Κυριακή 23 Μαρτίου 2025

«Νόστος Εαρινός» του Μανόλη Λεφάκη

Τι είναι η ποίηση - κατά τους ποιητές; 


Γράφει ο Κώστας Ντουντουλάκης *

                         

«Αν ένα πουλί μπορούσε να πει με ακρίβεια, τι τραγουδάει, γιατί τραγουδάει,
και τι είναι που το κάνει να τραγουδάει, δεν θα τραγούδαγε.»

«Παραλλάζοντας τα παραπάνω λόγια του Πωλ Βαλερύ», λέει ο Γιώργος Παυλόπουλος, 

«αν ένας ποιητής μπορούσε να πει με ακρίβεια τι γράφει, γιατί γράφει,
και τι είναι αυτό που τον κάνει να γράφει, δεν θα έγραφε.
»

 «Κι εγώ, δεν ξέρω τώρα να σας πω τι είναι ποίηση και γιατί γράφω ποιήματα.
 Πολύ περισσότερο δεν ξέρω να σας πω σε τι μας βοηθάει η ποίηση και ποιος είναι ο σκοπός της.
Το μόνο που ξέρω είναι πως ο ποιητής ήταν πάντα ένας αφοσιωμένος της Ζωής.
Είτε τον γεμίζει χαρά είτε τον θλίβει η Ζωή, είτε τον πάει στον Ουρανό, είτε τον κατεβάζει στην Κόλαση,
αυτός μένει πάντα ο αφοσιωμένος της!
Τη μυστήρια αγάπη του για την Ζωή δεν έχει άλλον τρόπο να την εκφράσει. Γράφει ποιήματα.
Νομίζω ότι προσπαθεί να εκφράσει κυρίως αυτό που κρύβει η Ζωή.
Όπως ο Έρωτας κρύβει αυτό που μας κάνει ερωτευμένους.»

Διαβάζοντας κανείς απόψεις σαν τις παραπάνω, του Γάλλου φιλόσοφου και ποιητή Πωλ Βαλερί και του σύγχρονου, ανάλογα φιλοσοφούντος Έλληνα ποιητή Γιώργου Παυλόπουλου αναρωτιέται:
Είναι λοιπόν η ποίηση, ερωτική πράξη;
Ή μήπως, πράξη απόγνωσης;
Ή μήπως και τα δύο;…

Όλοι οι ποιητές, καθένας με την δική του οπτική, προσπάθησαν να διατυπώσουν ή μάλλον να προσεγγίσουν έναν κάποιον, κατά πολλούς ειδήμονες ανέφικτο, ορισμό ή κατ΄αυτούς στόχο της ποίησης:

 «Η ποίηση δεν είναι ο τρόπος να μιλήσουμε, αλλά ο καλύτερος τρόπος να κρύψουμε το πρόσωπό μας» (Αναγνωστάκης)

«Η ποίηση μας δημιουργεί την εντύπωση, όχι πως ανακαλύψαμε κάτι καινούργιο,
αλλά πως θυμηθήκαμε κάτι που είχαμε ξεχάσει»
(Μπράντλεϋ)

«Η ποίηση είναι αναζήτηση του ανεξήγητου» (Στήβενς)

 «Η ποίηση είναι το καταφύγιο που φθονούμε!» (Καρυωτάκης)

«Η ποίηση δεν είναι ένα ελευθέρωμα της συγκίνησης,
αλλά απόδραση από την συγκίνηση»
(Έλιοτ)

«Η ποίηση είναι η πιο πυκνή μορφή προφορικής έκφρασης» (Πάουντ)

«Εμείς αδερφέ μου, δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε απ΄ τον κόσμο.
Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο»
(Ρίτσος)

-Ο Μπρεχτ, στα ποιήματά του, συνήθως σε κάνει, εκεί που συγκινείσαι, ξαφνικά να εξεγείρεσαι,
και ενώ θυμώνεις, ταυτόχρονα να παρασύρεσαι από τον οίκτο για την ίδια την ζωή σου,
σε τοποθετεί μπροστά σ΄ έναν καθρέφτη που ίσως αγνοείς ίσως αποφεύγεις ,
ώσπου ν΄αποφασίσεις ν΄ανοίξεις τα μάτια σου και ν΄αντικρύσεις για πρώτη σου ή για πολλοστή φορά την γυμνή αλήθεια. Την κρυμμένη εντός και γύρω σου αλήθεια.
Εάν αυτή δεν σου αρέσει, σε βάζει μπρος στην δική σου ευθύνη ν΄αγωνιστείς
να την μετατρέψεις από πικρή σε γλυκειά…

-Όσοι οι ποιητές, άλλες τόσες κι οι απόψεις για την ποίηση.

Μα, όπως σημειώνει ο Φερνάντο Πεσσόα:
«Ο άνεμος φυσάει, έτσι όπως τον άκουσε ο Όμηρος, ακόμα κι αν δεν υπήρξε ποτέ

-Διαβάζοντας τα ποιήματα του Μανόλη Λεφάκη, διαπιστώνω πόσο της ταιριάζουν,
 άλλες πιότερο, άλλες εν μέρει, δεν έχει σημασία, όλες οι παραπάνω προσεγγίσεις
τού τι ή πώς είναι ή δεν είναι και τι εκφράζει η ποίηση!

Μας αποκαλύπτεται εξαρχής στο εύστοχα επιλεχθέν από αυτόν ως «Προοιμιακό»
εισαγωγικό του ποίημα στην νέα του Συλλογή «Νόστος Εαρινός»:
"Πάλι μου κλείνει το μάτι η ακοίμητη μούσα
κι εγώ κοιτώντας το πορτραίτο της λύπης,
αφήνω λίγες σταγόνες πάνω σε φύλλα ημερολογίων.
Γιατί η χαρά σταμάτησε από καιρό να μου φέρνει τραγούδια.
Και ξανά μου μαγνητίζει το χέρι η μάγισσα των λέξεων
κι αφήνομαι στη γαλήνη του βυθού.
Χιλιάδες χρώματα, όνειρα, σκοτάδι και φως.
Πάρε με κύμα της άνοιξης και ταξιδευτή μέτοικο πήγαινέ με στις μαγικές σου σπηλιές, με καινούργια φορέματα να ντύσω τα παλιά μου αγάλματα…"

Με τον Μανόλη υπήρξαμε συμφοιτητές, καλοί φίλοι και συγκάτοικοι στα χρόνια φοίτησής μας στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου.
Εποχές μεγάλης φτώχειας μα περίσσιας ανθρωπιάς .
Ξ
εχώριζε από τότε για την ευγένεια, σωφροσύνη, συναισθηματισμό, φιλομάθεια κι εργατικότητα, τις πνευματικές του αναζητήσεις, την κριτική του αντίληψη, το ερευνητικό του πνεύμα, για το ήθος του προπαντός.
Ιδιότητες σμιλεμένες μέσα από συνήθη τότε στους πλείστους μας, αλλά πιο έντονα σ΄ αυτόν προσωπικά βιώματα δύσκολων παιδικών κι εφηβικών χρόνων, οκογενειακών συνθηκών στέρησης, σκληρής βιοπάλης, μα και μεγαλόψυχης αξιοπρέπειας, φιλοτιμίας, κοινωνικής συνειδητοποίησης κι ανθρωπιάς.

Έτσι, χωρίς την αλλοτριωτική ιδεοληπτική χειραγώγηση από τα σημερινά ΜΜΕ και προβαλλόμενες (απ)αξίες ζωής σμιλεύονταν τα χαρακτηριστικά των απλών ανθρώπων του λαού μας τότε. Εκείνης της φτωχολογιάς την οποία τόσο εξύμνησε με τα τραγούδια του για τις αξίες και στάση ζωής της ο μεγάλος μας Μίκης Θεοδωράκης.
Για την οποία μιλούσαν και όλες σχεδόν οι τότε ελληνικές απλοϊκές μα τόσης ανθρωπιάς ταινίες,
σε αντίθεση με τα σημερινά σαχλοσήριαλ και ταινίες που (καθόλου τυχαία… ) μιλούν κυρίως για τις σάπιες αξίες, τα βίτσια και τα πάθη της αριστοκρατίας και των κυνηγών καρριέρας, εξουσίας και χρήματος…

Για την οποία μιλούσαν και όλες σχεδόν οι τότε ελληνικές απλοϊκές μα τόσης ανθρωπιάς ταινίες, σε αντίθεση με τα σημερινά σαχλοσήριαλ και ταινίες που (καθόλου τυχαία… ) μιλούν κυρίως για τις σάπιες αξίες, τα βίτσια και τα πάθη της αριστοκρατίας και των κυνηγών καρριέρας, εξουσίας και χρήματος…

Κάπως έτσι, κατάντησε η αρετή της «Λαϊκότητας», των λαϊκών αξιών,
η εξυμνούμενη από τόσους πνευματικούς δημιουργούς κάποτε,
να λοιδωρείται σήμερα ως «λαϊκισμός»
από πονηρά – από πράγματι λαϊκίζοντα στην συστηματική κοινωνική και ιδεολογική προπαγάνδα τους – κέντρα.

-Εμφορούμενος από τέτοια βιώματα και αξίες, παραπέρα καλλιεργημένα εξ ιδιοσυγκρασίας από τον ίδιο, ο Μανόλης Λεφάκης, ολοένα και πιο ανήσυχο και δημιουργικό πνεύμα, αφότου διοριστήκαμε ως δάσκαλοι της δημόσιας παιδείας, μελετούσε κι έγραφε κείμενα και ποιήματα, συνέχισε παραπέρα σπουδές, πήρε πτυχία Φιλοσοφικής, Μετεκπαίδευσης στην Ειδική Αγωγή, Παιδαγωγικού Τμήματος.

Υπηρέτησε σε ολιγοθέσια και πολυθέσια σχολεία Γενικής και Ειδικής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, επιλέχθηκε αξιοκρατικά ως προϊστάμενος του ΚΔΑΥ -μετέπειτα ΚΕΔΔΥ και τέλειωσε την πολύτιμη εκπαιδευτική του προσφορά ως Σχολικός Σύμβουλος.

Σ΄αυτό το διάστημα εξέδωσε κατ΄αρχήν -το 1987- την ποιητική συλλογή
«Νοθευμένη Άνοιξη», στην οποία εξομολογείται, στον πρόλογο:

«Γράφω για δυο λόγους:
Πρώτα γιατί αυτό με ευχαριστεί, μου πληρώνει μιαν ανάγκη ζωτική,
γιατί μιλώ για κάτι που αντανακλάται μέσα μου και ζητά οπωσδήποτε να βγει έξω.

 Κι ύστερα, γιατί πρέπει να μιλήσω σε κάποιον γι αυτό το κάτι...
μια φωνή μοναξιάς κι απελπισίας από τη μια
κι αναζήτησης της ομορφιάς και της ελπίδας από την άλλη…

…Η ποίηση πρέπει να τρέχει σαν το νερό της πηγής….
να είναι απλή, για να είναι αληθινή, όμορφη ποίηση….
Σαν τέτοια την πίστεψα και σαν τέτοια έγινε συνυπαρξιακό μου στοιχείο…»

-Δεύτερό του βιβλίο, το 2002, ήταν η «Μετοικεσία του Ονείρου».

Μετά, το 2010, γράφει το τρίτο του βιβλίο με τίτλο:
«Όταν ήσουν δάσκαλος-κοινωνικοεκπαιδευτικά δρώμενα στον Ι. Κονδυλάκη».

Τέταρτο βιβλίο του, η παρουσιαζόμενη σήμερα, Μάρτιο του 2019, ποιητική συλλογή
«Νόστος Εαρινός».

Από το πρώτο του, πριν το προαναφερθέν «Προοιμιακό» του ποίημα, το οποίο τιτλοφορεί «Αρχαίο σήμαντρο», μας εξομολογείται τι είναι κατ΄ αυτόν η ποίηση και τι αποζητά ο ίδιος:
 «Σε ζήτησα ως το τέρμα της ξενιτιάς μου.
Σ΄αγάπησα Ως το βάθος της ερημιάς μου.
Και τώρα που σταμάτησε Το καθημερινό κυνήγι του σύννεφου,
Ο καθρέπτης βρήκε ξανά το χρόνο του.

Όμως καθώς πλησιάζει αθόρυβα το τούνελ
Αναζητώ μια καινούργια ανατολή να την περπατήσω.
Για νά ΄ρθω ξανά με το αρχαίο σήμαντρο να χτυπήσω την χειμωνιάτικη πόρτα σου.
Επειδή η ποίηση είναι το παραμύθι της φυλακής μας."

Σεργιανώντας στα γραφτά του Μανόλη, τα παλιότερα και τα τωρινά, συναπαντιέμαι με τόση και τέτοια λεπτότητα κι ομορφιά αισθημάτων, ποιότητα και βάθος νοημάτων, περιεκτικότητα, περιγραφική δύναμη, γλαφυρότητα ύφους και σπανιότητα ήθους, που νομίζω πως ο καλύτερος επίλογός μου σ΄αυτή την σύντομη παρουσίαση είναι το παμπάλαιο σοφό εκείνο ταιριαστό στην περίσταση δίστιχο, άγνωστου όσο κι αν έψαξα, κρητικού ριμαδόρου:
«Σα΄σού ΄παντήξει ομορφιά, στάσου καμάρωσέ τη.
Σα΄σού ΄παντήξει αθρωπιά, στάσου, προσκύνησέ τη!»

* Συντ. δάσκαλος. 
Το κείμενο αυτό διαβάστηκε από τον Κώστα Ντουντουλάκη
στην παρουσίαση της παραπάνω ποιητικής συλλογής του Μανόλη Λεφάκη
στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων στις 13 Μαρτίου 2019 


Από:  Αγώνας της Κρήτης 14/03/2019

Τρίτη 18 Μαρτίου 2025

 

Πώς καταγράφηκε τελικά το…άγραφο ελληνικό δημοτικό τραγούδι και πώς επηρέασε την λόγια Ευρώπη η δύναμη του λόγου του




του Γιώργου Λεκάκη

    giwrgoslekakis

    Ξεκινώντας με την φράση του Οδυσσέα Ελύτη πως
    «καμμιά επανάσταση, ούτε στην τέχνη, ούτε στην ζωή, δεν έχει περισσότερες ελπίδες επιτυχίας από ΄κείνη που χρησιμοποιεί για ορμητήριό της την παράδοση»
    2,
    ας προσπαθήσουμε σήμερα να ιδούμε πώς καταγράφηκε η, κατά τ’ άλλα, άγραφη παράδοση.

    Πώς διεσώθη το παραδοσιακό-δημοτικό μας τραγούδι, αφού ήταν λόγος κι αέρας, και ποιοι ήσαν οι πρώτοι που εργάσθηκαν για να φθάσει έως εμάς;
    Μ’ άλλα λόγια, πώς γράφεται το άγραφο, πώς αποτυπώνεται και διατυπώνεται η λαϊκή νοοληψία… Πώς ζωγραφίσθηκε στο χαρτί ή άυλη Μούσα του λαού μας; Πώς, εν τέλει, θωρήσαμε το άθωρο;

     

    Το ελληνικό δημοτικό τραγούδι δεν είναι μια παράδοση που ξεκινά στα βυζαντινά και νεώτερα χρόνια!



    Τα πρώτα ελληνικά δημοτικά τραγούδια είχαν συνθέσει ανώνυμοι αρχαίοι μας πρόγονοι!



    Ήταν τραγούδια των «αδόντων» (τραγουδιστών) και χωρίζονται σε κατηγορίες (με βάση το περιεχόμενο), ενώ σε τίποτε δεν διαφέρουν στην τεχνοτροπία από τα νεώτερα ελληνικά δημοτικά.


    Τέτοια διασώζει ο θείος Όμηρος, αλλά και άλλοι (Αθήναιος, Δίων Χρυσόστομος, Ιουλιανός, Λουκιανός, Πλούταρχος, κ.ά.).

    Είναι βέβαια πολύ ολιγώτερα σε σχέση με τα νεώτερα γνωστά δημοτικά τραγούδια του λαού μας. Αλλά η ιστορία τους και η μελέτη τους είναι προφανώς θέμα μιας άλλης εισηγήσεως.


    Τα νεώτερα ελληνικά δημοτικά τραγούδια έχουν καταγραφεί από ξένους περιηγητές στην Ελλάδα, αλλά σποραδικά.
    Δεν ήταν μια συγκεντρωμένη και αναλυτική καταγραφή με στοιχεία. Αναφέρεται μόνον ότι στην Ι. Μονή Ιβήρων του Αγ. Όρους υπήρχε μια συλλογή από 13 ελληνικά δημοτικά τραγούδια, αλλά κι αυτή δεν ευρέθη ποτέ!


    Το 1804 φαίνεται πρώτος να ενδιαφέρεται για τα ελληνικά δημοτικά τραγούδια ο οικονομολόγος Sismonde de Sismondi3, ο οποίος σε γράμμα σε αριστοκράτισσα φίλη του στην Κέρκυρα, της ζητάει να του στείλει τα δημοτικά τραγούδια του νησιού της. Πράγματι, λοιπόν, η Κερκυραία του έστειλε κάποια δημοτικά της περιοχής της, αλλά άγνωστο τι απέγιναν κι αυτά και οι προθέσεις του Sismondi


    Το 1814 στο Συνέδριο της Βιέννης, που εξελίχθηκε σε μια πανευρωπαϊκή εορτή (κυρίως εξ αιτίας του τέλους των ναπολεόντειων πολέμων), για την οποία συνευρέθησαν πολιτικοί, διπλωμάτες, αλλά και άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών, πήγε κι ένας – κατά τ’  άλλα παράξενος - βαρόνος, ονόματι Βέρνερ φον Χαξτχάουζεν4, ο οποίος μιλούσε 13 ανατολικές γλώσσες! Αυτοεξόριστος στο Λονδίνο εργαζόταν, ως ιατρός, σε ναυτικό νοσοκομείο.

     

    Εκεί, άκουσε έναν ανώνυμο Έλληνα ναύτη να τραγουδά:

    «Συννέφιασε ο Παρνασσός, βρέχει στα καμποχώρια…»...


    Συγκινήθηκε και ενδιαφέρθηκε γι΄ αυτό το τραγούδι. Όταν έμαθε πως υπάρχει πλούτος από δαύτα στα στόματα και τις ψυχές των Ελλήνων, επιδόθηκε στο έργο να τα καταγράψει! Ηταν η πρώτη επιχείρηση καταγραφής των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών…

    Στην Βιέννη, λοιπόν, είδε έκπληκτος να κυκλοφορεί στα λογοτεχνικά στέκια μια συλλογή σέρβικων δημοτικών τραγουδιών, που μάλιστα άρεσε πολύ και έγινε δεκτή στους ευρωπαϊκούς φιλολογικούς κύκλους με ενθουσιασμό. Αυτό συνέβη γιατί διευθυντής της Αυτοκρατορικής Βιβλιοθήκης ήταν ο Κοπιτάρ. Ο Χαξτχάουζεν τον βρίσκει, του δείχνει την δική του συλλογή, με ελληνικά δημοτικά τραγούδια και ο Κοπιτάρ δείχνει αμέριστο ενδιαφέρον, λέγοντας πως στην Βιέννη υπάρχουν πολλοί Έλληνες και παράλληλα εκδίδονται δυο ελληνικά περιοδικά, ο «Λόγιος Ερμής» και ο «Φιλολογικός Τηλέγραφος» – μάλιστα εν έτει 18145!  Στην προσπάθειά του να πλουτίσει την συλλογή του ο Χαξτχάουζεν προσπαθούσε να συναναστραφεί με Έλληνες της περιοχής. ώσπου συναντά κάποιον Μακεδόνα, ονομάτι Θεόδωρο Μανούσο, ο οποίος του λέει ότι φιλοξενεί σπίτι του και την γιαγιά του, η οποία γνωρίζει πολλά τέτοια τραγούδια! Πράγματι, λοιπόν, η γιαγιά Αλεξάνδρα Μανούσου, τραγουδά στον Χαξτχάουζεν τα ελληνικά δημοτικά τραγούδια που θυμόταν κι εκείνος τα καταγράφει – δυστυχώς – σε έμμετρη γερμανική γλώσσα. Ο Μανούσος, βέβαια, κράτησε αντίγραφα, τα οποία και έστειλε στον Κοραή στην πόλη των Παρισίων.



    Το καλοκαίρι του 1815 ο Γκαίτε πήγε για λουτρά στην γερμανική λουτρόπολη Βιζμπάντεν. Η 10η Μούσα, αυτή της Λαϊκής Ποιήσως, που ζητούσε επί τέλους να καταγραφεί, έκαμε την ίδια εποχή να είναι εκεί και ο Καποδίστριας και ο  Χαξτχάουζεν!
     Οι τρεις άνδρες συναντήθηκαν! Ο Χαξτχάουζεν τους δείχνει την ήδη αρκετά καλή συλλογή από ελληνικά δημοτικά τραγούδια που έχει στα χέρια του, τα οποία είχε συλλέξει από ανθρώπους της υπαίθρου6. Ο Γκαίτε - και άλλοι – τον προτρέπουν να τα εκδώσει. Μάλιστα ο Γκαίτε δημοσίως, μέσω του περιοδικού “Kunst und Alterum”.

     

    Παρά ταύτα, ο Χαξτχάουζεν καθυστερεί και αρκείται στην κυκλοφορία τους σε αντίγραφα, από χέρι σε χέρι λογίων. Η επίσημη αιτιολογία του απορριγώντος Χαξτχάουζεν είναι ότι δεν είχε τις απαραίτητες φιλολογικές και εθνολογικές γνώσεις για να σχολιάσει και να αναλύσει αυτά τα αριστουργήματα της λαϊκής τέχνης. Έτσι, και με την αναγγελία της εκδόσεως της συλλογής των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών του Γάλλου Κλωντ Φωριέλ7, η συλλογή Χαξτχάουζεν σταμάτησε να ενδιαφέρει και δεν είδε το φως της δημοσιότητος, παρά μόνον το 1935.


    Στις αρχές του 19ου αι., πράγματι λοιπόν εμφανίζεται ο Γάλλος λόγιος Φωριέλ (1772-1844) ένας εραστής της Ελλάδος (της αρχαίας, αλλά και της νεωτέρας – άλλωστε η Ελλάς ήταν πάντα μία) που έβγαινε διαλελυμένη, αλλά υπερήφανη μέσα από μία γενναία επανάσταση.
    Ο ίδιος, καθηγητής φιλολογίας στην Σορβόννη, δεν γύρεψε τα αρχαία ερείπιά της, όπως έκαναν τόσοι και τόσοι άλλοι, πλουτίζοντας τα μουσεία τους με τα λείψανά μας, για να αποκτήσουν έναν πολιτισμικό πλούτο που δεν είχαν, αλλά συνέλεξε τα δημοτικά τραγούδια της χώρας μας, και τα εξέδωσε στην ευδίοδο πόλη των Παρισίων, το 1824.


    Το 1815 ο μέγιστος πνευματικός ηγέτης της Γερμανίας, Γκαίτε, κάνει μια συγκέντρωση στο σπίτι του, στην Φρανκφούρτη, όπου καλεί φίλους του, επιφανείς ανθρώπους των Γραμμάτων και των Τεχνών. Ήταν τότε της μόδας τα λεγόμενα «φιλολογικά σαλόνια», τα οποία είχαν ξεκινήσει από την Γαλλία και για τον θεσμό τους, ειρήσθω εν παρόδω, σπουδαίο ρόλο έπαιξε η Ελληνίδα μαντάμ Σενιέ και ο Θραξ υιός της ποιητής Αντρέ Σενιέ8.
    Το περίεργο, όμως, με το κάλεσμα του Γκαίτε ήταν το κάλεσμα των ζωγράφων, που έκανε τους ανθρώπους των Γραμμάτων να απορήσουν. Οι απορίες λύθηκαν, όταν μίλησε ο Γκαίτε και τους είπε ότι τους φώναξε για να τους γνωστοποιήσει το… ελληνικό δημοτικό τραγούδι!

     

    Όπως είχε γράψει και στον υιό του, Αύγουστο (15.6.1815), το βρίσκει «τόσο λαϊκό, αλλά και τόσο δραματικό, τόσο επικό και τόσο λυρικό, που αντίστοιχό του δεν υπάρχει στον κόσμο»! 

    Κάτι παρόμοιο είχε πει και στους λογίους του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης, το φθινόπωρο του 1815: Πως «οι εικόνες αυτού του τραγουδιού, του ελληνικού δημοτικού, είναι εκπληκτικές. Φανταστείτε να βάζει δυο βουνά να μαλώνουν μεταξύ τους! Φανταστείτε έναν αετό να μιλάει με το κομμένο κεφάλι του κλέφτη! Φανταστείτε ένας κλέφτης να λέει να του κόψουν το κεφάλι, για να μην το πάρουν οι Τούρκοι, αλλά και να μην το πουν στην αρραβωνιαστικιά του!

     

    Αλλά σας αφήνω τελευταίο και ένα άλλο τραγούδι, το οποίο είναι το κορυφαίο», τους είπε και τους διάβασε - σε μετάφραση βέβαια στα γερμανικά - το ελληνικό παραδοσιακό μοιρολόι «Ο Χάρος με τους αποθαμένους»:

     

    Γιατ’  είναι μαύρα τα βουνά και στέκουν βουρκωμένα;

    Μήν’ άνεμος τα πολεμά; Μήνα βροχή τα δέρνει;

    Ούδ΄ άνεμος τα πολεμά κι ούδέ βροχή τα δέρνει.

    Μόν’  εδιαβαίνει ο Χάροντας με τους αποθαμένους.

    Σέρνει τους νιους από μπροστά, τους γέροντας κατόπι,

    τα τρυφερά παιδόπουλα στη σέλλα αραδιασμένα.

    Παρακαλούν οι γέροντες, τ’ αγόρια γονατίζουν:

    «Κόνεψε, Χάρο, σε χωριό, κόνεψε καν σε βρύση,

    να πιουν οι γέροντες νερό κι οι νιοι να λιθαρίσουν

    και τα μικρά παιδόπουλα να μάσουνε λουλούδια».

    «Όχι! Χωριά δεν θέλω εγώ, σε βρύσες δεν κονεύω,

    έρχονται οι μάνες για νερό, γνωρίζουν τα παιδιά τους,

    γνωρίζονται τ΄ αντρόγυνα και χωρισμό δεν έχουν»…

     

    Πράγματι, το απόσπασμα αυτό είναι τόσο τραγικό και τόσο λεπτομερές συνάμα! Δίνει το σκηνικό-πλαίσιο μέσα στο οποίο θα εκτυλιχτεί το δράμα («μαύρα βουνά, δαρμένα από ανέμους και βροχές»), περνά το κορυφαίο ενεργειακό στοιχείο του, ο αρχαίος Έλλην Χάρων (ο Χάροντας των χριστιανών), με τους απεθαμένους, κι αρχίζει ο υπερβατικός διάλογος των νεκρών με τον Χάρωνα, ο οποίος κορυφώνει την τραγωδία! Κι ενώ όλο το λογοτεχνικό δημιούργημα είναι στην σφαίρα της «ποιητικής αδείας», κλείνει με το πιο ρεαλιστικό δίστιχο: Την ανίκητη δύναμη του πάθους και του πόθου του έρωτα, την μυστοδόκο του σύμπαντος…
    Ο Γκαίτε, λοιπόν, εξομολογήθηκε πως τον συνεπήραν αυτές οι εικόνες και κάλεσε τους ζωγράφους για να τους τις διαβάσει και να τις ζωγραφίσουν!


    Το 1824 κάνει την εμφάνισή της στην πόλη των Παρισίων ο πρώτος τόμος της συλλογής του Φωριέλ, με τίτλο «Ελληνικά τραγούδια» ή «Δημοτικά τραγούδια της σύγχρονης Ελλάδος»

    Τον επόμενο χρόνο κυκλοφορεί και ο δεύτερος τόμος. Πράγματι ο Φωριέλ είχε μια εισαγωγή-ανάλυση για κάθε τραγούδι και μια εκτενή εισαγωγή 100 σελίδων για όλο το πόνημά του, που ακόμα και σήμερα θεωρείται από τις πλέον εμβριθείς που έχουν γίνει ποτέ για το ελληνικό δημοτικό τραγούδι. 

    Το 1826 η συλλογή αυτή, που έκανε πάταγο στην Γαλλία, μεταφράθηκε από τον Muller στα γερμανικά. Αργότερα μεταφράσθηκε στα αγγλικά, ρωσικά και τα ιταλικά9.

     Αυτή ήταν η πρώτη επίσημη συγκεντρωμένη και αναλυμένη καταγραφή των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών! Και μάλιστα κυκλοφόρησε στην Ευρώπη μεσούντος του αγώνος μας κατά των Τούρκων! Οι Ευρωπαίοι φιλέλληνες βρήκαν τώρα πατήματα να υποστηρίζουν τους αγώνες ενός ευρωπαϊκού έθνους ενάντια στους βάρβαρους Ασιάτες.
    Αλλά και οι μη φιλέλληνες καταλάβαιναν πια ότι η Ελλάς δεν είχε μόνον αρχαίες περγαμηνές να επιδείξει, αλλά και σύγχρονες.


    Το δε περίεργο είναι πως Φωριέλ και Χαξτχάουζεν δεν είχαν επισκεφθεί ποτέ την Ελλάδα!
    Αλλά εν Παρισίοις ο Φωριέλ είχε έλθει σε επαφή με τον Κοραή, που είχε την συλλογή Μανούσου, και την οποία δώρισε στον Κλωνάρη, αλλά και με άλλους Έλληνες της παροικίας, όπως τους Μουστοξύδη, Μαυρομάτη και Νικόλαο Πίκολο, από τον οποίο έμαθε και τα ελληνικά. Αυτοί – και άλλοι – λοιπόν, έστειλαν επιστολές σε Έλληνες στην Ελλάδα να τους στείλουν δημοτικά από την περιοχή τους, έδωσαν τα χειρόγραφα στον Φωριέλ και ο τελευταίος εξέδωσε το πόνημά του.

     

    Επίσης, οι ανακοινώσεις του Γερμανού φιλόλογου Hasse αύξησαν την συλλογή του. Ο ίδιος ο Φωριέλ λέει πως στην προσπάθειά του να έλθει σε επαφή και με άλλους Έλληνες για τον ίδιο λόγο, κατέβηκε στην Ενετία και την Τεργέστη. Αλλά οι λόγιοι δεν τα ήξευραν κι οι αμόρφωτοι νόμιζαν πως τους κορόιδευε κι ήταν δύσπιστοι...


    Το 1844 στο Μάνχαϊμ της Γερμανίας κυκλοφορεί η εργασία του D. Sanders «Η λαϊκή ζωή των νεοελλήνων» (“Das Volksleben der Neugriechen”), μέσα στην οποία περιλαμβάνονται κάποια δημοτικά μας τραγούδια.
    Αλλά και ο Διονύσιος Σολωμός με το που ήλθε στην Ελλάδα από την Ιταλία επιδόθηκε στον αγώνα συλλογής ελληνικών δημοτικών τραγουδιών και λαϊκών στίχων-παροιμιών

    Την συλλογή Σολωμού ζήτησε ο Tommaseo Canti, ο οποίος έκανε κι αυτός μια σχετική συλλογή και πράγματι ο Σολωμός του την παραχώρησε. Η συλλογή Tommaseo κυκλοφόρησε το 1842 στην Ενετία και ήταν ελληνικά δημοτικά σε ιταλική μετάφραση.

     

    Βέβαια, η συλλογή του είχε και τραγούδια από Αλβανία και Σερβία, σε ξεχωριστά κεφάλαια. Αυτή η συλλογή, η αναμεμειγμένη με αλβανικά και σέρβικα τραγούδια, έκανε τον Σολωμό να πει στον Κερκυραίο φίλο του, Αντώνη Μανούσο, να περάσει απέναντι και να καταγράψει τα ελληνικά δημοτικά που τραγουδιούνται εκεί στην Ήπειρο. Του έδωσε μάλιστα και μια συλλογή του Φωριέλ με σημειώσεις και παρατηρήσεις, για να ελέγχει αυτά που καταγράφει.

    Η συλλογή Αντ. Μανούσου «Τραγούδια εθνικά, συναγμένα και διασαφηνισμένα υπό Αντ. Μανούσου» κυκλοφόρησε το 1850 στην Κέρκυρα.

     

    Έκτοτε κυκλοφόρησαν πολλά και σημαντικά βιβλία, ανθολογίες ελληνικού δημοτικού τραγουδιού, όπως:
     

    1850     «Τραγούδια εθνικά, συναγμένα και διασαφηνισμένα υπό Αντ. Μανούσου», Κέρκυρα.
    1851     «Chants populaires de la Grece”, του M. de Marcellus, Παρίσι.
    1852     «Άσματα δημοτικά της Ελλάδος», του Σπ. Ζαμπέλιου, Κέρκυρα.
    1859     «Συλλογή δημοτικών ασμάτων», του Α. Ιατρίδη, Αθήνα.
    1860     «Τραγούδια ρωμαίικα – Carmina popularia Graecia recentioris», του Arnoldus Passow, Λειψία .
    ;         “Anthologia Neugriechischer Volkslieder” του Teod. Kind, Λειψία.
    1866     «Συλλογή των κατά την Ήπειρον δημοτικών ασμάτων», του Γ. Χασιώτου, Αθήνα.
    1866    “Etudes sur la litterature grecque moderne” του     Ch. Gidel, στο Παρίσιοι. Επανεκδόθη το 1878.
    1867     «Δημοτική Ανθολογία» του Μ. Πελέκου, Αθήνα.
    1868    «Νεοελληνική φιλολογία» του Κ. Σάθα.
    1868    «Εκλογή μνημείων της νεωτέρας ελληνικής γλώσσης», Μαυροφρύδου εκδ. Αθήναι.
    1873     “Recueuil de chansons populaires grecques” του Legrand.
    1876     «Άσματα κρητικά μετά διστίχων παροιμιών» του Α. Jeannarakis ή Αντ. Γιανναρή ή/και Γιάνναρη/Γιανναράκη, Λειψία.
    1879    “Das ABC der Liebe – eine Sammlung Rhodischer Liebslieder” («Η Αλφάβητος της αγάπης – μια συλλογή τραγουδιών αγάπης από την Ρόδο»), του W. Wagner, δίγλωσση έκδ. Με το ελληνικό και αντικρυστά την γερμανική μετάφραση, έκδ. Teubner, Λειψία.
    1880     «Συλλογή δημωδών ασμάτων Ηπείρου», του Π. Αραβαντινού.
    1881     “Trois poemes grecs du moyen-age”, Βερολίνο, πάλι του W. Wagner.
    1881    “Poetes grecs contemporains” του J. Lamber, στο Παρίσιοι.
    1888     «Κρητικές ρίμες» του Εμμ. Βαρδίδη.
    1888    η β΄ επαυξημένη έκδ. του έργου “Greek folk songs from the Ottoman Provinces of  Northern Hellas, Litteral and metrical translations, classified, revised and edited with essays on the survival of Paganism, and the sience of folklore” των M. J. Garnett, Stuart Stuart και J. Glennie, εκδ. Ward & Downey, Λονδίνο.
    1893    «Κρητικός γάμος» του Π. Βλαστού.

     

     

     

     

    Γιώργος Λεκάκης

    www.lekakis.com

    Απόσπασμα από την μελέτη του Γιώργου Σταυράκη με τίτλο "Η ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ"

     

     

     

    Παραπομπές

     

    2. «Οι εικονογραφίες του Στρατηγού Μακρυγιάννη και ο λαϊκός τεχνίτης Παναγιώτης Ζωγράφος», Ανοιχτά χαρτιά, Ίκαρος, Αθήναι, γ΄, 1987.

     

    3. Μέγας οικονομολόγος, σημαντικός στην ιστορία της οικονομικής σκέψεως, για τον οποίο κάνει αναφορά και ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο».
     

    4. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας της Βεστφαλίας (1780 - ), με σπουδές Νομικής και Ιατρικής. Έκανε τον αγώνα του κατά του Ναπολέοντα και όταν ο τελευταίος κατέκτησε και την Γερμανία, αυτοεξορίσθη στο Λονδίνο.

     

    5. Είχαν προηγηθεί η ολιγόμηνη έκδοση εφημερίδος από τον γνωστό Έλληνα τυπογράφο Γεώργιο Βεντότη, την κυκλοφορία της οποίας απαγόρευσαν οι αυστριακές Αρχές, η ατελέσφορος προσπάθεια του Δ. Θεοχαρίδη και η σπουδαιότερη όλων, η «Εφημερίς» των Σιατιστινών αδελφών Μαρκίδων του Πούλιου. (βλ. σχ. άρθρα μου «Η ιστορική συμβολή των εκδοτών Μαρκίδων Πούλιου», στην εφημερίδα «Ελευθερία» του Λονδίνου 2, 9, 16 και 23.2.2006).

     

    6. Αυτή ήταν η τακτική του φιλοσοφικού ρεύματος του ρομαντισμού της εποχής, που έψαχνε την αλήθεια μέσα στις λαϊκές ψυχές των χωρικών, των καμπίσιων και των ορεινών, σε αντίθεση με τον γαλλικό Διαφωτισμό.


     
    7. Εκλεκτό τέκνο της Γαλλίας (1772-1844), ιδιαίτερος γραμματέας του Φουσέ, απ’ τον οποίο παραιτήθηκε το 1802, μένοντας πιστός στις δημοκρατικές αρχές του. Είχε εγκυκλοπαιδική μόρφωση, εγκατεστημένος στο Σεντ Ετιέν. Γνώριζε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες! Κύρια μελετούσε την ιστορία του Μεσαίωνα του Νότου, της νότιας Γαλλίας. Αλλά ασχολήθηκε μέχρι και με τη βοτανική! Το 1830 διορίσθηκε καθηγητής Γλωσσών και Λογοτεχνιών της Μεσημβρινής Ευρώπης στη Σορβόνη, όπου δίδαξε 11 μαθήματα για τα ελληνικά και τα σέρβικα δημοτικά τραγούδια. Το 1836 έγινε μέλος της Ακαδημίας των Επιγραφών. Άλλα έργα του: «Ιστορία της προβηγκιανής ποίησης» (1847), «Ο Δάντης και η γένεση της ιταλικής γλώσσας και φιλολογίας» (1859), κ.ά.

     

    8. βλ. σχ. άρθρο μου «Ανδρέας ο Θραξ, ο τελευταίος Γάλλος κλασικός», στο περιοδικό «Ενδοχώρα», τ. 89-90, Ιανουαρίου 2004.

     

    9.   Όσο για την Ελλάδα, εδώ εξεδόθησαν μόλις το…
    1956 (!)
    υπό τον τίτλο «Δημώδη άσματα της νεωτέρας Ελλάδος»!

    Πώς το ελληνικό δημοτικό τραγούδι γοήτευσε  και τον Γκαίτε
    (σημ. "Αντίλογου-Κ.Ντ.": Σε πλήρη αντίθεση με το σύνολο σχεδόν των σε πλήρη αντίθεση με το σύνολο σχεδόν, τόσο των παλαιότερων, εχθρών της γλώσσας του λαού "καθαρευουσιάνων", όσο και των κατ΄ουσία αμόρφωτων-συλλεκτών πτυχίων καριέρας, νεοελλήνων...)



    Γράφει ο Μιχάλης Κωνσταντής

    Είναι πέραν πάσης 
    αμφιβολίας ότι το ελληνικό τραγούδι και η ελληνική μουσική συνιστούν έναν αστείρευτο πλούτο, που το εύρος του δεν έχει μελετηθεί ακόμη επαρκώς. Αυτό, μάλιστα ισχύει στον υπέρτατο βαθμό σε ό,τι αφορά το δημοτικό μας τραγούδι, ενώ δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστό, ότι ο κορυφαίος Γερμανός στοχαστής και συγγραφέας Γκαίτε εκτιμούσε ιδιαίτερα το ελληνικό δημοτικό τραγούδι και εμπνεύστηκε κι απ’ αυτό προς τας δυσμάς του βίου του.

    Ο μέγιστος ποιητής Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε, ένα από τα λαμπρότερα πνευματικά αναστήματα στην παγκόσμια ιστορία του πολιτισμού, ερωτεύτηκε με όλη τη δύναμη της ψυχής του το είδος αυτό της ελληνικής λαϊκής ποίησης. Ο Γκαίτε είχε τόσο πολύ γοητευθεί, ερχόμενος σε επαφή με το δημοτικό μας τραγούδι, που την ευτυχία του αυτή θέλησε να τη μοιραστεί με έναν σημαντικό αριθμό λογίων της Γερμανίας. Και στα τελευταία χρόνια της ζωής του, όταν έγραφε ασταμάτητα το δεύτερο μέρος του ανυπέρβλητου «Φάουστ», μαγεύτηκε από το δημοτικό τραγούδι, όπως ήταν μαγεμένος σε ολόκληρη τη ζωή του και από το αρχαιοελληνικό πνεύμα.

    Το ελληνικό δημοτικό τραγούδι δεν έπαψε ποτέ να υφίσταται, όπως και δεν έπαψαν οι Έλληνες να γλεντούν ή να μοιρολογούν τα προσφιλή τους πρόσωπα. Τα κλέφτικα τραγούδια «νομίζεις πως είναι χείμαρροι αφρισμένοι, εκρέοντες όχι από ανθρώπινα χείλη, αλλά από τους βράχους της Οίτης και του Ολύμπου». Ο βασικός πυρήνας των δημοτικών τραγουδιών περιλαμβάνει στοιχεία κυρίως μη αφηγηματικά, στα οποία κυριαρχεί το συναίσθημα και οι άμεσες αναφορές στην καθημερινή ζωή, τις χαρές τις λύπες του λαού που τα δημιουργεί και τα χρησιμοποιεί. Τόσο στον κύκλο της ζωής (νανουρίσματα, ταχταρίσματα, μοιρολόγια, γάμου, ξενιτιάς) όσο και στον κύκλο του χρόνου (κάλαντα, αποκριάτικα), τα δημοτικά τραγούδια είναι αλληλένδετα με τα σχετικά έθιμα.

    Το ελληνικό δημοτικό τραγούδι ως λογοτεχνικό είδος αντλεί το υλικό του από την προφορική λογοτεχνική παράδοση, δηλαδή αυτήν που αναπτύσσεται από την ανάγκη που έχει κάθε άτομο και γενικότερα κάθε λαός να εκφράσει τα συναισθηματικά του και ψυχικά φορτία, τα ιδανικά του, τους πόνους και τις χαρές του, ακόμη τις εντυπώσεις και τις σκέψεις του μέσα στην ευκολομνημόνευτη ποίηση.

    Δημοτική ποίηση έχουν αναπτύξει σχεδόν όλοι οι λαοί. Στον ευρύτερο γεωπολιτικό χώρο των Βαλκανίων η δημοτική ποίηση είναι ιδιαίτερα έντονη ακριβώς λόγω των πολλών ιστορικών εξελίξεων που συνέβησαν από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, η οποία και συνδέεται με τις όψεις της κοινωνικής δραστηριότητας κάθε εποχής, ή -στην περίπτωση των επικών Κλέφτικων- με την πρακτική της κοινωνικής αντίδρασης, ατομικής ή συλλογικής, στον εκάστοτε εξουσιαστικό φορέα. Η αφομοίωση ξένων στοιχείων, ωστόσο, είχε ως αποτέλεσμα σταδιακά τον βαθμιαίο εκτοπισμό αυθεντικών παραδοσιακών στοιχείων. Ας επικεντρωθούμε, όμως, στον Γκαίτε που μαγεύτηκε από τα ελληνικά δημοτικά τραγούδια, αυτός ο παγκοσμίου αναστήματος Γερμανός ποιητής, μυθιστοριογράφος, δραματουργός, θεωρητικός της Τέχνης και φυσιοδίφης.

    Η οικογένεια του Γκαίτε ήταν μια από τις πιο εύπορες στη Φρανκφούρτη του Μέιν και του προσέφερε πολλές δυνατότητες μόρφωσης. Σε ηλικία 15 χρονών έγραψε τα πρώτα του ποιήματα, τα οποία στη συνέχεια κατέστρεψε. Το 1765 ξεκίνησε σπουδές Νομικής στη Λειψία κατόπιν επιθυμίας του πατέρα του. Παράλληλα με τις σπουδές του, ασχολήθηκε χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, με τις εικαστικές τέχνες. Στην Λειψία ήρθε σε επαφή με το έντονο ελληνικό στοιχείο της πόλης. Ως φίλος των Ελλήνων και της Ελλάδος αφιέρωσε πολλά έργα του στην ελληνική αρχαιότητα.

    Το 1769 αρρώστησε και επέστρεψε στη Φρανκφούρτη. Την ίδια περίοδο άρχισε να ανακαλύπτει μέσα του και τον ήρωα του Φάουστ. Το 1770 ολοκλήρωσε τις σπουδές Νομικής και παράλληλα παρακολούθησε μαθήματα Ιατρικής, Χημείας και Βοτανικής. Επέστρεψε στη Φρανκφούρτη και ασχολήθηκε με τη δικηγορία. Το 1774, συγκλονισμένος από την αυτοκτονία ενός φίλου του, έγραψε «Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου», ένα μυθιστόρημα που λάτρεψε ο Ναπολέων Βοναπάρτης (κάτι που του επεσήμανε ο Γάλλος στρατηλάτης, όταν συναντήθηκαν ο «ηγεμόνας της Ευρώπης» με τον «ηγεμόνα του πνεύματος», το 1808) και έγινε λάβαρο του ηθικού και πνευματικού κινήματος.

    Η Βαϊμάρη υπήρξε σημαντικός σταθμός στη σταδιοδρομία του Γκαίτε, καθώς είχε αναλάβει εκεί καθήκοντα Υπουργού του Δούκα Καρλ Άουγκουστ του μικρού κρατιδίου, που λόγω του Γκαίτε (και λίγο μετά και του Σίλερ) αναδείχτηκε σε πνευματικό κέντρο της Γερμανίας αλλά και της κεντρικής Ευρώπης. Ένα από τα σημαντικότερα έργα του Γκαίτε είναι το «Ταξίδι στην Ιταλία», ενώ μέχρι το 1805 είχε στενή επαφή και φιλία, με τον κατά 10 χρόνια νεώτερό του Σίλερ, με τον οποίον μεγαλούργησαν από κοινού στη Βαϊμάρη.

    Το 1806 παντρεύτηκε την Κριστιάνε Βούλπιους, με την οποία είχε ήδη από το 1789 έναν γιο, τον Άουγκουστ φον Γκαίτε, τον οποίο γαλούχησε με τα φιλελληνικά του ιδεώδη και ο οποίος αργότερα παντρεύτηκε την επίσης «φιλελληνίδα» Οθέλλεια, (ο μοναχογιός του πέθανε το 1830 στη Ρώμη, μόλις 41 ετών). Ο «Φάουστ», το έργο ζωής του Γκαίτε, ολοκληρώθηκε με τον δεύτερο τόμο έναν χρόνο πριν από τον θάνατο του, το 1832 στη Βαϊμάρη.

    .

    Ο Γκαίτε και το ελληνικό δημοτικό τραγούδι

    Μετά το 1806, και αφού ο Ναπολέοντας έθεσε υπό τον έλεγχό του τη Γερμανία, ο βαρόνος Βέρνερ Φον Χαξτχάουζεν, ο οποίος μιλούσε δεκατρείς γλώσσες και είχε σπουδάσει Νομικά, Ανατολικές Σπουδές και Ιατρική, όντας πολέμιος του Βοναπάρτη, αποφάσισε να αυτοεξοριστεί στην Αγγλία. Για να βιοπορίζεται, έπιασε δουλειά ως γιατρός σε ένα ναυτικό νοσοκομείο κοντά στο Λονδίνο.
    Ο γιατρός αυτός μια μέρα, καθώς περπατούσε στους διαδρόμους του νοσοκομείου, άκουσε μια παρέα Ελλήνων ναυτικών να σιγοτραγουδούν κάτι που το βρήκε ενδιαφέρον.
    Ο Χαξτχάουζεν, ο οποίος μιλούσε και ελληνικά, παράτησε τη δουλειά που έκανε και πήγε κοντά στους Έλληνες ναυτικούς παρακαλώντας τους να του πουν το τραγούδι τους.
     Τότε αυτοί ξεκίνησαν:

    «Συννέφιασε ο Παρνασσός,

    βρέχει στα καμποχώρια

    κι εσύ, Διαμάντω, νύχτωσες,

    πού πας αυτήν την ώρα;

    Πάω γι’ αθάνατο νερό,

    γι’ αθάνατο βοτάνι

    να δώσω της αγάπης μου

    ποτέ να μην πεθάνει».

    Για όσες μέρες έμειναν στο νοσοκομείο οι Έλληνες ναυτικοί, ο Χαξτχάουζεν κατέγραφε μαγεμένος τα τραγούδια που του έλεγαν. Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος προέβαινε σε συστηματική καταγραφή των δημοτικών τραγουδιών.

    Το 1814, μετά την πτώση του Ναπολέοντα, ο βαρόνος Φον Χαξτχάουζεν πήγε στο συνέδριο της Βιέννης, έχοντας στις αποσκευές του τα δημοτικά τραγούδια που του είπαν οι Έλληνες ναυτικοί. Η Βιέννη τότε αποτελούσε παγκόσμιο πολιτικό και πνευματικό κέντρο, στο οποίο είχαν σημαντική παρουσία και δράση Έλληνες των γραμμάτων και του πνεύματος.
    Έναν απ’ αυτούς συνάντησε εκεί ο Χαξτχάουζεν, τον Μακεδόνα Θεόδωρο Μανούσο, και του είπε πως θέλει να καταγράψει όσο το δυνατόν περισσότερα ελληνικά δημοτικά τραγούδια με σκοπό να τα εκδώσει. Πρόθυμος ο Μανούσος πήγε τον βαρόνο στη γιαγιά του, την κυρία Αλεξάνδρα, η οποία τους είπε αρκετά τραγούδια.
    Ακολούθως, ο Χαξτχάουζεν, που είχε πλέον συγκεντρώσει έναν σημαντικό αριθμό τραγουδιών, τα μετέφρασε σε έμμετρη γερμανική γλώσσα, αλλά η εκδοτική του προσπάθεια δεν μπόρεσε να συνεχιστεί, επειδή ο ίδιος ένιωθε πως δεν διέθετε τις κατάλληλες γνώσεις, προκειμένου να προλογίσει και να επεξηγήσει ικανοποιητικά τα τραγούδια.

    Έτσι, ο Χαξτχάουζεν, μη μπορώντας να συνεχίσει τα εκδοτικά του σχέδια, έδωσε σε μερικούς γνωστούς του τα τραγούδια αυτά για να τα διαβάσουν. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο μεγάλος ποιητής Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε.
    Ο Γκαίτε ερωτεύτηκε με όλη τη δύναμη της ψυχής του το είδος αυτό της ελληνικής λαϊκής ποίησης. Τόσο, που σε κάθε ευκαιρία παρότρυνε τον Χαξτχάουζεν να εκδώσει αμέσως τα δημοτικά τραγούδια.

    Ο Γκαίτε είχε τόσο γοητευθεί, που σε επιστολή προς τον γιο του Αύγουστο, στις 15 Ιουνίου του 1815, αναφέρει με ενθουσιασμό ότι το δημοτικό τραγούδι των Ελλήνων «είναι τόσο δραματικό, επικό και λυρικό που δεν υπάρχει αντίστοιχό του στον κόσμο. Οι εικόνες αυτού του τραγουδιού είναι εκπληκτικές. Δυο βουνά μαλώνουν μεταξύ τους, ένας αετός μιλάει με το κομμένο κεφάλι ενός κλέφτη, ένας κλέφτης λέει να του κόψουν το κεφάλι για να μην το πάρουν οι Τούρκοι…»

    Αυτήν την ευτυχία που γεύτηκε ο Γκαίτε, ερχόμενος σε επαφή με το δημοτικό μας τραγούδι, θέλησε να τη μοιραστεί με έναν σημαντικό αριθμό λογίων της Γερμανίας.
    Έτσι, κάπου το φθινόπωρο του 1815, οργάνωσε μια φιλολογική σύναξη με τους σημαντικότερους λογίους της Γερμανίας και τους «σύστησε» τα δημοτικά τραγούδια των Ελλήνων. Είχαν όλοι μείνει άφωνοι.
    Ο ενθουσιασμός με τον οποίον τους μιλούσε ο Γκαίτε, οι εικόνες που δημιουργούσαν με τη φαντασία τους ακούγοντας τα τραγούδια, η πρωτόγνωρη για αυτούς ποιητική δομή, τα μορφολογικά και τα άλλα χαρακτηριστικά των δημοτικών τραγουδιών, τους είχαν καθηλώσει.

    Πέρασαν 200 και πλέον χρόνια από εκείνο το φθινόπωρο του 1815, που ο Γκαίτε μίλησε μπροστά σε κοινό για το δημοτικό τραγούδι των Ελλήνων. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία κατά την οποίαν κοινοποιήθηκε και ταυτόχρονα αναγνωρίστηκε ως μέγιστο ποιητικό είδος το νεοελληνικό δημοτικό μας τραγούδι, το οποίο καθόρισε μάλιστα και το ποιητικό ύφος πολλών σημαντικών ευρωπαίων ποιητών.

    Τέλος, για την ιστορία, να πούμε ότι η συλλογή του Χαξτχάουζεν κυκλοφόρησε πολλά χρόνια μετά, στα 1935. Τον είχαν προλάβει πολλοί άλλοι, οι οποίοι γνώρισαν και αυτοί το δημοτικό τραγούδι των Ελλήνων και είχαν, όπως φαίνεται, τις κατάλληλες γνώσεις για να εκδώσουν μια τέτοια συλλογή.
    Πρώτος εξ αυτών ήταν ο Γάλλος Κλωντ Φωριέλ, που στα 1824 εξέδωσε για πρώτη φορά συλλογή ελληνικών δημοτικών τραγουδιών.

    Ο Γκαίτε, όμως, ήταν εκείνος που το φθινόπωρο του 1815, έξι χρόνια πριν ξεσπάσει η ελληνική επανάσταση,  έδωσε στο δημοτικό μας τραγούδι μια «διεθνή αίγλη» και ώθησε έκτοτε πολλούς άλλους ευρωπαίους λόγιους και διανοούμενους να το ανακαλύψουν μεθοδικότερα.
    Και μετά το συνέδριο της Βιέννης, σιγά-σιγά ο φιλελληνισμός υπό την ευρεία πλέον έννοιά του, εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη και άρχισαν να καταφτάνουν πολλοί φιλέλληνες μετά το 1821, προκειμένου να συνδράμουν τους Έλληνες στον εθνικοαπελευθερωτικό τους αγώνα.


    Μιχάλης Κωνσταντής


    Τρία βραβεία στην νέα ταινία του Σταύρου Ψυλλάκη στο 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης

    17/3/2025


     ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ 

     



    Θέμα :  3 βραβεία στην νέα ταινία του Σταύρου Ψυλλάκη 

    στο 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης 



    Με  3 [ τρία ] βραβεία ολοκλήρωσε την συμμετοχή της στο Διεθνές τμήμα του 27ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης η ταινία  «Σμιλεμένες Ψυχές» [Sculpted Souls] σε σκηνοθεσία του Σταύρου Ψυλλάκη [ παραγωγή Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης / Φραντζεσκάκης Ματθαίος ].

    Συγκεκριμένα η ταινία απέσπασε :

    👉  το βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου FIPRESCI για Ελληνικό ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους

    👉  το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας της Επιτροπής Νεότητας

    👉 το βραβείο της ΕΡΤ

     

    Τα βραβεία ήρθαν να κλείσουν ένα κύκλο παρουσίας στο TiDF27 όπου ταινία είχε δυο προβολές sold out [ Ολύμπιον και John Cassavetes] στις οποίες το κοινό την αγκάλιασε ασφυκτικά. Αποκορύφωμα η πρεμιέρα στο Ολύμπιον την Τετάρτη 12/3/2025 όπου ένα κοινό περίπου 700 ατόμων χειροκροτούσε όρθιο για 10 λεπτά τους συντελεστές του ντοκιμαντέρ.

    Είναι χαρακτηριστική η αναφορά φίλου της ταινίας : 

    «Όταν ζούμε σε τόσο ταραγμένους καιρούς όπου ο κυνισμός και ο μισάνθρωπισμος κυριαρχούν στο δημόσιο λόγο το να παρακολουθείς μια ταινία όπως οι Σμιλεμένες Ψυχές που με τόση πραότητα και γλύκα σου λέει ότι για κάθε ερώτηση που τίθεται στη ζωή μας η απάντηση είναι πάντα και μόνο ο άνθρωπος, αυτό είναι μια ανάσα οξυγόνου που την έχουμε ανάγκη. 

    Για αυτό και όσοι βρεθήκαμε απόψε [12-03-2025] στο Ολύμπιον ζήσαμε κάτι απίστευτα συγκινητικό, κάτι μοναδικό που δεν έχει ξανασυμβεί στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ κι ας ακούγεται υπερβολικό.

     

    700 [ επτακόσια] άτομα στην γεμάτη πλατεία και άλλοι τόσοι να κρέμονται πάνω στα θεωρεία και στον εξώστη και συγκινημένοι, με δάκρυα στα μάτια χειροκροτούσαν όρθιοι με ένα απίστευτα ζεστό χειροκρότημα τον σκηνοθέτη Σταυρό Ψυλλάκη, τον φιλέλληνα γιατρό Ζυλιέν Γκριβέλ, τον παραγωγό της ταινίας Ματθαίο Φραντζεσκάκη και όλη την ομάδα των Σμιλεμένων Ψυχών. Μια από τις πιο όμορφες στιγμές του Φεστιβάλ!»

     

    Από την Θεσσαλονίκη ξεκίνησε ένα μεγάλο ταξίδι για τις Σμιλεμένες Ψυχές για να συναντηθούν με φίλους του κινηματογράφου στην Ελλάδα και Διεθνώς τους επόμενους μήνες. 

     

      

    ΣΜΙΛΕΜΕΝΕΣ ΨΥΧΕΣ/  SCULPTED SOULS / ÂMES CISELÉES

    Ντοκιμαντέρ του Σταύρου Ψυλλάκη,  89min, 2025 / 

    A documentary film by Stavros Psillakis, 89min, 2025

     

     «Από τις δοκιμασίες αυτές βγαίνει όμορφα σμιλεμένη η ψυχή του ανθρώπου.»

    Ο Ελβετός οδοντίατρος Julien Grivel, για 26 χρόνια, θεράπευε  δωρεάν λεπρούς στην Ελλάδα.

     

    "Through these trials the soul of man is beautifully sculpted".

    Swiss dentist Julien Grivel for 26 years treating lepers for free in Greece

     


     Περίληψη 

    Ο Julien Grivel (1943), Ελβετός οδοντίατρος, για 26 χρόνια (1972-1998) ερχόταν στην Αθήνα δύο φορές το χρόνο και φρόντιζε, δωρεάν, τα δόντια των χανσενικών (λεπρών) στο Νοσοκομείο Λοιμωδών Νόσων «Η Αγία Βαρβάρα».

     

    Στο βιβλίο του ΕΛΛΑΔΑ η δική μου Ιθάκη γράφει: «Υιοθετώντας τη γλώσσα των Ελλήνων, υιοθέτησα ασυνείδητα και τη σκέψη τους… Ένα εσωτερικό ταξίδι που με βοήθησε να βλέπω τον κόσμο και τη ζωή διαφορετικά». Η φιλία του με τον  Μανώλη Φουντουλάκη (πρώην χανσενικό) ήταν καταλυτική. «Ξέρεις φίλε, με αυτές τις δοκιμασίες βγαίνει όμορφα σμιλεμένη η ψυχή του ανθρώπου» του έλεγε.

     

    Περιγραφή 

     

    Ο Julien Grivel (1943), Ελβετός οδοντίατρος, για 26 χρόνια (1972-1998) ερχόταν στην Αθήνα δύο φορές το χρόνο και φρόντιζε, δωρεάν, τα δόντια των χανσενικών (λεπρών) στο Νοσοκομείο Λοιμωδών Νόσων «Η Αγία Βαρβάρα», στο Αιγάλεω.  

     

    Έτσι ξεκινά ένα μεγάλο εσωτερικό ταξίδι του Julien προς τη δική του Ιθάκη: «Η σχέση μου με αυτή τη χώρα είναι πλούσια, βαθιά, διανοητική.   Υιοθετώντας τη γλώσσα των Ελλήνων, υιοθέτησα ασυνείδητα και τη σκέψη τους. … Μια εσωτερική κατάδυση σε μια χώρα που μου έδωσε και συνεχίζει να μου δίνει το «ωραίο ταξίδι». 

     

    Αξιοποιώντας τα ημερολόγια εκείνης της περιόδου γράφει το ΕΛΛΑΔΑ η δική μου Ιθάκη που ήταν και η αφορμή για την ταινία μας. «Οι ασθενείς των οποίων έφτιαξα τα δόντια ήταν η αρχή του τεράστιου δικτύου φιλικών σχέσεων που έχω χτίσει στην Ελλάδα. Κάτι σαν τον «μίτο της Αριάδνης» που με οδήγησε βαθιά στο πνεύμα, τη σκέψη και τους ανθρώπους αυτής της θαυμαστής χώρας. Ο πρώτος υπεύθυνος αυτής της υπέροχης αποκάλυψης για μένα ήταν ο Μανώλης Φουντουλάκης, ο μπάρμπα Μανώλης. Τον συνάντησα στο νοσοκομείο το 1973 ενώ νοσηλευόταν για υποτροπή της νόσου. … Κάτι το αδιόρατο πέρασε ανάμεσά μας, μέσα από τις ματιές μας». Αργότερα, στο σπίτι του στην Ελούντα, θα του πει: «ξέρεις φίλε, από αυτές τις δοκιμασίες βγαίνει όμορφα σμιλεμένη η ψυχή του ανθρώπου».

     

    Η ταινία, με κεντρικά πρόσωπα τον  Julien Grivelκαι τον Μανώλη Φουντουλάκη, δεν εστιάζει στην ίδια την πράξη του Julien, παρά το μεγαλείο της, ούτε στη ζωή των χανσενικών τότε που ήταν «λεπροί», δημόσιος εχθρός και βίωναν ένα κοινωνικό στίγμα, πιο σκληρό από την ίδια τους την ασθένεια. Αυτά αποτελούν το πλαίσιο που μέσα του συντελείται το μεγάλο εσωτερικό ταξίδι του Julien προς τη δική του Ιθάκη.

     

    «Σ’ αυτό τον κόσμο που ολοένα στενεύει» όπως λέει και ο Σεφέρης «πρέπει να αναζητήσουμε τον Άνθρωπο όπου κι αν βρίσκεται» γράφει στον πρόλογο του βιβλίου ο επιμελητής της έκδοσης, πολιτικός μηχανικός, Κωστής Μαυρικάκης. Αυτό φιλοδοξεί να κάνει και η ταινία μας.



     

    Η Ταυτότητα της Ταινίας 

    Σενάριο – Μοντάζ / Scriptwriter - Editing: Σταύρος Ψυλλάκης | Stavros Psillakis

    Διεύθυνση φωτογραφίας / Cinematography: Μανώλης Λεβεντέλης, Μιχάλης Γερανιός | Manolis Levedelis, Michalis Geranios

    Τελικό μοντάζ / Final editing: Σταύρος Ψυλλάκης, Σπύρος Κόκκας | Stavros Psillakis, Spyros Kokkas

    Μουσική / Music: Γιάννης Χαρούλης | Giannis Haroulis

    Ήχος / Sound: Κώστας Κοσμαδάκης, ΠέτροςΣμυρλής, | Kostas Kosmadakis, Petros Smyrlis

    Μίξη & Εργαστήρια ήχου / Mix & Sound processing: Βαγγέλης Φάμπας | Vangelis Fampas MASSIVE PRODUCTIONS

    Color grading: Σάκης Μπουζάνης / Sakis Bouzanis

    Εργαστήρια εικόνας / Image processing – Post production: 2 | 35

    Αφίσα,Τίτλοι / Poster, Titles: Δημήτρης Αρβανίτης / Dimitris Arvanitis

    Παραγωγή / Production: Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης | Cretan Cultural Organization

    Παραγωγός / Producer: Ματθαίος Φραντζεσκάκης, | Matthaios Frantzeskakis, 

    Συμπαραγωγή / Co-production: Cosmote TV, OhMyDog Productions [Φωτεινή Οικονομοπούλου] | Fotini Economopoulou 

    Υποστήριξη / Supported: Περιφέρεια Κρήτης, Δήμος Αγίας Βαρβάρας Αττικής,  |  Region of Crete, Municipality of Agia Varvara Attica. 

     Μια πρωτοβουλία της βιβλιοθήκης «Μανώλης Φουντουλάκης»

    Φορμάτ / Format: DCP

    Χρώμα / Color: Έγχρωμο | Color

    Επικοινωνία / Contact: 

    Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης [Ματθαίος Φραντζεσκάκης] Cretan Cultural Organization   info@pe-kritis.gr 

    OhMyDog Productions (ΦωτεινήΟικονομοπούλου, f.economopoulou@gmail.com) | OhMyDog Productions (Photini Economopoulou, f.economopoulou@gmail.com)





    Γραφείο ΤύπουΓραφείο Τύπου

    PO Box 3, Vamvakopoulo
    Chania
    Greece

    Unsubscribe from this list

     Powered by EmailOctopus