερία˙ μα κείνοι που δεν γνώρισαν ποτέ τη φτώχεια,τη στέρηση,την εκμετάλλευση,την καταπίεση,όταν διαβάζουν τη λέξη σημαία ή ελευθερία στραβομουτσουνιάζουν (οι καλαίσθητοι) και λένε: "τι μεγαλοστομίες, πολιτικολογίες, συνθηματολογίες" και κάνουν πίσω, όπως κάνουν πίσω μπροστά στον εχθρό,αν δεν συνεργάζονται κιόλας μαζί του.Μα ποιός τους λογαριάζει; Ποιός γράφει για δαύτους;Δεν πα΄να κουρεύονται. Όμως για να λέμε και του στραβού το δίκιο,δύσκολα περνάνε στο χαρτί τούτες οι λέξεις,δεν χωράνε στο χαρτί, θέλουν άπλα, θέλουν αέρα,πλήθη, ουρανό,βουνά,πλατείες,άλογα,δάση.Κι οι πραγματικοί αγωνιστές είναι πάντα σεμνοί με μπαλωμένα βρακιά,φαγωμένα σακάκια στους αγκώνες˙δεν καυχιούνται˙ κοιτάζουνε ψηλά με χαμηλωμένα βλέφαρα.Τούτες τις λέξεις τις πράττουν, δεν τις γράφουν σε κόλλες διαγωνισμού ή σε χαρτομάντιλα.Αν δεις τις φλέβες στο λαιμό τους και στα μελίγγια τους,θα καταλάβεις, κι ίσως τραγουδήσεις άφωνα μέσα σου "σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή". Μόνο αυτό. Τίποτ΄άλλο.
10
Το συγκεκριμένο βιβλίο είναι αρκετά τολμηρό για τα πουριτανά κομματόσκυλα,και το έχουν θάψει στη σιωπή.Νομίζω άλλωστε ότι όταν βγήκε σήκωσε μια ....κατακραυγή για προβολή λανθάνουσας ομοφυλοφιλίας
Απάντησηκαι λένε:"τι μεγαλοστομίες, πολιτικολογίες,συνθηματολογίες" και κάνουν πίσω,όπως κάνουν πίσω μπροστά στον εχθρό,αν δεν συνεργάζονται κιόλας μαζί του.Μα ποιός τους λογαριάζει;Ποιός γράφει για δαύτους;Δεν πα΄να κουρεύονται.
Η απάντηση κατ΄ευθείαν από τον ίδιο τον Ρίτσο.Αλλά δεν θα χορτάσουν ποτέ τα λογής κομματόσκυλα.
Τώρα πάλι τρώνε άλλους..
Υπάρχει οι καλόπιστες οπτικές, όπως της Βιβής Γ.
(http://www.blogger.com/profile/10605374477397136709) -
αλλά ιδεολογικά λαθεμένες (λέω εγώ...) αλλά και
η ΛΥΣΣΑ ΚΑΚΙΑ που έπιασε κάποιους, να κάνουν σώνει και καλά και το ΡΙΤΣΟ "κατά το δοκούν" ή σύμφωνα με τα μούτρα τους.
Ο ΡΙΤΣΟΣ -αρέσει ή όχι είναι μια στρατευμένη τέχνη υψηλής αισθητικής… που δεν υποτίμησε σε καμία περίπτωση την αλήθεια ότι «η αισθητική έχει τα δικά της μέτρα, τη δική της νομοθεσία. Δεν της είναι αρκετό εφόδιο το αίσθημα, η πηγαιότητα, η ειλικρίνεια, οι μεγάλες ιδέες, οι ηθικές αρχές, ούτε όλη η αλήθεια». Δούλευε εξάλλου με ακάματη προσπάθεια και αγάπη κάθε στίχο.
Όμως, πίστευε βαθιά στην κοινωνική και διαπαιδαγωγητική αξία της τέχνης. Ετσι τολμούσε ακόμα και να παραμερίσει αισθητικούς ενδοιασμούς μπροστά στην κοινωνική αξία ποιημάτων του, όπως για παράδειγμα τα “Συντροφικά Τραγούδια”, που εκδόθηκαν το 1981 προς τιμήν των 40 χρόνων του ΕΑΜ.
Αλλά και "από πάντα" ... ο πρώιμος, ο όψιμος, ο αίώνιος.
«…Μόνες περγαμηνές μας, τρεις λέξεις:
Μακρόνησος, Γυάρος και Λέρος. Κι αν αδέξιοι
μια μέρα σας φανούν οι στίχοι μας, θυμηθείτε μονάχα πως
γράφτηκαν
κάτω απ’ τη μύτη των φρουρών, και με τη λόγχη πάντα στο πλευρό μας.
Κι ούτε χρειάζονται δικαιολογίες -πάρτε τους γυμνούς, έτσι όπως είναι…»
(“Ο Ηρακλής κι εμείς”, 1968)
Ο Ρίτσος ειρωνευόταν την “καθαρή” ποίηση που μένει κλεισμένη στον εαυτό της, που δεν υπηρετεί την ανάγκη της κοινωνικής εξέλιξης, που δεν βλέπει τον άνθρωπο ως δραστήριο εργάτη και οικοδόμο της ζωής του, που δεν αναγνωρίζει στην ταξική πάλη την κινητήρια δύναμη που πάει μπροστά την ιστορία.
Για παράδειγμα, στο ποίημα “Α.Β.Γ.”, περιγράφοντας το κολαστήριο της Μακρονήσου, δεν παραλείπει να σχολιάσει:
«(Κι η Παναγιά του πόντου φλωροκαπνισμένη απ’ το σούρουπο
να σεργιανάει στην αμμουδιά
συγυρίζοντας τα σπίτια των μικρών ψαριών
καρφώνοντας μ’ ένα θαλασσινό σταυρό τη φεγγαρίσια της πλεξούδα)
Α.Β.Γ.
Α.Β.Γ
(Μιλούσαμε για μία ποίηση αιγαιοπελαγίτικη, ναι, ναι)
Α.Β.Γ»
(“Μακρονησιώτικα”, 1949)
Ο ίδιος διαχώρισε τον εαυτό του από αυτού του είδους την τέχνη:
«Αφήστε για την ώρα το φεγγάρι ν` ακουμπήσει το χλωμό του μέτωπο
Στον ώμο της Κυρίας με τας Καμελίας
ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΠΑΜΕ ΜΕ ΤΟ ΡΙΤΣΟ ΣΤΑ ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ»
(“Φρυκτώρια”, 1978)
Ο Ρίτσος συνειδητά επέλεγε -ως μία ακόμα ένδειξη της κομματικότητάς του- να δημοσιεύει πρωτότυπα ποιήματά του στο “Ριζοσπάστη”.
Πιο χαρακτηριστική είναι η πρώτη έκδοση του “Επιτάφιου” λίγες μέρες μετά τα γεγονότα στη Θεσσαλονίκη, στις σελίδες του “Ρ”. Έγραφε για τους εργάτες, για το λαό. Γι’ αυτό και επέλεγε να δημοσιεύονται πολλά από αυτά στην εφημερίδα του λαού, στην εφημερίδα που εκπροσωπούσε και εκπροσωπεύει τα συμφέροντα των εργατών.
Γι’ αυτό και επέλεγε κάθε χρόνο να απαγγέλλει ποιήματά του στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ και του “Οδηγητή”, τη νεολαία του ΚΚΕ που αγαπούσε βαθιά, αυτή ήταν μία ξεχωριστή στιγμή και μία ξεχωριστή τιμή.
Στο 3ο Φεστιβάλ από τη σκηνή ακούστηκαν για πρώτη φορά, από τη φωνή του μεγάλου ποιητή, οι στίχοι:
«Είναι τα παιδιά της ΚΝΕ
που λένε στη ζωή το μέγα ναι»
(“Τα παιδιά της ΚΝΕ”, Αθήνα-Καρλόβασι, 1977)
Κάθε σταθμός στην ιστορία του Κόμματος ήταν για εκείνον πηγή έμπνευσης. Η πίστη του στο Κόμμα και στο σοσιαλισμό είναι διάχυτη στα ποιήματά του. Μεταφράζεται σε πείσμα, σε επιμονή, σε αισιοδοξία για την τελική νίκη. Εμπνέει και θα εμπνέει…
«Κι ο μπάρμπα Στάθης έχει βγάλει απ’ το μπαούλο το παλιό κασκέτο του.
Έβαλε τη Μαρία και του ’ραψε με κόκκινο σειρήτι: ΕΛΑΣ
Κι όλο χαμογελάει ο μπάρμπα- Στάθης στην παρέλαση
ΚΚΕ
Και βέβαια που θα γράψει πάνου στη βρυσούλα του: ΚΚΕ-
Τι χρώμα; Οχι άσπρο κίτρινο καλύτερα
Κίτρινο σαν τον ήλιο πάνου στα μεγάλα στάχυα-
Αχ όχι, κίτρινα είτανε τα προσωπάκια τους
αχ οι διακόσιοι της Πρωτομαγιάς- κίτρινα, κίτρινα
τα προσωπάκια τους στο χάραμα-
μην είναι αυτοί μες στ’ αυτοκίνητα με τα ελασίτικα τα δίκωχα;
Αυτοί ’ ναι θέ μου -ένας, δύο, τρεις, 4,5,8,16
20, 30, 35, 63-
Δεν πρόφτασε να τους μετρήσει -θα ‘τανε διακόσοι-
Πέρασαν τ’ αυτοκίνητα -που να μετρήσεις- είτανε οι Διακόσοι
-λοιπόν τι χρώμα; Κίτρινο; Οχι κίτρινο
Αχ και να μπόρειε να ζουπήξει την καρδιά του
Αχ έτσι δα με το χοντρό του δάχτυλο ναν τη ζουπήξει
Με το αίμα της καρδιάς του ναν το γράψει στη βρυσούλα του:
ΚΚΕ…»
(“Γειτονιές του Κόσμου”, Μακρόνησος, Αη-Στράτης, 1949-1951)
ΔΙΕΘΝΗΣ & ΔΙΕΘΝΙΣΤΗΣ
“…το πιο τρανό τραγούδι που έµαθα…
Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε”...
κλπ κλπ
Αρχίσαμε να το συζητάμε αυτό,τις "ιδεολογικά λαθεμένες"οπτικές μου,με τον hasta la victoria Siempre μέσω e-mail.Πολύ διαλεκτικά πρέπει να πω.
Δεν νομίζω να έχει νόημα να κάνουμε την συζήτησή μας-όσο κι εφόσον συνεχιστεί- εδώ.Κατά τα άλλα την πίστη του Ρίτσου στο Κόμμα του και στο σοσιαλισμό δεν την άγγιξα σαν θέμα.Νομίζω,hasta la victoria Siempre,το βλέπεις αυτό.
Και γιατί δεν το άγγιξα;Διότι κάθε πράγμα πρέπει,εκτιμώ,να μπαίνει στα σωστά ιστορικά και χρονικά πλαίσια.Ο Ρίτσος έφυγε το 1990.Τώρα έχουμε 2016.Σκέψου το.
Η φράση μου (Αλλά δεν θα χορτάσουν ποτέ τα λογής κομματόσκυλα.Τώρα πάλι τρώνε άλλους.. )κάτω από το σχόλιο του Λύσιππου δεν είναι μονοσήμαντη,ανήκει στο τώρα και συνεχίζει να με εκφράζει.Στην διάθεσή σου για διάλογο.
Κι όμως κάνετε λάθος,τον Αύγουστο του 2009 στο Ριζοσπάστη γίνεται ευνοϊκή κριτική για το θεατρικό έργο «το τερατώδες αριστούργημα» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μαυρίκιου που αντλεί υλικό από το έργο του Ρίτσου και το βιβλίο που παρουσιάζεις σήμερα εδώ και γράφονται τα εξής:Παράσταση, μάλιστα πρωτότυπης σύλληψης και δομής, που με αγάπη και θαυμασμό βιογράφησε τον ποιητή, υμνώντας όσα έζησε, πίστεψε, έπραξε και έγραψε. Μέγας, καθολικός ποιητής, δηλωμένος και μέσω όλων των έργων του, αμετάκλητα «στρατευμένος» κομμουνιστής, ερωτευμένος με την Επανάσταση για μια άλλη κοινωνία του ανθρώπου και του δίκιου ήταν ο Ρίτσος. Ερωτευμένος, με τον άνθρωπο, με το λαό και τους αγώνες του, με τη ρωμιοσύνη, με τη ζωή. Επόμενα ερωτευμένος και με τον έρωτα, τη φύση, την ομορφιά, την ποίηση, όλες τις τέχνες, ακόμα και με τα άψυχα αντικείμενα - έργα του ανθρώπου. Η ζωή του, οι ιδέες, οι αγώνες, τα πάθη - συντρόφων και δικά του, οι λέξεις του όλες έγιναν «σημαίες» όλων αυτών των ερώτων του. Αυτό ανέδειξε, αυτό είπε η παράσταση.
Απάντησηhttp://www.rizospastis.gr/wwwengine/page.do?publDate=5/8/2009&id=11203&pageNo=22&direction=1
απο 1985 σε 2009 μεσολαβούν 24 χρόνια.
Το σύνηθες στο ΚΚΕ, μετα από χρόνια το μαύρο γίνεται άσπρο και τούμπαλιν
Χώρια η μέθοδος "διασκευής" που κόβει και ράβει κατα το δοκούν.
Ξέρουμε πιά τις μεθόδους και τακτικές.
Εκεί που έφτυνε ο μεγάλος Ρίτσος φυτρώσανε οι βλαβιανοί αλλά και οι όψιμοι μπαλωματήδες του ριζοσπάστη!Βρε ουστ!
ΑπάντησηΓιάννης Ρίτσος - Ἡ ἀράχνη
στὸν τόμο: Ποιήματα 1958-1967, τόμ. Θ´,
ἔκδ. Κέδρος, Ἀθήνα, 1989, σ. 216.
Κάποτε, μιὰ τυχαία κι ἐντελῶς ἀσήμαντη λέξη
προσδίδει μιὰ ἀπροσδόκητη σημασία στὸ ποίημα,
ὅπως π.χ. στὸ ἐγκαταλειμμένο ὑπόγειο, ὅπου
κανεὶς δὲν κατεβαίνει ἀπὸ καιρό, τὸ μεγάλο, ἄδειο κιοῦπι.
στὸ σκοτεινό του χεῖλος περπατάει χωρὶς νόημα μιὰ ἀράχνη,
(χωρὶς νόημα γιὰ σένα, μὰ ἴσως ὄχι γιὰ κείνην).
Και εδω, τι εγραψεη σελιδα ...gay ekfansi
ΤΕΤΆΡΤΗ, 3 ΙΑΝΟΥΑΡΊΟΥ 2018
Στὸν Στεμνὴ ἀπάντησε ὁ ποιητής Κώστας Μύρης καὶ μάλιστα μὲ τὸ πραγματικό του ὄνομα, Κώστας Γεωργουσόπουλος, στὸ ἄρθρο του
Γνωστὴ ἡ μέθοδος. Σκοπὸς νὰ γίνει σούσουρο γιὰ τὸν τολμηρὸ νεανία ποὺ ξεγύμνωσε τὸ εἴδωλο καὶ ἄλλα ἠχηρά παρόμοια. Καὶ βέβαια, ὁ Ρίτσος, ὅπως ὁ καθένας δὲν εἶναι ταμποῦ. Ἀλλὰ τὰ ζντανοφάκια δὲν ξέρουν καὶ δὲν μποροῦν νὰ κρίνουν ποιητὲς γιατὶ δὲν τοὺς ἀφήνουν τὰ φάλαρα. Σκέψου νὰ κρίνεις ἕναν ποιητή ἀπὸ τὰ θέματά του. Ἐκεῖ εἶναι ἀκόμα τὰ μειράκια».