Αριστερά, Καπιταλισμός και Ιμπεριαλισμός
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου*
21 Ιουνίου 2025
Η αυτοαποκαλούμενη «ριζοσπαστική αριστερά» μπήκε στην κρίση εφοδιασμένη κυρίως με μια σειρά καταγγελιών του καπιταλισμού, χωρίς όμως ένα σοβαρό πρόγραμμα, μια ικανοποιητική ανάλυση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και ένα συγκροτημένο «μεταβατικό πρόγραμμα».
Χωρίς να διαθέτει πάντα κατάλληλα συγκροτημένα και δημοκρατικά στη λειτουργία τους κόμματα, χωρίς επαρκή συνείδηση του είδους των μαζικών κινημάτων που προϋποθέτει μια ρήξη με το κατεστημένο, ιδίως στο κέντρο του.
Δεν θέλησε επίσης, τουλάχιστο η πλειοψηφία της, να συγκρουσθεί μετωπικά με το ιμπεριαλιστικό σχέδιο, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και των επιθέσεων του ΝΑΤΟ κατά της Σερβίας, των δυτικών επεμβάσεων που κατέστρεψαν τη Λιβύη και έφεραν τελικά τους τζιχαντιστές της Αλ Κάιντα και του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) στην εξουσία σε μια διαλυμένη Συρία, της διαρκούς επιθετικής πολιτικής του ΝΑΤΟ με την κατάργηση των συμφωνιών ελέγχου των εξοπλισμών και επέκτασης προς Ανατολάς, του πραξικοπήματος στο Κίεβο, με αποκορύφωμα την υποστήριξη στον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων κατά της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Έδρασε πολύ περισσότερο και πολύ πιο ενεργητικά ως δύναμη αλληλεγγύης στους απελπισμένους ανθρώπους που αναζητούσαν στην Ευρώπη καταφύγιο από τους πολέμους που η ίδια η Δύση προκαλούσε, παρά για να σταματήσει αυτούς τους πολέμους!
Η δυτική «ριζοσπαστική αριστερά» έκανε περισσότερο λόγο για τον Καπιταλισμό και πολύ λιγότερο για τον Ιμπεριαλισμό.
Ο Καπιταλισμός όμως είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον Ιμπεριαλισμό, γιατί είναι ο τελευταίος που διασφαλίζει τη συνέχιση της μεταφοράς του παγκόσμιου πλεονάσματος στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Αλλά και όταν αναφερόταν στον καπιταλισμό το έκανε από τη σκοπιά της μείωσης των ανισοτήτων και αύξησης της κοινωνικής συνοχής, που τα έβλεπε/βλέπει ως απλά διαχειριστικά μέτρα, όχι ως είδος «ριζοσπαστικού ρεφορμισμού» προορισμένου να ανοίξει τον δρόμο σε πιο βαθιές επεμβάσεις στην ίδια τη λειτουργία του καπιταλισμού.
Αν η Αριστερά δεν συγκρούεται όμως με τον ιμπεριαλισμό, καταλήγει ένα είδος «συνδικάτου» στο εσωτερικό της αναπτυγμένης Δύσης, με αποστολή το πολύ πολύ μια καλύτερη διανομή της «ιμπεριαλιστικής υπεραξίας».
Παύει να είναι φορέας ενός εναλλακτικού σχεδίου οργάνωσης των δυτικών κοινωνιών και της ανθρωπότητας, που είναι όμως αυτό που απαιτεί το βάθος της ολόπλευρης κρίσης (οικονομικής, κοινωνικής, πολιτιστικής, διεθνούς, οικολογικής) που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα, της σοβαρότερης και πιο απειλητικής σε όλη την ιστορία του είδους μας.
Μεγάλο μέρος όχι της πολιτικής και κοινωνικής βάσης της αριστεράς, αλλά της μικροαστικής και μεσοαστικής γραφειοκρατίας που την διοικεί και την εκπροσωπεί, δεν φιλοδοξεί στην πραγματικότητα παρά να διατηρεί τα προνόμια που διαθέτει στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας, παριστάνοντας ένα είδος δήθεν «συνείδησης» (της κακιάς ώρας) του Καπιταλισμού.
Οι εξαιρέσεις είναι πολύ λίγες.
Υπό τον Κόρμπιν, το βρετανικό Εργατικό Κόμμα προχώρησε στην επεξεργασία ενός πολύ ενδιαφέροντος οικονομικού προγράμματος που δεν επαναφέρει απλώς το αίτημα των εθνικοποιήσεων κρίσιμων τομέων της οικονομίας αλλά και υπό ποίες συνθήκες κοινωνικού ελέγχου και οικονομικού σχεδιασμού μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά.
Στην Γαλλία, πρέπει να αναγνωρίσουμε στην «Ανυπότακτη Γαλλία» του Ζαν-Λυκ Μελανσόν, ότι, παρά τις σοβαρές αδυναμίες και ελλείψεις της, παρέμεινε θεμελιωδώς πιστή στο Μεγάλο Όχι του γαλλικού λαού στον «Ευρωφιλελευθερισμό» κατά το δημοψήφισμα του Μαΐου 2005 (σε αντίθεση με την προδοσία από τον ΣΥΡΙΖΑ της εντολής του ελληνικού λαού στο δημοψήφισμα για το Μνημόνιο) βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την υπεράσπιση της γαλλικής και ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και παράλληλα στην πρωτοπορία του αγώνα της ανθρωπότητας εναντίον της σημερινής μορφής του ναζισμού, που είναι ο σιωνισμός και τα σύμμαχά του ανά την υφήλιο ακροδεξιά (και ελάχιστα συγκαλυμμένα αντισημιτικά!) φασισταριά.
Στην Γερμανία πρέπει να αναγνωρίσουμε τον σπουδαίο αγώνα που κάνει η BSW της Ζάρα Βάγκενκνεχτ εναντίον της συμπόρευσης του γερμανικού με τον αμερικανικό και τον νατοϊκό ιμπεριαλισμό, που προκάλεσε ήδη μια τεράστια καταστροφή στην Ουκρανία, και μετατρέπει τώρα όλη την Ε.Ε. σε μια αντικοινωνική, αντιοικολογική και αντιδημοκρατική δομή, με έντονα μιλιταριστικά αν όχι και φασιστικά, σε ορισμένες περιπτώσεις, χαρακτηριστικά και αυξάνει εν τέλει σοβαρά τον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου.
Αυτά όλα είναι πολύ σημαντικά μεν, αλλά και αρκετά λιγότερα όμως από όσα είναι απαραίτητα για να αποτελέσει ξανά η Αριστερά αντίπαλο δέος του ευρωπαϊκού, όλο και πιο αντιδραστικού και ολοκληρωτικού Καπιταλισμού.
Αρκεί άλλωστε ο αναγνώστης να συγκρίνει τις σημερινές τόσο φτωχικές και ελλιπείς επεξεργασίες της αριστεράς, με το τι γράφαμε, μαζί με τον Μίκη και τον Τσίπρα (που δεν τα εννοούσε βέβαια όπως απεδείχθη στη συνέχεια) ήδη το 2011.
Η Ελλάδα υπήρξε η μόνη χώρα της Ευρώπης που, λόγω του βάθους της κρίσης, η «ριζοσπαστική αριστερά» κλήθηκε να κυβερνήσει. Το αποτέλεσμα υπήρξε τραγικό.
Οι δήθεν αριστεροί του ΣΥΡΙΖΑ, του «Τσίπρα χωρίς Τσίπα» κατέφεραν ένα συντριπτικό πλήγμα στην αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση του ελληνικού λαού, παραδίδοντάς τον εν τέλει ‘άοπλο’ στην πιο εγκληματική πτέρυγα μιας ανθελληνικής ολιγαρχίας με καθαρά μαφιόζικα χαρακτηριστικά. Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση είναι με βεβαιότητα η χειρότερη μετά τη μεταπολίτευση, και πιθανότατα, όσο κι αν μοιάζει υπερβολικό, η χειρότερη μετά το 1821. Η χώρα, το κράτος και η κοινωνία μοιάζουν σε ελεύθερη πτώση, χωρίς σημείο πιθανής εξισορρόπησης στον ορίζοντα.
Όσο για την πολιτική και πνευματική παραγωγή όλων των τάσεων της αριστεράς και κεντροαριστεράς, από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ μέχρι το ΚΚΕ και από τον ΣΥΡΙΖΑ έως το ΠΑΣΟΚ, το «εγκεφαλογράφημά» τους της είναι πολύ κοντά σε μια οριζόντια ευθεία γραμμή.
Το ίδιο ισχύει και για την ελληνική δεξιά, αφοσιωμένη όσο ποτέ άλλοτε στην κύρια λειτουργία της, το φαγητό δηλαδή.
—–Δείτε εδώ, εδώ, εδώ κι εδώ τα τέσσερα προηγούμενη άρθρα πάνω στη θεματική της πολιτικής διάσταση της κρίσης της παγκοσμιοποίησης.
Πηγή: kosmodromio.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου