*Το κείμενο αυτό του Bill Bland της Communist League (UK), το οποίο, βρίσκεται στην ιστοσελίδα http://ml-review.ca/aml/BLAND/DOCTORS_CASE_FINAL.htm, μεταφράστηκε από τα αγγλικά και αναρτήθηκε στις 13/2/2005 στο Αthens Indymedia (https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=325941)
8 Δεκεμβρίου, 2012
H «Υπόθεση των γιατρών», ο θάνατος του Στάλιν και οι εκτελέσεις μαρξιστών-λενινιστών από τους «ανανεωτές» ρεβιζιονιστές
Περιεχόμενα
Μέρος 1: H «Υπόθεση των γιατρών»
Οι αρχικές προετοιμασίες για το ρεβιζιονιστικό πραξικόπημα (1943-46)
H πρώτη φάση της «υπόθεσης των Γιατρών» (1948-51)
Η απομάκρυνση και η σύλληψη του Αbakumov (1951)
Ο αντιπερισπασμός στη Γεωργία (1951-52)
Η αντεπίθεση των Μαρξιστών-Λενινιστών στη Γεωργία
Η κατηγορία για την «υπόθεση των Γιατρών» (1953)
Η καταστροφή του πλέγματος Ασφαλείας γύρω από το Στάλιν
Μέρος 2: Ο θάνατος του Στάλιν (1953)
Το αποτραπέν πραξικόπημα (1953)
Η απενοχοποίηση των γιατρών (1953)
Η προσωρινή ανατροπή του αντιπερισπασμού στη Γεωργία (1953)
Η αποπομπή του Leonid Melnikov (1953)
Το στρατιωτικό πραξικόπημα στη Μόσχα (1953)
Το στρατιωτικό πραξικόπημα στη Γεωργία (1953-54)
Η «Υπόθεση της Μινγκρελίας» (1953)
H «δίκη» του Μπέρια (1953)
Η επανεμφάνιση του Melnikov (1953-57)
Η δίκη του Abakumov (1954)
Η «δίκη» του Ryumin (1954)
Η αποκατάσταση της Anna Louise Strong (1955)
Η αποκατάσταση του Τίτο (1955)
Η δίκη των Rapava-Rukhadze (1955)
Η δίκη του Bagirov (1956)
Βιογραφικά
Βιβλιογραφία
Μέρος 1: H «Υπόθεση των γιατρών»
«Ο Στάλιν… εξέδωσε διαταγές να συλληφθεί μια ομάδα επιφανών γιατρών… όταν εξετάσαμε την «υπόθεση» αυτή μετά το θάνατο του Στάλιν, ανακαλύψαμε ότι ήταν κατασκευασμένη από την αρχή ως το τέλος…» (Μυστική εισήγηση Χρουστσόφ στο 20 συνέδριο του ΚΚΣΕ, σε: Russian Institute, Columbia University (Ed.): ‘The Anti-Stalin Campaign and International Communism: A Selection of Documents’; New York, 1956, σ. 64).
Οι αρχικές προετοιμασίες για το ρεβιζιονιστικό πραξικόπημα (1943- 46)
Η κατάληψη της σοβιετικής εξουσίας από τους ρεβιζιονιστές απαιτούσε συγκεκριμένα προκαταρκτικά μέτρα – το πρώτο από αυτά ήταν η εξασθένιση της αμυντικής δύναμης των οργάνων ασφαλείας του σοσιαλιστικού κράτους και την μετέπειτα μεταβίβασή του ελέγχου τους στα χέρια των ρεβιζιονιστών συνωμοτών.
Τον Απρίλη του 1943 το όργανο που ήταν υπεύθυνο για την κρατική ασφάλεια, το Λαϊκό Επιτροπάτο Εσωτερικών Υποθέσεων (ΝΚVD), του οποίου ηγείτο ο Μαρξιστής-Λενινιστής Λαυρέντι Μπέρια* έχασε τη σημασία του από τη διάσπασή του σε τρία μέρη:
1)το Λαϊκό Επιτροπάτο των Εσωτερικών Υποθέσεων (ΝΚVD), του οποίου εξακολουθούσε να καθοδηγείται από το Λαυρέντι Μπέρια, χωρίς όμως αρμοδιότητα πλέον αυτή της κρατικής ασφάλειας:
«Το ΝΚVD, υπό τον Λ. Μπέρια, απαλλάχτηκε έτσι από την αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων της κρατικής ασφάλειας και εξελίχτηκε περισσότερο σε έναν «οικονομικό» οργανισμό» (B. Levytsky: ‘The Uses of Terror: The Soviet Secret Service: 1917-1970’, London, 1971, σ. 160).
2) το Λαϊκό Επιτροπάτο της Κρατικής Ασφάλειας (ΝΚGB), υπό τον Μαρξιστή-Λενινιστή Vsevolod Merkulov*;
3)το Τμήμα Αντικατασκοπίας του Λαϊκού Επιτροπάτου Για την Άμυνα (SMERSH), υπό τον Μαρξιστή-Λενινιστή Viktor Abakumov*.
Το 1946, μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου,
1)το Τμήμα Αντικατασκοπίας του Λαϊκού Επιτροπάτου Για την Άμυνα SMERSH καταργήθηκε
2)το ΝΚVD μετονομάστηκε σε Υπουργείο Εσωτερικών Υποθέσεων (MVD) και ο Vsevolod Merkulov, ο οποίος
«…ήταν ένας από τους πιο στενούς και έμπιστους συνεργάτες του Μπέρια» (B. Levytsky: ό. π., σ. 141),
αντικαταστάθηκε από τον κρυφό ρεβιζιονιστή Sergey Kruglov* και
3)το Λαϊκό Επιτροπάτο της Κρατικής Ασφάλειας (ΝΚGB) μετονομάστηκε σε Υπουργείο Εθνικής Ασφάλειας: για τα επόμενα 6 χρόνια συνέχισε να καθοδηγείται από τον Μαρξιστή-Λενινιστή Abakumov.
H πρώτη φάση της «υπόθεσης των Γιατρών»
Το 1948, τα σχέδια των συνωμοτών διεκόπησαν από την «υπόθεση των Γιατρών του Κρεμλίνου». Εκείνη τη χρονιά,
«…η Lvdia Timashuk, μια απλή γιατρός στο Νοσοκομείο του Κρεμλίνου ανακάλυψε σκοπίμως διαστρεβλωμένα ιατρικά πορίσματα που έγιναν από ανώτερους ιατρούς που εργάζονταν ως σύμβουλοι στο νοσοκομείο. Έφερε στο φως τα εγκληματικά τους σχέδια και άνοιξε έτσι τα μάτια των σωμάτων ασφαλείας όσον αφορά την ύπαρξη αυτής της περιβόητης συνομωσίας» (Y. Rapoport: ‘The Doctors’ Plot: Stalin’s Last Crime’: London; 1991; σ. 77).
Η Timashuk έγραψε
«στο Στάλιν ένα γράμμα στο οποίο ανέφερε ότι γιατροί εφάρμοζαν δήθεν ακατάλληλες μεθόδους θεραπείας» (N. S. Khrushchev: Μυστική Ομιλία, από δω και στο εξής Secret Speech; ό. π., σ. 63).
Μέχρι εκείνη τη στιγμή
«η πρώτη αναφορά της Timashuk έγινε ενώ ο Ζντάνοφ ήταν ακόμα ζωντανός» (P. Deriabin: ‘Watchdogs of Terror: Russian Bodyguards from the Tsars to the Commissars’; n.p. (USA); 1984; σ. 311).
Και ο Ζντάνοφ πέθανε στις 31 Αυγούστου 1948.
Παρόλο που ο Χρουστσόφ ισχυρίζεται στη Μυστική του Ομιλία στο 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ το Φλεβάρη του 1956 ότι
«όλη αυτή η αισχρή ιστορία κατασκευάστηκε από το Στάλιν» (N. S. Khrushchev: Secret Speech; ό. π., σ. 65),
ο Ian Grey μας διαβεβαιώνει ότι αρχικά
«ο Στάλιν είχε ισχυρές αμφιβολίες έναντι των ισχυρισμών της Timashuk» (I.Grey: ‘Stalin: Man of History’; London; 1979; σ. 461)
και η κόρη του Στάλιν Svetlana Alliluyeva* βεβαιώνει ότι
«η οικονόμος του σπιτιού του πατέρα μου μού είπε πρόσφατα ότι ο πατέρας μου ήταν ιδιαίτερα σκεπτικός για την τροπή που πήραν τα γεγονότα…περίμενε στο τραπέζι, ως συνήθως, όταν ο πατέρας μου της δήλωσε ότι δεν πίστευε πως οι γιατροί δεν ήταν έντιμοι και ότι η μόνη ένδειξη που υπήρχε ήταν οι «αναφορές» της Timashuk» (S. Allilyeva: Twenty Letters to a Friend»; London; 1967; σ. 215).
Παρόλα αυτά, ο Στάλιν μεταβίβασε τα έγγραφα αυτά στα όργανα κρατικής ασφάλειας, τότε ακόμα υπό τον Μαρξιστή-Λενινιστή Υπουργό Κρατικής Ασφαλείας Abakumov. Ως αποτέλεσμα,
«…Ο Abakumov ξεκίνησε τη διεξαγωγή μιας έρευνας την οποία διηύθυνε ο ίδιος προσωπικά» (P. Deriabin: ό. π., σ. 311)
και η έρευνα σύντομα έπεισε τον Στάλιν για την ορθότητα των ισχυρισμών της Timashuk.
«Μια μέρα ο Στάλιν μας κάλεσε στο γραφείο του και ανέγνωσε ένα γράμμα από μια γυναίκα γιατρό που λεγόταν Timashuk. Ισχυριζόταν ότι ο Ζντάνοφ είχε πεθάνει επειδή οι γιατροί που ασχολήθηκαν με την υπόθεσή του, του παρείχαν σκοπίμως ακατάλληλη θεραπευτική αγωγή, μια θεραπευτική αγωγή η οποία τον οδήγησε στο θάνατο.» (N. S. Khrushchev: ‘Khrushchev Remembers’; London; 1971; σ. 283).
Οι πρώτες συλλήψεις ως αποτέλεσμα αυτής της έρευνας ξεκίνησαν το Δεκέμβρη του 1950, με τη σύλληψη του ειδικού διαγνωστικού ιατρού Yakov Etinger, που διηύθυνε μια κλινική στο First Gradskaya Νοσοκομείο της Μόσχας. Το όνομα του Etinger παρουσιάστηκε αργότερα (1953) στην «υπόθεση των γιατρών».
«ο Yakov Etinger συνελήφθη το 1950» (Y. Rapoport: σ. 24).
«Η τρομοκρατική ομάδα περιλαμβάνει…τον Pr.Υ.G. Etinger, θεραπευτή» (‘Pravda’, 13 January 1953, σ. 4, στο: ‘Current Digest of the Soviet Press’, Volume 4, No. 51 (31 January 1953); σ. 3).
Η απομάκρυνση και η σύλληψη του Αbakumov (1951)
Το 1951, λοιπόν, οι ρεβιζιονιστές συνωμότες είχαν πολλούς λόγους να νιώθουν αβέβαιο το μέλλον τους. Φήμες κυκλοφορούσαν
«..ότι πολλά άτομα που περιέβαλαν το Στάλιν απειλούνταν από ένα επερχόμενο κύμα διώξεων.» (G. Bortoli: ‘The Death of Stalin’; London; 1973; σ. 151).
Ξεκάθαρα επομένως, η ανάληψη δράσης ήταν επείγουσα προκειμένου να σωθεί τόσο η συνωμοσία όσο και οι συνωμότες.
Στα τέλη του 1951 λοιπόν, οι ρεβιζιονιστές συνωμότες κατάφεραν την απαλλαγή από τα καθήκοντα ως Υπουργού Κρατικής Ασφάλειας του Μαρξιστή-Λενινιστή Abakumov και την αντικατάστασή του από τον κρυφό ρεβιζιονιστή Semyon Ignatiev*:
«Οι εχθροί του Μπέρια στο Κόμμα (σ. σ: βλ. οι εχθροί του Μαρξισμού-Λενινισμού) κατήγαγαν αξιοσημείωτη νίκη στα τέλη του 1951 με την αντικατάσταση του V.S.Abakumov, ενός συνεργάτη του Μπέρια, από τον S. P. Ignatiev, έναν κομματικό αξιωματούχο, στην ηγεσία του MVD» (S. Wolin & R. Slusser: ‘The Soviet Secret Police’; London; 1957; σ. 20).
Ο Boris Levytsky αναφέρει ότι
«Ο Abakumov, πολύ στενός φίλος του Μπέρια (σ. σ. ένας Μαρξιστής-Λενινιστής) απομακρύνθηκε από τη θέση του και αντικαταστάθηκε από τον S. D. Ignatiev» (B. Levytsky: ό. π., σ. 204)
και βλέπει αυτή την κίνηση ως την
«πρώτη κίνηση για μια εξ ολοκλήρου αναδιάταξη στη μυστική αστυνομία, εν όψει της απομάκρυνσης του Μπέρια και των φίλων του (σ. σ. δηλαδή των Μαρξιστών-Λενινιστών) …Για την υπόθεση ότι ο Ignatiev ήταν αχυράνθρωπος υπάρχουν πολλές ενδείξεις….Η επιλογή Ignatiev ήταν αποτέλεσμα του ότι ποτέ δεν είχε καμία επαφή με τον Μπέρια και δεν είχε καθόλου εμπειρία σε θέματα μυστικής αστυνομίας» (B. Levytsky: ό. π., σ. σ. 204, 295).
Λίγο καιρό μετά, ο Abakumov με μια ντουζίνα βοηθών του συνελήφθησαν με την κατηγορία της «έλλειψης επαγρύπνησης σχετικά με την «Υπόθεση του Leningrad» του 1949-50.
«το 1951…ο Abakumov συνελήφθη…Οδηγήθηκε στη Λιουμπλιάνκα σε απομόνωση. 7 από τους υφισταμένους του και μια ντουζίνα αξιωματούχων της κρατικής ασφάλειας συνελήφθησαν μαζί του…
Οι κατηγορίες ενάντια στον Abakumov είχαν να κάνουν με το ότι δεν αναγνώρισε τον εχθρό του λαού κατά την ενασχόλησή του με την υπόθεση του Leningrad… το Σεπτέμβρη του 1952 κανείς άλλος από τον Χρουστσόφ δεν απηχούσε τις κατηγορίες του Στάλιν ότι ο Αbakumov δεν αναγνώρισε τον εχθρό του λαού στην κομματική οργάνωση της πόλης αυτής του Βορρά» (P. Deriabin: ό. π., σ. 316-17).
Το ψεύτικο των κατηγοριών ενάντια στον Abakumov και των βοηθών του φαίνεται από το γεγονός ότι το Δεκέμβρη του 1954 ο Abakumov εκτελέστηκε από τους ίδιους τους ρεβιζιονιστές συνωμότες με την κατηγορία ότι κατασκεύασε την “υπόθεση του Leningrad”
«Ο Abakumov κατασκεύασε την λεγόμενη «υπόθεση του Leningrad», για την οποία ένας αριθμός Κομματικών και σοβιετικών στελεχών συνελήφθησαν χωρίς αποδείξεις και κατηγορήθηκαν για τα πλέον σοβαρά εγκλήματα» (‘Pravda’, 24 December 1954, στο: R. Conquest: ‘Power and Policy in the USSR’; London; 1961; (από τούδε και στο εξής: ‘R. Conquest (1961’); σ. 449).
Ο Αντιπερισπασμός στη Γεωργία (1951-52)
Όμως, όπως θα δούμε, η απομάκρυνση και η σύλληψη του Abakumov δεν έπαψε τον κίνδυνο για τους συνωμότες που προήλθε από την υπόθεση των Γιατρών. Έτσι, προσπάθησαν να σωθούν, προχωρώντας σε αντεπίθεση ενάντια σε συγκεκριμένους Μαρξιστές-Λενινιστές.
Στην στρατιωτική ορολογία, αντιπερισπασμός σημαίνει:
«μια κίνηση προκειμένου να ξεγελαστεί ο αντίπαλος σχετικά με τα αρχικά πραγματικά σχέδια» (‘Shorter Oxford English Dictionary’; Oxford; 1972; σ. 737).
Οι ρεβιζιονιστές συνωμότες επέλεξαν την Υπερκαυκασία για να διεξάγουν τον αντιπερισπασμό όχι μόνο επειδή ήταν αρκετά μακριά από τον αρχικό τους στόχο, τη Μόσχα, αλλά και επειδή ήταν η γενέτειρα των Στάλιν και Μπέρια και θεωρείτο προπύργιο των Μαρξιστών-Λενινιστών. Ο Charles Fairbanks, junior* κάνει λόγο για την «παντοδυναμία στην Υπερκαυκασία» του Μπέρια.(C. H. Fairbanks, jr.: ‘National Cadres as a Force in the Soviet System: The Evidence of Beria’s Career: 1949-53’, in: J. R. Azrael (Ed.): ‘Soviet Nationality Policies and Practices’; New York; 1978; σ. 155).
Και ο Levytsky σημειώνει ότι «στο 14ο συνέδριο του Γεωργιανού Κομμουνιστικού Κόμματος το Γενάρη του 1949 δύο ξεχωριστές επιστολές εστάλησαν: μία στο Στάλιν και μία στο Μπέρια» (B. Levytsky: ό. π., σ. 208).
Η επίθεση στους γεωργιανούς Μαρξιστές-Λενινιστές θα μπορούσε να ειδωθεί από τους Μαρξιστές –Λενινιστές μονάχα ως μια αβάσιμη προβοκατόρικη ενέργεια από κρυφούς εχθρούς. Ο στόχος του αντιπερισπασμού ήταν, όταν ο χρόνος θα ήταν κατάλληλος – δηλαδή, όταν ο Στάλιν και η προσωπική του γραμματεία θα είχαν γίνει ανήμποροι να παρέμβουν
1) να γίνει παραδεκτό ότι το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας ήταν στα χέρια κρυφών εχθρών που είχαν διαπράξει σοβαρές δικαστικές πλάνες (στη Γεωργία), απαιτώντας τη διόρθωσή τους
2) να απενοχοποιήσουν και να απελευθερώσουν τους ένοχους συνωμότες-γιατρούς μαζί με τους αθώους Μαρξιστές-Λενινιστές υπό το μανδύα του «να διορθωθούν οι δικαστικές πλάνες» συνολικά.
Ο αντιπερισπασμός ξεκίνησε το Γενάρη του 1951 όταν, σύμφωνα με το R. Conquest, o Vilian Zodelava απομακρύνθηκε από την ηγεσία της Λίγκας των Νεολαίων Κομμουνιστών.
Στις 24 Μάη1951
«η ‘Voice of America’ ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει το Σάββατο να μεταδίδει και στη γεωργιανή γλώσσα» (‘New York Times’, 25 May 1951; σ. 21).
Το Νοέμβρη του 1951 ξεκίνησε η μαζική αποπομπή Μαρξιστών-Λενινιστών στη Γεωργία, με κατηγορίες για «κατάχρηση, κλοπές αυτοκινήτων και διάφορες αξιόποινες πράξεις»
Τα νέα διέρρευσαν στους δυτικούς διπλωμάτες. Το Φλεβάρη του 1952
«ένα μεγάλο κύμα καταχρήσεων, κλοπών αυτοκινήτων και παρόμοιων αξιόποινων πράξεων στη Γεωργία οδήγησε στην μαζική δίωξη ηγετικών στελεχών του Κόμματος και της τοπικής Κυβέρνησης, αναφέρουν διπλωματικές πηγές..
Οι απομακρύνσεις ξεκίνησαν τον περασμένο Νοέμβρη. Οι δύο πιο σημαντικοί αξιωματούχοι που διώχτηκαν είναι οι Mikhail Baramiya και Rostom Shaduri, γραμματείς της Κεντρικής Επιτροπής του γεωργιανού Κομμουνιστικού Κόμματος» (‘New York Times’, 6 February 1952; σ. 12).
Ο David Lang* επιβεβαιώνει ότι
«επιφανείς Γεωργιανοί κομμουνιστές κατηγορήθηκαν για κατάχρηση κρατικού χρήματος, κλοπές αυτοκινήτων και λεηλασία της κρατικής περιουσίας» (D. M. Lang: ‘A Modern History of Georgia’; London; 1962; σ. 261),
όπως και ο John Ducoli*:
«Οι κατασκευασμένοι λόγοι για τις αρχικές διώξεις ήταν κατάχρηση κρατικού χρήματος, κλοπές αυτοκινήτων, λεηλασία της κρατικής περιουσίας κλπ.» (J. Ducoli: ‘The Georgian Purges (1951-53)’, στο: ‘Caucasian Review’, τεύχ. 6 (1958), σ. 55).
Μέσα σε λίγες ημέρες, το Νοέμβρη του 1951, η ΚΕ του ΓΚΚ ανακοίνωνε ότι οι κατηγορίες εις βάρος πρώην ηγετικών στελεχών διευρύνθηκαν με αυτή της «προστασίας εγκληματιών αξιωματούχων».
«Σύντομα έγινε γνωστό ότι ο β’ Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚ(μπ.) της Γεωργίας M. I. Baramiya, ο Υπουργός Δικαιοσύνης A. N. Rapava, και ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας B. Ya. Shoniya,παρείχαν κάλυψη σε συγκεκριμένους αξιωματούχους που είχαν διαπράξει εγκλήματα και τα κάλυψαν με κάθε δυνατό τρόπο. Όλοι αυτοί απομακρύνθηκαν από τη θέση τους» (R. Conquest (1961): ό. π., σ. 139).
Αργότερα, μετά την βίαιη απομάκρυνση του Μπέρια από την ηγεσία τον Ιούλη του 1953, οι απομακρυνθέντες αξιωματούχοι χαρακτηρίστηκαν ως «υποστηρικτές του Μπέρια». Όπως έλεγε και ο τότε Α’ ΓΓ της Γεωργιανής ΚΕ Akaki Mgeladze, στο συνέδριο του Γεωργιανού Κόμματος το Σεπτέμβρη του 1952: «το 1951 αρκετές εκατοντάδες υποστηρικτές του Μπέρια εδιώχθησαν» (C. H. Fairbanks, junior: ό. π., σ. 161).
Όλοι οι Γεωργιανοί Μαρξιστές-Λενινιστές απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους και αντικαταστάθηκαν από συνειδητούς ρεβιζιονιστές.
Τότε, τον Απρίλη του 1952, μια Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚ Γεωργίας καθαίρεσε τους Kandid Charkviani από Α’ Γ.Γ., Rostom Shaduri και Mikhail Baramiya ως Β’ Γ.Γ., Valerian Bakradze από αναπληρωτή πρωθυπουργό, Avksenty Rapava από Υπουργό Δικαιοσύνης, και έναν αριθμό επιφανών γεωργιανών στελεχών.
Η Ολομέλεια εξέλεξε ως Α’ Γενικό Γραμματέα τον κρυφό ρεβιζιονιστή Akak Mgeladze:
«Ο Kandid Charkviani… απαλλάχτηκε, και ένας νέος ηγέτης, ο Akaki Mgeladze, πρώην γραμματέας της σημαντικής περιφερειακής οργάνωσης της Αμπχαζίας τοποθετήθηκε στη θέση του». (‘Pravda’, 6 June 1952, στο: ‘New York Times’, 8 June 1952; σ. 27).
Ο Mgeladze ξεκίνησε μια μεγάλης κλίμακας διαδικασία απομάκρυνσης Μαρξιστών-Λενινιστών από σημαντικές θέσεις στο Γεωργιανό Κόμμα: «Ο Mgeladze ξεκίνησε τις διώξεις παντού, σε όλο το Κόμμα και την κυβέρνηση . Μέσα σε έξι μήνες είχαν αντικατασταθεί τα μισά στελέχη της ΚΕ του γεωργιανού ΚΚ που είχαν εκλεγεί το 1949 και έφερε εις πέρας την αλλαγή στη διοικητική ιεραρχία της Δημοκρατίας Κάμποσα υψηλόβαθμα στελέχη απομακρύνθηκαν από το Mgeladze, με πιο σημαντικό τον Valerian Bakradze, αναπληρωτή πρόεδρο του γεωργιανού υπουργικού συμβουλίου (σ. σ. αναπληρωτή πρωθυπουργό) ως ευνοούμενοι από τον Μπέρια» (D. M. Lang: ό. π., σ 261).
«Μέσα σε ούτε 6 μήνες στην ηγεσία, ο Mgeladze έδιωξε σχεδόν το 55% των 111 μελών και αναπληρωματικών μελών της ΚΕ που είχαν εκλεγεί το 1949» (J. Ducoli: ό. π., σ. 55).
Ο Μπέρια έφτασε από τη Μόσχα για να παραβρεθεί σε μια ολομέλεια τον Απρίλη του 1952
«Ο Μπέρια ήταν παρών στην Ολομέλεια του Απρίλη που τυπικά επικύρωσε τη διαδοχή. Οι προσκείμενοι στον Charkviani αντικαταστάθηκαν από ανθρώπους από το Abkhazeti, όπου ηγείτο ο Mgeladze». (R. G. Suny: ‘The Making of the Georgian Nation’; London; 1989; σ 288).
«Τον Απρίλη του 1952, ο Μπέρια, τότε Αντιπρόεδρος του σοβιετικού υπουργικού συμβουλίου (σ. σ. αναπληρωτής πρωθυπουργός ΕΣΣΔ ) ήρθε από τη Μόσχα για να παραβρεθεί σε μια ολομέλεια της ΚΕ του Γεωργιανού Κομμουνιστικού Κόμματος.» (D. M. Lang: ό. π., σ. 261).
Η παρουσία του Μπέρια επέτρεψε στους κρυφούς ρεβιζιονιστές να «αφήσουν να γίνει γνωστό», δηλαδή να διαδώσουν την παντελώς ψεύτικη ιστορία, ότι οι αλλαγές στην ηγεσία, που αυτοί επέφεραν στην Γεωργία, είχαν γίνει «υπό τις οδηγίες του Στάλιν».
«Εκείνη την περίοδο (σ. σ.: άνοιξη 1952) έγινε γνωστό ότι ο Μπέρια κατέφτασε στη Γεωργία για να ξεκαθαρίσει την κατάσταση που είχε προκύψει από τις περιπτώσεις εκτεταμένης διαφθοράς. Αργότερα έγινε γνωστό ότι ο ίδιος ο Πρωθυπουργός Στάλιν παρενέβη για να διατάξει τις διώξεις στο Γεωργιανό Κομμουνιστικό Κόμμα.» (‘New York Times’, 3 January 1953; σ. 3).
Στην πραγματικότητα, οι γεωργιανοί ηγέτες που είχαν απομακρυνθεί ήταν Μαρξιστές-Λενινιστές που υποστηρίζονταν από τον Μπέρια και το Στάλιν και είχαν εκλεγεί με την προτροπή τους.
«Αρκετοί αξιωματούχοι που απομακρύνθηκαν από τον Mgeladze,με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Valerian Bakradze, αναπληρωτή πρόεδρο του Γεωργιανού υπουργικού συμβουλίου (σ.σ.: αναπληρωτή πρωθυπουργό) ήταν ευνοούμενοι του Μπέρια» (D. M. Lang: ό. π., σ. 261).
«Ο κ. Μπέρια είχε να προεδρεύσει στη διαδικασία απομάκρυνσης των ανθρώπων που ο ίδιος είχε τοποθετήσει στην ηγεσία του Γεωργιανού Κόμματος και να επιτρέψει αυτές οι κατηγορίες περί διαφοράς να ανακοινωθούν ως αληθινές». (‘New York Times’, 17 April 1953; σ. 10).
Ωστόσο, η ιστορία ότι οι αλλαγές στην ηγεσία έγιναν υπό τις ευλογίες των Μπέρια και Στάλιν ήταν χρήσιμη για να καταστείλει τις αντιδράσεις στις αλλαγές. Ο Mgeladze είπε στο Συνέδριο του Γεωργιανού Κόμματος το Σεπτέμβρη του 1952:
«Αυτές οι Ολομέλειες (σ .σ.: του Νοέμβρη του 1951 και του Απρίλη του 1952) υιοθέτησαν ψηφίσματα βασισμένα στην απόφαση του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος και υπό τις οδηγίες του συντρόφου Στάλιν» (Α. Mgeladze: Λογοδοσία στο συνέδριο του Γεωργιανού Κομμουνιστικού Κόμματος, Σεπτέμβρης 1952, σε: R. Conquest (1961): ό. π., σ 143).
Οι λόγοι που επικαλέστηκαν σχετικά με το γιατί να θέλουν οι Μπέρια και Στάλιν αυτές τις αλλαγές ήταν εξαιρετικά ασαφείς. Ο Mgeladze είπε στη Λίγκα των Νεολαίων Κομμουνιστών το Μάη του 1952:
«Ο σύντροφος Στάλιν βρήκε ανεπάρκειες στην ηγεσία του Γεωργιανού Κομμουνιστικού Κόμματος και της Λίγκας των Νεολαίων Κομμουνιστών της Γεωργίας, που απειλούσαν να έχουν σοβαρές συνέπειες και υπέδειξε τρόπους για να διορθωθούν αυτά τα λάθη» (Α.Mgeladze: Λογοδοσία στο συνέδριο του Γεωργιανού Κομμουνιστικού Κόμματος, Σεπτέμβρης 1952, σε: R. Conquest (1961): ό. π., σ. 141-2).
Αυτός ο ασαφής ισχυρισμός αργότερα έγινε πιο συγκεκριμένος. Εντός του 1952 κάποιος ανακάλυψε κάποιες κριτικές επισημάνσεις του Στάλιν σχετικά με τον κίνδυνο του εθνικισμού στη Γεωργία:
Οι απομακρυνθέντες Μαρξιστές-Λενινιστές κατηγορούνταν τώρα για εγκληματικό εθνικισμό και λέγεται ότι συνελήφθησαν, βάσει αυτών των κριτικών επισημάνσεων του Στάλιν:
«στις γεωργιανές διώξεις του 1951-52 οι διορισμένοι υπάλληλοί του (σ. σ.: του Μπέρια) κατηγορήθηκαν για επιείκεια απέναντι στο Γεωργιανό εθνικισμό» (C. H. Fairbanks, Junior: ό. π., σ. 154).
Ο Mgeladze είπε στο Συνέδριο του Γεωργιανού Κόμματος το Σεπτέμβρη του 1952: «Η πρώην ηγεσία ξέχασε το γεγονός ότι η διεθνής αντίδραση προσπαθεί να βρει στη Δημοκρατία μας εθνικιστικά στοιχεία με εχθρική συμπεριφορά ώστε με τη βοήθειά της να ξεκινήσει αποσχιστικό κατασκοπευτικό έργο» (‘New York Times’, 23 September 1952; σ. 3).
Μερικοί από τους απομακρυνθέντες Μαρξιστές-Λενινιστές κατηγορήθηκαν για εγκληματική επίδειξη Γεωργιανού εθνικισμού.
«Ο Mgeladze και ο υπουργός του της Εθνικής Ασφάλειας, Rukhadze, κατηγόρησαν μερικούς προστατευόμενους του Μπέρια για εθνικισμό. Αυτοί ήταν οι M. I. Baramiya… Rapava Shoniya. Συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν». (J. Ducoli: ό. π., σ.. 56).
«Όλοι οι προαναφερόμενοι (σ. σ.: Baramiya, Rapava και Shoniya ) συνελήφθησαν αργότερα» (R. Conquest (1961): ό. π., σ. 139).
«Ο Charkviani, γραμματέας της Γεωργιανής ΚΕ από το 1939 ως το 1952, ο Rapava, τότε Υπουργός Εσωτερικών Υποθέσεων της Γεωργιανής Δημοκρατίας, και άλλοι, απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους και συνελήφθησαν, αφού κατηγορήθηκαν για εθνικισμό στη συνδιάσκεψη του Απρίλη του 1952 . Το κύμα αυτό των διώξεων ξεκίνησε από τον Rukhadze, τότε υπουργό Κρατικής Ασφάλειας στη Γεωργία». (Boris Nicolaevsky: ‘Power and the Soviet Elite’; New York; 1965; σ. 182).
Η αντεπίθεση των Μαρξιστών-Λενινιστών στη Γεωργία
Εν τω μεταξύ, οι Μαρξιστές-Λενινιστές, αντιλαμβανόμενοι ότι η ασφάλεια του σοσιαλιστικού κράτους είχε υποστεί μια σοβαρή οπισθοδρόμηση στη Γεωργία, απευθύνθηκαν για να ερευνηθεί το θέμα στην «ειδική γραμματεία» του Στάλιν, που όπως έχουμε δει, λειτούργησε ως ειδική δύναμη ασφαλείας υπό τον έλεγχο των Μαρξιστών-Λενινιστών. Η ειδική αυτή γραμματεία βρήκε επαρκείς ενδείξεις ώστε να αποδείξει ότι ο γεωργιανός Υπουργός Κρατικής Ασφάλειας Nikolay Rukhadze, δεν είχε συμπεριφερθεί ορθά στην περίπτωση των Μαρξιστών-Λενινιστών. Ως αποτέλεσμα, τον Ιούλη του 1952 οι ρεβιζιονιστές υποχρεώθηκαν να αποπέμψουν το Rukhadze, παρόλο που στάθηκαν ικανοί να αποτρέψουν τη σύλληψή του και οποιαδήποτε ακύρωση των αποφάσεων που ελήφθησαν βάσει του «αντιπερισπασμού» τους μέχρι τον επόμενο Απρίλη:
«Τον Ιούλη του 1952, ο Rukhadze, ο οποίος ως Υπουργός Κρατικής Ασφάλειας ήταν υπεύθυνος για τη δίωξη του Baramiya, αποπέμφθηκε… Η απομάκρυνσή του θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια μερική νίκη του Μπέρια» (R. Conquest (1961): ό. π., σ. 142).
Η κατηγορία για την «υπόθεση των Γιατρών» (1953)
Παρά την απομάκρυνση και τη σύλληψη του Abakumov, η παρέμβαση της γραμματείας του Στάλιν σιγούρεψε τη συνέχιση των ερευνών γύρω από την «υπόθεση των γιατρών» Ο Isaac Deutscher βεβαιώνει ότι:
«…ο Ignatiev, Υπουργός Κρατικής Ασφάλειας, ήταν ένας απρόθυμος εκτελεστής εντολών». (I.Deutscher: ‘Stalin: A Political Biography’; Harmondsworth; 1968; σ. 605).
Ο Ignatiev, επομένως, παρέμεινε μακριά από την έρευνα για την υπόθεση των γιατρών. Αφήνοντας έτσι όμως την καθοδήγησή της στον Αναπληρωτή του, τον Μαρξιστή-Λενινιστή Ryumin:
«Ο Ryumin επέβλεψε προσωπικά την έρευνα (σ. σ.: για την «υπόθεση των γιατρών»)»‘. (Y. Rapoport: ό. π., σ. 100).
Ο Ryumin είχε προηγουμένως ηγηθεί του Τομέα της Κρατικής Ασφάλειας της ειδικής γραμματείας του Στάλιν:
«Ο Ryumin, πριν αναλάβει Αναπληρωτής Υπουργός Κρατικής Ασφαλείας…ηγείτο του Τομέα της Κρατικής Ασφάλειας της ειδικής γραμματείας του Στάλιν» (B.Nicolaevsky: ό. π., σ. 155).
Ως αποτέλεσμα των ευρημάτων των ερευνών,
«…το καλοκαίρι του 1952 πολλοί…γιατροί, που είχαν εργαστεί στο νοσοκομείο του Κρεμλίνου για πολλά χρόνια και επέβλεπαν πολλούς αξιωματούχους απολύθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Μεταξύ τους ήταν οι Miron Vovsi και Vladirmir Vinogradov. Οι πρώην διοικητές του Νοσοκομείου του Κρεμλίνου, Aleksey Busalov, Mikhail Yegorov… και Sophia Karpai συνελήφθησαν (Y. Rapoport: ό. π., σ. 72).
Στις 13 Ιανουαρίου 1953 η Πράβντα ανέφερε την είδηση της σύλληψης «μιας τρομοκρατικής ομάδας γιατρών που είχε ως σκοπό της την δολοφονία ηγετικών προσωπικοτήτων στη Σοβιετική Ένωση μέσω της παροχής σκόπιμα λανθασμένης θεραπευτικής αγωγής. Οι συμμετέχοντες στην τρομοκρατική αυτή ομάδα, εκμεταλλευόμενοι τις θέσεις τους ως γιατροί και την εμπιστοσύνη των ασθενών τους, από πρόθεση έκαναν λανθασμένες διαγνώσεις …και τους κατέστρεφαν με λάθος θεραπεία» (‘Pravda’, 13 January 1953; σ. 4, στο: ‘Current Digest of the Soviet Press’, Volume 4, No. 31 (31 January 1953); σ. 3).
Εννέα γιατροί κατονομάστηκαν ως συμμετέχοντες στην τρομοκρατική αυτή ομάδα:
«Pr. M. S. Vovsi, θεραπευτής
Pr. V.I. Vinogradov, θεραπευτής
Pr. M.B. Kogan, θεραπευτής
Pr.B.B. Kogan, θεραπευτής
Pr. P. I. Yegorov, θεραπευτής
Pr. A.I.Feldman, ΩΡΛ
Pr. Ya.G.Etinger, θεραπευτής
Pr. Grinshtein, νευροπαθολόγος
G.I. Maiorov, θεραπευτής». (‘Pravda’, 13 January 1953, ό. π., σ. 3).
Μεταξύ των κατηγορουμένων, ο Vladimir Vinogradov* ήταν
«…ο προσωπικός γιατρός του Στάλιν», (Y. Rapoport: ό. π., σ. 216).
Οι Mikhail και Boris Kogan ήταν αδέρφια, ενώ ο Miron Vovsi ήταν συγγενής του εβραίου ηθοποιού ‘Solomon Mikhoels’, που το πραγματικό του επίθετο ήταν Vovsi.
Οι γιατροί κατηγορήθηκαν ότι δολοφόνησαν με αυτό τον τρόπο τον Αντρέι Ζντάνοφ και τον Alelsandr Scherbakov*, και προσπάθησαν να δολοφονήσουν τους στρατηγούς Aleksandr Vasilevsky*, Leonid Covorov*, και Ivan Konev, όπως επίσης και τους Αρχιστράτηγο Sergey Shtemenko* και Αρχιναύαρχο Cordey Iavchenko*.
Υποστηρίχτηκε ότι οι πιο πολλοί από τους συμμετέχοντες της τρομοκρατικής ομάδας (M. S. Vovsi, B. B. Kogan, A. I. Feldman, A. M. Grinshtein, Ya. H. Yetinger κ.α.) είχαν δεσμούς με την διεθνή αστική εθνικιστική εβραϊκή οργάνωση ‘JOINT’, που ιδρύθηκε από την Αμερικανική κατασκοπεία με σκοπό να παρέχει υλική υποστήριξη σε εβραίους σε άλλες χώρες. Στην πραγματικότητα αυτή η οργάνωση, υπό την καθοδήγηση της αμερικανικής κατασκοπείας, διεξήγαγε έντονη κατασκοπευτική δραστηριότητα, τρομοκρατικό και άλλο υπονομευτικό έργο σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Σοβιετικής Ένωσης… Ο συλληφθείς Vovsi είπε στους ερευνητές ότι είχε λάβει εντολές να «καθαρίσει τα ηγετικά στελέχη της ΕΣΣΔ» -τις είχε λάβει από τις ΗΠΑ διαμέσου της ‘JOINT’ μέσω ενός γιατρού στη Μόσχα, του Shimeliovich, και του ευρέως γνωστού εβραίου αστού εθνικιστή Mikhoels.
Άλλοι συμμετέχοντες στην τρομοκρατική ομάδα (V. N. Vinogradov, M. B, Kogan, P. I. Yegorov) αποδείχτηκαν παλαιά μέλη της βρετανικής κατασκοπείας». (‘Pravda’, 13 January 1953, σ. 4, σε: ‘Current Digest of the Soviet Press’, Volume 4, No. 51 (3 January 1953); σ. 3).
Το πλήρες όνομα της ‘JOINT’ ήταν «Αμερικανική Εβραϊκή Κοινή Επιτροπή Διανομής», ιδρυμένη στις Ηνωμένες Πολιτείες το Νοέμβρη του 1914 από τη συγχώνευση τριών επιτροπών, φαινομενικά ως μια διεθνής φιλανθρωπική οργάνωση για την παροχή βοήθειας σε εβραίους όλου του κόσμου.
Η ανακοίνωση κατέληγε ως εξής:
«η έρευνα σύντομα θα ολοκληρωθεί» (‘Pravda’, 13 January 1953, ό. π., σ. 3).
Το κύριο άρθρο στην »Pravda’ την ίδια μέρα υπενθύμιζε στους αναγνώστες της ότι μια ομάδα γιατρών τη δεκαετία του 1930 σε μια συνομωσία κρυφών ρεβιζιονιστών είχε παραδεχτεί σε δημόσια δίκη ότι είχε δολοφονήσει έναν αριθμό από ηγετικά σοβιετικά Μαρξιστικά-Λενινιστικά στελέχη παρέχοντάς τους σκοπίμως λανθασμένη θεραπευτική αγωγή:
«Τα στελέχη της κρατικής ασφάλειας τότε δεν είχαν ανακαλύψει την τρομοκρατική, σαμποταριστική αυτή ομάδα των γιατρών, Ωστόσο τα στελέχη αυτά θα έπρεπε να επαγρυπνούν, καθώς η ιστορία μάς διδάσκει περιστατικά δολοφόνων και προδοτών της πατρίδας που δρούσαν υπό το μανδύα του γιατρού, όπως οι «γιατροί» Levin και Pletnev, που σκότωσαν το μεγάλο ρώσο συγγραφέα A. M. Gorky και τα σοβιετικά στελέχη Β. Β. Κουίμπιτσεφ και V. R. Menzhinsky με σκοπίμως λανθασμένη αγωγή, υπό τις διαταγές των εχθρών της Σοβιετικής Ένωσης». (‘Pravda’, 13 January 1953; p. 1, στο: ό. π., σ. 4).
Η αρχική ανακοίνωση υποστήριζε ότι
«οι εγκληματίες γιατροί ομολόγησαν» (‘Pravda’, 13 January 1953, στο: ό. π., σ. 3).
Και στη μυστική του εισήγηση ο Χρουστσόφ στο 20ο συνέδριο του ΚΚΣΕ το Φλεβάρη του 1956 δήλωνε «Σύντομα αφότου οι γιατροί συνελήφθησαν, εμείς, τα μέλη του ΠΓ λάβαμε πρωτόκολλα με τις «ομολογίες ενοχής» των γιατρών» (N. S. Khrushchev:1956; «Secret Speech to 20th Congress»; of the CPSU; σ. 64).
Και μετά την απελευθέρωσή τους από τους ρεβιζιονιστές συνωμότες μετά το θάνατο του Στάλιν το Μάρτη του 1953, οι γιατροί παραδέχτηκαν ότι οι ομολογίες τους ήταν γνήσιες:
«Όταν όλοι είχαν απελευθερωθεί, οι Vovsi και Vinograd αυτοπροσώπως μου είπαν ότι είχαν παραδεχτεί την ενοχή τους σε όλες τις κατηγορίες που τους αποδίδονταν…Η πιο τραγική πτυχή αυτών των ομολογιών ήταν ότι καθένας παραδεχόταν όχι μόνο όσα δήθεν είχε διαπράξει, αλλά και την ύπαρξη εγκληματικής οργάνωσης και συλλογικών εγκληματικών πράξεων…Οι κατηγορούμενοι οδηγήθηκαν σε συνεργασία με αυτούς που ερευνούσαν την υπόθεση αποκαλύπτοντας τα εγκλήματα των άλλων. Αυτό συνέβη στο Vovsi και τον Vinogradov, και ίσως και σε άλλους επίσης . Η Sophia Karpai, πρώην γιατρός στο νοσοκομείο του Κρεμλίνου μού είπε το καλοκαίρι του 1953 για την σύγκρουσή της με τους Vovsi, Vinogradov και Vasilenko στη φυλακή. Υποστήριζαν ότι αυτή είχε εκτελέσει τις εγκληματικές τους οδηγίες για να παρέχει επικίνδυνες αγωγές στους ασθενείς της… Έτσι οι άνθρωποι που είχαν «σπάσει» έγιναν μάρτυρες κατηγορίας” (Y. Rapoport: ό. π., σ. 137).
Επιπλέον, οι απελευθερωμένοι γιατροί κατέθεσαν ότι οι ομολογίες τους δεν ήταν αποτέλεσμα «βασανιστηρίων, που οι φήμες ήταν έντονες στα χρόνια των δικών 1937-1939…Ο Vinogradov μου είπε ότι είχε αποφασίσει από την αρχή να μην περιμένει να αρχίσουν βασανιστήρια, αλλά να παραδεχτεί όλες τις κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένης και της κατασκοπείας για τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία» (Y. Rapoport: ό. π., σ. 138).
Η αποφασιστικότητα των Μαρξιστών-Λενινιστών να προχωρήσουν με την «υπόθεση των γιατρών» έκανε ζήτημα ζωής και θανάτου για τους ρεβιζιονιστές συνωμότες να σταματήσουν την έρευνα, μέσω της διάλυσης της ειδικής γραμματείας του Στάλιν ως απαραίτητη προϋπόθεση για να καταστρέψουν τον ίδιο το Στάλιν.
Η καταστροφή του πλέγματος ασφαλείας γύρω από το Στάλιν
Έχουμε επισημάνει το ρόλο της ειδικής γραμματείας του Στάλιν – επίσης γνωστής και ως «ειδικού τομέα» της Γραμματείας της ΚΕ του Κόμματος – σχετικά με τις δίκες της δεκαετίας του ’30. Όμως αυτό το σώμα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προστασία του Μαρξιστικού-Λενινιστικού πυρήνα, υπό την ηγεσία του Στάλιν, από τρομοκρατική επίθεση, στην καρδιά του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ένωσης.
Του ειδικού αυτού τομέα ηγείτο από το 1928 ο Μαρξιστής-Λενινιστής Aleksandr Poskrebyshev*:
«Όντας επικεφαλής του «ειδικού τομέα» της ΚΕ για πολλά χρόνια, [ο Poskrebyshev] ήταν έμπιστος του Στάλιν μέχρι το 1952» (R. Conquest: ‘The Great Terror’; Harmondsworth; 1971; (από τούδε και στο εξής ‘R. Conquest (1971)’); σ. 37).
Ενώ ο αντιστράτηγος Nikolay Vlasik*
«… για πάνω από 25 χρόνια υπήρξε ο αρχηγός της προσωπικής ασφάλειας του Στάλιν: ήξερε τόσα πολλά και ήταν έμπιστος του αφεντικού» (D. Volkogonov: ‘Stalin: Triumph and Tragedy’; London; 1991; σ. 333/ Θρίαμβος και Τραγωδία, από την «αξέχαστη» εποχή της Σύγχρονης Εποχής 1989).
Ο Dmitri Volkogonov* ισχυρίζεται ότι ο Pokrebyshev
«… μέχρι το τέλος παρέμεινε ένας αφοσιωμένος υπηρέτης του αφεντικού…ήταν ένας άνθρωπος με μνήμη υπολογιστή…Θα μπορούσες να έχεις ακριβή απάντηση σε κάθε ερώτηση. Ήταν μια κινούμενη εγκυκλοπαίδεια… ο Στάλιν… εμπιστευόταν τους Vlasik και Poskrebyshev». (D.Volkogonov: ό. π., σ. σ. 203-04, 318).
Και ο Levtysky βεβαιώνει ότι:
«όσοι γνώριζαν την κατάσταση στο Κόμμα μετά το 1945 περιέγραφαν τον Poskrebyshev ως μια οργανωτική ιδιοφυΐα με μια μνήμη-φαινόμενο» (B. Levytsky: ό. π., σ. 177).
Ο Conquest διαβεβαιώνει ότι ο Poskrebyshev ήταν «ο πιο κοντινός και στενός άνθρωπος του Στάλιν (αργότερα στη Μυστική εισήγηση του Χρουστσόφ χαρακτηρίστηκε ως ο «ασπιδοφόρος» του Στάλιν)» (R. Conquest (1961): σ. 156).
Ο Volkogonov λέει για τον Vlasik: «Για πάνω από 25 χρόνια υπήρξε ο αρχηγός της προσωπικής ασφάλειας του Στάλιν, ήξερε τόσα πολλά και ήταν έμπιστος του αφεντικού (D. Volkogonov: σ.σ. 318, 333).
Και ο Robert McNeal* λέει ότι «οι Vlasik και Poskrebyshev αποτελεσματικά φύλαγαν τις διόδους για το γραφείο του Στάλιν, ο ένας για τον έλεγχο της ασφάλειας, ο άλλος για τα ραντεβού» (R. H. McNeal: ‘Stalin: Man and Ruler’; Basingstoke; 1988; σ. 301).
Ήταν ξεκάθαρο, επομένως, ότι μια τρομοκρατική επίθεση εναντίον του Στάλιν απαιτούσε μια προηγούμενη εξάλειψη των πιστών στο Στάλιν Poskrebyshev and Vlasik.
Ο Walter Laqueur* σημειώνει:
«Κατά τον τελευταίο χρόνο της ζωής του Στάλιν, ο Poskrebyshev έπεσε σε δυσμένεια» (W. Laqueur: ‘Stalin: The Glasnost Revelations’; London; 1990; σ. 176).
Και ο Nikita Khrushchev λέει πώς επιτεύχθηκε αυτή η «πτώση σε δυσμένεια». Περιγράφει ότι το χειμώνα του 1952-53, θεωρήθηκε ύποπτος για τη διαρροή μυστικών εγγράφων και πώς κατάφερε (ο Χρουστσόφ) να απομακρύνει τις κατηγορίες από το πρόσωπό του και έτσι να πέσουν πάνω στον Poskrebyshev:
«Ο Στάλιν… παραπονέθηκε ότι μυστικά έγγραφα διέρρευσαν από τη γραμματεία μας… Ο Στάλιν ήρθε καταπάνω μου: «εσύ το ‘κανες Χρουστσόφ! Η διαρροή έγινε από το γραφείο σου!» …Κατάφερα να απομακρύνω τις κατηγορίες από πάνω μου, αλλά ο Στάλιν δεν άφησε το θέμα να ξεχαστεί…Αφού έπεισα το Στάλιν ότι η διαρροή δεν έγινε μέσω του γραφείου μου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτή η διαρροή είχε γίνει μέσω του Poskrebyshev… Ο Poskrebyshev είχε δουλέψει με τον Στάλιν για πολλά χρόνια. Ο Στάλιν απομάκρυνε τον Poskrebyshev από τη θέση του και προώθησε κάποιον άλλον.». (N. S. Khrushchev (1971): σ. σ. 272, 273, 274, 275).
Ο Niels Rosenfeldt επιβεβαιώνει ότι
» …ο Poskrebyshev απομακρύνθηκε από τη θέση του κατά το χειμώνα του 1952-53… Ο σωματοφύλακας του Στάλιν Vlasik, εξαφανίστηκε την ίδια περίοδο (σ. σ. κατά το χειμώνα του 1952-53…» (F. E. Rosenfeldt: ‘Knowledge and Power: The Role of Stalin’s Chancellery in the Soviet System of Government’; Copenhagen; 1978; σ. 196).
Το ίδιο και ο Adam Ulam*:
«οι Poskrebyshev and Vlasik… έπεσαν σε δυσμένεια». (B. Ulam: ‘Stalin: The Man and His Era’; London; 1989; σ. 617).
Ο Volkogonov σημειώνει ότι
«οι Poskrebyshev and Vlasik συμβιβάστηκαν… λίγο πριν από το θάνατο του Στάλιν και επομένως απομακρύνθηκαν από αυτόν» (D. Volkogonov: ό. π., σ. 513).
Και ο McNeal επιβεβαιώνει ότι «και οι δύο άντρες (σ. σ.: Poskrebyshev και Vlasik) απομακρύνθηκαν το 1952» (R. H. McNeal: ό. π., σ. 301).
Ο Deriabin συμφωνεί ότι οι κατηγορίες για απιστία στους Poskrebyshev και Vlasik ήταν εντελώς ψεύτικες:
«Οι ισχυρισμοί αυτοί εις βάρος αυτών των επί μακρού χρονικού διαστήματος υπηρετών ήταν ένα ωμό και ξεκάθαρο ψέμα Αλλά ο Στάλιν τους απέλυσε και τους δύο». (P. Deriabin: ό. π., σ. 320).
Οι ρεβιζιονιστές συνωμότες έθεσαν τον Poskrebyshev υπό κατ’ οίκον περιορισμό:
«ο Poskrebyshev τέθηκε υπό κατ’ οίκον περιορισμό στη ντάτσα του έξω από τη Μόσχα, με φύλακες απ’ έξω» (P. Deriabin: ό. π., σ. 321).
«ο Poskrebyshev… εξαφανίστηκε. Απλούστατα δεν αναφέρθηκε ξανά, πέρα από μια μικρή αποστροφή του Χρουστσόφ στη μυστική του εισήγηση» (R. Conquest (1961): σ. 208).
Ενώ ο Vlasik διαγράφτηκε από το Κόμμα και στάλθηκε στο Sverdlovsk ως υποδιοικητής στρατοπέδου εργασίας:
«Ο Vlasik… όχι μόνο απολύθηκε, αλλά και διαγράφτηκε από το Κόμμα και στάλθηκε στο Sverdlovsk ως υποδιοικητής στρατοπέδου εργασίας» (P. Deriabin: ό. π., σ.. 321).
Ο Vlasik ήρθε στη Μόσχα και
«πήγε στο Κρεμλίνο σε μια προσπάθεια να δει το Στάλιν. Συνελήφθη κοντά στην είσοδο του Κρεμλίνου και τον πήγαν στη Λιουμπλιάνκα. 2 εβδομάδες μετά πέθανε από «ασθένεια»» (P. Deriabin: ό. π., σ. 321).
Ο Volkogonov επιβεβαιώνει ότι ο Vlasik
«συνελήφθη στις 16 Δεκεμβρίου 1952», (D. Volkogonov»: ό. π., σ. 570)
και αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια της έρευνας του Vlasik του ασκήθηκε πίεση
«για να ενοχοποιήσει τον Poskrebyshev. Αρνήθηκε». (D. Volkogonov: ό. π., σ.. 570).
Ο Ulam επιβεβαιώνει ότι
«ο Vlasik, αρχηγός της προσωπικής ασφάλειάς του (σ. σ.: του Στάλιν) από την εποχή του Εμφυλίου Πολέμου, φυλακίστηκε. Ο έμπιστός του γραμματέας, ο Poskrebyshev, κυνηγήθηκε». (B. Ulam: ό. π., σ. 737).
Και η κόρη του Στάλιν, Svetlana Alliluyeva*, λέει την ίδια ιστορία: «Λίγο πριν από το θανάτου του πατέρα μου ακόμα και κάποιοι οικείοι του έπεσαν σε δυσμένεια: ο αέναος Vlasik στάλθηκε στη φυλακή το χειμώνα του 1952 και ο προσωπικός γραμματέας του πατέρα μου, ο Poskrebyshev, που ήταν μαζί του για είκοσι χρόνια, απομακρύνθηκαν «. (S. Alliluyeva: ‘Twenty Letters to a Friend’; London; 1967; σ. 216).
Ωστόσο, η επίθεση στο σύστημα προστασίας γύρω από το Στάλιν δεν τελείωσε με την απομάκρυνση των Poskrebyshev και Vlasik. Κατά το 1952 οι κρυφοί ρεβιζιονιστές συνέστησαν «μια επιτροπή για να ερευνήσει …το συνολικό σύστημα της κρατικής ασφάλειας» (P. Deriabin: ό. π., σ. 317).
Η επιτροπή: «προχώρησε… στην εκδίωξη όλων των πιθανών σωματοφυλάκων του Στάλιν… Γύρω στους 7 χιλιάδες άντρες απομακρύνθηκαν από την αρχική δύναμη της Οχράνα των 17 χιλιάδων ανθρώπων… Όταν τελείωσαν, οι σωματοφύλακες του Στάλιν είχαν μειωθεί στο μισό» (P. Deriabin: ό. π., σ.. 317, 318, 319).
Αυτό άφησε το Στάλιν «να φυλάσσεται… μόνο από μια μικρή ομάδα αξιωματούχων… μια ομάδα με μικρή εμπειρία, ειδικά ως σωματοφύλακες» (P. Deriabin: ό. π., σ. 319).
O Rosenfeldt προσθέτει ότι εκείνο τον καιρό η ειδική υπηρεσία φύλαξης, της οποίας αποστολή ήταν η ατομική προστασία του Στάλιν, μετά από «ένα μεγάλο κύμα αποπομπών και μεγάλης μείωσης προσωπικού», μαζί με τη Διοίκηση του Κρεμλίνου και την Ιατρική Διοίκηση του Κρεμλίνου υπήχθησαν στο ελεγχόμενο από τους ρεβιζιονιστές Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας.
«Η ειδική υπηρεσία φύλαξης, της οποίας αποστολή ήταν η ατομική προστασία του Στάλιν, υπήχθη στο ελεγχόμενο από τους ρεβιζιονιστές Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας.(MGB) το 1952, μετά από ένα μεγάλο κύμα αποπομπών και μεγάλης μείωσης προσωπικού .Τον ίδιο καιρό και με τον ίδιο τρόπο η Διοίκηση του Κρεμλίνου και η Ιατρική Διοίκηση του Κρεμλίνου τέθηκαν υπό τον έλεγχο του MGB.» (N. E. Rosenfeldt: ό. π., σ. 196).
Έπειτα, στις 17 Φλεβάρη 1953, δύο εβδομάδες πριν από το θάνατο του Στάλιν, πέθανε ξαφνικά ο υποστράτηγος Petr Kosynkin, Αναπληρωτής Διοικητής της Φρουράς του Κρεμλίνου, που είχε ως αρμοδιότητες τους πρακτικούς διακανονισμούς για την προστασία του Στάλιν:
«Στις 15 Φλεβάρη 1953, λίγο πριν από το θάνατο του Στάλιν, ο υπεύθυνος της Φρουράς του Κρεμλίνου, υποστράτηγος Pyotr Kosynkin,που ήταν υπεύθυνος για την προσωπική ασφάλεια του Στάλιν πέθανε» (B. Levytsky: ό. π., σ. 212).
«Ο αναπληρωτής Διοικητής του Κρεμλίνου, υποστράτηγος Kosynkin, με αρμοδιότητες τους πρακτικούς διακανονισμούς για τη φύλαξη του Στάλιν, πέθανε από καρδιακή προσβολή δύο εβδομάδες πριν από το θάνατο του Στάλιν. Ή έστω, έτσι ανέφερε η ανακοίνωση.» (P. Deriabin & F. Gibney: ‘The Secret World’; New York; 1959; σ. 169).
«Ο υπαρχηγός της Φρουράς του Κρεμλίνου, υποστράτηγος Petr Kosynkin, πέθανε πρόωρα, στις 15 Φλεβάρη 1953». (N. E. Rosenfeldt: ό. π., σ. 196).
«Στις 17 Φλεβάρη 1953… ο υποστράτηγος Petr Kosynkin, ο υπαρχηγός της Φρουράς του Κρεμλίνου, πέθανε ξαφνικά από καρδιακή προσβολή. Αυτή η αιφνίδια προσβολή από αρρώστια, ήταν κάτι παραπάνω από παράξενη. Φανατικός θαυμαστής του Στάλιν, ο Kosynkin έσφυζε από ζωή και υγεία… Οι εξαιρετικά αναλυτικές ιατρικές εξετάσεις στις οποίες υποβάλλονταν άτομα με την ευθύνη που είχε ο Kosynkin αυτόματα προϋπέθεταν ότι ο αρχηγός της περιφρούρησης σίγουρα δεν υπέφερε από κανένα πρόβλημα καρδιάς…Στις 17 Φλεβάρη 1953 ήρθε μια είδηση, που πέρασε σχετικά απαρατήρητη εκείνη την εποχή, ότι ο αναπληρωτής Διοικητής του Κρεμλίνου, υποστράτηγος Kosynkin, ο μοναδικός φύλακας που ο Στάλιν μπορούσε να εμπιστευτεί είχε ξαφνικά πεθάνει από «καρδιακή προσβολή»» (P. Deriabin: ό. π., σ. σ. 239, 325).
Τελικά, στις 21 Φλεβάρη 1953
«μια πολύ σημαντική αλλαγή πραγματοποιήθηκε στην Ανώτατη Διοίκηση του Στρατού. Ο Αρχιστράτηγος Sergey Shtemenko αντικαταστάθηκε από τον στρατάρχη Vasily Sokolovsky ως αρχηγό των σοβιετικών ενόπλων δυνάμεων… Και ταυτόχρονα με την αντικατάσταση του Shtemenko, οι σωματοφύλακες της Οχράνα απομακρύνθηκαν από το Γενικό Επιτελείο». (P. Deriabin: ό. π., σ. 325).
«Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων, Sergey Shtemenko, απομακρύνθηκε από τη θέση του τον ίδιο περίπου καιρό (σ. σ.: μέσα Φλεβάρη 1953 )». (N. E. Rosenfeldt: ό. π., σ. 196).
Ο Deriabin χαρακτηρίζει αυτή τη «διαδικασία απογύμνωσης του Στάλιν από τους προσωπικούς του φύλακες» ως μια «πολύ μελετημένη επιχείρηση που εφαρμόστηκε πολύ προσεκτικά»
«Αυτό ολοκλήρωσε τη διαδικασία απογύμνωσης του Στάλιν από τους προσωπικούς του φύλακες, εκτός από τους διακοσμητικού χαρακτήρα αξιωματούχους της Οχράνα στο γραφείο του και το σπίτι του. Ήταν μια πολύ μελετημένη επιχείρηση που εφαρμόστηκε πολύ προσεκτικά. Η μηχανορραφία στον Abakumov, η απόλυση του Vlasik, η δυσμένεια και η δυσπιστία στον Poskrebyshev, η αποδυνάμωση της Οχράνα και η υπαγωγή της στο (σ. σ.: ελεγχόμενο από τους ρεβιζιονιστές ) MGB, η «καρδιακή προσβολή» του Kosynkin, η αντικατάσταση του Shtemenko και η απομάκρυνση του γενικού επιτελείου από τα τελευταία υπολείμματα του ελέγχου της Οχράνα. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχάσουμε σε αυτή τη χρονική συγκυρία τον έλεγχο του ΜGB στο Νοσοκομείο του Κρεμλίνου.» (P. Deriabin: ό. π., σ. σ. 325-26).
καθώς επίσης και ως κάτι που τοποθέτησε τους συνωμότες στη θέση του οδηγού των εξελίξεων:
«με την κρατική ασφάλεια και τις ένοπλες δυνάμεις υπό τον έλεγχό τους, οι συνωμότες καθοδηγούσαν πλέον τις εξελίξεις» (P. Deriabin: ό. π., σ. 326).
Mέρος 2: ο Θάνατος του Στάλιν (1953)
Στις 3 Μαρτίου 1953 εξεδόθη μια κοινή ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ και του Υπουργικού Συμβουλίου της ΕΣΣΔ:
«μια μεγάλη συμφορά έτυχε στο Κόμμα μας και το Λαό μας» (Communique, 3 March 1953, στην: ‘Pravda’ και ‘Izvestia’, 4 March 1953; σ. 1, στο: ‘Current Digest of the Soviet Press’, Τόμος 5, No. 6 (21 March 1953); σ. 4).
Εκεί αναφέρονταν τα εξής:
«…κατά τη διάρκεια της νύχτας της 1-2 Μαρτίου ο Σύντροφος Στάλιν, ενώ βρισκόταν στο διαμέρισμά του στη Μόσχα, υπέστη εγκεφαλική αιμορραγία, κάτι που επηρέασε ζωτικά τμήματα του εγκεφάλου.
Ο Σύντροφος Στάλιν έχασε τις αισθήσεις του.
Εμφανίστηκε παράλυση του δεξιού χεριού και ποδιού και απώλεια ικανότητας ομιλίας. Σοβαρές επιπλοκές παρουσιάστηκαν στην καρδιακή και αναπνευστική λειτουργία. Το καλύτερο ιατρικό προσωπικό εκλήθη για να θεραπεύσει το Σύντροφο Στάλιν…
Η θεραπεία του Συντρόφου Στάλιν διεξάγεται υπό τη σταθερή επίβλεψη της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης και της Σοβιετικής κυβέρνησης. (Κυβερνητική Ανακοίνωση, 3 Μαρτίου 1953, στην ‘Pravda ‘ και ‘Izvestia’, 4 Μαρτίου 1953; σ. 1, σε: ό. π., σ. 4).
Τις πρώτες πρωινές ώρες της επομένης, 4ης Μάρτη, εξεδόθη ιατρικό δελτίο που ανέφερε:
«Στις 2 π.μ. της 4ης Μάρτη 1953, η κατάσταση του Ι.Β. Στάλιν παραμένει σοβαρή. Αξιοσημείωτες επιπλοκές της αναπνοής παρατηρήθηκαν: η συχνότητα της αναπνοής είναι 36 ανά λεπτό και ο ρυθμός της αναπνοής είναι ακανόνιστος με περιοδικές μακρές παύσεις.
Παρατηρήθηκε ότι οι παλμοί φτάνουν τους 120 ανά λεπτό και υπάρχει παντελής αρρυθμία. Η θερμοκρασία είναι στους 38.2 (σ. σ.: Centigrade). H μεγάλη πίεση είναι 220, η μικρή 120.
Σε συνάρτηση με τη δυσκολία αναπνοής και κυκλοφορίας του αίματος, παρατηρήθηκε οργανική ανεπάρκεια. Ο βαθμός περιπλοκών της εγκεφαλικής λειτουργίας έχει κατά τι αυξηθεί.
Την παρούσα στιγμή μια σειρά από θεραπευτικά μέτρα εφαρμόζονται για να αποκαταστήσουν ζωτικά σημαντικές λειτουργίες του οργανισμού.» (Ιατρικό Ανακοινωθέν, 4 Μάρτη 1953, ό. π. σ. 4).
Ένα δεύτερο ιατρικό ανακοινωθέν εξεδόθη το πρωί της 5ης Μάρτη:
«Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 14 ωρών η κατάσταση της υγείας του Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς Στάλιν παρέμεινε σταθερή. Η αρτηριοσκλήρωση, που εμφανίστηκε κατά τη νύχτα της 1-2 Μάρτη δεδομένης της υποτονίας και της εγκεφαλικής αιμορραγίας στο αριστερό ημισφαίριο, οδήγησε, πέρα από την παράλυση των δεξιών άκρων και απώλεια αισθήσεων, σε κλονισμό τμήματος του εγκεφάλου, σε συνδυασμό με επιπλοκές ζωτικών λειτουργιών της αναπνοής και της κυκλοφορίας του αίματος. Κατά τη διάρκεια της νύχτας της 3-4 Μάρτη οι δυσκολίες αναπνοής και κυκλοφορίας αίματος συνεχίστηκαν. Οι μεγαλύτερες αλλαγές παρατηρήθηκαν στην αναπνευστική λειτουργία. Έγιναν πιο συχνά τα φαινόμενα της αναπνοής Cheyne-Stokes. Σε συνάρτηση με αυτό, η κατάσταση της κυκλοφορίας του αίματος επιδεινώθηκε και ο βαθμός έλλειψης οξυγόνου αυξήθηκε.
Συστηματική παροχή οξυγόνου και φαρμάκων για ομαλοποίηση της αναπνοής και της λειτουργίας των καρδιακών αρτηριών βελτίωσαν κατά τι βαθμιαία την κατάσταση και ο βαθμός της έλλειψης αναπνοής μειώθηκε κατά τι. Επιπλέον, το πρωί της 4ης Μάρτη, σοβαρές επιπλοκές της αναπνοής ξανάρχισαν. Η συχνότητα της αναπνοής είναι 36 ανά λεπτό. Η πίεση του αίματος συνέχισε να παραμένει υψηλή (210 η μεγάλη, 110 η μικρή) με παλμούς 108-116 το λεπτό, ασταθείς, κυμαινόμενους και με αρρυθμία. Η καρδιά όχι υπερβολικά διεστάλη. Κατά το τελευταίο 24ωρο, βασικές αλλαγές στην κατάσταση του φάρυγγα και των οργάνων της κοιλότητας του περιτοναίου παρατηρήθηκαν. Τα λευκώματα και τα ερυθρά αιμοσφαίρια βρέθηκαν σε φυσιολογική ποσότητα.
Όταν το αίμα εξετάστηκε, παρατηρήθηκε αύξηση των λευκών αιμοσφαιρίων ως 17.000. Η θερμοκρασία το πρωί και το απόγευμα έφτασε τους 38,6. Ελήφθησαν ιατρικά μέτρα κατά την 4η Μάρτη τα οποία συνίσταντο στην παροχή οξυγόνου, μείγματος καμφοράς, καφεΐνης και γλυκόζης. Για δεύτερη φορά βδέλλες χρησιμοποιήθηκαν για τη λήψη αίματος. Σε συνάρτηση με την αυξημένη θερμοκρασία και την υψηλή ποσότητα λευκών αιμοσφαιρίων, η ποσότητα πενικιλίνης, η παροχή της οποίας επιβλήθηκε για το σκοπό της προφύλαξης από την αρχή της ασθένειας, αυξήθηκε. Προς το τέλος της 4ης Μάρτη η κατάσταση της υγείας του Ιωσήφ Β. Στάλιν παραμένει σοβαρή. Ο ασθενής είναι σε κατάσταση βαθιάς αναισθησίας. Ασταθής παραμένει τόσο η λειτουργία της αναπνοής όσο και της καρδιάς. (Ιατρικό Ανακοινωθέν, 2 π.μ.., 5 Μάρτη 1953, σε: ‘Pravda’ και ‘Izvestia’, 5 Μάρτη 1953; σ. 1, σε: ό. π. σ,. 4).
Ένα τρίτο ιατρικό ανακοινωθέν εξεδόθη το πρωί της 5ης Μάρτη του 1953,που δημοσιεύτηκε στον Τύπο την 6η Μάρτη. Ανέφερε την επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του Ι. Β. Στάλιν:
«Κατά τη διάρκεια της νύχτας και του πρώτου μισού της 5ης Μάρτη, η κατάσταση του Ι. Β. Στάλιν επιδεινώθηκε. Οξείες επιπλοκές στο καρδιοαγγειακό σύστημα προστέθηκαν στα προβλήματα των ζωτικών λειτουργιών του εγκεφάλου. Για τρεις ώρες το πρωί παρατηρήθηκε σοβαρή αναπνευστική ανεπάρκεια, που υποχώρησε με δυσκολία έπειτα από την απαραίτητη θεραπευτική αγωγή.
Στις 8 αυτό το πρωί, εμφανίστηκαν σημάδια οξείας καρδιαγγειακής ανεπάρκειας, μια κατάπτωση. Η πίεση του αίματος έπεσε, ο παλμός επιτάχυνε. Αυξήθηκε η φυσική ωχρότητα. Έκτακτη αγωγή εξαφάνισε αυτές τις εξελίξεις. Ηλεκτροκαρδιογράφημα στις 11 π.μ. αποκάλυψε οξείς περιπλοκές στην κυκλοφορία του αίματος στις στεφανιαίες αρτηρίες της καρδίας με βλάβες στο πίσω τοίχωμα της καρδιάς. (Το ηλεκτροκαρδιογράφημα της 2ας Μάρτη δεν είχε δείξει τέτοιες αλλαγές). Στις 11.30 π.μ. υπήρξε μια δεύτερη σοβαρή κατάπτωση, που εξαφανίστηκε με δυσκολία μετά από την κατάλληλη αγωγή. Αργότερα μέσα στη μέρα, οι καρδιαγγειακές επιπλοκές υποχώρησαν μέχρι ενός σημείου, αλλά η κατάσταση του ασθενούς παρέμεινε εξαιρετικά σοβαρή.
Στις 4 μ.μ. η πίεση του αίματος κυμάνθηκε κατά το μέγιστο στα 160 και κατά το ελάχιστο στα 100. Ο παλμός ήταν 120 ανά λεπτό με αρρυθμία. Η αναπνοή: 36 ανά λεπτό. Η θερμοκρασία 37,6. Αριθμός λευκοκυττάρων: 21.000. Η αγωγή αυτή τη στιγμή στοχεύει καταρχάς στην καταπολέμηση των επιπλοκών στην αναπνοή και την κυκλοφορία του αίματος, ειδικά στη στεφανιαία κυκλοφορία.» (Ιατρικό Ανακοινωθέν, 4μ.μ., 5 Μάρτη 1953, σε ‘Pravda’ και ‘Izvestia’, 6 Μάρτη, σ. 1, σε: ό. π., σ. 5).
Τελικά, στις 6 Μάρτη εξεδόθη το ιατρικό ανακοινωθέν που γνωστοποιούσε το θάνατο του Στάλιν:
«Το απόγευμα της 5ης Μάρτη η κατάσταση του ασθενούς επιδεινώθηκε πολύ γρήγορα: η αναπνοή ρηχή και πολύ γρήγορη, ο παλμός έφτασε τους 140-150 ανά λεπτό και η πίεση έπεσε.
Στις 21.50, με καρδιακή πτώση και αυξανόμενη αναπνευστική ανεπάρκεια, ο Ιωσήφ Στάλιν πέθανε». (Ιατρικό Ανακοινωθέν, 6 Μάρτη 1953, σε ‘Pravda’ και ‘Izvestia’, 6 Μάρτη 1953. σ. 1, σε: ό. π., σ. 5).
Το ιατρικό ανακοινωθέν δημοσιεύτηκε μαζί με μία κοινή δήλωση της Κεντρικής Επιτροπής, της Κυβέρνησης και του Προεδρείου του Ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ:
«Η καρδιά του στενού συνεργάτη του Λένιν και εμπνευσμένου συνεχιστή της υπόθεσης του Λένιν, του σοφού ηγέτη και δασκάλου του Κομμουνιστικού κόμμάτος και του σοβιετικού λαού – Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς Στάλιν – έπαψε να χτυπά.
Το όνομα του Στάλιν είναι υπερβολικά αγαπητό στο Κόμμα μας, το σοβιετικό λαό και τον εργαζόμενο λαό όλου του κόσμου…Συνεχίζοντας την αθάνατη υπόθεση του Λένιν, ο Σύντροφος Στάλιν οδήγησε το σοβιετικό λαό στον παγκόσμιο ιστορικό θρίαμβο του σοσιαλισμού στη χώρα μας. Ο Σύντροφος Στάλιν οδήγησε στη νίκη απέναντι στο φασισμό, στο β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που κατέγραψε μια δραστική αλλαγή στη διεθνή κατάσταση συνολικά. Ο Σύντροφος Στάλιν εξόπλισε το Κόμμα και όλο το λαό με ένα μεγάλο και ξεκάθαρο πρόγραμμα για την οικοδόμηση του κομμουνισμού στην ΕΣΣΔ.
Ο θάνατος του Συντρόφου Στάλιν, που αφιέρωσε όλη του τη ζωή στη μεγάλη υπόθεση του κομμουνισμού, αποτελεί μια μεγάλη απώλεια για το Κόμμα και για τον εργαζόμενο κόσμο της σοβιετικής πατρίδας και όλου του κόσμου.» (Κοινή ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΣΕ, του Υπουργικού Συμβουλίου της ΕΣΣΔ και του Προεδρείου του Ανώτατου Σοβιέτ,σε: ‘Pravda’ και ‘Izvestia’, 6 Μάρτη 1953; σ. 1, σε: ό. π., σ. 5).
Στις 7 Μάρτη 1953 η ιατροδικαστική αναφορά δημοσιεύτηκε. Αναφερόταν ότι «…στο ακέραιο επιβεβαιώνει τη διάγνωση των καθηγητών ιατρικής που θεράπευαν τον Ι. Β. Στάλιν» (Παθολογική και Ανατομική Εξέταση του πτώματος του Ιωσήφ Στάλιν,σε ‘Pravda’, 7 March 1953. στο: G. Bortoli: ‘The Death of Stalin’; London; 1975; σ. 209).
και «…επιβεβαίωσε το μη αναστρέψιμο χαρακτήρα της ασθένειας του Ιωσήφ Στάλιν μετά την παρουσίαση της εγκεφαλικής αιμορραγίας» (Παθολογική και Ανατομική Εξέταση του πτώματος του Ιωσήφ Στάλιν,σε: ό. π., σ. 209).
Όλο το κείμενο είχε ως εξής:
«Ως αποτέλεσμα της παθολογικής και ανατομικής εξέτασης, ανακαλύφθηκε ένα σημαντικό κέντρο αιμορραγίας στην περιοχή των υποφλοιωδών περιοχών του αριστερού ημισφαιρίου του εγκεφάλου. Αυτή η αιμορραγία κατέστρεψε σημαντικές περιοχές του εγκεφάλου και προκάλεσε μη αναστρέψιμες επιπλοκές στην αναπνοή και την κυκλοφορία. Πέρα από την εγκεφαλική αιμορραγία, παρατηρήθηκε και αξιοσημείωτη υπερτονική επιπλοκή του αριστερού κόλπου της καρδιάς, σοβαρές αιμορραγίες του καρδιακού μυός και στη βλέννα του στομάχου και του εντέρου και αρτηριοσκληρωτικές μεταλλαγές σε συγκεκριμένα σημαντικά αγγεία των αρτηριών του εγκεφάλου. Αυτή η διαδικασία ήταν το αποτέλεσμα υψηλής πίεσης του αίματος. Τα αποτελέσματα της παθολογικής και ανατομικής εξέτασης στο ακέραιο επιβεβαιώνουν τη διάγνωση των καθηγητών ιατρικής που θεράπευαν τον Ι. Β. Στάλιν. Τα στοιχεία της παθολόγο-ανατομικής εξέτασης επιβεβαίωσαν το μη αναστρέψιμο χαρακτήρα της ασθένειας του Ιωσήφ Στάλιν μετά την παρουσίαση της εγκεφαλικής αιμορραγίας. Εξ αυτού και τα ενεργητικά μέτρα που ελήφθησαν για τη θεραπεία δεν μπόρεσαν να παράγουν θετικά αποτελέσματα, ούτε να αποτρέψουν το μοιραίο» (ό. π., σ. 209).
Υπάρχει ένας αριθμός από στοιχεία και συμπτώσεις σχετικές με το θάνατο του Στάλιν που, με δικαστικούς όρους, τον καθιστούν «ύποπτο θάνατο».
Πρώτον, ο Στάλιν εμφανιζόταν να είναι σε εξαιρετική κατάσταση αμέσως λίγο πριν τις αρχές Μάρτη:
«Και όσον αφορά το Στάλιν τον ίδιο; Σε άριστη κατάσταση. Σε πλήρη διαύγεια πνεύματος. Αυτά είπαν οι τρεις ξένοι που τον είδαν το Φλεβάρη – ο Μπράβο, ο Αργεντινός πρέσβης, ο Μένον, ο ινδός και ο δρ. Κίτσλου, ένας ινδός ακτιβιστής του ειρηνιστικού κινήματος» (H. Salisbury: ‘Stalin’s Russia and After’; London; 1952; σ. 157).
Δεύτερον, τη νύχτα 1-2 Μάρτη υπήρχε μια μακρά καθυστέρηση στην παροχή ιατρικής βοήθειας στο Στάλιν:
«ο Χρουστσόφ δεν αναφέρει συγκεκριμένες ώρες, αλλά τα όσα λέει κάνουν απίστευτο το να έφτασαν οι γιατροί πολύ πριν από τις 5 π.μ. της 2ας Μάρτη. Είναι πολλές ώρες, ίσως 12, μετά την προσβολή (σ. parapoda: του Στάλιν από το πρόβλημα υγείας)…. Δεν είναι αλήθεια ότι τέθηκε υπό ιατρική παρακολούθηση σύντομα μετά από την προσβολή» (R. H. McNeal: ό. π., σ. 304).
«Υπάρχει ένα μυστήριο γύρω από το τι συνέβη στο Στάλιν. Οι φύλακες του κινητοποιήθηκαν όταν δεν κατέβηκε για το δείπνο στις 11 μ. μ… Οι άνδρες ασφαλείας τον σήκωσαν και τον έβαλαν στον καναπέ, αλλά οι γιατροί δεν εμφανίστηκαν παρά μόνο το πρωί.
Ο Στάλιν παρέμεινε αβοήθητος και χωρίς θεραπεία για ένα μεγάλο τμήμα της ημέρας, κάνοντας έτσι την όποια θεραπεία αργότερα πολύ πιο δύσκολη….Γιατί οι κομματικοί ηγέτες επιμήκυναν την καθυστέρηση; Κάποιοι ιστορικοί βλέπουν ενδείξεις ενός προμελετημένου φόνου. Ο Abdurakhman Avtorhanov βλέπει την αιτία αυτή στην ορατή πλέον προετοιμασία του Στάλιν για ένα νέο κύμα διώξεων ανάλογα με αυτό της δεκαετίας του ‘30» (J. Lewis & P. Whitehead: ‘Stalin: A Time for Judgement’; London; 1990; σ. 179).
«Μόνο το επόμενο πρωί …έφτασαν οι πρώτοι παθολόγοι» (W. Laqueuer: ό. π. σ. 151).
«Παθολόγοι τελικά έφτασαν μετά από 12ωρη ή και 14ωρη καθυστέρηση και βρήκαν τον ηγέτη σε λήθαργο» (D. Volkogonov: ό. π., σ. 513).
Τρίτον, υπήρχε ένα καταφανέστατο ψέμα στην ανακοίνωση του θανάτου: το σημείο που αναφέρθηκε ότι έλαβε χώρα το επεισόδιο ήταν «το διαμέρισμά του στη Μόσχα, όμως στην πραγματικότητα το επεισόδιο έλαβε χώρα στη ντάτσα του στο Κούντσεβο. Ο Adam Ulav βεβαιώνει ότι
«…ένας αέρας συνωμοσίας περιέβαλε τις συνθήκες θανάτου του Στάλιν. Το αργοπορημένο ανακοινωθέν που ενημέρωνε για το επεισόδιο ήταν εμφατικό στο ότι αυτό συνέβη στα καταλύματα του Κρεμλίνου. Όμως στο εξοχικό του.. ήταν που η κόρη του Σβετλάνα καταγράφτηκε ότι ήταν στο νεκροκρέβατό του στις 2 Μάρτη. Προσβλήθηκε (από το πρόβλημα υγείας) μακριά από τη Μόσχα…Το ψέμα του επίσημου ανακοινωθέντος ενέκειτο στο μέρος που ο Στάλιν επλήγη από τη μοιραία προσβολή και πέθανε…Υπάρχει ένας προφανής λόγος πίσω από αυτό το ψέμα: οι διάδοχοί του φοβήθηκαν ότι ένα αληθινό ανακοινωθέν για το πού ήταν ο Στάλιν όταν έπαθε αυτό που έπαθε θα δημιουργούσε φήμες και ψιθύρους… ότι η προσβολή έγινε ενώ είχε απαχθεί ή συλληφθεί από τους ολιγάρχες. Πλήθη θα συνέρεαν στο Κρεμλίνο, απαιτώντας μια εξήγηση για ότι συνέβη στον πατέρα τους και προστάτη τους» (A. B. Ulam: ό.π., σ.σ. 4, 700, 739).
Τέταρτον, όπως είδαμε, οι ρεβιζιονιστές συνωμότες είχαν ένα επαρκές και επείγον κίνητρο – αυτό της αυτοπροστασίας – για να εξολοθρεύσουν το Στάλιν:
«Για πολλούς σοβιετικούς ηγέτες και κρατικούς αξιωματούχους, η απώλεια του Στάλιν, ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Το αν αυτή οφείλεται σε φυσικούς λόγους ή όχι είναι ένα άλλο ζήτημα». (D. M. Lang: ό. π., σ. 262).
«Τι παράξενο παιχνίδι της μοίρας, σκέφτηκα, ότι ο Στάλιν αργοπέθαινε λίγες εβδομάδες μετά την κατηγορία εις βάρος γιατρών του Κρεμλίνου ότι συνωμοτούσαν για έναν τέτοιο θάνατο. Ένα περίεργο παιχνίδι της μοίρας. Αλλά ήταν μόνο μια παραξενιά της μοίρας;…Ήταν πιθανό αυτοί οι παντοδύναμοι και ικανοί σοβιετικοί ηγέτες, μαζί με τους συναδέλφους τους στο στρατό, να παρέμειναν αδρανείς και να μην πήραν κανένα μέτρο για να αποσοβήσουν τον επερχόμενο κίνδυνο που ήταν σίγουρο ότι θα τους κατέστρεφε σχεδόν όλους εξ αυτών…Ενώ δολοφονία δεν μπορεί να αποδειχτεί, υπάρχει ζήτημα όσον αφορά την ύπαρξη κινήτρων για δολοφονία.. Γιατί…αν ο Στάλιν πέθαινε από φυσιολογικά αίτια θα ήταν ό,τι πιο τυχερό είχε συμβεί στους ανθρώπους που τον περιτριγύριζαν…» (H. Salisbury: ό. π., σ. σ. 160-61).
Πέμπτον, είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη μια σειρά από ενδείξεις για τα μέτρα που ελήφθησαν από τους συνωμότες τούς μήνες πριν το θάνατο του Στάλιν για να καταστρέψουν το πλέγμα ασφαλείας γύρω του.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο το ότι μέσα σε λίγες εβδομάδες μετά το θάνατό του, φήμες κυκλοφόρησαν ότι είχε δολοφονηθεί:
«Υπήρχαν φήμες, περισσότερο στη Γεωργία, ότι ο Στάλιν είχε δηλητηριαστεί» (W. Laqueur: ό. π., σ.151).
Ο Robert Conquest μιλά για
«…πιθανότητα να είχε δολοφονηθεί». (R. Conquest (1961): σ. 172).
Καθώς ο πρώην σωματοφύλακας του Στάλιν Βλάσικ έφευγε από τη Μόσχα μετά την αποπομπή του, αναφέρεται ότι ο γιος του Στάλιν Βασίλι κατάγγελνε και προειδοποιούσε ανοιχτά ότι:
«Θα τον σκοτώσουν! Θα τον σκοτώσουν!» Χρησιμοποιώντας γ’ πληθυντικό εννοούσε άλλα μέλη του Πολιτικού Γραφείου και λέγοντας «τον» εννοούσε τον πατέρα του» (P. Deriabin: ό. π. σ. 321).
«Ο γιος του Στάλιν συνέχισε να μπαίνει μέσα και να φωνάζει: «Σκότωσαν τον πατέρα μου, τα καθάρματα!»». (D. Volkogonov: ό. π. σ… 774).
Παρόλο που ο Βασίλι ήταν αλκοολικός, όταν συνέχισε να κάνει αυτές τις δημόσιες κατηγορίες δημόσια, συνελήφθη τον Απρίλη του 1953 με διαταγή, όπως επισημαίνει η αδερφή του Σβετλάνα, «να απομονωθεί»
«Μετά τον θάνατο του πατέρα μου, (σ. σ. ο Βασίλι) συνελήφθη. Αυτό συνέβη επειδή απειλούσε την κυβέρνηση, έλεγε ότι «ο πατέρας μου σκοτώθηκε από τους εχθρούς του» και παρόμοια πράγματα, και πάντα με κόσμο γύρω του- κι έτσι αποφάσισαν να τον απομονώσουν. Παρέμεινε στη φυλακή ως το 1961… και σύντομα πέθανε» (S. Alliluyeva: ‘Only One Year’; London: 1969 (από δω και στο εξής ‘S. Alliluyeva (1969); σ. 202).
«Ήταν πεπεισμένος ότι ο πατέρας μας είχε δηλητηριαστεί ή δολοφονηθεί. Καθόλη την περίοδο πριν από την κηδεία …κατηγορούσε την κυβέρνηση και τους γιατρούς ότι παρείχαν λάθος θεραπευτική αγωγή στον πατέρα μου…Συνελήφθη στις 18 Απρίλη 1953….Ένα στρατοδικείο τον καταδίκασε σε 8ετή παραμονή στη φυλακή. Πέθανε στις 19 Μάρτη 1962.» (S. Alliluyeva (1967): σ.σ. 222-23, 224, 228).
Ο Georges Bortoli* σχολιάζει:
«ο Βασίλι Στάλιν είπε φωναχτά ό,τι οι άλλοι σκέφτονταν αλλά κρατούσαν μέσα τους. Σε λιγότερο από ένα μήνα, κάθε είδους φήμη κυκλοφορούσε στη Μόσχα, και ο κόσμος άρχισε να μιλά για έγκλημα… Κάποιοι είπαν ότι αρκετά μέλη του περίγυρου του Στάλιν απειλούνταν από επικείμενες διώξεις. Είχαν ίσως πάρει μέτρα για να τις αποτρέψουν;» (G. Bortoli: ό. π., σ. 151).
Ο Robert Conquest και άλλοι σχολιαστές επέστησαν την προσοχή στην επίσης ξαφνική ασθένεια και θάνατο του Τσεχοσλοβάκου Μαρξιστή-Λενινιστή ηγέτη Κλέμεντ Γκότβαλντ*, λίγο αφότου επισκέφτηκε τη Μόσχα για να παραβρεθεί στην κηδεία του Στάλιν, και θεωρούν ότι ο θάνατός του ήταν εσκεμμένος. Το Γκότβαλντ διαδέχτηκε ως πρόεδρος της Τσεχοσλοβακίας ο κρυφός ρεβιζιονιστής Antonin Zapotocky*:
«Πολλοί σχολιαστές επεσήμαναν ότι μετά το θάνατο του Στάλιν, ο Γκότβαλντ… επίσης αρρώστησε ενώ παραβρισκόταν στην κηδεία του Στάλιν στη Μόσχα και πέθανε λίγες μέρες μετά: και διέγειραν αμφιβολίες για το φυσιολογικό της αρρώστιας του Γκότβαλντ» (R. Conquest (1961): σ. 174).
Ο αλβανός Μαρξιστής-Λενινιστής ηγέτης Ενβέρ Χότζα* κάνει εξίσου λόγο επ’ αυτού:
«Αμέσως μετά το θάνατο του Στάλιν, πέθανε ο Γκότβαλντ. Αυτός ήταν ένας ξαφνικός θάνατος που εξέπληξε. Ποτέ δεν είχε περάσει από το νου όσων γνώριζαν τον Γκότβαλντ, ότι αυτός ο δυνατός, ευκίνητος, υγιής άντρας θα πέθαινε από κρύωμα που τάχα άρπαξε κατά τη διάρκεια της κηδείας του Στάλιν» (E. Hoxha: Οι Χρουστσοφικοί ; Tirana; 1984 (από δω και στο εξής ‘E. Hoxha (1984)’); σ. σ. 153-54).
Ο Χότζα εφιστά την προσοχή και για τον αιφνίδιο θάνατο του Πολωνού Μαρξιστή-Λενινιστή ηγέτη Boleslaw Beirut* στις 12 Μάρτη 1956
«στη Μόσχα ενώ παρακολουθούσε τις διεργασίες του 20ου συνεδρίου του σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος.» (‘Keesing’s Contemporary Archives’, Τόμος 10; σ. σ. 14,767).
και αντικαταστάθηκε από τον κρυφό ρεβιζιονιστή Edward Ochab:
«Αργότερα, ήρθε ο εξίσου απρόβλεπτος θάνατος του Συντρόφου Beirut. Ο Edward Ochab τον αντικατέστησε στο πόστο του ΓΓ του Κόμματος. Έτσι η παλιά επιθυμία του Χρουστσόφ έγινε πραγματικότητα» (E. Hoxha (1984): σ. σ. 153-65).
Ήταν ο Ochab που κανόνισε για την αποφυλάκιση του ρεβιζιονιστή Βλαντισλάβ Γκομούλκα τον Απρίλη και την προώθησή του στο πόστο του Α’ Γραμματέα τον Οκτώβρη.
Ο Χότζα ανοιχτά κατηγορεί τους ρεβιζιονιστές συνωμότες για τη δολοφονία του Στάλιν:
«Ο κοσμοπολίτης γυρολόγος (σ. σ.: Anastas Mikoyan), όπως απέδειξε η Ιστορία, συνωμότησε με το Νικήτα Χρουστσόφ ενάντια στο Στάλιν, τον οποίο αποφάσισαν να δολοφονήσουν. Το παραδέχτηκε ο ίδιος το Φλεβάρη του 1960» (E. Hoxha (1984): σ. σ. 63-64).
«Όλη αυτή η παλιανθρωπιά αναδύθηκε λίγο μετά το θάνατο, ή πιο συγκεκριμένα τη δολοφονία, του Στάλιν. Λέω μετά τη δολοφονία του Στάλιν, γιατί ο Μικογιάν ο ίδιος μου είπε…ότι, μαζί με το Χρουστσόφ και τους συνεταίρους του, αποφάσισαν να κάνουν απόπειρα ενάντια στη ζωή του Στάλιν.» (E. Hoxha: ‘With Stalin: Memoirs’; Tirana; 1979; σ. 31).
Το αποτραπέν στρατιωτικό πραξικόπημα (1953)
Όπως έχουμε ήδη επισημάνει, οι δυνάμεις ασφαλείας λίγα χρόνια πριν το θάνατο του Στάλιν, είχαν περάσει στα χέρια των κρυφών ρεβιζιονιστών, όχι των Μαρξιστών-Λενινιστών:
«Λίγο πριν το θάνατο του Στάλιν τα Υπουργεία της Εθνικής Ασφάλειας και Εσωτερικών δεν ήταν υπό τον έλεγχο του Μπέρια» (R. Conquest, (1961): σ. 200).
Ξεκάθαρα λοιπόν, ήταν ζήτημα μεγάλης σημασίας για τους ρεβιζιονιστές, σε οποιοδήποτε επανακαθορισμό αρμοδιοτήτων μετά το θάνατο του Στάλιν, ο έλεγχος των δυνάμεων ασφαλείας να μην ξαναπεράσει στα χέρια Μαρξιστών –Λενινιστών.
Ο Χρουστσόφ επικαλείται μια συζήτηση με το σύντροφό του ρεβιζιονιστή Nikolay Bulganin* δίπλα από το νεκροκρέβατο του Στάλιν σχετικά με τον κίνδυνο στα σχέδιά τους εάν ο μαρξιστής – λενινιστής Lavrenty Beria επρόκειτο να αποκτήσει πάλι τον έλεγχο των υπηρεσιών ασφάλειας:
«»Ο Στάλιν δεν τραβάει άλλο… Ξέρεις τι πόστα θα πάρει ο Μπέρια;»
«Ποιο;»
«Θα δοκιμάσει να γίνει Υπουργός Κρατικής Ασφαλείας. Ό, τι κι αν συμβεί, δεν μπορούμε να τον αφήσουμε να κάνει κάτι τέτοιο. Εάν γίνει Υπουργός Κρατικής Ασφαλείας θα είναι η αρχή του τέλους για μας. «
Ο Bulganin είπε ότι συμφώνησε με μαζί μου.» (Ν. Khrushchev (1971): σ. 319).
Όπως έχουμε δει, ο Στάλιν πέθανε 9. 50 π.μ. στις 5 Μαρτίου. Οι ρεβιζιονιστές χρησιμοποίησαν αμέσως τον έλεγχό τους των δυνάμεων ασφάλειας για να προετοιμάσουν ένα πραξικόπημα. Ο αμερικανικός δημοσιογράφος Harrison Salisbury ήταν αυτόπτης μάρτυρας για το πώς, λίγο πριν 6 π.μ. το επόμενο πρωί:
«…ομαλά και αθόρυβα, κομβόι φορτηγών έμπαιναν στην πόλη. Καθισμένα σταυροπόδι στους ξύλινους πάγκους στα πράσινου χρώματος αυτά φορτηγά ήταν – 22 ανά φορτηγό – μέλη στρατιωτικών αποσπασμάτων με μπλε και κόκκινου χρώματος μπερέδες του MVD: τα ειδικά στρατεύματα του Υπουργείου εσωτερικών υποθέσεων… Μια πρώτη σκέψη μου ήταν πως, ίσως, ένα πραξικόπημα να βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ως τις 9 η ώρα… τα στρατεύματα του Υπουργείου Εσωτερικών ήταν παντού στο κέντρο της πόλης… Στην οδό Γκόρκυ ψηλά, παρατεταγμένα τανκς έκαναν την εμφάνισή τους… Όλα τα στρατεύματα και όλα τα φορτηγά και όλα τα τανκς άνηκαν στα ειδικά αποσπάσματα του MVD. Ούτε ένα απόσπασμα των κανονικών δυνάμεων στρατού δεν υπήρχε.
Αργότερα ανακάλυψα ότι το MVD είχε, στην πραγματικότητα, αποκλείσει σχεδόν ολόκληρη την πόλη της Μόσχας…
Γύρω στις 10 με 11 η ώρα του πρωινού της 6ης Μαρτίου 1953 κανένας δεν μπορούσε να μπει ή να φύγει από την καρδιά της Μόσχας χωρίς άδεια του MVD. .
Οι δυνάμεις του MVD είχαν πάρει τον έλεγχο της πόλης…
Θα μπορούσαν οποιαδήποτε άλλα στρατεύματα να μπουν στην πόλη; Όχι εκτός αν είχαν την άδεια του MVD ή είχαν προετοιμαστεί να πολεμήσουν για να προχωρήσουν, οδό την οδό, οδόφραγμα το οδόφραγμα». (Η. Salisbury: ό. π., σ. σ. 163-64, 166, 171, 173).
Ο Robert Conquest μας δίνει μια παρόμοια εικόνα:
«Οι δρόμοι της Μόσχας ήταν γεμάτοι με στρατεύματα του MVD όταν αναγγέλθηκε ο θάνατος του Στάλιν». (R. Conquest (1961): σελ. 200).
όπως και ο Peter Deriabin:
«Ακόμη και πριν το σώμα του Στάλιν παγώσει… στρατεύματα του MGV… όχι μόνο διεξήγαγαν ελέγχους και σταμάτησαν την κυκλοφορία, συμπεριλαμβανομένων των πεζών, σε κάθε κύρια οδό, αλλά είχαν επίσης περικυκλώσει το Κρεμλίνο «. (Ρ. Deriabin: ό.π., σ. 328).
Αλλά οι μαρξιστές-λενινιστές πέτυχαν, προς στιγμήν, να ματαιώσουν το προγραμματισμένο πραξικόπημα με την κινητοποίηση δυνάμεων για επαρκή υποστήριξη για τη σύγκλιση την επόμενη ημέρα, 7 Μαρτίου, μιας έκτακτης κοινής συνεδρίασης της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος, το Υπουργικό Συμβούλιο και του Ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ. Σε αυτές τις περιστάσεις οι ρεβιζιονιστές συνωμότες κλονίστηκαν και έκριναν πρόσφορο να αναβάλουν το προγραμματισμένο πραξικόπημά τους και να απόσχουν από την αντίσταση στην εκλογή Beria ως Υπουργού υπεύθυνου για την κρατική ασφάλεια, ένα διορισμό που είχε προφανώς την υποστήριξη πλειοψηφίας μεταξύ της ηγεσίας:
«ο Beria πρότεινε αμέσως το Malenkov για τον πρόεδρο του Συμβουλίου των υπουργών (σ.σ.: πρωθυπουργό). Ξαφνικά, ο Malenkov πρότεινε να διοριστεί ο Beria πρώτος αναπληρωτής. Πρότεινε επίσης τη συγχώνευση των Υπουργείων κρατικής ασφάλειας και εσωτερικών υποθέσεων σε ένα ενιαίο Υπουργείο εσωτερικών υποθέσεων, με το Beria ως Υπουργό… Παρέμεινα σιωπηλός… ο Bulganin επίσης. Μπορούσα να δω τι στάση οι άλλοι είχαν. Εάν ο Bulganin και εγώ αντιτιθέμεθα…, θα είχαμε κατηγορηθεί για η έναρξη μιας εσωκομματικής διαπάλης πριν από το πτώμα παγώσει». (Ν. Khrushchev (1961): σ. 324).
Η απενοχοποίηση των γιατρών (1953)
Μετά το θάνατο του Στάλιν, ο πιο επείγων και άμεσος στόχος που έθεσαν οι ρεβιζιονιστές συνωμότες ήταν να απαλλαχτούν οι γιατροί – όχι, φυσικά, επειδή ήταν αθώοι αλλά, αντίθετα, επειδή ήταν ένοχοι και επειδή η περαιτέρω έρευνα σχετικά με την περίπτωση μπόρεσε κάλλιστα να οδηγήσει στην αποκάλυψη των ισχυρών κρίκων της αλυσίδας της συνωμοσίας.
Όπως έχουμε πει, προκειμένου να δημιουργηθεί σύγχυση στους μαρξιστές-λενινιστές και τη σοβιετική κοινή γνώμη ως προς τα πραγματικά κίνητρα πίσω από μια κίνηση για να απαλλάξει τους γιατρούς, αυτή η κίνηση έπρεπε να παρουσιαστεί ως μέρος μιας γενικής δράσης για «να διορθωθούν οι δικαστικές πλάνες». Με άλλα λόγια, η υπόθεση των γιατρών συνδέθηκε με τον αντιπερισπασμό του 1951-52 στη Γεωργία, που οι ίδιοι είχαν κατασκευάσει, και αυτή η τελευταία πραγματική δικαστική πλάνη τώρα προσωρινά διορθώθηκε την ίδια στιγμή που οι γιατροί απαλλάχτηκαν. Για περαιτέρω κάλυψη, οι ρεβιζιονιστές συνωμότες υποστήριξαν προσωρινά τις κινήσεις που απαιτήθηκαν από και ενίσχυαν τη θέση των μαρξιστών-λενινιστών – ειδικότερα, την αποπομπή του ρώσου σοβινιστή Leonid Melnikov* από πρώτο γραμματέα του ουκρανικού Κομμουνιστικού Κόμματος.
Η απόφαση να απαλλαχτούν οι γιατροί ελήφθη τον Μάρτιο του 1953, λίγες μόνο ημέρες μετά από το θάνατο του Στάλιν, αφού το όνομα ένας από τους κατηγορούμενους γιατρούς (Boris Preobrazhensky) επανεμφανίστηκε στο τεύχος του περιοδικού «Vestnik Oto-Rino-Laringology’ » που δημοσιεύθηκε στις 31 Μαρτίου. (R. Conquest (1961): σ. 206).
Στις 3 Απριλίου 1953, ο σοβιετικός Τύπος έφερε ένα συγκλονιστικό ανακοινωθέν που εκδόθηκε στο όνομα του Υπουργείου εσωτερικών υποθέσεων της ΕΣΣΔ που ανήγγειλαν την απαλλαγή και την απελευθέρωση των συλληφθέντων γιατρών:
«Το Υπουργείο της ΕΣΣΔ εσωτερικών υποθέσεων διεξήγαγε μια λεπτομερή έρευνα για όλα τα προκαταρκτικά στοιχεία έρευνας καθώς και άλλο υλικό για την υπόθεση της ομάδας γιατρών που κατηγορούνται για δολιοφθορά, πράξεις κατασκοπείας και τρομοκρατίας ενάντια στα σημερινά ηγετικά στελέχη του σοβιετικού κράτους.
Η εξέταση απέδειξε ότι οι κατηγορούμενοι σε αυτήν την περίπτωση… συνελήφθησαν από το πρώην Υπουργείο κρατικής ασφάλειας εσφαλμένα και χωρίς οποιαδήποτε νομική βάση…
…οι κατηγορούμενοι σε αυτήν την υπόθεση έχουν απαλλαχθεί εντελώς των κατηγοριών . και έχουν αποφυλακιστεί». (Ανακοινωθέν του Υπουργείου της ΕΣΣΔ επί των Εσωτερικών Υποθέσεων, σε: «Pravda» και «Izvestia», 3 Απριλίου 1953 σελ. 4, σε: » Current Digest of the Soviet Press», Τόμος 5, Αριθ.. 10.18 Απριλίου 1953) σελ. 3).
Το Ανακοινωθέν πήγαινε παραπέρα και υπονοούσε ότι οι ομολογίες των κατηγορούμενων γιατρών είχαν αποσπαστεί με τη βοήθεια των βασανιστηρίων:
«Οι καταθέσεις των συλληφθέντων, σύμφωνα με τις οποίες επιβεβαίωναν τις κατηγορίες εναντίον τους, αποσπάστηκαν από αξιωματούχους του ανακριτικού τμήματος του πρώην Υπουργείου κρατικής ασφάλειας μέσω της χρήσης ανεπίτρεπτων μεθόδων ανάκρισης που είναι αυστηρά απαγορευμένες βάσει του σοβιετικού νόμου…
Τα πρόσωπα που κατηγορούνται για την ανεπίτρεπτη αυτή συμπεριφορά κατά την ανάκριση έχουν συλληφθεί και διώκονται ποινικά». (Ανακοινωθέν του Υπουργείου εσωτερικών υποθέσεων της ΕΣΣΔ, σε: αυτόθι σελ. 3).
Την ίδια ημέρα, ο Τύπος ανέφερε ότι
«το Προεδρείο του Ανωτάτου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ έχει προωθήσει ένα ψήφισμα για την ακύρωση του διάταγματος της 20ης Ιανουαρίου, 1953, που απένεμε στην Dr.. Lydia Timashuk τον Έπαινο Λένιν. Το βραβείο θεωρείται άκυρο βάσει των νέων στοιχείων
που έχουν έρθει από τότε στο φως». (Απόφαση του Προεδρείου του Ανωτάτου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ, σε: Υ. Rapoport: ό. π., σ. 188).
Η Timashuk, εντούτοις, δεν διώχτηκε ποινικά για προσπάθεια παραπλάνησης της Δικαιοσύνης, και
«… αμέσως μετά από τα γεγονότα Απριλίου, επανέλαβε την εργασία στο νοσοκομείο του Κρεμλίνου… Επανεμφανίστηκε στο γραφείο της, προφανώς χωρίς συνέπειες». (Υ. Rapoport: ό.π. σελ. 191-92).
Η προσωρινή ανατροπή του Αντιπερισπασμού στη Γεωργία (1953)
Όπως έχουμε δει, στον κυβερνητικό ανασχηματισμό της 7ης Μαρτίου που ακολούθησε το θάνατο του Στάλιν, οι μαρξιστές-λενινιστές επανέκτησαν προσωρινά τον έλεγχο των δυνάμεων της κρατικής ασφάλειας:
«Την επαύριον του θανάτου (σ.σ. του Στάλιν)…, ο Beria επανέκτησε τον έλεγχο των οργάνων της κρατικής ασφάλειας, από τα χέρια του οποίου είχε ξεφύγει κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών του Στάλιν». (Α. Β. Ulam: ό.π.. σελ. 540).
Ως τμήμα της στρατηγικής για την εξαπάτηση των μαρξιστών- λενινιστών και της σοβιετικής κοινής γνώμης ως προς τους πραγματικούς στόχους των ρεβιζιονιστών συνωμοτών, επιτράπηκε στους μαρξιστές-λενινιστές να επιτύχουν την απομάκρυνση των ρεβιζιονιστών από τις κυρίαρχες θέσεις που είχαν αποκτήσει με τον αντιπερισπασμό στη Γεωργία το 1951-52. Δηλαδή, προσωρινά να ανατρέψουν τον αντιπερισπασμό.
«Τον Απρίλιο του 1953, ο Beria πραγματοποίησε μια αντι-εκκαθάριση στη Γεωργία». (H. Fairbanks, junior: ό. π., σ. 163).
Στις 14 Απριλίου 1953 η Κεντρική Επιτροπή της Γεωργίας απομάκρυνε τον Akaki Mgeladze από πρώτο γραμματέα, και ο Mgeladze αναγνώρισε ότι οι κατηγορίες περί «εθνικιστικής παρέκκλισης» που είχε αποδώσει στους προκατόχους του μαρξιστές-λενινιστές ηγέτες ήταν κατασκευασμένες:
«Ο Beria κινήθηκε τώρα ταχύτατα… Μια ολομέλεια του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας έλαβε χώρα στις 14 Απριλίου 1953, η οποία απομάκρυνε τη γραμματεία Κόμματος που διευθυνόταν από το Α. L Mgeladze και όρισε νέα υπό έναν αξιωματούχο που ονομάζεται Mirtskhulava. Ο παλαιότερος, Valerian Bakradze προστατευόμενος του Beria, τον οποίο ο Mgeladze είχε απομακρύνει από τον κυβερνητικό θώκο, τώρα έγινε πρωθυπουργός της Δημοκρατίας της Γεωργίας. Διάφοροι επιφανείς υποστηρικτές του Beria που ο Mgeladze και η ομάδα του είχαν φυλακίσει, απελευθερώθηκαν και τους αποδόθηκαν χαρτοφυλάκια στην κυβέρνηση Bakradze. Ο καθαιρεμένος πρώτος γραμματέας, Mgeladze, έκανε μια αφελή ομολογία, δηλώνοντας πως οι κατηγορίες περί εθνικιστικής παρέκκλισης που αυτός είχε αποδώσει ενάντια σε υψηλόβαθμους Μπολσεβίκους της Γεωργίας είχε βασιστεί σε ψεύτικα στοιχεία… Ο Ν. Rukhadze, Υπουργός Κρατικής Ασφάλειας της Γεωργίας, που είχε βοηθήσει και είχε υποκινήσει το Mgeladze, φυλακίστηκε». (D. Μ. Lang: ό.π. σελ. 263).
Στις 15 Απριλίου:
«… ο Πρωθυπουργός της Γεωργιανής σοβιετικής Δημοκρατίας (Μ. Valerian Bakradze) ανήγγειλε… ότι ο Υπουργός Κρατικής Ασφάλειας της Γεωργίας (Μ. Rukhadze) και οι δύο προηγούμενοι Γενικοί Γραμματείς του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας ( Mgeladze και Charkviani) που απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους, συνελήφθησαν και «θα τιμωρούταν βαριά» για την κατασκευή κατηγοριών ενάντια σε προηγούμενα ηγετικά στελέχη της κυβέρνησης και του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας… Συγχρόνως ανήγγειλε ότι τρεις προηγούμενοι Υπουργοί που είχαν απομακρυνθεί εξαιτίας του Rukhadze θα αποκαθίσταντο αμέσως στις προηγούμενες θέσεις τους, ότι τα Υπουργεία εσωτερικής ασφάλειας και κρατικής ασφάλειας θα ενώνονταν ξανά σε ένα ενιαίο Υπουργείο και ότι αυτό το Υπουργείο θα διευθυνόταν από τον Vladimir Dekanozov…
Ο Μ. Bakradze, σε μια συνεδρίαση του Ανωτάτου Σοβιέτ της Γεωργίας είπε ότι… διάφορα αθώα πρόσωπα είχαν πέσει θύματα εξαιτίας αβάσιμων κατηγοριών περί «αστικού εθνικισμού»»(‘Keesing’s Contemporary Archives’, Τόμος 9, σ. σ. 13, 29).
Στις 16 Απριλίου η «Zarya Vostoka» δημοσίευσε μια ομιλία του Bakradze στην οποία έλεγε:
«Τώρα έχει πλήρως αποδειχτεί από τα σχετικά όργανα ότι… ο εχθρός του λαού και του Κόμματος, πρώην Υπουργός Κρατικής Ασφάλειας, ο Μ. Rukhadze, είχε επινοήσει μια εξ ολοκλήρου ψεύτικη και προβοκατόρικη υπόθεση σχετικά με έναν ανύπαρκτο εθνικισμό, της οποίας θύματα ήταν διαπρεπείς εργαζόμενοι της δημοκρατίας μας… Ο Rukhadze και οι συνεργοί του έχουν συλληφθεί και θα τιμωρηθούν βαριά»». («Zarya Vostoka», 16 Απριλίου 1953, σε: R. Conquest (1961): σ. 145).
Στις 21 Απριλίου o Vilian Zodelava, αφού βγήκε από τη φυλακή, έγινε πρώτος αναπληρωτής πρωθυπουργός και εξελέγη στη Γραμματεία της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος της Γεωργίας:
«Ο κ.. Zodelava ήταν ένα από τρία κορυφαία στελέχη του Κόμματος της Γεωργίας που ήταν φυλακισμένα εξαιτίας ψεύτικων κατηγοριών που ανακοινώθηκε ότι είχαν κατασκευαστεί από τον κ.. Rukhadze…
Αποφυλακισμένος, είναι πλέον πρώτος αναπληρωτής πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου (σ.σ.: πρώτος αναπληρωτής πρωθυπουργός) και έχει εκλεγεί στη Γραμματεία της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας.» (‘New York Times’, 22 Απριλίου 1953, σ. 14).
Την ίδια ημέρα η «Zarya Vostoka» ανέφερε ότι:
«μια ολομέλεια της κεντρικής Επιτροπής στη Γεωργία αναγγέλθηκε… ότι είχε επιβεβαιώσει ότι «ο προηγούμενος γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής, Mgeladze, πήρε ενεργά μέρος στη σύλληψη απολύτως αθώων εργαζομένων, στη δημιουργία μιας προβοκατόρικης υπόθεσης για ανύπαρκτο εθνικισμό που κατασκευάστηκε από τον εχθρό του Κόμματος και του λαού, Rukhadze… Ο Mgeladze αναγνώρισε ότι ήταν ένας από τους πρωτεργάτες «μιας ηλίθιας και προβοκατόρικης ιστορίας» για την ύπαρξη στη Γεωργία μιας εθνικιστικής ομάδας».(«Zarya Vostoka», 21 Απριλίου 1953, σε: R. Conquest (1961) σελ. 145).
Ως τις 13 Μάη η προσπάθεια των ρεβιζιονιστών συνωμοτών να συνδέσουν το πραξικόπημα που πραγματοποιήθηκε από το Nikolay Rukhadze στη Γεωργία το 1951-52 με τις ψεύτικες κατηγορίες ενάντια στο Mikhail Ryumin σχετικά με την υπόθεση των γιατρών, είχε αποδώσει καρπούς. Εκείνη την ημέρα, η εφημερίδα «Zarya Vostoka»
«… δήλωσε ότι η υπόθεση της Γεωργίας ήταν κατασκευασμένη από τους Rukhadze και Ryumin. Ο τελευταίος, πρώην προϊστάμενος του ανακριτικού τμήματος του πρώην Υπουργείου κρατικής ασφάλειας, κατηγορείτο σε μια ανακοίνωση του νέου Υπουργείου εσωτερικών υποθέσεων…
Η περίπτωση της Γεωργίας… ήταν σύμφωνα με τη «Zarya Vostoka» μια περίπτωση ανάλογη (σ. σ.: με αυτή των γιατρών) και κατασκευάστηκε από το Rukhadze». (‘New York Times’, 14 Μάη 1953, σ. 14).
Η αποπομπή του Leonid Melnikov (1953)
Ως τρίτη πτυχή της συνωμοσίας τους για την εξαπάτηση των μαρξιστών-λενινιστών και της σοβιετικής κοινής γνώμης ως προς τους πραγματικούς στόχους τους, οι κρυφοί ρεβιζιονιστές υποστήριξαν την απόπομπή (που αναγγέλθηκε στις 13 Ιουνίου 1953) του ρεβιζιονιστή πρώτου γραμματέα του ουκρανικού Κομμουνιστικού Κόμματος, Leonid Melnikov, ο οποίος ήταν στόχος αυστηρής κριτικής από τους μαρξιστές-λενινιστές και τον ουκρανικό λαό για τις πασίγνωστες πολιτικές του ρωσοποίησης της Ουκρανίας:
«Τον Ιούνιο του 1953, μετά το θάνατο του Στάλιν, η πολιτική ρωσοποίησης στις δυτικές ουκρανικές επαρχίες ανασχέθηκε. Στις 13 Ιουνίου, το Κρεμλίνο αποκάλυψε ότι ο Leonid G. Melnikov, τότε Α’ γραμματέας του ουκρανικού Κόμματος, αποπέμφθηκε από εκείνη την θέση «γιατί είχε επιτρέψει διαστρεβλώσεις της λενινιστικής-σταλινικής εθνικής πολιτικής».
«Οι κατηγορίες ενάντια στο Melnikov ήταν… καταγγελία του Khrushchev που, κατά τη διάρκεια της 12ετούς ηγεσίας του στην Ουκρανία, σταθερά εφάρμοζε αυτή την πολιτική. Ο Melnikov είχε προϊστάμενο το Khrushchev το 1939-40 και από το 1944 ως το 1949 και πραγματοποίησε… την πολιτική ρωσοποίησης τόσο αποτελεσματικά όσο ο προϊστάμενός του». (L. Pistrak: «Ο μεγάλος τακτικιστής: Η άνοδος του Khrushchev στην εξουσία», Λονδίνο, 1961, σ. 185).
«O L. G. Melnikov απαλλάχτηκε των καθηκόντων του ως πρώτος γραμματέας της (σ.σ.: Ουκρανικής) Κεντρικής Επιτροπής ως υπεύθυνος για την πολιτική Ρωσοποίησης στην Ουκρανία «. (Β. Levytsky: ό.π. σελ. 216-17).
Το στρατιωτικό πραξικόπημα στη Μόσχα (1953)
Αλλά μέχρι το τέλος του Ιουνίου του 1953, είχε γίνει σαφές ότι οι προσπάθειες να πειστούν οι μαρξιστές-λενινιστές ότι η απενοχοποίηση των γιατρών ήταν δικαιολογημένη ήταν μόνο προσωρινά επιτυχείς. Διευθυνόμενες από Beria, οι δυνάμεις ασφάλειας, υπό μαρξιστικό-λενινιστικό έλεγχο μετά τον ανασχηματισμό που ακολούθησε το θάνατο του Στάλιν, συνέχιζαν την έρευνα για την υπόθεση των γιατρών.
Σαφώς, επομένως, για να αισθανθούν ασφαλείς οι ρεβιζιονιστές συνωμότες, ο Beria και οι μαρξιστές-λενινιστές συνάδελφοί του στις δυνάμεις ασφάλειας έπρεπε επειγόντως να απομακρυνθούν.
Στις 10 Ιουλίου 1953, μερικές ημέρες μετά τη σύλληψη του Μπέρια, ένα κύριο άρθρο στην «Pravda» αποκάλυψε τον πραγματικό λόγο για την σύλληψη αυτή – ένα λόγο που δεν αποκαλύπτεται στην αιτιολογία της απόφασης της «δίκης» του: συγκεκριμένα, ότι «σκόπιμα είχε εμποδίσει» και «προσπάθησε να διαστρεβλώσει» τις οδηγίες της Κεντρικής Επιτροπής και της σοβιετικής κυβέρνησης να ξεκαθαρίσει ορισμένες παράνομες και αυθαίρετες ενέργειες – μια προφανή αναφορά στην υπόθεση των γιατρών:
«Επιφορτισμένος με την υλοποίηση των οδηγιών της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος και της σοβιετικής κυβέρνησης με σκοπό… το ξεκαθάρισμα ορισμένων παράνομων και αυθαίρετων ενεργειών, ο Beria εμπόδισε σκόπιμα την εφαρμογή αυτών των οδηγιών και, σε διάφορες περιπτώσεις, επεδίωξε να τις διαστρεβλώσει». («Pravda», 10 Ιουλίου 1953, σε: Β. Nicolaevsky: ό.π., σ. 147).
Κατά τη διάρκεια αρκετών ημερών στο τέλος τον Ιουνίου του 1953, οι ρεβιζιονιστές συνωμότες πλησίασαν άλλα κύρια μέλη του Πολιτικού Γραφείου, κάνοντας λόγο ότι ο Beria ήταν πράκτορας των ξένων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και σχεδίαζε ένα πραξικόπημα ενάντια στην ηγεσία του Κόμματος. Ο Khrushchev έχει περιγράψει πώς βάσισε τον ισχυρισμό του σε αβάσιμες κατηγορίες που έγιναν σε μια ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής τον Φεβρουάριο του 1937 από το ρεβιζιονιστή Grigory Kaminsky* ότι Beria ήταν πράκτορας του αντεπαναστατικού Κόμματος Mussavat, που ήταν
«ένα εθνικιστικό Κόμμα της αστικής τάξης και των γαιοκτημόνων στο Αζερμπαϊτζάν, που ιδρύθηκε το 1912… υποστηριγμένο από τους τούρκους και αργότερα από βρετανούς εισβολείς». (Σημείωση σε: Ι.Β. Στάλιν: «Άπαντα», Τόμος 5 Μόσχα 1953 σ. 417).
«Το 1937, σε μια Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής, ο πρώην λαϊκός επίτροπος της προστασίας της Υγείας, Kaminsky, είπε ότι ο Beria λειτουργούσε για την υπηρεσία πληροφοριών Mussavat». (Ν. Khrushchev (1971): σ. 65).
Ο Khruschev αναγνωρίζει:
«Θα μπορούσα εύκολα να πιστεψω ότι αυτός (σ.σ.: ο Beria.) ήταν όντως πράκτορας του Mussavat, όπως ο Kaminsky είχε πει, αλλά οι κατηγορίες Kaminsky δεν είχαν ελεγχθεί και επαληθευτεί ποτέ… Είχαμε μόνο τη διαίσθησή μας για να προχωρήσουμε». (Ν. Khrushchev (1971): σ. 333).
Αλλά ισχυρίζεται ότι ενέπλεξε τους Georgy Malenkov* και Vyacheslav Molotov* σε μια συνωμοσία για «να θέσει υπό κράτηση το Beria για την έρευνα»:
«Ξεμονάχιασα το Malenkov και του είπα:… «Σίγουρα πρέπει να δείτε ότι η θέση του Beria έχει έναν χαρακτήρα αντικομματικό. Δεν πρέπει να δεχόμαστε ό,τι κάνει…
Ο Malenkov συμφωνησε τελικά. Ήμουν έκπληκτος και ευχαριστημένος…
Ο σύντροφος Malenkov και εγώ, έπειτα, συμφώνησαμε ότι πρέπει να μιλήσω στο σύντροφο Molotov… Είπα στο Molotov τι είδος προσώπου ήταν ο Beria ήταν και ποιο είδος κινδύνου απειλούσε το Κόμμα εάν δεν ανατρέπαμε τα σχέδιά του ενάντια στην ηγεσία του Κόμματος. Του είχα πει νωρίτερα πώς ο Beria είχε ήδη θέσει το σχέδιό του σε εφαρμογή για την επιδείνωση των εθνικιστικών εντάσεων στις Δημοκρατίες…
Είπα:… «Σκέφτεστε, ίσως, ότι πρέπει να τον θέσουμε υπό κράτηση για την έρευνα; Είπα «να τον θέσουμε υπό κράτηση» παρά «να συλλάβουμε» επειδή δεν υπήρχε ακόμα καμία ποινική δίωξη ενάντια στο Beria… ο Molotov και εγώ συμφωνήσαμε και χωρισαμε». (Ν. Khrushchev (1971): σ.σ. 330, 331, 332, 333).
Περιγράφει αργότερα πώς πέτυχε να κερδίσει και το Lazar Kaganovich*:
«Είπα ότι οι Malenkov, Bulganin, Saburov και εγώ ήμασταν της ίδιας άποψης και ότι χωρίς αυτόν εμείς είχαμε πλειοψηφία. Ο Kaganovich δήλωσε αμέσως: «Είμαι κι εγώ με εσάς»». (Ν. Khrushchev (1971): σ. 334).
Αλλά επειδή οι δυνάμεις ασφάλειας ήταν υπό έλεγχο των μαρξιστών-λενινιστών, δεν θα μπορούσαν να στηριχθούν επάνω τους για να εξολοθρεύσουν το Beria και τους συναδέλφους του. Οι συνωμότες επομένως αποφάσισαν ότι το πραξικόπημα έπρεπε να πραγματοποιηθεί από το στρατό:
«Η σωματοφυλακή του Προεδρείου ήταν υπάκουα σε αυτόν (σ.σ.: το Beria). Επομένως αποφασίσαμε να προσφύγουμε στη βοήθεια των στρατιωτικών». (Ν. Khrushchev (1971): σ. σ. 335-36).
«Ο στρατός συμμετείχε στη σύλληψη Beria». (J. Ducoli: ό.π. σελ. 58).
Ο Khrushchev περιγράφει πώς οι συνωμότες εμπιστεύτηκαν την εκτέλεση του στρατιωτικού πραξικοπήματος σε μια ομάδα ρεβιζιονιστών αξιωματούχων που περιελάμβανε τον Kirill Moskalenko* και το Georgy Zhukov*:
«Πρώτα, εμπιστευτήκαμε την κράτηση Beria στο σύντροφο Moskalenko, που ήταν διοικητής εναέριας άμυνας, και πέντε στρατηγούς. Αυτό ήταν η ιδέα μου. Κατόπιν, την παραμονή της συνόδου, ο Malenkov διεύρυνε τον κύκλο μας για να περιλάβει τον Στρατάρχη Zhukov και μερικούς άλλους. Αυτό σήμαινε ένδεκα στρατάρχες και στρατηγούς συνολικά. Εκείνες τις ημέρες απαιτείτο από όλο το στρατιωτικό προσωπικό να ελέγχει τα όπλα του κατά είσοδο του στο Κρεμλίνο, έτσι ο σύντροφος Bulganin ανέλαβε να εξασφαλίσει ότι οι στρατηγοί θα είχαν την άδεια να φέρουν τα πυροβόλα όπλα τους μαζί τους. Κανονίσαμε με την ομάδα Moskalenko να περιμένουν μια κλήτευση σε ένα άλλο δωμάτιο ενώ η σύνοδος πραγματοποιούταν. Όταν ο Malenkov θα έδινε ένα σήμα, επρόκειτο να μπούν στο δωμάτιο όπου συνεδριάζαμε και να έθεταν το Μπέρια υπό κράτηση». (Ν. Khrushchev (1971): σ. σ. 335-36).
Το χτύπημα ορίστηκε να πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια μιας κοινής συνεδρίασης της προεδρίας της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος και της προεδρίας του Υπουγικού Συμβουλίου στις 24 Ιουνίου 1953. Σε αυτήν την συνεδρίαση ο Khrushchev υπενθύμισε στους παρόντες – συμπεριλαμβανομένων των αφελών μαρξιστών-λενινιστών – τις κατηγορίες που είχαν εκτοξευτεί από τον Kaminsky το 1937:
«Υπενθύμισα την ολομέλεια της κεντρικής Επιτροπής του Φεβρουαρίου του 1937 στην οποία ο σύντροφος Grisha Kaminsky είχε κατηγορήσει το Beria για εργασία στην υπηρεσία αντικατασκοπίας του Mussavat, και επομένως για την αγγλική υπηρεσία πληροφοριών, όταν ήταν γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης του Μπακού». (Ν. Khrushchev (1971): σ. 339).
Τέλος, ο Khrushchev ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι θα πρέπει ο Beria να απομακρυνθεί από όλες τις θέσεις του:
«Μετά την τελική ομιλία… Υπήρξε μια μακρά διακοπή. Είδα ότι ήμασταν ταραγμένοι κι έτσι ζήτησα από το σύντροφο Malenkov να παρθεί μια απόφαση. Όπως είχαμε κανονίσει εκ των προτέρων, πρότεινα ότι η προεδρία της κεντρικής Επιτροπής πρέπει να απαλλάξει το Beria από τα καθήκοντά του… Ο Malenkov βρισκόταν ακόμα σε μια κατάσταση πανικού. Όπως θυμάμαι, δεν έθεσε καν την πρότασή μου σε ψηφοφορία. Πίεσε ένα μυστικό κουμπί που έδωσε το σήμα στους στρατηγούς που περίμεναν στο διπλανό δωμάτιο. Ο Zhukov ήταν ο πρώτος που εμφανίστηκε. Κατόπιν ο Moskalenko και άλλοι μπήκαν. Ο Malenkov είπε στο σύντροφο Zhukov με μια εξασθενημένη φωνή: «Ως πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου της ΕΣΣΔ, ζητώ να θέσετε το Beria υπό κράτηση εν αναμονή της έρευνας για τις κατηγορίες που γίνονται εναντίον του».
«Ψηλά τα χέρια!’, διέταξε ο Zhukov το Beria.
Ο Moskalenko και οι άλλοι άνοιξαν τις πιστολιοθήκες τους σε περίπτωση που Beria δοκίμαζε τίποτα… Ελέγξαμε αργότερα και διαπιστώσαμε ότι δεν είχε κανένα πυροβόλο όπλο… Ο Beria τέθηκε αμέσως υπό κράτηση από την οπλισμένη φρουρά στο κτίριο του υπουργικού Συμβουλίου δίπλα από το γραφείο του Malenkov». (Ν. Khrushchev (1971): σ. σ. 337-38).
Ο Strobe Talbott*, επιμελητής των απομνημονευμάτων Khrushchev, επισημαίνει ότι:
«Ο υπονοούμενος ισχυρισμός του Khrushchev ότι ήταν ο ίδιος ο ιθύνων νους στη συνωμοσία ενάντια στο Beria είναι αναμφισβήτητα αληθινός». (S. Talbott: Σημείωμα σε: Ν. Khrushchev (1971): σ. 321).
Η αποπομπή του Beria από τα κρατικά αξιώματα επικυρώθηκε από την προεδρία του Ανωτάτου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ στις 26 Ιουνίου. Ο Beria αντικαταστάθηκε ως Υπουργός εσωτερικών υποθέσεων, από το κρυφό ρεβιζιονιστή Sergey Kruglov, ο οποίος κατείχε τη θέση αυτή πριν από τον κυβερνητικό ανασχηματισμό που ακολούθησε το θάνατο του Στάλιν. («Pravda», 17 Δεκεμβρίου 1953, σε: R. Conquest (1961): σ. 440).
Προτού να δημοσιοποιηθεί η αποπομπή, οι ρεβιζιονιστές συνωμότες πήραν κάθε προφύλαξη για να αποτρέψουν οποιαδήποτε αντίδραση από όσους ήταν αρκετά έξυπνοι να δουν τι προμηνυόταν:
«Τη νύχτα της 26ης Ιουνίου 1953, τανκς του Κόκκινου στρατού του τάγματος Kantemirovskaya έφτασαν στη Μόσχα και έλαβαν τις ίδιες σχεδόν θέσεις όπως… το Μάρτιο. Τα τανκς αυτά υποστηρίζονταν από πεζικό από τη Λευκορωσία». (Ρ. Deriabin: ό. π., σ. 332).
Στις 10 Ιουλίου 1953, αναγγέλθηκε επίσημα
«… ότι ο κ. Lavrenty Beria, Πρώτος αντιπρόεδρος και Υπουργός εσωτερικών υποθέσεων, διαγράφτηκε από το κομμουνιστικό κόμμα και απεπέμφθη από τις υπουργικές θέσεις του ως «εχθρός λαού»». («Keesing’s Contemporary Archives» Τόμος 9, σ. 13.029).
Τρία χρόνια αργότερα, στη μυστική ομιλία του τον Φεβρουαρίου του 1956, ο Khrushchev έλεγε το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ ότι:
«… Ο Στάλιν δημιούργησε τον όρο «εχθρός του λαού»… Αυτός ο όρος κατέστησε εφικτή τη λήψη μέτρων της σκληρότερης καταστολής, παραβιάζοντας όλους τους κανόνες της επαναστατικής νομιμότητας». (Ν. Khruschchev (1956): σ. 12).
Τις πρώτες εβδομάδες του Ιουλίου διάφοροι άλλοι προεξέχοντες μαρξιστές-λενινιστές που σχετίζονταν με την υπηρεσία κρατικής ασφάλειας, συνελήφθησαν, ή όπως λέει ο Lang χαρακτηριστικά:
«ο Beria έπεσε, παρασέρνοντας μαζί του πολλούς αξιωματούχους . .των οποίων η οικειότητα με τα μυστικά του κράτους καθιστούσε την επιβίωση των νικητών επισφαλή». (Α.Μ. Lang: ό.π., σ. 264).
Μεταξύ εκείνων που συνελήφθησαν με τον Beria περιλαμβάνονταν οι Vladimir Dekanozov*, Vsevolod Merkulov, Bogdan Kobulov, Sergey Goglidze, Pavel Meshik και Lev Vlodzirmirsky οι οποίοι όλοι τους ήταν μαρξιστές-λενινιστές που είχαν στενή επαφή με τις δυνάμεις κρατικής ασφάλειας.
Συνοψίζοντας, οι ρεβιζιονιστές συνωμότες ήταν ικανοί
«… να ενώσουν τους ηγέτες σε μια συνωμοσία στην οποία, με τη βοήθεια του στρατού, … πέτυχαν να τον ξεφορτωθούν (σ.σ.: τον Beria .) μια για πάντα». (R. Carrère d’Encausse: ‘Stalin: Order through Terror’; Harlow; 1981; σ. 193).
Το στρατιωτικό πραξικόπημα στη Γεωργία (1953-54)
Στις 14 Ιουλίου 1953, αμέσως μετά από τη «σύλληψη» του Beria στις 26 Ιουνίου, οι ρεβιζιονιστές συνωμότες κινητοποιήθηκαν για να πραγματοποιήσουν ένα στρατιωτικό πραξικόπημα στη Γεωργία προκειμένου να αντιστραφούν οι αλλαγές που έγιναν τον Απρίλιο του 1953 και να αποκατασταθεί η κατάσταση που υπήρχε εκεί πριν από αυτήν την ημερομηνία – η κατάσταση της κυριαρχίας των ρεβιζιονιστών που επήλθε από τον αντιπερισπασμό του 1951-52. Οι ηγέτες του πραξικοπήματος, το οποίο πραγματοποιήθηκε σε μια κοινή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας και της Επιτροπής πόλης της Τιφλίδας, ήταν δύο στρατιωτικοί αξιωματούχοι – ο στρατηγός Aleksei Antonov* και ο ταγματάρχης Pavel Efimov:
«ο Α. Ι. Antonov, Αρχιστράτηγος, στρατιωτικός Διοικητής της περιοχής της Υπερκαυκασίας και, βάσει φημών, φίλος του Zhukov… ενήργησε σύντομα μετά από τις ειδήσεις που έρχονταν από τη Μόσχα για τη σύλληψη του Μπέρια. Παρευρέθηκε σε μια κοινή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας και της Επιτροπής πόλης της Τιφλίδας με έναν συνάδελφό του αξιωματούχο, τον υποστράτηγο Ρ. Ι. Efimov. Ο τελευταίος… εκλέχτηκε έπειτα στη Γραμματεία της Κεντρικής Επιτροπής. Αλλοι αξιωματούχοι του στρατού κατέλαβαν έπειτα σημαντικούς Κομματικούς και Κυβερνητικούς θώκους». (J. Ducoli: ό.π. σ. 58).
Στη νέα πολιτική κατάσταση, ο Valerian Bakradze και μερικοί άλλοι της Γεωργίας ηγέτες προσπάθησαν να σώσουν τη θέση τους με την προσχώρησή τους στο ρεβιζιονιστικό στρατόπεδο. Η «Zarya Vostoka» της 15ης Ιουλίου 1953 παραθέτει μια ομιλία του Bakradze στην προαναφερθείσα κοινή συνεδρίαση, στην οποία
«…αυτός τώρα, φυσικά, καταδικάζει το Beria». (R. Conquest (1961): σ. 146).
Όπως οι «New York Times» σχολίαζαν:
«Όταν ο κ. Beria διώχτηκε τον περασμένο Ιούλιο, φάνηκε ότι οι κ.κ. Bakradze και Mirtakhulava είχαν προσπαθήσει να πηδήσουν από το άρμα του Beria…
Και οι δύο επιτέθηκαν στον κ. Beria στις συνεδριάσεις που έλαβαν χώρα στην πρωτεύουσα της Γεωργίας και επίσης στη συνεδρίαση του Ανωτάτου Σοβιέτ της Σοβιετικής Ένωσης στη Μόσχα τον περασμένο Αύγουστο». («New York Times, 23 Σεπτεμβρίου 1953, σ. 16).
Στις 15 Ιουλίου, ο Ρ/Σ της Τυφλίδας χαρακτήρισε τους Mgeladze, Rapava, Rukhadze και Shoniya ως
«… συνεργούς του Beria». (R. Conquest (1961): σελ. 146).
«ο Μ. Bakradze… ενέπλεξε το όνομα του Beria με εκείνα των Rukhadze, Mgeladze και Charkviani χαρακτηρίζοντάς τους «προδότες του Κόμματος» («Keesing’s Contemporary Archives», Τόμος 9, σ. 13.030).
Στη συνεδρίαση της κεντρικής Επιτροπής της Γεωργίας στις 14 Ιουλίου, ο μαρξιστής-λενινιστής Vladimir Dekanozov απομακρύνθηκε από Υπουργός εσωτερικών υποθέσεων της Γεωργίας και διαγράφτηκε από το κόμμα:
«Πρώτα οι υποστηρικτές του Beria στην Αστυνομία απομακρύθηκαν ταχύτατα». (R. Conquest (1961): σ. 146).
«Στις 15 Ιουλίου…, μετά την ανακοίνωση της σύλληψης Beria, μια ραδιοφωνική μετάδοση από την Τιφλίδα ανήγγειλε ότι ο κ. Dekanozov είχε απομακρυνθεί από την κυβέρνηση και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γεωργίας «για συνεργασία με τον προδότη Beria»». («‘Keesing’s Contemporary Archives’ Τόμος 9 σελ. 13.029-30).
«Το κυριότερο μέτρο που ελήφθη (στη συνεδρίαση της ΚΕ) ήταν η αποβολή του Dekanozov… από το Κόμμα» (R. Conquest (1961): σ.146).
Ο Dekanozov:
«συνελήφθη αμέσως μετά». (R. Conquest (1961): σελ. 151).
Γράφοντας για αυτά τα γεγονότα, οι «New York Times» πρόβλεψαν ότι:
«…χιλιάδες κομμουνιστές της Γεωργίας αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο διώξεων, ως οπαδοί του Beria». (‘New York Times’, 16 Ιουλίου 1953, σ. 8).
Ο Aleksei Inauri, ένας άλλος ρεβιζιονιστής στρατιωτικός αξιωματούχος, διορίστηκε ως Υπουργός εσωτερικών υποθέσεων της Γεωργίας, διαδεχόμενος τον Dekanozov:
«Ο Α. Ι. Inauri χρίστηκε Υπουργός εσωτερικών υποθέσεων για τη Γεωργία ως διάδοχος του Vladimir Dekanozov…
Ο κ.. Inauri πρώτη φορά αναλαμβάνει υψηλό αξίωμα στη Γεωργία». (‘New York Times’, 3 Αυγούστου 1953, σ. 6).
Η προσπάθεια του Bakradze και άλλων να σώσουν τις θέσεις τους με την προσχώρησή τους στους ρεβιζιονιστές απέτυχε. Στις 20 Σεπτεμβρίου 1953 μια ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας, στην οποία προήδρευε ο γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής Nikolay Shatalin της ΕΣΣΔ από τη Μόσχα, καθαίρεσε τον Bakradze από τη θέση του πρωθυπουργού της Γεωργίας και τον Mirtskhulava από πρώτο γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας:
«Ο πρωθυυπουργός Valerian M.Bakradze, o oποίος διήυθυνε την κυβέρνηση από τον περασμένο Απρίλιο, απομακρύνθηκε λόγω δυσμένειας και o G.D. Dzhavakhishvili… πήρε τη θέση του». («New York Times», 23 Σεπτεμβρίου 1953, σ. 1).
και ένας νέος πρώτος γραμματέας εκλέχτηκε, ένας ακόμη αξιωματούχος του στρατού – ο Vasily Mzhavanadze*:
«Η θέση του πρώτου γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας καλύφθηκε τον Σεπτέμβριο του 1953 με την εκλογή ενός νέου προσώπου – του κ. Vasily Ρ. Mzhavanadze, ενός πρώην Αντιστράτηφου του κόκκινου στρατού». (D. Μ. Lang: ό. π., σ. 264).
Ο Ducoli επισημαίνει την καταλυτική παρουσία των στρατιωτικών στη νέα ηγεσία της Γεωργίας:
«Τρεις αντιπρόσωποι του στρατού βρέθηκαν στη Γραμματεία (σ.σ.: της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας): Πρώτος γραμματέας ο Mzhavanadze, επικεφαλής του MVD ο Inauri, και στρατιωτικός διοικητής της περιοχής της Υπερκαυκασίας ο Antonov». (J. Ducoli: ό.π., σ. 59).
Στις 25 Σεπτεμβρίου 1953 (πέντε ημέρες μετά από την αποπομπή Bakradze):
«… αναγγέλθηκε ότι τρεις ακόμη Υπουργοί της Γεωργίας είχαν απομακρυνθεί – οι Μ. Baramiya (Υπουργός Γεωργίας και Προμήθειας), Μ. Chaureli (Υπουργός πολιτισμού), και Μ Tsukulidze (υπουργός παιδείας)… (ο Μ. Baramiya είχε απομακρυνθεί τον Απρίλιο του 1952 από τη θέση του δεύτερου γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γεωργίας, κατηγορούμενος για «αστικό εθνικισμό» και «ιδεολογική παρέκκλιση», αλλά επανήλθε στην κυβέρνηση έναν χρόνο αργότερα με την υποστήριξη Beria)». (‘Keesing’s Contemporary Archives’, Τόμος 9, σ. 13.468).
Τον επόμενο μήνα (Οκτώβριος 1953) νέος πρωθυπουργός της Γεωργίας εκλέχτηκε – ο ρεβιζιονιστής μηχανικός και γεωλόγος Givi Djavakhishvili*:
«Στις 29 Οκτωβρίου 1953, ένας 41 χρονών μηχανικός και γεωλόγος, ο κ. Givi D. Djavakhishvili εκλέχτηκε πρωθυπουργός της Γεωργιανής Δημοκρατίας». (D. Μ. Lang: ό.π., σ. 264).
και στις 17 Ιανουαρίου 1954 μια ραδιοφωνική μετάδοση από την Τυφλίδα
«… ανήγγειλε ότι ο Μ. Vilian Zodelava είχε απομακρυνθεί από τη θέση του πρώτου αναπληρωτή πρωθυπουργού της σοβιετικής Δημοκρατίας της Γεωργίας». («‘Keesing’s Contemporary Archives’, Τόμος 9, σ. 13.468).
Ο Conquest σημειώνει ότι:
«… κανένας από τους προταθέντες από τον Beria για ανάληψη θέσης (= σ.σ.: μαρξιστές-λενινιστές) δεν ξαναπήρε αξίωμα»(Conquest (1961): σ. 147).
Η «Υπόθεση της Μινγκρελίας» (1953)
Στη σοβιετική ρεβιζιονιστική ιστοριογραφία, τα γεγονότα της Γεωργίας τον Απριλίου του 1953 έχουν γίνει γνωστά ως «Υπόθεση της Μινγκρελίας». Η Μινγκρελία είναι εκείνο το μέρος της Γεωργίας που βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα, και το όνομα της υπόθεσης προέρχεται προφανώς επειδή τα άτομα που πρωταγωνίστησαν σε αυτή, κατάγονταν από τη Μινγκρελία:
«Φαίνεται σαφές ότι η «συνωμοσία της Μινγκρελίας» αναφέρεται όχι σε αυτήν την μάλλον μικρή περιοχή, αλλά σε μια ομάδα από Μινγκρελιανούς, ισχυρή στο σύνολο της Γεωργίας… οι Baramiya, Rapava, Shoniya και Zodelava… ήταν όλοι τους Μινγκρελιανοί, όπως ήταν και ο Beria ο ίδιος «. (R. Conquest (1961): σ. 140).
Περιγράφοντας την «Υπόθεση της Μινγκρελίας «στο 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ τον Φεβρουάριο του 1956 ως περίπτωση δικαστικής πλάνης, ο Nikita Khrushchev τη συγχέει, αναμφισβήτητα σκόπιμα, με τον αντιπερισπασμό του 1951-2, ο οποίος σχεδιάστηκε από τον Khrushchev και τους συντρόφους του ρεβιζιονιστές συνωμότες και αποκαλύφθηκε και διορθώθηκε από τους μαρξιστές-λενινιστές τον Απρίλιο του 1953. Δηλώνει ότι η υπόθεση (του 1951-52) αφορούσε ψεύτικες κατηγορίες περί «εθνικισμού» που αποδόθηκαν ενάντια στους αρχηγούς του κόμματος της Γεωργίας, αλλά επαναλαμβάνει τον ψεύτικο ισχυρισμό ότι αυτές οι κατηγορίες πηγάζαν από το Στάλιν:
«Διδακτική… είναι η υπόθεση των Μινγκρελιανών εθνικιστικών οργανώσεων που δήθεν υπήρξαν στη Γεωργία. Όπως είναι γνωστό, ψηφίσματα από την ΚΕ του ΚΚΣΕ εκδόθηκαν σχετικά με αυτήν την περίπτωση τον Νοέμβριο του 1951 και τον Μάρτιο του 1952. Ο Στάλιν τις είχε υπαγορεύσει προσωπικά. Απέδιδαν σοβαρές κατηγορίες ενάντια σε πολλούς αφοσιωμένους κομμουνιστές. Βάσει πλαστογραφημένων εγγράφων αποδείχθηκε ότι υπήρχε στη Γεωργία μια δήθεν εθνικιστική οργάνωση, της οποίας στόχος ήταν η πτώση της σοβιετικής εξουσίας σε εκείνη την Δημοκρατία με τη βοήθεια ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Επ’αυτού διάφοροι κομματικοί αξιωματούχοι και σοβιετικοί εργαζόμενοι συνελήφθησαν στη Γεωργία. Όπως αποδείχθηκε αργότερα, αυτό ήταν μια δυσφήμηση που κατευθύνθηκε ενάντια στην Κομματική οργάνωση της Γεωργίας
Ξέρουμε ότι έχουν υπάρξει κατά περιόδους εκδηλώσεις αστικού τοπικισμού και εθνικισμού στη Γεωργία, όπως και σε διάφορες άλλες δημοκρατίες…
Όπως αποδείχτηκε, δεν υπήρξε καμία εθνικιστική οργάνωση στη Γεωργία. Χιλιάδες αθώοι άνθρωποι έπεσαν θύματα παράνομων πράξεων
Όλο αυτό συνέβη κάτω από την «φωτισμένη» ηγεσία του Στάλιν, «του μεγάλου γιού του γεωργιανού έθνους», όπως οι Γεωργιανοί τον αποκαλούσαν». (Ν. Khrushchev (1961): σ. 60, 61-62).
Η «δίκη» του Beria (1953)
Η «δίκη» του Lavrenti Beria και έξι ακόμα συντρόφων του, Μαρξιστών-Λενινιστών, που ήταν χρεωμένοι στις δυνάμεις ασφάλειας έλαβε χώρα στο ανώτατο δικαστήριο της ΕΣΣΔ στις 18-23 Δεκεμβρίου 1953. Εκείνοι που δικάστηκαν με το Beria ήταν οι εξής: 1)Vladimir Dekanozov, μέχρι πρόσφατα Υπουργός εσωτερικών υποθέσεων της Γεωργίας 2)Sergey Goglidze, πρώην Λαϊκός επίτροπος εσωτερικών υποθέσεων της Γεωργίας και μέχρι πρόσφατα αξιωματούχος του Υπουργείου εσωτερικών υποθέσεων της ΕΣΣΔ 3)Bogdan Kobulov, πρώην αναπληρωτής επίτροπος εσωτερικών υποθέσεων της Γεωργίας 4)Vsevolod Merkulov, πρώην υπουργός κρατικής ασφαλείας της ΕΣΣΔ και μέχρι πρόσφατα υπουργός κρατικού ελέγχου της ΕΣΣΔ 5)Pavel Meshik, στο παρελθόν αξιωματούχος του Υπουργείου εσωτερικών υποθέσεων της ΕΣΣΔ και μέχρι πρόσφατα Υπουργός εσωτερικών υποθέσεων της Ουκρανίας και 6) Lev Vlodzimirsky, πρώην επικεφαλής του τμήματος του Υπουργείου εσωτερικών υποθέσεων της ΕΣΣΔ για την έρευνα ειδικά σημαντικών υποθέσεων.
Ο προεδρεύων δικαστής στη «δίκη» ήταν ο στρατηγός Ivan Konev, για το διορισμό του οποίου οι «New York Times» σχολίασαν:
«Ο ρόλος του στρατηγου Ivan Konev ως πρόεδρος του δικαστηρίου… αποτελεί τη σαφέστερη ένδειξη μέχρι σήμερα της αυξημένης πολιτικής εξουσίας που προφανώς κατέχουν αυτό τον καιρό οι ανώτατοι στρατιωτικοί σοβιετικοί ηγέτες». («‘New York Times’, 24 Δεκεμβρίου 1953, σ. 1).
και ένα έτος αργότερα σημείωναν:
«Τρεις από τους τέσσερις κορυφαίους δικαστές που δίκασαν και καταδίκασαν τον Beria ήταν άτομα του στρατού». («‘New York Times’, 25 Δεκεμβρίου 1954 σ. 3).
Επιπλέον, ένας νέος Κρατικός Εισαγγελέας διορίστηκε ειδικά από τους ρεβιζιονιστές συνωμότες – ο ουκρανός ρεβιζιονιστής δικηγόρος Roman Rudenko*:
«Δεν είχαμε καμία εμπιστοσύνη στον… κρατικό Εισαγγελέα… έτσι τον απολύσαμε και τον αντικαταστήσαμε με το σύντροφο Rudenko». (Ν. Khrushchev (1971): σ. 339).
Υποστηρίχτηκε ότι ο Beria: «… το 1919…διέπραξε προδοσία με την αποδοχή της θέσης του μυστικού πράκτορα στην υπηρεσία πληροφοριών της αντεπαναστατικής κυβέρνησης Mussavat στο Αζερμπαϊτζάν, η οποία δρούσε υπό τον έλεγχο των οργάνων της βρετανικής κατασκοπίας». (Ρεπορτάζ για τη δίκη του L. P. Beria, σε: «Pravda», 24 Δεκεμβρίου 1953, σε: R. Conquest (1961): σελ. 445).
Όλοι κατηγορούνταν ότι
«…χρησιμοποιώντας τις θέσεις που κατείχαν στα όργανα του NKVD/Mgb/MVD, είχαν διαπράξει σοβαρά εγκλήματα με σκοπό την εξολόθρευση των αξιόλογα στελέχη». (Ρεπορτάζ για τη δίκη του L. P. Beria, σε: ό. π., σ. 446).
και ότι
«…είχαν προδώσει τη μητέρα πατρίδα και λειτουργώντας προς όφελος του ξένου κεφαλαίου… προκειμένου να πάρουν δια της βίας την εξουσία… να παλινορθώσουν τον καπιταλισμό και την κυριαρχία της αστικής τάξης» (Ρεπορτάζ για τη δίκη του L. P. Beria, σε: ό. π., σ. σ. 444-45),
καθώς και για
«μια εγκληματική συνωμοσία ενάντια… στο Sergo Ordzhonikidze». (Ρεπορτάζ για τη δίκη του L. P. Beria σε: ό. π., σ. 442).
Όλοι οι κατηγορούμενοι βρέθηκαν ένοχοι και καταδικάστηκαν σε θάνατο διά τυφεκισμού, με την εκτέλεση να πραγματοποιείται στις 23 Δεκεμβρίου 1953.
Έγινε γνωστό ότι όλοι οι κατηγορούμενοι είχαν
«…ομολογήσει την ενοχή τους» (Ρεπορτάζ για τη δίκη του L. P. Beria σε: ό. π., σ. 446),
όμως κάτι τέτοιο είναι ισχυρισμός μόνο των συνωμοτών, καθώς
«η δίκη ήταν κλειστή για το κοινό». («‘New York Times’, 24 Δεκεμβρίου 1953, σ. 1).
Ο Nicolaevsky, πράγματι, επιμένει ότι
«…ο Beria δικάστηκε πίσω από κλειστές πόρτες χωρίς οποιεσδήποτε ομολογίες». (Nicolaevsky: ό.π., σ. 120).
και ο αλβανός ηγέτης, ο μαρξιστής-λενινιστής Enver Hoxha, βεβαιώνει ότι ένας σοβιετικός στρατιωτικός σύμβουλος στην Αλβανία ενημέρωσε τους Αλβανούς ότι ήταν μάρτυρας στη «δίκη Beria» και ότι ο Beria, όχι μόνο δεν «ομολόγησε», αλλά είχε υπερασπιστεί τον εαυτό του πολύ έντονα στο δικαστήριο και είχε αντικρούσει όλες τις κατηγορίες:
«Όταν ένας στρατηγός, νομίζω τον έλεγαν Sergatskov, ήρθε στα Τίρανα ως σοβιετικός στρατιωτικός σύμβουλος, μας είπε επίσης κάτι για τη δίκη του Beria. Μας είπε ότι είχε κληθεί ως μάρτυρας για να δηλώσει στο δικαστήριο ότι ο Beria είχε δήθεν συμπεριφερθεί αλαζονικά προς αυτόν. Με αφορμή αυτό, ο Sergatskov είπε στους συντρόφους μας εμπιστευτικά: «ο Beria υπερασπίστηκε πολύ έντονα στο δικαστήριο, δεν αποδέχτηκε καμία κατηγορία και τις αντέκρουσε όλες». (Ε. Hoxha (1984): σ. 31).
Πολλοί δυτικοί σχολιαστές δέχονται ότι οι κατηγορίες ενάντια στον Beria και τους συγκατηγορούμενούς του ήταν μόνο μια πρόφαση για τη δολοφονία τους μέσω δικαστηρίου. Ακόμη και η κόρη του Στάλιν Svetlana, η οποία αντιπάθούσε το Beria και έτεινε να πιστεύει οποιαδήποτε κατηγορία εναντίον του, πιστοποιεί ότι:
«Η «δίκη» Beria οργανώθηκε… χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο». (S. Alliluyeva (1969): σ. 375).
Στους ισχυρισμούς ότι ο Beria ήταν ξένος πράκτορας ο Nicolaevsky επισημαίνει ότι:
«ούτε το μικρότερο απόκομμα στοιχείων είχε καν παρουσιαστεί» (Β. Nicolaevsky: ό.π., σ. 145).
Ενώ ο Lang υποβαθμίζει το επίπεδο σοβαρότητας των κατηγοριών ότι ο Beria και οι ομοϊδεάτες του Λενινιστές ήταν ένοχοι «για προσπάθεια παλινόρθωσης του καπιταλισμού»:
«Αυτά τα πρόσωπα και άλλα που καταδικάστηκαν σε θάνατο κατηγορήθηκαν για συνωμοσία με το Beria για τη διάλυση του σοβιετικου καθεστώτος των εργατών και αγροτών με στόχο να επαναφέρουν τον καπιταλισμό και την εξουσία της αστικής τάξης. Αυτές οι κατηγορίες μπορούν μετά βίας να ληφθούν σοβαρά υπ΄ όψη». (D.Μ.Lang: ό.π., σ. 264).
Η επανεμφάνιση του Melnikov (1953-57)
Μετά από τη «σύλληψη» Beria τον Ιούλιο του 1953, οι κρυφοί ρεβιζιονιστές το θεώρησαν ασφαλές «να αποκαταστήσουν» το συνάδελφό τους Leonid Melnikov:
«Ο Melnikov επανεμφανίστηκε στη συνέχεια και ξαναπήρε την ανιούσα. Μερικές εβδομάδες μετά από την πτώση Beria, ο Melnikov διορίστηκε πρεσβευτής στη Ρουμανία. Τον Απρίλιο του 1955… τον ανακάλεσαν στη Μόσχα και διόριστηκε Υπουργός δημιουργίας βιομηχανικών επιχειρήσεων άνθρακα, και τον Ιούνιο του 1957 διορίστηκε ως πρόεδρος της κρατικής Επιτροπής Σχεδιασμού και πρώτος αναπληρωτής πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου (σ.σ.: πρώτος αναπληρωτής πρωθυπουργός) της ΣΣΔ του Καζακστάν. Έτσι ο Khrushchev μετακίνησε ένα πασίγνωστο ρωσοποιό της Ουκρανίας προς μια μουσουλμανική Δημοκρατία για να αντικαταστήσει έναν προεξέχοντα τοπικό ηγέτη». (L. Pistrak: ό.π., σ. 185).
Η δίκη του Abakumov (1954)
Στις 14-17 Δεκεμβρίου 1954, ο μαρξιστής-λενινιστής ο πρώην υπουργός κρατικής ασφαλείας, Βίκτωρ Abakumov, δικάστηκε στο Λένινγκραντ πριν από ένα στρατιωτικό κολλέγιο του ανώτατου δικαστηρίου της ΕΣΣΔ, με προεδρεύοντα τον αντισυνταγματάρχη E. L. Zeidin. Μαζί με τον Abakumov, δικάστηκαν σαν συγκατηγορούμενοί του και οι: Α.G. Leonov, πρώην διευθυντής του τμήματος του mgb για την έρευνα ειδικά σημαντικών υποθέσεων V. Ι. Komarov και M. Τ. Likhachev, πρώην αναπληρωτές πρόεδροι του τμήματος για την έρευνα ειδικά σημαντικών υποθέσεων Ι. Α. Chernov και Ι. Μ. Broverman, πρώην στελέχη του Υπουργείου κρατικής ασφάλειας της ΕΣΣΔ.
Όλοι τους κατηγορούνταν:
«… ότι είχαν διαπράξει τα ίδια εγκλήματα με το Beria».(«Pravda» και «Izvestia», 24 Δεκεμβρίου 1954, σελ. 2, σε: «‘Current Digest of the Soviet Press'», Τόμος 6, ν. 49, 19 Ιανουαρίου 1955), σ. 12).
ενώ ο Abakumov ειδικά κατηγορούνταν επιπλέον ότι: «… είχε κατασκευάσει την αποκαλούμενη «υπόθεση του Λένινγκραντ», στο οποίο πολλοί κομματικοί και σοβιετικοί αξιωματούχοι συνελήφθησαν χωρίς λόγο και κατηγορήθηκαν ψευδώς για πολύ σοβαρά κρατικά εγκλήματα». («Pravda» και «Izvestia», σε: ό. π., σ. 12).
Όλοι οι κατηγορούμενοι βρέθηκαν ένοχοι. Ο Chernov καταδικάστηκε σε 15 έτη διαμονής σε στρατόπεδο εργασίας, ο Broverman σε 25 έτη διαμονής σε στρατόπεδο εργασίας, ενώ οι Abakumov, Leonov, Komarov και Likachev καταδικάστηκαν σε θάνατο δια τυφεκισμού.
Η «δίκη» του Ryumin (1954)
Όπως έχει ειπωθεί, Υπουργός κρατικής ασφαλείας και επίσημα αρμόδιος για την έρευνα για την «υπόθεση των γιατρών» ήταν ο Semyon Ignatiev, ενώ ο Mikhail Ryumin ήταν μόνο αναπληρωτής του.
Αλλά ο Ignatiev ήταν μέλος της ρεβιζιονιστικής συνωμοσίας, και συμμετείχε έτσι στην έρευνα μόνο διστακτικά, ενώ ο Ryumin ήταν μαρξιστής-λενινιστής. Κατά συνέπεια, η μοίρα των δύο στα χέρια των συνωμοτών ήταν πολύ διαφορετική.
Ο Ryumin συνελήφθη στις 5 Απριλίου 1953, δύο ημέρες μετά από την απαλλαγή των γιατρών. («Pravda», 6 Απριλίου 1953, σ. 1).
Όπως ο Georges Bortoli σχολιάζει:
«Ήταν πολύ βολικό να αποδοθεί σε αυτόν μεγαλύτερη ευθύνη από ό,τι στον υπουργό Ignatiev για την υπόθεση. Ο Ignatiev ήταν πιστός στο Khrushchev και ο Khrushchev τον υπερασπίστηκε με νύχια και με δόντια». (G. Bortoli: ό.π., σ. σ. 186-87).
Εντούτοις, δεν ήταν παρά τον Ιούλιο του 1954 – δεκαπέντε μήνες μετά τη σύλληψή του – που ο Ryumin πέρασε από δίκη:
«Το γεγονός ότι ο Ryumin δεν δικάστηκε παρά δεκαπέντε μήνες μετά τη σύλληψή του δείχνει ότι πρέπει να είχε υπερασπιστές . Και μάλιστα να είχαν πολλή επιρροή…
Μια πραγματική μάχη για την περίπτωση του Ryumin διεξήχθη τον Ιούνιο (σ.σ.:1954) σε μια Ολομέλεια, και ήταν εκεί που η εκτέλεσή του αποφασίστηκε». (Β. Nicolaevsky: ό. π., σ. σ. 154-55, 156).
Η δίκη του Ryumin διάρκεσε έξι ημέρες – από τις 2 έως τις 7 Ιουλίου 1953:
«Στις 2-7 Ιουλίου 1954, το στρατιωτικό κολλέγιο του ανώτατου δικαστηρίου της ΕΣΣΔ εξέτασε σε μια δικαστική συνεδρίαση την υπόθεση του M.D. Ryumin».
(«Pravda», 23 Ιουλίου 1954, σε: R. Conquest (1961): ό.π., σ. 447).
και το ρεπορτάζ για ό,τι διεμήφθη στη δίκη κατέστησε σαφές ότι κατηγορείτο με «την κατασκευή» της «υπόθεσης των γιατρών»: «ο Ryumin, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη θέση του ανώτερου ανακριτή και έπειτα ως επικεφαλής του τμήματος ειδικά για την έρευνα σημαντικών υποθέσεων του πρώην Υπουργείου κρατικής ασφάλειας, …χάλκευσε εξεταστικά αποδεικτικά υλικά, βάσει των οποίων κατασκευάστηκαν προβοκατόρικες υποθέσεις και πραγματοποιήθηκαν αδικαιολόγητες συλλήψεις διάφορων σοβιετικών πολιτών, συμπεριλαμβανομένων επιφανών ιατρικών εργαζομένων».(«Pravda», 23 Ιουλίου 1954. σε: ό. π., σ. 447).
Κάπως παραδόξως, εντούτοις, αυτό ορίστηκε ως
«… ένα έγκλημα που προβλέπεται από το άρθρο 58-7 του ποινικού κώδικα της Ρωσικής Ομόσπονδης ΣΣΔ». («Pravda», 23 Ιουλίου 1954, σε: ό. π., σ. 447).
Αλλά το άρθρο 58, Παράγραφος. 7, του ποινικού κώδικα της Ρωσικής Ομόσπονδης ΣΣΔ!
«Το Αρθρο 58, Παράγραφος. 7, είναι… άσχετο με τη δραστηριότητα του Ryumin σχετικά με τη σύλληψη των γιατρών… Δεν μπορεί προφανώς να εφαρμοστεί για το ρόλο του Ryumin στην υπόθεση των γιατρών». (Β. Nicolaevsky: ό.π., σ. 149).
Ο Nicolaevsky εξηγεί περαιτέρω ότι η παραποίηση στοιχείων βάσει του ποινικού κώδικα τιμωρείται με έως πέντε χρόνια κάθειρξη μόνο, ενώ η «οικονομική δολιοφθορά» επιφέρει την ποινή του θανάτου. (Β. Nicolaevsky: ό.π., σ. 149).
Το δικαστήριο:
«… καταδίκασε το Ryumin στην εσχάτη των ποινών – θάνατο δια τυφεκισμού. Η ποινή έχει ήδη εκτελεστεί». («Pravda», 23 Ιουλίου 1954, σε: R. Conquest (1961): σ. 448).
Ο Adam Ulam συνοψίζει αυτήν την πορεία των γεγονότων ως εξής:
«Μετά από μια μυστική δίκη τον Ιούλιο του 1954, ο Ryumin εκτελέστηκε». (Α. Β. Ulam: ό.π., σ. 736).
Η τύχη του Ignatiev, του Υπουργού, ήταν πολύ διαφορετική. Τον επέπληξαν μόνο για
«…πολιτική τύφλωση και αμέλεια». («Pravda», 6 Απριλίου 1953, σε: Υ. Rapoport: ό.π., σ. 189-90).
και, όπως ο Conquest επισημαίνει,
«…υποβιβάστηκε μόνο». (R. Conquest (1961): σ. 208).
Στις 7 Απριλίου (δύο ημέρες μετά από τη σύλληψη Ryumin) έγινε γνωστό ότι ο Ignatiev
«…απαλλάχτηκε από τα καθήκοντα του γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ». («Pravda» και «Izvestia», 7 Απριλίου 1953 σελ. 12, σε: ‘Current Digest of the Soviet Press’, Τόμος 5, Αριθ.. 11, 25 Απριλίου 1953), σ. 4).
Αυτή η μεταχείρηση ήταν τέτοια επειδή, συμμετέχοντας στη ρεβιζιονιστή συνωμοσία,
«ο Ignatiev… πέρασε υπό την προστασία του Khushchev». (R. Conquest (1961): σ. 181).
Συνεπώς, η «δυσμένεια» του Ignatiev ήταν πολύ προσωρινή. Μερικούς μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1954, ο Ignatiev
«… διορίστηκε Α’ γραμματέας του Κόμματος στην Αυτόνομη ΣΣΔ της Μπασκιρίας». (S. Wolin & R. M. Slusser: ό. π., σ. 56).
«ο Khrushchev… πήρε τον Ignatiev υπό την προστασία του και του έδωσε έναν σημαντικό κομματικό θώκο, αν και στην επαρχία». (Β. Nicolaevsky: ό.π., σ. 128).
«Ο Ignatiev διορίστηκε διορίστηκε Α’ γραμματέας του Κόμματος στην Αυτόνομη ΣΣΔ της Μπασκιρίας. Συνεπώς, υπό το καθεστώς Khrushchev, άλλη μια μουσουλμανική δημοκρατία πέρασε στα χέρια ενός μεγαλορώσου, η σταδιοδρομία του οποίου έδειχνε ότι δεν είχε και μεγάλη συμπόνοια για άλλες εθνότητες και φυλές «. (L. Pistrak: ό. π., σ. 187).
Η «αποκατάσταση» της Anna Louise Strong (1955)
Στις 14 Φεβρουαρίου 1949
«… η πασίγνωστη κατάσκοπος, η αμερικανίδα δημοσιογράφος Anna Louise Strong… συνελήφθη… Η κα. Strong κατηγορείται για κατασκοπεία και ανατρεπτική δραστηριότητα ενάντια στη Σοβιετική Ένωση. Έγινε γνωστό ότι θα απελαθεί σε μερικές ημέρες». («‘New York Times’, 15 Φεβρουαρίου 1949, σ. 1).
Όταν, το 1955, οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές αποφάσισαν να επιδιώξουν προσέγγιση και συνδιαλλαγή με τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι Beria και Abakumov χρησιμοποιήθηκαν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι για την απέλαση της Strong 1949, καθώς φέρονταν «να έχουν κατασκευάσει» τα στοιχεία για την υπόθεσή της:
Στις 4 Μαρτίου 1955
«… η Anna Louise Strong… απαλλάχθηκε και τυπικά των κατηγοριών για κατασκοπία εις βάρος της Σοβιετικής Ένωσης…
οι Lavrenti Ρ. Beria… και Viktor S. Abakumov… κατηγορήθηκαν για την άδικη σύλληψη της κας Strong». (‘New York Times’, 5 Μαρτίου 1955, σ. 1).
Η «αποκατάσταση» του Τito (1955)
Ομοίως, όταν οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές αποφάσισαν να ακυρώσουν την καταγγελία του γιουγκοσλαβικού ρεβιζιονισμού που έγινε το 1948-49 από το μαρξιστικό-λενινιστικό Kομμουνιστικό Γραφείο Πληροφοριών (σ.parapoda: Κομινφόρμ), ο Khrushchev επισκέφτηκε Βελιγράδι για αυτόν το λόγο το Μάη του 1955:
«Όχι μόνο ζήτησε συγγνώμη για τις παλιές «επιδεινώσεις», αλλά τις απέδωσε στο Lavrenty Beria και το Viktor Abakumov». (‘New York Times’, 27 Μάη 1955, σ. 1).
Η δίκη των Rapava–Rukhadze (1955)
Τον Σεπτέμβριο του 1955 το στρατιωτικό κολλέγιο του ανώτατου δικαστηρίου της ΕΣΣΔ, με έδρα την Τιφλίδα και προεδρεύοντα τον Αντιστράτηγο Chertkev, δίκασε τους Avksenty Rapava (στο παρελθόν Λαϊκός Επίτροπος εσωτερικών υποθέσεων της Γεωργίας), Nikolay Rukhadze (στο παρελθόν υπουργός κρατικής ασφαλείας), και έξι άλλους κατηγορούμενους που συνδέονταν στο παρελθόν με τις δυνάμεις ασφάλειας της Γεωργίας. Κατηγορήθηκαν για
«… εσχάτη προδοσία, τρομοκρατικές πράξεις και συμμετοχή σε αντεπαναστατικές οργανώσεις». (Ράδιο Τιφλίδα, 22 Νοεμβρίου 1955, σε: R. Conquest (1961): σ. 450).
Ο Rukhadze, φυσικά, ήταν θύμα των ελιγμών: για να ανατρέψει τον αντιπερισπασμό στη Γεωργία του 1951-52 ενεπλέχθη με την απενοχοποίηση των τρομοκρατών γιατρών, και θυσιάστηκε σε εκείνες τις μανούβρες. Ως «συνεργοί του Beria», μεταξύ των εγκλημάτων για τα οποία οι κατηγορούμενοι δικάζονταν ήταν αυτό της ενεργούς συμμετοχής
«… στη συνομωσία, στην οποία ο Beria ηγείτο επί σειρά ετών, ενάντια στο Sergo Ordzhonikidze, έναν προεξέχοντα πολιτικό». (Ράδιο Τιφλίδα, 22 Νοεμβρίου 1955, σε: R. Conquest (1961): σ. 450).
και της διάπραξης
«… βίαιων τρομοκρατικών πράξεων εναντίον του Mamia Orakhelashvili, πρώην γραμματέα της περιφερειακής Κομματικής Επιτροπής της Υπερκαυκασίας, και της συζύγόυ του, Mariam Orakhelashvili, πρώην Λαίκό Επίτροπο Παιδείας της Γεωργιανής ΣΣΔ». (Ράδιο Τιφλίδα, 22 Νοεμβρίου 1955, σε: R. Conquest (1961): σ. 450).
Ο Conquest σημειώνει ότι:
«Η δίκη Rapava-Rukhadze τον Σεπτέμβριο του 1955 πάλι ανέφερε τον Ordzhonikidze, και επίσης αποκατεστησε διάφορους Γεωργιανούς υφιστάμενους του Orakhelashvili, ο οποίος είχε εκτελεστεί για την υπόθεση Yenukidze-Karakhan της 16ης Δεκεμβρίου 1937». (Conquest (1961): σ. 274).
Οι περιπτώσεις Ordzhonikidze, Orakhelashvili, Yenukidze και Karakhan έχουν συζητηθεί σε ένα παλαιότερο άρθρο (σ.parapoda: θα μεταφραστούν εν καιρώ).
Ένας εκ των κατηγορουμένων καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 ετών, ένας άλλος σε φυλάκιση 25 ετών, και οι υπόλοιποι – συμπεριλαμβανομένων των Rapava και Rukhadze – σε θάνατο δια τυφεκισμού.
Η δίκη του Bagirov (1956)
Τον Ιούλιο του 1953, μετά από τη «σύλληψη» Beria, Mir Bagirov*, ο Μαρξιστής-Λενινιστής γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚ του Αζερμπαϊτζάν, αποπέμθηκε από τη θέση του και, λίγο αργότερα, συνελήφθη.
Στις 12-26 Απριλίου 1956 ο Bagirov και πέντε υποτιθέμενοι «συνεργοί» του δικάστηκαν από στρατιωτικό κολλέγιο του ανώτατου δικαστηρίου, με έδρα το Μπακού και προεδρεύοντα τον Αντισυνταγματάρχη Α. Α. Cheptsov για:
«εσχάτη προδοσία, διάπραξη τρομοκρατικών πράξεων και συμμετοχή σε αντεπαναστατική οργάνωση». («Bakinsky Rabochy», 27 Μάη 1956, σελ. 2, σε: ‘Current Digest of the Soviet Press’, Τόμος 8, Αριθ. 21. (4 Ιουλίου 1956), σελ. 12).
Μεταξύ άλλων κατηγοριών, υποστηρίχτηκε ότι
«… ο Bagirov και οι άλλοι κατηγορούμενοι συμμετείχαν στη συνομωσία που ο Beria και οι συνεργοί του διεξήγαγαν ενάντια στο Sergo Ordzhonikidze». («Bakinsky Rabochy», 27 Μάη 1956 σελ. 2, σε: ό. π., σ. 12).
Όλοι οι κατηγορούμενοι βρέθηκαν ένοχοι. Δύο από τους κατηγορουμένους καταδικάστηκαν σε εικοσι πέντε έτη φυλάκισης, ενώ τρεις (μεταξύ των οποίων και ο Bagirov) καταδικάστηκαν σε θάνατο δια πυροβολισμού.
Η «δίκη Bagirov» ήταν η τελευταία από μια σειρά δολοφονιών μετά δίκης μαρξιστών-λενινιστών ηγετών των δυνάμεων ασφάλειας.
BIOGRAPHICAL NOTES
*ABAKUMOV, Viktor S., Soviet Marxist-Leninist security official and politician (1894-1954); head of counter-espionage organisation SMERSH (1942-45); Minister of State Security (1946-52); executed by revisionists (1954).
*ALLILUYEVA, Svetlana S., Stalin’s daughter. (1926- )
*ANTONOV, Aleksey I., Soviet revisionist military officer (1895-l962); Commander, Transcaucasia Military District (1949-54); 1st. Deputy Chief of Staff, and Chief of Staff, Warsaw Pact (1955-62).
*BAGIROV, Mir D, A., Soviet Marxist-Leninist politician (1896-1956); 1st Secretary, Azerbaijan (1933-53); executed by revisionists (1956).
*BERIA, Lavrenty P., Soviet Marxist-Leninist politician (1899-1953); USSR Commissar of Internal Affairs (1938-45); USSR Premier (1941-45); Deputy Chairman, USSR Defence Committee (1941-44); marshal (1945); USSR Minister of Internal Affairs and lst Deputy Premier (April-July 1953); executed by revisionists (1953).
*BIERUT, Boleslaw, Polish Marxist-Leninist politician (1892-1956); President (1947-52); General Secretary, Polish Workers’ Party (1948-54); Premier (1952-54); 1st Secretary, Polish United Workers’ Party (1954-56).
*BORTOLI, Georges, Moroccan-born French journalist and TV producer (1923-).
*BULGANIN, Nikolay A., Soviet revisionist politician (1895-1975); USSR Deputy Premier (1938-41); Minister of Armed Forces (1947); USSR Deputy Premier and Minister of Defence (1953-55); USSR Premier (1955-58).
*CONQUEST, Robert, British-born poet and political analyst specialising in the USSR (1917- ); senior research fellow, Hoover Institute (1977- ).
*DEKANOZOV, Vladimir G., Soviet Marxist-Leninist diplomat and politician (1898-1953); USSR Deputy Commissar of Internal Affairs (1939-41); Ambassador to Germany (1940-41); Georgian Minister of Internal Affairs (1953); executed by revisionists (l953).
*DERIABIN, Peter S., Russian-born American writer (1921- ); former officer in Soviet security forces; defected (1954).
*DEUTSCHER, Isaac, Polish-born British journalist and political analyst (190767).
*DZHAVAKHISHVILI, Givi D., Soviet revisionist geologist and politician (1912); Deputy Premier, Georgia (1953); Premier, Georgia (1953).
*DUCOLI, John, American teacher specialising in Transcaucasia (1922-
*FAIRBANKS, Charles H., junior, American political analyst (1944- ); associate professor of political science, Yale University (1979-81); member, Policy Planning Committee, US Dept. of State (1981- 82); research professor, Johns Hopkins University (1982-85); foreign policy adviser, Reagan Committee for Presidency (1980), Bush Committee for Presidency (1988).
*GOMULKA, Wladyslaw, Polish revisionist politician (1905-82); General Secretary, Polish Workers’ Party (1943-48); imprisoned for nationalism (1943-56); 1st Secretary, Polish United Workers’ Party (1966-70).
*GOTTWALD. Klement, Czechoslovak Marxist-Leninist politician (1896-1953); Premier (1946-48); President (1948-53).
*GOVOROV, Leonid A., Soviet revisionist military officer (1897-1955); Marshal (1944); Commander of National Air Defence Forces and USSR Deputy Minister of Armed Forces (1948-54); Commander-in-Chief of Air Defence Forces and USSR Deputy Minister of Defence (1954-55).
*GREY, Ian, New Zealand-born lawyer and historian (1918
*HOXHA, Enver, Albanian Marxist-Leninist leader (1908-85); General/First Secretary, CC, Communist Party of Albania/Party of Labour of Albania (1941-85);Premier and Foreign Minister (1944-54).
*IGNATIEV, Semyon D., Soviet revisionist politician (1908- ); USSR Minister of State Security (1951-53); Secretary, CC (March-April 1953); First Secretary, Bashkiria (1954- ).
*KAGANOVICH, Lazar M., Soviet Marxist-Leninist politician (1893-1991); member, State Defence Committee (1941-45); USSR Minister of Building Materials Industry (l946-47); Ist Secretary, Ukraine (1947-53); USSR Deputy Premier (1953-55); USSR Minister of Building Materials Industry (1956-57).
*KAMINSKY, Grigory N., Soviet revisionist politician (1805-1938).
*KONEV, Ivan S, Soviet revisionist military officer -(1897-1973); marshal (1944); C-in-C, Ground Forces, and USSR Deputy Minister of Armed Forces (1946-50); Chief Inspector of Army (1950-51); Commander, Carpathian Military District and Commander-in-Chief, Ground Forces (1951-55); C-in-C, Warsaw Pact Forces and USSR Ist Deputy Minister of Defence (1956-60); Inspector-General at USSR Ministry of Defence (1960-73).
*KRUGLOV, Sergey, Soviet revisionist security official and politician (190777); USSR Minister of Internal Affairs (1946-March 1953, July 1953-56).
*LANG, David M., British historian (1924- ); Professor of Caucasian Studies, University of London (1964-84).
*LAQUEUR, Walter, German-born American journalist, historian and political analyst (1930- ); Director, Institute of Contemporary History (1964- )
Professor of Government, Georgetown University (1977- ); Chairman, International Research Council, Centre for Strategic and International Studies (1973- ).
*LEVCHENKO, Gordey, Soviet revisionist naval officer (1897-1981); admiral (1944); deputy Commissar of Navy and Commander of Baltic Fleet (1944-60); retired (1960).
*LEVTYSKY, Boris, Austrian-born political analyst (1915- ).
*MALENKOV, Georgi M., Soviet Marxist-Leninist politician (1902-88); Member, State Defence Committee (1941-45); USSR Premier (1953-55); 1st Secretary, CPSU (1953); USSR Minister of Power Stations (1955-57).
*McNEAL, Robert H., American historian (1930- ); Associate Professor of History, University of Toronto (1964-69); Professor of History, University of Massachusetts (1969-).
*MELNIKOV, Leonid G., Soviet revisionist politician (1906- ); 1st Secretary, Ukraine (1949-53);
*MIKHOELS, Solomon (real name: VOVSI), Soviet revisionist actor and director (1890-1948); director of Moscow State Jewish Theatre (1929-48); Chairman, Jewish Anti-Fascist Committee (1942-48); accused posthumously of espionage and terrorism (1953).
*MOLOTOV, Vyacheslav M., Soviet Marxist-Leninist politician (1890-1986); USSR Premier (1930-41); USSR Commissar of Foreign Affairs (1939-46); USSR Minister of Foreign Affairs (1946-49, 1953-56); Member, State Defence Committee (1941-45); USSR Minister of State Control (1956-57); Ambassador to Mongolia (1957-60).
*MOSKALENKO, Kirill A., Soviet revisionist military officer (1900-85); commander, Moscow Anti-Aircraft Defence (1945-53); commander, Moscow Military District (1953-60); Marshal (1955); commander-in-chief, USSR Strategic Missile Forces and Deputy Minister’of Defence (1960-62); chief inspector, USSR Ministry of Defence (1962-66); USSR Deputy Minister of Defence (1966-83).
*MZHAVANADZE, Vasily P., Soviet revisionist military officer and politician (1902- ); Lieutenant-General (1944); Ist Secretary, Georgia (1953-72).
*NICOLAEVSKY, Boris I., Russian, born American political analyst (1887-1966).
*ORAKHELASHVILI, Ivan (Mamiya), Soviet revisionist politician (1881-1937).
*ORAKHELASHVILI, Maria P., Soviet revisionist politician (1887-1937).
*POSKREBYSHEV. Aleksandr N.. Soviet Marxist-Leninist politician (1891-1965):
Head, Special Secretariat. Central Committee. CPSU (1928-52).
*RUDENKO. Roman A.. Soviet revisionist jurist (1907-81): Chief Soviet
Prosecutor*. Nurember2 (1945-46): USSR Procurator-General (1953-81).
*SALISBURY. Harrison E., American Journalist (1908- ‘New York Times’
Moscow correspondent (1949-54).
*SCHERBAKOV. Aleksandr S.. Soviet Marxist-Leninist politician and military.
officer (1901-45): Secretary. CC (1938-44): Chief of Main Political Directorate. head of Soviet Information Bureau. Deputv Commissar of Defence (1942-45).
*SHTEMENKO. Sereev M.. Soviet revisionist military officer (1907- ): Chief of
General Staff and Deputy Minister of Armed Forces (1948-52): Chief of Staff and 1st Deputv C-in-C of Ground Forces (1962-64): USSR Deputy Chief of Staff (1964-68): general (1968): Chief of Staff. Warsaw Pact Forces (1968-90).
*STALIN. Vasilv J.. Stalin’s son (1921-62).
*STRONG. Anna L.. American journalist (1885-1970).
*TALBOTT. Strobe, American journalist (1946- ).
*ULAM. Adam B.. Polish-born American political analyst (1922- ): Professor
Government,. Harvard University (1959-79): Professor of History and Political Science. Harvard University (1979Director. Russian Research Centre. Harvard (1973-76. 1980- ).
*VASILEVSKY. Aleksandr M.. Soviet revisionist military officer (1895-1977):
Chief of General Staff. lst Deputy Minister of Defence (1946-49): USSR Minister of Armed Forces (1949-53): USSR Deputy Minister of Defence (1953-57).
*VINOGRADOV. Vladimir N.. Soviet revisionist medical specialist (1882-1964).
*VOLKOGONOV. Dmitry. Soviet revisionist historian’ (1928- ): on staff of Main
Political Directorate. Red Army (1970-85): Director. Institute of Militarv Historv (1985).
*ZAPOTOCKY. Antonin, Polish revisionist politician (1884-1957): Deputy Premier
(1945-48): Premier (1948-53): President (1953-57).
*ZHDANOV. Andrev A.. Soviet Marxist-Leninist politician (1896-1948): CPSU
Secretarv (1934-48): CPSU Secretary. Leningrad (1934-48): murdered by revisionists (1948).
*ZHUKOV. Georei K.. Soviet revisionist military officer (1896-1974): Marshal
(1943): commander-in-chief. Soviet occupation forces in Germany (194546): USSR Minister of Defence (1955-57): Member. Presidium of CC. CPSU (1957).
BIBLIOGRAPHY
Alliluyeva, S. (1967): ‘Twenty Letters to a Friend’; London; lq67. Alliluyeva, S. (1969): ‘Only One Year’; London; 1969. Bortoli, G.: ‘The Death of Stalin’; London; 1973. Carre’re d’Encausse, H.: ‘Stalin: Order through Terror;’; London; 1981. Conquest, R. (1961): ‘Power and Policy in the USSR: The Study of Soviet Dvnastics’; London; 1961. Conquest, R. (1971): ‘The Great Terror’; Harmondworth; 1971. Deriabin, P.: ‘Watchdogs of Terror: Russian Bodyguards from the Tsars to the Commissars’; n.p. (USA); 1984. Deriabin, P. & Gibney, F.: ‘The Secret World’; New York; 1959. Deutscher, I.: ‘Stalin: A Political Biography’; Harmondsworth; 1968. Ducoli, J.: ‘The Georgian Purges (1951-53)’, in: ‘Caucasian Review’, Volume 6 (1958). Fairbanks, C. H., junior: ‘National Cadres as a Force in the Soviet System: The Evidence of Beria’s Career: 1949-53’, in: Azrael, J. R. (Ed.): ‘Soviet Nationality Policies and Practices’; New York; 1978. Grey, I.: ‘Stalin: Man of History’; London; 1979. Hoxha, E. (1984): ‘The Khrushchevites’; Tirana; 1984. Hoxha, E. (1979): ‘With Stalin: Memoirs’; Tirana; 1979. Khrushchev, N. S. (1956): Secret Speech to the 20th Congress of the CPSU, in: Russian Institute, Columbia University (Ed.): ‘The Anti-Stalin Campaign and International Communism: A Selection of Documents’; New York; 1956. Khrushchev, N. S. (1971): ‘Khrushchev Remembers’, Volume 1; London; 1971. Lang, D. M.: ‘A Modern History of Georgia’; London; 1962. Laqueur, W.: ‘Stalin: The Glasnost Revelations’; London; 199O. Levytsky, B.: ‘The Uses of Terror: The Soviet Secret Service: 1917-1970’; London; 1971. Lewis, J. & Whitehead, P.: ‘Stalin: A Time for Judgement’; London; 1990. McNeal, R. H.: ‘Stalin: Man and Ruler’; Basingstoke; 1988. Nicolaevsky, B.: ‘Power and the Soviet Elite’; New York; 1965. Pistrak, L.: ‘The Grand Tactician: Khrushchev’s Rise to Power’;London; 1961. Rapoport, Y.: ‘The Doctors’ Plot: Stalin’s Last Crime’; London; 1901. Rosenfeldt, N. E.: ‘Knowledge and Power: The Role of Stalin’s Chancellery in the Soviet System of Government’; Copenhagen; 1978. Salisbury, H. E.: ‘Stalin’s Russia and After’; London; 1955. Suny, R. G.: ‘The Making of the Georgian Nation’, London; 1989. Ulam. A.B.: ‘Stalin: The Man and His Era’; London; 1989. Volkogonov, D.: ‘Stalin: Triumph and Tragedy’; London; 1091. Wolin, S. & Slusser, R.: ‘The Soviet Secret Police’; London; 1957. : ‘Bakinsky Rabochy’. : ‘Current Digest of the Soviet Press’. : ‘Izvestia’ (News). : ‘Keesing’s Contemporary Archives’. : ‘New York Times’, New York. : ‘Pravda’ (Truth). : ‘Shorter Oxford English Dictionary’; Oxford; 1977. : ‘Zarya Vostoka’.
Σημ.15/6/2018. Προς Χριστίνα Ζαφείρη που κόβει-ράβει στο fb: О Adam Ulam δεν ήταν τριτοδιεθνιστής που γράφει νουάρ, αλλά αμερικανοπολωνός σοβιετολόγος σε πανεπιστήμια της Δύσης γνωστά για τις σάλτσες τους. Από κει και πέρα, υπάρχουν προβλήματα με την ιστορία της δημοσίευσης του θανάτου του Στάλιν, είτε με είτε χωρίς δυτικές σάλτσες.
Tagged: ρεβιζιονισμός, Αμπακούμοφ, ΕΣΣΔ, Θάνατος Στάλιν, Μπέρια, Στάλιν, Υπόθεση των γιατρών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου