Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

Ευτύχη Μπιτσάκη: Οι αριστεροί αντιεθνικιστές μας βλέπουν μόνο τον ελληνικό εθνικισμό Τ

Του Ευτύχη Μπιτσάκη, τέως στελέχους του ΚΚΕ και αργότερα της ηγεσίας του ΝΑΡ, κορυφαίου φιλόσοφου, φυσικού, συγγραφέα και αγωνιστή της Αριστεράς εκείνης που ούτε συγκυβερνήσεις με Μητσοτάκη και με ΝΔ+ΠΑΣΟΚ έκανε, ούτε την καπιταλιστική "περεστρόικα" εξυμνούσε, ούτε λέει πως "το ΕΑΜ ήταν ...εθνικίζουσα απόκκλιση", ούτε, όπως η νεοταξίτικη του ΝΑΤΟ και των μνημονίων "αριστερά" , υβρίζει σαν ..."εθνικιστές" όσους δεν υπηρετούν όπως αυτή τους ξένους εθνικισμούς σε βάρος του ελληνικού λαού...



Οι αριστεροί αντιεθνικιστές μας βλέπουν μόνο τον ελληνικό εθνικισμό




Του Ευτύχη Μπιτσάκη
Ένας ιδιότυπος αριστερός αντιεθνικισμός ευδοκιμεί τα τελευταία χρόνια σε ορισμένους χώρους της ελληνικής Αριστεράς. Αλλά οι αριστεροί είναι εξ ορισμού αντιεθνικιστές. Ακόμα περισσότερο: είναι διεθνιστές. Πού βρίσκεται λοιπόν το πρόβλημα; Το πρόβλημα δεν είναι σημερινό και ο ελληνικός εθνικισμός δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Εθνικισμός σε βάρος των Σλαβομακεδόνων, των Μουσουλμάνων και των Πομάκων της Θράκης. Οξύνθηκε όμως τελευταία με την επιμονή των Σλαβομακεδόνων της FYROM να ονομάζουν τους εαυτούς τους Μακεδόνες και το κράτος τους Μακεδονία. Λοιπόν;
Ο αριστερός αντιεθνικιστής θα αντιτείνει: Κάθε λαός έχει δικαίωμα να επιλέγει το όνομα του έθνους ή της κρατικής του υπόστασης. Σύμφωνοι. Όμως με μια προϋπόθεση: ότι δεν θα πλαστογραφεί την ιστορία, δεν θα διεκδικεί τίτλους ή εδάφη που δεν του ανήκουν, και δεν θα απειλεί γειτονικούς λαούς. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι υπάρχει έθνος Σλαβομακεδόνων (επ’ αυτού φαντάζομαι έχουν γνώμη οι ιστορικοί). Το έθνος αυτό δικαιούται να επιλέξει όποιο όνομα θέλει, σεβόμενο τα αυτονόητα τα οποία σημείωσα.
Τι γίνεται λοιπόν με τη γειτονική Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, τη FYROM; Κατ’ αρχάς, στη FYROM συνυπάρχουν δύο εθνότητες: οι Σλαβομακεδόνες και οι Αλβανοί. Ας αγνοήσουμε όμως τις μεταξύ τους διαφορές και ας ασχοληθούμε μόνο με την ισχυρότερη εθνότητα: τους Σλαβομακεδόνες. Επίσης ας αναγνωρίσουμε το καθεστώς του έθνους σε αυτή την εθνότητα. Και ρωτάμε: Πότε εμφανίστηκαν οι Σλάβοι στον ελληνικό χώρο, και ειδικά στην ιστορική Μακεδονία; Γνωστό: τον 6ο, 7ο, 8ο αιώνα μ.Χ. Δηλαδή χίλια χρόνια περίπου μετά το Μακεδονικό βασίλειο και τον Αλέξανδρο. Δεν πάσχω από κανένα είδος προγονοπληξίας. Οι Μακεδόνες εξάλλου θεωρούνταν βάρβαροι από τους κατοίκους της Νότιας Ελλάδας. Είναι γνωστό ότι τα σλαβικά φύλα έφτασαν μέχρι την Πελοπόννησο και βαθμιαία αφομοιώθηκαν. Έμειναν βεβαίως τα τοπωνύμια, που πολλά επιβιώνουν μέχρι και σήμερα, παρ’ όλες τις μετονομασίες στις οποίες προχώρησε το ελληνικό κράτος. Όμως συμπαγείς σλαβικοί πληθυσμοί, πλειοψηφικοί, υπήρχαν μόνο σε ορισμένες περιοχές της βόρειας ελληνικής Μακεδονίας, και κυρίως στη βόρειο Μακεδονία, στη σημερινή FYROM. Πού στηρίζεται λοιπόν ο σλαβομακεδονικός, όψιμος και ανιστορικός εθνικισμός και ο συνακόλουθος αλυτρωτισμός;
Σημείωσα ότι η ιστορία δεν είναι σημερινή. Ένα παράδειγμα: Στη Γυάρο, στη δεκαετία του ’40 προς ’50, εκτός από Έλληνες, είχε και πολλούς Σλαβομακεδόνες κρατούμενους. Οι σχέσεις Ελλήνων-Σλαβομακεδόνων ήταν άψογες. Όμως οι τελευταίοι ήταν κάπως κλεισμένοι στον εαυτό τους, πράγμα κατανοητό αν σκεφτούμε και τα δικά τους μαρτύρια (διωγμοί, φυλακίσεις, εκτελέσεις) από το εθνικόφρον ελληνικό κράτος. Ως εδώ καλά. Όμως οι συμπαθείς Σλαβομακεδόνες ονόμαζαν από τότε τους εαυτούς τους Μακεδόνες. Τι εννοούσαν μ’ αυτό;
(Μια προσωπική παρένθεση. Το 1948-49 ήμουν στη Γυάρο, στα «ανήλικα». Διαφώνησα με την 9η Ολομέλεια του ΚΚΕ για τους Σλαβομακεδόνες και εισέπραξα την πρώτη μου απομόνωση. Τέλος η παρένθεση).
Πώς φτάσαμε λοιπόν στη σημερινή διαμάχη; Είναι γνωστό ότι επί Τουρκοκρατίας στη Βαλκανική ζούσε ένα μωσαϊκό λαών: Έλληνες, Σλάβοι, Αλβανοί, Βλάχοι, Εβραίοι, Σαρακατσαναίοι κ.λπ. Παρά τις διαφορές, εθνοτικές και θρησκευτικές, οι λαοί αυτοί συνυπήρχαν, ειρηνικά κατ’ αρχάς, στο πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο ότι ο Ρήγας οραματιζόταν μια ομοσπονδία λαών στη Βαλκανική. Η σχετική ωρίμανση της εθνικής συνείδησης των υπόδουλων είχε ως συνέπεια μια σειρά επαναστάσεις και τη συγκρότηση εθνικών κρατών. Αλλά η «οριστική» ρύθμιση της Βαλκανικής έγινε με τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, ως αποτέλεσμα των συμφερόντων των «μεγάλων δυνάμεων» και γενικότερα των τότε συσχετισμών δύναμης. Ο χώρος που αντιστοιχούσε στην, ας πούμε, ιστορική Μακεδονία κόπηκε στα τρία: Ελληνική Μακεδονία, Βουλγαρική και Βόρεια. Ανταλλαγή πληθυσμών, μεταναστεύσεις, διωγμοί, η Ελληνική Μακεδονία έγινε Ελληνική, η Βουλγαρική έγινε Βουλγαρική, και οι Σλαβομακεδόνες περιορίστηκαν κυρίως στη μετέπειτα FYROM.
Ήτανε δίκαιη η κατάτμηση της Βαλκανικής; Η απάντηση είναι γνωστή: Η Μακεδονία κόπηκε στα τρία. Η Βόρεια Ήπειρος δόθηκε στην Αλβανία, οι Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου στην πολυεθνική Γιουγκοσλαβία, η Ανατολική Θράκη στην Τουρκία. Η «πυριτιδαποθήκη των Βαλκανίων» εφοδιάστηκε με νέα πυρίτιδα.
Δηλαδή: Οι αντιθέσεις μεταξύ των συγκροτημένων πλέον εθνών παγιώθηκαν. (Το έθνος δεν είναι «κατασκευή», αλλά το εθνικό κράτος συμβάλλει με τους μηχανισμούς του στην ολοκλήρωση της εθνικής συνείδησης.) Παρά ταύτα η Βαλκανική πέρασε μια μακρά περίοδο χωρίς πολέμους. Η «σοσιαλιστική» Γιουγκοσλαβία ειδικά κατόρθωνε να εξισορροπεί τις εσωτερικές εντάσεις μεταξύ των εθνοτήτων της. Ως προς την τότε «Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας», το όνομά της δεν δημιουργούσε πρόβλημα για την Ελλάδα επειδή, πρώτον, η δημοκρατία αυτή δεν αποτελούσε κράτος και, δεύτερον, από την ονομασία προέκυπτε ότι επρόκειτο για μέρος της άλλοτε ενιαίας (ποιας ενιαίας;) Μακεδονίας.
Πώς ανατράπηκε λοιπόν η ασταθής έστω ισορροπία στη Βαλκανική; Ποιος έβαλε τη θρυαλλίδα στην μπαρουταποθήκη; Και πώς αντέδρασαν τότε πολλοί από τους αριστερούς αντιεθνικιστές μας;
Θυμίζω τα γεγονότα: Πρώτος πόλεμος (1991) με επικεφαλής τις ΗΠΑ «υπέρ της ελευθερίας των Κροατών και των Σλοβένων». Δεύτερος πόλεμος (1999) «υπέρ των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου». Οι τρομοκράτες του UCK, χρηματοδοτούμενοι και εξοπλισμένοι από τις ΗΠΑ, άλλοτε ονομάζονταν από τους Αμερικανούς τρομοκράτες και άλλοτε προστατευόμενοι και σύμμαχοι. Αποτέλεσμα: η καταστροφή της Γιουγκοσλαβίας, η ραδιενέργεια από το απεμπλουτισμένο ουράνιο, η απόσχιση της Κροατίας και της Σλοβενίας το 1991 και της Βοσνίας το 1992. Η πολυεθνική Γιουγκοσλαβία δεν υπήρχε πλέον (κατά τον Κλαρκ, οι Αμερικανοί σχεδίαζαν τη διάλυσή της από τη δεκαετία του ’80).
Και οι τότε (και νυν;) αντιεθνικιστές μας; Υποστήριξαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας χάριν της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας των Κοσοβάρων.
Αλλά επί Τίτο το Κόσοβο ήταν αυτόνομο. Και οι ΗΠΑ αργότερα σαμπόταραν συμφωνία με τη Γιουγκοσλαβία για την αυτονομία του Κοσόβου στα πλαίσια της πολυεθνικής Γιουγκοσλαβίας. Γιατί;
Ο ανθρωπισμός των αντιεθνικιστών μας είναι αντιφατικός και τυφλός: Αντιεθνικιστές αυτοί, υποστήριξαν τις εθνικιστικές συμμορίες του UCK. Δέχτηκαν όλη τη χαλκευμένη προπαγάνδα εναντίον των Σέρβων και δεν διέκριναν τα κίνητρα των επιδρομέων. Και η κατάληξη: Η πολυεθνική Γιουγκοσλαβία ανήκει στο παρελθόν. Στο «απελευθερωμένο» Κόσοβο κυριαρχεί ο θάνατος, ο φόβος, η πείνα και η πορνεία. Και οι ΗΠΑ εγκατέστησαν μεγάλη στρατιωτική βάση στο Κόσοβο, το οποίο προστέθηκε στον κατάλογο των προτεκτοράτων που δημιουργούν οι ΗΠΑ, οξύνοντας και τροφοδοτώντας υπαρκτές αντιθέσεις στην Ευρώπη, στην Ασία και όχι μόνο. Τι λένε σήμερα οι αριστεροί αντιεθνικιστές μας για τα τότε; Και τι λένε για την αποδοχή, εκ μέρους τους, του σχεδίου Ανάν για τη διχοτόμηση της Κύπρου;
Και η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας; Η Ελλάδα ορθώς δέχτηκε την προσωρινή ονομασία Πρώην… Γιατί όμως τα δύο μεγάλα κόμματα (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) δεν αξιοποίησαν το πακέτο Πινέιρο (1992) ώστε να επιτύχουν τότε μια αμοιβαία δεκτή ονομασία, τότε που η FYROM ήταν σχεδόν ανύπαρκτη διεθνώς; Επειδή το μικροκομματικό συμφέρον υπερίσχυσε του εθνικού, όπως συνήθως. Έκτοτε η FYROM αναγνωρίσθηκε ως Μακεδονία περίπου από 100 κράτη. Οι συνέπειες είναι γνωστές. Δηλαδή: Κατά την επίσημη και ανεπίσημη προπαγάνδα, οι Σλαβομακεδόνες είναι οι Μακεδόνες, απόγονοι του Αλεξάνδρου, απόγονοι των αρχαίων, ιδιοκτήτες του ήλιου της Βεργίνας, τον Αλέξανδρο τον έκαναν αεροδρόμιο, σε διάφορες χώρες παρελαύνουν ντυμένοι σαν αρχαίοι Έλληνες (όπως κάνουν και οι «δικοί μας» αρχαιόπληκτοι…). Κατά την προπαγάνδα τους οι «Μακεδόνες» (Σλαβομακεδόνες) είναι γηγενείς, ενώ οι Έλληνες έχουν υποσαχάρια καταγωγή. Αλλά θα αντιτείνει κανείς ότι αυτά είναι ανεπίσημη προπαγάνδα. Λάθος! Η αδιαλλαξία του Γκρουέφσκι είναι γνωστή: μόνο όνομα, Μακεδονία. Ο ίδιος άλλωστε έχει θέσει πρόβλημα «μακεδονικής μειονότητας» στη χώρα μας. Ταυτόχρονα, αριστεροί αντιεθνικιστές κατηγορούν την Ελλάδα ότι δεν αναγνωρίζει τη «μακεδονική» και την τουρκική μειονότητα. Οι χάρτες και τα σχολικά εγχειρίδια επίσης δεν είναι ιδιωτική υπόθεση και οι χάρτες περιλαμβάνουν και την ελληνική Μακεδονία. Οι ΗΠΑ τούς αναγνώρισαν ως Μακεδονία, και φυσικά οι αμερικανοτραφείς που κυβερνούν αυτή τη χώρα ελπίζουν στη στήριξη των ΗΠΑ για να καμφθεί η ελληνική κυβέρνηση. Κυβέρνηση, ΜΜΕ, ιεράρχες, αγωνίζονται υπέρ ιερών και οσίων. Χάρτες που περιλαμβάνουν όλη τη Μακεδονία, ο επικεφαλής της «Μακεδονικής Εκκλησίας» Στέφανος ζητάει τη Θεσσαλονίκη, κ.λπ., κ.λπ.
Λοιπόν; Στην Ελλάδα υπάρχουν εθνικιστές: μέρος της πολιτικής ηγεσίας και της εκκλησίας (Άνθιμος εναντίον Στεφάνου…), απόγονοι των χουντικών, ακροδεξιοί του παρακράτους και, φυσικά, τα πιο καθυστερημένα στρώματα της κοινωνίας μας. Αλλά η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτα και το «πατριωτικό» ελληνικό κεφάλαιο συνεργάζεται επωφελώς με τους «Σκοπιανούς» εκμεταλλευόμενο τη φτηνή εργατική δύναμη και τις αγορές τους, σε βάρος της ελληνικής εργατικής τάξης. Λοιπόν; Κατά τον 19ο αιώνα περίπου ολοκληρώθηκε κατά κάποιον τρόπο η εθνογένεση στα Βαλκάνια. Να δεχτούμε ότι οι Σλαβομακεδόνες αποτελούν έθνος. Γιατί όμως οι Σλαβομακεδόνες διεκδικούν τίτλους και εδάφη που δεν τους ανήκουν; Επειδή η συγκρότησή τους σε κράτος ήταν προϊόν ξένης επέμβασης και της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας. Η πρώην και νυν (προπαντός η τελευταία) πολιτική «ελίτ» για να σωθεί έπαιξε –τι άλλο;– το χαρτί του εθνικισμού. Ταυτόχρονα επιδιώκει την είσοδο στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ με την απροσχημάτιστη βοήθεια των ΗΠΑ. Να υπάρξει λοιπόν, μετά το Κόσοβο, και δεύτερο προτεκτοράτο των ΗΠΑ στην περιοχή μας. Να δημιουργηθεί και εκεί δεύτερη στρατιωτική βάση των ΗΠΑ, ορμητήριο για νέους πολέμους «υπέρ της Δημοκρατίας».
Οι αριστεροί αντιεθνικιστές μας βλέπουν μόνο τον ελληνικό εθνικισμό. Δεν βλέπουν τα στρατηγικά παιχνίδια των ΗΠΑ πίσω από τις γελοιότητες των Σλαβομακεδόνων. Να εργαστούμε για τη συνεργασία των δύο λαών. Αυτό πρέπει να κάνουν οι αριστεροί, αντί να υποστηρίζουν έναν όψιμο εθνικισμό, χειραγωγούμενο από τις ΗΠΑ και ο οποίος αποβλέπει στην ενσωμάτωση αυτής της χώρας στην ΕΕ και στην πολεμική μηχανή του ΝΑΤΟ. Να οργανώνουμε συναντήσεις και συνέδρια με Σλαβομακεδόνες. Τους ρώτησαν όμως οι οργανωτές ποια είναι η θέση τους για τη «Μακεδονία», την ΕΕ και το ΝΑΤΟ;
Οι αριστεροί είναι διεθνιστές και γι’ αυτό πατριώτες. Η ελληνική Αριστερά ήταν πάντα πατριωτική. Απόδειξη: ο ρόλος της στην Κατοχή, οπότε μάλιστα το πατριωτικό επικάλυψε το ταξικό, με τις γνωστές συνέπειες. Αλλά οι αριστεροί αντιεθνικιστές φαίνεται ότι συγχέουν τον εθνικισμό με τον πατριωτισμό. Για μερικούς από αυτούς, εξάλλου, το έθνος είναι κατασκευή, η ιστορία απλή αφήγηση, και όμως οι ίδιοι, σε αντίφαση με τις γενικότερες ιδέες τους, υποστηρίζουν τον όψιμο και αμερικανοκινούμενο εθνικισμό των Σλαβομακεδόνων. Οι όψιμοι νεο-εθνικιστές της FYROM δημιουργούν και αυτοί τη «μυθολογία» τους, αναζητώντας (όπως όλοι οι εθνικιστές) ανύπαρκτους τίτλους καταγωγής και εδάφη στα οποία κάποτε κατοίκησαν, αλλά όπου δεν ήταν ούτε γηγενείς ούτε πλειοψηφία. Αυτός ο όψιμος, παραληρηματικός εθνικισμός δεν ενοχλεί τους αντιεθνικιστές μας, που προτείνουν να αναγνωρίσουμε το Μακεδονικό έθνος, την ταυτότητα και τη γλώσσα του; Γενικότερα: Οι νέοι εθνικισμοί, Κροάτες, Σλοβένοι, Κοσοβάροι, Αλβανοί, Σλαβομακεδόνες, Τσάμηδες, είναι μόνο εκδήλωση υπαρκτών προβλημάτων; Είναι άσχετοι με τη στρατηγική των ΗΠΑ στα Βαλκάνια; Οι Σλαβομακεδόνες προφανώς δεν θα μας κάνουν πόλεμο. Αλλά αυτό είναι το πρόβλημα;
Και η επίσημη ελληνική Αριστερά; Να αγωνιστεί εναντίον του αντιδραστικού ελληνικού εθνικισμού, και για την ειρηνική συμβίωση και συνεργασία των δύο λαών. Όνομα; Το μόνο αντίστοιχο με την υπαρκτή πραγματικότητα: Βόρεια Μακεδονία. Η FYROM είναι αυτό ακριβώς: Το βόρειο τμήμα της ιστορικής Μακεδονίας. Και η ελληνική κυβέρνηση; Με το βέτο, και χωρίς να το θέλει, προσφέρει υπηρεσία στον λαό της FYROM: τους γλιτώνει, επί του παρόντος, από την ενσωμάτωση την ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Αλλά: αν οι ιμπεριαλιστές των ΗΠΑ θελήσουν να στηρίξουν την Αθήνα ως προς το όνομα, επειδή δεν θα το κάνουν από αντικειμενική κρίση, θα ζητήσουν ίσως από τη ΝΔ περαιτέρω στήριξη και εμπλοκή στα έργα τους στο Κόσοβο, στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ κ.λπ. «Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας». Αλλά τι ήταν οι Δαναοί μπροστά στα αμερικανικά βομβαρδιστικά;
Τέλος: αριστερή εφημερίδα, αφού ορθώς καταγράφει τα εγκλήματα των «ιμπεριαλιστών» κ.λπ., ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα με την πολιτική της θα σπρώξει τους «Μακεδόνες» στην αγκαλιά των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, «όπως η πολιτική του Μιλόσεβιτς έσπρωξε τους Κοσοβάρους στην αγκαλιά του Μπους». Μα οι «Μακεδόνες» μας διεκδικούν με πάθος αυτή την αγκαλιά, όπως την ποθούσαν και οι Κοσοβάροι και παλαιότερα οι Κροάτες. Δεν χρειάζεται λοιπόν ελληνικό «σπρώξιμο». Βούλγαροι, Κροάτες, Σέρβοι, Κοσοβάροι, Αλβανοί, όλοι αγωνίζονται να ενταχθούν στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Τι σημαίνει αυτός ο έρωτας; Πρώτον, είναι μια απόδειξη της αποτυχίας να οικοδομηθούν σε αυτές τις χώρες σοσιαλιστικές κοινωνίες και σοσιαλιστική συνείδηση. Δεύτερο, οι πολιτικές ηγεσίες έπαιξαν το χαρτί του εθνικισμού. Οι ΗΠΑ με τις επεμβάσεις τους όξυναν τις υπαρκτές αντιθέσεις και με τον πόλεμο αποσταθεροποίησαν τα Βαλκάνια. Οι Σλαβομακεδόνες έγιναν Μακεδόνες. Οι Αλβανοί εργάζονται σιωπηρά και συστηματικά για τη Μεγάλη Αλβανία. Και οι αντιεθνικιστές μας υποστηρίζουν αυτούς τους όψιμους και ως έναν βαθμό αμερικανοκίνητους εθνικισμούς αντιφάσκοντας με την ίδια την ιδεολογία τους.
24/06/08

"Έρωτες" κι "Αγάπες"...


Περνώντας τα χρόνια, σιγά σιγά, αργά, βασανιστικά, αν και αρνιόμουν να το αποδεχτώ, αν και πάντα το αντιπάλευα επίμονα, κατάλαβα πως είχαν δίκιο, τόσο ο φωτοδότης κορυφαίος αρχαίος μας φιλόσοφος, ο αποκληθείς ..."σκοτεινός" από τους συσκοτιστές, που απέδειξε ότι "τα πάντα ρει και ουδέν μένει", όσο και οι πολλοί εκείνοι σοφοί που είπαν και λένε πως έρωτες κι αγάπες όλα είναι μυθοπλασίες, υποσυνείδητοι είτε και συνειδητοί εξωραϊσμοί και εξιδανικεύσεις ορμών, ενστίκτων και εγωιστικών ανασφαλειών...
Ζήστε τις όμως συνάνθρωποι, όταν κι αν σας λάχουν, όσο διαρκέσει η τόσο συναρπαστικά μασκαρεμένη σε βεβαιότητα ψευδαίσθηση... Μακάρι ισόβια!
Αλλά ας είμαστε προετοιμασμένοι ψυχολογικά, ας έχουμε δημιουργήσει αντισώματα τέτοια που να λειτουργούν σαν ..αλεξίπτωτα αν ή όταν συμβεί η (μη αναμενόμενη από κανένα συνήθως...) πτώση από στρατοσφαιρικά ύψη...

Κώστας Ντουντουλάκης 30/1/2018

Το «Μακεδονικό Ζήτημα» από τα τέλη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ως το 1939


Το «Μακεδονικό Ζήτημα» από τα τέλη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ως το 1939

Η ίδρυση του βασιλείου Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων - Τα χρόνια του Μεσοπολέμου - Η Γ' Διεθνής και το Μακεδονικό

Τον τελευταίο καιρό , ήρθε πάλι στην επικαιρότητα το ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής μας FYROM ή ΠΓΔΜ ή (Δημοκρατίας) των Σκοπίων κλπ. Η αλλαγή στην κυβέρνηση των γειτόνων, το μομέντουμ (που φαίνεται ευνοϊκό για τη χώρα μας) ,ωθούν τις κυβερνήσεις σε Αθήνα και Σκόπια, να βρουν αμοιβαία αποδεκτή λύση για το ακανθώδες ζήτημα της ονομασίας της  FYROM.


Ήταν 1η Δεκέμβρη 1918 , όταν  ο αντιβασιλέας Αλέξανδρος ,ανακήρυξε την ίδρυση του Βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων ,που επικυρώθηκε λίγες μέρες αργότερα από την κοινή Σύνοδο της Σερβικής Εθνοσυνέλευσης και του Εθνικού Συμβουλίου του Ζάγκρεμπ. (Να αναφέρουμε με την ευκαιρία ότι οι Σέρβοι εμφανίζονται για πρώτη φορά με αυτό το όνομα το 822).

Μια σειρά από προβλήματα, με κυριότερο αυτό των εθνοτήτων, προκάλεσαν αναταράξεις στο νέο αυτό κράτος. Το 1929, έγινε η μετονομασία σε Γιουγκοσλαβία και χωρίστηκε σε εννέα διοικητικές περιφέρειες (banovines),  οι οποίες δεν είχαν τα ιστορικά σύνορα της καθεμιάς. Μία από αυτές, ήταν και η Vardarska Banovina, που πήρε το όνομα της από το όνομα Βαρδάρης ,με το οποίο είναι γνωστός επίσης ο ποταμός Αξιός . Περιλάμβανε τα εδάφη που σήμερα ανήκουν στη  FYROM αλλά και περιοχές που σήμερα ανήκουν στο Κόσοβο (όπως την πρωτεύουσα του Πρίστινα) και άλλες που ανήκουν στη Σερβία (όπως το Βράνιε και το Λέσκοβατς).
Το  καθεστώς αυτό ίσχυσε ως το 1941. Το 1941 η Vardarska banovina καταλήφθηκε από τις δυνάμεις του Άξονα και καταργήθηκε ως διοικητική δομή. Τα εδάφη της διαμοιράστηκαν στην κατεχόμενη από τα ναζιστικά στρατεύματα Σερβία, την Αλβανία και τη Βουλγαρία.

Με την απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας και την ανάδειξη του Josip Broz (Τίτο) ως ηγέτη της, η χώρα μετατράπηκε σε ομοσπονδία(29/11/1945). Ένα από τα κράτη της,σύμφωνα με το Σύνταγμα ,που εγκρίθηκε στις 31 Ιανουαρίου 1946 ,ήταν και  η «Δημοκρατία της Μακεδονίας», που περιλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος από τα εδάφη της Vardarska banovina  (ένα μικρό μέρος τους  εντάχθηκε στη Σερβία ).

Τα χρόνια του Μεσοπολέμου

Όπως είναι γνωστό , στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας, ενσωματώθηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα.  Υπήρχαν όμως πόλεις όπως το Μοναστήρι(κυρίως ), η Στρώμνιτσα, το Μορίχοβο κ.ά. ,  όπου ζούσαν και διέπρεψαν επί αιώνες πληθυσμοί ελληνικής καταγωγής στη συντριπτική πλειοψηφία τους . Έτσι, στο Μοναστήρι(σημ. Bitola),  το 1913 ,σε σύνολο 42.000 κατοίκων,  οι  24.000 ήταν Έλληνες.

Στην Ελλάδα δόθηκε το 51,57% του εδάφους της Μακεδονίας (34.603 τ.χλμ), στη Γιουγκοσλαβία 38,32%( 25.714 τ.χλμ)και στη Βουλγαρία 10,11% (6.789 τ.χλμ).

Το 1914, η χώρα μας αρνήθηκε να ταχθεί στο πλευρό των Γερμανών και των συμμάχων τους, αν και δέχθηκε ιδιαίτερα δελεαστικές προτάσεις.  Συγκεκριμένα, στις 5/8/1914, ο Γερμανός πρέσβης Κουάτ, επισκέφτηκε τον τότε πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο και ενεργώντας για λογαριασμό της κυβέρνησής του,  πρότεινε την προσχώρηση της χώρας μας στο στρατόπεδο των «Κεντρικών Δυνάμεων», με μεγάλα εδαφικά ανταλλάγματα σε βάρος της Σερβίας.



Εικόνα: Βρετανικός χάρτης των Βαλκανίων του 1928


 Η απάντηση του Ελευθερίου Βενιζέλου ήταν η ακόλουθη: «Μου ζητάτε να προδώσουμε τη συμμαχία μας με τη Σερβία, να επιτεθούμε εναντίον της και να συμμετάσχουμε στο διαμελισμό της. Η  Ελλάδα, κύριε πρέσβη, είναι πολύ μικρό κράτος για να διαπράξει τέτοια ατιμία».
Η χώρα μας, με συμφωνία της 14ης Μαΐου 1914, είχε δεσμευθεί να παραχωρήσει ελεύθερη ζώνη στους Σέρβους στη Θεσσαλονίκη.

Η Σερβία στη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου  (1920-1922) δεν έδειξε εχθρική στάση προς την Ελλάδα και αρνήθηκε να δεχτεί την πρόταση του Βούλγαρου πρωθυπουργού Σταμπολίνσκι για κοινό «νοτιοσλαβικό» μέτωπο εναντίον της χώρας μας. Φαινόταν μάλιστα,  ότι το Βελιγράδι ήταν διατεθειμένο να συμμαχήσει με την Ελλάδα για την αποτροπή της κατάληψης της Ανατολικής Θράκης από τους Τούρκους. Ωστόσο ο πρωθυπουργός Πάσιτς ευθυγραμμίστηκε τελικά με τη γαλλική πολιτική σχετικά με την Ανατολική Θράκη.
Στις 10 Μαΐου 1923, η Ελλάδα παραχώρησε την ελεύθερη σερβική ζώνη στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.



Άποψη του Μοναστηρίου τον 19ο αιώνα

 Η ζώνη αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα της Ελληνικής επικράτειας, όμως διοικούνταν από Σέρβους τελωνειακούς. Αργότερα,  καθώς το βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, αποκόπηκε από τα λιμάνια του στην Αδριατική (Ζαντάρ, Ριέκα γνωστή και ως Φιούμε παλαιότερα,  από το ιταλικό της όνομα), άρχισε να ζητά ουσιαστικό έλεγχο της σιδηροδρομικής γραμμής Γευγελή - Θεσσαλονίκης, επέκταση της σερβικής ζώνης στη συμπρωτεύουσα, αναγνώριση σερβικής μειονότητας στη Δυτική Μακεδονία και άλλα.

Το δικτατορικό καθεστώς Πάγκαλου (το οποίο να θυμίσουμε ευθύνεται και για την παραμονή των Τσάμηδων στην Ήπειρο), στις 17 Αυγούστου 1926, προκειμένου να εξασφαλίσει τη σερβική ουδετερότητα στην πολεμική εκστρατεία που σχεδίαζε εναντίον της Τουρκίας, δέχθηκε τις εξωφρενικές αυτές απαιτήσεις!

Στις 22/8/1926 όμως, ο Γεώργιος Κονδύλης ανέτρεψε τον Θ. Πάγκαλο. Η κυβέρνηση Ζαΐμη που συγκροτήθηκε μετά τις εκλογές της 7ης  Νοεμβρίου 1923, ακύρωσε τις συμφωνίες με τους Σέρβους.

Τελικά, στις 11 Οκτωβρίου 1928, υπογράφηκε στο Βελιγράδι ελληνοσερβικό πρωτόκολλο που καθόρισε το καθεστώς της ζώνης στη Θεσσαλονίκη, από τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ουσιαστικά, ήταν μία αναβίωση της συμφωνίας της 10ης Μαΐου του 1923. Τα θέματα που έθεταν οι Σέρβοι στο παρελθόν, εξοβελίστηκαν.



Εικόνα: Γραμματόσημο του 1939 με την ονομασία VARDASKA

Οι Πελαγόνες

Στο μεταξύ, στο πλαίσιο της διατήρησης των καλών σχέσεων με τη Σερβία, η Ελλάδα ουσιαστικά «θυσίασε τον ελληνισμό της Πελαγονίας, ο οποίος μετά το 1913 υπέστη μία πολιτική εκσερβισμού» (Σπυρίδων Σφέτας , «Σερβία και Γιουγκοσλαβία  Ελλάδα,  στο βιβλίο ΒΑΛΚΑΝΙΑ 1913-2011»).

Οι Πελαγόνες, ήταν αρχαίος λαός της Μακεδονίας που κατοικούσαν στον άνω ρου του Αξιού.
Οι Δάρδανοι και η πρωτεύουσά τους Σκούποι (Σκόπια)-Τι γράφουν ο Στράβωνας και ο Αρριανός.

Ας κάνουμε όμως εδώ μια παρένθεση, για να δούμε ποιοι ήταν οι βόρειοι γείτονες των Μακεδόνων στην αρχαιότητα. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, ο οποίος περιγράφει λεπτομερώς την αρχαία Μακεδονία (και όχι μόνο βέβαια) στα βιβλία του, βόρεια των Μακεδόνων ζούσαν οι Δάρδανοι ή Δαρδάνιοι. Γράφει γι' αυτούς:
"… άγριοι όμως εντελώς οι Δαρδάνιοι είναι, τόσο που στις σωρούς της κοπριάς αφού ανοίξουν ορύγματα, εκεί να κάνουν και τις μονιές τους" (Ζ', 316)
(Μονιά = φωλιά αγριμιού, προφανώς εδώ κατ ' επέκταση, κατάλυμα, ενδιαίτημα.

Οι Δάρδανοι (ή Δαρδάνιοι), ήταν βάρβαρο, ιλλυρικής καταγωγής φύλο και είχαν πρωτεύουσα την πόλη Σκούποι (τα σημερινά Σκόπια). Αγνοούσαν ότι τα παράλια της χώρας τους, στην Αδριατική, ήταν εύφορα και δεν τα καλλιεργούσαν. Ζούσαν σε μεγάλο βαθμό από τις επιδρομές εναντίον γειτονικών λαών. Τους χαρακτήριζαν, κατά τον Στράβωνα, "η αγριότης και το ληστρικόν έθος" (Ζ' 317) (έθος = συνήθεια).



Εικόνα: Στράβωνας

Στους Δαρδάνους, ανήκαν επίσης, οι Γαλάβριοι και Θουνάτες, οι οποίοι προς τα ανατολικά συνόρευαν με το θρακικό έθνος των Μαίδων.

Οι Ιλλυριοί είχαν χαμηλό πολιτιστικό επίπεδο και διακρίνονταν μόνο για τις επιδόσεις τους στη μουσική.
"…μουσικής δ' όμως επεμελήθησαν αεί χρώμενοι και αυλοίς και τοις εντατοίς οργάνοις…".
Δηλαδή, «… φρόντιζαν πάντα τη μουσική χρησιμοποιώντας και αυλούς και έγχορδα όργανα…».

Για το ότι οι Δάρδανοι και οι υπόλοιποι Ιλλυριοί ήταν βάρβαροι, ο Στράβωνας αναφέρει ότι ακόμα και τον 4ο π.Χ. αιώνα επιβίωναν σ' αυτούς βάρβαρα ήθη, όπως αυτό της ανθρωποθυσίας!



Εικόνα: Αρχαία Μακεδονία

Όταν ο Μέγας Αλέξανδρος εκστράτευσε εναντίον της πόλης Πέλλιον των Δασαρητίων, "οι πολέμιοι Δάρδανοι θυσίασαν παίδας τρεις και κόρας ίσας τον αριθμόν και κριούς μέλανας τρεις" (Αρριανός  «Αλεξάνδρου Ανάβασις» Α' 5).

Και επειδή η μακεδονική επέλαση ήταν πολύ γρήγορη, οι Ιλλυριοί εγκατέλειψαν άρον άρον τις θέσεις τους και οι Μακεδόνες, έκπληκτοι είδαν τα ανθρώπινα σφάγια "έτι κείμενα" (να βρίσκονται ακόμα σε κάποιο σημείο).

Τα άκρως ενδιαφέροντα αυτά στοιχεία, αντλήσαμε από το βιβλίο του Θανάση Γωργιάδη "Η Αρχαία Μακεδονία κατά τον Στράβωνα", εκδόσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ παιδεία.

Στον πρόλογο του ίδιου βιβλίου, που υπογράφει ο σπουδαίος ιστορικός και φιλέλληνας N.G.L. Hammond (1907 – 2001), διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
"Η ελληνικότητα των ονομάτων των Μακεδόνων, εξάλλου, αυτών που ζούσαν στις Αιγές εκείνη την περίοδο (ενν. τον 4ο π.Χ. αιώνα), όπως αυτή επιβεβαιώνεται από τις στήλες που εντόπισε στις ανασκαφές του ο καθηγητής Μανόλης Ανδρόνικος, δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι οι Μακεδόνες τότε, όπως και τους προηγούμενους αιώνες, ήταν ελληνόφωνοι".

Κλείνουμε κάπου εδώ την εκτενή αλλά πολύ χρήσιμη νομίζουμε, παρένθεση, για να  επιστρέψουμε στη Μακεδονία τον 20ο αιώνα.

Η Κομμουνιστική Διεθνής και το "μακεδονικό ζήτημα" στον Μεσοπόλεμο

Θα εξετάσουμε τώρα τη στάση του Κ.Κ.Ε και της (Κομμουνιστικής) Διεθνούς στα χρόνια του Μεσοπολέμου και τον ρόλο που έπαιξαν στο μακεδονικό ζήτημα.
Η Γ' Διεθνής, γνωστότερη ως Comintern (Κομιντέρν) από τα αρχικά των λέξεων COMmunist INTERnative ιδρύθηκε στη Μόσχα το 1919, αφού πρώτα κατήγγειλε την προηγούμενη, Δεύτερη (Σοσιαλιστική) Διεθνή, για τη στάση της κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.



Εικόνα: Πόστερ της Κομιντέρν

 Η Κομιντέρν ιδρύθηκε με πρωτοβουλία της ηγεσίας των μπολσεβίκων προκειμένου ν' αποτελέσει το καθοδηγητικό όργανο του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος.
Στο ιδρυτικό της συνέδριο (2-6 Μαρτίου 1919), μετείχαν 52 αντιπρόσωποι από 34 κομμουνιστικά κόμματα διαφόρων χωρών. Το ιδρυτικό συνέδριο της Κομιντέρν ψήφισε το πρόγραμμά της, που είχε συντάξει ο ίδιος ο Λένιν καθώς και τις θέσεις του Λένιν για τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Ανάμεσα σ' αυτούς που υπογράφουν την ιδρυτική διακήρυξη της Κομιντέρν, είναι οι Λένιν, Τρότσκι, Κάρσκι (Κ.Κ. Πολωνίας), Ρουντιάσκι (Κ.Κ. Ουγγαρίας ), Ντούντα (Κ. Κ. Αυστρίας) και Ρακόφσκι (Βαλκανική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία). Το Σ.Ε.Κ.Ε. (πρόδρομος του Κ.Κ.Ε.), δεν συμμετείχε στο ιδρυτικό συνέδριο.

Από το 1919 που ιδρύθηκε, ως το 1943 που διαλύθηκε από τον Στάλιν, η Κομιντέρν πραγματοποίησε επτά συνέδρια.



Εικόνα: 2ο Διεθνές Συνέδριο της Κομιντέρν 

Ο καθηγητής Σπυρίδων Σφέτος στο βιβλίο του "Όψεις του Μακεδονικού Ζητήματος στον 20ο αιώνα", εκδόσεις Βάνιας, αναφέρει ότι μπορούμε να διακρίνουμε πέντε "φάσεις" στην πολιτική της Κομιντέρν σχετικά με το "μακεδονικό ζήτημα"
i) 1920- 1922, όπου ενδιαφέρεται κυρίως για το ζήτημα των Στενών και την επιτυχή έκβαση του αγώνα του Κεμάλ κατά της Αντάντ.
ii) 1923 – 1924, οπότε αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο μακεδονικό, στα πλαίσια της πολιτικής για προώθηση της "επανάστασης" στη Βουλγαρία και την εγκαθίδρυση εργατοαγροτικής κυβέρνησης
iii) 1925 – 1928, το ενδιαφέρον για το "μακεδονικό", γίνεται περιφερειακό.
iv) Από το V1 Συνέδριο της Κομιντέρν (17/8/1928 – 1/9/1928) ως το 1933, επιβάλλεται στα κομμουνιστικά κόμματα να καθοδηγούν τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα και το μακεδονικό επανέρχεται στο προσκήνιο.
v) 1933 – 1939, το μακεδονικό παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Κομιντέρν και αντιμετωπίζεται στα πλαίσια της συγκρότησης ενός ενιαίου αντιναζιστικού μετώπου.



Εικόνα: Πόστερ της Κομιντέρν


 Πρωτεργάτες της μακεδονικής πολιτικής της Κομιντέρν, στα Βαλκάνια, ήταν οι Βούλγαροι Vasil Kolarov και Christo Kabakciev που κατείχαν υψηλές θέσεις στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και μέσω της Κομιντέρν εξέφραζαν τις θέσεις του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος που θεωρούσε το μακεδονικό, ως βουλγαρικό ζήτημα. Ο V. Kolarov ήταν αυτός που έθεσε για πρώτη φορά θέμα αυτονόμησης της Μακεδονίας και της Θράκης στη Δεύτερη Συνδιάσκεψη της Βαλκανικής   Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας (BKO), ton Sept;embrio toy 1920.. Όλοι οι αντιπρόσωποι των κομμουνιστικών κομμάτων (και ο Έλληνας Γ. Γεωργιάδης), απέρριψαν την πρόταση.

Ακολούθως, στο 3ο Συνέδριο της Κομιντέρν (22 Ιουνίου – 22 Ιουλίου 1921), τέθηκε ξανά από τον V. Kolarov, το  ζήτημα της αυτονομίας της Μακεδονίας και της Θράκης.

Ο Έλληνας αντιπρόσωπος και ηγετικό στέλεχος του Σ.Ε.Κ.Ε. (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος) Γεώργιος Γεωργιάδης, βλέποντας τους κινδύνους που ελλοχεύουν από μια τέτοια, πιθανή, εξέλιξη, παρουσιάστηκε στον Λένιν και του επισήμανε ότι ο ελληνικός λαός θα αντιδρούσε, αλλά και το μέλλον του κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας θα κινδύνευε. Ο Λένιν τον καθησύχασε. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα ο Γεωργιάδης, επισήμανε τους κινδύνους ενώ αργότερα αποχώρησε από το Κ.Κ.Ε. και κατήγγειλε την πολιτική του ως αντεθνική.

Στην 6η Συνδιάσκεψη της ΒΚΟ (Δεκέμβριος 1923), οι Βούλγαροι επαναφέρουν το θέμα της αυτονομίας Μακεδονίας και Θράκης. Η ΒΚΟ υιοθετεί πλήρως τις βουλγαρικές θέσεις. Υπέρ της απόφασης ψήφισε και ο αντιπρόσωπος του Κ.Κ.Ε. Ν. Σαργολόγος.

Χαρακτηριστικό απόσπασμα της απόφασης είναι το παρακάτω:
"Οι κατοικούντες εις την Μακεδονίαν Έλληνες, Σέρβοι Βούλγαροι και Αλβανοί είναι Μακεδόνες με καθαρώς μακεδονικήν συνείδησιν και οι κατοικούντες εις την Θράκην είναι Θράκες με θρακικήν συνείδησιν, δικαιούμενοι αυτονομίας και ανεξαρτησίας ως έχοντες ιδιαίτερην εθνικήν συνδείδησιν"

Στην Έβδομη Συνδιάσκεψη της ΒΚΟ, οι Βούλγαροι πιέζουν για λήψη οριστικής απόφασης σχετικά με την αυτονομία της Μακεδονίας και της Θράκης, δεν τα καταφέρνουν όμως. Ωστόσο "περνούν" τις θέσεις τους μέσα από σχετική απόφαση του 5ου Συνεδρίου της Κομιντέρν (Ιούλιος 1924). Με την απόφαση αυτή, συμφώνησαν και οι αντιπρόσωποι του Κ.Κ.Ε. Σεραφείμ Μάξιμος και Παντελής Πουλιόπουλος. Όσο για τον Ν. Σαργολόγο που αναφέραμε παραπάνω; Μετά την ψήφιση υπέρ της βουλγαρικής θέσης στη ΒΚΟ το 1923, έφυγε για την Αμερική, μαζί με 7.500 δολάρια που ήταν η πρώτη ενισχυτική δόση της Κομιντέρν προς το Κ.Κ.Ε.

Από την άλλη πλευρά, αξιόλογα και μορφωμένα στελέχη του Κ.Κ.Ε. διαγράφτηκαν. Έτσι, το Γ' Συνεργείο του Κόμματος, διέγραψε τον Γ. Κορδάτο και τον Θ. Αποστολίδη. Η αιτιολογία ήταν, πως οι απόψεις τους πάνω στο "μακεδονικό", ήταν αντικομμουνιστικές…



Εικόνα: Γιάννης Κορδάτος

Στις 17 Δεκεμβρίου 1926, οριστικοποιήθηκε η διαγραφή του Παντελή Πουλιόπουλου. Το 4ο Συνέδριο του Κ.Κ.Ε. (1928), διέγραψε τους Σ. Μάξιμο, Κ. Σκλάβο, Τ. Χαΐνογλου, Β. Νικολινάκο, Κ. Νικολαΐδη κ.ά.

Άλλα αξιόλογα στελέχη (Θ. Παπακωνσταντίνου, Α. Χουρμούζιος) αποχώρησαν και έγιναν δριμύτατοι κατήγοροι του κόμματος.



Εικόνα: Αιμίλιος Χουρμούζιος

 Η άφιξη των στελεχών του "Κουτβ"(Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο Εργαζομένων της Ανατολής, που είχε ιδρυθεί στη Μόσχα το 1921) , με επικεφαλής τον Νίκο Ζαχαριάδη, είχε σαν αποτέλεσμα την πλήρη υποταγή του Κ.Κ.Ε. στη γραμμή της Γ' Διεθνούς.

Από το 1928, η Κομιντέρν είχε να αντιμετωπίσει δύο σοβαρά προβλήματα: την αποπομπή των Κινέζων κομμουνιστών και τη διακοπή των επαφών με τη Σοβιετική Ένωση από τον Chiang Kai – Shek και τη διάρρηξη(διακοπή,ρήξη) των σχέσεων της Μ. Βρετανίας με τη Σοβιετική Ένωση.
Στη VIII Συνδιάσκεψη της ΒΚΟ (Αύγουστος 1928), επικρατούν οι θέσεις για "Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία", "Ενιαία και Ανεξάρτητη Θράκη", "Βαλκανική Ομοσπονδία", που αποτελούσαν παραλλαγή της θέσης που είχε ήδη επιβληθεί από το 1924.



Εικόνα: Γραμματόσημο της Βαρντάσκα

Μεγάλο ενδιαφέρον, έχουν οι εξελίξεις μετά το 1933.
Τον Φεβρουάριο του 1934, εισάγεται η θεωρία περί "(Σλαβο)μακεδονικού έθνους". Ήδη από το 1933, δίνεται εντολή στα βαλκανικά κομμουνιστικά κόμματα, να εγκαταλείψουν οριστικά το σύνθημα "Βαλκανική Ομοσπονδία".

Η επιβολή της απόφασης της Κομιντέρν για την ύπαρξη μακεδονικού έθνους στα βαλκανικά κομμουνιστικά κόμματα, δεν έγινε χωρίς αντιδράσεις, κυρίως από βουλγαρικής πλευράς. Αντίθετα η γιουγκοσλαβική πλευρά, ήταν περισσότερο ικανοποιημένη καθώς έβλεπε ότι μπορούσε να αντιταχθεί στις βουλγαρικές διεκδικήσεις στο γιουγκοσλαβικό τμήμα της Μακεδονίας.

Το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας, αποφάσισε το 1934, τη μελλοντική ίδρυση "Μακεδονικού" Κομμουνιστικού Κόμματος στο σερβικό τμήμα της Μακεδονίας.
Όσο για το ΚΚΕ, στο VI Συνέδριό του (Δεκέμβριος 1935), εγκατέλειψε το σύνθημα «Ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία» και προπαγάνδιζε "την πλήρη ισοτιμία των μειονοτήτων" μέσα στο ελληνικό κράτος.

Οπωσδήποτε σημαντικό ρόλο στην απόφαση αυτή έπαιξαν τόσο το αποτυχημένο βενιζελικό κίνημα του 1935 όσο και η παρουσία πλέον, σε Θράκη και Μακεδονία, αμιγώς ελληνικών πληθυσμών.

Με την εξέλιξη του "μακεδονικού" ζητήματος μετά το 1939, θα ασχοληθούμε σε άρθρο μας τις επόμενες ημέρες.


Πηγές: Νικόλαος Κ. Μάρτης, "Η Πλαστογράφηση της Ιστορίας της Μακεδονίας", Αθήνα 1983.
Σπυρίδων Σφέτας, "Όψεις του Μακεδονικού Ζητήματος στον 20ο αιώνα", εκδ. Βάνιας 2010.
Β. Γεωργίου, "Η Μακεδονία στο Μάτι του Γιουγκοσλαβικού Κυκλώνα", Αθήνα 1992.
Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών", «Βαλκάνια 1913 – 2011»,  Εκδοτικός Οίκος αδελφών Κυριακίδη 2012.
Σαράντος Ι. Καργάκος, "Από το Μακεδονικό Ζήτημα στην Εμπλοκή των Σκοπίων", εκδ. GUTENBERG 1992.

Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2018


Στο ναρκοπέδιο του ονόματος ”Μακεδονία”: Γεωγραφία και γεωπολιτική εναντίον ιστορίας


Γράφει ο Κλεάνθης Γρίβας
Ανεξάρτητα από τις όποιες -δικαιολογημένες ή όχι- συναισθηματικές αντιδράσεις, η επίλυση της διαφοράς με τη γειτονική χώρα με την απο-δοχή από την πλευρά της Ελλάδας μιας σύνθετης ονομασίας της που θα περιέχει το όνομα «Μακεδονία», εναρμονίζεται (για λόγους που αναλύονται παρακάτω) με τα -διαφορετικά- γεωπολιτικά συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της πΓΔΜ αλλά και της Ελλάδας, για την οποία είναι, προτιμότερο να υπάρχει στα βόρεια σύνορά της ένα μικρό αλλά σταθερό κράτος (η οικονομία του οποίου εξαρτάται εν πολλοίς από την Ελλάδα) θωρακισμένο κάπως από την συμμετοχή του στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΝΑΤΟ, παρά ένα ασταθές και σαθρό «κράτος» που θα είναι έρμαιο ενός επιθετικού αλβανικού εθνικισμού, ο οποίος αποσκοπεί στη δημιουργία μιας «μεγάλης Αλβανίας» με την πιθανή ενσωμάτωση του Κόσσοβου και της πΓΔΜ ως πρώτα θύματα και την Ελλάδα ως επόμενο στόχο, μιας «μεγάλης Αλβανίας» η οποία μαζί με την Τουρκία θα πιέζουν ασφυκτικά την Ελλάδα από τα βόρεια και από τα ανατολικά. 
Η αρχιτεκτονική δομή της ισχύρος
Στη διεθνή αρχιτεκτονική δομή της ισχύος που έχει πυραμιδικό σχήμα, όλες οι χώρες τοποθετούνται σε ένα ορισμένο επίπεδο με βάση τον πλούτο, τον πληθυσμό και τη γεωγραφική τους θέση
Η Ευρώπη, ως σύνολο, βρισκόταν στην κορυφή αυτής της πυραμίδας επί 4 αιώνες (1492-1914), έχοντας κατακτήσει το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου. Και, μέσα στα 31 χρόνια ενός ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου (1914-1945), μεταβλήθηκε σε μια κατακερματισμένη, κατεστραμμένη και κατεχόμενη ήπειρο. 
• ΑΠΟ ΤΟ 1792 ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΨΥΧΡΟ ΠΟΛΕΜΟ, μεγάλες δυνάμεις στην Ευρώπη ήταν:
Η Γαλλία: από το 1792 μέχρι το 1940 (που καταλήφθηκε από τη ναζιστική Γερμανία).
Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία (Πρωσία πριν το 1870): από το 1792 μέχρι το 1945.
Η Ρωσία (τσαρική μέχρι το 1917 και σοβιετική από το 1917 μέχρι το 1991): το μοναδικό κράτος που ήταν μεγάλη δύναμη σε όλη την περίο-δο από το 1792 μέχρι το 1990.
Η Αυστροουγγαρία (Αυστρία πριν το 1867): από το 1792 μέχρι τη διά-λυση της το 1918.
Η Ιταλία: θεωρούνταν μεγάλη δύναμη από το 1861 μέχρι το 1943 (οπότε και κατέρρευσε).
Οι Ηνωμένες Πολιτείες: από το 1898 που βγήκαν στη διεθνή σκηνή μέχρι το 2017. 
• ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΨΥΧΡΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1945-1990), μεγάλες δυνάμεις ήταν οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ρωσία.
Στην Ευρώπη, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Γερμανία ήταν μεσαίες δυνάμεις, και στην Β.Α. Ασία, η Κίνα και η Ιαπωνία, δεδομένου ότι δεν διέθεταν τη στρατιωτική ισχύ που θα τους επέτρεπε να χαρακτηριστούν ως μεγάλες δυνάμεις. 
• ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΨΥΧΡΟ ΠΟΛΕΜΟ (από το 1991 μέχρι το 2017), μεγάλες δυνάμεις στη διεθνή σκηνή είναι οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα.
Μετά τη λήξη της δεύτερης φάσης του ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου (1945), η Ευρώπη έμοιαζε με ένα απέραντο νεκροταφείο με πάνω από εκατό εκατομμύρια νεκρούς, ερειπωμένες πόλεις, εκατοντάδες εκα-τομμύρια αμετάκλητα κατεστραμμένες ζωές, κατεχόμενη από δύο με-γάλες δυνάμεις (τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ρωσία) και έχοντας απωλέσει οριστικά τη δυνατότητα να ορίζει τη μοίρα της. Οι αποφάσεις για πόλεμο και ειρήνη ή για ζωή και θάνατο δεν παίρνονταν πια στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αλλά στην Ουάσινγκτον και τη Μόσχα.
Σ’ αυτές τις συνθήκες, εντελώς ιδιαίτερος είναι ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών οι οποίες, μετά την ολοκλήρωση της εσωτερικής τους επέκτασης και αφού επιβλήθηκαν ως αδιαμφισβήτητος ηπειρωτικός ηγεμόνας στο δυτικό ημισφαίριο, εξήλθαν στη διεθνή σκηνή κατά τον σύντομο αμερικανο-ισπανικό πόλεμο (1898).
Έκτοτε, οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται, εξ’ αντικειμένου, στην κορυφή της πυραμίδας της ισχύος διεθνώς,εξαιτίας του ότι είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο που πέτυχε να αναχθεί σε «ηπειρωτικό ηγεμόνα» (ένας όρος που υποδηλώνει την υπεροχή μιας χώρας στην ήπειρό της, απέναντι στην οποία δεν μπορούν να αντιταχθούν οικονομικά και στρατιωτικά οι άλλες χώρες της ηπείρου, είτε όλες μαζί είτε μεμονωμένα)1.
Αυτό δίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες το μέγιστο προνόμιο να μπορούν να λειτουργούν ως «παγκόσμιος ισορροπιστής» στο υφιστάμενο σύστημα της ισχύος και, συνεπώς, ο πάγιος στόχος και η βασική επιδίωξη της εξωτερικής πολιτικής τους είναι η αποτροπή κάθε προσπάθειας οποιασδήποτε χώρας, σε οποιαδήποτε ήπειρο και σε οποιεσδήποτε συνθήκες, να αναχθεί σε ηγεμόνα στην ήπειρό της, γιατί αυτό θα τις εξανάγκαζε να μοιραστούν μαζί της το μέγιστο προνόμιο του «παγκόσμιου ισορροπιστή», πράγμα που θα σήμανε το οριστικό τέλος του Αμερικανικού αιώνα. 
Με εξαίρεση το δυτικό ημισφαίριο (στο οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι αδιαμφισβήτητος ηπειρωτικός ηγεμόνας), σε όλες τις άλλες ηπείρους, η ισορροπία της ισχύος διαμορφώνεται ως ισορροπία μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων που υπάρχουν σε κάθε ήπειρο, υπό την άγρυπνη εποπτεία των Ηνωμένων Πολιτειών που φροντίζουν ώστε καμιά από αυτές να μην αναδειχθεί σε ηπειρωτικό ηγεμόνα.
• Στην Ευρώπη, από το 1945 και μετά, το σύστημα ισχύος ήταν και παραμένει διπολικό. Διαμορφώνεται πρωτίστως από δύο δυνάμεις (ΗΠΑ και Ρωσία), οι οποίες επικαθορίζουν τις σχέσεις του βασικού τριγώνου των μεσαίων δυνάμεων μεταξύ τους (Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία), ενώ οι μικρότερες χώρες (Ιταλία, Κάτω Χώρες, Σκανδιναβικές χώρες, χώρες της Κεντρική και Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων) προσπαθούν να επιβιώνουν αναπτύσσοντας ποικίλες σχέσεις (α) με τις δύο μεγάλες δυνάμεις, ΗΠΑ και Ρωσία, (β) με τις τρεις μεσαίες δυνάμεις, Γερμανία, Γαλλία και Βρετανία, και (γ) μεταξύ τους.
Σ’ αυτό το πλέγμα, ο ρόλος της Ρωσίας στο ευρωπαϊκό σύστημα ισχύος είναι αποφασιστικός αλλά και περιορισμένος από το γεγονός ότι η Ρω-σία αποτελεί περιφερειακή δύναμη ευρωπαϊκή και ασιατική συγχρό-νως, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να προβληθεί ως δυνητικός ηγεμόνας ούτε στο ευρωπαϊκό ούτε στο ασιατικό υποσύστημα ισχύος.
• Στη Β.Α. Ασία, το σύστημα ισχύος είναι πολυπολικό, και διαμορφώνεται πρωτίστως από το βασικό τρίγωνο Κίνας, Ιαπωνίας και Ινδίας και δευτερευόντως από τη Νότια και Βόρεια Κορέα, τη Σιγκαπούρη, την Ινδονησία, το Βιετνάμ, κ.α., οι οποίες προσπαθούν να ισορροπούν αναπτύσσοντας ποικίλες σχέσεις (α) με τις Ηνωμένες Πολιτείες, (β) με τα με τα μέλη του βασικού τριγώνου, και (γ) μεταξύ τους, υπό την άγρυπνη εποπτεία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Δεδομένου ότι κανένα κράτος δεν μπορεί να επιτύχει παγκόσμια ηγεμονία, και δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα κάνουν καθετί προκειμένου να αποτραπεί η ανάδειξη οποιασδήποτε χώρας σε «ηγε-μόνα» στην ήπειρό της (γιατί τότε θα ήταν υποχρεωμένες να μοιρασ-τούν μαζί της το μοναδικό προνόμιο τους, του «παγκόσμιου ισορροπιστή»), ο κόσμος είναι καταδικασμένος να βιώνει ένα διαρκή ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων σε περιφερειακό-ηπειρωτικό επίπεδοκυρίως.
Από την άποψη αυτή είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, τόσο στον Πρώτο όσο και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν αναμείχθηκαν στη σύγκρουση των ευρωπαϊκών δυνάμεων παρά μόνο όταν κατέστη προφανές ότι δυτικές δυνάμεις (Γαλλία και Βρετα-νία) δεν ήταν ικανές να αποκρούσουν τη γερμανική προέλαση προς την ηπειρωτική ηγεμονία, οπότε μπήκαν οι ίδιες στον πόλεμο ρίχνον-τας αποφασιστικά τα βάρος τους στη μεριά των δυτικο-ευρωπαϊκών χωρών.
• Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918), οι Ηνωμένες Πολιτείες κήρυξαν τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις το 1917, έστειλαν τα πρώτα στρατιωτικά αγήματά τους στην Ευρώπη την Άνοιξη του 1918 και τον Νοέμβριο 1918, ο πόλεμος έληξε με ήττα της Γερμανίας.
• Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939-1945) συνέβη το ίδιο: Ο Χίτλερ κήρυξε τον πόλεμο στις ΗΠΑ το Δεκέμβριο 1941 (μετά το Περλ Χάρμπορ), οι Ηνωμένες Πολιτείες έστειλαν τα πρώτα στρατιωτικά αγήματά τους στην Ευρώπη το 1943 (με την απόβαση στη Σικελία), τον κύριο όγκο των δυνάμεών τους τον Ιούνιο του 1944 (με την απόβαση στη Νορμανδία) και τον Μάιο του 1945 ο πόλεμος έληξε με συντριβή της Γερμανίας.
Το λογικό συμπέρασμα από τη μέχρι σήμερα ασκούμενη εξωτερική πολιτική της μοναδικής δύναμης που είναι «ηπειρωτικός ηγεμόνας» και, ως εκ τούτου, «παγκόσμιος ισορροπιστής», είναι 
(α) ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συρθούν σε πόλεμο μόνο εάν τεθεί υπό δραστική αμφισβήτηση η θέση τους ως «παγκόσμιου ισορροπιστή» με την εμφάνιση ενός δυνητικού «ηπειρωτικού ηγεμόνα» σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, και 
(β) ότι σε κάθε άλλη περίπτωση, θα επιδιώκουν ισορροπιών μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων του κάθε ηπειρωτικού υποσυστήματος.
Αυτό ερμηνεύει τη συμπεριφορά των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι σ’ εκείνες τις χώρες της Ευρώπης και της Βορειο-ανατολικής Ασίας που θα μπορούσαν κάποια στιγμή να προβληθούν ως δυνητικοί ηπειρωτικοί ηγεμόνες στην περιφέρειά τους.
Ειδικό πλαίσιο: Ευρώπη
Στην Ευρώπη, η Γερμανία προσπάθησε ανεπιτυχώς δύο φορές στο παρελθόν να επιβληθεί ως ηπειρωτικός ηγεμόνας με τα όπλα: 1914-1918 και 1939-1945.
Για να προβάλλει μία χώρα αξιώσεις δυνητικού ηπειρωτικού ηγεμόνα πρέπει να εξασφαλίζει δύο προϋποθέσεις: οικονομική ισχύ και πληθυσμό.
Η Γερμανία κατέκτησε την πρώτη προϋπόθεση (οικονομική ισχύς) κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου (1945-1990), όντας διασπασμένη και κατεχόμενη, και τη δεύτερη προϋπόθεση (πληθυσμός) με την επανένωσή της (3 Οκτωβρίου 1990). Πράγμα, που σε συνδυασμό με την κατάρρευση της σοβιετικής Ρωσίας, είχε ως αποτέλεσμα να αλλάξει ξαφνικά ο χάρτης της Ευρώπης μετά το 1991, αρχίζει να μοιάζει εντυπωσιακά (και απειλητικά) με τον χάρτη της Ευρώπης του Μεσοπολέμου (1919-1939), που είναι γνωστό πού οδήγησε.
Μετά το 1990, η Γερμανία ήταν σε θέση να λειτουργήσει ως υποψήφιος ηπειρωτικός δυνητικός ηγεμόνας, μέσω της «ευρωπαϊκής ενοποίησης» υπό γερμανικό σχεδιασμό και έλεγχο, δηλαδή, επιδιώκοντας να αναχθεί σε ηπειρωτικό ηγεμόνα, για τρίτη φορά, όχι πια με τα όπλα, αλλά με οικονομικά μέσα.
Κι αυτό, αφενός βρίσκεται σε αντίθεση με τις βασικές επιδιώξεις της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και αφετέρου ερμηνεύει τον εξελισσόμενο οικονομικό πόλεμο μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Γερμανίας.
Στην Ευρώπη, η κατάσταση εμφανίζεται ιδιαίτερα περιπεπλεγμένη από το γεγονός ότι η Γερμανία, κατέχει το κέντρο της ηπειρωτικής Ευρώπης και, συνεπώς, η επέκτασή της προς βορρά περιορίζεται από ένα θαλάσσιο τείχος (τη Βαλτική θάλασσα και τη Βόρεια θάλασσα), ενώ η επέκτασή της προς νότο από ένα ορεινό τείχος (την οροσειρά των Άλπεων), με αποτέλεσμα η όποια επέκτασή της να είναι δυνατή είτε προς δυσμάς (Γαλλία) είτε προς ανατολάς (Ρωσία).
Και ακριβώς για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο της επέκτασής της Γερμανίας προς Ανατολάς (πράγμα που έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν), οι Ηνωμένες Πολιτείες οργανώνουν μια «ζώνη ασφαλείας» ανάμεσα στη Γερμανία και τη Ρωσία, υπό τον έλεγχό τουςενσωματώνοντας στο ΝΑΤΟ τις χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων. 
Με βάση αυτό τον προβληματισμό, κατά τη γνώμη μου, η εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρώπη αποσκοπεί πρωτίστως στην αποτροπή του ενδεχόμενου μιας στροφής της Γερμανίας προς ανατολάς (πράγμα που θα ανέτρεπε εκ βάθρων την υφιστάμενη ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη) και δευτερευόντως στην «περι-κύκλωση» της Ρωσίας (που είναι αδύνατο να «περικυκλωθεί», δεδομένου ότι εκτείνεται σε δύο ηπείρους).
Στην ευρωπαϊκή γεωπολιτική σκακιέρα, οι χώρες διατάσσονται σε τρία επίπεδα από άποψη βαρύτητας σε σχέση με την επίτευξη του βασικού στόχου της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής αναφορικά με την ενδο-ευρωπαϊκή ισορροπία δυνάμεων.
• Στο πρώτο επίπεδο, ανήκουν οι μεγάλες ρυθμιστικές δυνάμεις (ΗΠΑ και Ρωσία), από τις σχέσεις και τις αποφάσεις των οποίων εξαρτάται η μοίρα της ευρωπαϊκής ηπείρου.
• Στο δεύτερο επίπεδο, ανήκουν οι «μεγάλες» ευρωπαϊκές δυνάμεις (Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία), οι οποίες πρέπει να βρίσκονται σε τέτοια ισορροπία μεταξύ τους, ώστε καμιά να μην καταστεί ικανή να αναδειχθεί σε υποψήφιο «ηπειρωτικό ηγεμόνα». Για να επιτευχθεί αυτό, οι χώρες που συνασπίζονται έναντι ενός δυνητικού ηγεμόνα είναι υποχρεωμένες να αναπτύσσουν κατάλληλες σχέσεις τόσο με τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και μεταξύ τους.
• Στο τρίτο επίπεδο, ανήκουν οι «μεσαίες» (Ιταλία) και οι «μικρές» δυνάμεις (Κάτω Χώρες, χώρες της Σκανδιναβίας, της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων), που είναι υποχρεωμένες να αναπτύσσουν κατάλληλες επιβιωτικές σχέσεις (α) με τις Ηνωμένες Πολιτείες, (β) με τις τρεις «μεγάλες» ευρωπαϊκές δυνάμεις και (γ) μεταξύ τους.
Όλες οι χώρες, ανεξάρτητα από το επίπεδο στο οποίο ανήκουν, μπορούν να ασκούν μια εξωτερική πολιτική που λειτουργεί υποχρεωτικά είτε υποστηρικτικά είτευπονομευτικά σε σχέση με τον επιδιωκόμενο βασικό στόχο του υπερπόντιου «ισορροπιστή». Και, όπως είναι ευνόητο, η δεύτερη επιλογή είναι εξόχως δύσκολη και εν πολλοίς, επικίνδυνη για κάθε μικρή χώρα.
Εάν για τις μεγάλες χώρες η επιλογή είναι δύσκολη και πολύπλοκη, για τις μικρότερες χώρες και, ιδιαιτέρως για την Ελλάδα, οι δυσκολίες είναι από τεράστιες έως αξεπέραστες.
Πρώτο, η Ελλάδα έχει σοβαρές διαφορές με μια χώρα, την Τουρκία, με την οποία ανήκει στην ίδια στρατιωτική συμμαχία (το ΝΑΤΟ). Οι διαφορές αυτές εκτείνονται από το ζήτημα της τουρκικής εισβολής και κατοχής ενός μέρους της Κύπρου μέχρι την αμφισβήτηση της ελληνικής κυ-ριαρχίας σε μεγάλο μέρος του Αιγαίου, η οποία εξυπηρετεί εδαφικές, γεωπολιτικές και οικονομικές (υποθαλάσσιος πλούτος) επιδιώξεις της Τουρκίας. 
Δεύτερο, η Ελλάδα έχει ένα ανοικτό ζήτημα με ένα βόρειο γείτονά της (την πΔΓΜ) ο οποίος φιλοδοξεί να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πράγμα που είναι αδύνατο χωρίς τη συγκατάθεση της Ελλάδας. 
Γεωγραφία, Γεωπολιτική, Ιστορία και Όνομα
Η διεκδίκηση του ονόματος «Μακεδονία» από τη γειτονική χώρα:
(α) Από ιστορική άποψη είναι αβάσιμη (και γι’ αυτό, δεν χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση).
(β) Από γεωγραφική άποψη είναι βάσιμη, δεδομένου ότι η γεωγραφική περιοχή με το όνομα «Μακεδονία» κατέχονταν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία μέχρι το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων (1913). Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913) τα βαλκανικά εδάφη που κατείχε η Οθωμανική Αυτοκρατορία,2 μοιράστηκαν ανάμεσα στην Ελλάδα (ως Μακεδονία) τη Σερβία (ως Νότια Σερβία) και τη Βουλγαρία (Μακεδονία του Πιρίν). 
  • Η Ελλάδα αύξησε το έδαφός της από 64.790 σε 108.610 τ.χλμ. και τον πληθυσμό της από 2.660.000 σε 4.363.000, ενσωματώνοντας μεγάλα τμήματα της Ηπείρου και της Μακεδονίας (συμπε-ριλαμβανομένης και της Θεσσαλονίκης). Η Κρήτη ενσωματώθηκε οριστικά στην Ελλάδα και επίσημα στις (14 Δεκεμβρίου 1913)
  • Η Σερβία αύξησε το έδαφός της από 48.300 σε 87,780 τ.χλμ. και τον πληθυσμό της κατά 1,5 εκατ. κατοίκους, ενσωματώνοντας ένα μέρος της Μακεδονίας ως Νότια Σερβία, και από το 1929 ως Βαρ-ντάρσκα Μπανόβινα / περιφέρεια του Βαρδάρη (ως μέρος του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά καιρούς στην περιοχή αυτή δίνονταν διάφορα ονόματα (όπως Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας, το 1944 – Ομόσπονδη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας, το 1963 — Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας από το 1992) που όλα αποτελούσαν σύνθετες ονομασίες που περιέχουν το όνομα «Μα-κεδονία», χωρίς ποτέ να υπάρξει καμιά αντίδραση από την πλε-υρά όλων των ελληνικών κυβερνήσεων κατά τη διάρκεια όλης αυτής της περιόδου).
  • Η Βουλγαρία ενσωμάτωσε ένα τμήμα της Μακεδονίας (τη Μακεδονία του Πιρίν ή Βουλγαρική Μακεδονία) και παραχώρησε στη Ρουμανία τη Νότια Δοβρουτσά.
H θέση των Μεγάλων Δυνάμεων στη συνδιάσκεψη του Βουκουρεστίου (1913) επί των ελληνικών αιτημάτων ήταν η ακόλουθη: Η Γερμανία και η Γαλλία υποστήριξαν τις ελληνικές θέσεις. Η Ρωσία και η Αυστρουγγαρία υποστήριξαν τις διεκδικήσεις της Βουλγαρίας (όπως τη παραχώρηση της Καβάλας). Ενώ, η Αγγλία και η Ιταλία ούτε εναντιώθηκαν ούτε υποστήριξαν τα ελληνικά αιτήματα.
(γ) Από γεωπολιτική άποψη, είναι σημαντική για τη λειτουργία του ευρωπαϊκού συστήματος ισχύος, γιατί καθορίζει την ένταξη της πΓΔΜ στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ
Το ζήτημα του ονόματος είναι συναρτημένο με την απάντηση στο ερώτημα εάν στη γεωπολιτική πραγματικότητα βαραίνει περισσότερο η γεωγραφία και η γεωπολιτική ή η ιστορία.
Η απάντηση είναι μάλλον εύκολη, εάν ρίξει κανείς μια ματιά στις αλλεπάλληλες αλλαγές συνόρων στην ευρωπαϊκή ήπειρο κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, στις οποίες τον πρώτο και καθοριστικό λόγο είχε πάντοτε ο συνδυασμός γεωγραφίας και γεωπολιτικής και όχι η ιστορία. Κι αυτό γιατί απλούστατα, η γεωγραφία είναι αμετάλλακτη και η γεωπολιτική είναι επιδίωξη απτών συμφερόντων (τουτέστιν, συσχετισμού δυνάμεων), ενώ η ιστορία χρησιμοποιείται, κατά κανόνα, εργαλειακά, προκειμένου να εξυπηρετηθούν διάφορες σκοπιμότητες.
Συνεπώς, δεν πρέπει να αναμένει κανείς από τις μεγάλες δυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία), τις μεσαίες δυνάμεις (Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία) και τις μικρές δυνάμεις που συνυπάρχουν στη ευρωπαϊκή ήπειρο, ότι είναι πιθανό να αποποιηθούν αυτό τον κανόνα για χάρη των «ιστορικών λό-γων» που, δικαίως, επικαλείται η Ελλάδα.
Επιπροσθέτως, από γεωπολιτική άποψη για την Ελλάδα είναι, προτιμότερο να υπάρχει στα βόρεια σύνορά της ένα μικρό αλλά σταθερό κράτος (η οικονομία του οποίου εξαρτάται εν πολλοίς από την Ελλάδα) θωρακισμένο κάπως από την συμμετοχή του στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΝΑΤΟ, παρά ένα ασταθές και σαθρό «κράτος» που θα είναι έρμαιο ενός επιθετικού αλβανικού εθνικισμού, ο οποίος αποσκοπεί στη δημιουργία μιας «μεγάλης Αλβανίας» με την πιθανή ενσωμάτωση του Κόσσοβου και της πΓΔΜ ως πρώτα θύματα και την Ελλάδα ως επόμενο στόχο, μιας «μεγάλης Αλβανίας» η οποία μαζί με την Τουρκία θα πιέζουν ασφυκτικά την Ελλάδα από τα βόρεια και από τα ανατολικά.
Συνεπώς, η αποτροπή μιας τέτοιας εξέλιξης είναι προς όφελος και της πΓΔΜ και της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης, η οποία αποδείχθηκε ανίκανη να αντιμετωπίζει σοβαρές κρίσεις (πόλεμοι της Γιουγκοσλαβί-ας στη δεκαετία του 1990, προσφυγική κρίση στα μέσα της δεκαετίας του 2010), και το μέλλον της οποίας δεν είναι ούτε ασφαλές ούτε αποσαφηνισμένο.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα έχει να παίξει ένα πολύ σημαντικό ρόλο «ως προάγγελος των ευρύτερων γεωπολιτικών τάσεων… Προφανώς, η Ελλάδα δεν θα καθορίσει το πεπρωμένο της Ευρώπης και της Ρωσίας, αλλά θα καταδείξει προς τα πού βαίνουν οι σχέσεις ισχύος μεταξύ τους, καθώς βρίσκεται εξίσου κοντά τόσο στη Μόσχα όσο και στις Βρυξέλλες… Εκτός από τη Γερμανία και τη Ρωσία, το πεπρωμένο της Ευρώπης εναπόκειται στην ίδια τη μικρή Ελλάδα, η οποία, από όλα τα μέρη, είναι αυτή που θα αποτελέσει το ασφαλέστερο κριτήριο για την ομαλή λειτουργία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος… Η Ελλάδα είναι το σημείο όπου η Ευρώπη -και κατά συνέπεια η Δύση- αρχίζει και τελειώνει», διαπιστώνει ο γεωπολιτικός αναλυτής Ρόμπερτ Κάπλαν.
Σε σχέση με την κατεύθυνση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, ο πολιτικός αναλυτής Τζορτζ Φριντμαν έθεσε ένα ζωτικής-επιβιωτικής σημασίας ερώτημα: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση ιδρύθηκε για την ειρήνη και την ευημερία. Αν η ευημερία εξαφανιστεί ή αν εξαφανιστεί σε κάποια κράτη, τι θα συμβεί με την ειρήνη;».4 
Η Ευρωπαϊκή Ένωση οργανώθηκε (με μεγάλες εγγενείς δομικές ατέλειες) με στόχο να αποβάλλει οριστικά τους εφιάλτες του τριακονταετούς ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου (1914-1945), θεμελιωμένη στην Ειρήνη και την Ευημερία.
Στο ερώτημα τί θα προκύψει εάν η ευημερία πάψει να υφίσταται, η απάντηση είναι, μάλλον, προφανής: Θα αναβιώσει το σκηνικό του μεσοπολέμου και μαζί του οι εφιάλτες που υποτίθεται ότι είχαν αποβληθεί, και η Ευρώπη θα ξαναμετατραπεί σε πεδίο σύγκρουσης ποικίλλων όσων εθνικισμών, σε μια ήπειρο θανάτου και καταστροφής, πράγμα το οποίο αποτελούσε το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της ιστορίας της. Κι αυτό, είναι που πρέπει να αποφευχθεί με κάθε τρόπο.
Για να διασφαλιστεί αυτό πρέπει να τεθεί υπό έλεγχο η εγγενής παραφροσύνη του ανθρώπινου είδους που κάνει όλη την ιστορία του να διαρρέεται από ποταμούς αίματος. Μ’ άλλα λόγια, να απαλειφθεί η πλέον δολοφονική και καταστρεπτική έκφανσή της, ο φανατισμός στις ποικίλες εκφάνσεις του: εθνικιστικός, θρησκευτικός, ρατσιστικός, κ.α
Η Ευρώπη έχει τη δυνατότητα να αποφύγει τη μοίρα που της επιφυλάσσει ο αναδυόμενος εθνικισμός στο έδαφός της, εξαλείφοντας τον παράγοντα που τον τροφοδοτεί αενάως: τα σύνορα.
Κι αυτό, μπορεί να επιτευχθεί μέσω της οργάνωσής της σε ομοσπονδιακή βάση, κατά το πρότυπο των Ηνωμένων Πολιτειών. Γιατί αυτό καθιστά τον πόλεμο τόσο αδιανόητο, όσο αδιανόητος είναι και μεταξύ των διαφόρων πολιτειών που συναπαρτίζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Επιπλέον, μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία, η Ευρώπη, που ήταν κυρίαρχη σε πλανητικό επίπεδο επί 4 αιώνες (και αυτοκτόνησε μέσα σε 31 χρόνια), σίγουρα δεν μπορεί να επανακτήσει αυτή τη θέση στα χρόνια που έρχονται. Μπορεί, όμως, να αποκατασταθεί ως μεγάλη δύναμη με αποφασιστικό λόγο στο διεθνές σύστημα της ισχύος
Υπόμνηση για μία ιστορία που επαναλαμβάνεται με τον ίδιο πρωταγωνιστή και με άλλα μέσα
(από την κυριαρχία με τα όπλα στην κυριαρχία με οικονομικά εργαλεία)
Η Γερμανία, σε όλη την ιστορική της διαδρομή αποδείχθηκε ένα από τα πιο επιθετικά κράτη στην παγκόσμια ιστορία, με κορυφαία εκδήλωση της κακοήθους επιθετικότητάς της, τη ναζιστική της περίοδο (1933-45).
Μετά τη Συνθήκη των Βερσαλλιών (1919), η Γερμανία ήταν αδύναμη στρατιωτικά. Αλλά, μετά την άνοδό του στην εξουσία στις 30 Ιανουαρί-ου 1933 και μέχρι το 1939, ο Χίτλερ οργάνωσε μια ισχυρή Βέρμαχτ και χρησιμοποιώντας την ως εργαλείο, άρχισε να επεκτείνει τα σύνορα της Γερμανίας, με στόχο της καταλήστευση των πόρων ολόκληρης της Ευρώπης.
 το 1938, ενσωμάτωσε την Αυστρία και την τσεχοσλοβακική Σουδητία, χωρίς την παραμικρή αντίσταση,
• τον Μάρτιο 1939, ενσωμάτωσε την υπόλοιπη Τσεχοσλοβακία και τη λιθουανική πόλη του Μέμελτον. Και στη συνέχεια, εισέβαλε:
• στις 1 Σεπτεμβρίου 1939, στην Πολωνία,
• τον Απρίλιο 1940, στη Δανία και τη Νορβηγία, 
• τον Μάιο 1940, στο Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο και Γαλλία, 
• τον Απρίλιο 1941 στην Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα. Και
• τον Ιούνιο 1941 στη Σοβιετική Ένωση.
Από το 1990, η Βέρμαχτ, ένα αναποτελεσματικό και απαρχαιωμένο μέσο, πλέον, αντικαταστάθηκε από οικονομικά εργαλεία για την επιδίωξη του (ίδιου) γερμανικού στόχου: την εγκατάσταση σχέσεων υποταγής και εκμετάλλευσης των ίδιων ευρωπαϊκών χωρών.
Άραγε, υπάρχει κάποια ποιοτική συγγένεια ανάμεσα στις γερμανικές φυλές που περιγράφει ο ρωμαίος Ιστορικός Τάκιτος, τον 1ο αιώνα μ.Χ. («Οι Γερμανοί δεν δείχνουν καμιά προτίμηση στην ειρήνη… [ο Γερμανός] θεωρεί άτολμο και ποταπό να κερδίζει με ιδρώτα αυτό που μπορεί να αγο-ράσει με αίμα»),στις δηλώσεις του Εριχ Κοχ, γκαουλάϊτερ του Χίτλερ στην Ουκρανία («Θα ρουφήξω όλο το μεδούλι απ’ αυτή τη χώρα. Δεν ήρθα εδώ να σπείρω την ευτυχία, αλλά να βοηθήσω τον Φύρερ»)και στη σημερινή εμμονή της Γερμανίας στις ανθρωποθυσιαστικές πολιτικές λιτότητας που επιβάλλει στην Ευρώπη;
Σημειώσεις:
__________________________________
1. Βλ. John Mearsheimer: Η Τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων (6η έκδ., Ποιότητα, Αθήνα, 2011) 
2Εκτός από μια περιοχή γύρω από την Αδριανούπολη και κάποια τμήματα της Ανα-τολικής Θράκης μέχρι τον ποταμό Έβρο. 
. Ρόμπερτ Κάπλαν: Η Εκδίκηση της Γεωγραφίας (Μελάνι, Αθήνα, 2016), σ. 22.
. Τζορτζ Φρίντμαν: Σημεία Ανάφλεξης. Η αναδυόμενη κρίση στην Ευρώπη (Ενάλιος, Αθήνα, 2015), σ. 26.
5. John Hirst: Σύντομη Ιστορία της Ευρώπης (Μεταίχμιο, Αθήνα, 2012), σ. 27.
6. Mark Mazower: Σκοτεινή ήπειρος: Ο ευρωπαϊκός Εικοστός Αιώνας (Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2001), σ. 157.