Στις 9 Μαΐου 1945, ώρα 0.43' π.μ., στην αίθουσα της στρατιωτικής σχολής μηχανικού, στο προάστιο Κάρλσχορστ του Βερολίνου, οι πληρεξούσιοι της ανώτατης γερμανικής στρατιωτικής διοίκησης στρατάρχης Κάιτελ, ναύαρχος Φρίντερμπουργκ και στρατηγός της αεροπορίας Στούμπφ υπέγραψαν την πράξη για την χωρίς όρους συνθηκολόγηση της Γερμανίας ενώπιον των αντιπροσώπων των ενόπλων δυνάμεων των χωρών της αντιχιτλερικής συμμαχίας: Από μέρους της ΕΣΣΔ παραβρέθηκε ο στρατάρχης Γ. Κ. Ζούκωφ, της Αγγλίας ο στρατάρχης της αεροπορίας Α. Τέντερ, των ΗΠΑ ο στρατηγός Κ. Σπάατς και της Γαλλίας ο στρατηγός Ντε Λατρ ντε Τασινύ.
Το πρώτο άρθρο της πράξης συνθηκολόγησης έγραφε: «Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, ενεργώντας εξ ονόματος της Γερμανικής Ανώτατης Διοίκησης, συμφωνούμε με την άνευ όρων παράδοση όλων των ενόπλων δυνάμεων μας κατά ξηράν, θάλασσα και αέρα, καθώς και όλων των δυνάμεων που βρίσκονται τώρα υπό την γερμανική διοίκηση, προς την Ανώτατη Διοίκηση του Κόκκινου Στρατού και ταυτόχρονα προς την Ανώτατη Διοίκηση των συμμαχικών εκστρατευτικών δυνάμεων».
Ας δούμε όμως πως ο στρατάρχης Ζούκωφ περιγράφει στα απομνημονεύματα του την ιστορική αυτή στιγμή:
Όλοι καθίσαμε στο τραπέζι που ήταν στον τοίχο, όπου υπήρχαν οι κρατικές σημαίες της Σοβιετικής Ένωσης, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Αγγλίας και της Γαλλίας. Στα στενόμακρα τραπέζια της αίθουσας, που ήταν καλυμμένα με πράσινη τσόχα, κάθισαν οι στρατηγοί του Κόκκινου Στρατού, τα στρατεύματα των οποίων συνέτριψαν σε συντομότατο χρονικό διάστημα την άμυνα του Βερολίνου και ανάγκασαν τον εχθρό να καταθέσει τα όπλα. Εδώ παραβρίσκονταν πολυάριθμοι σοβιετικοί και ξένοι δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερς.
- Εμείς, οι αντιπρόσωποι της Ανωτάτης Διοίκησης των Σοβιετικών Ενόπλων Δυνάμεων και της Ανωτάτης Διοίκησης των συμμαχικών στρατευμάτων, είπα, ανοίγοντας τη συνεδρίαση, είμεθα εξουσιοδοτημένοι από τις κυβερνήσεις του αντιχιτλερικού συνασπισμού να δεχθούμε την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας από τη Γερμανική Στρατιωτική Διοίκηση. Καλέσατε στην αίθουσα τους αντιπροσώπους της Γερμανικής Γενικής Διοίκησης.
Όλοι οι παριστάμενοι γύρισαν τα κεφάλια τους προς την πόρτα...
Πρώτος χωρίς να βιάζεται και προσπαθώντας να διατηρήσει φαινομενική ηρεμία, πέρασε το κατώφλι ο στρατάρχης Κάιτελ, δεξί χέρι του Χίτλερ. Σήκωσε το χέρι με τη στραταρχική του ράβδο, χαιρετίζοντας τους αντιπροσώπους της Ανωτάτης Διοίκησης των σοβιετικών και συμμαχικών στρατευμάτων.
Μετά τον Κάιτελ μπήκε ο στρατηγός Στούμπφ. Ανάστημα λίγο κάτω του μέτριου, με μάτια γεμάτα κακία και αδυναμία. Ταυτόχρονα μπήκε ο ναύαρχος Φον Φρίντεμπουργκ που έμοιαζε πρόωρα γερασμένος.
Στους Γερμανούς προτάθηκε να καθίσουν σε ξεχωριστό τραπέζι, το οποίο τοποθετήθηκε ειδικά γι' αυτούς κοντά στην είσοδο...
Απευθύνθηκα στη γερμανική αντιπροσωπεία:
- Έχετε στα χέρια σας την πράξη της άνευ όρων παράδοσης, την μελετήσατε και είσθε εξουσιοδοτημένοι να υπογράψετε την πράξη αυτή;...
- Μάλιστα, τη μελετήσαμε και είμαστε έτοιμοι να την υπογράψουμε απάντησε με υπόκωφη φωνή ο στρατάρχης Κάιτελ δίνοντάς μας το ντοκουμέντο που είχε υπογράψει ο ναύαρχος Νταίνιτς. Το ντοκουμέντο αυτό έλεγε ότι ο Κάιτελ, ο Φον Φρίντεμπουργκ και ο Στούμπφ είναι εξουσιοδοτημένοι να υπογράψουν την πράξη της άνευ όρων παράδοσης.
Ήταν κάθε άλλο παρά ο υπερφίαλος εκείνος Κάιτελ, ο οποίος δεχόταν την παράδοση της νικημένης Γαλλίας. Τώρα φαινόταν τσακισμένος, αν και προσπαθούσε να κρατήσει κάποια πόζα.
Αφού σηκώθηκα, είπα τα εξής:
- Προτείνω στη γερμανική αντιπροσωπεία να πλησιάσει εδώ, στο τραπέζι. Εδώ θα υπογράψετε την πράξη της άνευ όρων παράδοσης της Γερμανίας.
Ο Κάιτελ σηκώθηκε γρήγορα από τη θέση του, ρίχνοντας σε μας μια εχθρική ματιά, ύστερα κατέβασε τα μάτια και, παίρνοντας αργά από το τραπέζι τη στραταρχική ράβδο του, προχώρησε με αβέβαιο βήμα προς το τραπέζι μας. Το μονόκλ του έπεσε και κρεμάστηκε στο κορδόνι. Το πρόσωπο του γέμισε με κόκκινες κηλίδες.
Μαζί του πλησίασαν στο τραπέζι ο στρατηγός Στούμπφ, ο ναύαρχος Φον Φρίντεμπουργκ και οι γερμανοί αξιωματικοί που τους συνόδευαν. Αφού διόρθωσε το μονόκλ ο Κάιτελ κάθισε στην άκρη του τραπεζιού και με τρεμάμενο ελαφρά χέρι και χωρίς να βιάζεται υπέγραψε πέντε αντίτυπα της πράξης για την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας. Μετά έθεσαν τις υπογραφές τους οι Στούμπφ και Φρίντεμπουργκ.
Μετά την υπογραφή της πράξης, ο Κάιτελ σηκώθηκε από το τραπέζι, φόρεσε το δεξί γάντι του και προσπάθησε πάλι να επιδείξει το στρατιωτικό του παράστημα, αλλά δεν τα κατάφερε και γύρισε ήσυχα πίσω στο τραπέζι του.
Στις 9 Μαΐου 1945 ώρα 0.43', η υπογραφή της πράξης για την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας είχε τελειώσει...»[1].
Η διαφορά του νικητή από τον ηττημένο είναι φανερή. Στην πραγματικότητα είναι η διαφορά που χαρακτηρίζει ένα εργατικό από ένα αστικό κράτος, διότι οφείλουμε να μην ξεχνάμε την απλή, αλλά μεγίστης σημασίας, ιστορική αλήθεια, ότι η Γερμανία και τα άλλα φασιστικά κράτη ήταν πρωτίστως αστικά κράτη, κράτη στα οποία κυριαρχούσαν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής.
Η αντιφασιστική νίκη με την άνευ όρων συνθηκολόγηση της Γερμανίας στην ουσία της ήταν επίτευγμα της ΕΣΣΔ και του Κόκκινου Στρατού. Το γεγονός αυτό, τότε, δεν ήταν σε θέση να το αμφισβητήσει κανείς, πράγμα που φαίνεται πεντακάθαρα και από τα συγχαρητήρια μηνύματα που έστειλαν στον Στάλιν οι ηγέτες της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ.
«Σας διαβιβάζω εγκάρδιον χαιρετισμόν με την ευκαιρίαν της λαμπράς νίκης που εσημειώσατε εκδιώξαντες τους επιδρομείς από το έδαφός σας και συντρίψαντες την ναζιστικήν τυραννίαν»,έγραφε στο μήνυμά του της 9ης Μαΐου 1945, προς τον Σοβιετικό ηγέτη, ο βρετανός πρωθυπουργός Ουιν. Τσώρτσιλ[3].
Στο δικό του αντίστοιχο μήνυμα ο Αμερικανός πρόεδρος Χ. Τρούμαν σημείωνε[4]: «Τώρα που τα σοβιετο- αγγλο- αμερικανικά στρατεύματα εξηνάγκασαν τας στρατιάς των φασιστών επιδρομέων να συνθηκολογήσουν άνευ όρων, επιθυμώ να μεταδώσω προς Σας και δι’ Υμών προς τας ηρωικάς σας στρατιάς τα θερμά συγχαρητήρια του λαού μας και της Κυβερνήσεώς του. Εκτιμώμεν μεγάλως την μεγαλειώδη συμβολήν της πανισχύρου Σοβιετικής Ενώσεως εις την υπόθεσιν του πολιτισμού και της ελευθερίας. Διεδηλώσατε την ικανότητα ενός φιλελευθέρου και εις ύψιστον βαθμόν ανδρείου λαού να συντρίψη τας κακάς δυνάμεις της βαρβαρότητος, οσονδήποτε ισχυραί και αν είναι αύται. Επ’ ευκαιρία της κοινής μας νίκης χαιρετίζομεν τον λαόν και τας στρατιάς της Σοβιετικής Ενώσεως και την ανυπέρβλητον ηγεσίαν τους».
Η 9η Μαΐου, μέρα της ολοκληρωτικής συντριβής της φασιστικής Γερμανίας, κηρύχθηκε από το προεδρείο του ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ, ως η μέρα της Μεγάλης Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών. Έτσι, μ' αυτό το χαρακτηρισμό, έμεινε στην ιστορία αλλά και στις καρδιές όλων των λαών του κόσμου. Όμως πως φτάσαμε ως αυτή την ημέρα;
Όταν κοιτάζει κανείς έστω και πρόχειρα τα ψυχρά αριθμητικά στοιχεία που συνθέτουν τον απολογισμό του Β' Παγκοσμίου δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει ότι την νίκη την έδωσε η ΕΣΣΔ και ο σοβιετικός λαός που πλήρωσαν και το βαρύτερο τίμημα.
Στις μάχες που έγιναν στο σοβιετογερμανικό μέτωπο η χιτλερική Γερμανία έχασε το 80% της δύναμης της. Από τις 22/6/1941 που τα ναζιστικά στρατεύματα εισέβαλαν στην ΕΣΣΔ ως τις 9/5/1945 στο Ανατολικό μέτωπο καταστράφηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν 607 γερμανικές μεραρχίες. Πρόκειται για έναν αριθμό που είναι τριπλάσιος ως και τετραπλάσιος σε σχέση με τις απώλειες των Ναζί σε όλα τ' άλλα μέτωπα είτε στην Βόρειο Αφρική, είτε στην Ιταλία, είτε στη Δυτική Ευρώπη. Για να πετύχει αυτά τα σημαντικά αποτελέσματα ο Κόκκινος Στρατός έκανε εννιά μεγάλες πολεμικές εξορμήσεις σε ευρεία κλίμακα και 210 μικρότερες επιχειρήσεις. Σε επτά από τις πολεμικές εξορμήσεις και σε 160 από τις επιχειρήσεις είχε την επιθετική πρωτοβουλία.
Ο Σοβιετικός στρατός δεν είχε εύκολο και σύντομο δρόμο προς το Βερολίνο. Αντίθετα ο δρόμος του αυτός ήταν μακρύς και δύσκολος. Σ' ένα μέτωπο το μήκος του οποίου κυμαινόταν από 3.000 έως 6.200 χιλιόμετρα- και πίσω από τις γραμμές του μετώπου σε περιοχές κατεχόμενες από τον εχθρό, που βρισκόταν στα νώτα του- ο στρατός της ΕΣΣΔ έδωσε σκληρές μάχες, για 1.418 μέρες και νύχτες. Κάθε λεπτό του πολέμου υπήρχαν κατά μέσο όρο 9 νεκροί, κάθε ώρα 507 και κάθε μέρα 1.400. Από αυτά τα νούμερα εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει πως φτάσαμε στο φοβερό αριθμό των 20.000.000 και πάνω, νεκρών που ήταν το βαρύ τίμημα που πλήρωσε η ΕΣΣΔ σε ανθρώπινο δυναμικό για να έρθει η 9η Μαΐου 1945. Δύο στους πέντε νεκρούς, στο Β' Παγκόσμιο πόλεμο, ήταν Σοβιετικοί πολίτες ενώ η Αγγλία και οι ΗΠΑ είχαν αντίστοιχα 375.000 και 405.000 συνολικά νεκρούς.
Εξίσου κολοσσιαίες ήταν οι υλικές ζημιές της ΕΣΣΔ στον πόλεμο, πολύ μεγαλύτερες απ' αυτές των υπολοίπων χωρών. Οι χιτλερικοί κατέστρεψαν στη σοβιετική γη 1.710 πόλεις και κωμοπόλεις, έκαψαν και ξεθεμελίωσαν πάνω από 70 χιλιάδες χωριά, κατέστρεψαν 32 χιλιάδες περίπου βιομηχανικά εργοστάσια, 65.000 χιλιόμετρα σιδηροδρομικές γραμμές, λήστεψαν 98 χιλιάδες κολχόζ, 1.876 σοβχόζ, 2.890 μηχανοτρακτερικούς σταθμούς. Για να εκτιμηθεί πιο ολοκληρωμένα η συνεισφορά της ΕΣΣΔ στην αντιφασιστική νίκη των λαών σημειώνουμε τα εξής επιπλέον στοιχεία: Το συνολικό ύψος των υλικών ζημιών από τον Β' παγκόσμιο πόλεμο σε ότι αφορά τις ευρωπαϊκές χώρες ανέρχεται στα 260 δισεκατομμύρια δολάρια εκ των οποίων τα 128 δισεκατομμύρια δολάρια αναλογούν στην ΕΣΣΔ. Αν τώρα σ' αυτό το ποσό προστεθούν και τα 357 δισεκατομμύρια δολάρια που είναι οι σοβιετικές πολεμικές δαπάνες τότε προκύπτει ότι ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος στοίχισε στην ΕΣΣΔ το κολοσσιαίο ποσό των 485 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δηλαδή ένα ποσό αρκετά μεγαλύτερο απ' αυτό που δαπάνησαν ΗΠΑ, Αγγλία και Γαλλία μαζί[5].
Παρά τις βαριές ήττες που είχε δεχτεί στο ανατολικό μέτωπο, ο Γερμανικός στρατός στα τέλη του 1944- αρχές του 1945 παρέμενε αρκετά ισχυρός. Είχε στις τάξεις του 5.400.000 άνδρες, 28.500 πυροβόλα και όλμους, 3.950 άρματα και 1.960 αεροπλάνα. Ακόμη, οι εφεδρείες του, που αργότερα χρησιμοποιήθηκαν κατά κύριο λόγο εναντίον των σοβιετικών στρατευμάτων, αριθμούσαν 2.433.000 άνδρες, 2.700 πυροβόλα. 5.300 άρματα και άλλα επιθετικά όπλα και 3.270 αεροπλάνα[6].
Υπό αυτές τις συνθήκες κανείς δεν περίμενε πως η στρατιωτική μηχανή του Χίτλερ θα εκμηδενιζόταν μέσα σε λίγους μήνες. Αντίθετα, ακόμη και οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις τοποθετούσαν μια πιθανή συνθηκολόγηση της Γερμανίας στο τέλος του '45. Περισσότερο απ' όλους είχαν κάθε λόγο να είναι απαισιόδοξοι οι δυτικοί, οι εγγλέζοι και οι αμερικανοί, οι οποίοι στα τέλη Δεκεμβρίου του 1944 δέχτηκαν μια ισχυρότατη επίθεση από τις γερμανικές δυνάμεις στις Αρδένες με αποτέλεσμα να είναι προ των πυλών μια δεύτερη Δουγκέρκη. Αλλά κι αυτή τη φορά τα κάστανα από τη φωτιά κλήθηκε να τα βγάλει ο Σοβιετικός στρατός.
Στις 6/1/1945 ο Ουίν. Τσώρτσιλ στέλνει ένα αγωνιώδες μήνυμα προς τον Στάλιν εκλιπαρώντας, ουσιαστικά, για βοήθεια δεδομένου ότι η κατάσταση των δυτικών δυνάμεων ήταν κάτι περισσότερο από τραγική ύστερα από τη γερμανική αντεπίθεση στις Αρδένες. «Εις την Δύσιν- γράφει ο Τσώρτσιλ- διεξάγονται πολύ σκληραί μάχαι και εις κάθε στιγμήν είναι δυνατόν να απαιτηθούν μεγάλαι αποφάσεις. Γνωρίζετε και από την προσωπικήν σας πείρα πόσον ανησυχητική είναι η κατάστασις όταν αναγκάζεται κανείς να αμύνεται επί πολύ ευρέως μετώπου ύστερα από προσωρινήν απώλειαν της πρωροβουλίας. Ο στρατηγός Αϊζενχάουερ επιθυμεί πολύ και είναι απαραίτητον να γνωρίζη εις γενικάς γραμμάς τι σκοπεύετε να πράξετε, δεδομένου ότι τούτο θα έχη βεβαίως αντίκτυπον επί όλων των ιδικών του και των ιδικών μας σπουδαιοτάτων αποφάσεων... Θα Σας είμαι υπόχρεος αν με πληροφορήσετε κατά πόσον ημπορούμε να υπολογίζωμεν επί μεγάλης ρωσικής επιθέσεως εις το μέτωπον του Βίσλα ή εις κάθε άλλον τόπον κατά τη διάρκειαν του Ιανουαρίου ή εις κάθε άλλην στιγμήν που Σεις θα δεχθήτε ενδεχομένως να ανακοινώσετε... Το ζήτημα τούτο το θεωρώ κατεπείγον».
Ο Στάλιν θα μπορούσε να απαντήσει στον Τσώρτσιλ με τέτοιο τρόπο που να τον παραπέμπει στην αδιάφορη- έως και υπονομευτική για την ΕΣΣΔ- στάση που κράτησε η Δύση όταν τα γερμανικά στρατεύματα πολιορκούσαν το Στάλιγκραντ. Όμως ένα σοσιαλιστικό κράτος δεν θα μπορούσε να ζυγίσει τις τύχες τις ανθρωπότητας με τον τρόπο που τις ζύγιζαν οι ιμπεριαλιστές. Γι' αυτό στις 7/1/1945 ο Σοβιετικός ηγέτης απαντώντας στο αγωνιώδες μήνυμα του βρετανού πρωθυπουργού έγραφε μεταξύ άλλων. «...Ετοιμαζόμεθα δι' επίθεσιν, αλλά ο καιρός τώρα δεν ευνοεί την επθεσίν μας. Εν τούτοις το Επιτελείον της Ανωτάτης Διοικήσεως, υπολογίζον την θέσιν των συμμάχων μας, απεφάσισε να τελειώση με σύντονον ρυθμόν τας προετοιμασίας και αδιαφορούν δια τον καιρόν, θα αρχίση ευρείας κλίμακος επιθετικάς επιχειρήσεις εναντίον των γερμανών εις όλον το κεντρικόν μέτωπον, το βραδύτερον εντός του δευτέρου δεκαπενθημέρου του Ιανουαρίου. Να μην αμφιβάλλετε ότι θα πράξωμεν παν το δυνατόν, δια να συνδράμωμεν τα ένδοξα συμμαχικά μας στρατεύματα»[7].
Έτσι στις 12/1/1945 τα σοβιετικά στρατεύματα εξαπέλυσαν μια επίθεση τεραστίας εκτάσεως που διέλυσε τη ναζιστική στρατιωτική μηχανή και κατέληξε στη μεγάλη αντιφαστική νίκη των λαών της 9ης Μαΐου του ίδιου έτους. Ήταν τόσο μεγάλη αυτή η στρατιωτική ενέργεια του κόκκινου στρατού που στην κυριολεξία άφησε ολόκληρο τον κόσμο άναυδο. «Η μεγάλη ρωσική επίθεση- έγραφε για παράδειγμα η βρετανική εφημερίδα The Manchester Guardian- που άρχισε στις 12/1 μετέβαλε πλέον την όψη του πολέμου... Η ίδια η εξέλιξη των μαχών αφήνει άναυδο τον καθένα... Είναι ίσως η πιο μεγάλη επίδειξη στρατιωτικής δύναμης που έχει δει ποτέ ο κόσμος... Τύπος και στρατιωτικοί αρμόδιοι συμφωνούν ότι εκεί κρίνεται τώρα η τύχη του πολέμου, ότι πρόκειται για την τελική δοκιμασία». Αλλά και το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων υποχρεωνόταν να αναγνωρίσει ότι «ποτέ δεν έγινε στην πολεμική ιστορία μια τέτοια επίθεση»[8].
Η σοβιετική επίθεση δεν θορύβησε μόνο τους γερμανούς, που έβλεπαν τον ανατολικό τους μέτωπο να λυγίζει μπρος στην ορμή του κόκκινου στρατού, αλλά και τους αγλοαμερικάνους οι οποίοι υπολογίζοντας το μακροπρόθεσμο ταξικό τους συμφέρον δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση ο Β' Παγκόσμιος πόλεμος να λήξει με κορυφαία των νικητών- και προπαντός ισχυρή- την ΕΣΣΔ. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει άλλωστε πως η γενικότερη τακτική της Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών, σ' όλη τη διάρκεια του πολέμου, ήταν, αν όχι η συντριβή, τουλάχιστον η πλήρης εξασθένιση του σοβιετικού κράτους το οποίο και άφησαν αβοήθητο σ' όλες τις κορυφαίες στιγμές των πολεμικών του αναμετρήσεων με τους Ναζί.
Από τα μέσα του 1944 ακόμη, όταν άρχισε να γέρνει η πλάστιγγα σε βάρος των δυνάμεων του άξονα και μια σειρά χώρες απελευθερώνονταν, οι αγγλοαμερικανοί δεν δίστασαν να έρθουν ανοικτές συμφωνίες με τους χιτλερικούς έχοντας ως κύριο σκοπό τους να εμποδίσουν την προέλαση των σοβιετικών στρατευμάτων προς τη δύση. Έτσι για παράδειγμα η Αγγλία συμφώνησε με τη Γερμανία να μην ενοχλήσει τα στρατεύματα της τελευταίας κατά την αποχώρηση τους από την Ελλάδα ούτως ώστε ο κόκκινος στρατός στην προέλασή του να έχει να αντιμετωπίσει πολύ ισχυρή αντίσταση[9].
Η γραμμή αυτή, των συμφωνιών με τη Γερμανία, συνεχίστηκε με μεγαλύτερη ένταση και στην τελευταία φάση του πολέμου στην Ευρώπη, από τη στιγμή δηλαδή που ξεκίνησε η μεγάλη σοβιετική επίθεση ως την οριστική συνθηκολόγηση των ναζιστών. Έτσι για παράδειγμα στις αρχές Μάρτη του 1945 ξεκίνησαν στην Ελβετία διαπραγματεύσεις μεταξύ του απεσταλμένου της Γερμανίας στρατηγού Βόλφ και εκπρόσωπων των ΗΠΑ και της Βρετανίας που αποσκοπούσαν στο να διευκολυνθεί η προέλαση των αγγλοαμερικανικών δυνάμεων προς ανατολάς με την μεταφορά των γερμανικών δυνάμεων για ενίσχυση του μετώπου με τον κόκκινο στρατό. Οι διαπραγματεύσεις- στις οποίες οι αγλλοαμερικάνοι δεν δέχτηκαν να συμμετέχουν σοβιετικοί- κράτησαν δύο εβδομάδες και απ' ότι φαίνεται, όπως έδειξαν και τα γεγονότα στη συνέχεια, κατέληξαν σε αποτέλεσμα. Μάλιστα ο Στάλιν, σε μήνυμά του προς τον Ρούσβελτ με ημερομηνία 3/4/1945, είναι απόλυτα σαφής και κατηγορηματικός: «οι διαπραγματεύσεις- γράφει στον αμερικανό πρόεδρο- διεξήχθησαν και ετερματίσθησαν δια συμφωνίας με τους Γερμανούς, συμφώνως προς την οποίαν ο γερμανός διοικητής εις το δυτικόν μέτωπον στρατάρχης Κέσσελριγκ εδέχθη να ανοίξη το μέτωπον και να αφήση να διέλθουν προς ανατολάς τα αγγλο- αμερικανικά στρατεύματα και οι αγγλο- αμερικανοί υποσχέθηκαν αντ' αυτού να ελαφρύνουν δια τους Γερμανούς τους όρους της ανακωχής»[10].
Η πραγματικότητα στο πεδίο των μαχών ήταν αυτή που περιγράφει ο Στάλιν στο μήνυμά του προς τον Ρούσβελτ. Από τα τέλη Μάρτη του '45 τα γερμανικά στρατεύματα στο δυτικό μέτωπο πέρασαν ουσιαστικά στο «συμβολικό» πόλεμο. Οι λίγες δυνάμεις που έμειναν εκεί παραδίδονταν χωρίς σοβαρή αντίσταση ενώ ο κύριος στρατιωτικός όγκος μεταφέρθηκε στο ανατολικό μέτωπο όπου ως το τέλος έδωσε λυσσασμένες μάχες με τον σοβιετικό στρατό[11].
Υπάρχει πλήθος στοιχείων που φανερώνει το ρόλο που έπαιξαν σε βάρος της Σοβιετικής Ενωσης- και σ' αυτή την τελική φάση του πολέμου- η Βρετανία και οι ΗΠΑ. Αρκεί, όμως, η παράθεση ενός και μόνο μηνύματος που ο Τσώρτσιλ έστειλε στο Ρούσβελτ την 1η Απριλίου 1945 για να κατανοηθεί πλήρως η ταξική στρατηγική στόχευση των δύο αυτών χωρών. «Τα ρωσικά στρατεύματα- έγραφε ο Τσώρτσιλ στον αμερικανό πρόεδρο- αναμφίβολα θα καταλάβουν όλη την Αυστρία και θα μπουν στη Βιέννη. Εάν καταλάβουν και το Βερολίνο τότε δεν θα δημιουργούσαν την ισχυρή εντύπωση ότι αυτά πρόσφεραν τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην κοινή νίκη, και αυτό δεν θα δημιουργήσει το κλίμα που θα προκαλεί σοβαρές και εξαιρετικά σημαντικές δυσκολίες στο μέλλον; Γι' αυτό κι εγώ νομίζω ότι από πολιτική άποψη, εμείς πρέπει να προελάσουμε όσο μπορούμε πιο βαθιά ανατολικά της Γερμανίας και στην περίπτωση που το Βερολίνο θα είναι μέσα στα όρια της προέλασή μας, αναμφίβολα πρέπει να το καταλάβουμε»[12].
Η αντιφασιστική νίκη ήταν η νίκη των λαών με ηγέτη την ΕΣΣΔ και τα εργατικά- επαναστατικά κινήματα, σε κάθε χώρα ξεχωριστά, ενάντια στον φασισμό. Όμως τι ήταν ο Φασισμός; «Ο φασισμός- σύμφωνα με τον ορισμό της Κομμουνιστικής Διεθνούς- είναι η ανοικτή τρομοκρατική δικτατορία των πιο αντιδραστικών, σοβινιστικών και ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστικού κεφαλαίου»[13]. Συνεπώς, η αντιφασιστική νίκη ήταν η νίκη των λαών με ηγέτη την ΕΣΣΔ και τα εργατικά- επαναστατικά κόμματα και κινήματα σε κάθε χώρα ξεχωριστά ενάντια στον φασισμό ενάντια στην ανοικτή τρομοκρατική δικτατορία των πιο αντιδραστικών, σοβινιστικών και ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστικού κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα. Στην πάλη κατά του φασισμού υποχρεώθηκαν να στρατευτούν κυρίως το αγγλικό και το αμερικανικό χρηματιστικό κεφάλαιο, μόνο και μόνο επειδή η πολεμική δράση του γερμανικού χρηματιστικού κεφαλαίου απειλούσε τα δικά τους συμφέροντα και τη δική τους θέση στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Με την αντιφασιστική νίκη η ΕΣΣΔ, τα εργατικά- επαναστατικά κινήματα ανά τον κόσμο, τα Κομμουνιστικά Κόμματα ως ηγέτες αυτών των κινημάτων, είχαν προκαλέσει ένα ισχυρότατο χτύπημα, μια μεγάλη ήττα στο παγκόσμιο χρηματιστικό κεφάλαιο, γεγονός που φαίνεται στις μεγάλες μεταπολεμικές αλλαγές στο διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, με την συγκρότηση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, την κατάρρευση της αποικιοκρατίας, την κατακόρυφη δράση της αυτοτελούς επαναστατικής δράσης των μαζών. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο- γιατί ήταν τέτοια που αναφέραμε η σημασία της αντιφασιστικής νίκης- δεν πρόλαβε να τελειώσει ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος κι άρχισε ο λεγόμενος ψυχρός πόλεμος, το κυνήγι των εξοπλισμών με πρώτη και κορυφαία την εκδήλωση της πυρηνικής απειλής από μέρους των ΗΠΑ στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι.
Η αντιφασιστική νίκη, όταν τη γνωρίζουμε στις πραγματικές της διαστάσεις έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο ως ιστορία αλλά και ως ζώσα πραγματικότητα, ως πηγή φρονηματισμού και διαμόρφωσης σύγχρονων συνειδήσεων. Δείχνει τι ήταν αυτό που απείλησε τότε την ανθρωπότητα, ποια είναι τα χαρακτηριστικά του και πως μπορούμε να το αναγνωρίσουμε σήμερα. Δείχνει ευθέως στην καρδία του καπιταλιστικού συστήματος, δείχνει τον ιμπεριαλισμό. Δείχνει όμως και κάτι άλλο. Δείχνει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί σήμερα να αντιμετωπιστεί αυτός ο κίνδυνος. Κι ο τρόπος αυτός δεν είναι άλλος από την ενίσχυση του εργατικού κινήματος, από την ανάγκη ύπαρξης κομμουνιστικών κομμάτων που θα βρίσκονται μέσα και δίπλα στο λαό, που δεν θα διαχωρίζονται απ’ αυτόν, που θα συγχωνεύονται μαζί τους και θα αποκτούν την εμπιστοσύνη του, που θα προπορεύονται ως αναγνωρισμένοι καθοδηγητές του. Ταυτόχρονα με την αναγκαιότητα τέτοιων κομμουνιστικών κομμάτων, και σε διαλεκτική ενότητα μ’ αυτό, αναδεικνύεται και η ανάγκη διαμόρφωσης πλατιών αντιιμπεριαλιστικών- αντιμονοπωλιακών- δημοκρατικών μετώπων που θα ξεκινούν από το σήμερα και θα προετοιμάζουν το πέρασμα σε μια καλύτερη κοινωνική κατάσταση, με την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνικής πραγματικότητας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκεί που είχαμε πραγματική, ισχυρή αντίσταση κατά του φασισμού είχαμε κινήματα στα οποία ηγούνταν κομμουνιστές. Κι αυτά τα κινήματα δίπλα στην αντιφασιστική πάλη, μαζί με την αντιφασιστική πάλη εφάρμοζαν και νέους θεσμούς οργάνωσης της κοινωνικής ζωής στο πλαίσιο μιας νέας λαϊκής εξουσίας.
[1] Στρατάρχης Γ. Κ. Ζούκωφ: «Αναμνήσεις και Στοχασμοί», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, τόμος 2ος, σελ. 423- 425
[2] Ι. Β. Στάλιν: «Ο Μεγάλος Πόλεμος για την Πατρίδα», εκδόσεις «ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», Αθήνα 1946, σελ. 136- 137
[3] «Η αλληλογραφία Στάλιν, Τσώρτσιλ, Ατλη, Ρούσβελτ, Τρούμαν», Εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Α', σελ. 420
[4] «Η αλληλογραφία Στάλιν, Τσώρτσιλ, Ατλη, Ρούσβελτ, Τρούμαν», Εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Β', σελ. 216
[5] Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Ι1- Ι2, σελ. 852, Λ. Γιερεμέγιεφ: «Η Σοβιετική Ένωση στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο», εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, σελ. 124 κ.ε. και αλλού
[6] Λ. Γιερεμέγιεφ: «Η Σοβιετική Ένωση στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο» εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, σελ. 110 και «Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος 1939- 1945», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, τόμος 2ος, σελ. 310- 311
[7] «Αλληλογραφία Στάλιν- Τσώρτσιλ- Ατλη- Ρούσβελτ- Τρούμαν», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Α' σελ. 393- 394
[8] Λ. Γιερεμέγιεφ, στο ίδιο, σελ.. 115- 116
[9] Β. Μαθιόπουλου: «Η Ελληνική Αντίσταση 1941- 1944 και οι Σύμμαχοι», εκδόσεις Παπαζήση, σελ. 51- 52
[10] «Αλληλογραφία Στάλιν- Τσώρτσιλ- Ατλη- Ρούσβελτ- Τρούμαν», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος β', σελ. 200
[11] Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β' Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις 2ος Αιώνας, σελ. 406
[12] στο ίδιο, σελ. 413
[13] «Ο Φασισμός, ο κίνδυνος του πολέμου και τα καθήκοντα των Κομμουνιστικών Κομμάτων- Θέσεις που ψηφίστηκαν από την 13η Ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής την Κομμουνιστικής Διεθνούς πάνω στην Εισήγηση του σ. Κούσινεν- Δεκέμβρης 1933», Παράρτημα Κομμουνιστικής Επιθεώρησης, Αθήνα, Γενάρης 1934, σελ. 3
Το πρώτο άρθρο της πράξης συνθηκολόγησης έγραφε: «Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, ενεργώντας εξ ονόματος της Γερμανικής Ανώτατης Διοίκησης, συμφωνούμε με την άνευ όρων παράδοση όλων των ενόπλων δυνάμεων μας κατά ξηράν, θάλασσα και αέρα, καθώς και όλων των δυνάμεων που βρίσκονται τώρα υπό την γερμανική διοίκηση, προς την Ανώτατη Διοίκηση του Κόκκινου Στρατού και ταυτόχρονα προς την Ανώτατη Διοίκηση των συμμαχικών εκστρατευτικών δυνάμεων».
Ας δούμε όμως πως ο στρατάρχης Ζούκωφ περιγράφει στα απομνημονεύματα του την ιστορική αυτή στιγμή:
Ο Ζούκωφ θυμάται
«Ώρα 24η ακριβώς- γράφει ο Ζούκωφ- μπήκαμε στην αίθουσα. Άρχιζε η 9 Μαΐου 1945...Όλοι καθίσαμε στο τραπέζι που ήταν στον τοίχο, όπου υπήρχαν οι κρατικές σημαίες της Σοβιετικής Ένωσης, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Αγγλίας και της Γαλλίας. Στα στενόμακρα τραπέζια της αίθουσας, που ήταν καλυμμένα με πράσινη τσόχα, κάθισαν οι στρατηγοί του Κόκκινου Στρατού, τα στρατεύματα των οποίων συνέτριψαν σε συντομότατο χρονικό διάστημα την άμυνα του Βερολίνου και ανάγκασαν τον εχθρό να καταθέσει τα όπλα. Εδώ παραβρίσκονταν πολυάριθμοι σοβιετικοί και ξένοι δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερς.
- Εμείς, οι αντιπρόσωποι της Ανωτάτης Διοίκησης των Σοβιετικών Ενόπλων Δυνάμεων και της Ανωτάτης Διοίκησης των συμμαχικών στρατευμάτων, είπα, ανοίγοντας τη συνεδρίαση, είμεθα εξουσιοδοτημένοι από τις κυβερνήσεις του αντιχιτλερικού συνασπισμού να δεχθούμε την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας από τη Γερμανική Στρατιωτική Διοίκηση. Καλέσατε στην αίθουσα τους αντιπροσώπους της Γερμανικής Γενικής Διοίκησης.
Πρώτος χωρίς να βιάζεται και προσπαθώντας να διατηρήσει φαινομενική ηρεμία, πέρασε το κατώφλι ο στρατάρχης Κάιτελ, δεξί χέρι του Χίτλερ. Σήκωσε το χέρι με τη στραταρχική του ράβδο, χαιρετίζοντας τους αντιπροσώπους της Ανωτάτης Διοίκησης των σοβιετικών και συμμαχικών στρατευμάτων.
Μετά τον Κάιτελ μπήκε ο στρατηγός Στούμπφ. Ανάστημα λίγο κάτω του μέτριου, με μάτια γεμάτα κακία και αδυναμία. Ταυτόχρονα μπήκε ο ναύαρχος Φον Φρίντεμπουργκ που έμοιαζε πρόωρα γερασμένος.
Στους Γερμανούς προτάθηκε να καθίσουν σε ξεχωριστό τραπέζι, το οποίο τοποθετήθηκε ειδικά γι' αυτούς κοντά στην είσοδο...
Απευθύνθηκα στη γερμανική αντιπροσωπεία:
- Έχετε στα χέρια σας την πράξη της άνευ όρων παράδοσης, την μελετήσατε και είσθε εξουσιοδοτημένοι να υπογράψετε την πράξη αυτή;...
- Μάλιστα, τη μελετήσαμε και είμαστε έτοιμοι να την υπογράψουμε απάντησε με υπόκωφη φωνή ο στρατάρχης Κάιτελ δίνοντάς μας το ντοκουμέντο που είχε υπογράψει ο ναύαρχος Νταίνιτς. Το ντοκουμέντο αυτό έλεγε ότι ο Κάιτελ, ο Φον Φρίντεμπουργκ και ο Στούμπφ είναι εξουσιοδοτημένοι να υπογράψουν την πράξη της άνευ όρων παράδοσης.
Ήταν κάθε άλλο παρά ο υπερφίαλος εκείνος Κάιτελ, ο οποίος δεχόταν την παράδοση της νικημένης Γαλλίας. Τώρα φαινόταν τσακισμένος, αν και προσπαθούσε να κρατήσει κάποια πόζα.
Αφού σηκώθηκα, είπα τα εξής:
- Προτείνω στη γερμανική αντιπροσωπεία να πλησιάσει εδώ, στο τραπέζι. Εδώ θα υπογράψετε την πράξη της άνευ όρων παράδοσης της Γερμανίας.
Ο Κάιτελ σηκώθηκε γρήγορα από τη θέση του, ρίχνοντας σε μας μια εχθρική ματιά, ύστερα κατέβασε τα μάτια και, παίρνοντας αργά από το τραπέζι τη στραταρχική ράβδο του, προχώρησε με αβέβαιο βήμα προς το τραπέζι μας. Το μονόκλ του έπεσε και κρεμάστηκε στο κορδόνι. Το πρόσωπο του γέμισε με κόκκινες κηλίδες.
Μαζί του πλησίασαν στο τραπέζι ο στρατηγός Στούμπφ, ο ναύαρχος Φον Φρίντεμπουργκ και οι γερμανοί αξιωματικοί που τους συνόδευαν. Αφού διόρθωσε το μονόκλ ο Κάιτελ κάθισε στην άκρη του τραπεζιού και με τρεμάμενο ελαφρά χέρι και χωρίς να βιάζεται υπέγραψε πέντε αντίτυπα της πράξης για την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας. Μετά έθεσαν τις υπογραφές τους οι Στούμπφ και Φρίντεμπουργκ.
Μετά την υπογραφή της πράξης, ο Κάιτελ σηκώθηκε από το τραπέζι, φόρεσε το δεξί γάντι του και προσπάθησε πάλι να επιδείξει το στρατιωτικό του παράστημα, αλλά δεν τα κατάφερε και γύρισε ήσυχα πίσω στο τραπέζι του.
Στις 9 Μαΐου 1945 ώρα 0.43', η υπογραφή της πράξης για την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας είχε τελειώσει...»[1].
Τι χρωστάει η ανθρωπότητα στην ΕΣΣΔ
Την ίδια ημέρα σε διάγγελμά του ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Ι. Στάλιν έλεγε μεταξύ άλλων[2]: «Πριν από τρία χρόνια ο Χίτλερ δήλωσε δημόσια πως μέσα στα καθήκοντά του περιλαμβάνεται και ο διαμελισμός της Σοβιετικής Ένωσης και η απόσπαση από αυτή του Καυκάσου, της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας, των Βαλτικών και άλλων περιοχών. Δήλωσε ξεκάθαρα: ‘‘Θα εξοντώσουμε τη Ρωσία ώστε να μην μπορέσει ποτέ πια να σηκωθεί’’. Αυτό ήταν πριν τρία χρόνια. Δεν ήταν όμως τυχερό να πραγματοποιηθούν οι παράφρονες ιδέες του Χίτλερ. Η πορεία του πολέμου τις εξανέμισε. Στην πραγματικότητα έγινε κάτι εντελώς αντίθετο από αυτό που έλεγαν μέσα στο παραλήρημα τους οι χιτλερικοί. Η Γερμανία τσακίστηκε κατακέφαλα. Τα γερμανικά στρατεύματα συνθηκολογούν. Η Σοβιετική Ένωση πανηγυρίζει τη νίκη, αν και δεν ετοιμάζεται ούτε να διαμελίσει, ούτε να εκμηδενίσει τη Γερμανία».Η διαφορά του νικητή από τον ηττημένο είναι φανερή. Στην πραγματικότητα είναι η διαφορά που χαρακτηρίζει ένα εργατικό από ένα αστικό κράτος, διότι οφείλουμε να μην ξεχνάμε την απλή, αλλά μεγίστης σημασίας, ιστορική αλήθεια, ότι η Γερμανία και τα άλλα φασιστικά κράτη ήταν πρωτίστως αστικά κράτη, κράτη στα οποία κυριαρχούσαν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής.
«Σας διαβιβάζω εγκάρδιον χαιρετισμόν με την ευκαιρίαν της λαμπράς νίκης που εσημειώσατε εκδιώξαντες τους επιδρομείς από το έδαφός σας και συντρίψαντες την ναζιστικήν τυραννίαν»,έγραφε στο μήνυμά του της 9ης Μαΐου 1945, προς τον Σοβιετικό ηγέτη, ο βρετανός πρωθυπουργός Ουιν. Τσώρτσιλ[3].
Στο δικό του αντίστοιχο μήνυμα ο Αμερικανός πρόεδρος Χ. Τρούμαν σημείωνε[4]: «Τώρα που τα σοβιετο- αγγλο- αμερικανικά στρατεύματα εξηνάγκασαν τας στρατιάς των φασιστών επιδρομέων να συνθηκολογήσουν άνευ όρων, επιθυμώ να μεταδώσω προς Σας και δι’ Υμών προς τας ηρωικάς σας στρατιάς τα θερμά συγχαρητήρια του λαού μας και της Κυβερνήσεώς του. Εκτιμώμεν μεγάλως την μεγαλειώδη συμβολήν της πανισχύρου Σοβιετικής Ενώσεως εις την υπόθεσιν του πολιτισμού και της ελευθερίας. Διεδηλώσατε την ικανότητα ενός φιλελευθέρου και εις ύψιστον βαθμόν ανδρείου λαού να συντρίψη τας κακάς δυνάμεις της βαρβαρότητος, οσονδήποτε ισχυραί και αν είναι αύται. Επ’ ευκαιρία της κοινής μας νίκης χαιρετίζομεν τον λαόν και τας στρατιάς της Σοβιετικής Ενώσεως και την ανυπέρβλητον ηγεσίαν τους».
Η 9η Μαΐου, μέρα της ολοκληρωτικής συντριβής της φασιστικής Γερμανίας, κηρύχθηκε από το προεδρείο του ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ, ως η μέρα της Μεγάλης Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών. Έτσι, μ' αυτό το χαρακτηρισμό, έμεινε στην ιστορία αλλά και στις καρδιές όλων των λαών του κόσμου. Όμως πως φτάσαμε ως αυτή την ημέρα;
Όταν κοιτάζει κανείς έστω και πρόχειρα τα ψυχρά αριθμητικά στοιχεία που συνθέτουν τον απολογισμό του Β' Παγκοσμίου δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει ότι την νίκη την έδωσε η ΕΣΣΔ και ο σοβιετικός λαός που πλήρωσαν και το βαρύτερο τίμημα.
Στις μάχες που έγιναν στο σοβιετογερμανικό μέτωπο η χιτλερική Γερμανία έχασε το 80% της δύναμης της. Από τις 22/6/1941 που τα ναζιστικά στρατεύματα εισέβαλαν στην ΕΣΣΔ ως τις 9/5/1945 στο Ανατολικό μέτωπο καταστράφηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν 607 γερμανικές μεραρχίες. Πρόκειται για έναν αριθμό που είναι τριπλάσιος ως και τετραπλάσιος σε σχέση με τις απώλειες των Ναζί σε όλα τ' άλλα μέτωπα είτε στην Βόρειο Αφρική, είτε στην Ιταλία, είτε στη Δυτική Ευρώπη. Για να πετύχει αυτά τα σημαντικά αποτελέσματα ο Κόκκινος Στρατός έκανε εννιά μεγάλες πολεμικές εξορμήσεις σε ευρεία κλίμακα και 210 μικρότερες επιχειρήσεις. Σε επτά από τις πολεμικές εξορμήσεις και σε 160 από τις επιχειρήσεις είχε την επιθετική πρωτοβουλία.
Ο Σοβιετικός στρατός δεν είχε εύκολο και σύντομο δρόμο προς το Βερολίνο. Αντίθετα ο δρόμος του αυτός ήταν μακρύς και δύσκολος. Σ' ένα μέτωπο το μήκος του οποίου κυμαινόταν από 3.000 έως 6.200 χιλιόμετρα- και πίσω από τις γραμμές του μετώπου σε περιοχές κατεχόμενες από τον εχθρό, που βρισκόταν στα νώτα του- ο στρατός της ΕΣΣΔ έδωσε σκληρές μάχες, για 1.418 μέρες και νύχτες. Κάθε λεπτό του πολέμου υπήρχαν κατά μέσο όρο 9 νεκροί, κάθε ώρα 507 και κάθε μέρα 1.400. Από αυτά τα νούμερα εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει πως φτάσαμε στο φοβερό αριθμό των 20.000.000 και πάνω, νεκρών που ήταν το βαρύ τίμημα που πλήρωσε η ΕΣΣΔ σε ανθρώπινο δυναμικό για να έρθει η 9η Μαΐου 1945. Δύο στους πέντε νεκρούς, στο Β' Παγκόσμιο πόλεμο, ήταν Σοβιετικοί πολίτες ενώ η Αγγλία και οι ΗΠΑ είχαν αντίστοιχα 375.000 και 405.000 συνολικά νεκρούς.
Εξίσου κολοσσιαίες ήταν οι υλικές ζημιές της ΕΣΣΔ στον πόλεμο, πολύ μεγαλύτερες απ' αυτές των υπολοίπων χωρών. Οι χιτλερικοί κατέστρεψαν στη σοβιετική γη 1.710 πόλεις και κωμοπόλεις, έκαψαν και ξεθεμελίωσαν πάνω από 70 χιλιάδες χωριά, κατέστρεψαν 32 χιλιάδες περίπου βιομηχανικά εργοστάσια, 65.000 χιλιόμετρα σιδηροδρομικές γραμμές, λήστεψαν 98 χιλιάδες κολχόζ, 1.876 σοβχόζ, 2.890 μηχανοτρακτερικούς σταθμούς. Για να εκτιμηθεί πιο ολοκληρωμένα η συνεισφορά της ΕΣΣΔ στην αντιφασιστική νίκη των λαών σημειώνουμε τα εξής επιπλέον στοιχεία: Το συνολικό ύψος των υλικών ζημιών από τον Β' παγκόσμιο πόλεμο σε ότι αφορά τις ευρωπαϊκές χώρες ανέρχεται στα 260 δισεκατομμύρια δολάρια εκ των οποίων τα 128 δισεκατομμύρια δολάρια αναλογούν στην ΕΣΣΔ. Αν τώρα σ' αυτό το ποσό προστεθούν και τα 357 δισεκατομμύρια δολάρια που είναι οι σοβιετικές πολεμικές δαπάνες τότε προκύπτει ότι ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος στοίχισε στην ΕΣΣΔ το κολοσσιαίο ποσό των 485 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δηλαδή ένα ποσό αρκετά μεγαλύτερο απ' αυτό που δαπάνησαν ΗΠΑ, Αγγλία και Γαλλία μαζί[5].
Η αντιφασιστική νίκη και οι αγγλοαμερικανοί
Το μέγεθος της Σοβιετικής συμβολής στην αντιφασιστική νίκη συμπληρώνουν ορισμένα ακόμη στοιχεία που αξίζει να τα αναφέρουμε.Παρά τις βαριές ήττες που είχε δεχτεί στο ανατολικό μέτωπο, ο Γερμανικός στρατός στα τέλη του 1944- αρχές του 1945 παρέμενε αρκετά ισχυρός. Είχε στις τάξεις του 5.400.000 άνδρες, 28.500 πυροβόλα και όλμους, 3.950 άρματα και 1.960 αεροπλάνα. Ακόμη, οι εφεδρείες του, που αργότερα χρησιμοποιήθηκαν κατά κύριο λόγο εναντίον των σοβιετικών στρατευμάτων, αριθμούσαν 2.433.000 άνδρες, 2.700 πυροβόλα. 5.300 άρματα και άλλα επιθετικά όπλα και 3.270 αεροπλάνα[6].
Υπό αυτές τις συνθήκες κανείς δεν περίμενε πως η στρατιωτική μηχανή του Χίτλερ θα εκμηδενιζόταν μέσα σε λίγους μήνες. Αντίθετα, ακόμη και οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις τοποθετούσαν μια πιθανή συνθηκολόγηση της Γερμανίας στο τέλος του '45. Περισσότερο απ' όλους είχαν κάθε λόγο να είναι απαισιόδοξοι οι δυτικοί, οι εγγλέζοι και οι αμερικανοί, οι οποίοι στα τέλη Δεκεμβρίου του 1944 δέχτηκαν μια ισχυρότατη επίθεση από τις γερμανικές δυνάμεις στις Αρδένες με αποτέλεσμα να είναι προ των πυλών μια δεύτερη Δουγκέρκη. Αλλά κι αυτή τη φορά τα κάστανα από τη φωτιά κλήθηκε να τα βγάλει ο Σοβιετικός στρατός.
Ο Στάλιν θα μπορούσε να απαντήσει στον Τσώρτσιλ με τέτοιο τρόπο που να τον παραπέμπει στην αδιάφορη- έως και υπονομευτική για την ΕΣΣΔ- στάση που κράτησε η Δύση όταν τα γερμανικά στρατεύματα πολιορκούσαν το Στάλιγκραντ. Όμως ένα σοσιαλιστικό κράτος δεν θα μπορούσε να ζυγίσει τις τύχες τις ανθρωπότητας με τον τρόπο που τις ζύγιζαν οι ιμπεριαλιστές. Γι' αυτό στις 7/1/1945 ο Σοβιετικός ηγέτης απαντώντας στο αγωνιώδες μήνυμα του βρετανού πρωθυπουργού έγραφε μεταξύ άλλων. «...Ετοιμαζόμεθα δι' επίθεσιν, αλλά ο καιρός τώρα δεν ευνοεί την επθεσίν μας. Εν τούτοις το Επιτελείον της Ανωτάτης Διοικήσεως, υπολογίζον την θέσιν των συμμάχων μας, απεφάσισε να τελειώση με σύντονον ρυθμόν τας προετοιμασίας και αδιαφορούν δια τον καιρόν, θα αρχίση ευρείας κλίμακος επιθετικάς επιχειρήσεις εναντίον των γερμανών εις όλον το κεντρικόν μέτωπον, το βραδύτερον εντός του δευτέρου δεκαπενθημέρου του Ιανουαρίου. Να μην αμφιβάλλετε ότι θα πράξωμεν παν το δυνατόν, δια να συνδράμωμεν τα ένδοξα συμμαχικά μας στρατεύματα»[7].
Έτσι στις 12/1/1945 τα σοβιετικά στρατεύματα εξαπέλυσαν μια επίθεση τεραστίας εκτάσεως που διέλυσε τη ναζιστική στρατιωτική μηχανή και κατέληξε στη μεγάλη αντιφαστική νίκη των λαών της 9ης Μαΐου του ίδιου έτους. Ήταν τόσο μεγάλη αυτή η στρατιωτική ενέργεια του κόκκινου στρατού που στην κυριολεξία άφησε ολόκληρο τον κόσμο άναυδο. «Η μεγάλη ρωσική επίθεση- έγραφε για παράδειγμα η βρετανική εφημερίδα The Manchester Guardian- που άρχισε στις 12/1 μετέβαλε πλέον την όψη του πολέμου... Η ίδια η εξέλιξη των μαχών αφήνει άναυδο τον καθένα... Είναι ίσως η πιο μεγάλη επίδειξη στρατιωτικής δύναμης που έχει δει ποτέ ο κόσμος... Τύπος και στρατιωτικοί αρμόδιοι συμφωνούν ότι εκεί κρίνεται τώρα η τύχη του πολέμου, ότι πρόκειται για την τελική δοκιμασία». Αλλά και το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων υποχρεωνόταν να αναγνωρίσει ότι «ποτέ δεν έγινε στην πολεμική ιστορία μια τέτοια επίθεση»[8].
Η σοβιετική επίθεση δεν θορύβησε μόνο τους γερμανούς, που έβλεπαν τον ανατολικό τους μέτωπο να λυγίζει μπρος στην ορμή του κόκκινου στρατού, αλλά και τους αγλοαμερικάνους οι οποίοι υπολογίζοντας το μακροπρόθεσμο ταξικό τους συμφέρον δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση ο Β' Παγκόσμιος πόλεμος να λήξει με κορυφαία των νικητών- και προπαντός ισχυρή- την ΕΣΣΔ. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει άλλωστε πως η γενικότερη τακτική της Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών, σ' όλη τη διάρκεια του πολέμου, ήταν, αν όχι η συντριβή, τουλάχιστον η πλήρης εξασθένιση του σοβιετικού κράτους το οποίο και άφησαν αβοήθητο σ' όλες τις κορυφαίες στιγμές των πολεμικών του αναμετρήσεων με τους Ναζί.
Από τα μέσα του 1944 ακόμη, όταν άρχισε να γέρνει η πλάστιγγα σε βάρος των δυνάμεων του άξονα και μια σειρά χώρες απελευθερώνονταν, οι αγγλοαμερικανοί δεν δίστασαν να έρθουν ανοικτές συμφωνίες με τους χιτλερικούς έχοντας ως κύριο σκοπό τους να εμποδίσουν την προέλαση των σοβιετικών στρατευμάτων προς τη δύση. Έτσι για παράδειγμα η Αγγλία συμφώνησε με τη Γερμανία να μην ενοχλήσει τα στρατεύματα της τελευταίας κατά την αποχώρηση τους από την Ελλάδα ούτως ώστε ο κόκκινος στρατός στην προέλασή του να έχει να αντιμετωπίσει πολύ ισχυρή αντίσταση[9].
Η γραμμή αυτή, των συμφωνιών με τη Γερμανία, συνεχίστηκε με μεγαλύτερη ένταση και στην τελευταία φάση του πολέμου στην Ευρώπη, από τη στιγμή δηλαδή που ξεκίνησε η μεγάλη σοβιετική επίθεση ως την οριστική συνθηκολόγηση των ναζιστών. Έτσι για παράδειγμα στις αρχές Μάρτη του 1945 ξεκίνησαν στην Ελβετία διαπραγματεύσεις μεταξύ του απεσταλμένου της Γερμανίας στρατηγού Βόλφ και εκπρόσωπων των ΗΠΑ και της Βρετανίας που αποσκοπούσαν στο να διευκολυνθεί η προέλαση των αγγλοαμερικανικών δυνάμεων προς ανατολάς με την μεταφορά των γερμανικών δυνάμεων για ενίσχυση του μετώπου με τον κόκκινο στρατό. Οι διαπραγματεύσεις- στις οποίες οι αγλλοαμερικάνοι δεν δέχτηκαν να συμμετέχουν σοβιετικοί- κράτησαν δύο εβδομάδες και απ' ότι φαίνεται, όπως έδειξαν και τα γεγονότα στη συνέχεια, κατέληξαν σε αποτέλεσμα. Μάλιστα ο Στάλιν, σε μήνυμά του προς τον Ρούσβελτ με ημερομηνία 3/4/1945, είναι απόλυτα σαφής και κατηγορηματικός: «οι διαπραγματεύσεις- γράφει στον αμερικανό πρόεδρο- διεξήχθησαν και ετερματίσθησαν δια συμφωνίας με τους Γερμανούς, συμφώνως προς την οποίαν ο γερμανός διοικητής εις το δυτικόν μέτωπον στρατάρχης Κέσσελριγκ εδέχθη να ανοίξη το μέτωπον και να αφήση να διέλθουν προς ανατολάς τα αγγλο- αμερικανικά στρατεύματα και οι αγγλο- αμερικανοί υποσχέθηκαν αντ' αυτού να ελαφρύνουν δια τους Γερμανούς τους όρους της ανακωχής»[10].
Η πραγματικότητα στο πεδίο των μαχών ήταν αυτή που περιγράφει ο Στάλιν στο μήνυμά του προς τον Ρούσβελτ. Από τα τέλη Μάρτη του '45 τα γερμανικά στρατεύματα στο δυτικό μέτωπο πέρασαν ουσιαστικά στο «συμβολικό» πόλεμο. Οι λίγες δυνάμεις που έμειναν εκεί παραδίδονταν χωρίς σοβαρή αντίσταση ενώ ο κύριος στρατιωτικός όγκος μεταφέρθηκε στο ανατολικό μέτωπο όπου ως το τέλος έδωσε λυσσασμένες μάχες με τον σοβιετικό στρατό[11].
Υπάρχει πλήθος στοιχείων που φανερώνει το ρόλο που έπαιξαν σε βάρος της Σοβιετικής Ενωσης- και σ' αυτή την τελική φάση του πολέμου- η Βρετανία και οι ΗΠΑ. Αρκεί, όμως, η παράθεση ενός και μόνο μηνύματος που ο Τσώρτσιλ έστειλε στο Ρούσβελτ την 1η Απριλίου 1945 για να κατανοηθεί πλήρως η ταξική στρατηγική στόχευση των δύο αυτών χωρών. «Τα ρωσικά στρατεύματα- έγραφε ο Τσώρτσιλ στον αμερικανό πρόεδρο- αναμφίβολα θα καταλάβουν όλη την Αυστρία και θα μπουν στη Βιέννη. Εάν καταλάβουν και το Βερολίνο τότε δεν θα δημιουργούσαν την ισχυρή εντύπωση ότι αυτά πρόσφεραν τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην κοινή νίκη, και αυτό δεν θα δημιουργήσει το κλίμα που θα προκαλεί σοβαρές και εξαιρετικά σημαντικές δυσκολίες στο μέλλον; Γι' αυτό κι εγώ νομίζω ότι από πολιτική άποψη, εμείς πρέπει να προελάσουμε όσο μπορούμε πιο βαθιά ανατολικά της Γερμανίας και στην περίπτωση που το Βερολίνο θα είναι μέσα στα όρια της προέλασή μας, αναμφίβολα πρέπει να το καταλάβουμε»[12].
Αντί επιλόγου
Η αντιφασιστική νίκη, όταν τη γνωρίζουμε στις πραγματικές της διαστάσεις έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο ως ιστορία αλλά και ως ζώσα πραγματικότητα, ως πηγή φρονηματισμού και διαμόρφωσης σύγχρονων συνειδήσεων. Δείχνει τι ήταν αυτό που απείλησε τότε την ανθρωπότητα, ποια είναι τα χαρακτηριστικά του και πως μπορούμε να το αναγνωρίσουμε σήμερα. Δείχνει ευθέως στην καρδία του καπιταλιστικού συστήματος, δείχνει τον ιμπεριαλισμό. Δείχνει όμως και κάτι άλλο. Δείχνει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί σήμερα να αντιμετωπιστεί αυτός ο κίνδυνος. Κι ο τρόπος αυτός δεν είναι άλλος από την ενίσχυση του εργατικού κινήματος, από την ανάγκη ύπαρξης κομμουνιστικών κομμάτων που θα βρίσκονται μέσα και δίπλα στο λαό, που δεν θα διαχωρίζονται απ’ αυτόν, που θα συγχωνεύονται μαζί τους και θα αποκτούν την εμπιστοσύνη του, που θα προπορεύονται ως αναγνωρισμένοι καθοδηγητές του. Ταυτόχρονα με την αναγκαιότητα τέτοιων κομμουνιστικών κομμάτων, και σε διαλεκτική ενότητα μ’ αυτό, αναδεικνύεται και η ανάγκη διαμόρφωσης πλατιών αντιιμπεριαλιστικών- αντιμονοπωλιακών- δημοκρατικών μετώπων που θα ξεκινούν από το σήμερα και θα προετοιμάζουν το πέρασμα σε μια καλύτερη κοινωνική κατάσταση, με την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνικής πραγματικότητας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκεί που είχαμε πραγματική, ισχυρή αντίσταση κατά του φασισμού είχαμε κινήματα στα οποία ηγούνταν κομμουνιστές. Κι αυτά τα κινήματα δίπλα στην αντιφασιστική πάλη, μαζί με την αντιφασιστική πάλη εφάρμοζαν και νέους θεσμούς οργάνωσης της κοινωνικής ζωής στο πλαίσιο μιας νέας λαϊκής εξουσίας.
[1] Στρατάρχης Γ. Κ. Ζούκωφ: «Αναμνήσεις και Στοχασμοί», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, τόμος 2ος, σελ. 423- 425
[2] Ι. Β. Στάλιν: «Ο Μεγάλος Πόλεμος για την Πατρίδα», εκδόσεις «ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», Αθήνα 1946, σελ. 136- 137
[3] «Η αλληλογραφία Στάλιν, Τσώρτσιλ, Ατλη, Ρούσβελτ, Τρούμαν», Εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Α', σελ. 420
[4] «Η αλληλογραφία Στάλιν, Τσώρτσιλ, Ατλη, Ρούσβελτ, Τρούμαν», Εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Β', σελ. 216
[5] Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Ι1- Ι2, σελ. 852, Λ. Γιερεμέγιεφ: «Η Σοβιετική Ένωση στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο», εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, σελ. 124 κ.ε. και αλλού
[6] Λ. Γιερεμέγιεφ: «Η Σοβιετική Ένωση στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο» εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, σελ. 110 και «Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος 1939- 1945», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, τόμος 2ος, σελ. 310- 311
[7] «Αλληλογραφία Στάλιν- Τσώρτσιλ- Ατλη- Ρούσβελτ- Τρούμαν», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Α' σελ. 393- 394
[8] Λ. Γιερεμέγιεφ, στο ίδιο, σελ.. 115- 116
[9] Β. Μαθιόπουλου: «Η Ελληνική Αντίσταση 1941- 1944 και οι Σύμμαχοι», εκδόσεις Παπαζήση, σελ. 51- 52
[10] «Αλληλογραφία Στάλιν- Τσώρτσιλ- Ατλη- Ρούσβελτ- Τρούμαν», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος β', σελ. 200
[11] Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β' Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις 2ος Αιώνας, σελ. 406
[12] στο ίδιο, σελ. 413
[13] «Ο Φασισμός, ο κίνδυνος του πολέμου και τα καθήκοντα των Κομμουνιστικών Κομμάτων- Θέσεις που ψηφίστηκαν από την 13η Ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής την Κομμουνιστικής Διεθνούς πάνω στην Εισήγηση του σ. Κούσινεν- Δεκέμβρης 1933», Παράρτημα Κομμουνιστικής Επιθεώρησης, Αθήνα, Γενάρης 1934, σελ. 3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου