Yuri Yemelianov
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ
ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΤΑΛΙΝ
ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΓΙΟΥΡΙ ΖΟΥΚΟΦ
“ΕΝΑΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΣ ΣΤΑΛΙΝ”
2
Yuri Yemelianov
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΤΑΛΙΝ
ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΓΙΟΥΡΙ ΖΟΥΚΟΦ
“ΕΝΑΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΣ ΣΤΑΛΙΝ”
Μετάφραση από τα αγγλικά: Αλέξανδρος Δελάρζ
το κείμενο δημοσιεύτηκε στις 2/1/2012 στο αμερικανικό ιστολόγιο
http://marxistleninist.wordpress.com/2012/01/22/the-quest-for-the-
truth-about-stalin-review-of-yuri-zukhovs-different-stalin/
Για τον ιστορικό Yuri Zhukov πληροφορίες εδώ
http://en.wikipedia.org/wiki/Yuri_Zhukov_(historian)
3
[...]
Ο τίτλος του βιβλίου είναι κάπως παραπλανητικός. Ο Ζούκοφ
δεν έχει σκοπό να μπει βαθιά στην προσωπικότητα του Στάλιν και
το βιβλίο του δεν είναι η βιογραφία του Στάλιν. Το βιβλίο αφορά
μόνο σε 5 χρόνια της πολιτικής δραστηριότητάς του και, όπως
αναφέρεται στον υπότιτλο, επικεντρώνει στις πολιτικές
μεταρρυθμίσεις στην ΕΣΣΔ στα μέσα της δεκαετίας του '30 με
πρωτοβουλίες του Στάλιν.
[...]
Ο Χρουστσόφ κι εκείνοι που αναπαρήγαγαν τους ψευδείς
ισχυρισμούς του προσπάθησαν να κάνουν τον κόσμο να πιστέψει
ότι οι συλλήψεις και οι θανατικές καταδίκες πολλών κομματικών
μελών κατα τα έτη 1937-1938 οφείλονταν στις αυθαίρετες
μεθόδους του Στάλιν και της μανίας καταδίωξής του.
Ισχυρίστηκαν ότι δεν έλαβαν μέρος κομματικοί αξιωματούχοι σε
δραστηριότητες με στόχο την ανατροπή της σοβιετικής εξουσίας
και ότι δεν υπήρξαν στην πραγματικότητα συνομωσίες ενάντια
στις σοβιετικές κυβερνήσεις.
Παρόλο που ο Γιούρι Ζούκοφ δεν κάνει λεπτομερειακή
ανάλυση των πραξικοπηματικών δραστηριοτήτων ενάντια στη
4
σοβιετική κυβέρνηση τη δεκαετία του 30, δείχνει στο βιβλίο του
ότι η πάλη του Γραμματέα της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής
της ΕΣΣΔ Α. Γενουκίτζε ενάντια στον Στάλιν, τελικά τον οδήγησε
[τον Γενουκίτζε] να οργανώσει σχέδιο ανατροπής της σοβιετικής
κυβέρνησης. Ανάμεσα στους συμμετέχοντες σ' αυτό το σχέδιο
ήταν και ο Λαϊκός Επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων (ο ηγέτης
της NKVD) Ν. Γιάγκοντα καθώς κι εκείνοι που υποτίθεται ότι
ήταν η ασφάλεια του Κρεμλίνου.
Ενώ σύμφωνα με τον Χρουστσόφ, ο Στάλιν και οι συνεργάτες
του στο πολίτμπιρο (Μόλοτοφ, Βοροσίλοφ, Καγκάνοβιτς) ήταν οι
κύριοι εχθροί των δημοκρατικών διαδικασιών, ο Γιούρι Ζούκοφ
παρουσιάζει μια εντελώς διαφορετική εικόνα: ο Στάλιν είχε βάλει
μπροστά ένα πρόγραμμα εκδημοκρατισμού της Σοβιετικής ζωής,
με τους Μόλοτοφ, Βοροσίλοφ και Καγκάνοβιτς να υποστηρίζουν
πλήρως την πρωτοβουλία του ενώ ο Γενουκίτζε και άλλοι
αξιωματούχοι του κόμματος ήσαν σφόδρα αντίθετοι μ' αυτές τις
δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Ο Ζούκοφ σωστά αναδεικνύει τις δημοκρατικές αρχές των
πολιτικών μεταρρυθμίσεων του Στάλιν, ωστόσο δεν καταφέρνει
να δείξει το πώς αυτές ανταποκρίνονται οργανικά στη
δημοκρατική φύση της κομμουνιστικής ιδεολογίας και πώς αυτές
απορρέουν από τη φυσιολογική ανάπτυξη της σοβιετικής
πολιτικής ζωής. Ενώ σωστά μας υπενθυμίζει τις προσπάθειες της
σοβιετικής κυβέρνησης να οργανώσει ένα ενιαίο διεθνές μέτωπο
ενάντια στον Χίτλερ πριν τον Β' ΠΠ, ο Ζούκοφ προσπαθεί να
εξηγήσει τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις εντός της ΕΣΣΔ με βάση
τους πολιτικούς στόχους του Στάλιν σε θέματα εξωτερικής
πολιτικής. Σύμφωνα με τον Ζούκοφ, ο Στάλιν εμφανίζεται να
προσπαθεί να οικοδομήσει την πολιτική ζωή στη Σοβιετική
Ένωση σύμφωνα με τις αστικές Δυτικές δημοκρατίες ώστε να
εδραιώσει την πάλη ενάντια στον Χίτλερ. Τη ίδια στιγμή θεωρεί
ότι η αντίθεση του Γενουκίτζε σ' αυτές τις μεταρρυθμίσεις
προκλήθηκαν από την πίστη του στα κομμουνιστικά ιδεώδη και
5
την παγκόσμια επανάσταση και αυτά τον οδήγησαν στην έχθρα
του, τόσο ενάντια στην μεγαλύτερη σύσφιξη των σχέσεων με τις
αστικές Δυτικές δημοκρατίες όσο και στις μεταρρυθμίσεις του
Στάλιν.
Ο Ζούκοφ αποφεύγει να αναφερθεί στις δημοκρατικές αρχές
του κομμουνισμού κι έτσι αλλοιώνει τους λόγους που ο
Γενουκίτζε και οι άλλοι αντιτάχθηκαν στις μεταρρυθμίσεις του
Στάλιν. Παρόλο που ο Γενουκίτζε και άλλοι υποστήριξαν τον
Στάλιν στην πάλη του ενάντια στην κομματική αντιπολίτευση
κατά τη δεκαετία του '20, τελικά συμμάχησαν με τους
τροτσκιστές. Η συμμαχία αυτή αναπτύχθηκε κυρίως λόγω της
αυξανόμενης σύγκρουσης ανάμεσα στα προσωπικά τους
συμφέροντα και τους στόχους της σοσιαλιστικής ανάπτυξης. Η
αντίθεση του Γενουκίτζε αντανακλά παρασκηνιακές μη-υγιείς
τάσεις που εξαπλώνονταν μέσα στο κόμμα και τους σοβιετικούς
αξιωματούχους εκείνο τον καιρό.
Πρέπει να σημειωθεί ότι στα μέσα της δεκαετίας του 30, οι
περισσότεροι κομματικοί και κρατικοί αξιωματούχοι είχαν
αναλάβει τα αξιώματά τους από το 1917-18. Εκείνη την εποχή το
Κομμουνιστικό Κόμμα είχε έλλειψη από μορφωμένα μέλη και
πολλοί απ' τους λειτουργούς του κόμματος είχαν ανεπαρκή γενική
και πολιτική μόρφωση, πέρα απ' το ότι τα πρώτα χρόνια της
διοικητικής τους εργασίας συνέπεσαν με τον εμφύλιο πόλεμο.
Κατά την περίοδο του εμφυλίου, αυτοί οι αξιωματούχοι είχαν
συνηθίσει να επαναπαύονται στον στρατιωτικό πειθαναγκασμό
παρά στα πολιτικά επιχειρήματα. Αυτό το γεγονός επίσης εξηγεί
σε μεγάλο βαθμό τις υπερβολές που έγιναν κατά τα χρόνια της
κολλεκτιβοποίησης 1929-30. Η πραγματικά αναγκαία συνένωση
των μικρών αγροτεμαχίων των φτωχών αγροτών μετατράπηκε σε
μια πραγματικά στρατιωτική καμπάνια και πολλοί τοπικοί πρώτοι
γραμματείς κατέφυγαν στη βία για να εξαναγκάσουν τους
χωρικούς να ενταχτούν στις κολλεκτίβες. Το Μάρτη του 30, ο
Στάλιν επέκρινε αυτούς τους κομματικούς λειτουργούς κι έγραψε
6
μάλιστα ότι “βρίσκονται σε παραζάλη λόγω των επιτυχιών” της
σοβιετικής σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Κάποιοι απ' τους κομματικούς λειτουργούς είχαν συνηθίσει
στα κομματικά τους διοικητικά πόστα και πολλοί απ' αυτούς
έκαναν ό,τι περνούσε απ' το χέρι τους για να τα κρατήσουν, με
κάθε κόστος. Πολλές κομματικές επιτροπές έγιναν εστίες
δολοπλοκιών και πεδία μαχών ανάμεσα σε πολιτικούς που
διψούσαν για εξουσία. Οι διάφορες ανταγωνιστικές ομάδες
κατηγορούσαν η μια την άλλη για διάφορες ιδεολογικές
παρεκκλίσεις. Οι εκκαθαρίσεις που κατα καιρούς έκανε το κόμμα
για να απαλλαγεί από διεφθαρμένα μέλη, χρησιμοποιήθηκαν από
πολλούς πρώτους γραμματείς με σκοπό να διώξουν εκείνους που
θεωρούσαν προσωπικούς τους εχθρούς.
Ο Γιούρι Ζούκοφ υπενθυμίζει ότι ο Στάλιν ασκούσε κριτική
στους πρώτους γραμματείς των κεντρικών, περιφερειακών και
τοπικών οργανώσεων επειδή δημιουργούσαν “προσωπικές
συμμορίες” που αποτελούνταν από κόλακες αποκλειστικά
αφιερωμένους σ' αυτούς. Ο Στάλιν επίσης έλεγε ότι, όταν αυτοί οι
κομματικοί ηγέτες μετατίθεντο σε άλλες δημοκρατίες και
περιφέρειες, έπαιρναν και τις “προσωπικές συμμορίες” μαζί τους.
Παράλληλα ο Στάλιν είπε ότι οι κομματικές εκκαθαρίσεις του
35-36 έθεσαν εκτός κόμματος και πολλά μέλη που δεν ήταν ένοχοι
για παρεκκλίσεις από την κομματική γραμμή. Ο Στάλιν τόνισε ότι
ο αριθμός αυτών των μελών ήταν κατά πολύ μεγαλύτερος απ'
όσους υποστήριζαν τους Τρότσκι, Ζηνόβιεφ και άλλων ηγετών
των αντιπολιτευτικών ομάδων. Κατηγόρησε αυτούς τους
κομματικούς ηγέτες για αυταρχική αντιμετώπιση απλών
κομματικών μελών και ισχυρίστηκε ότι αυτές οι εκκαθαρίσεις
τελικά προκάλεσαν μόνο την οργή όσων εκδιώχθηκαν απ' το
κόμμα.
Ο Ζούκοφ παραθέτει απόσπασμα δήλωσης του Β.Μ. Μολότοφ
κατά την συνάντηση της ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής τον
Ιούνιο του 37: “Ο σύντροφος Στάλιν τελευταία, πολλές φορές είπε
7
ότι η παλιά μας μέθοδος να αξιολογούμε ανθρώπους είναι εντελώς
ανεπαρκής. Μπορεί κάποιος να έχει προ-επαναστατική πείρα ως
μέλος του κόμματος, οπότε έχει την αξία του επειδή συμμετείχε στην
οκτωβριανή επανάσταση. Έκανε το καθήκον του καλά στον
Εμφύλιο, έδωσε μάχη ενάντια στους τροσκιστές και δεξιούς... Αλλά
αυτό δεν αρκεί. Αυτή τη στιγμή έχουμε ανάγκη... οι κομματικοί
ηγέτες να έχουν κατάλληλη αντίληψη των αναγκών του λαού, να
προωθήσουν νέο κόσμο αντί αυτών που μετατράπηκαν σε
γραφειοκράτες”.
Ο Στάλιν φοβόταν ότι η γραφειοκρατικοποίηση του κόμματος
θα οδηγούσε στην πτώση του. Το 1937 συνέκρινε τους
σοβιετικούς κομμουνιστές με τον Ανταίο απ' την ελληνική
μυθολογία που η δύναμή του ήταν ανίκητη όσο ήταν σε επαφή με
τη μητέρα του τη Γη. Ο Στάλιν έλεγε ότι οι κομμουνιστές “όσο θα
παραμένουν σε επαφή με τη μητέρα τους – το λαό, που τους
γέννησε, τους εξέθρεψε και τους μόρφωσε, έχουν όλες τις
πιθανότητες να παραμείνουν άτρωτοι”. Οι λέξεις αυτές
υπονοούσαν ότι, όταν οι κομμουνιστές χάνουν την επαφή τους με
το λαό, μπορεί να χάσουν τη δύναμή τους και να συντριβούν.
Ο Ζούκοφ, παρόλο που εν μέρει αγνοεί και εν μέρει αλλοιώνει
βαθιά εδραιωμένα πολιτικά και ιδεολογικά ζητήματα πίσω απ' την
αντίθεση κομματικών αξιωματούχων, είναι απόλυτα σωστός ως
προς το ότι η διαμάχη ανάμεσα στον Στάλιν και τους αντιπάλους
του, αναπτύχθηκε πάνω στη συζήτηση του 1935-36 για το
προσχέδιο του νέου Συντάγματος της ΕΣΣΔ, ειδικά πάνω στο
ζήτημα για την αλλαγή στο εκλογικό σύστημα.
Απ' το 1918 μέχρι και το 1936, οι βουλευτές των τοπικών
σοβιέτ εκλέγονταν με ανοιχτή ψηφοφορία στις λαϊκές
συνελεύσεις. Τα τοπικά σοβιέτ εξέλεγαν αντιπροσώπους στα
περιφερειακά σοβιέτ με ανοιχτές διαδικασίες. Με τη σειρά τους
εξέλεγαν τα σοβιέτ της εκάστε σοσιαλιστικής δημοκρατίας, τα
8
οποία με τη σειρά τους εξέλεγαν το Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ. Η
αντιπροσώπευση των κατοίκων των πόλεων ήταν πέντε φορές
μεγαλύτερη απ' ότι των χωρικών. Επιπλέον, οι εκπρόσωποι των
παλιών εκμεταλλευτριών τάξεων καθώς και οι ιερείς ήταν
αποκλεισμένοι απ' τις εκλογές.
Το νέο εκλογικό σύστημα καθιέρωσε άμεση και αναλογική
εκλογή με μυστική ψήφο. Οι περιορισμοί που είχαν επιβληθεί
στους εκπροσώπους των παλιών εκμεταλλευτριών τάξεων και
τους ιερείς είχαν αρθεί. Ο Στάλιν κορόιδευε τις προσπάθειες
κάποιων να διατηρήσουν αυτούς τους περιορισμούς
χρησιμοποιώντας μια ρώσικη παροιμία: “αν φοβάσαι τους λύκους,
θα πρέπει να πας στο δάσος”. Στο Πανενωσιακό Συνέδριο των
Σοβιέτ το Νοέμβρη το 36, ο Στάλιν είχε πει: “Κάτα πρώτον, δεν
είναι όλοι οι κουλάκοι, όλοι οι λευκοφρουροί και όλοι οι παπάδες
ξένοι απέναντι στη σοβιετική εξουσία. Κατά δεύτερον, αν ο λαός σε
κάποια περιοχή επιλέξει ανθρώπους ξένους προς τη σοβιετική
εξουσία σημαίνει απλά ότι η προπαγανδιστική δουλειά μας δεν
αξίζει τίποτα και μας αξίζει τέτοια ντροπή. Αν όμως η προπαγάνδα
μας αναπτύσσεται με αληθινό μπολσεβίκικο τρόπο, ο λαός δεν θ'
αφήσει ξένο κόσμο να μπει σε τέτοια ανώτερα σώματα.”
Συν τοις άλλοις, όπως τονίζει ο Γιούρι Ζούκοφ, ο Στάλιν με
την υποστήριξη των Μόλοτοφ, Βοροσίλοφ, Καγκάνοβιτς και
άλλων, επιθυμούσε τη διεξαγωγή εκλογών σε διαφορετική βάση.
Στο προτεινόμενο ψηφοδέλτιο για τον πρώτο γύρο εκλογών για το
Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ υπήρχαν περισσότεροι από ένας
υποψήφιοι ανα μία έδρα στο Σοβιέτ.
Σωστά υπογραμμίζει ο Ζούκοφ ότι οι αλλαγές στο σύστημα
εκλογής στα Σοβιέτ περιέχονταν στις προτάσεις του Στάλιν για
δραστικές αλλαγές στο καθοδηγητικό προσωπικό του κόμματος.
Κάνοντας αναφορά στην ομιλία του Στάλιν το Φλεβάρη-Μάρτη
του '37 στην ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος,
γράφει για τη μεγάλη δυσαρέσκεια του Στάλιν με την πολιτική
αλλά και την προσωπική συμπεριφορά πολλών κομματικών
9
αξιωματούχων.
Μετά τις δίκες της Μόσχας του Αυγούστου του 36 και του
Γενάρη του 37 στις οποίες αποκαλύφτηκαν πολλές περιπτώσεις
δολιοφθοράς, μετά το ξεσκέπασμα της συνωμοσίας του
Γενουκίτζε το Φλεβάρη του '37, ο Στάλιν και άλλοι σοβιετικοί
ηγέτες πείστηκαν ότι πολλοί απ' τους λειτουργούς του κόμματος
ήταν τόσο βαθιά αναμεμηγμένοι σε προσωπικές έχθρες που δεν
έδιναν προσοχή σε δραστηριότητες αντισοβιετικών συνομωτών. Ο
Στάλιν κατέληξε στο συμπέρασμα έπρεπε να
αναδιαπαιδαγωγηθούν οι κομματικοί λειτουργοί. Το Μάρτιο του
'37 στην ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος ο
Στάλιν εισηγήθηκε όλοι οι γραμματείς του κόμματος, απ' τα πιο
υψηλά ως τα πιο χαμηλά κλιμάκια (πάνω από 100.000 λειτουργοί)
θα έπρεπε να παρακολουθήσουν μαθήματα πολιτικής μόρφωσης.
Την ίδια στιγμή ο Στάλιν πρότεινε, ενόσω οι πρώτοι
γραμματείς παρακολουθούν αυτά τα μαθήματα, θα πρέπει να
αναπληρωθούν από άλλα κομματικά μέλη. Στα μέσα της δεκαετίας
του '30, λόγω της ταχείας ανάπτυξης του σοβιετικού συστήματος
παιδείας, υπήρξε τεράστια αύξηση κομματικών μελών αποφοίτων
Πανεπιστημίου. Μετά την αποφοίτησή τους από τα πανεπιστήμια
αλλά κι από άλλα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αυτά τα
κομματικά μέλη είχαν αποκτήσει επαρκή εμπειρία στα νεόδμητα
σοβιετικά εργοστάσια. Συμμετείχαν ενεργά στην σοσιαλιστική
οικοδόμηση και δεν αναμείχθηκαν στις ίντριγκες των κομματικών
επιτροπών στις σοβιετικές δημοκρατίες και περιφέρειες. Οι
Στάλιν, Μόλοτωφ και άλλοι θεώρησαν αυτόν τον κόσμο ως
ταχύτατα αναπτυσσόμενη εφεδρεία για την ηγεσία του κόμματος.
Οι προτάσεις του Στάλιν είχαν σκοπό να μεταβάλλουν
δραστικά τη σύνθεση της κομματικής ηγεσίας στο πνεύμα του
νέου σοβιετικού συντάγματος. Η παλιά ηγεσία θα εξασκείτο
καλύτερα πολιτικά αλλά και γενικότερα ενώ ταυτόχρονα, πολλοί
απ' τους παλιούς αξιωματούχους θα αντικαθίσταντο από πρόσωπα
με καλύτερη μόρφωση και επαρκή εργασιακή εμπειρία στις
10
καινούριες επιχειρήσεις.
Ο Γιούρι Ζούκοφ παραθέτει πολλά στοιχεία που δείχνουν ότι,
ενώ οι Γενουκίτζε, Γιάκοντα και άλλοι κατέφευγαν στη
συνομωσία, πολλοί ηγέτες στις σοβιετικές δημοκρατίες και
περιφέρειες μετατράπηκαν σε σιωπηλούς αλλά ενεργούς
σαμποτέρ των μεταρρυθμίσεων του Στάλιν. Με αναφορές σε
άρθρα που γράφτηκαν απ' τον πρώτο γραμματέα της κομματικής
οργάνωσης της Υπερκαυκασίας, Λ. Π. Μπέρια και του πρώτου
γραμματέα της κομματικής οργάνωσης της Μόσχας Ν. Σ.
Χρουστσόφ, δείχνει ότι οι κομματικοί ηγέτες είτε αγνοούσαν το
νέο Σύνταγμα και το νέο εκλογικό σύστημα, είτε εξέφραζαν
υπερβολικούς φόβους, ότι ταξικοί εχθροί θα μπορούσαν να
αξιοποιήσουν το νέο εκλογικό σύστημα για να γίνουν βουλευτές
μέχρι και το Ανώτατο Σοβιέτ.
Ο Ζούκοφ υποστηρίζει ότι η αντίθεση των πρώτων
γραμματέων στις οργανώσεις των σοβιετικών δημοκρατιών και
των περιφερειών στο νέο Σύνταγμα προκαλούνταν απ' το φόβο
απώλειας των θέσεών τους στα σοβιέτ στις εκλογές. Πολλοί
χωρικοί (και όχι μόνο κουλάκοι) ξαναθυμήθηκαν τις υπερβολές
της κολλεκτιβοποίησης και μπορούσαν ψηφίσουν ενάντια σε
όλους εκείνους που τα χρόνια 1929-30 προσπάθησαν να
υπερκαλύψουν τα πλάνα κολλεκτιβοποίησης με κάθε κόστος,
παρά τις όποιες αντιδράσεις των χωρικών. Ο Ζούκοφ ορθά
καταδεικνύει ότι τέτοιοι κομματικοί γραμματείς όχι μόνο
απέτυχαν να επανεκλεγούν στα σοβιέτ αλλά και οι αντιλήψεις
τους ως αντιλήψεις κομματικών ηγετών μπορούσαν να
αμφισβητηθούν.
Κατά τον Ζούκοφ, η κυριότερη προσπάθεια υπονόμευσης των
δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων των Στάλιν, Μόλοτοφ και άλλων
είχε γίνει από το αναπληρωματικό μέλος του Πολίτμπιρο και
πρώτο γραμματέα της κομματικής οργάνωσης της επαρχίας της
Δυτικής Σιβηρίας Ρ.Ι. Εΐχε (Robert Indrikovich Eikhe). Στα τέλη
του Ιουνίου του '37 ο Εΐχε παρουσίασε ένα υπόμνημα στο
11
Πολίτμπιρο με προτάσεις σε αντίθετη κατεύθυνση από τις
μεταρρυθμίσεις του Στάλιν. Παρόλο που το κείμενο του
υπομνήματος δεν έχει βρεθεί, υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις της
ύπαρξής του μέσω νύξεων αλλά και αποφάσεων που πάρθηκαν
στη βάση του υπομνήματος.
Ο Εΐχε ισχυριζόταν ότι υπάρχουν στη Δυτική Σιβηρία πολλοί
εξόριστοι πρώην κουλάκοι που προετοίμαζαν αντεπαναστατική
εξέγερση. Ζητούσε λοιπόν την έγκριση της Κεντρικής Επιτροπής
να δημιουργηθεί μια “τρόικα” αποτελούμενη από τον Εισαγγελέα
της επαρχίας, τον τοπικό διευθυντή της NKVD και τον ίδιο, η
οποία θα έχει αυξημένες αρμοδιότητες να ερευνήσει τις
αντεπαναστατικές δραστηριότητες και να πάρει καταδικαστικές
αποφάσεις για τους συνομώτες.
Ο Ζούκοφ παρομοιάζει το υπόμνημα “με μια μικρή πέτρα που
προκαλεί μια φοβερή κατολίσθηση”. Σύντομα υπήρξε απόφαση
του Πολίτμπιρο στις 2 Ιουλίου που έπαιρνε θέση υπέρ της άποψης
ότι πολλοί πρώην κουλάκοι και κοινοί εγκληματίες που είχαν
επιστρέψει στις εστίες αφού εξέτισαν τις ποινές τους, είχαν
αρχίσει να επιδίδονται σε αντεπαναστατικές δραστηριότητες. Η
απόφαση υποστήριζε ότι επρόκειτο για “βασικούς αυτουργούς
αντισοβιετικών δραστηριοτήτων με δολιοφθορές σε κολχόζ και
σοβχόζ, καθώς και στις μεταφορές αλλά και σε πολλούς κλάδους
της βιομηχανίας”. Η απόφαση απαιτούσε οι κυριότεροι αυτουργοί
αυτών των δραστηριοτήτων και δολιοφθορών να συλληφθούν και
να εκτελεστούν, ενώ οι λιγότερο ενεργοί εχθροί να εξοριστούν.
Επίσης ζητούσε εντός πέντε ημερών να σταλούν στην Κεντρική
Επιτροπή του κόμματος απ' τους κομματικούς ηγέτες των
επαρχιών, λίστες με “τρόικες”, λίστες με καταμετρημένο αριθμό
ατόμων προς σύλληψη και εκτέλεση, λίστες με καταμετρημένο
αριθμό ατόμων προς σύλληψη και εξορία.
Γιατί υπήρξε τέτοια εκ βάθρων αλλαγή στη στάση του Στάλιν
και άλλων μελών του Πολίτμπιρο; Ο Ζούκοφ υποστηρίζει
σθεναρά ότι αυτό συνέβη λόγω τεράστιων πιέσεων που δέχτηκε ο
12
Στάλιν από ένα μεγάλο αριθμό πρώτων γραμματέων. Κάνοντας
αναφορά σε διάφορες επισκέψεις που δέχθηκαν οι Στάλιν και
Μόλοτοφ από κορυφαίους κομματικούς λειτουργούς των
επαρχιών που ενστερνίζονταν τις αντιλήψεις του Εΐχε, ο Ζούκοφ
υπονοεί ότι όλοι αυτοί πράγματι λειτούργησαν με τρόπο
τελεσιγραφικό προς τους Στάλιν, Μόλοτοφ και άλλους.
Για να γίνει κατανοητή η αλλαγή της στάσης των Στάλιν,
Μόλοτοφ και άλλων μελών του Πολίτμπιρο, θα πρέπει να
ληφθούν υπόψη ορισμένα γεγονότα στα οποία γίνεται σύντομη
αναφορά στο βιβλίο του Ζούκοφ. Πρώτα και κύρια θα πρέπει να
έχουμε κατα νου την αποκάλυψη της συνομωσίας του στρατάρχη
Τουχατσέφσκι τον Μάιο. Οι συνομώτες είχαν επαφές με
Γερμανούς στρατηγούς και σχεδίαζαν πραξικόπημα. Ενώ η
πλειοψηφία των συνομωτών ήταν άνθρωποι του στρατού, υπήρχαν
και ανάμεσά τους αρκετοί -μη-στρατιωτικοί- μέλη της Κεντρικής
Επιτροπής του κόμματος. Ο Λαϊκός Επίτροπος Εσωτερικών
Υποθέσεων (ο επικεφαλής της NKVD μετά την αποπομπή του
Γιάγκοντα) Ν.Ι. Γεζόφ έκανε αναφορά στην ολομέλεια του
Ιουνίου ζητώντας άδεια να συλλάβει 11 πλήρη μέλη και 14
αναπληρωματικά μέλη της Κεντρικής Επιτροπής που εμπλέκονταν
στην συνομωσία Τουχατσέφσκι.
Για κάποιο λόγο ο Ζούκοφ δεν λαμβάνει υπ' όψη γεγονότα που
εξιστορήθηκαν σε ένα βιβλίο του Βλάντιμιρ Πιατνίτσκι “Η
συνομωσία εναντίον του Στάλιν” η οποία είναι αφιερωμένη ειδικά
στην ολομέλεια του Ιουνίου του '37. Μολονότι ο Πιατνίτσκι
επιτίθεται στον Στάλιν, αναγνωρίζει ότι κατά τη συζήτηση της
ολομέλειας υπήρξαν τοποθετήσεις ενάντια στις αυξημένες και
παρατεταμένες εξουσίες του Γεζόφ και της NKVD. Υπήρξε
μάλιστα και μια σφοδρότατη διαμαρτυρία του Ι.Α. Πιατνίτσκι
(πατέρα του συγγραφέα) που ήταν επικεφαλής της πολιτικού-
διοικητικού τμήματος της Κεντρικής Επιτροπής και που για
μεγάλο χρονικό διάστημα είχε διατελέσει και γραμματέας της
Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομιντέρν.
13
Ο Στάλιν προσπάθησε να συμβιβαστεί με τον Πιατνίτσκι κατά
την ολομέλεια. Μετά την ομιλία του Πιατνίτσκι, ακολούθησε
διάλειμμα κατά το οποίο οι Μόλοτωφ, Βοροσίλωφ και
Καγκάνοβιτς μίλησαν με τον Ι.Α. Πιατνίτσκι και του είπαν ότι ο
Στάλιν πίστευε στις ικανότητες και την προσωπική ειλικρίνειά
του, το ταλέντο του ως καλού οργανωτή και διαχειριστή. Ζήτησαν
απ' τον Πιατνίτσκι να αποσύρει τη δήλωσή του, αλλά εκείνος ήταν
αμετακίνητος. Έπειτα άλλα 15 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής
στήριξαν τον Πιατνίτσκι κι απαίτησαν την αφαίρεση των
υπερεξουσιών του Γεζόφ και της NKVD.
Εκείνη τη στιγμή, το μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Φιλάτωφ
είπε στον Στάλιν ότι η αντίθεση του Πιατνίτσκι και των
υπολοίπων προς τη NKVD ήταν αποτέλεσμα απόφασης που είχε
ληφθεί σε μυστική συνάντηση που είχε ο Πιατνίτσκι στο
διαμέρισμά του, ο Φιλάτωφ ήταν ο μόνος που συμμετείχε σ' αυτή
τη συνάντηση και έσπευσε να πληροφορήσει τον Στάλιν γι' αυτήν.
Μόλις ένα μήνα πριν ο Στάλιν είχε ενημερωθεί για την υπόθεση
Τουχατσέφσκι που αποκαλύφθηκε απ' την NKVD και τώρα
μάθαινε για κάποια μυστική συνάντηση με αρκετά μέλη της
Κεντρικής Επιτροπής που προσπαθούσαν να ματαιώσουν
περαιτέρω έρευνες της μυστικής υπηρεσίας.
Όταν λοιπόν ο Εΐχε και άλλα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής
συνάντησαν τους Στάλιν και Μόλοτοφ με αίτημα όχι τον
περιορισμό των αρμοδιοτήτων της NKVD αλλά την επέκτασή
τους μέσω της ανακατεύθυνσής τους ενάντια σε πρώην
κουλάκους, ο Στάλιν και οι πιο κοντινοί του συνάδελφοι είχαν
έναν επιπλέον λόγο να υποθέσουν ότι αυτές οι προτάσεις
προέρχονταν από μια εντελώς διαφορετική αντιπολιτευτική
ομάδα. Στην πραγματικότητα ο Στάλιν δέχτηκε αντιπολίτευση από
δύο μέτωπα: απ' τη μια ο Πιατνίτσκι και οι υποστηριχτές του που
ζητούσαν να τερματιστούν οι συλλήψεις υψηλών λειτουργών που
εμπλέκονταν σε αντικυβερνητικές συνομωσίες και που
κατηγορούσαν την NKVD για αυθαιρεσία, απ' την άλλη ο Εΐχε και
14
σία επαινούσαν τη NKVD απλώς ζητούσαν να στραφεί η
δραστηριότητά της σε άλλους στόχους.
Κάποιος θα μπορούσε να υποθέσει ότι σ' αυτή τη φάση ο
Γεζόφ δεν είχε σαφή άποψη. Ο Πιατνίτσκι ως επικεφαλής του
πολιτικού-διοικητικού τμήματος της Κεντρικής Επιτροπής είχε τον
έλεγχο της NKVD. Γνώριζε ότι ο Στάλιν εμπιστευόταν τον
Πιατνίτσκι, αλλά πιθανότατα να ανησυχούσε για τη θέση του ως
επικεφαλής της NKVD αν επικρατούσε ο Πιατνίτσκι και οι
υποστηρικτές του κι έτσι πήρε το μέρος του Εΐχε και των
υπολοίπων. Πολύ σωστά ο Ζούκοφ υποθέτει ότι “Ο Γεζόφ εύκολα
συγκατένευσε με τον Εΐχε, πολλούς πρώτους γραμματείς και
συμφώνησε στην αναγκαιότητα να απαλλαγεί απ' όσους ήταν
βέβαιο ότι θα ψήφιζαν εναντίον τους”.
Έτσι ο Στάλιν και οι αφοσιωμένοι του υποστηρικτές βρέθηκαν
απέναντι, όχι μόνο στις ομάδες που ασκούσαν επιρροή στην
πλειοψηφία της Κεντρικής Επιτροπής αλλά κι απέναντι στην
παντοδύναμη NKVD. Αυτό ίσως να εξηγεί γιατί άλλαξαν στάση ο
Στάλιν και άλλοι.
Εντωμεταξύ, όπως αναφέρει ο Ζούκοφ, οι πρώτοι γραμματείς
είχαν ήδη καταθέσει τα αιτήματά τους για τις εξορίες και
εκτελέσεις υπόγειων αντεπαναστατικών στοιχείων, τα οποία είχαν
υποσχεθεί να ανακαλύψουν στις δημοκρατίες και τις επαρχίες
τους. Ο Ζούκοφ σημειώνει ότι: “Πιο αιμοδιψείς απ' όλους
φαίνεται ότι ήταν δύο πρόσωπα – ο Ρ.Ι. Εΐχε που είχε εκδηλώσει
την πρόθεσή του να εκτελέσει 10.800 κατοίκους της Δυτικής
Σιβηρίας... και ο Ν.Σ. Χρουτστσώφ που περιέργως γρήγορα
κατάφερε να βρεί και να καταμετρήσει στην επαρχία της Μόσχας
41.305 πρώην κουλάκους και εγκληματίες, επιμένοντας στην
αποπομπή ή και εκτέλεσή τους.” Είναι άξιο προσοχής ότι στη
μυστική του έκθεση στο 20ό συνέδριο δεν ανέφερε ούτε λέξη για
το υπόμνημα Εΐχε, ή για τα αιτήματα εξορίας και εκτελέσεων που
έγιναν απ' τον Εΐχε και τον ίδιον. Αντίθετα ο Χρουστσώφ επαίνεσε
τον Εΐχε και τον παρουσίασε ως θύμα της τρομοκρατίας του
15
Στάλιν.
Θέλοντας να τονίσει ο Ζούκοφ ότι ο Στάλιν και οι πιο κοντινοί
του συνεργάτες είχαν χάσει προσωρινά τον έλεγχο της
κατάστασης, επισημαίνει ότι πολλοί δραστήριοι υποστηρικτές των
δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων του Στάλιν (Γιάκοβλεφ, Ταλ,
Στρέτσκι) έχασαν τη δουλειά τους και συνελήφθησαν. Είναι σαφές
ότι ο Στάλιν δεν μπόρεσε να προστατέψει κάποιους απ' τους
υποστηρικτές του και υπάρχουν και άλλες αποδείξεις ότι ο Γεζόφ
δεν ήταν διατεθειμένος να αυτοπεριοριστεί στις εκτελέσεις
μικρότερων προσωπικοτήτων υποστηρικτών του Στάλιν.
Αργότερα όταν συνελήφθη ο ίδιος ο Γεζόφ, βρέθηκαν στη θυρίδα
του χαρτιά που μάζευε με σκοπό να δημιουργήσει πλεκτάνη σε
βάρος του ίδιου του Στάλιν.
Την ίδια στιγμή όμως οι Γεζόφ, Εΐχε και άλλοι δεν
διακινδύνευαν την ανατροπή του Στάλιν και των υποστηρικτών
του. Το όνομα του Στάλιν αντιπροσώπευε τον ίδιο το σοσιαλισμό.
Η δημοφιλία των Μόλοτωφ, Βοροσίλωφ και Καγκάνοβιτς επίσης
ήταν πολύ μεγάλη, πολλές πόλεις, εργοστάσια και φάρμες είχαν
πάρει το όνομά τους. Ο Γεζόφ και οι υπόλοιποι συγκάλυψαν την
αντίθεσή τους στον Στάλιν με μόνιμη κολακεία και δηλώσεις
πίστης. Ο Γεζόφ μάλιστα είχε φτάσει στο σημείο να προτείνει τη
μετονομασία της Μόσχας σε “Στάλινταρ”, πρόταση η οποία
απορρίφθηκε ασυζητητί απ' τον ίδιο τον Στάλιν.
Παραδόξως, η προσπάθεια των Εΐχε και σία να απομακρύνουν
τις έρευνες της NKVD από τις εσωκομματικές συνομωσίες δεν
απέτρεψε και τη σύλληψη των ιδίων. Έχοντας πάρει την άδεια να
αποκαλύψουν αντισοβιετικές αντεπαναστατικές συνομωσίες,
κάποιοι απ' τους πρώτους γραμματείς επίσπευσαν τα αιτήματα
σύλληψης των ανταγωνιστών τους για τα υψηλά αξιώματα. Έτσι ο
πρώτος γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του
Κομμουνιστικού Κόμματος του Ουζμπεκιστάν Α.Ι. Ικράμωφ,
ζήτησε απ' το Πολίτμπιρο στις 24 Ιουνίου του '37 την
αντικατάσταση του Προέδρου του Συμβουλίου Λαϊκών Επιτρόπων
16
του Ουζμπεκιστάν Φαϊζούλα Χοτζάεφ “για τις αντεπαναστατικές
του διασυνδέσεις”. Αργότερα ο Χοτζάεφ συνελήφθη.
Ωστόσο οι υποστηρικτές του Χοτζάεφ κατάφεραν να
ενοχοποιήσουν τον Ικράμωφ, κι όπως σημειώνει ο Ζούκοφ, ο
Ικράμοφ το Σεπτέμβριο του '37 εκδιώχθηκε απ' το κόμμα και
συνελήφθη. Τον Μάρτιο του '38 και ο Χοτζάεφ και ο Ικράμοφ
καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν με τις κατηγορίες
της υψηλής προδοσίας και κατασκοπείας στις δίκες της Μόσχας.
Κατά τον ίδιο τρόπο υπήρξαν πολλές τέτοιες διαμάχες το '37,
καθώς πολλοί κομματικοί λειτουργοί προσπάθησαν να
παραμερίσουν τους εν δυνάμει αντιπάλους τους στη σοβιετική
ιεραρχία. Σύντομα η εκστρατεία των ψευδών κατηγορητηρίων
απλώθηκε σε όλη τη χώρα. Πολλοί διέβαλλαν συναδέλφους τους
και συνελήφθησαν απ' την NKVD. Η μαζικές παραβιάσεις του
νόμου κατ' αυτήν την περίοδο αργότερα ονομάστηκαν
“Γεζόφσινα” . Είναι προφανές ότι πολλές από τις παράνομες
πρακτικές που εξαπολύθηκαν αυτή την περίοδο, αρχικά από έναν
αριθμό κομματικών λειτουργών έλαβαν χώρα ενάντια στο πνεύμα
των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων που εισηγήθηκε ο Στάλιν.
Αυτό οδηγεί τον Ζούκοφ στο συμπέρασμα ότι “η προσπάθεια του
Στάλιν να μεταρρυθμίσει το πολιτικό σύστημα κατέληξε σε ένα
πλήρες φιάσκο”.
Αυτή η κατηγορηματική δήλωση του Ζούκοφ είναι
αμφισβητήσιμη. Πρώτον, παρά την επίμονη αντιπολίτευση και την
επιρροή που άσκησαν οι κομματικοί λειτουργοί, το Σύνταγμα του
Στάλιν υιοθετήθηκε και οι πρώτες εκλογές για το Ανώτατο Σοβιέτ
έγιναν με το νέο σύστημα (ίση, άμεση και μυστική ψήφος).
Δεύτερον, ο Στάλιν με την υποστήριξη πολλών κομμουνιστών
σταδιακά αναστήλωσε τη νομιμότητα η οποία είχε επανειλημμένα
παραβιαστεί απ' τους επαρχιακούς γραμματείς και την NKVD.
Τον Γενάρη του '38 η ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής
καταδίκαζε
“την φορμαλιστική και γραφειοκρατική προσέγγιση των
17
εκκλήσεων των ανθρώπων που είχαν αποπεμφθεί απ' το
Πανενωσιακό Κομμουνιστικό Κόμμα” και απαιτούσε τη λήψη
αποφασιστικών μέτρων ώστε να σταματήσουν τέτοιες πρακτικές.
Η απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής επικέντρωνε την προσοχή
σε έναν αριθμό αυθαίρετων διαγραφών κομματικών μελών κατά
το δεύτερο μισό του 1937. Η απόφαση ανακύρησσε την
επιστροφή στις αρχές που εισηγήθηκε ο Στάλιν το Μάρτιο του '37
στην ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής.
Μολονότι η απόφαση έριχνε όλη την ευθύνη για τις
παραβιάσεις των νόμιμων οδών στους τοπικούς κομματικούς
λειτουργούς, είχε αρχίσει να εξασθενεί η θέση του Γεζόφ. Τον
Αύγουστο του '38 το Πολίτμπιρο ξεκίνησε έρευνα σχετικά με τη
λειτουργία της NKVD και το Νοέμβριο ο Γεζόφ έχασε τη θέση
του ως επικεφαλής της υπηρεσίας. Τον Απρίλιο του '39 συνελήφθη
και απαγγέλθηκαν κατηγορίες για βίαιες παραβιάσεις των νομικών
οδών. Οι Εΐχε και σία που πρωτοστάτησαν στις εκστρατείες
εξοριών και εκτελέσεων συνελήφθησαν επίσης.
Ταυτόχρονα, χιλιάδες κόσμου που συνελήφθησαν κατά τη
διάρκεια της Γεζόφσινα αφέθηκαν ελεύθεροι. Ανάμεσά τους ήταν
και αρκετοί σοβιετικοί αξιωματικοί συμπεριλαμβανομένου του
Κ.Κ. Ροκοσσόφσκι που έπαιξε αργότερα πολύ σημαντικό ρόλο
στον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο.
Παρά τις βαριές απώλειες που προκάλεσε η Γεζόφσινα, η
Σοβιετική Ένωση δεν αποδυναμώθηκε θανάσιμα. Πρώτον,
ανάμεσα στους συλληφθέντες κι εκτελεσθέντες της περιόδου
1937-38 υπήρχαν πραγματικοί κατάσκοποι κι εχθροί του
σοσιαλισμού. Αντίθετα με τις χώρες της δυτικής Ευρώπης η ΕΣΣΔ
αποδείχθηκε ότι στερούνταν “πέμπτης φάλαγγας” που συνέβαλε
στις νίκες του Χίτλερ. Οι Γερμανοί στρατηγοί παραπονιούνταν
κατά τους πρώτους μήνες του πολέμου ότι υπήρχε έλλειψη
πληροφοριών για τον Κόκκινο Στρατό και τη σοβιετική αμυντική
βιομηχανία καθώς δεν υπήρχε επαρκής αριθμός πρακτόρων εντός
της ΕΣΣΔ. Εξαιρουμένου του στρατηγού Βλασόφ που
18
παραδόθηκε στους Γερμανούς το 1942 και στη συνέχεια
συνεργάστηκε μαζί τους, ο Χίτλερ απέτυχε να αποκτήσει
προσβάσεις στο υψηλόβαθμο σοβιετικό νομοθετικό σώμα.
Δεύτερον, πολλοί από τους καριερίστες πολιτικούς που
νοιάζονταν μόνο για το αξίωμά τους έχασαν τη δουλειά τους, την
ελευθερία τους ή και την ίδια τους τη ζωή κατά την εσωτερική
διαπάλη του 37-38. Οι θέσεις τους εν τέλει αναπληρώθηκαν. Ο
Ζούκοφ αναγνωρίζει ότι τα γεγονότα του 37-38 είχαν ως
αποτέλεσμα την εμφάνιση στις κορυφές της σοβιετικής ηγεσίας
ανθρώπων με καλύτερη μόρφωση και καλύτερη γνώση της
σύγχρονης οικονομίας. Οι θέσεις διαφόρων αξιωματικών και
διοικητικών που ενεπλάκησαν στην υπόθεση Τουχατσέφσκι
καταλήφθηκαν από άτομα με καλύτερη στρατιωτική εκπαίδευση.
Οι νέοι κομματικοί λειτουργοί που αντικατέστηκαν τους
συλληφθέντες της περιόδου 37-38 ήταν ειλικρινά αφοσιωμένοι
στον κομμουνιστικό σκοπό και ήταν καλύτερα εκπαιδευμένοι
πολιτικά απ' ότι οι προκάτοχοί τους. Οι νέες ηγεσίες στο κόμμα, τη
σοβιετική οικονομία και τον Κόκκινο Στρατό απέδειξαν την αξία
τους κατά τον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο.
Τρίτη και όχι λιγότερο σημαντική συνέπεια των γεγονότων
του '36-37 ήταν η παγίωση της υποστήριξης των σοβιετικών λαών
στον Στάλιν και την πολιτική του. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα
μαζικά αντίποινα της δεκαετίας του '30 αφορούσαν εκείνα τα
κοινωνικά στρώματα που αποτελούσαν μειοψηφία στους
σοβιετικούς λαούς. Ταυτόχρονα η εφαρμογή του Συντάγματος του
Στάλιν που ανήγγειλε τις αρχές της σοσιαλιστικής δημοκρατίας
και ενσωμάτωνε τα επιτεύγματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης,
έκανε το μεγαλύτερο μέρος του σοβιετικού κόσμου να
συνειδητοποιήσει τα προφανή πλεονεκτήματα της νέας
σοσιαλιστικής τάξης. Η αφοσίωση των σοβιετικών λαών σ' αυτή
τη σοσιαλιστική τάξη αποδείχτηκε με τον ηρωικό τους αγώνα
κατά τον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο.
Επιπλέον ο Γιούρι Ζούκοφ ορθά επισημαίνει ότι ο Στάλιν κατά
19
την περίοδο 1937-38 απέτυχε να εφαρμόσει μερικά από τα
αναγκαία στοιχεία των πολιτικών του μεταρρυθμίσεων.
Συγκεκριμένα αναφέρει ότι, λόγω της επίμονης αντίθεσης πολλών
κομματικών λειτουργών το 1937 ο Στάλιν υποχρεώθηκε να
εγκαταλείψει το σχέδιό του για διεξαγωγή εκλογών με
εναλλακτικούς υποψηφίους. Το μοναδικό απομεινάρι της ιδέας
του Στάλιν ήταν μια σημείωση στην κορυφή κάθε ψηφοδελτίου σε
κάθε εκλογή που γινόταν στη Σοβιετική Ένωση, μέχρι και που
έπαψε να υπάρχει το 1991 που έλεγε: “Αφήστε στο ψηφοδέλτιο το
όνομα ΕΝΟΣ υποψηφίου που επιθυμείτε να ψηφίσετε,
διαγράφοντας όλους τους άλλους”. Παρόλο που στην πράξη η
σημείωση δεν είχε νόημα, καθώς στις εκλογές υπήρχε μόνο ΕΝΑΣ
υποψήφιος, ωστόσο ήταν υπενθύμιση της αρχής ότι ο ψηφοφόρος
είχε να επιλέξει ανάμεσα σε περισσότερους του ενός υποψηφίους.
Ο Ζούκοφ επίσης δεν αναφέρει το προφανές γεγονός ότι το
σχέδιο του Στάλιν για πολιτική μόρφωση των κομματικών
λειτουργών που διατύπωσε τον Μάρτιο του 1937 επίσης απέτυχε
στην υλοποίησή του. Ίσως οι δυσκολίες της προ-πολεμικής
περιόδου, ο ίδιος ο πόλεμος κι αργότερα ο ψυχρός πόλεμος, δεν
επέτρεψαν στον Στάλιν να οργανώσει την εκπαίδευση όλων των
κομματικών λειτουργών. Το αποτέλεσμα ήταν πολλά πόστα να τα
κατείχαν λειτουργοί που δεν είχαν την κατάλληλη πολιτική αλλά
και γενική παιδεία. Ανάμεσά τους υπήρχαν και πρόσωπα όπως ο
Ν. Σ. Χρουστσώφ και ο Λ. Π. Μπέρια. Αυτοί αρχικά
σαμποτάριζαν σιωπηλά τις μεταρρυθμίσεις του Στάλιν, στη
συνέχεια ενεπλάκησαν στην Γεζόφσινα κι αργότερα επέδειξαν
γρήγορη προσαρμοστικότητα στο διαμορφούμενο πολιτικό κλίμα
και συνέβαλαν στην πολεμική κατά του Γεζόφ και των
υποστηρικτών του. Ο Στάλιν γνώριζε το χαμηλό επίπεδο της
πολιτικής αλλά και γενικής τους παιδείας, αξιοποιούσε ωστόσο τις
ενέργειές τους. Τόσο ο Χρουστσώφ όσο και ο Μπέρια
εξακολουθούσαν να κατέχουν σημαντικά πόστα.
Το γεγονός ότι ο Στάλιν μονίμως προσπαθούσε να προωθήσει
20
πρόσωπα με ολοκληρωτική αφοσίωση στον κομμουνιστικό σκοπό,
με καλή μόρφωση αλλά και εμπειρία στην πρακτική δουλειά,
σημαίνει ότι και ο ίδιος συνειδητοποιούσε τις αδυναμίες της
υπάρχουσας πολιτικής ηγεσίας της Σοβιετικής Ένωσης. Κατά τη
διάρκεια του 19ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ ο Στάλιν είχε επιχειρήσει
να αλλάξει τη σύνθεση των υψηλών κλιμακίων του κόμματος.
Είχε εισηγηθεί τη διεύρυνση του σώματος του νεότευκτου
προεδρείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ στρατολογώντας
έναν αριθμό εξαιρετικών ηγετών του κόμματος στις επαρχίες,
οργανωτές της οικονομικής παραγωγής και θεωρητικούς. Κατά
τους πρώτους μήνες του 1953 ο Στάλιν είχε ετοιμάσει ένα
έγγραφο σύμφωνα με το οποίο πρότεινε να παραιτηθεί ο ίδιος από
το αξίωμα του Προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου της ΕΣΣΔ,
και τη θέση του να πάρει ο πρώην πρώτος γραμματέας του
Λευκορώσικου Κομμουνιστικού Κόμματος και πρώην επικεφαλής
του Γενικού Επιτελείου του παρτιζάνικου κινήματος της ΕΣΣΔ
κατά τη διάρκεια του πολέμου, Π.Κ. Πονομάρενκο.
Είναι γνωστό οι Μπέρια και Χρουστσώφ ήταν άσπονδοι
εχθροί του Πονομάρενκο κατά τα χρόνια του πολέμου. Επίσης ο
διορισμός του Πονομάρενκο σηματοδοτούσε και άλλες αλλαγές
που επρόκειτο να ακολουθήσουν. Η ξαφνική ασθένεια και εν τέλει
ο θάνατος του Στάλιν αργότερα προκάλεσε πολλές υποψίες,
υποστηρίχθηκε ότι ο Στάλιν δηλητηριάστηκε απ' τους συνεργάτες
του. Τουλάχιστον είναι σαφές ότι οι Μπέρια, Μάλενκοφ και
Χρουστσόφ που επισκέφτηκαν τον Στάλιν αφού βρέθηκε
αναίσθητος στο πάτωμα στην κατοικία του, δεν κάλεσαν κάποιον
γιατρό να τον εξετάσει. Τρία χρόνια μετά το θάνατο του Στάλιν ο
Χρουστσόφ ξεκίνησε την αντι-σταλινική του εκστρατεία.
Τα λάθη της σοβιετικής μεθόδου επιλογής προσωπικού σε
ηγετικές θέσεις έγιναν προφανή κατά τα 11 χρόνια της θητείας του
Χρουστσόφ ως Πρώτου Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής. Τα
χρόνια αυτά έγιναν πασίγνωστα λόγω των τραγικών λαθών που
έγιναν στην ιδεολογική, οικονομική και πολιτική σφαίρα καθώς
21
στην εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ. Παρόλο που ο Χρουστσόφ
απαλλάχτηκε απ' τα καθήκοντά του ομόφωνα απ' την Κεντρική
Επιτροπή τον Οκτώβριο του 1964, δεν έγινε τίποτα για να
τροποποιηθεί το πολιτικό σύστημα στην ΕΣΣΔ και το ΚΚΣΕ. Τα
γεγονότα που επακολούθησαν κατέδειξαν ότι η πολιτική
μεθοδολογία στην ΕΣΣΔ και το ΚΚΣΕ δεν απέτρεψε την άνοδο
στην εξουσία προδοτών του κομμουνισμού και της ίδιας του της
χώρας προσωπικοτήτων όπως ο Γκορμπατσόφ, ο Γιάκοβλεφ, ο
Γέλτσιν. Είναι πολύ πιθανό ότι, αν ο Στάλιν και οι υποστηρικτές
του κατάφερναν να εφαρμόσουν τις μεταρρυθμίσεις θα υπήρχε
καλύτερη μεθοδολογία επιλογής πολιτικών ηγετών και αποτροπή
ανόδου στην εξουσία ατόμων σαν τους Χρουστσόφ και
Γκορμπατσόφ.
Είναι επίσης εμφανές ότι, παρόλο που ο Ζούκοφ δεν
ασπάζεται την κομμουνιστική ιδεολογία, ο ίδιος σαν αληθινός
Ρώσος πατριώτης λυπάται που οι μεταρρυθμίσεις του Στάλιν δεν
ολοκληρώθηκαν. Παρόλο που παραδέχεται ότι είναι
ανολοκλήρωτη η αναζήτησή του των πραγματικών αιτιών των
γεγονότων της δεκαετίας του '30 καθώς πολλά ντοκουμέντα
σχετικά με την περίοδο είτε καταστράφηκαν με εντολές του
Χρουστσόφ είτε παραμένουν άγνωστα, το βιβλίο του επιδεικνύει
την ψευδολογία των επινοήσεων του Χρουστσόφ και των οπαδών
του σχετικά με τα γεγονότα του 1937-38. Με όλα τα εμφανή λάθη
και τις ελλείψεις του, το βιβλίο του Ζούκοφ ανοίγει νέους
σημαντικούς δρόμους στη μελέτη της σοβιετικής ιστορίας.
Γιούρι Γεμελιάνοφ, συγγραφέας του 'Notes on Bukharin:
Revolution, History, Personality'. Moscow 1989. 'Stalin' (δύο
τόμοι) Moscow 2002 & 'Khrushchev' (δύο τόμοι), Moscow 2005,
όλα στα ρώσικα.
22