Άλλο ένα πολύτιμο ιστορικά δημοσίευμα του Γεωργίου Σκουλά!
Που με ώθησε να κάνω και το παρακάτω ιστορικό σχόλιο:
"Πολύ εύστοχη Γιώργο η γνώμη σου ότι :
"...δόθηκε η άδεια από τον Φωτιάδη πασσά, ώστε να «ρετουσαριστεί» η εικόνα του Διονύσιου σε Κρήτη, και Ελλάδα, και να σκεπαστούν υπό το πέπλο της εκκλησίας οι μεγάλες προδοσίες του, ώστε να γίνει αποδεκτός ως Οικουμενικός Πατριάρχης. Πράγματι το 1887, ο Διονύσιος καταλαμβάνει τον θρόνο του Οικουμενικού Πατριάρχη."... Όποιος έχει διαβάσει τα απομνημονεύματα των πρωτεργατών της επανάστασης (απομν. Κολοκοτρώνη, Μακρυγιάννη, μα και του ίδιου του Π.Π.Γερμανού) που ξεκίνησε στις 18 Μαρτίου 1821 στην Πελοπόννησο (στις 23 είχαν ήδη απελευθερωθεί Καλαμάτα και Πάτρα, όπου, στην πλατεία Αγ.Γεωργίου, τελέστηκε, 23 Μαρτίου, ευχαριστήρια δοξολογία με τον ΠΠΓερμανό...) καταλαβαίνει πολύ καλά και ποια ανάλογη σκοπιμότητα εξυπηρετεί η τεράστια διαστρέβλωση περί δήθεν κήρυξης της επανάστασης ...7 μέρες μετά την έναρξή της!!! Στις 25 και ...στην Αγ. Λαύρα τάχα! Κι επειδή η Ελλάδα είναι γεμάτη ανιστόρητους φανατικούς, όποιος αμφιβάλλει, ας ξεφυλλίσει τα απομνημονεύματα του ίδιου του Π.Π.Γερμανού (κυκλοφορούν από πολύ παλιά σε πολλές εκδόσεις) να διαπιστώσει πως έντιμα ποιών, πουθενά απολύτως ούτε αυτός δεν αναφέρει περί συναθροίσεως για λήψη απόφασης έναρξης επανάστασης στομοναστήρι της Αγίας Λαύρας. ϊσα ίσα αναφέρει (και αυτός, άλλοι πολύ πιο λεπτομερώς) πως αρχές Μαρτίου έγινε συνάθροιση για λήψη απόφασης από Κολοκοτρώνη και άλλους οπλαρχηγούς στην Βοστίτσα, σημερινό Αίγιο! Στην οποία, ως γνωστό σε όσους μελετούν λιγάκι την Ιστορία, ο Πατρών Γερμανός και οι περισσότεροι προεστοί και μητροπολίτες προέβαλαν πλείστες αντιρρήσεις και γιαυτό ο Κολοκοτρώνης, δεδομένης και της πρόσκλησης του πασά προς αυτούς να πάνε στην Τρίπολη να ...τους πει, έβαλε τον Σολιώτη και χτύπησε Τούρκους φοροεισπράκτορες, άρχισαν επεισόδια, και επέσπευσε την επανάσταση με κατάληψη Καλαμάτας, Πατρών, πολιορκία Τρίπολης κλπ ώστε όσοι προεστοί και εκκλησιαστικά στελέχη είχαν σκοπό να πάνε στον πασά, να αλλάξουν γνώμη αφού και οι δρόμοι ήταν κλεισμένοι μα και τα κεφάλια τους θα κινδύνευαν από τους εξαγριωμένους Τούρκους... Μα κι από τους επαναστάτες..."
Κ.Ντ.
TA ΠΡΩΤΑ ΜΝΗΜΟΣΥΝΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΕΣΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΡΚΑΔΙΟΥ.
Ο Γεώργιος Σκουλάς είναι ο συγγραφέας του βιβλίου "ΤΑ ΑΝΩΓΕΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ" ΤΟΜΟΣ Α΄. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΥΣΤΙΣ ΤΗΛ: 281034645
ΦΩΤΟ: Η εφημερίδα <<ΑΡΚΑΔΙΟΝ>> του Ρεθύμνου η οποία κάλυψε δημοσιογραφικά τα μνημόσυνα, τα έτη 1884 και 1885 σε Ρέθυμνο και Ιερά Μονή Αρκαδίου. Η Τουρκική διοίκηση για το λόγο αυτό έκλεισε την εφημερίδα.
Δεκαοκτώ χρόνια μετά την ανατίναξη της ιεράς μονής Αρκαδίου, το 1884, οι τουρκικές αρχές της Κρήτης δίνουν άδεια να τελεστεί μνημόσυνο στο Αρκάδι υπέρ αναπαύσεως της ψυχής των θυσιασθέντων. Διοικητής στην Κρήτη ήταν ο Φωτιάδης πασάς, ο πρώην πρέσβης της Τουρκίας στην Αθήνα κατά την περίοδο της επανάστασης του 1866 – 69. Ήταν αυτός που ειδοποίησε την τουρκική κυβέρνηση για την δεύτερη κάθοδο του Πετροπουλάκη στην Κρήτη, τον Νοέμβριο του 1868 με τα γνωστά αποτελέσματα. Το μνημόσυνο επαναλήφθηκε και την επόμενη χρονιά, 1885, και έκτοτε από τις πληροφορίες που έχω δεν επαναλήφθηκε ξανά.
Τα μνημόσυνα κάλυψε δημοσιογραφικά η εφημερίδα του Ρεθύμνου «ΑΡΚΑΔΙΟΝ». Οι Τούρκοι μετά το δεύτερο μνημόσυνο, το 1885, έκλεισαν την εφημερίδα και ο εκδότης της, εάν είναι σωστές οι πληροφορίες μου, αναγκάστηκε να αλλάξει τίτλο, εκδίδοντάς την πλέον ως «ΠΑΡΡΗΣΙΑ».
Όπως θα δει ο αναγνώστης, ως πυρπολητής τιμήθηκε ο ηγούμενος Γαβριήλ. Παρόλο που όλοι γνώριζαν, κυρίως οι διασωθέντες του Αρκαδίου, που παρακολούθησαν τις τελετές, ότι ήταν νεκρός πριν εισβάλλουν οι Τούρκοι στην Μονή. Άρα δεν θα μπορούσε να είναι ο πυρπολητής. Γιατί σιώπησαν; Γιατί ανέχθηκαν αυτή την εξόφθαλμη διαστρέβλωση της πραγματικότητας; Τι τους εμπόδιζε να αντιδράσουν; Τι πιέσεις τους ασκήθηκαν για να σιωπήσουν;
Όπως έχουμε ξαναδεί, τα χωριά του Μυλοποτάμου αντέδρασαν στην διαστρέβλωση αυτή και δεν συμμετείχαν στα μνημόσυνα αυτά, αλλά μαζεύονταν στο σπήλαιο του Μελιδονίου κάθε 25 Μαρτίου, ημέρα της εθνικής εορτής, και τιμούσαν τους νεκρούς της επαρχίας, από το 1821 έως και την επανάσταση του 1866 – 69, τιμώντας τον Μανώλη τον Σκουλά, ως πυρπολητή. Η τελετή αυτή συνεχίστηκε και επί κρητικής πολιτείας και ατόνισε μετά την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, λόγω της μακροχρόνιας εμπόλεμης κατάστασης που ακολούθησε.
Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι δόθηκε η άδεια από τον Φωτιάδη πασσά, ώστε να «ρετουσαριστεί» η εικόνα του Διονύσιου σε Κρήτη, και Ελλάδα, και να σκεπαστούν υπό το πέπλο της εκκλησίας οι μεγάλες προδοσίες του, ώστε να γίνει αποδεκτός ως Οικουμενικός Πατριάρχης. Πράγματι το 1887, ο Διονύσιος καταλαμβάνει τον θρόνο του Οικουμενικού Πατριάρχη.
ΕΦ. «ΑΡΚΑΔΙΟΝ»
Μνημόσυνον επιφανές ετελέσθη εν τη ημετέρα πόλει τη παρελθούση Πέμπτη, επετείου της ολοκαυτώσεως του Αρκαδίου, υπέρ των εν τη ιερά Μονή και τη λοιπή Κρήτη πεσόντων υπέρ πίστεως και πατρίδος.
Ιερόν το μνημόσυνον τούτο τη ημέρα ταύτη τελούμενον. Διότι ο μεν αγών του 1866 εδόξασεν την Κρήτην, και περιέβαλλεν αυτήν με κλέος αιώνιον∙εκείνο δ’ όπερ ενέπλησεν ενθουσιασμού πάσαν καρδίαν ελληνικήν ή φιλέλληνα, εκείνο όπερ εκίνησε τον θαυμασμόν και αυτών των εχθρών μας ήτο το Αρκάδιον. Αρκάδιον! Όνομα γλυκύ, όνομα πλήρες ποιήσεως, πλήρες δόξης, όνομα αναπνέον ανδρείαν και ηρωισμόν απαράμιλλον, όνομα διεγείρον ενθουσιασμόν εις τα στήθη παντός Έλληνος! Άγιον θυσιατήριον, εν ώ προσηνέχθη η εγκαρδιωτέρα προς τον Θεόν και την πατρίδαν θυσία! Τόπος εκλεκτός ένθα ο χριστιανισμός έδωκε ράπισμα φοβερόν εις την βαρβαρότητα! Εις το πυρ τριάκοντα χιλιάδων φονικών όπλων αντέταξαν τα γενναία στήθη των διακόσιοι πεντήκοντα ήρωες φρουρούντες την Μονήν και προστατεύοντας 1500 γυναίκας και παίδας. Αγών απεγνωσμένος! Επολέμησαν ως λέοντες. Ορκίσθησαν εκεί ν’ αποθάνωσι. Έρεε το αίμα των∙ έσβηνεν η ζωή των, αλλ’ εμάχοντο. Και αι γυναίκες εβοήθουν τους μαχητάς και ενεθάρρυνον αυτούς! Ήλθε το τέλος. Υπερίσχυσεν ο αριθμός, τα τηλεβόλα ηνέωξαν ρήγματα και αι φάλαγγες των εχθρών εισήλασαν εις τον περίβολον.
Απελπισία. Ξιφήρης τότε ο φρούραρχος Δημακόπουλος και ο αρχηγός Κούβος ώρμησαν και θανατώσαντες όσους ηδυνήθησαν έπεσαν και αυτοί θανατωθέντες. Ωρκίσθησαν εκεί ν’ αποθάνωσι. Πιστός εις τον όρκον σου, ανδρείε στρατιώτα του Ευαγγελίου αοίδημε Γαβριήλ, έσπευσας κρατών εις την χήραν σου φλόγα, ήτις έμελλε ν’ αναβιβάση εις τα ουράνια Σε και πάντας τους εκεί συνηγμένους λάτρεις του Ιησού. Θαρραλέος και ενθουσιών έρριψας την φλόγαν εις την πυρίτιδα, και διά του θανάτου εκείνου απέκτησας μετά των λοιπών την αθανασίαν . Ο τρομερός κρότος αντήχησεν εις της οικουμένης τα πέρατα και αι θλίψεις των υπό τα δεσμά της δουλείας στεναζόντων εκραύνθησαν, και εφοβήθησαν της γης οι δυνάσται.
Κλίνωμεν το γόνυ προ του υπερανθρώπου και υψηλού εκείνου δράματος, και προσκυνήσωμεν το μυστήριον, όπερ ετελέσθη εν τω ιερώ εκείνω τόπω. Κλίνωμεν το γόνυ, και μετ’ ευλαβείας θρησκευτικής μνημονεύσωμεν των υπέρ πίστεως και πατρίδος αποθανώντων. Μνημονεύομεν των αγώνων και θυσιών Σας, Άγιοι Μάρτυρες, και υμνούμεν τα υπερύμνητα έργα Σας, και προσκυνούμεν τους τόπους, εις ντους οποίους κείνται τα οστά Σας.
Σεις υπήρξατε οι λεοντόθυμοι σκαπανείς του μέλλοντος ημών. Σεις ωραίσατε την ιστορίαν της Κρήτης μας. Σεις ατρόμητοι μονομάχοι, ετιμήσατε και εδοξάσατε το όνομα του Κρητός. Σεις εχύσατε υπέρ ημών το τίμιον αίμα Σας, και περιβληθέντες του μαρτυρίου τον αμάραντον στέφανον, κατελείπετε ημάς εκτελεστάς της διαθήκης των προπατόρων μας. Ω Σεις, ένθεσι λάτρεις της αμώμου ημών πίστεως και της ελευθερίας, οίτινες ενδυθέντες την στολήν των αγγέλων ανήλθετε εις τον ουρανόν και ελάβετε την ευλογίαν του παντοκράτορος, καταπέμψατε ημίν άνωθεν τας ευλογίας υμών και ενισχύσατε ημάς εις ευώδωσιν του έργου ημών.
Εν τη Εκκλησία.
Τα της τελετής του μνημοσύνου έχουσιν ως εξής.
Τη 9η πρωϊνή ώρα της παρελθούσης Πέμπτης 8ης Νοεμβρίου ημίσειαν ώραν μετά την ιεράν λειτουργίαν, οι κώδωνες του ναού πενθίμως ηχήσαντες εκάλεσαν τους χριστιανούς εις το μνημόσυνον. Και άνδρες και γυναίκες, και μικροί και μεγάλοι έσπευσαν εις την εκπλήρωσιν καθήκοντος ιερού. Εν τω μέσω του Ναού είχε στηθή, ωραίον κενοτάφιον επί του οποίου ανηγείρετο οβελίσκος. Επί της εμπροσθίας προσόψεως του οβελίσκου εντός στεφάνου ήσαν γεγραμμένα «8η Νοεμβρίου 1866».
Κάτωθι δε του στεφάνου «Γαβριήλ, Δημακόπουλος και οι συν αυτοίς». Επί της οπισθίας προσόψεως του οβελίσκου «των γενναίων της πατρίδος μαχητών αγήρως η μνήμη».
Επί των δύο πλαγίων προσόψεων του οβελίσκου και άνω των επιγραμμάτων της τα εμπροσθίας και οπισθίας προσόψεως κοσμήματα κατάλληλα επηργυρωμένων.
Επί δε των τεσσάρων προσόψεων του κενοταφίου εντός στεφάνων αι χρονολογίαι 1821, 1841, 1858 και 1878.
Προς τα δεξιά του οβελίσκου ήτο ανηρτημένη σημαία μέλαινα φέρουσα το επίγραμμα:
«κλεύσεται ποτ’ ήμαρ»
Προς δε τα αριστερά του οβελίσκου κυανόλευκος φέρουσα το επίγραμμα:
«Αμύνεσθε περί Πάτρης».
Αι λαμπάδες ανήφθησαν και η τελετή ήρξατο. Πρώτος προσήλθεν ο Αρχιερεύς εις το κενοτάφιον καταθέσας τον στέφανον του Συλλόγου Ρεθύμνης. Είτα δ’ ο εις μετά τον άλλον οι αντιπρόσωποι διαφόρων σωματείων και συντεχνιών καταθέτοντες στεφάνους εκ δάφνης με ταινίας κυανάς και λευκάς.
Κατέθεντο δε στεφάνους:
1) Ο εν Ρεθύμνη σύλλογος αι «Μούσαι».
2) Οι αγωνισταί του 1821.
3) Η σπουδάζουσα Νεότης (εξ ανθέων).
4) Το παρθεναγωγείον Ρεθύμνης.
5) Η Τμηματική εφορία Ρεθύμνης.
6) Η Χριστιανική Δημογεροντία Ρεθύμνης.
7) Τα Χριστιανικά μέλη του Πρωτοδικείου Ρεθύμνης.
8) Η Δημοτική Σχολή Ρεθύμνης.
9) Τα Χριστιανικά μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Ρεθύμνης.
10) Το σωματείον των εν Ρεθύμνη εμπόρων.
11) Η Συντεχνία των χρυσοχόων, σιδηρουργών και χαλκέων.
12) Η Συντεχνία των υποδηματοποιών.
13) Η Συντεχνία των μαραγκών και βαρελοποιών.
14) Η Χριστιανική κοινότης και ο Κρητικός φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Ηρακλείου.
15) Τα Χριστιανικά μέλη του Δικηγορικού Συλλόγου Χανίων.
16) Τα Χριστιανικά μέλη του Γενικού Διοικητικού Συμβουλίου και του Εφετείου Κρήτης.
17) Αι Επαρχίαι Κυδωνίας, Κισσάμου, Σφακίων και Αποκορώνου.
18) Η Εφημερίς «Αρκάδιον».
Μετά την κατάθεσιν των στεφάνων, ήρξατο ψαλλόμενη η νεκρώσιμος ακολουθία, ταύτης δε περαιωθείσης ο θεοφιλέστατος Επίσκοπος ημών κ. Ιερόθεος διά λόγου συγκινητικωτάτου εξήρε μεν το έργον και την θυσίαν των υπέρ ών το μνημόσυνο, πολλάς δ’ ενθέρμους ευχάς ανέπεμψεν εις τον Ύψιστον υπέρ της πατρίδος.
Και ούτω έληξεν η εν τη Εκκλησία τελετή εν τω μέσω βαθύτατης συγκινήσεως και θαλερών δακρύων.
Εν τω Σχολείω.
Κατά το υπό του Συλλόγου εκδοθέν πρόγραμμα την εσπέραν έμελλον ν’ απαγγελθώσι λόγοι προσήοντες τη περιστάσει εν τη Δημοτική των αρρένων Σχολή. Η Σχολή αύτη διεσκευάσθη μετά πολλής φιλοκαλλίας και λαμπρότητος. Άνωθεν της έδρας ήν ανηρτημένη η νεικών του αοιδίμου Γαβριήλ, εκατέρωθεν δε αι εικόνες των βασιλέων Γεωργίου και Όλγας. Εικών επίσης παριστώσα τον Πατριάρχην Γρηγόριον προσευχόμενον, έτερα δε παριστώσα αυτόν απαγώμενον εις την αγχόνην. Κύκλω ανηρτήθησαν οι επί του κενοταφίου κατατεθέντες στέφανοι. Ένθεν και ένθεν της έδρας αι δύο σημαίαι, αίτινες ήσαν εκατέρωθεν του οβελίσκου. Διάφοροι δ’ άλλας εικόνες παριστώσαι το δράμα του Αρκαδίου και άλλας σκηνάς του ιερού αγώνος και κλάδοι δάφνης εκόσμουν την αίθουσαν. Άπασαι αι θέσεις κατελήφθησαν, πλείστοι ίσταντο, και ο περίβολος ήν πλήρης ανθρώπων. Οι δ’ εκ της πόλεως εις το εν Μονή Μνημόσυνον μεταβάντες επανήλθον ίνα παρευρεθώσιν εν τη τελετή ταύτη. Και πρώτον μεν χορός παίδων έψαλλεν υπό την διεύθυνσιν του διδασκάλου δύο άσματα. Είτα δ’ απηγγέλθησαν οι λόγοι, και μετ’ αυτούς το «Αρκάδιον» του αοιδίμου ποιητού Δ. Παπαρρηγόπουλου. Απήλθον δε μετά το τέλος άπαντες εν άκρα συγκινήσει ευχόμενοι τη φίλη πατρίδι τα βέλτιστα.
Την δε τελετή του εν τη Μονή μνημοσύνου περιγράφει ως εξής ο εκή παραστάς φίλος Φοίνιξ.
Η εν Αρκαδίω πάνδημος εορτή.
Επιφανεστάτη εορτή ετελέσθη τη 8η Ν/βρίου σε εν τη ιερά και ενδόξω του Αρκαδίου Μονή και οία ουδέποτε άλλοτε εν Κρήτη.
Ο ευπαίδευτος ηγούμενος της Ιεράς Μονής Γαβριήλ Μαναρής προσεκάλεσεν εν τω ιερώ εκείνω και τετιμημένων περιβόλω πάντας τους πιστούς, άρχοντας και ιδιώτας ίνα προσέλθουσι και αναπέμψωσι τας ευχάς αυτών προς τον ύψιστον υπέρ των γενναίων εκείνων οίτινες έχυσαν εκεί μαρτυρικώς το αίμα των ίνα αναστήσωσι την πατρίδα.
Ο ιδιότροπος Νοέμβριος, ο μην ούτος όστις παρέδωκε την ιεράν Μονήν και τους εν αυτή γενναίως αγωνισαμένους προμάχους εις την αθανασίαν, ο μην ούτος καθ’ όν η φύσις απεκδυομένη την λαμπράν στολήν της περιβάλλεται τον πένθιμον χειμερινόν χιτώνα της, εφάνη ευμενής και ήπιος τη ημέρα εκείνη και παρέσχεν ημίν την πολύτιμον ευκαιρίαν ίνα μεταβώμεν και προσκυνήσωμεν ευλαβώς τα σεπτά λείψανα των προμάχων της πατρίδος.
Άμα τω μεγάλω αγγέλματι αι καρδίαι πάντων ηλεκτρίσθηκαν αναμνησθέντων ημερών τιμής και δόξης αλλά και δοκιμασιών, πίκρας και βασάνων μεστών.
Διοικητικοί Σύμβουλοι, πρωτοδίκαι, τα μέλη της Σ. Χριστ. Δημογεροντίας Ρεθύμνης, δημοτικοί σύμβουλοι της πόλεως, βουλευταί, οι πλείστοι των δημάρχων του τμήματος, πάντες οι επιζήσαντες εκ της φοβεράς εκείνης καταστροφής, πλείστοι αγωνισταί και αρχηγοί επαναστάσεων, οι γονείς, οι συγγενείς και οι φίλοι των αγίων εκείνων μαρτύρων, πολλοί εκ της πόλεως Ρεθύμνου και ουκ ολίγοι άνδρες εκ των πέριξ επαρχιών, προσέδραμον αθρόοι, πλήρεις συντριβής καρδίας, ίνα παραστώσι κατά την επέτειον του φοβερού εκείνου δράματος, και ευχηθώσι υπέρ των πεσόντων εκεί στέφανω δάφνης τον τάφον των γενναίων και ευχηθώσιν υπέρ της πατρίδος.
Η ιερά Μονή ήτο ενδεδυμένη τα εορτάσιμα. Η μεγαλοπρεπής και επιβάλλουσα όψις του ιερού εκείνου περιβάλου εγέννα εν τη ψυχή του προσκυνητού μυρία συναισθήματα. Ο τάφος της ενδόξου φρουράς δαφνοστεφής εις απόστασιν διακοσίων περίπου μέτρων εκτός της ιεράς Μονής υψηλά, υψηλά υπερήφανος περιέκλειε τα λείψανα των ανδρών εκείνων οίτινες υπερδιακόσιοι μόλις έταξαν τα στήθη των κατά της δυσμυρίου φάλαγγας του εχθρού, ομόσαντες τον άγιον των πατέρων όρκων «ελευθερία ή θάνατος».
Η βορεία πύλη αυτή εκείνη ήτις φεύ! Ηναγκάσθη να πέση τέλος εις μυρία συντρίμματα υποκύπτουσα εις το φοβερόν διήμερον πύρ των εχθρικών πυροβόλων ήτο εστολισμένη ως νύμφη και με ανεπεταμένην αγκάλην προσεκάλει τον λαόν εις προσευχήν. Επί του ανωφλίου εσημαίνετο δια μύρτου η ιστορική πλέον ημέρα της 8ης Ν/βρίου του 1866 και ανωτέρω έτι το σεπτόν του Αρκαδίου όνομα.
Εκεί αφιππεύσουσι πάντες: διότι ουδ’ αν αυτοκράτωρ ή πατριάρχης ή προσκυνητής δύναται να εισέλθη έφιπος εις τον ιερόν χώρον. Μετέβημεν πρώτον εις τον τάφον και προσεκυνήσαμεν τα σεπτά λείψανα των γενναίων προμάχων. Ο σεβασός ηγούμενος και οι άγαν φιλόξενοι μοναχοί εδεξιούντο τους προσκυνητάς, οίτινες παρέστησαν εις τον εσπερινόν και ο ιερεύς ηύξατο μετά κατανύξεως «υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των ενταύθα υπέρ πίστεως πατρίδος και ελευθερίας πεσόντων αδελφών ημών».
Η εσπέρα εκείνη παρήλθε μεστή συγκινήσεων. Εκεί ηδύνατο τις να ίδη και να ακούση τους ολίγους εκείνους σεβαστούς άνδρας ών η μοίρα δεν ηυδόκησε να συναποθάνωσι μετά των λοιπών. Εκεί ηδύνατο τις να ακούση τα φοβερά επεισόδια του μεγάλου εκείνου δράματος. Μετά συγκεκινημένης καρδίας διηγούντο οι άνδρες εκείνοι τον διήμερον εκείνον φρικαλέον αγώνα και μετά δακρύων ηκροώντο πάντες τας φοβεράς σκηνάς. Η εσπέρα κείνη παρήλθε τέλος.
Ότι δε η ροδοδάκτυλος ηώς, ήρξατο υποφώσκουσα το σήμαντρον προσεκάλει τους πιστούς εις προσευχήν. Πάντες ηγέρθησαν και μετά κατανύξεως μετέβησαν εις το ιερόν θυσιαστήριον.
Όποια συγκίνησις, οπόσα δάκρυα. Εις το μέσον του ιερού ναού επί πολυτελούς τραπέζης ένθεν και ένθεν της οποίας ήσαν αργυρά λαμπαδοπήγια, έκειτο το κόλλυβον της γενναίας φρουράς . Άνω του κολλύβου ίστατο επί του ιστού της υπερήφανος η ιερά σημαία της φρουράς , ο μάρτυς εκείνος του φοβερού δράματος, το ιερόν εκείνο κειμήλιον, το σεβαστόν λάβαρον της παλιγγενεσίας ημών. Ράκος ούτως ειπείν, αλλά ράκος πολυτιμότερον βασιλικής πορφύρας∙ Αι εχθρικαί σφαίραι έχουσαι διατρήση αυτήν πανταχού, είνε αυτό τούτο «κόσκινον» κατά την κοινήν έκφρασιν. Πόσα αναμιμνήσκει προς ημάς το ιερόν εκείνο κειμήλιον! Διεσώθη εκ των χειρών του εχθρού και υπερήφανος εκάλυπτε το κόλλυβον των προμάχων αυτής.
Αλλ’ η συγκίνησις εκορυφώθη μετά το τέλος της λειτουργίας ότε ήρξαντο η νεκρώσιμος αίτησις. Κηρία διανεμήθησαν εις τον λαόν και ο ηγούμενος μετά της συνοδίας αυτού και των παρευρεθέντων ιερέων, ήρξατο της ακολουθίας. Οποία στιγμή∙ οι εκ της φοβεράς καταστροφής επιζήσαντες ολίγοι ανελώθησαν εις δάκρυα, οι γονείς, οι αδελφοί, οι φίλοι και οι συγγενείς αυτών αγέρωχοι αλλά συγκεκινημένοι έχυσαν άφθονα δάκρυα∙ ουχί δάκρυα λύπης επί τω θανάτω των, αλλά δάκρυα χαράς, επί τη δόξη μεθ’ ής εστεφάνωσεν αυτούς η πατρίς.
Οι αγωνισταί συνεκινήθησαν ωσαύτως αναμνησθέντες παλαιών ημερών και τα δάκρυα πάντων έρραινον το κόλλυβον.
Εκκαίδεκα στέφανοι δάφνης κατατέθηκαν επί του κολλύβου.
Την πρώτην θέσιν τούτων κατείχεν ο της ιεράς Μονής μέγας στέφανος μετά της επιγραφής. «Η ιερά Μονή Αρκαδίου τοις γενναίοις προμάχοις» είτα είποντο Στέφανος των αγωνιστών μετά της επιγραφής «οι Κρήτες αγωνισταί τη γεναία φρουρά Αρκαδίου».
Στέφανος των εν Αθήναις Κρητών μετά της επιγραφής «οι εν Αθήναις Κρήτες τοις εν Αρκαδίω πεσούσι» πολυτιμώτατος εκ τεχνητών ανθέων πεπλεγμένων μετά παλμών εθνικής συγκινήσεως στέφανος του λαού της Κρήτης μετά της επιγραφής «οι ευγνωμονούντες Κρήτες τοις εν Αρκαδίω και αλλαχού της Κρήτης πεσούσιν αδελφοί Έλλησιν».
Τέσσαρες στέφανοι εκ των τεσσάρων επαρχιών της Κρήτης, Μυλοποτάμου, Ρεθύμνης, Αμαρίου, και Αγίου Βασιλείου μετά των επιγραφών «τοις εν Αρκαδίω γενναίοις αγωνισαμένοις και πεσούσι». Των Επαρχιών εκείνων αίτινες απώλεσαν τους πλείστους άνδρας κατά την ιεράν ολοκαύτωσιν.
Στέφανος της Χριστ. Δημογεροντίας Ρεθύμνης μετά τη επιγραφής «τοις εν Αρκαδίω και αλλαχού της Κρήτης πεσούσιν Έλλησι και Φιλλέλλησιν».
Στέφανος εκ μέρους των λειτουργών, της παιδείας μετά της επιγραφής «ο διδασκαλικός κλάδος τοις εν Αρκαδίω εγενναίως υπέρ πίστεως, πατρίδος, και ελευθερίας αγωνισαμένοις και πεσούσιν».
Έτερος εκ μέρους των χριστιανών βουλευτών του τμήματος Χανίων μετά της επιγραφής «οι Χριστιανοί βουλευταί του τμήματος Χανίων τοις εν Αρκαδίω πεσούσιν ήρωσιν».
Στέφανος εκ μέρους των Χριστιανών βουλευτών του τμήματος Ρεθύμνης μετά της επιγραφής «οι χριστιανοί βουλευταί του τμήματος Ρεθύμνης τοις εν Αρκαδίω πεσούσιν ήρωσιν».
Είτα είπετο στέφανος εκ μέρους της χριστ. Κοινότητος και του φιλεκπαιδευτικού συλλόγου Ηρακλείου μετά της επιγραφής «ο φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος και η χριστ. Κοινότης Ηρακλείου τη γενναία φρουρά Αρκαδίου».
Έτερος εκ μέρους των χριστ. λειτουργών της Θέμιδος μετά της επιγραφής «οι χριστ. λειτουργοί της Θέμιδος τοις ηρωϊκώς εν Αρκαδίω πεσούσι προμάχοις».
Είτα της νεολαίας μετά της επιγραφής «η ευγνωμονούσα νεότης τοις εν Αρκαδίω γενναίως πεσούσιν».
Και τέλος εκ μέρους των συντεχνιών της πόλεως Ρεθύμνης μετά της επιγραφής «αι συντεχνίαι της πόλεως Ρεθύμνης τοις εν Αρκαδίω ήρωσιν».
Τοιαύτοι ήσαν οι κατατεθέντες στέφανοι. Μετά το τέλος της αιτήσεως υπέρ αναπαύσεως των ψυχών της γενναίας φρουράς, εγένετο επισημότατη και λίαν επιβλητική η έξοδος του λαού και η μετάβασις προς τον τάφον∙ της ακολουθίας προηγείτο υπερήφανος η ιερά και ένδοξος του Αρκαδίου σημαία ήν έφερεν εις των πρωταγωνιστησάντων εν τω φοβερώ εκείνω δράματι ο επιζήσας ήρως Νικόλαος Βενιανάκης∙ μετ’ αυτήν είποντο τα εξαπτέρυγα∙ αμέσως κατόπιν ο ηγούμενος μετά των μοναχών και ιερέων φέρων δια μεν της δεξιάς την ποιμαντορικήν ράβδον δια δε της ετέρας τον επιβλητικόν της ιεράς Μονής στέφανον∙ είτα έπετο ο στέφανος των αγωνιστών όν συνώδευον πλείστοι αγωνισταί, γεραρά της πατρίδος τέκνα, πλήρη συγκινήσεως∙ μετά ταύτα πολύτιμος στέφανος των εν Αθήναις Κρητών όν κατετέθηκε επί του τάφου ο ηγούμενος∙ είτα ο στέφανος των υπέρ της πατρίδος ημών πεσόντων αδελφών Ελλήνων∙ κατόπιν ο της Σ. Χριστ. Δημογεροντίας Ρεθύμνης, όν έφερον οι δημογέροντες∙ μετ’ αυτών οι στέφανοι Μυλοποτάμου, Ρεθύμνης, Αμαρίου, και Αγίου Βασιλείου συνοδευόμενοι υπό των δημάρχων και άλλων επιφανών προσώπων. Μετ’ αυτόν οι στέφανοι των βουλευτών Ρεθύμνης και Χανίων ούς έφερον οι παρευρεθέντες βουλευταί. Μετά τούτον ο στέφανος της Χριστ. Κοινότητος και του φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ηρακλείου, όν έφερον επιτετραμμένον πρόσωπον. Κατόπιν ο του διδασκαλικού κλάδου συνοδευόμενος υπό των διδασκάλων. Είτα είπετο ο των λειτουργών της Θέμιδος παρακολουθούμενος υπό των παρευρεθέντων δικηγόρων και δικολάβων∙ μετά τούτου ο της νεότητος συνοδευόμενος υπό νέων σφιγώντων προς μεγάλα έργα∙ και τέλος ο των συντεχνιών συνοδευόμενος υπό Ρεθυμνίων διαφόρων επαγγελματιών και όπισθεν αυτών ο λαός.
Εν τοιαύτη τάξει μετέβησαν πάντες εις τον τάφον. Η είσοδος του κοιμητηρίου ανεώχθη και εκεί επάνω εις τα οστά των γενναίων εψάλη και Δευτέρα αίτησις πλήρης συγκινήσεως∙ επ’ αυτού δε εκυμάτιζεν αγέρωχος η σημαία, καλύπτουσα τα οστά των προμάχων της.
Μετά την αίτησιν εξεφωνήθη επί του τάφου ο πανηγυρικός της ημέρας υπό του κ. Ν. Παλιεράκη καθηγητού και κατάλληλον ποίημα υπό του κ. Γεωρ. Σκουλούδη δικηγόρου∙ Εν τη εκκλησία εξεφώνησε προηγουμένως κατάλληλον λόγον ο κ. Ιάκωβος Πλουμής ιεροδιάκονος.
Μετά ταύτα ο ηγούμενος συγκεκινημένος μέχρι δακρύων επλησίασε προς τον τάφον και κατέθηκε τον στέφανον της Ιεράς Μονής προσφωνήσας τάδε. «Πολυύμνηστε διδάσκαλε μου Χατζή Γαβριήλ και υμείς γενναίοι μάρτυρες οι μετ’ αυτού συναγωνισάμενοι και πεσόντες ενταύθα υπέρ της πατρίδος. Εστρέψατε στεφάνω αμαράντω την ιεράν ταύτην Μονήν διο και αύτη στέφει ημάς σήμερον∙ ετιμήσατε την πατρίδα διό και η πατρίς τιμά υμάς. Αιωνία η μνήμη υμών και το κλέος αϊδιον».
Κατόπιν δ’ ο ηγούμενος λαβών τον εξ Αθηνών αποστελλόμενον στέφανον εκ μέρους των εκεί παρεπιδημούντων Κρητών προσεφώνησε τάδε «δέχθητε άγιοι μάρτυρες τον στέφανον τούτον όν οι μακράν ημών διαμένοντες αδελφοί αποστέλλουσιν υμίν μετά παλμών συγκινήσεως ως αϊδιον ευγνωμοσύνης φόρον»∙ οι αδελφοί ημών αύτοι οι μακράν της πεφιλημένης πατρίδος διαμένοντες προσφωνούσι δι’ εμού∙ τη ιερά υμών σκιά τάδε. Μεθ’ ό απήγγειλε την επομένην προσφώνησιν αποσταλείσαν υπ’ αυτών.
Άγιοι Μάρτυρες, οι εν Αρκαδίω ηρωϊκώς πεσόντες την ογδόην Νοεμβρίου 1866 υπέρ του Ελληνικού μεγαλείου και της Κρητικής ελευθερίας πιστοί εις τον προαιώνιον όρκον των πατέρων∙ αποκαλύπτομεν τας κεφαλάς, κλίνομεν γόνυ ευσεβώς και προσκυνούμεν τα άγια υμών οστά, τον ασάλευτον τούτον εις τον αιώνα θεμέλιον της ελευθερίας της γενετείρας ημών ταύτης νήσου και ημείς οι εν τη πρωτευούσης της ελευθέρας πατρίδος παρεπιδημούντες αδελφοί!
Υμνούντες τα αθάνατα τρόπαια υμών εκείνα, γεραίροντες τας απαραμίλλους της ανδρείας και φιλοπατρίας αρετάς υμών εκείνας, παραδίδομεν τα ονόματα Υμών, Άγιοι Μάρτυρες του Αρκαδίου μετά πάντων των πεσόντων κατά τον μέγιστον εκείνον Κρητικόν αγώνα εις την αθανασίαν της εθνικής ευγνωμοσύνης και την αιώνιον λατρείαν των επιγινομένων της Κρήτης γενεών! Ομνύοντες δ’ επί τω αγίων ημών οστέων τούτων ότι πιστώς και απαρασαλεύτως θα τηρήσωμεν εν ταις καρδίαις αι επιγενόμεναι της Κρήτης γενεαί ακοίμητον το πυρ του ιερού όρκου υμών καταθέτομεν σήμερον ευλαβώς επί του αγίου υμών τάφου τούτου στέφανον αθανάτου δόξης και τιμής αϊδίου, όν επλέξαμεν μετά των ευγενεστέρων εθνικών πόθων και παλμών της καρδίας.
Μετά ταύτα προσήρχοντο κατά σειράν πάντες οι παρακολούθου τους στεφάνους και εις την κατάθεσιν εκ ου προσεφωνούντο κατάλληλοι προσλαλίαι.
Ούτως ήξεν η μεγάλη αύτη και πάνδημος τελετή∙ έκτη συγκινήσεων και αισθημάτων παντοίων. Μετά ταύτα το σήμαντρον προσεκάλεσε τους προσκυνητάς εις κοινήν τράπεζαν όπου προπόσει διάφοροι υπέρ της πατρίδος άσματα ηρωϊκά εξυμνούντα τας αρετάς των πατέρων επεσφράγισαν το επίσημον της ημέρας.
ΦΟΙΝΙΞ.
ΑΡΚΑΔΙΟΝ
ΕΝ ΡΕΘΥΜΝ ΤΗ 24 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1884. ΑΡ. 9. Σελ
Λόγος απαγγελθείς εν τη Εκκλησία της Ιεράς Μονής Αρκαδίου τη 8η Νοεμβρίου υπό του ιεροδιακόνου κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΠΛΟΥΜΗ.
Αποσπάσματα
«… Τα ίχνη των προκατόχων του ακολουθών πιστώς κα ο ηγούμενος ΓΑΒΡΙΗΛ ανεμίχθη αμέσως εις την επανάστασιν του 1866 και την επιτροπήν του τμήματος συγκεντρώσας τον ιερόν τούτον τόπον, αδιαφορήσας παντάπασι περί της επικείμενης καταστροφής, απεφάσισε, μετά της περί εαυτόν ιεράς Συνοδίας να ανεγείρη βωμόν της ελευθερίας, βωμόν της δόξης και της τιμής».
«… Σύ, όθεν Ηγούμενε της Μονής ταύτης Γαβριήλ, συ Δημακόπουλε, συ Άνθιμε ιερομόναχε Λουρωτέ όστις πληγωμένος ών εξηκολούθεις μαχόμενος, σεις οι λοιποί Σαουνάτσε Γεώργιε, Εμμανουήλ Σκουλά ευκλεή γόνε της ηρωϊκής γενεάς των Σκουλάδων, Γεώργιε Πορτάλιε, Ιωάννη Κούβε, Κυριάκε Βαλέριε, Δημήτριε Κοκκινοδημήτρη, Χαιρέται Γεώργιε και Ζαχαρία Δασκαλάκη, σεις πάντες οι ενταύθα και έξοθεν της Μονής ταύτης πεσόντες υπέρ πατρίδος. Συ ηρωϊκέ Παύλε Ντεντιδάκη, όστις ικανώς αθλήσας παραδίνων το πνεύμα, παρέδωκας την Στρατιωτικήν αρχηγίαν του Μαλεβυζίου εις τον Λεοντόκαρδον Ηρακλέα Κοκκινίδη, Σύ Παπά Νικόλαε Κρανιώτη, Σταυριανέ Μαλικούτση, Γεώργιε και Αντώνιε Δασκαλάκη, Χατζή Παναγιώτη, Κυριάκε Φρουδαράκη, Σύ Σαβόπουλε, Κωνσταντίνε Καμπουράκη, Κωνσταντίνε Τιρτιράκη, Σύ γενναιόψυχε ιεροδιάκονε Ευμένιε, παππά Μιχαήλ Σκουλά, συ Πραϊδη και πάντες οι αρχηγοί και στρατιώται υπέρ ών τελείται το ιερόν τούτο μνημόσυνον, Σεις λέγω πάντες οίτινες ηξιώθητε τον αμάραντον στέφανον της δόξης, διηθήτε προς τον ύψιστον και υπέρ ημών των επιζώντων και υπέρ της φιλτάτης πατρίδος, εμπνεύσατε και εις ημάς τον φλογερόν εκείνον και ένθεον ζήλον της ελευθερίας όν υμείς εμφορούμενα περιεφρονήσατε πάντα τα αγαθά της γης και όντως ηξιώθητε να συναιρφαίνησθε μετά των αγίων μαρτύρων της πίστεως και της πατρίδος.
Είπατε εις την Μεγάλην εκείνην γενεάν του ’21 ότι η πατρίς ημών μένει εισέτι υπό το βάρος της μαύρης δουλείας και ότι δεν θα παύσωμεν ποτέ ευγνωμονούντες προς αυτούς και ενεργούντες υπέρ της τελειώσεως του υψηλού έργου όπερ αφήκεν εις ημάς κληρονομίαν.
Ημείς δε αδελφοί εν τη ιερά ταύτη σιγή ας ακουσθή, μία φωνή, η φωνή των καρδίων μας.
Αιωνία η μνήμη των υπέρ πατρίδος πεσόντων αδελφών ημών Χριστιανών!
Αιωνία εθνική ευγνωμοσύνη προς τους μάρτυρας, της πατρίδος τους πεσόντας εν τη ιερά ταύτη Μονή!
Αιωνία η Μνήμη!
*Πλήρης συναισθημάτων η ομιλία του ιεροδιάκονου κ. Ιακώβου στο πρώτο μνημόσυνο που τελέστηκε στο Αρκάδι. Κάνει αναφορά σε βασικούς συντελεστές του δράματος. Αναγορεύει όμως σε πυρπολητή τον Ηγούμενο Γαβριήλ. Δεν γνώριζαν οι διασωθέντες του Αρκαδίου ότι ο Ηγούμενος Γαβριήλ ήταν νεκρός όταν έγινε η ανατίναξη; Γιατί δεν το ανέφεραν;
Δείχνει επίσης να γνωρίζει καλά την ιστορία της περιοχής του 1866 καθώς αναφέρεται στον Παύλο Ντεντιδάκη, τον Ηρακλή Κοκκινίδη κλπ. Τον Κωνσταντίνο Γιαμπουδάκη φαίνεται να τον αγνοεί ως όνομα 18 χρόνια μετά την ανατίναξη του Αρκαδίου.
Αναφορά στον Κωνσταντίνο Γιαμπουδάκη γίνεται στο φύλλο της επόμενης χρονιάς.
ΑΡΚΑΔΙΟΝ
ΕΝ ΡΕΘΥΜΝΗ ΤΗ 9 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1885 ΑΡ. 52 (Σελ. 1)
ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ
«… Και αθρόοι έσπευσαν από σύμπαντος του πανελληνίου να εκφράσωσιν τον σεβασμόν των, να προσενέγκωσι λιβανωτόν να προσκυνήσωσι νοερώς τα μαρτυρικά λείψανα των προμάχων της ελευθερίας, ν’ αφιερώσωσιν εις το μνημόσυνον αυτών στεφάνους δάφνης, ευγνωμοσύνης και θαυμασμού προς τον ιερομάρτυρα δράκα του Γαβριήλ, Δημακόπουλου, των Διόσκουρων Χαιρετών, των ατρομήτων Δασκαλάκιδων, του Βενιανάκη, του Κουτρούλη, του ήρωως Παχλά, του Κούβου του Δεληδράκου, του Σ. Καλαματιανού, του Γιαμπουδάκη, του Άνθιμου, του Σαουάτσου, του Ζαχαρίου, ισοτίμων προς τους επ’ ίσης μεγακλεείς της Κρήτης μας άνδρας, Διογένην, Κωστή Τσλεπάκην, Σαββόπωλον, Αλεβυζάκην, Τεντιδάκην, παπά Κρανιώτην, Κοκκινίδη και λοιπά ιερά κατά της τυραννίας θύματα».
Και στο επόμενο φύλλο της εφημερίδας (16 Νοεμβρίου 1885) ΑΡ. 53 ο ανταποκριτής της εφημερίδας αφού συνεχίζει την περιγραφή του μνημοσύνου στο τέλος περιγράφει και την επιστροφή στο Ρέθυμνο.
«… αναπαυθέντες εκεί επί μικρόν επανελάβαμεν την πορείαν δι’ οδού ομαλής τετμημένης εν μέσω πελωρίων ελαιοδέντρων και γιγαντιαίων βαλανιδιών εφθάσαμεν εν τη κώμη Πηγή, εκτισμένη επί επιπέδου μέρους παρά την όχθην ποταμίου, και εχούσι οικοδομάς κατά το μάλλον και ήττον ευπροσώπους∙ μετά βραχυχρόνιον διαμονήν απήλθαμεν και μετά μίαν και ημίσειαν περίπου ώραν διελθόντες δια του τερπνού χωρίου Άδελε και του λίαν επιμήκους προαστείου της πόλεως Περβόλια εισερχόμεθα εν τη πόλει δια της πύλης της άμμου».
Ο Ανταποκριτής περνάει από την γενέτειρα του Κ. Γιαμπουδάκη, το χωριό Άδελε. Καμία όμως αναφορά περί πυρπολητή.
-Τη πρόθεση τους να συμμετέχουν στο μνημόσυνο εξέφρασαν και οι επαρχίες του Νομού Χανίων. Τους λόγους που δεν πρόλαβαν να παραστούν στο πρώτο μνημόσυνο μας τους αναφέρει ο τότε ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου, Γαβριήλ Μαναρής, σε ανακοίνωσή του στην ίδια εφημερίδα.
ΑΡΚΑΔΙΟΝ
Εν Ρεθύμνη τη 17 Νοεμβρίου 1884. αρ. Φύλλου 8, σελ.2
Μετ' ευχαριστήσεως επληροφορήθημεν ότι και επαρχίαι Σφακίων, Αποκορώνου , Σελίνου, Κισσάμου και Κυδωνίας ενετείλαντο τηλεγραφικώς, ίνα τη 8η Νοεμβρίου, ε.ε. του εν τη ιερά ημών μονή τελεσθέντος μνημοσύνου υπέρ των εν τη αυτή κατα το 1866 ολοκαυτοθέντων αδερφων ημών, κατατεθή, και εκ μέρους αυτών στέφανος δάφνης εν τω τάφω των μαρτύρων τούτων.
Το τηλεγραφημα δυστηχώς εληφθη λίαν αργά! Ουχ ήττον όμμως εκφράζομεν τας θερμάς ευχαριστίας ημών και προς τας εν λόγω επαρχίας, ως και προς πάντας τους προσελθόντας και στέψαντες τόν τάφον των πεσόντων.
Εν τη Ιερά Μονή Αρκαδίου τη 13 Νοεμβρίου 1884.
Ο ηγουμενος της Ιεράς Μονής,
ΓΑΒΡΙΉΛ ΜΑΝΑΡΗΣ
Συμμετείχαν όμως και κατέθεσαν στεφάνι οι επαρχίες των Χανίων την επόμενη χρονιά. Αναφέρεται στο λόγο που δημοσιεύει η εφημερίδα:
ΑΡΚΑΔΙΟΝ
Εν Ρεθύμνη τη 9 Νοεμβρίου 1885 αρ. Φύλλου 52
<<...Εγερθήτε ιερά σφάγια, ιδέτε γονυκληνή ενώπιον υμών των λέοντα του Αποκορώνου Μαθιόν με συντετριμμένην καρδίαν και μετά λυγμών προσφωνούντα υμίν. Ατενίσατε τόν Κισσαμίτην συμπολεμιστή σας Κνηθάκην δάφνας, μυρσίνας και δάκρυα προσφέροντα...>>