(Από δημοσίευμα του Αντώνη Πλυμάκη στα Χανιώτικα Νέα, 7 Νοεμβρίου, 2024)
Στα κρησφύγετα του αντάρτη Τζοµπανάκη
Είναι ατέλειωτες οι ιστορίες ανταρτών κατά την αντίσταση στην κατοχή και στον εµφύλιο...
Μια εικόνα από την περίοδο του εµφυλίου υπάρχει στα 2.500 έγγραφα που παρέδωσα πριν χρόνια στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης, και που διέσωσα µικρός, τυχαία, σε δύο κούτες, και αφορούν αρχείο της Στρατιωτικής ∆ιοίκησης Κρήτης της οποίας ο, για ένα διάστηµα, διοικητής από άλλη Ελλάδα χαρακτήριζε τη δράση "αριστερών και δεξιών συµµοριών" και επίσης το φοβερό αρχείο του τµήµατος ασφάλειας της Χωροφυλάκης 1946-1949.
Οι δυο πολυπροβεβληµένοι αντάρτες Γιώργης Τζοµπανάκης και Σπύρος Μπλαζάκης δεν αναφέρονται πουθενά για την περίοδο αυτή. Οπωσδήποτε όµως δεν διαβίωσαν πάνω από τριάντα χρόνια στις κακοτράχαλες Μαδάρες, µε άφθονα χιόνια τον χειµώνα, αλλά για δεκαπενταετία σε σπήλαια, όταν κινδύνευαν στα χαµηλά και στο χωριό του Γιώργη όπου υπήρχαν αρκετοί δεξιοί, άλλα προς τιµήν τους, παρ’ ότι τον συναντούσαν, δεν τον κατέδωσαν ποτέ...
Είχα φίλο θανατοποινίτη του Ιτζεδίν που µετά την αµνηστία κυκλοφορούσε ανεµπόδιστα και πραγµατοποιούσαµε αναβάσεις στα Λευκά Όρη για να θυµάται τη… δράση του. Τον υδραυλικό Μιχάλη ∆ραµπουκάκη.
Θα ήταν γύρω στο 1962, όταν σε γλέντι, µάλλον γάµου στους Κάµπους Κεραµeιών, ο µακαρίτης συνάδελφος Λευτέρης Καλογερής µου έδειξε έναν ζωηρό άνδρα µε κρητικό µαντήλι στο κεφάλι και µε ρώτησε αν τον γνώριζα. Είναι ο Γιώργης Τζοµπανάκης µου συµπλήρωσε, και έχει έλθει και άλλες φορές εδώ.
Στον Γιώργη έφθασα στο χωριό του και τον γνώρισα σαν ένα ήρεµο και αξιαγάπητο άνθρωπο, που αγαπούσε τα Λευκά Όρη και είχε παραγγείλει, όπως µου έλεγε, το µνήµα του να είναι υπερυψωµένο για να τα βλέπει.
Όπως και έγινε.
Παγούρι νερού στρατιωτικού τύπου που καλυπτόταν µέσα σε θήκη από χακί µάλλινο ύφασµα και µε χαλκά κρεµόταν από ζώνη κ.λπ. Το άνοιγµα στην επιφάνεια του χρησίµευε για απόκρυψη χρηµάτων, λιρών ή ό,τι απόρρητων, και µετά την τοποθέτηση του καλύµµατος κανείς δεν υποπτευόταν γι’ αυτήν τη χρήση έστω και αν ο χρήστης συλλαµβανόταν.
Ως προς την περίπτωση της καθόδου από τα Λευκά Όρη, η ιστορία είναι ενδιαφέρουσα. Τότε το ΚΚΕ είχε διασπασθεί σε ΚΚΕ και ΚΚΕ εσωτερικού. Προσπάθησαν να τους πείσουν, τον καθένα χωριστά, να παρουσιαστούν σε αυτούς στο Θέρισο ή στη Μαλάξα. Τους περίµεναν ...και στα δύο σηµεία δηµοσιογράφοι, τηλεοπτικά συνεργεία, φίλοι κ.λπ...
(Σημ. Αντιλόγου-Κ.Ντ.: Παρουσιάστηκαν φυσικά σε αυτούς του ΚΚΕ, με το οποίο είχαν επαφή και το υποστήριζαν κατηγορηματικά, όχι μόνο στο μετέπειτα ιστορικό βιβλίο τους "35 χρόνια Αντίσταση" αλλά και εφ΄όρου ζωής.)
Φίλος δηµοσιογράφος µού περιέγραψε το γεγονός. ‘‘Κατεβαίνοντας’’ από τα Λευκά Όρη ήταν πολύ φρέσκοι και ήταν ντυµένοι στην… πένα σαν από κάποιο γλέντι.
Ο Γιώργης µου διηγήθηκε αργότερα, ολίγα από τη Σοβιετία (σημ. Αντίλογου: όπου πήγαν μαζί με το συναγωνιστή του Σπύρο Μπλαζάκη καλεσμένοι τιμητικά, επίσημα, έκαναν επιμελημένη ιατρική αποθεραπεία και περιηγήθηκαν αρκετά μέρη).
Ότι έµενε σε ένα, µάλλον είδος πρεβαντορίου, όπου είχε αρκετό χιόνι. Κάθε πρωί έβγαινε στο µπαλκόνι του γυµνός από τη µέση και επάνω και τριβόταν στον θώρακα µε χιόνι, ενώ τα άλλα δωµάτια έβγαιναν οι διαµένοντες και τον χάζευαν...
Στις εξερευνήσεις σε σπήλαια που αρχίσαµε το 1955 µε τον Χ. Χουλιόπουλο, και µετά µε άλλους νέους, γύρω στο 1960, φθάσαµε και στο Κόκκινο Χωριό που έχει αρκετά και όµορφα.
Το ωραιότερο είναι αυτό του Μεταξάρη ή Πετσή λίγο έξω από το χωριό και που οι κάτοικοι µας προέτρεψαν να το αποφύγουµε γιατί όταν αντιληφθεί ξένους ο Γιώργης, ίσως πηγαίνει εκεί. Πράγµατι στη λάσπη χάµω υπήρχαν ίχνη από µπροκαδούρα και στο τέλος, σε ένα ανηφορικό δύσκολο σηµείο, µαγειρικά σκεύη, σε χρήση. Εκατό µέτρα από την είσοδο. Το αστείο είναι ότι ο νεαρός τότε, µακαρίτης, Βασίλης Πλευράκης φώναζε κάθε τόσο:
«Κύριε Τζοµπανάκη δεν είµαστε χωροφυλάκοι. Θα δούµε το σπήλαιο και θα φύγουµε».
Τι να καταλάβαινε ο Γιώργης από σπηλαιολόγους αν ήταν εκεί και θα ήταν δύσκολα τα πράγµατα.
Σε µιαν άλλη εξερεύνηση αργότερα (σημ. Αντίλογου: εννοεί αρκετά μετά την αμνηστία παρουσίαση το 1974 των δυο ανταρτών) στο σπήλαιο Παραθύρα, όπου φτάνεις µε βάρκα από Γεωργιούπολη και µε είσοδο λίγο πάνω από τη θάλασσα, την πρώτη φορά δεν αντιλήφθηκα τίποτα.
Την δεύτερη, µετατόπισα µια µεγάλη πέτρα από το δάπεδο και κάτω διανοιγόταν µια φυσική, µάλλον, καταπακτή. Σε ένα καλάµι ήταν κρεµασµένο ένα πουκάµισο που διαλύθηκε όταν το άγγιξα, ενώ από το δάπεδο µάζεψα µαγειρικά και φαγητού σκεύη που τα έχω σαν ενθύµιο. Υπήρχε και ένας γουβας µε πίσσα άλλα δεν τον πήρα.
Και τα δύο σπήλαια που ανέφερα κατά την τουρκοκρατία αποτέλεσαν κρησφύγετα γυναικόπαιδων µε τραγική κατάληξη µετά από πολιορκίες.
*Σπήλαιο Παραθύρα ή του Ορνέρου
Αντώνης Πλυμάκης Χαν.Νέα 12/10/2020
όπως πολλοί το ονομάζουν ή Ορνιού. Μάλιστα γίνεται αναφορά ότι και σε αυτό το σπήλαιο είχε υπερασπιστεί
ο Δαμιανός γυναικόπαιδα στην περίοδο αυτή.
Παρ’ ότι όπως ανάφερα ερεύνησα πολύ δεν μπόρεσα να βεβαιωθώ που και ποιο ήταν αυτό το σπήλαιο. Στην απόκρημνη τοποθεσία Ντάμπια και στη χαράδρα Χωστή Β.Α. του Κεφαλά, μου αναφέρθηκε ότι υπάρχει το σπήλαιο αλλά έχει φράξει η είσοδος του από καταπτώσεις λιθών και χωμάτων.
Παλαιότεροι επιμένουν στην άποψη ότι το σπήλαιο ευρίσκεται στην αντίθετη πλευρά, δηλαδή νότια του Κεφαλά, και ότι το πιθανότερο είναι πως είναι το ίδιο με την Παραθύρα ή κάποιο άλλο πιο κοντά στην Γεωργιούπολη με την ονομασία Γκαλόπης.
Γεγονός είναι ότι τα ιστορικά γεγονότα συνέβησαν εκεί όπως και τα άλλα γεγονότα ή περιστατικά στα οποία θα αναφερθώ.
Αν κατευθυνόμεθα με κάποιο πλεούμενο από την Γεωργιούπολη προς Ομπρόσγιαλο ή την άκρη του Δραπάνου θα αντιληφθούμε στην απόκρημνη βραχοπλαγιά δύο μεγάλα ανοίγματα.
Είναι το σπήλαιο της Παραθύρας ή του Ανυφαντή.
Το κάτω άνοιγμα, δίπλα στην επιφάνεια της θάλασσας, είναι η είσοδος του σπηλαίου και το επάνω είναι ο φεγγίτης, ή Παραθύρα.
Για το σπήλαιο της Παραθύρας ηλικιωμένοι από την περιοχή διηγούνται πως και εδώ υπήρξε θυσία Χριστιανών κατοίκων του Κεφαλά, και της ευρύτερης περιοχής ίσως και από τον τότε Αλμυρό (Γεωργιούπολη). Ενενήντα τρία γυναικόπαιδα είχαν καταφύγει εδώ με πλεούμενο αλλά οι Τούρκοι τους αντελήφθησαν και με πολεμικά τους καράβια τους πολιορκούσαν για ημέρες από τον κόλπο του Αλμυρού. Οι τροφές όμως των εγκλωβισμένων κράτησαν μόνο μια εβδομάδα και παρά τους κανονιοβολισμούς των τουρκικών πλοίων επιχείρησαν νύχτα να διαφύγουν πεινασμένοι και εξουθενωμένοι. Τότε όσοι δεν σκοτώθηκαν από τους κανονιοβολισμούς καταλύθηκαν από το τουρκικό μαχαίρι. Μόνον ένας παπάς που γνώριζε καλό κολύμπι, και κατά την παράδοση έκανε μακροβούτι σαράντα μέτρων και πλέον, τους ξέφυγε κολυμπώντας με αυτόν τον τρόπο και βγήκε στον Αλμυρό και διηγήθηκε την ιστορία.
Εδώ κρύφτηκε αρκετές φορές κατά τον εμφύλιο πόλεμο και ο καπετάν Γιώργης Τζομπανάκης από το Κόκκινο Χωριό μόνος ή μαζί με συντρόφους του ή άλλοι αντάρτες, αλλά και σε άλλα σπήλαια στην ίδια περιοχή και πιο ψηλά με πρόσβαση από τον Κεφαλά ή στο σπήλαιο Αβρονιές προς Γεωργιούπολη ή ψηλότερα στο σπηλιαράκι του Μαρούση για να αποφύγουν τα αποσπάσματα Χωροφυλακής που ερευνούσαν γι’ αυτούς.
Στην δεύτερη επίσκεψη σε αυτό αντιληφθήκαμε μια μεγάλη πέτρα στο δάπεδο που με την μετακίνησή της αποκαλύφθηκε μια κάθοδος σε ένα μεγάλο σπηλαιώδες δωμάτιο όπου κρυβόταν οι αντάρτες στον εμφύλιο. Υπολείμματα ήταν κάποια αλουμινιένια τσικάλια, παγούρι κομμένο ώστε να αποτελεί κρύπτη προφανώς χρημάτων, κουβάς με πίσσα, για φωτισμό, ή τι άλλο;
Ακόμη σε καλάμι στηριγμένο οριζόντια κρεμόταν πουκάμισο που με την επαφή με αυτό έγινε στάχτη και κάποια άλλα.
Τα διατηρώ για ενθύμιο στη συλλογή μου.
Κατά διήγηση όμως του υπερήλικα αντάρτη του εμφυλίου πολέμου Γιάννη Λιονάκη υπάρχει άλλη σπηλιά που εισέρχεται σε αυτήν λίγο η βάρκα και μετά ανεβαίνει ανηφορικά και γυρίζει πίσω που λέγεται Γκαλόπη, και ευρίσκεται πιο κοντά στην Γεωργιούπολη από την Παραθύρα. Αυτήν θεωρεί σαν την σπηλιά του Ορνέρου.
Όπως πρόσφατα μου διηγήθηκε ο Νίκος Ορφανάκης, το 1946, παιδί τότε, πήγε μαζί με έναν άλλο κάτοικο του Κεφαλά ως το σπήλαιο αυτό για να το ερευνήσουν από περιέργεια και γιατί είχαν ακούσει από τους γερόντους διάφορες ιστορίες. Δεν είχαν μαζί των τα απαιτούμενα εφόδια και τα φωτιστικά των ήταν ελάχιστα.
Κοιτάζοντας ψηλά μέσα στο σπήλιο ο Νίκος είδε από μια σχισμή να ξεπροβαίνει κάτι παράξενο.
Ο Νίκος ανέβηκε στην πλάτη του συντρόφου του και με πολύ κόπο σκαρφάλωσε ακόμη πιο ψηλά όπου από την σχισμή είδε με μεγάλη του έκπληξη να ξεπροβαίνει κάτι με σχέδια και γράμματα και όταν πρόσεξε καλύτερα αντιλήφθηκε πως πρόκειται για ένα σπαθί. Το σπαθί είχε στο φουκάρι ωραία σχέδια και στη λάμα αραβικά γράμματα. Πιο μέσα ακόμη αντιλήφθηκε και ένα λαϊνάκι περίεργο και όταν το έπιασε στα χέρια του φάνηκε αδικαιολόγητα βαρύ και όπως λέει “εκουζουλάθηκε”, νομίζοντας πως έκαμε την τύχη του αφού υπολόγιζε νάχει μέσα κάποιο θησαυρό. Το λαϊνάκι τελικά ανοίχτηκε. Είχε βούλωμα από μολύβι και κάποιο υγρό ο θησαυρός. Κάποιο ακριβό άρωμα ή κάποιο οξύ ήταν το περιεχόμενό του.
Ένας από τους θρύλους που αναφέρονται σε αυτό το σπήλιο και που ήταν γραμμένος σε ένα πολύ παλιό χειρόγραφο βιβλίο που χάθηκε είναι η ιστορία με Σαρακηνούς πειρατές. Γύριζαν από μια επιδρομή των στην Αίγυπτο και εγκλωβίστηκαν στον κόλπο της Γεωργιούπολης από άλλους πειρατές. Αναγκάσθηκαν να κρύψουν στο σπήλιο τούτο ένα μέρος της λείας των, ένα θησαυρό μέσα στον οποίο συμπεριλαμβανόταν και μια μούμια. Εξοντώθηκαν όμως από τους πολιορκητές τους και έτσι ο θησαυρός έμεινε εκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου