Στις 3 Μαρτίου 1918 η νέα κυβέρνηση των Μπολσεβίκων υπέγραφε μετά από δύο μήνες διαπραγματεύσεων με τις δυνάμεις του Άξονα (Γερμανία, Αυστροουγγαρία και Βουλγαρία) την περίφημη συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ. Με αυτή τη συνθήκη τερματιζόταν η συμμετοχή της Ρωσίας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρά της Τριπλής Συμμαχίας. Οι όροι της συμφωνίας ήσαν τρομερά επώδυνοι για τη ρωσική κυβέρνηση. Η Ρωσία παραχωρούσε τις χώρες της Βαλτικής στη Γερμανία και την περιοχή Καρς Ομπλάστ στον Νότιο Καύκασο στην Τουρκία. Επιπλέον, η Ρωσία ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει το αστρονομικό ποσό των έξι δισεκατομμυρίων χρυσών μάρκων ως αποζημιώσεις στη Γερμανία.
Αποτελούσε η υπογραφή αυτής της συνθήκης μία «κωλοτούμπα» των Μπολσεβίκων ή συνέχιση της πολιτικής τους;
Είναι αλήθεια ότι η αγκιτάτσια των Μπολσεβίκων, καθ' όλη τη διάρκεια του 1917, πρόβλεπε την έξοδο από τον πόλεμο και την υπογραφή μιας «έντιμης συνθήκης» με τη Γερμανία. Όμως ποτέ δεν είχαν δεχθεί ότι θα προέβαιναν σε εδαφικές παραχωρήσεις ή ότι θα κατέβαλαν πολεμικές αποζημιώσεις. Μάλιστα, όταν άρχισαν οι διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς, τα σχέδια τα οποία υπέβαλαν προέβλεπαν τον τερματισμό των εθροπραξιών και την απόσυρση των δυνάμεων του Άξονα. Κάτι το οποίο απλά απέρριψαν αμέσως οι Γερμανοί, οι οποίοι ευθύς εξαρχής ζητούσαν εδαφικές παραχωρήσεις και πολεμικές αποζημιώσεις.
Όμως τους γερμανικούς όρους απέρριπτε ασυζητητί η Κεντρική Επιτροπή των Μποσλεβίκων που μάλιστα υπό την επιροή της αριστερής αντιπολίτευσης (Νικολάι Μπουχάριν, Καρλ Ράντεκ) ζητούσε τη συνέχιση του πολέμου ως «Επαναστατικού Πολέμου» που, όπως πίστευαν, θα οδηγούσε σε ξεσήκωμα των προλετάριων στη Γερμανία. Ο μόνος που διαφωνούσε με τις απόψεις της πλειοψηφίας ήταν ο Βλαδίμηρος Ίλιτς που (για λόγους που θα εξηγήσουμε παρακάτω) ήταν υπέρ της άμεσης υπογραφής της συμφωνίας με οποιεσδήποτε παραχωρήσεις. Να σημειωθεί, επίσης, ότι και οι άλλες επαναστατικές δυνάμεις, όπως οι Μενσεβίκοι και οι Κοινωνικοί Επαναστάτες ήταν υπέρ της συνέχισης του πολέμου εναντίον των «Πρώσων βαρβάρων» όπως τους αποκαλούσαν.
Όμως, όπως είδαμε, οι Γερμανοί απέρριψαν τις προτάσεις των Μπολσεβίκων και ανέλαβαν άμεσα στρατιωτικές επιχειρήσεις. Μετά από μερικούς μήνες και μπροστά στον κίνδυνο ολοκληρωτικής κατάρρευσης της Επανάστασης η Κεντρική Επιτροπή των Μπολσεβίκων με πλειοψηφία ενός (!) συντάχθηκε με την άποψη του Λένιν και προχώρησε στην υπογραφή της συνθήκης του Μπρεστ-Λιτόφσκ. Στην ομιλία του ο Λένιν κάλεσε την ΚΕ να εγκαταλείψει τις «θεωρητικολογίες» και να υπογράψει τη συμφωνία, αν ήθελαν να διασφαλίσουν το μέλλον της Επανάστασης, με αποτέλεσμα να κατηγορηθεί για «κωλοτούμπα» τόσο φυσικά από τους αστούς που συντάσσονταν με τις αστικοδημοκρατικές δυνάμεις του Κερένσκι, όσο και τους επαναστάτες Μενσεβίκους και Κοινωνικούς Επαναστάτες.
Όμως, όπως είδαμε, οι Γερμανοί απέρριψαν τις προτάσεις των Μπολσεβίκων και ανέλαβαν άμεσα στρατιωτικές επιχειρήσεις. Μετά από μερικούς μήνες και μπροστά στον κίνδυνο ολοκληρωτικής κατάρρευσης της Επανάστασης η Κεντρική Επιτροπή των Μπολσεβίκων με πλειοψηφία ενός (!) συντάχθηκε με την άποψη του Λένιν και προχώρησε στην υπογραφή της συνθήκης του Μπρεστ-Λιτόφσκ. Στην ομιλία του ο Λένιν κάλεσε την ΚΕ να εγκαταλείψει τις «θεωρητικολογίες» και να υπογράψει τη συμφωνία, αν ήθελαν να διασφαλίσουν το μέλλον της Επανάστασης, με αποτέλεσμα να κατηγορηθεί για «κωλοτούμπα» τόσο φυσικά από τους αστούς που συντάσσονταν με τις αστικοδημοκρατικές δυνάμεις του Κερένσκι, όσο και τους επαναστάτες Μενσεβίκους και Κοινωνικούς Επαναστάτες.
Ήταν, όμως, «κωλοτούμπα»;
Όχι. Αντίθετα, ήταν μία πολιτική που απέρρεε και εντασσόταν πλήρως στη στρατηγική του «επαναστατικού ντεφετισμού» του Λένιν. Σύμφωνα με αυτή τη στρατηγική, εκείνο που προείχε ήταν να σταθεροποιηθεί στην εξουσία η νέα κυβέρνηση των Μπολσεβίκων. Αυτό που χρειαζόταν ήταν να της δοθεί «μία ανάσα», προκειμένου να εγκαθιδρύσει τις δομές που θα διαιώνιζαν την εξουσία της. Χρειαζόταν να έχει όλες τις δυνάμεις της διαθέσιμες ώστε να τις στρέψει στην εξόντωση των «πλουτοκρατών», των «ανθρώπων του χτες», των «κουλάκων» και γενικώς όλων αυτών που συγκροτούσαν τους «βρακ ναρόδνι» («Εχθρούς του Λαού») – στους οποίους συμπεριελήφθησαν όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και οι πρώην συναγωνιστές, όπως οι Μενσεβίκοι, οι Αναρχικοί, οι Κοινωνικοί Επαναστάτες οι ναύτες της Κρονστάδνης κ.ά. Μπροστά, λοιπόν, σε αυτόν τον στόχο ο Λένιν ήταν έτοιμος να κάνει κάθε είδους παραχωρήσεις στον «εξωτερικό» εχθρό. Ο ένας και μοναδικός στόχος ήταν η ολοκληρωτική καταστροφή του «εσωτερικού εχθρού».
Η συνθήκη, λοιπόν, με τους Γερμανούς και οι επαχθείς όροι που τη συνόδευαν επ' ουδενί λόγο δεν αποτελούσε «κωλοτούμπα», για την οποία τον κατηγορούσαν οι αφελέστατοι πολιτικοί του αντίπαλοι. Ήταν αντίθετα μία εξαιρετικά ευφυής κίνηση που του επέτρεψε να θέσει τα πανίσχυρα θεμέλια του καθεστώτος που ονειρευόταν.
(του Τάκη Μίχα)
(του Τάκη Μίχα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου