Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2022

  Μοντέρνο vs μεταμοντέρνο...

 

του Γιώργου Σαρηγιάννη*

 

Χρωστάω μια ανάρτηση για τον μετα-μοντερνισμό, στην διαπάλη του με τον μοντερνισμό. Ένα τέτοιο θέμα όμως, δεν γίνεται να το αναπτύξεις απλά -και κυρίως όχι εδώ. Ούτε καν σε μια διάλεξη 32 σελίδων (!!), όπως δοκίμασε - ανεπιτυχώς πέρσι, μια συμπαθής κυρία.
Ας το αφήσουμε όμως αυτό, δεν είναι πρόθεση μου να διορθώσω ή να συμπληρώσω τα λεγόμενα της κυρίας στην ΚΟΜΕΠ.

 

Θα δούμε κάποια λίγα στοιχεία για τη διαπάλη μοντέρνου-μεταμοντέρνου.

Μένοντας μόνο στα βασικά :

Το Μοντέρνο Κίνημα, υπήρξε γέννημα-θρέμμα πολλών διεργασιών στην Ευρώπη από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι το τέλος του Μεσοπολέμου. Της αμφισβήτησης του καπιταλιστικού συστήματος, της αμφισβήτησης του ακαδημαϊσμού στην πνευματική παραγωγή, της ανάγκης ύπαρξης μιας νέας Τέχνης, Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας που να ανταποκρίνονται στις κοινωνικές απαιτήσεις, που έφεραν στο προσκήνιο της Ιστορίας την σοβιετική επανάσταση.
Ο «μοντερνισμός» ξεπήδησε στη βάση της Δεύτερης Βιομηχανικής Επανάστασης μετά τα μέσα του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Υπήρξε ίσως ένα πρόωρο σχήμα που έσβησε όταν ο καπιταλισμός και ο σοσιαλισμός ετοιμάστηκαν στον μεσοπόλεμο, για την πρώτη τους πολεμική σύγκρουση στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν «έσβησε» όμως ακριβώς, -γιατί τόσο το 1933 όσο και το 1956, αναδείχθηκε μέσα από 2 σημαντικές εκδηλώσεις του με την «Χάρτα των Αθηνών». Στις συνθήκες του μεσοπολέμου, το Μοντέρνο Κίνημα στην Γερμανία θεωρήθηκε «μπολσεβικικό» και απορρίφθηκε ως «Εκφυλισμένη Τέχνη» (Εntartete Kunst) –ήδη είχε απαγορευτεί από το 1933, όταν και έκλεισε το περίφημο φυτώριο του Bauhaus στο Ντεσάου.
Από την άλλη, η Δύση αδιαφόρησε ικανοποιώντας τις κατασκευαστικές εταιρείες της με τις νέες ιδιωτικές πόλεις και την εν γένει κουλτούρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης μετά το κραχ του 1929.
Στην Σοβιετική Ένωση την ίδια περίοδο, απορρίφθηκε όχι μόνο γιατί ήταν άλλες και πιεστικές οι κοινωνικές προτεραιότητες αλλά και διότι άνοιγε δρόμους που ίσως έσπαζαν την απαιτούμενη για εκείνη την πολεμική εποχή μονολιθικότητα. Σ' αυτό όμως δεν φταίει το Μοντέρνο Κίνημα ίσως και ούτε τόσο οι ακραίες ερμηνείες που του έδωσαν, (ακόμη και ορισμένα από τα στελέχη του), όσο (και κυρίως) το ότι ήταν πολύ νωρίς ακόμη για μια Νέα Κοινωνία που αριθμούσε μόλις δεκαπέντε χρόνια ζωής, να δημιουργήσει ή και να αποδεχθεί -να αποδεχθούμε ότι το Μοντέρνο Κίνημα εξέφραζε την σοσιαλιστική κοινωνία- ένα πολιτιστικό επιστέγασμα για μια οικονομική βάση που ακόμη διαμορφώνονταν.

Ο Μεταμοντερνισμός –γέννημα της περιόδου της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης, είναι ένα κίνημα τέχνης και πολιτισμού που αντιστοιχεί στις νέες μορφές της πολιτικής και της οικονομίας, στον "ύστερο καπιταλισμό". Δηλαδή σε υπερεθνικές οικονομίες της κατανάλωσης που βασίζονται στην ιδέα της παγκοσμιοποίησης του καπιταλισμού. Προβάλλει το ατομικό –κυρίαρχο, έναντι του συλλογικού.
«Με κύρια επιρροή την απογοήτευση που επακολούθησε του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο μεταμοντερνισμός τείνει να αναφέρεται σε μία πολιτισμική, πνευματική ή δημιουργική κατάσταση η οποία χαρακτηρίζεται από έλλειψη ιεραρχίας και οργανωμένης δομής, η έκφανση της οποίας συνίσταται σε εξαιρετική περιπλοκότητα, αντίφαση, ασάφεια, ποικιλομορφία, διασυνδετικότητα ή διαναφορικότητα, συχνά με τέτοιον τρόπο, ώστε να μην είναι δυνατός ο διαχωρισμός μεταξύ της ίδιας και της παρωδίας της».[1]
Ο όρος μεταμοντερνισμός χρησιμοποιήθηκε ωστόσο για πρώτη φορά κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1870 σε διάφορα συγκείμενα.
Η μετάβαση από τον Μοντερνισμό στον Μεταμοντερνισμό λέγεται ότι "επετειακά" έγινε το 1972 Στην πραγματικότητα, διατυπώθηκε θεωρητικά λίγα χρόνια πριν, όταν τα Empirical Aesthetics θέλησαν να αντικαταστήσουν την Gestalt Theory.
Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν, ήταν τα ’80s!.. Χαρούμενα, ανέμελα, υπερβολικά… Ιδανικά χρόνια για να ανθίσει το πιο αμφιλεγόμενο κίνημα του 20ού αιώνα, που σάρωσε τις τέχνες, την αρχιτεκτονική, το design, τη μόδα. Ναι, ο μεταμοντερνισμός –παρά το όνομά του– έκανε την εμφάνισή του για να απορρίψει οτιδήποτε μοντέρνο. Ξαφνικά το «form follows function» ακουγόταν βαρετό και το «less is more» απλά δεν είχε κανένα νόημα. Ο συνδυασμός διαφορετικών παράταιρων στυλ, η μείξη ιστορικών στοιχείων με παραδοσιακά, η ρηξικέλευθη χρήση των χρωμάτων, τα έντονα μοτίβα, το χιούμορ, η ειρωνεία και η σκωπτικότητα ήταν τα εύκολα ζητούμενα. Πρακτικά θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο ένας και μοναδικός κανόνας του μεταμοντερνισμού ήταν ότι δεν υπάρχουν κανόνες, κάτι που δικαιολογημένα δημιούργησε μία ασάφεια γύρω από τον όρο. Εξ ού και μια πλειάδα από εντελώς διαφορετικού ύφους και είδους «προϊόντα» αίφνης βαπτίστηκαν postmodern.

Έτσι, φτάνουμε στον πυρήνα της διαπάλης:
Η Τέχνη, είναι όπλο, και σαν όπλο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον οποιονδήποτε : και από την εκάστοτε Κυρίαρχη Τάξη, αλλά και από την εκάστοτε Καταπιεζόμενη. Αυτό προφανώς πρώτιστα εκφράζεται μέσα από το περιεχόμενο. Το με ποια μορφή όμως θα εκφραστεί, -βασικά «νατουραλιστική» ή «ρεαλιστική» αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Ακόμη πιο πέρα, το αιώνιο πρόβλημα του συνδυασμού Μορφής και Περιεχομένου, οδηγεί στην συζήτηση που αναπτύχθηκε κυρίως στον Μεσοπόλεμο, στην καθιέρωση δηλαδή του όρου «σοσιαλιστικός ρεαλισμός» και στο τι εννοούμε μ' αυτόν. Αλλά ας μην ανοίξουμε αυτό το τελευταίο..
Κάθε έργο τέχνης όμως εκτός από την «μορφή» έχει και «περιεχόμενο», και από αυτό το γεγονός απορρέει ένα άλλο θέμα: Η Τέχνη, ποτέ δεν υπήρξε αυθύπαρκτη, το δόγμα «η Τέχνη για την Τέχνη» (ars gratia artis) υπήρχε μόνο στο κεφάλι κάποιων διανοητών.
Πάντα η Τέχνη είχε σκοπό, άρα και περιεχόμενο, ακόμη και εκεί που δεν ήταν «ορατό» : από τις τοιχογραφίες των σπηλαίων και τα βυζαντινά ψηφιδωτά, μέχρι τα έργα του Νταβίντ και τα έργα της αφηρημένης ή ανεικονικής Τέχνης.
Τα μεν ως μαγικές τελετουργίες των ανθρώπων των σπηλαίων (ή και ως διδακτικά για το κυνήγι τους), τα δε ως επιβολή της θεϊκής Εξουσίας των αυτοκρατόρων και του ίδιου του Θεού, τα άλλα ως εξύμνηση της κυρίαρχης αστικής Τάξης του 19ου αιώνα, ή της Νίκης του Σοσιαλισμού, και τα άλλα ως απομάκρυνση από τα κοινωνικά προβλήματα.
Είναι κι αυτό μια μορφή χειραγώγησης και συμπλέει π.χ με τις σαπουνόπερες, αλλά σε ανώτερο επίπεδο.

 

Κλείνοντας, υπάρχει ένα πολύ περιεκτικό μότο...

 

Στα 1890, η μορφή όφειλε να εκφράζει την πραγματικότητα –παλιά ή σύγχρονη,

στα 1920, η μορφή όφειλε να εκφράζει τη λειτουργία,

στα 1960, η μορφή έπρεπε να ακολουθεί το πρόγραμμα,

στα 1990, η μορφή ακολουθούσε την κίνηση...

-το 2000, η μορφή έπρεπε να προσαρμόζεται στις εικόνες,

-το 2020, η μορφή προκύπτει πλέον από αλγόριθμους τεχνητής νοημοσύνης...

Οι σύγχρονοι μετα-μοντερνιστές όμως, επιμένουν.. -λένε..
«θα έρθει ο καιρός που η μορφή θα ακολουθεί μόνο τον εαυτό της»
..και μάλλον τους πρέπει απάντηση πως υπάρχει περίσσια και τεχνητής βλακείας!...

 «όταν μπορείς να μιλάς απλά για σύνθετα θέματα, έχεις φτάσει στην ωριμότητα».. λέει κάπου ο Γκαλεάνο –και πόσο δίκιο έχει!..

Ζητώ συγγνώμη για την έκταση του σημειώματος.

 

Στην συνακόλουθη φωτογραφία, ένα κολάζ έργων των Μάλεβιτς, Βαζαρελύ, Ζάχα Χαντίτ. Είναι εύκολο θαρρείτε να τους βάλετε από εδώ ή από εκεί;





*O Γεώργιος Π. Σαρηγιάννης, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1940, σπούδασε αρχιτεκτονική στο Ε.Μ. Πολυτεχνείο και πολεοδομία στην Technische Hochschule Wien. Είναι καθηγητής του ΕΜΠ όπου διδάσκει πολεοδομία και ιστορία της πόλης και της πολεοδομίας. Έχει γράψει βιβλία και άρθρα σχετικά με τα πολεοδομικά προβλήματα της Αθήνας, με τη θεωρία και την ιστορία της πόλης, με το περιβάλλον καθώς και με γενικά ιστορικά θέματα
Από το 2008 ομότιμος καθηγητής. Διετέλεσε Διευθυντής Τομέα, Διευθυντής Σπουδαστηρίου Πολεοδομικών Ερευνών, Αντιπρόεδρος Τμήματος και Διευθυντής Μεταπτυχιακών Σπουδών Τομέα Πολεοδομίας, της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ.  Διδάσκει στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα  (υπεύθυνος ως το 2020) στο μάθημα «Μεταφορικά Συστήματα Πόλεων μέσα από την βιώσιμη κινητικότητα», και επίσης (υπεύθυνος ως το 2020) στο μάθημα «η Κρίση της Πόλης», καθώς και σε προπτυχιακά μαθήματα σε θέματα Ιστορίας Αρχαίας, Βυζαντινής και Μεσαιωνικής Πόλης.
 Εχει φέρει σε πέρας ως επιβλέπων 14 διδακτορικές  διατριβές ενώ είναι σε φάση περαίωσης ή εξέλιξη  άλλες  5.
Μετέχει σε ομάδες και φορείς με σκοπό την προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς, με αποτελεσματικές παρεμβάσεις σε ιστορικά κτήρια των Αθηνών στο (κτήριο Σούτσων, Ξενοδοχείον Αθηνών, Μέγαρον Πάλλη, Οφθαλμιατρείον Αθηνών, Κτήριον Φιλήμονος,, Δημοτική Αγορά Χαλκίδος, κήρυξη της Κύμης ως παραδοσιακού Οικισμού κ.α.
Μετέχει  σε πολλά σχετικά επιστημονικά σωματεία.
Έχει δημοσιεύσει περί τις 300 επιστημονικές έρευνες και άλλα τόσα άρθρα σε θέματα πολεοδομίας, μεταφορών, προστασίας περιβάλλοντος, γενικής ιστορίας και ιστορίας της πόλης και της πολεοδομίας, παιδείας, πολεοδομικής ιστορίας και σύγχρονων πολεοδομικών προβλημάτων της Αθήνας, κ.α. και έχει μετάσχει με εισηγήσεις σε πάνω από 50 Συνέδρια (ελληνικά και διεθνή) και ημερίδες με αντίστοιχα θέματα.
Μέλος του ΚΚΕ και του Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών.
Βιβλία και άρθρα του είναι ανηρτημένα στην www.academia.edu και στα περιοδικά www.GreekArchitects.gr και www.Archetype.gr , στην ιστοσελίδα του workshop  του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, καθώς και στις ιστοσελίδες των μαθημάτων του στο ΕΜΠ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.