Η Ελληνική συνείδηση κατά τους Βυζαντινούς χρόνους
Οι μεταμοντέρνοι εκπρόσωποι του ιστοριογραφικού αναθεωρητισμού, αντιστρέφοντας και ουσιαστικά διαστρεβλώνοντας το γνωστό σολωμικό αφορισμό (εθνικό για τους Έλληνες πρέπει να είναι το αληθές), θεωρούν ότι αληθές για τους Έλληνες πρέπει οπωσδήποτε να είναι το αντεθνικό και γι’ αυτό επιδίδονται με ιερό ζήλο στην αποδόμηση της έννοιας του ελληνικού έθνους και την εκμηδένιση της ιστορικής συνέχειας του ελληνισμού. Μεταξύ άλλων, πασχίζουν να μας πείσουν πως οι Έλληνες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, λόγω του βίαιου εκχριστιανισμού και του συστηματικού αφελληνισμού τους, είχαν χάσει τελείως την ελληνική συνείδησή τους, δεν είχαν καμιά σχέση με την Αρχαία Ελλάδα και θεωρούσαν τους εαυτούς τους απλώς και μόνο χριστιανούς υπηκόους της Aνατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Απάντηση στις ανιστόρητες αυτές θέσεις θα μπορούσε να αποτελέσει το ακόλουθο διάγραμμα, που απεικονίζει πρόχειρα και σχηματικά την αφύπνιση της ελληνικής εθνικής συνείδησης στους Βυζαντινούς χρόνους. Χωρίς αμφιβολία, το μόνο που πετυχαίνει μέχρι στιγμής ο ενορχηστρωμένος εθνομηδενισμός είναι το ότι μας υποχρεώνει κάθε φορά να επισημαίνουμε τα αυτονόητα…
Το 146 π.Χ. η Ελλάδα υποτάχτηκε στους Ρωμαίους, αλλά ο πολιτιστικός, τουλάχιστον, βίος της δε σταμάτησε μετά το γεγονός αυτό. Αντίθετα, η Ελλάδα κατέκτησε πολιτιστικά τον άγριο κατακτητή σύμφωνα με τη μαρτυρία του μεγάλου Λατίνου ποιητή Οράτιου και γνώρισε περιόδους πολιτιστικής ανάκαμψης λόγω και της ευνοϊκής στάσης που τήρησαν απέναντί της ορισμένοι φιλέλληνες Ρωμαίοι και πρωτίστως ο αυτοκράτορας Αδριανός. Το 212 μ.Χ. οι Έλληνες γίνονται Ρωμαίοι πολίτες χάρη στην ConstitutioAntoniniana (γνωστή και ως διάταγμα του Καρακάλα), που απένειμε αυτό το δικαίωμα σε όλους τους ελεύθερους πολίτες της αυτοκρατορίας ανεξαρτήτως της εθνολογικής προέλευσής τους. Κατά συνέπεια, οι Έλληνες θα λάβουν, όπως και εκείνοι, την προσωνυμία «Ρωμαίοι». Επιπλέον, ο αναγκαστικός εκχριστιανισμός των Ελλήνων, τον οποίο επέβαλε η κεντρική εξουσία από τον 4. ως και τον 6. μ.Χ. αιώνα (είχε ήδη συντελεστεί το 330 μ.Χ. η μεταφορά της πρωτεύουσας του ρωμαϊκού κράτους στο Βυζάντιο, τη μετέπειτα Κωνσταντινούπολη), θα αφαιρέσει από την ονομασία «Έλλην» την πολιτιστική και την εθνική της υποδήλωση και θα την ταυτίσει με την ιδιότητα του μη χριστιανού, του «ειδωλολάτρη». Είναι χαρακτηριστικό το ότι ακόμη και ένας μη ελληνόφωνος Σύρος, εφόσον δεν ήταν χριστιανός, ονομαζόταν από τα συναξάρια «Έλλην»!
Παρ’ όλα αυτά, το πολιτιστικό και το εθνικό παρελθόν των Ελλήνων δεν είχε ξεχαστεί. Απόδειξη το ότι, με αφετηρία τον 6. μ.Χ. αιώνα, οι Έλληνες θα χρησιμοποιήσουν επιπροσθέτως την ονομασία «Γραικοί», σε μια προσπάθεια να υπογραμμίσουν την ιστορική τους προέλευση και να αντιδιασταλούν από τους υπόλοιπους υπηκόους της αυτοκρατορίας. Παράλληλα, στον ελλαδικό χώρο θα εισδύσουν και θα εγκατασταθούν διάφοροι ξένοι λαοί, που όμως δεν έφερναν συνήθως μαζί τους το σταθερό εκείνο στοιχείο της διατήρησης και της εδραίωσης ενός επείσακτου πολιτισμού, δηλαδή τη γυναίκα, και για το λόγο αυτό αφομοιώθηκαν με χαρακτηριστική ευκολία από τους γηγενείς Έλληνες, των οποίων άλλωστε το πολιτιστικό επίπεδο υπερείχε συντριπτικά. Εξάλλου, το ελληνικό στοιχείο υπερτερούσε και στις ανατολικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας, όπου, βέβαια, βρισκόταν στο εσωτερικό μιας πανσπερμίας λαών. Ήταν όμως ευρύτατα διαδεδομένη και εκεί η ελληνική γλώσσα, που αποτελούσε τoφορέα μιας υπέρτερης κουλτούρας, το όργανο μεταλαμπάδευσης μιας τεράστιας πολιτιστικής παράδοσης και το μέσο πρόσβασης στον ανεξάντλητο θησαυρό της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Ο βαθμιαίος μάλιστα διαποτισμός των λαών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά, που λειτουργούσε προς πάσα κατεύθυνση ως πηγή φωτός και ως πόλος έλξης, είχε ως αποτέλεσμα να διευρύνει το ελληνικό στοιχείο ακόμη περισσότερο την επικράτησή του και να αναδειχτεί τελικά κυρίαρχο.
Ωστόσο, η «ελληνικότητα» αυτή, ενώ θεμελιωνόταν σε μια πολιτιστική και, σε σημαντικό βαθμό, εθνολογική υποδομή και ενώ ως υπόγειο ρεύμα παραδόσεων, ιδεών, νοοτροπίας και κοσμοαντίληψης συνεχιζόταν περισσότερο ή λιγότερο αδιατάρακτη από την αρχαία εποχή ως τους τελευταίους βυζαντινούς χρόνους, δεν ισοδυναμούσε πάντοτε με μια διαμορφωμένη ελληνική συνείδηση. Ο μεσαιωνικός ελληνισμός δεν ήταν ο ίδιος με τον αρχαίο ελληνισμό — και δε θα μπορούσε άλλωστε να είναι, αφού κατά τη διαδρομή των αιώνων ανακύπτουν πολλαπλές κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές αλλαγές. Ωστόσο, ο μεσαιωνικός ελληνισμός, παρά το χριστιανικό χαρακτήρα του, δεν ήταν και κάτι το διαφορετικό από τον αρχαίο ελληνισμό ή, ακόμη περισσότερο, κάτι το ξένο προς αυτόν. Αντίθετα, επρόκειτο για «μια νέα φάση του ίδιου λαού» (Ν. Σβορώνος). Επομένως, η ελληνική συνείδηση κατά τη βυζαντινή περίοδο, έστω και αν βρισκόταν αρχικά σε μια «δυνάμει» κατάσταση, εξακολουθούσε να είναι κάτι το υπαρκτό Αυτό σημαίνει ότι συγκέντρωνε όλες τις προϋποθέσεις της τελικής διαμόρφωσης και της εμφάνισής της, αλλά δεν υπήρχαν ακόμη οι κατάλληλες εκείνες συνθήκες που θα λειτουργούσαν ως οι απαραίτητοι «ιστορικοί καταλύτες». Όταν αυτό συνέβη, η εθνική συνείδηση των Ελλήνων αφυπνίσθηκε, ενεργοποιήθηκε και εξελίχθηκε σε μια εθνική συνείδηση με επίγνωση του εαυτού της.
Οι ιστορικοί αυτοί καταλύτες που εμφανίστηκαν πραγματικά –όχι, όμως, μονομιάς αλλά σταδιακά– επενήργησσαν σε γενικές γραμμές ως εξής:
1. Η στέψη το Καρολομάγνου ως αυτοκράτορα των Ρωμαίων (Χριστούγεννα του 800 μ.Χ.) και η συνακόλουθη μονοπώληση από το κράτος του της ρωμαϊκής οικουμενικότητας, που άφηνε κατά κάποιο τρόπο «εκτός Ρώμης» τους Βυζαντινούς Έλληνες, η αποψίλωση της αυτοκρατορίας από τους μη ελληνικούς λαούς με αποτέλεσμα τη συρρίκνωσή της σε περιοχές όπου υπερτερούσε συντριπτικά το ελληνικό στοιχείο και, τέλος, η κυριαρχία της ελληνικής γλώσσας, που από την εποχή του Ηρακλείου (7. μ.Χ. αιώνας) είχε καθιερωθεί ως η επίσημη γλώσσα της αυτοκρατορίας, συνέβαλαν στο να εξελιχθεί τελικά η Βυζαντινή Αυτοκρατορία σε «Ελληνική Αυτοκρατορία –ή (Μεσαιωνικό) Ελληνικό κράτος– της χριστιανικής ανατολής».
2. Η αδιαφιλονίκητη επικράτηση και εδραίωση του Χριστιανισμού είχε ως αποτέλεσμα το όνομα «Έλλην» να μη θεωρείται πλέον ανταγωνιστικό ή και επικίνδυνο σε σχέση με την ιδιότητα του χριστιανού και, άρα, να αρχίσει ολοένα και περισσότερο να προσλαμβάνει ξανά την πολιτιστική, αρχικά, και αργότερα την εθνική σημασία του. Παράλληλα. θα παραμεριστεί βαθμιαία η ονομασία «Ρωμαίοι», που αποτελούσε πλέον λόγο κενό, και θα αντικατασταθεί σταδιακά από την ονομασία «Έλληνες», που απέδιδε εύστοχα την πολιτιστική και την εθνική ταυτότητα των φορέων της
3. Το τελικό σχίσμα μεταξύ των δύο εκκλησιών, της ανατολικής και της δυτικής (το 1054 μ.Χ. επί του Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριου), η οικονομική και η πολιτική διείσδυση του λατινικού στοιχείου προς ανατολάς, η οποία κορυφώθηκε βίαια με τις στρατιωτικές επιδρομές των Σταυροφόρων και κυρίως με την άλωση της «Βασιλεύουσας» (1204), καθώς και οι τρεις μεγάλες εκστρατείες των Νορμανδών, τον 11. και το 12. αιώνα, έστρεψαν τους Βυζαντινούς Έλληνες –με επικεφαλής την πνευματική ηγεσία και την αστική τάξη– εναντίον της Δύσης και συνέβαλαν αποφασιστικά στον εθνικό αυτοπροσδιορισμό τους.
4. Η «απενοχοποίηση» της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, η οποία πολλούς αιώνες πριν από την άλωση του 1453 συγκέντρωνε ήδη το ερευνητικό ενδιαφέρον και το θαυμασμό των Βυζαντινών λογίων, αποτέλεσε διαδικασία πανηγυρικής επανασύνδεσης με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, του οποίου τα μεγάλα επιτεύγματα –η επιστήμη, η ιστοριογραφία, η ποίηση και η φιλοσοφία– παρά τις αρνητικές υποδηλώσεις που τους είχε προσδώσει κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες η ταύτιση της ελληνικότητας με την «ειδωλολατρία», εξακολουθούσαν ολοένα και περισσότερο να θεωρούνται ανεκτίμητο παιδευτικό αγαθό. Η διαδικασία της επανασύνδεσης αυτής θα συνεχιστεί αδιάκοπα και θα συνδυαστεί με την άνθηση της τέχνης, σε μια εποχή μάλιστα κατά την οποία η αυτοκρατορία είχε πια παραδοθεί στη ραγδαία παρακμή και αποσύνθεσή της.
Αυτά όλα είχαν ως αποτέλεσμα να διαμορφωθεί κατά τους τελευταίους αιώνες της αυτοκρατορίας, ιδιαίτερα κατά τον 11. και το 12., μια σαφής ελληνική εθνική συνείδηση, της οποίας όμως οι πρωταρχές ανάγονταν σε πολύ παλαιότερες χρονικές περιόδους, αφού υπήρξε καρπός μιας μακραίωνης διαδικασίας, και της οποίας η περαιτέρω εξέλιξη θα συνεχιστεί ακόμη για πολύ. Γράφει σχετικά ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος στο έργο του «Το Ελληνικό έθνος. Γένεση και διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού» (εκδ. «Πόλις», 2004), το οποίο τίναξε κυριολεκτικά στον αέρα τα εθνοαποδομητικά φληναφήματα για το Βυζάντιο:«Η νέα τούτη πορεία του Ελληνισμού αρχίζει να διαγράφεται καθαρά από το τέλος του 11ου και τις αρχές του 12ου αιώνα, για να διαρκέσει, περνώντας από διάφορα στάδια, ως τις αρχές του 19ου αιώνα. Είναι η περίοδος που ένας παλαιός λαός, με την προοδευτική του διαμόρφωση σε συντελεσμένο έθνος, ανανεώνεται και αποτελεί μια καινούργια ιστορική οντότητα, τον Νέο Ελληνισμό, δηλαδή το Ελληνικό έθνος». Ακόμη: «Το όνομα Έλλην αρχίζει και ξαναπαίρνει το διπλό πολιτιστικό και εθνολογικό του περιεχόμενο. Έλλην είναι όποιος μετέχει ελληνικής παιδείας και έχει ελληνική καταγωγή. Για άλλη μια φορά οι Βυζαντινοί λόγιοι χωρίζουν τον κόσμο σε Έλληνες και βαρβάρους». Και, τέλος: «Από το τελευταίο, λοιπόν, τέταρτο του 11ου αιώνα ως το 1204, ο Βυζαντινός αρχίζει να συνδέεται με το ιστορικό του παρελθόν και να ξαναβρίσκει σιγά-σιγά τις λαϊκές ρίζες του πολιτισμού του. Αρχαία Ελληνική κληρονομιά και χριστιανική πίστη αρχίζουν να συμβιβάζονται στη συνείδησή του και να γίνονται τα συστατικά της στοιχεία».
Όσοι επικαλούνται το βίαιο εκχριστιανισμό και «αφελληνισμό» των Ελλήνων, στις αρχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, με σκοπό να αμφισβητήσουν τη διαχρονικότητα της ελληνικής συνείδησης χρησιμοποιούν ανεπίγνωστα ένα επιχείρημα, που σαν το αυτεπίστροφο όπλο («μπούμερανγκ») επανέρχεται, ακριβώς, εναντίον των θέσεων τις οποίες πασχίζουν να υποστηρίξουν και καταφέρνει εναντίον τους καίριο πλήγμα. Ο λόγος είναι απλός: αν, παρά τον αναγκαστικό εκχριστιανισμό του ελληνισμού, η συνείδηση ελληνικότητας επέζησε διαμέσου των αιώνων και, όταν ωρίμασαν οι ιστορικές συνθήκες, επανεμφανίστηκε ακμαία ως φυσικό επακόλουθο μακροχρόνιων διεργασιών (και όχι, βέβαια, όπως συνηθίζεται σήμερα, ως «εν ψυχρώ» μεθοδευμένο εγχείρημα για την εξυπηρέτηση ενός τυχοδιωκτικού αλυτρωτισμού, και μάλιστα υπό την αιγίδα και με τη χρηματοδότηση της Νέας Τάξης …), αυτό αποκτά ξεχωριστή σπουδαιότητα. Επιβεβαιώνει, ακριβώς, τη μοναδική αντοχή της ελληνικής συνείδησης στη φθορά του ιστορικού χρόνου και, κατά συνέπεια, την εκπληκτική ικανότητά της να επιβιώνει σε πείσμα των πολλαπλών περιπετειών και αντιξοοτήτων. Επιπλέον, καταδεικνύει περίτρανα τη διαχρονική εμβέλεια του ελληνικού πνεύματος.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΑΤΣΙΜΑΝΗΣ
Επιλογή "Αντίλογου" μερικών εύστοχων και ευρείας αντίληψης σχολίων από τα εκατοντάδων σελίδων ιδεοληπτικά άλλα σχόλια που ακολούθησαν το παραπάνω κείμενο:
Ι. Χονδρογιάννης
Ρωμανία λοιπόν και Ρωμαίοι για όσους λατρεύουν το μουσουλμανικό ιστορικό πρότυπο φερ’ ειπείν, με πανομοιότυπες Τζαμαχιρίες από Ατλαντικό μέχρι Ινδικό και με κατοίκους ταυτοποιούμενους ως “Άραβες” γιατί “όλοι μουσουλμάνοι είμαστε βρε αδελφέ!”
Ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, την ισοπέδωση λαών και πολιτισμών, ενάντια στον εθνομηδενισμό!
Έλα όμως που αποδεικνύεται ότι δεν αρκεί για να τους αδελφοποιήσει ούτε το “Άραβες” ούτε το μουσουλμάνοι και γίνονται μαλλιά – κουβάρια μεταξύ τους!
Μόνο αυτοκρατορικού τύπου στρατιωτική βία είναι ικανή για κάτι τέτοιο!
Κε. Χονδρογιάννη, καταφανέστατα δεν είσθε ανιστόρητος, ο όρος αναφέρεται εις ανθρώπους οίτινες δεν έχουν κατανοήσει το νόημα της Ιστορίας, και, εκ των γραφομένων σας, το έχετε κατανοήσει πλήρως και, επιτρέψατέ μου, να προσυπογράψω. Θλίβομαι όμως διότι διαπιστώνω, από την όλην συζήτησιν, ότι διακατεχόμεθα από τα ίδια καταστροφικά μειονεκτήματα άτινα μας χαρακτηρίζουν από της αρχαιότητος μέχρι τούδε. Πιστεύω ότι ο κ. Κ. Παπαδόπουλος δεν στερείται γνώσεων και νοημοσύνης πράγμα, ατυχώς, σπάνιον εν Ελλάδι σήμερον. Η οξύτης, την οποίαν παρουσιάζει, θα ηδύνατο να αποδωθεί εις το νεαρόν της ηλικίας. Θα ήλπιζα όμως να έχει κατορθώσει να υπερκεράση οικογενειακάς τραγωδίας και να επιστρατεύση τα προτερήματά του προς το κοινόν καλόν. Αναγνωρίζω την δυσκολίαν λόγω συναισθηματικών δεσμών, αλλά ταυτοχρόνως, ο κ. Παπαδόπουλος οφείλει να αντιληφθεί ότι πρόκειται περί μονοδρόμου άλλως θα ευρεθή είτε συντασσόμενος εις μίαν σκιώδη ταυτότητα είτε άπατρις. Αυτό θα είναι δυτύχημα δι’ όλους. Ελπίζω ότι ο κ. Παπαδόπουλος αντιλαμβάνεται ότι δεν πρόκειται περί εκβιασμού αλλά περί παραινέσεως. Η χώρα μας διεξάγει πολυμέτωπον αγώνα και ουδείς περισσεύει.
Νὰ σημειώσω, μόνον, ὅτι οἱ αὐτοκρατορίες δὲν ἱδρύθηκαν οὔτε κρατήθηκαν μὲ στρατιωτικὴ βία. Ὅταν ἐπεχειρήθη αὐτὸ σοβαρά, μεταξὺ 1914 καὶ 1918, εἴδαμε πόσο ζυγίζει ἡ στρατιωτικὴ βία …
Δεν σας αντελήφθην!
Πως ιδρύθηκαν και κρατήθηκαν οι αυτοκρατορίες; Με δημοψηφίσματα; Ή με λαϊκές συνελεύσεις; Οι κατακτημένοι λαοί προσεχώρησαν οικειοθελώς εις αυτές και με ποιό τρόπο; Κάποιο παράδειγμα για να εννοήσω;
*
*Βιογραφικό Κυριάκου Κατσιμάνη, καθηγητή Φιλοσοφίας
Ο Κυριάκος Σ. Κατσιμάνης γεννήθηκε το 1937 στο Παράλιο Άστρος. Σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, από όπου πήρε το πτυχίο της Φιλοσοφικής Σχολής (1960), και φιλοσοφία στο Παρίσι (Σορβόννη), από όπου πήρε το Doctorat d'Etat des Lettres (1974). To 1980 ανακηρύχτηκε Υφηγητής της Φιλοσοφίας της Παντείου ΑΣΠΕ.
Υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση (1962-1976), στο Κέντρο Εκπαιδευτικών Μελετών και Επιμορφώσεως (ΚΕΜΕ, 1976-1985) και στο ανασυσταθέν Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (1985), του οποίου υπήρξε Σύμβουλος και Αντιπρόεδρος.
Δίδαξε φιλοσοφία στη Σχολή Επιμόρφωσης Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΣΕΛΜΕ) της Αθήνας καθώς και στα περιφερειακά Επιμορφωτικά Κέντρα της Αθήνας, του Πειραιά και της Τρίπολης.
Έχει επίσης διδάξει στο Διδασκαλείο Μ.Ε., στο Διδασκαλείο Δ.Ε., στη ΧΕΝ της Αθήνας και στο Κέντρο Φιλοσοφικών Ερευνών. Έχει πολλές φορές πάρει μέρος ως ειδικός εισηγητής σε επιμορφωτικά σεμινάρια και σε ενημερωτικές συγκεντρώσεις για το εποπτικό προσωπικό και τους καθηγητές της Μ.Ε. τόσο στην Αθήνα όσο και σε διάφορες επαρχιακές πόλεις.
Τέλος, έχει συμμετάσχει σε ελληνικά και σε διεθνή φιλοσοφικά και εκπαιδευτικά συνέδρια.
Τον Ιούνιο του 2000 εξελέγη ομόφωνα επίκουρος καθηγητής στον Τομέα Φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου δίδαξε φιλοσοφία επί τέσσερα έτη, ενώ τον Ιούνιο του 2004 εξελέγη ομόφωνα αναπληρωτής καθηγητής στον Τομέα Φιλοσοφίας της ίδιας Σχολής.
Έχει επανειλημμένως εκλεγεί μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας, της οποίας έχει διατελέσει Γενικός Γραμματέας και Ταμίας. Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει βιβλία και άρθρα φιλοσοφικού περιεχομένου, ενώ πολυάριθμες συνεργασίες του έχουν καταχωριστεί στην "Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα. Στο έργο του πρέπει να προστεθεί και η μετάφραση τεσσάρων βιβλίων.
Ως στοχαστής ο Κυριάκος Κατσιμάνης εμπνέεται από την ελληνική πνευματική παράδοση και ιδιαίτερα από το σωκρατικό ορθολογισμό. Με τον εξοπλισμό αυτό, καθώς και την οικείωσή του με τη νεότερη και τη σύγχρονη ευρωπαϊκή φιλοσοφική σκέψη, επιχειρεί κριτικές αναλύσεις και διαφωτιστικές τομές σε προβλήματα που απασχολούν το σύγχρονο άνθρωπο.
Τίτλοι:ΣυγγραφέαςΚυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΚαταγγελτικός λόγος και κριτικός αντίλογοςΣυγγραφέας: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 2022ISBN: 978-960-02-3870-9ΚυκλοφορείΒιβλίοΣυλλογικό έργοΣύγχρονες προσεγγίσειςΣυγγραφέας: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 2011ISBN: 978-960-6757-48-8ΚυκλοφορείΒιβλίοΚυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΦιλοσοφική ερμηνεία επιλεγμένων κειμένωνΣυγγραφέας: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 2001ISBN: 978-960-01-0881-1ΚυκλοφορείΒιβλίοΣυλλογικό έργοΔιημερίδα: 13 και 14 Μαΐου 1997Συγγραφέας: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 1998ISBN:ΕξαντλημένοΒιβλίοΚυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΣυγγραφέας: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 1992ISBN: 978-960-01-0360-1ΚυκλοφορείΒιβλίοΚυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑρχαία ελληνική γραμματεία, νέα ελληνικά, φιλοσοφία, το πρόβλημα της αξιολόγησηςΣυγγραφέας: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 1985ISBN: 978-960-205-129-0ΚυκλοφορείΒιβλίοΣυλλογικό έργοΕορτασμός στα ογδοντάχρονά τουΣυγγραφέας: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 1981ISBN:ΚυκλοφορείΒιβλίοΚυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΣυγγραφέας: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 1981ISBN: 978-960-205-131-3ΚυκλοφορείΒιβλίοΚυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΘεωρία και πράξηΣυγγραφέας: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 1980ISBN: 978-960-205-130-6ΚυκλοφορείΒιβλίοΜετάφρασηΜια ιστορία των ιδεών της ΔύσηςΜετάφραση: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 2005ISBN: 978-960-402-201-4ΚυκλοφορείΒιβλίοΗ καντιανή επανάστασηΜετάφραση: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 1987ISBN:ΚυκλοφορείΒιβλίοΜετάφραση: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 1986ISBN: 978-960-205-192-4ΚυκλοφορείΒιβλίοΜετάφραση: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 1985ISBN: 978-960-205-151-1ΚυκλοφορείΒιβλίοΜετάφραση: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 1980ISBN:ΚυκλοφορείΒιβλίοΕπιμέλειαΜια ιστορία των ιδεών της ΔύσηςΕπιμέλεια: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 2005ISBN: 978-960-402-201-4ΚυκλοφορείΒιβλίοΕισήγησηΣυλλογικό έργοΣεμινάριο 36Εισήγηση: Κυριάκος Σ. ΚατσιμάνηςΑθήνα, 2009ISBN: 978-960-6738-11-1ΚυκλοφορείΒιβλίο
Ο Κυριάκος Σ. Κατσιμάνης γεννήθηκε το 1937 στο Παράλιο Άστρος. Σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, από όπου πήρε το πτυχίο της Φιλοσοφικής Σχολής (1960), και φιλοσοφία στο Παρίσι (Σορβόννη), από όπου πήρε το Doctorat d'Etat des Lettres (1974). To 1980 ανακηρύχτηκε Υφηγητής της Φιλοσοφίας της Παντείου ΑΣΠΕ.
Υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση (1962-1976), στο Κέντρο Εκπαιδευτικών Μελετών και Επιμορφώσεως (ΚΕΜΕ, 1976-1985) και στο ανασυσταθέν Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (1985), του οποίου υπήρξε Σύμβουλος και Αντιπρόεδρος.
Δίδαξε φιλοσοφία στη Σχολή Επιμόρφωσης Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΣΕΛΜΕ) της Αθήνας καθώς και στα περιφερειακά Επιμορφωτικά Κέντρα της Αθήνας, του Πειραιά και της Τρίπολης.
Έχει επίσης διδάξει στο Διδασκαλείο Μ.Ε., στο Διδασκαλείο Δ.Ε., στη ΧΕΝ της Αθήνας και στο Κέντρο Φιλοσοφικών Ερευνών. Έχει πολλές φορές πάρει μέρος ως ειδικός εισηγητής σε επιμορφωτικά σεμινάρια και σε ενημερωτικές συγκεντρώσεις για το εποπτικό προσωπικό και τους καθηγητές της Μ.Ε. τόσο στην Αθήνα όσο και σε διάφορες επαρχιακές πόλεις.
Τέλος, έχει συμμετάσχει σε ελληνικά και σε διεθνή φιλοσοφικά και εκπαιδευτικά συνέδρια.
Τον Ιούνιο του 2000 εξελέγη ομόφωνα επίκουρος καθηγητής στον Τομέα Φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου δίδαξε φιλοσοφία επί τέσσερα έτη, ενώ τον Ιούνιο του 2004 εξελέγη ομόφωνα αναπληρωτής καθηγητής στον Τομέα Φιλοσοφίας της ίδιας Σχολής.
Έχει επανειλημμένως εκλεγεί μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας, της οποίας έχει διατελέσει Γενικός Γραμματέας και Ταμίας. Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει βιβλία και άρθρα φιλοσοφικού περιεχομένου, ενώ πολυάριθμες συνεργασίες του έχουν καταχωριστεί στην "Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα. Στο έργο του πρέπει να προστεθεί και η μετάφραση τεσσάρων βιβλίων.
Ως στοχαστής ο Κυριάκος Κατσιμάνης εμπνέεται από την ελληνική πνευματική παράδοση και ιδιαίτερα από το σωκρατικό ορθολογισμό. Με τον εξοπλισμό αυτό, καθώς και την οικείωσή του με τη νεότερη και τη σύγχρονη ευρωπαϊκή φιλοσοφική σκέψη, επιχειρεί κριτικές αναλύσεις και διαφωτιστικές τομές σε προβλήματα που απασχολούν το σύγχρονο άνθρωπο.
Μια γενική παρατήρηση «ανιστόριτου» ακόμη.
Αποφεύγω συστηματικά όπως προσέξατε να «γράφω» ιστορία καθ’ όσον ούτε την ιστορική επιστήμη κατέχω αλλά ούτε καν ερασιτέχνης ιστορικός αναδιφητής δύναμαι να είμαι. Επιθυμώ να παραμένω απλός «χρήστης»της ιστορίας την οποία επιμελούνται ειδικότεροι και πλέον αφοσιωμένοι εμού για λογαριασμό μου (μας). Μόνος μου στόχος, ως απλός πολίτης, παραμένει η κατανόηση της διαδρομής της ανθρωπότητας προσβλέποντας στην εξαγωγή συμπερασμάτων για προσανατολισμό προς το μέλλον. Οι λεπτομέρειες και «τεκμηριώσεις» της ιστορίας ουδαμώς με ενδιαφέρουν εάν δεν πληρούν τον άνω στόχο, πλήθος δε ιστορικών πληροφοριών παραμένουν για με (όπως και για τους περισσότερους) αυτό που κοινώς αποκαλείται «άχρηστη πληροφορία».
Υπ’ αυτό το πρίσμα, επιχειρώ μια αποστασιοποιημένη θεώρηση συνολικών ιστορικών διαδρομών για να αναρωτηθώ:
– Τι αισθήματα προκαλεί στους κατοίκους των χωρών αυτών πρώτα αλλά και σε όλους τους υπόλοιπους να παρατηρούν ως συντελεσμένο γεγονός ότι ο σύγχρονος Αιγύπτιος ουδεμία σχέση έχει πλέον, έχοντας αποκοπεί πλήρως, από τον αρχαίο πολιτισμό που αναπτύχθηκε στην χώρα του ή ο σύγρονος Ιρακινός, Πέρσης (Ιρανός πλέον) και πάει λέγοντας;
– Τι απέγιναν οι Φοίνικες, οι Ασσύριοι, οι Χετταίοι, οι Κέλτες οι Ίνκας και τόσοι άλλοι αρχαίοι λαοί και πολιτισμοί;
– Τι τραγικό τέλος είχε – για να αναφερθώ και στα καθ’ημάς – ο Μικρασιατικός πολιτισμός που με αφετηρία τους Ίωνες και τους Αιολείς διέγραψε μια πορεία χιλιετηρίδων για να χαθεί οριστικά μόλις στους δικούς μας καιρούς;
– Δεν δημιουργεί ένα αίσθημα θλίψης σε όλους, να αποτελούν απλά κεφάλαια, υποπαραγράφους της παγκόσμιας ιστορίας;
– Δεν είναι κρίμα να έχουν χαθεί ακόμα και από την ιστορική μνήμη λαοί και πολιτισμοί αιώνων στα ίδια τα χώματα που γεννήθηκαν;
Τα ανωτέρω βεβαίως αποτελούν συντελεσμένα ιστορικά γεγονότα μη αναστρέψιμα από κάθε αίσθημα θλίψης ή νοσταλγίας
Εάν επιχειρήσω όμως να εξάγω κάποια δικά μου συμπεράσματα θα παρατηρήσω τα εξής:
Η εξαφάνιση όλων σχεδόν των αρχαίων πολιτισμών και η ομογενοποίηση των λαών σε έναν, προήλθε αποκλειστικά από επεκτατικές ενέργειες λαών την έγερση των οποίων πάντοτε υπεδαύλισαν ΗΓΕΤΕΣ (εκ της άρχουσας τάξης οπωσδήποτε!), για ικανοποίηση πρωτίστως προσωπικών τους άμετρων φιλοδοξιών για πλούτο και εξουσία, εκμεταλλευόμενοι την πάγια ανάγκη παντός για καλύτερη ζωή. Ακολουθούσε πολιτικό μόρφωμα διατήρησης των κεκτημένων (άλλως μιλάμε για επιδρομές) το οποίο συν το χρόνω τελειοποιήθηκε λαμβάνοντας την γνωστή μορφή της ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ!
Έτσι ξεκίνησαν και επεκτάθηκαν όλες! Από τον Ναβουχοδονόσωρα μέχρι τους Δαρείους και τον Τζεγγίς Χαν, από τον δικό μας Μεγαλέξανδρο ως τους Καίσαρες και τον Καρλομάγνο.
Η οικονομική εκμετάλλευση (αρπαγή στην φάση της κατάκτησης) και η διαιώνιση της εξουσίας για να είναι συνεχής, απαιτούσε «πολτοποίηση» των κατακτημένων λαών στα χαρακτηριστικά όμως του κυρίαρχου, δια μέσου της διάσπασης της ιστορικής και πολιτιστικής τους συνέχειας. Πράγμα δύσκολο!
Και όπου δεν εφαρμόσθηκε με συνέπεια, επιμονή και βία το μόρφωμα δεν άντεχε στο χρόνο! Τελειοποιήθηκε όμως το πολίτευμα της αυτοκρατορίας ανακαλύπτοντας ένα πολύ αποτελεσματικό εργαλείο. Τη ΘΡΗΣΚΕΙΑ. (Και εδώ η πολιτική διορατικότητα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, εκπληρούμενη από Ιουστινιανό, Λέοντα κλπ.!) Αυτή θα ήταν ο συνεκτικός ιστός, αυτή το πρώτιστο κοινό στοιχείο κάθε υπηκόου. Κατά σαρωτικό και απόλυτο τρόπο! Κύριο στοιχείο πολιτικής και πολιτιστικής ταυτότητας!
Η θνήσκουσα Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έλαβε φιλί ζωής για άλλα χίλια χρόνια και πλέον. Με κύριους αναδυόμενους αντίπαλους τις (επί ιδίων αρχών) μουσουλμανικές των Αράβων και των Οθωμανών. Στον Καθολικισμό χτίζει αυτοκρατορία ο Καρλομάγνος. Επιχειρούνται μέχρι και Σταυροφορίες! Στις ίδιες βάσεις χτίζονται όλες οι Ευρωπαϊκές Αυτοκρατορίες μέχρι πρόσφατα. Όποιος επιμένει σε ιστορική – πολιτιστική ιδιοπροσωπεία αποτελεί υπήκοο τελευταίας κατηγορίας με σκοτεινό μέλλον ή κεφαλή σε προσωρινή θέση.. Η θρησκεία αποτέλεσε και το μοναδικό κριτήριο, με διάσπαση ομογενών πληθυσμών (Πόντιοι, Καππαδόκες κλπ.), για τη δημιουργία του Νεοτουρκικού κράτους.
Γιατί επαναλαμβάνω αυτά τα γνωστά και τετριμμένα; Μα για υπενθύμιση, γιατί τα ξεχνάμε ή κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε!
Για να στοχαστούν λίγο όσοι θαμπώνονται από αυτοκρατορικά μεγαλεία και κλέη και ψάχνουν την χαμένη τους ταυτότητα στα γέννη «υβρίδια» των παλατιανών σκοπιμοτήτων! Και μετά κλαίνε για χαμένες πατρίδες και για διχασμό του γέννους τους! Γιατί «ατυχώς» άλλη αυτοκρατορία μετά είχε τις δικές της σκοπιμότητες, κάνοντάς τους σκορποχώρι στη δημιουργία του δικού της υβριδίου!
Κατά τα άλλα, θα δηλώσουν και πολέμιοι της παγκοσμιοποίησης και Νέας Τάξης Πραγμάτων! (Λες και οι αυτοκρατορίες δεν ήταν προσπάθειες παγκοσμιοποίησης κάθε ισχυρού της εποχής, λες και η Pax Romana δεν ήταν Παλιά Τάξη Πραγμάτων!)
Για να δούν σφαιρικότερα και με περισσότερη ψυχραιμία το θέμα «ποια η ιστορία μου και ο πολιτισμός μου» και να υποψιαστούν πως προκύπτει το ιστορικό σημείο τομής και επανεκκίνησης και τι σηματοδοτεί. Η επιλεκτική απότμηση μέρους της ιστορίας προς υιοθέτηση και εξ’ αυτού ταύτιση, είναι σαν να ονειρευόμαστε από το αγαπημένο μας παραμύθι, μου θυμίζει όταν πιτσιρικάς διάβαζα Μικρό Κάου-μπόϋ και ονειρευόμουνα να γίνω σερίφης!
Αλλά και να αντιληφθούν ότι την ταυτότητα σου την κληρονομείς αφ’ ενός, έχοντας όμως χρέος και να την προσανατολίσεις στο μέλλον βάσει επιλογών! Επιλογές που γίνονται και δια της ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ της ιστορίας, όχι ονειρευόμενος επανάληψη ή στατική συνέχιση και μάλιστα επί συζητήσιμων προτύπων!
Στους θαυμαστές των Imperium, αλλά χαμένων εξ’ αυτών, να αντιπαραβάλλουμε το ελληνικό πολιτικό πρότυπο της πόλης – κράτους που παραπέμπει σε αυτοδιάθεση – αυτοδιοίκηση με δημοκρατικούς θεσμούς; (Όχι εισαγωγής από Ευρώπη ή USA!). Δεν σας φαίνεται πιο συζητήσιμο και ελκυστικό προς επεξεργασία; Και πιο «φιλικό» προς την ιστορική-πολιτιστική ιδιομορφία; Το Φαναριώτικης προέλευσης (Βαυαρικής, Αγγλικής, Αμερικανικής κλπ. τελειοποίησης – παρεπιμπτόντως όλες αυτοκρατορικές) πολιτικό μας σύστημα δεν θα το αναλύσετε, δεν θα το σχολιάσετε βάσει ιστορικής εμβρίθειας;
Πού είναι η Ελλάδα σήμερα και που πάει, τα γιατί και την πυξίδα, θα ανεύρουμε σε «αξιόπιστες» μεσαιωνικές πηγές τεκμηρίωσης του filioque; Δεν αξίζει σχολιασμό και συσχετισμό η διεθνής κατάσταση βάσει ιστορικής εμπειρίας; Ή αυτά δεν μας αφορούν, γιατί έχουμε μεγάλη έγνοια πως μας αποκαλεί ο κάθε Ακροπολίτης ή Σφραντζής (μάρκας ή ιμιτασιόν) και όποιος βυζαντινοκαλόγερος αγνώστου προελεύσεως που όφειλε όχι απλά υποταγή, αλλά και γλείψιμο στην εξουσία! Η ιστορία τι είναι, παραμύθι για να ονειρευόμαστε γλυκά;
Ο «ανιστόρητος» αυτός πολίτης αποτολμά την εξής σύσταση σε ιστοριολάτρες και ιστοριοδιφούντας. «Προσοχή, γιατί ψάχνοντας το δένδρο χάνουμε το δάσος!» Άλλος τις, θα τολμούσε να τους χαρακτηρίσει «βυζαντινολογούντες». Εγώ φείδομαι ολίγον!
Συνηθίζουμε να λέμε ότι μέχρι σήμερα τρείς είναι οι αρχαιότεροι πολιτισμοί που επιβιώνουν. Ο Κινεζικός, ο Εβραϊκός και ο Ελληνικός. Οι δύο πρώτοι αδιαμφισβήτητα και αταλάντευτα, ο δε Ελληνικός, άνευ ανάγκης νέας εισβολής δια το μοιραίον, τυγχάνει κάκιστης και προς το χειρότερον υγείας, τον σκοτώνουμε σιγά – σιγά εμείς οι ίδιοι! Διότι δεν μου φαίνεται να συγκεντρώνει αρκετή ομοψυχία αληθούς αποδοχής και στήριξης ούτε καν στη χώρα που γεννήθηκε και από τους φυσικούς του φορείς!