1. Το εβραϊκό Πάσχα
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Πάσχα (αποσαφήνιση).
Πάσχα ονομάζεται η μεγάλη γιορτή του ιουδαϊσμού και του Χριστιανισμού. Στον Ιουδαϊσμό καθιερώθηκε ως ανάμνηση της Εξόδου, που ελευθέρωσε τους Εβραίους από την αιγυπτιακή δουλεία.[1] Μεταγενέστερα υιοθετήθηκε ως εορτασμός από τους Χριστιανούς αναφορικά με το θυσιαστικό θάνατο και την ανάσταση του Ιησού Χριστού.[2]
Το γεγονός της απελευθέρωσης αυτής συνέβη με μια σειρά θεϊκών προνοιακών παρεμβάσεων, από τις οποίες η σημαντικότερη εκδηλώνεται τη νύχτα κατά την οποία θα εξολοθρεύονταν τα πρωτότοκα των ανθρώπων και των ζώων των Αιγυπτίων, ενώ τα σπίτια των Εβραίων θα προστατεύονταν αφού οι πόρτες τους είχαν σημαδευτεί με το αίμα του αρνιού που είχαν θυσιάσει.[3]
Προέλευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
O όρος Πάσχα προέρχεται από το αραμαϊκό πασ'ά και το εβραϊκό πέσαχ. Κάποιοι μελετητές έχουν προτείνει ως προέλευση του εβραϊκού όρου ξένη ετυμολογία, όπως η ασσυριακήπασαχού (πραύνω) ή η αιγυπτιακή πασ' (ανάμνηση) ή πεσάχ (πλήγμα). Ορισμένοι ερευνητές ανιχνεύουν τις αρχές των εορταστικών εκδηλώσεων του Πάσχα σε χαναανιτικές γιορτές που σχετίζονται με την συγκομιδή κριθαριού την άνοιξη. Άλλοι μελετητές θεωρούν ότι η ρίζα του Πάσχα βρίσκεται σε γιορτές και ιεροτελεστίες της άνοιξης της προ-ισραηλιτικής εποχής με την έννοια των ποιμένων που υποβάλλουν αίτημα στο θεό για την προστασία του κοπαδιού τους.[4] Εντούτοις , αυτές οι υποθέσεις δεν θεωρούνται επαρκώς τεκμηριωμένες.
Πάντως, η Βίβλος συσχετίζει το πέσαχ με το ρήμα πασάχ πού σημαίνει είτε χωλαίνω, είτε εκτελώ τελετουργικό χορό γύρω από τη θυσία (Γ' Βασ. 18:21,26), είτε, μεταφορικά, "ξεφεύγω", "προσπερνώ", "απαλλάσσω". Το Πάσχα, είναι η προσπέραση του αγγέλου του Θεού πάνω από τα σπίτια των Ισραηλιτών, ενώ έπληττε με θάνατο τα πρωτότοκα αγόρια των σπιτιών των Αιγυπτίων.[5]
Σύμφωνα με τις Εβραϊκές Γραφές, το Πάσχα αποτελούσε ανάμνηση της εξόδου από την δουλεία της Αιγύπτου υπό την ηγεσία του Μωυσή μέσω θεϊκής παρέμβασης. Το Πάσχα αποτελούσε οικογενειακή εορτή. Εορταζόταν νύχτα, στην πανσέληνο της εαρινής ισημερίας, την 14η του μήνα Αβίβ (που ονομάστηκε Νισάν μετά την Βαβυλωνιακή εξορία) με προσφορά στο νεαρού ζώου, χρονιάρικου, για να ευλογηθεί από το Θεό όλο το κοπάδι. Το σφάγιο ήταν αρνί ή κατσίκι, αρσενικό και αρτιμελές (Εξ. 12:3-6), δεν έπρεπε να σπάσει κανένα κόκαλο του (Έξ. 12:46, Αρ. 9:12) ενώ το αίμα του ως ένδειξη προστασίας, το έβαζαν στην είσοδο κάθε σπιτιού (Εξ. 12:7,22). Οι μετέχοντες στο δείπνο ήταν ντυμένοι, έτοιμοι για ταξίδι (Έξ. 12:8-11).
Αυτά τα στοιχεία νομαδικής, οικογενειακής ζωής μας δείχνουν μια πολύ παλαιότερη προέλευση του Πάσχα, που θα μπορούσε να είναι η θυσία που ζήτησαν οι Ισραηλίτες από τον Φαραώ να πάνε να γιορτάσουν στην έρημο (Έξ. 3:18, 5:1 εξ). Παρ' όλα αυτά όμως, η έξοδος από την Αίγυπτο έδωσε στο Πάσχα την οριστική του σημασία.
Το αναμνηστικό γεύμα του ιουδαϊκού Πάσχα, το οποίο περιλαμβάνει άζυμο ψωμί και κρασί, ονομάζεται Σεντέρ. Την Μεγάλη Πέμπτη βαφουμε κοκκινα τ'αυγα.
Χριστιανικό Πάσχα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το Χριστιανικό Πάσχα, ή κοινώς Πασχαλιά ή ελληνοπρεπώς Λαμπρή, και ειδικότερα η Ανάσταση του Χριστού ή απλώς Ανάσταση, είναι η σπουδαιότερη γιορτή του χριστιανικού εκκλησιαστικού έτους.[6] Γιορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο που ακολουθεί την εαρινή ισημερία της 21ης Μαρτίου μη συμπεριλαμβανομένης, κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο στην Ορθόδοξη εκκλησία και κατά το Γρηγοριανόστην Ρωμαιοκαθολική. Γιορτάζεται η ανάσταση του Ιησού Χριστού
Με τον όρο Ανάσταση αναφερόμαστε είτε στην εβδομάδα της Ανάστασης μέχρι το Σάββατο της Διακαινησίμου, είτε στην περίοδο των 50 ημερών που ακολουθούν την εορτή της Ανάστασης, όπου και η καλούμενη τελευταία ημέρα (αριθμητικά) Πεντηκοστή.
Η εορτή της Ανάστασης του Ιησού Χριστού, λόγω της σπουδαιότητάς της, επηρεάζει το εορτολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας τόσο 40 ημέρες πριν από αυτό (Μεγάλη Τεσσαρακοστή, Τριώδιο) όσο και 50 ημέρες μετά (περίοδος Πεντηκοσταρίου). Οι ακολουθίες που τελούνται τότε έχουν αρχαιοπρέπεια (ανάγονται στους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού όπως η αφή του Αγίου Φωτός), κατάνυξη και λαμπρότητα, και περιγράφονται λεπτομερώς στο τυπικό της Εκκλησίας.
Ιστορία του εορτασμού της Ανάστασης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στην Καινή Διαθήκη, δεν καταγράφονται πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που τηρούσαν την εορτή της Ανάστασης τα μέλη της πρώτης χριστιανικής εκκλησίας.[7] Έτσι, μεταγενέστεροι Χριστιανοί άρχισαν να επιχειρηματολογούν όσον αφορά τις πρακτικές των πρώτων Χριστιανών. Η πρώτη «πασχάλια έριδα» σχετικά με τον ετήσιο εορτασμό του χριστιανικού Πάσχα, δηλαδή της Ανάστασης, εμφανίστηκε κατά το 2ο αιώνα. Οι εκκλησίες της Μικράς Ασίας ακολουθούσαν την αρχαία ιωάννεια «τεσσαρεσκαιδεκατική» πρακτική, τηρώντας σε ετήσια βάση τον "Μυστικό Δείπνο" —ορθότερα, το αναμνηστικό «Δείπνο του Κυρίου»[8]— την ίδια ημερομηνία με το Πάσχα των Εβραίων. Αυτό σήμαινε ότι εορταζόταν το Πάσχα την ημέρα που αντιστοιχούσε στις 14 του ιουδαϊκού μήνα Νισάν, ανεξαρτήτως από το αν αυτή η ημέρα συνέπιπτε να είναι Κυριακή (η οποία ονομαζόταν τότε «Ημέρα του Ήλιου»).[9] Οι αντίπαλοί τους επιχειρηματολογούσαν υπέρ της άποψης ότι την Ανάσταση θα έπρεπε να εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά το ιουδαϊκό Πάσχα....
...Η εορτή, στην αρχή κατά άμεσο παραλληλισμό με το ιουδαϊκό Πάσχα, ετελείτο κάθε έτος στις 14 του μήνα Νισάν, δίνοντας έμφαση στην σταυρική θυσία του Χριστού.[16],,,, Τελικά η Α΄ Οικουμενική σύνοδος αποφάσισε οριστικά για μια κοινή ημερομηνία τέλεσης του εορτασμού του Πάσχα ως την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέλληνο της Εαρινής Ισημερίας, που τηρείται μέχρι σήμερα με κάποιες παραλλαγές από τις διάφορες ομολογίες.
Λαογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τα λαϊκά έθιμα κατά το σύγχρονο εορτασμό της Ανάστασης στην Ελλάδα, περιλαμβάνουν το άναμμα λαμπάδων και τη μεταφορά του Αγίου Φωτός στα σπίτια από την τελετουργία της Ανάστασης στις εκκλησίες, δείπνο με κύριο φαγητό τη μαγειρίτσα, το βράδυ της Ανάστασης, το τσούγκρισμα των κόκκινων αυγών στο σπίτι ή έξω από την Εκκλησία, το «φιλί της αγάπης» την ώρα της Ανάστασης, το σούβλισμα του αρνιού κατά την Κυριακή του Πάσχα και άλλες εκδηλώσεις.
Παίρνοντας αφορμή από την γιορτή της Ανάστασης του Χριστού θα ανατρέξουμε στην ιστορία ενός θεού της Αρχαιότητας και στον τρόπο με τον οποίο εορτάζονταν ο πρόωρος θάνατός του και η ανάσταση, μια και παρουσιάζει ομοιότητες με τον τρόπο που οι χριστιανοί γιορτάζουν τα Πάθη και την Ανάσταση του Ιησού.
Ο Άδωνις είναι πανάρχαιος μεσογειακός θεός (καθαρά ελληνικής ετυμολογίας όπως και οι κατά τον μύθο γονείς και θεές-ερωμένες του, άρα και καθαρά ελληνικής προέλευσης του μύθου,παρά την γελοία προσπάθεια να τον παρουσιάσουν κάποιοι ..."σημιτικής"! ).
Η λατρεία του, ξεκινώντας πιθανά, όπως και της Αφροδίτης, στην Κύπρο, πέρασε στην υπόλοιπη Ελλάδα στις αρχές του 7ου αι. π.Χ.. Σύμφωνα με τη μυθολογία ήταν γιος του Κινύρα και της κόρης του Μύρρας (Σημ. Αντίλογου: προσωποποιημένων συμβολισμών στοιχείων της Φύσης) των οποίων την "αιμομιξία" προκάλεσε η (επίσης θαλασσογέννητη, έχει σημασία ο επαναλαμβανόμενος συμβολισμός...) Αφροδίτη.
Η θεά μόλις αντίκρισε την ομορφιά του βρέφους το ερωτεύθηκε παράφορα, το έβαλε σε μια λάρνακα και το παρέδωσε στην Περσεφόνη, τη θεά του Κάτω Κόσμου, μέχρι να μεγαλώσει.
Όταν ο Άδωνις ενηλικιώθηκε, η Περσεφόνη, ερωτευμένη μαζί του κι εκείνη, αρνήθηκε να τον αποχωριστεί. Στη διαμάχη των δύο θεών παρενέβη ο Δίας, ο οποίος όρισε ο Άδωνις να περνά τέσσερις μήνες με την Περσεφόνη στον Κάτω Κόσμο, τέσσερις μήνες με την Αφροδίτη και για τέσσερις μήνες να… ξεκουράζεται, αν και εκείνος τους αφιέρωνε στην θεά του Έρωτα.
Κατά τη διάρκεια ενός κυνηγιού, όμως, ο Άρης, τυφλωμένος από ζήλεια, μεταμορφώνεται σε αφηνιασμένο κάπρο και σκοτώνει τον Άδωνη. Από το αίμα του βάφτηκαν κόκκινα τα τριαντάφυλλα κι από τα δάκρυα της Αφροδίτης φύτρωσαν παπαρούνες.
Η Αφροδίτη εκλιπαρεί την Περσεφόνη να της δώσει τον νέο πίσω και οι δύο θεές αποφασίζουν να περνούν μαζί του από έξι μήνες, συμβολίζοντας τη νίκη του έρωτα επί του θανάτου.
Προς τιμή του Άδωνη κάθε χρόνο, την άνοιξη κατά την πρώτη πανσέληνο μετά την εαρινή ισημερία, στην κυρίως Ελλάδα, εορτάζονταν τα «Αδώνια», γιορτή στην οποία έπαιρναν μέρος μόνο γυναίκες.
Η Αφροδίτη εκλιπαρεί την Περσεφόνη να της δώσει τον νέο πίσω και οι δύο θεές αποφασίζουν να περνούν μαζί του από έξι μήνες, συμβολίζοντας τη νίκη του έρωτα επί του θανάτου.
Προς τιμή του Άδωνη κάθε χρόνο, την άνοιξη κατά την πρώτη πανσέληνο μετά την εαρινή ισημερία, στην κυρίως Ελλάδα, εορτάζονταν τα «Αδώνια», γιορτή στην οποία έπαιρναν μέρος μόνο γυναίκες.
Η πρώτη ημέρα των Αδωνίων ονομάζονταν «Αφανισμός» και ήταν ημέρα πένθους για το θάνατο του θεού.
Μέσα στα σπίτια τοποθετούσαν κέρινα ή ξύλινα ομοιώματα του θεού πάνω σε νεκρινές κλίνες και τα στόλιζαν με λουλούδια, κλαδιά και καρπούς. Γύρω του άναβαν λιβάνια και άλλα θυμιάματα. Στη συνέχεια, οι γυναίκες με λυμμένα μαλλιά, ξυπόλητες και γυμνόστηθες περιέφεραν τα ομοιώματα του θεού στους δρόμους θρηνώντας και ψάλλοντας ειδικά άσματα, τα «Αδωνίδια», με τη συνοδεία ενός μικρού, πένθιμου αυλού που ονομαζόταν «γίγγρας».
Μέσα στα σπίτια τοποθετούσαν κέρινα ή ξύλινα ομοιώματα του θεού πάνω σε νεκρινές κλίνες και τα στόλιζαν με λουλούδια, κλαδιά και καρπούς. Γύρω του άναβαν λιβάνια και άλλα θυμιάματα. Στη συνέχεια, οι γυναίκες με λυμμένα μαλλιά, ξυπόλητες και γυμνόστηθες περιέφεραν τα ομοιώματα του θεού στους δρόμους θρηνώντας και ψάλλοντας ειδικά άσματα, τα «Αδωνίδια», με τη συνοδεία ενός μικρού, πένθιμου αυλού που ονομαζόταν «γίγγρας».
Μαζί τους στην περιφορά μετέφεραν και τους λεγόμενους «Κήπους του Αδώνιδος». Πρόκειται για γλάστρες που φύτευαν οκτώ ημέρες πριν με φυτά που αναπτύσσονται αλλά και μαραίνονται γρήγορα, όπως σιτάρι, μαρούλι, μάραθο, τις οποίες, αφού πότιζαν τις ανέβαζαν στις στέγες των σπιτιών. Στο τέλος της περιφοράς τα ομοιώματα και οι «κήποι» ρίχνονταν στη θάλασσα, σε πηγή ή ποτάμι, με παρακλήσεις να επιστρέψει ο θεός από τον Κάτω Κόσμο.
Η δεύτερη μέρα των «Αδωνίων», η «Εύρεσις», ήταν ημέρα χαράς και εορτασμού για την ανάσταση του θεού, κατά τη διάρκεια της οποίας θυσίαζαν αγριόχοιρους και έτρωγαν πλούσια γεύματα.
Ο Άδωνις αποτελεί προσωποποίηση του μυστηρίου της βλάστησης και η γιορτή του είναι μια τελετουργία που αποβλέπει στην αναζωογόνηση της γης με τη βοήθεια του νερού. Ο θάνατός του αντιπροσωπεύει το μαρασμό της φύσης κατά τη διάρκεια του χειμώνα και η ανάστασή του την αναγέννησή της με τον ερχομό της άνοιξης.
Η παραμονή του κοντά στην Περσεφόνη συμβολίζει το φύτεμα του σπόρου και η επιστροφή του στην Αφροδίτη τη βλάστησή του.
Από τα «Αδωνίδια» σώζεται ο «Επιτάφιος Αδώνιδος» του βουκολικού ποιητή Βίωνα από τη Σμύρνη. Κατάλοιπο των «Αδωνιδίων» είναι ένα παραδοσιακό τραγούδι της Ηπείρου που συνοδεύεται από το ανάλογο παιχνίδι, ο «Ζαφείρης», που παίζεται την Πρωτομαγιά. Ένα αγόρι παριστάνει τον πεθαμένο, τα κορίτσια το στολίζουν με λουλούδια και το μοιρολογούν και ξαφνικά σηκώνεται. Παρόμοια έθιμα συναντάμε και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας.
Αν και κατά τους πρώτους αιώνες της εκ μέρους των γνωστών Ρωμαίων "χριστιανών" αυτοκρατόρων άγριας καταδίωξης κάθε αρχαιοελληνικού θρησκευτικού εθίμου οι εκκλησιαστικοί ηγέτες καταδίκαζαν τα αρχαία ταφικά τελετουργικά δρώμενα, η προσήλωση όμως σε αυτά των Ελλήνων, και όλων σχεδόν των γύρω λαών που είχαν επηρεαστεί από τον ελληνικό πολιτισμό, ήταν τόσο ισχυρή που αναγκάστηκαν να τα ενσωματώσουν στην χριστιανική λατρεία.
Η γιορτή των «Αδωνίων» παραπέμπει άμεσα στον εορτασμό της "Λαμπρής", του ελληνικού Πάσχα, γεγονός που αποδεικνύει τις βαθιές ρίζες των συγκεκριμένων εθίμων.
Η αντικατάσταση του Άδωνη από το Χριστό έρχεται να ταυτίσει στην συνείδηση των Ελλήνων τη Φύση με το Θεό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου