Ηρόδοτος, Ευτέρπη.
Ο Πάρης (Αλέξανδρο τον αναφέρει ο Ηρόδοτος) όταν έκλεψε την ωραία Ελένη ενώ ο Όμηρος γράφει ότι έφτασε με ούριο άνεμο μετά από τρεις ημέρες στην Τροία,
οι ιερείς της Αιγύπτου άλλα αφηγήθηκαν στον Ηρόδοτο:
ο Αλέξανδρος άρπαξε την Ελένη από τη Σπάρτη και έβαλε πλώρη για τον τόπο του, όταν όμως βρέθηκε στο Αιγαίο, ενάντιοι άνεμοι τον έριξαν στο αιγυπτιακό πέλαγος, και από εκεί, καθώς οι άνεμοι δεν σταματούσαν, έφτασε ο Αλέξανδρος στην Αίγυπτο, και συγκεκριμένα στο ιερό του Ηρακλή, όπου αν καταφύγει οποιουδήποτε ανθρώπου ακόμα και ο δούλος και βάλει απάνω του ορισμένα ιερά σημάδια αφιερώνοντας έτσι τον εαυτό του στον Θεό, κανένας δεν επιτρέπεται να τον αγγίξει.
ο Αλέξανδρος άρπαξε την Ελένη από τη Σπάρτη και έβαλε πλώρη για τον τόπο του, όταν όμως βρέθηκε στο Αιγαίο, ενάντιοι άνεμοι τον έριξαν στο αιγυπτιακό πέλαγος, και από εκεί, καθώς οι άνεμοι δεν σταματούσαν, έφτασε ο Αλέξανδρος στην Αίγυπτο, και συγκεκριμένα στο ιερό του Ηρακλή, όπου αν καταφύγει οποιουδήποτε ανθρώπου ακόμα και ο δούλος και βάλει απάνω του ορισμένα ιερά σημάδια αφιερώνοντας έτσι τον εαυτό του στον Θεό, κανένας δεν επιτρέπεται να τον αγγίξει.
[2.113.3]
Το λοιπόν, μερικοί υπηρέτες του, μαθαίνοντας τον νόμο που υπήρχε
σχετικά με το ιερό και θέλοντας να του κάνουν κακό, πρόδωσαν την πίστη
τους στον Αλέξανδρο, κατέφυγαν ικέτες στον Θεό και εξιστόρησαν όλα τα
σχετικά με την Ελένη, καθώς και την αδικία προς τον Μενέλαο· τις
κατηγορίες αυτές μάλιστα τις διατύπωσαν τόσο στους ιερείς όσο και στον
φύλακα του στομίου, που το όνομά του ήταν Θώνις.
[2.114.1]
Όταν τα άκουσε αυτά ο Θώνις, στέλνει με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα
στη Μέμφιδα, στον Πρωτέα, μήνυμα που έλεγε τα εξής:
[2.114.2] «Ήρθε ένας
ξένος, Τευκρός (Τρώος) στην καταγωγή, που όμως στην Ελλάδα έκανε ανόσια
πράξη, ξεμυάλισε δηλαδή τη γυναίκα του ανθρώπου που τον φιλοξενούσε και
έφυγε αρπάζοντάς την μαζί με πολλά πλούτη, αλλά οι άνεμοι τον έριξαν
στη χώρα σου· τί να κάνουμε λοιπόν, να τον αφήσουμε να σαλπάρει
απείραχτος ή να του πάρουμε τα όσα έφερε ερχόμενος;»
[2.114.3]
Απαντώντας σε αυτά ο Πρωτεύς στέλνει μήνυμα και λέει τα εξής: «Τον
άνθρωπο αυτόν, που έπραξε ανόσια σε βάρος εκείνου που τον φιλοξενούσε,
όποιος κι αν είναι, να τον πιάσετε και να μου τον φέρετε εμένα, να δω τί
έχει να πει».
[2.115.1]
Μόλις τα άκουσε αυτά ο Θώνις, πιάνει τον Αλέξανδρο, του κάνει κατάσχεση
στα πλοία και ύστερα τον ανεβάζει στη Μέμφιδα, αυτόν, την Ελένη, τους
θησαυρούς, αλλά και τους ικέτες μαζί·
[2.115.2]
μόλις λοιπόν έφτασαν όλοι εκεί, ρώτησε ο Πρωτεύς τον Αλέξανδρο ποιος
είναι και από πού έρχεται. Αυτός πάλι ανέφερε για τη γενιά του, είπε το
όνομα της πατρίδας του και περιέγραψε το ταξίδι του, από πού ερχόταν.
[2.115.3]
Ύστερα ο Πρωτεύς τον ρώτησε από πού είχε πάρει την Ελένη· και όταν ο
Αλέξανδρος άρχισε να τα στρίβει στην κουβέντα και να μη λέει την
αλήθεια, μπήκαν στη μέση εκείνοι που είχαν καταφύγει ικέτες στον ναό και
εξιστόρησαν όλα τα σχετικά με την αδικία. [2.115.4]
Στο τέλος ο Πρωτεύς
τούς ανακοίνωσε την απόφασή του λέγοντας ότι,
«εγώ,
αν δεν το θεωρούσα πολύ σπουδαίο πράγμα να μη σκοτώνω κανέναν από τους
ξένους όσοι παρασύρονται από τους ανέμους και έρχονται στη χώρα μου, θα
σε τιμωρούσα ο ίδιος για λογαριασμό του Έλληνα, εσένα, παλιάνθρωπε, που
σε φιλοξένησαν κι εσύ έκανες πράξη ανοσιότατη, έσμιξες με τη γυναίκα του
ανθρώπου που σε φιλοξενούσε· και μάλιστα, δεν σου έφτασε αυτό, παρά την
ξεσήκωσες κιόλας, την έκλεψες και το έσκασες παίρνοντάς την μαζί σου.
[2.115.5] Και δεν σου έφτασε ούτε αυτό, αλλά έγδυσες και το σπίτι του ανθρώπου και μας κουβαλήθηκες.
[2.115.6]
Τώρα λοιπόν επειδή το θεωρώ σπουδαίο πράγμα να μην σκοτώσω ξένον,
την γυναίκα τούτη και τους θησαυρούς δεν θα σου επιτρέψω να τα πάρεις και να
φύγεις αλλά θα τα φυλάξω εγώ για τον Έλληνα ξένο ώσπου να θελήσει να
έρθει ο ίδιος να τα πάρει·
όσο
για σένα τον ίδιο και τους συνταξιδιώτες σου, σας προειδοποιώ, μέσα σε
τρεις ημέρες να φύγετε από τη χώρα μου και να αρμενίσετε για αλλού,
διαφορετικά θα έχετε τη μεταχείριση εχθρών».
Κώστας Σ. Ντουντουλάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου