Πέμπτη 2 Μαρτίου 2023

 

Μια πρώτη ανάγνωση της «Μαρίας Νεφέλης» του Ελύτη

Μια πρώτη ανάγνωση της «Μαρίας Νεφέλης» του Ελύτη


——— ≈ ———



Ἐγὼ δὲ λέ­γω ὑμῖν μή ἀντιστῆναι τῷ πο­νηρῷ

(Κατὰ Ματ­θαῖον)

Μά­ντε­ψε, κο­πί­α­σε, νιώ­σε: Από την άλ­λη με­ριά εί­μαι ο ίδιος
(Προ­σα­να­το­λι­σμοί, σ.122)


Με αυ­τές τις δύο επι­γραμ­μα­τι­κές φρά­σεις ξε­κι­νά η συλ­λο­γή της Μα­ρί­ας Νε­φέ­λης. Όπως γνω­ρί­ζου­με, η συγ­γρα­φή της άρ­χι­σε το 1974, λί­γο πριν την πτώ­ση της χού­ντας, αλ­λά το βι­βλίο δη­μο­σιεύ­τη­κε το 1978, ένα χρό­νο πριν την απο­νο­μή του βρα­βεί­ου Nobel στον Ελύ­τη. Εί­ναι χρό­νια ση­μα­ντι­κά σε όλη την Ευ­ρώ­πη, και κυ­ρί­ως στη Γαλ­λία: ολο­κλη­ρώ­νουν τη δε­κα­ε­τία που ξε­κί­νη­σε με το πε­ρί­φη­μο ᾽68[1] και απο­τέ­λε­σε το­μή για εκεί­νη τη γε­νιά. Όπως ση­μειώ­νει ο ίδιος ο ποι­η­τής,[2] η ιδέα της δο­μής και του πε­ριε­χο­μέ­νου της συλ­λο­γής γεν­νή­θη­καν από μια προ­σω­πι­κή εμπει­ρία, η οποία στη συ­νέ­χεια με­τα­τρά­πη­κε σε αφορ­μή για μια πε­ρι­γρα­φή και για την εμ­βά­θυν­ση της ση­μα­σί­ας μιας συ­νά­ντη­σης/σύ­γκρου­σης δύο δια­φο­ρε­τι­κών τρό­πων αντί­λη­ψης της ζω­ής, προ­σέγ­γι­σης σε μια πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που φαί­νε­ται να εί­ναι αντί­θε­τη με εκεί­νη όπου ζει ο ποι­η­τής, αλ­λά που και αυ­τή του ανή­κει. Όπως λέ­ει και ο ίδιος, εί­ναι η άλ­λη με­ριά του εαυ­τού του.[3]

Εί­ναι ση­μα­ντι­κό να στα­θού­με λί­γο στο νό­η­μα που απο­κτούν οι δύο απο­φθεγ­μα­τι­κές φρά­σεις με τις οποί­ες ο Ελύ­της μάς ει­σά­γει στα ποι­ή­μα­τα της συλ­λο­γής. Η μία εί­ναι ένας στί­χος από τους Προ­σα­να­το­λι­σμούς και μας δί­νει ένα πρώ­το κλει­δί ανά­γνω­σης: οι δύο φω­νές πα­ρου­σιά­ζο­νται ως μία αντι­πα­ρά­θε­ση, μία κα­το­πτρι­κή ει­κό­να. Ωστό­σο, ο ποι­η­τής θέ­λη­σε να μας προει­δο­ποι­ή­σει πως ο βα­σι­κός πυ­ρή­νας αυ­τών των ποι­η­μά­των δεν εί­ναι και­νού­ριος, όπως ίσως φαί­νε­ται σε μία πρώ­τη μα­τιά και όπως και ο ίδιος αρ­χι­κά νό­μι­ζε,[4] αλ­λά ζού­σε μέ­σα του ήδη από τα νε­α­νι­κά χρό­νια, στην πρώ­τη συλ­λο­γή του.[5]

Η άλ­λη ανα­φο­ρά εί­ναι από την Και­νή Δια­θή­κη. Αν συν­δέ­σου­με τις δύο φρά­σεις, έχου­με μία επι­πλέ­ον χρή­σι­μη έν­δει­ξη για την ανά­γνω­σή μας: ο αντί­πα­λος, ό,τι για μας εί­ναι αφι­λό­ξε­νο ή δια­φο­ρε­τι­κό, κά­τι που συ­να­ντά­με έξω από μας, κα­θρε­πτί­ζει κά­τι που εί­ναι μέ­σα μας, τη σκο­τει­νή πλευ­ρά μας, που συ­χνά αγνο­ού­με, την άλ­λη σκο­πιά του εαυ­τού μας. Για αυ­τό το λό­γο –όπως δια­βά­ζου­με στο Κα­τά Ματ­θαί­ον– πρέ­πει να εκ­φρά­σου­με κα­λο­σύ­νη προς ό,τι εί­ναι άλ­λο, δια­φο­ρε­τι­κό από μας. Αυ­τή η συ­νει­δη­το­ποί­η­ση εί­ναι εξ άλ­λου η ανα­γκαία προ­ϋ­πό­θε­ση για έναν αλη­θι­νό διά­λο­γο.

Σχο­λιά­ζο­ντας το ποί­η­μα Through the mirror ο Ξ.Α. Κο­κό­λης πα­ρα­τη­ρεί πως «πί­σω από τον κα­θρέ­φτη υπάρ­χει μια άλ­λη όψη των πραγ­μά­των, ένας μέ­σα κό­σμος».[6] «Ο κα­θρέ­φτης εί­ναι εν­δο­σκο­πι­κός, κοι­τά­ει κά­τω από το δέρ­μα»:[7]

Ο κα­θρέ­φτης θα δεί­ξει την υπο­δό­ρια υφή
των ιστών
                        Κε­ραυ­νός οια­κί­ζει

Η κα­το­πτρι­κή ει­κό­να εί­ναι δη­λα­δή ένα μέ­σο με το οποίο ανα­κα­λύ­πτου­με τον εσω­τε­ρι­κό κό­σμο μας.

Η Μα­ρία Νε­φέ­λη, ση­μειώ­νει πά­ντο­τε ο Κο­κό­λης, «βα­δί­ζει έχο­ντας πά­νω από το κε­φά­λι της τον ίδιο κα­θρε­φτι­σμέ­νο βυ­θό με τα ίδια βό­τσα­λα σαν άστρα».[8] Ο κα­το­πτρι­σμός του εαυ­τού μας συ­νο­δεύ­ει τον ποι­η­τή από το ξε­κί­νη­μά του[9] και απα­ντά σε όλο το έρ­γο του. Έτσι στο Χρο­νι­κό μιας δε­κα­ε­τί­ας ο Ελύ­της ήδη έγρα­φε: «Ο βυ­θός ήταν και η ορο­φή ενός κό­σμου πά­νω από το κε­φά­λι μας»[10] και εδώ «οι πέ­τρες του βυ­θού με­τε­ω­ρί­ζο­νται ανά­λα­φρα στο στε­ρέ­ω­μα».[11] Ο κα­θρέ­φτης κοι­τά­ζει προς τα κά­τω, προς το βυ­θό της θά­λασ­σας, αλ­λά συγ­χρό­νως προς τα ύψη τού ου­ρα­νού. Στον κα­το­πτρι­σμό του Ελύ­τη το ύψος και το βά­θος επι­κα­λύ­πτο­νται. Δια­βά­ζου­με στους Προ­σα­να­το­λι­σμούς:

                         Ανε­βαί­νο­ντας ανά­λα­φρα ως τη διαύ­γεια των βυ­θών
                        
Όπου σε­λά­γι­ζε ο δι­κός σου ο αστε­ρί­ας

                         («Η Μα­ρί­να των βρά­χων»)

Μας το θυ­μί­ζει επα­νει­λημ­μέ­να ο ποι­η­τής: «Στην ποί­η­ση […] τα αντί­θε­τα παύ­ουν να υπάρ­χουν».[12] Στη Μα­ρία Νε­φέ­λη όμως έχου­με μια ου­σια­στι­κή δια­φο­ρά: αν στο πα­ρελ­θόν την κα­το­πτρι­κή ει­κό­να του την έβλε­πε στη φύ­ση, τώ­ρα το βλέμ­μα του κοι­τά­ζει προς τα έξω, προς τον κό­σμο των αν­θρώ­πων, προς τη Μα­ρία Νε­φέ­λη.

Από τους πρώ­τους στί­χους τα λό­για της κο­πέ­λας δη­λώ­νουν πως η ίδια εί­ναι και δεν εί­ναι εκεί, εί­ναι απού­σα στην πα­ρου­σία της, εκ­κρε­μής ανά­με­σα σε αυ­τό που έχει να γί­νει και σε αυ­τό που έγι­νε. Απρο­ε­τοί­μα­στη ν’ αντι­με­τω­πί­σει τη ζωή και την κα­τα­να­λω­τι­κή κοι­νω­νία που μοιά­ζει να τρέ­χει πιο γρή­γο­ρα από το φως:

Βρέ­θη­κα μέ­σα στη ζωή τό­σο άξαφ­να – κει που δεν το πε­ρί­με­να κα­θό­λου. Έλε­γα «μπα θα συ­νη­θί­σω». Κι όλα γύ­ρω μου έτρε­χαν. Πράγ­μα­τα κι άν­θρω­ποι έτρε­χαν, έτρε­χαν – ώσπου βάλ­θη­κα κι εγώ να τρέ­χω σαν τρε­λή. […] κά­τι πα­ρά­ξε­νο έγι­νε στο τέ­λος. Πρώ­τα έβλε­πα τον νε­κρό κι ύστε­ρα γι­νό­ταν ο φό­νος.[13]

Βρι­σκό­μα­στε μπρο­στά σε μια χρο­νι­κή αντι­πα­ρά­τα­ξη ανά­με­σα σ’έ­να βα­ρύ πα­ρελ­θόν και σε ένα πα­ρόν κά­ποιου που ζει μέ­ρα τη μέ­ρα, χω­ρίς προ­γραμ­μα­τι­σμό και χω­ρίς μέλ­λον, για­τί «πού ξέ­ρεις αύ­ριο τι ξη­με­ρώ­νει». Το μό­το στο τέ­λος του ποι­ή­μα­τος Η Νε­φέ­λη («Χα­ρά­ξου κά­που με οποιο­δή­πο­τε τρό­πο / και με­τά πά­λι σβή­σου με γεν­ναιο­δω­ρία») μας προ­τρέ­πει να ζού­με με έντο­νο τρό­πο το πα­ρόν, αλ­λά χω­ρίς να αφή­σου­με ίχνη, να μην με­τα­τρα­πεί σ’έ­να πα­ρελ­θόν-φορ­τίο. Την ίδια ιδέα θα την ξα­να­βρού­με και αλ­λού, π.χ. στο ποι­ή­μα Υπεύ­θυ­νη δή­λω­ση όπου η πρω­τα­γω­νί­στρια εφι­στά την προ­σο­χή στην απο­σπα­σμα­τι­κό­τη­τα της κα­θη­με­ρι­νής ζω­ής της, που απο­βλέ­πει πι­θα­νόν σε ένα αν­θρώ­πι­νο όρα­μα πιο αυ­θε­ντι­κό. Εί­ναι η επα­να­στα­τι­κή δή­λω­σή της ενα­ντί­ον οποιασ­δή­πο­τε εξου­σί­ας. Ανα­ζη­τά νό­μους, αδια­πέ­ρα­στους από πα­ρεμ­βά­σεις, που η ίδια νιώ­θει ως απε­λευ­θέ­ρω­ση:

Μια νο­μο­θε­σία
εντε­λώς άχρη­στη για τις Εξου­σί­ες
                        θα­’τα­νε αλη­θι­νή σω­τη­ρία.

Και από τους δύο έχου­με μία δή­λω­ση κα­ταγ­γε­λί­ας ενα­ντί­ον της πα­ρακ­μής αυ­τής της κοι­νω­νί­ας. Στα λό­για της Μα­ρί­ας Νε­φέ­λης στην Πα­ρου­σία Έχω ση­κώ­σει χέ­ρι κα­τα­πά­νου στα βου­νά τα μαύ­ρα / και τα δαι­μο­νι­κά του κό­σμου τού­του») απα­ντά ο Αντι­φω­νη­τής («Έχω ση­κώ­σει χέ­ρι κα­τα­πά­νου στα /δαι­μο­νι­κά του κό­σμου τ’α­νε­ξόρ­κι­στα»). Έτσι ο ένας κα­τα­φεύ­γει σε μία αυ­το­ε­ξο­ρία στη φύ­ση («από το μέ­ρος το άρ­ρω­στο γυ­ρί­στη­κα στον ήλιο και στο φως αυ­το­ε­ξο­ρί­στη­κα!»), ενώ η άλ­λη επι­λέ­γει μία αυ­το­ε­ξο­ρία ανά­με­σα στους αν­θρώ­πους, μέ­σα στη κοι­νω­νία («Κι απ΄τις φουρ­τού­νες τις πολ­λές γυ­ρί­στη­κα / μες στους αν­θρώ­πους αυ­το­ε­ξο­ρί­στη­κα!»). Οι δύο ανα­γνω­ρί­ζουν τη δι­κή τους κα­τά­στα­ση αυ­το­ε­ξο­ρί­ας και πα­ρό­λο που η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα μέ­σα στην οποία κι­νεί­ται ο κα­θέ­νας εί­ναι δια­με­τρι­κά αντί­θε­τη με εκεί­νη του άλ­λου, θα κα­τα­λή­ξουν συ­μπλη­ρω­μα­τι­κές.

Εί­ναι συ­ναρ­πα­στι­κή η συ­νο­λι­κή ανά­γνω­ση αυ­τών των ποι­η­μά­των που πα­ρου­σιά­ζο­νται σαν δια­δο­χι­κές στιγ­μές ενός αυ­θε­ντι­κού δια­λό­γου που ανα­πτύσ­σε­ται. Έτσι αν στο αρ­χι­κό κεί­με­νο Η πα­ρου­σία, η κο­πέ­λα μι­λά­ει για μία εξο­ρία ανά­με­σα στους αν­θρώ­πους, στους επό­με­νους στί­χους στο Δά­σος των αν­θρώ­πων θα ορί­σει το εί­δος αυ­τής της κοι­νω­νί­ας: μία κοι­νω­νία που, όπως σω­στά γρά­φει η Τζί­να Πο­λί­τη,[14] «αν βιο­λο­γι­κά [βρί­σκε­ται] στην αρ­χή της εξέ­λι­ξης, [βρί­σκε­ται] και στο τέ­λος ενός πα­ρηκ­μα­σμέ­νου πο­λι­τι­σμού». Πράγ­μα­τι η πα­ρό­τρυν­ση της Μα­ρί­ας Νε­φέ­λης να αγνο­ή­σου­με τη φύ­ση και να μπού­με στην κα­θη­με­ρι­νή ζωή των αν­θρώ­πων, με­τα­βάλ­λε­ται ου­σια­στι­κά σε μια πρό­σκλη­ση γνω­ρι­μί­ας της κοι­νω­νι­κής αλ­λοί­ω­σης για­τί μό­νο με την άμε­ση εμπει­ρία του κό­σμου, θα φτά­σου­με στην αλή­θεια.

Αλ­λού, τα λό­για της πρω­τα­γω­νί­στριας (Η Νε­φέ­λη) κα­τη­γο­ρούν σα­φώς τον δια­νο­ού­με­νο ποι­η­τή, για­τί η επα­νά­στα­ση γί­νε­ται στη ζωή, στον αγώ­να, δεν αρ­κεί ένας στί­χος για ν’ αλ­λά­ξει η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα όπου τυ­χαί­νει να ζού­με («Τι με κοι­τάς εσύ γρα­φιάς που δεν εντύ­θη­κες πο­τέ στρα­τιώ­της»).
Ο ποι­η­τής θα απα­ντή­σει στην πρό­σκλη­ση ν’α­φή­σει τον κό­σμο τού «ήλιου» και του «φω­τός» («Ποι­η­τή τζι­τζί­κι μου εγκα­τα­λειμ­μέ­νο / [...] σβή­σε την Ατ­τι­κή κι έλα κο­ντά μου» — Το δά­σος των αν­θρώ­πων) και θα δε­χθεί να πά­ει μα­ζί της «στο δά­σος των αν­θρώ­πων». Εί­ναι πια η στιγ­μή να εγκα­τα­λεί­ψει ό,τι μέ­χρι τό­τε απο­τε­λού­σε τον πο­λύ­τι­μο θη­σαυ­ρό του και που τώ­ρα τον αφή­νει κε­νό. Ήρ­θε η στιγ­μή να δώ­σει το χέ­ρι του στη Μα­ρία Νε­φέ­λη και να την ακο­λου­θή­σει. Αυ­τή η ανά­γκη ενός δια­λό­γου με εκεί­νη που ανα­γνω­ρί­ζει πια ως ση­μα­τω­ρό του θα τη βρού­με και σε άλ­λα ση­μεία της συλ­λο­γής. Στον Ύμνο σε δύο δια­στά­σεις δια­βά­ζου­με:

                        Ας μην έχεις ιδέα εσύ
                        (πο­τέ ο Ση­μα­τω­ρός δεν έχει γνώ­ση της απο­στο­λής του)
                        και πα­ρα­κο­λου­θώ πί­σω από τη χλω­μά­δα του make up
                        τον απέ­ρα­ντο δρό­μο που ακο­λού­θη­σα
                        για να σου μι­λή­σω έτσι

Στον Ύμνο στη Μα­ρία Νε­φέ­λη ο ποι­η­τής απευ­θύ­νε­ται σε αυ­τήν ονο­μά­ζο­ντάς την Ίρι­δα, κή­ρυ­κα των θε­ών που βά­ζει σε επι­κοι­νω­νία τον ου­ρά­νιο κό­σμο με τους αν­θρώ­πους. Το ποί­η­μα συ­νι­στά έναν διά­λο­γο που πο­λύ συ­χνά στον Ελύ­τη μοιά­ζει να εί­ναι αδύ­να­το να πραγ­μα­το­ποι­η­θεί. Και ο ποι­η­τής αντι­φω­νη­τής δη­λώ­νει την ανά­γκη να πε­ρά­σει στην άλ­λη όχθη:

Στον Ύμνο στη Μα­ρία Νε­φέ­λη ο ποι­η­τής απευ­θύ­νε­ται σε αυ­τήν ονο­μά­ζο­ντάς την Ίρι­δα, κή­ρυ­κα των θε­ών που βά­ζει σε επι­κοι­νω­νία τον ου­ρά­νιο κό­σμο με τους αν­θρώ­πους. Το ποί­η­μα συ­νι­στά έναν διά­λο­γο που πο­λύ συ­χνά στον Ελύ­τη μοιά­ζει να εί­ναι αδύ­να­το να πραγ­μα­το­ποι­η­θεί. Και ο ποι­η­τής αντι­φω­νη­τής δη­λώ­νει την ανά­γκη να πε­ρά­σει στην άλ­λη όχθη:

Ποίηση […] – συγχώρεσέ με
αλλ’ανάγκη να μείνω ζωντανός
                        να περάσω από την άλλη όχθη·
                        οτιδήποτε θα’ναι προτιμότερο
                        παρά η αργή δολοφονία μου από το παρελθόν

                        («Το στίγμα»)

Την ίδια πα­ρά­κλη­ση τη συ­να­ντά­με αρ­γό­τε­ρα και στο «Ρή­μα το σκο­τει­νόν»σχε­δόν ως μία επί­κλη­ση βο­ή­θειας:

Πι­στευ­τά πράγ­μα­τα μι­λή­στε μου! Κό­ρες που εμ­φα­νι­στή­κα­τε κα­τά και­ρούς
Μες απ΄το στή­θος μου και εσείς πα­λαιές αγροι­κί­ες
                Βρύ­σες που λη­σμο­νη­θή­κα­τε ανοι­χτές μέ­σα στους απο­κοι­μι­σμέ­νους κή­πους
                Μι­λή­στε μου! Έχω ανά­γκη από γης
                Που αυ­τή μέ­νει κλει­στή και κλει­δω­μέ­νη

                        […]

                Κά­τι που να σε σκο­τει­νιά­ζει από τη μία πλευ­ρά εω­σό­του
                Η άλ­λη σου φα­νεί.

Εί­ναι η άλ­λη πλευ­ρά του ίδιου νο­μί­σμα­τος, η ανά­πο­δη, και εί­ναι δύ­σκο­λο να συ­να­ντη­θούν. Στον Τρω­ι­κό Πό­λε­μο επι­μέ­νει πο­λύ σε αυ­τή την έν­νοια: αν ζού­σα­με από την ανά­πο­δη, θα μπο­ρού­σα­με να δού­με σω­στά τα πράγ­μα­τα; Αυ­τός ο εν­δοια­σμός και ταυ­τό­χρο­να η επι­θυ­μία μάς δια­βε­βαιώ­νουν ότι οι δύο πρω­τα­γω­νι­στές μας πα­λεύ­ουν για να δουν τα πράγ­μα­τα “ίσια” στην ανα­ζή­τη­ση της αλή­θειας και της αυ­θε­ντι­κό­τη­τας:

                Να ξα­να­δώ­σου­με στα πό­δια μας το χώ­μα.

Να ξα­να­δώ­σου­με στα πράγ­μα­τα την αλη­θι­νή ου­σία τους, σε μας, χώ­μα, το χώ­μα, ”Το πρά­σι­νο στο πρά­σι­νο τον άν­θρω­πο του Νε­ά­ντερ­ταλ / στον άν­θρω­πο του Νε­ά­ντερ­ταλ”. Στην Ελέ­νη – στο κεί­με­νο που ακο­λου­θεί του Τρω­ι­κού πο­λέ­μου, ο Αντι­φω­νη­τής λέ­ει: “Η Μα­ρία Νε­φέ­λη ζει στους αντί­πο­δες της Ηθι­κής/ εί­ναι όλο ήθος”. Το να εί­ναι κα­νείς στους αντί­πο­δες της Ηθι­κής, θε­ω­ρη­τι­κή δια­τύ­πω­ση μιας συ­μπε­ρι­φο­ράς, ση­μαί­νει να ζή­σει μέ­σα στα πράγ­μα­τα και μέ­σα στη ζωή, ση­μαί­νει να ψά­ξει το ίσιο στην ανά­πο­δη, να “ξα­να­δώ­σου­με στα πό­δια μας το χώ­μα”, να ζή­σου­με στην συ­γκε­κρι­μέ­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, να ζού­με στο πα­ρόν.

Η οδός της γνώ­σης εί­ναι στε­νή («Στε­νός ο δρό­μος») και οδυ­νη­ρή, αλ­λά δεν πρέ­πει να φο­βό­μα­στε: «ώτα ακού­ειν / μη φό­βου α μέλ­λεις πά­σχειν» (Η Απο­κά­λυ­ψη). Αυ­τή η συ­νει­δη­το­ποί­η­ση μάς θυ­μί­ζει τους πρώ­τους στί­χους του Ελύ­τη στην Ηλι­κία της γλαυ­κής θύ­μη­σης:

Ήτα­νε η οδύ­νη –
[…] – Μα θυ­μά­μαι πό­νε­σες
Ήτα­νε μια βα­θιά δα­γκω­μα­τιά στα χεί­λια
Μια βα­θιά νυ­χιά στο δέρ­μα κα­τά κει που χα­ρά­ζε­ται πα­ντο­τι­νά του ο χρό­νος

Η ζωή και η αλή­θεια, βε­βαιώ­νει η Μα­ρία Νε­φέ­λη στο Δά­σος των αν­θρώ­πων και μα­ζί της ο Ελύ­της, θα εμ­φα­νι­στούν μό­νο αν πε­ρά­σου­με μέ­σα από την οδύ­νη, μέ­σα από τις πλη­γές:

τα νύ­χια μου θα μπουν στις σάρ­κες σου
η αλή­θεια – έτσι δεν λέ­νε; – εί­ναι οδυ­νη­ρή
κι έχει ανά­γκη να ΄ξέ­ρεις απ’το αί­μα σου
                έχει ανά­γκη απ’ τις λα­βω­μα­τιές σου·


Ο πό­νος, ως μέ­σο για τη γνώ­ση, εί­ναι ένα θέ­μα που επα­νέρ­χε­ται σε όλη τη συλ­λο­γή. Έτσι στο δεύ­τε­ρο μέ­ρος ο Αντι­φω­νη­τής στην Ιε­ρή εξέ­τα­ση υπεν­θυ­μί­ζει πως αν ο πό­νος μπο­ρεί να εί­ναι μια στέ­ρη­ση, εν συ­νε­χεία μπο­ρεί να μας επι­στρέ­ψει με άλ­λο τρό­πο ό,τι μας αφαί­ρε­σε («απ’ αυ­τά που σου αφαι­ρεί / σου προ­σθέ­τει ο πό­νος»). Στο τρί­το μέ­ρος, στην Κα­λη­μέ­ρα θλί­ψη, εί­ναι η Μα­ρία Νε­φέ­λη που θα γνω­ρί­σει τη θλί­ψη, ένα κε­νό που τε­λι­κά συ­νει­δη­το­ποιεί, μία δυ­σφο­ρία που θρέ­φε­ται με το ελά­χι­στο, σχε­δόν με το ανε­παί­σθη­το. Κα­μία φο­ρά μπαί­νει μέ­σα μας και μας κυ­ριεύ­ει μο­νά­χα με τις ενο­χλή­σεις της κα­θη­με­ρι­νής ζω­ής, σαν ένα ιός ή ένα μι­κρό­βιο:

Έρ­χε­σαι να πι­κρά­νεις τον πρω­ι­νό κα­φέ
ν΄απο­σπά­σεις κά­τι απ΄την ελά­χι­στη χα­ρά
του χε­ριού μου στο πό­μο­λο του πα­ρα­θύ­ρου
φέρ­νεις ανω­μα­λί­ες στο νε­ρό του μπά­νιου
προ­κα­λείς το πρώ­το δυ­σά­ρε­στο τη­λε­φώ­νη­μα
εί­σαι τέ­ρας
μι­κρο­σκο­πι­κός Μι­νώ­ταυ­ρος που ζη­τά­ει τρο­φή
και συ­ντη­ρεί­ται με το ελά­χι­στο...


Μα η ίδια θα βρει μό­νη της και μέ­σα της την αι­τία της εσω­τε­ρι­κής δυ­σφο­ρί­ας, που προ­κα­λεί η σύ­γκρου­ση με μία απο­γοη­τευ­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που σβή­νει όνει­ρα και προσ­δο­κί­ες:

Τίποτα δεν αρμόζει στις ημέρες μας
κι επί πλέον συμβαίνει να΄μαι λυπημένη
                        
όπως όταν
                        
νιώθεις βαθιά στο σώμα σου αισθητό
                        
κάτι που ως τότε μόνον είχες κακοβάλει.                       
                        (Λόγος περί Δικαιοσύνης)

Η πο­ρεία του αγώ­να που τεί­νει να ξε­πε­ρά­σει τα όρια του εαυ­τού μας δεν γνω­ρί­ζει αδυ­να­μί­ες: «δεν έχει φτέρ­νες η Τε­λειό­τη­τα»,[15] κοι­τά­ζει μπρο­στά και κα­θή­κον του αν­θρώ­που εί­ναι να συ­μπλη­ρώ­σει τα κε­νά: «Κι εί­ναι ανά­γκη να πά­με μπρο­στά / να γε­μί­σου­με όλα τα Κε­νά»,[16] δη­λα­δή να τα κα­ταρ­γή­σου­με. Αυ­τό όμως εί­ναι δυ­να­τό μό­νο με την εί­σο­δο στην σκο­τει­νή πλευ­ρά, τη μαύ­ρη τρύ­πα. Με άλ­λα λό­για μπο­ρεί κά­ποιος να το κα­τορ­θώ­σει, μό­νο εάν συ­νει­δη­το­ποι­ή­σει την ύπαρ­ξή της. Όπως γρά­φει ο Ελύ­της στη αρ­χι­κή επι­γραμ­μα­τι­κή φρά­ση, θα το κα­τα­φέ­ρου­με μό­νο αν μπού­με μέ­σα στο άλ­λο πρό­σω­πο που εί­ναι μέ­σα μας, μό­νο αν το εν­σω­μα­τώ­σου­με στη συ­νει­δη­τή πλευ­ρά του εαυ­τού μας.
Εν­δια­φέ­ρου­σα και δια­φω­τι­στι­κή εί­ναι η απά­ντη­ση της Μα­ρί­ας Νε­φέ­λης στον Άγιο Φρα­γκί­σκο της Ασί­ζης κυ­ρί­ως για τους τρό­πους του δια­λό­γου-σύ­γκρου­σης με­τα­ξύ των δύο συ­νο­μι­λη­τών, των οποί­ων οι αντί­θε­τες θέ­σεις μειώ­νο­νται συ­νε­χώς. Η ίδια υπο­στη­ρί­ζει πως η οδός της Τε­λειό­τη­τας πρέ­πει ν’ ακο­λου­θή­σει μια φυ­σι­κή πρό­ο­δο, απο­φεύ­γο­ντας τε­χνι­κούς δρό­μους. Ού­τε η τε­χνο­λο­γία, ού­τε η πο­λι­τι­κή, ού­τε η επι­στή­μη θα μας οδη­γή­σουν σε αύ­τη την πο­ρεία. Μό­νο η επι­στρο­φή στην φυ­σι­κή μας κα­τά­στα­ση, που ση­μαί­νει να ανα­κα­λύ­ψου­με ξα­νά το σώ­μα μας και να συμ­φι­λιώ­σου­με μα­ζί του την άλ­λη διά­στα­ση, δη­λα­δή να “συμ­βι­βα­στούν” τα αντί­θε­τα:

Τώ­ρα που η “φύ­σις” λι­γο­στεύ­ει και σπα­νί­ζει ο άνε­μος
[…]
 θα­’ταν ύψι­στη σο­φία να συμ­βι­βα­στούν οι Άγιοι με το σώ­μα τους

Αυ­τό που δη­λώ­νε­ται εί­ναι ένα μή­νυ­μα αγώ­να για­τί δεν εί­ναι πια ο και­ρός για άχρη­στες ανα­βο­λές:

                        Μην πεί­τε: θα βρε­θεί ένα δί­κιο και για μας.

Δεν μπο­ρεί να μην πά­ει ο νους μας σε όσα γρά­φει ο Ελύ­της στη Γέ­νε­σι, ως επι­βε­βαί­ω­ση για την κυ­κλι­κή επα­νά­λη­ψη των βα­σι­κών εν­νοιών που εμπνέ­ουν όλο το ποι­η­τι­κό έρ­γο του Ελύ­τη και που επα­νέρ­χο­νται, αν και σε δια­φο­ρε­τι­κό πλαί­σιο:

το λευκό αναζήτησα ως την ύστατη ένταση
του μαύρου Την ελπίδα ως τα δάκρυα
Τη χαρά ως την άκρα απόγνωση
[…]
«Η αγνότητα» είπε «είναι αυτή
στις πλαγιές το ίδιο και τα σπλάχνα σου»
Και τα χέρια του άπλωσε όπως κάνει
γέροντας γνωστικός Θεός για να πλάσει μαζί πηλό και ουρανοσύνη

Και ο Αντι­φω­νη­τής ξέ­ρει πια ότι εί­ναι μά­ταιο να ψά­χνει την αλή­θεια μό­νο στην φύ­ση, “στο σφύ­ριγ­μα του ανέ­μου”, και απα­ντά­ει στην πρό­σκλη­ση για μια ζωή στο πα­ρόν, εκ­φρά­ζο­ντας εκεί­νο που αλ­λού θα ορί­σει ως “ανά­γκη από γης”:

Όμως χρό­νια τώ­ρα με­τέ­ω­ρος κου­ρά­στη­κα
Κι έχω ανά­γκη από γης

                      («Ρή­μα το σκο­τει­νόν»)

Εί­ναι αλή­θεια όμως και το αντί­θε­το. Ακό­μα μια φο­ρά τα αντί­θε­τα συ­νο­μι­λούν και συ­μπλη­ρώ­νο­νται:

Αν δεν στη­ρί­ξεις το ένα σου πό­δι έξω απ’τη Γη πο­τέ σου δεν θα μπο­ρέ­σεις να στα­θείς επά­νω της.
(«Η Απο­κά­λυ­ψη»)

Δια­φο­ρε­τι­κά θα ήταν αδύ­να­το για τον Αντι­φω­νη­τή να δε­χτεί να ζή­σει σε ένα κό­σμο με τα­τουάζ και με­ταμ­φιέ­σεις, με πραγ­μα­τι­κό­τη­τες πού διαρ­κούν λι­γό­τε­ρο από 24 ώρες. Δύ­σκο­λο να ζει σε αυ­τά τα “μαύ­ρα κε­νά” πα­ρό­λο και ανοί­γουν ψη­λά, προς τον ου­ρα­νό. Εί­ναι η κα­τά­στα­ση που πε­ρι­γρά­φε­ται στους στί­χους της Pax San Tropezana με λό­για σκλη­ρής κα­ταγ­γε­λί­ας και πε­ρι­φρό­νη­σης : «Τι βου­βά­λα που ‘χει γί­νει τώ­ρα τε­λευ­ταία η γη!», ένας κα­τα­να­λω­τι­κός κό­σμος όπου αν κά­τι χα­λά­σει, μπο­ρού­με απλά να το αντι­κα­τα­στή­σου­με με κά­τι άλ­λο, πράγ­μα ή πρό­σω­πο· αν χά­σεις κά­ποιον, κά­ποιος άλ­λος μπο­ρεί να πά­ρει τη θέ­ση του:

Καιρός των ανταλλακτικών:
σπάει λάστιχο –βάζεις λάστιχο
χάνεις Jimmy βρίσκεις Bob.

Σε αυ­τό το χά­ος χά­νε­ται η αί­σθη­ση της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, χά­νε­ται η ταυ­τό­τη­τά μας. Έτσι η σερ­βι­τό­ρισ­σα στο Tahiti με τους δε­κα­εν­νέα ερα­στές, τε­λι­κά ίσως να ήταν λε­σβία (“Όμως θαρ­ρώ στο βά­θος ήταν ομο­φυ­λό­φι­λη”).

Αλ­λά για να νιώ­σου­με τη γεύ­ση ενός φρού­του, της προ­ό­δου – γρά­φει ο Ελύ­της στο μό­το που κλεί­νει το ίδιο ποί­η­μα – πρέ­πει να τρώ­με ολό­κλη­ρο το φρού­το, με φλού­δια και κου­κού­τσια: “Τρώ­γε την πρό­ο­δο/και με τα φλού­δια και με τα κου­κού­τσια της”. Που ση­μαί­νει να μπαί­νου­με μέ­σα σε αυ­τή τη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα στο σύ­νο­λό της, σχε­δόν σαν σε μία ομοιο­πα­θη­τι­κή θε­ρα­πεία για ν΄ ανο­σο­ποι­η­θού­με από την αρ­ρώ­στια της. Ο ποι­η­τής μας δί­νει εδώ μια σκλη­ρή και ρε­α­λι­στι­κή πε­ρι­γρα­φή της πα­ρακ­μής της κοι­νω­νί­ας μας, των χρω­μα­τι­στών πλη­θών που πά­νε “πα­σπα­τευ­τά […] μπου­σου­λώ­ντας”.

Η Μα­ρία Νε­φέ­λη συμ­φω­νεί από­λυ­τα ως προς αυ­τό το ση­μείο με τον Ποι­η­τή, τον Αντι­φω­νη­τή της, και η δή­λω­σή της για μια βα­ριά κοι­νω­νι­κή δια­μαρ­τυ­ρία εί­ναι η φυ­σι­κή συ­νέ­χεια του προη­γού­με­νου, ει­ρω­νι­κού και σχε­δόν κυ­νι­κού, πορ­τραί­του:

Δεν είναι αυτός πλανήτης
στουμπωμένος δηλητηριώδη αέρια
έκθετος σε βροχές μετεωριτών
σε σκέψεις φιλοσόφων
σε μακρούς αγώνες για την ελευθερία
(τη δική μας πάντοτε – ποτέ των άλλων).

(«Ο πλανήτης γη»)

Kα­μία άλ­λη συλ­λο­γή του Ελύ­τη δεν εί­ναι τό­σο βα­θιά πο­λι­τι­κή. Όπως γρά­φει η Τζί­να Πο­λί­τη, η Μα­ρία Νε­φέ­λη εί­ναι «ένα ποί­η­μα που θέ­λει να ζή­σει κα­νείς μα­ζί του ώρες και ώρες […]. Εί­ναι ένα από τα ση­μα­ντι­κό­τε­ρα ποι­ή­μα­τα της επο­χής μας και η απά­ντη­ση στην αγω­νία που πε­ριέ­χει».[17] Πρό­κει­ται για μια αλη­θι­νή, κοι­νω­νι­κή και συγ­χρό­νως οι­κο­λο­γι­κή, κα­ταγ­γε­λία που πραγ­μα­τώ­νε­ται κυ­ρί­ως από τη πιο νέα φω­νή. Στο Κά­θε φεγ­γά­ρι ομο­λο­γεί η Μα­ρία Νε­φέ­λη ανα­γνω­ρί­ζει υπεύ­θυ­νο για αυ­τήν την πα­ρακ­μή τον άν­θρω­πο και κυ­ρί­ως αυ­τούς που στην κοι­νω­νία, πέ­ρα από την επι­φα­νεια­κή τους εμ­φά­νι­ση, εκ­με­ταλ­λεύ­ο­νται την εξου­σία που έχουν:

Εσύ ‘σαι αυ­τός που του ‘ρι­ξαν το δί­χτυ[…]να
τον σκο­τώ­σουν μα κρα­τά­ει μες στο βα­σί­λειό του ακό­μη·
                        που σπρώ­χνει την αγά­πη απ’ το πα­ρά­θυ­ρο κι ύστε­ρα
                        κλαί­γε­ται και λέ­ει ότι τον αδι­κούν οι νό­μοι.

Η κα­τά­στα­ση έφτα­σε πια σε τέ­τοιο ση­μείο που εί­ναι αδύ­να­το για τον άν­θρω­πο να σω­θεί, για­τί έχει “ανα­κα­τώ­σει τό­σο τους και­ρούς που μή­τε ο ίδιος [ξέ­ρει] από που το μή­νυ­μα θα [λά­βει]” (Κά­θε φεγ­γά­ρι ομο­λο­γεί).
Σε αυ­τό τον κό­σμο που βρί­σκε­ται σε διά­λυ­ση, ο Ποι­η­τής αντι­πα­ρα­θέ­τει τον Προ­πα­το­ρι­κό Πα­ρά­δει­σο, την ομορ­φιά και τη νο­σταλ­γία για έναν κό­σμο “των πρώ­των ημε­ρών”. Το κα­κό, ο αλη­θι­νός θά­να­τος (και σε αυ­τό συμ­φω­νούν και οι δύο), εί­ναι μό­νο έρ­γο των αν­θρώ­πων:

Δεν σκαμπάζω γρυ από προπατορικά αμαρτήματα
και άλλα των Δυτικών εφευρήματα.

Όμως αλήθεια εκεί μακριά
στη δροσιά των πρώτων ημερών

πριν από το καλύβι της μητέρας μας
τι ωραία που ήταν!

[…]
ξέροντας πως ο μόνος θάνατος ο μόνος είναι αυτός
που έφτιαξαν με το νου τους οι άνθρωποι

Λό­για που ανα­φέ­ρο­νται στο πα­ρελ­θόν, με νο­σταλ­γία για έναν πρω­τό­γο­νο κό­σμο:

Οι άγγελοι με πειράζανε· πολλές φορές
συναγμένοι γύρω μου ρωτούσανε:

“τι έστιν πόνος;” και “τι νόσος;” και διόλου δεν ήξερα.
Δεν ήξερα δεν είχα καν ποτέ μου ακούσει για

το Δέντρο απ΄όπου μπήκε ο θάνατος στον κόσμο.
Λοιπόν; ΄Ηταν αλήθεια ο θάνατος; Όχι αυτός – o άλλος
που θα΄ρθει με το πρώτο κλάμα του νεογέννητου; ΄Ηταν αλήθεια

το άδικο;

(«Ο Προπατορικός Παράδεισος»)


Πριν από το προ­πα­το­ρι­κό αμάρ­τη­μα, το κα­κό, ο θά­να­τος, η αδι­κία δεν υπήρ­χαν. Εί­ναι λοι­πόν ο κό­σμος των αν­θρώ­πων υπεύ­θυ­νος για την ει­σα­γω­γή τους.
Σε αυ­τά τα λό­για του Αντι­φω­νη­τή-Ποι­η­τή, η γυ­ναι­κεία φω­νή απα­ντά­ει από μια φα­ντα­στι­κή διά­στα­ση με λό­για που μοιά­ζουν να προ­έρ­χο­νται από ένα όνει­ρο, πα­ρό­λο που η ίδια επι­μέ­νει να το αρ­νεί­ται. Μπαί­νει σε ένα χρο­νι­κό χώ­ρο όπου πα­ρελ­θόν και μέλ­λον ανα­κα­τεύ­ο­νται τό­σο πο­λύ που η ίδια μπο­ρεί να μι­λή­σει για ανά­μνη­ση του μέλ­λο­ντος.
Σε αυ­τή τη “μι­σο-ονει­ρι­κή” διά­στα­ση η Μα­ρία Νε­φέ­λη συ­να­ντά­ει τον πρω­το­γε­νή κό­σμο του ποι­η­τή, τον κό­σμο που η ίδια ονο­μά­ζει των “πά­νω αν­θρώ­πων”, των δια­φο­ρε­τι­κών από τους “κά­τω”.
Το “πέν­θος του πα­ρελ­θό­ντος” που κλεί­νει τον Χαρ­τα­ε­τό εί­ναι πι­θα­νόν το πέν­θος για το χα­μό του κό­σμου των “πά­νω αν­θρώ­πων” που κα­τα­λή­γει να συ­μπί­πτει με όσα ανα­φέ­ρει ο Αντι­φω­νη­τής, το χώ­ρο του απεί­ρου, ένα χώ­ρο υπε­ράν­θρω­πο:”Το άπει­ρο υπάρ­χει για μας/όπως η γλώσ­σα για τον κω­φά­λα­λο” (Eau de Verveine). Αυ­τή εί­ναι η εξή­γη­ση για τη λαν­θα­σμέ­νη αντί­λη­ψη του χώ­ρου-χρό­νου:

δεν είναι πάντα πιο μικρό το σπίτι απ΄το βουνό
δεν είναι πάντα πιο μεγάλος από το λουλούδι ο άνθρωπος

λανθασμένες είναι όλες οι αποστάσεις
που μας δίνει το μάτι και άδικα πιστεύω

καυχησιολογούμε λέγοντας
«ο κόσμος είναι αυτός».

(«Η Άνω Ταρκινία»)

Η αντί­θε­ση και η από­στα­ση ανά­με­σα στις δύο φω­νές γί­νο­νται ιδιαί­τε­ρα έντο­νες κά­ποιες φο­ρές, όπως στην αντι­πα­ρά­θε­ση που έχου­με στους στί­χους της Electra bar και της Παρ­θε­νο­γέ­νε­σης, τό­σο σε λε­κτι­κό όσο και σε ση­μα­σιο­λο­γι­κό επί­πε­δο. Το βλέμ­μα του ποι­η­τή κοι­τά­ζει ψη­λά, όπως λέ­ει και ο Πλά­τω­νας “πέ­ρα από τα όρια του αέ­ρα”, όχι μό­νο πέ­ρα από τη γη αλ­λά και πέ­ρα από τους ου­ρα­νούς[18] και μπαί­νει σε μία τρί­τη κα­τά­στα­ση του πνεύ­μα­τος όπου, σύμ­φω­να με όσα γρά­φει ο ίδιος ο Ελύ­της[19], τα αντί­θε­τα παύ­ουν να υπάρ­χουν. Αυ­τό ση­μαί­νει ότι σε αυ­τή τη διά­στα­ση χω­ρά­ει και η Μα­ρία Νε­φέ­λη, πα­ρ’ όλη την τε­λεί­ως δια­φο­ρε­τι­κή αντί­λη­ψη ζω­ής που έχει και μο­λο­νό­τι πως η ίδια ψά­χνει τη λύ­ση όλων των προ­βλη­μά­των κά­τω απ’ την επι­φά­νεια της γης. Η Γη απο­κα­λύ­πτε­ται με­γά­λη, ιδω­μέ­νη από εκεί κά­τω, αλ­λά εί­ναι ακρι­βώς αυ­τή η κα­τά­στα­ση των “εντα­φια­σμέ­νων” που δη­μιουρ­γεί μια κραυ­γή δια­μαρ­τυ­ρί­ας, μια επι­θυ­μία για ένα κοί­ταγ­μα πιο πέ­ρα, για μια με­γα­λύ­τε­ρη τόλ­μη: “Κά­τι άλ­λο ας τολ­μή­σου­με οι εντα­φια­σμέ­νοι” (Electra bar).

Ήδη στο ποί­η­μα Πά­τμος η ίδια, αν και “σβη­σμέ­νη” “μες στα ού­ζα και στα εγ­γλέ­ζι­κα”, βου­λιά­ζει στη φύ­ση ενός πε­τρα­δε­ρού νη­σιού. Ο κό­σμος και η γλώσ­σα της εί­ναι αναμ­φι­σβή­τη­τα δια­φο­ρε­τι­κά (Πά­νο­πλη με δε­κά­ξι απο­σκευ­ές με sleeping bags και χάρ­τες / πλα­στι­κούς σάκ­κους κο­ντά­με­τρα και τη­λε­ο­πτι­κούς φα­κούς/ κι­βώ­τια με φιά­λες με­ταλ­λι­κό νε­ρό) και πα­ρό­λο που η φύ­ση για την οποία μας μι­λά­ει εί­ναι άλ­λη, το απο­τέ­λε­σμα εί­ναι το ίδιο. Ένα “με­ρά­κι αλ­λό­κο­το”, μία ηχώ του βα­θύ­τε­ρου και σκο­τει­νό­τε­ρου εαυ­τού της αρ­χί­ζει ν’α­να­δύ­ε­ται και εμ­φα­νί­ζε­ται μια εξα­γνι­στι­κή πρό­θε­ση που την σπρώ­χνει να πλύ­νει “προ­σε­χτι­κά”, και “με στορ­γή” τις ου­λές που εί­χαν αφή­σει πά­νω της“οι δα­γκω­νιές του Αό­ρα­του”.

Με­τά από αυ­τές τις οξεί­ες αντι­πα­ρα­θέ­σεις, ως φυ­σι­κή συ­νέ­πεια ενός εποι­κο­δο­μη­τι­κού δια­λό­γου, που δεν απο­κλεί­ει τη δυ­να­τό­τη­τα μιας συ­νά­ντη­σης δια­φο­ρε­τι­κών τρό­πων ύπαρ­ξης και σκέ­ψης, η ίδια, που υπο­στή­ρι­ζε με σθέ­νος μια ζωή στο πα­ρόν, μέ­ρα με τη μέ­ρα, χω­ρίς το βά­ρος του πα­ρελ­θό­ντος, θα φτά­σει τε­λι­κά να αναι­ρέ­σει την ύπαρ­ξή του πα­ρό­ντος:

Το παρόν είναι ανύπαρκτο και τα μισά
μαλλιά μου κιόλας κάπου αλλού
σ᾽ εποχές άλλες κυματίζουν.
(«Djenda»)

Ο εσω­τε­ρι­κός κό­σμος της, πνιγ­μέ­νος βα­θιά στο υπο­συ­νεί­δη­το, μέ­σα από τη συ­νά­ντη­ση με τον Αντι­φω­νη­τή, σι­γά σι­γά ανα­δύ­ε­ται, πα­ρό­λο που αυ­τή η νέα κα­τά­στα­ση συ­νε­χί­ζει να της εί­ναι ξέ­νη:

Επάνω κει ξύπνησα μες στο ξένο σπίτι·
πασπατεύοντας μέσα στα σκοτεινά το χέρι μου
Πάτμος»)

Εί­ναι η κα­το­πτρι­κή αί­σθη­ση που έχει και ο ποι­η­τής, κρυμ­μέ­νος στο εσω­τε­ρι­κό κό­σμο του, ξέ­νος στην γή­ι­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα:

Δύσκολο δύσκολο της γης το πέρασμα
[…]
Μέσα στον εαυτό μου τόσο κρύφθηκα
[…]
πρώτον διότι κυνηγούσα το Άπιαστο
και δεύτερον γιατ’ήμουν είδος Άμοιαστο

Το τραγούδι του ποιητή»)

Λό­για που προ­α­ναγ­γέλ­λουν τους αρ­χι­κούς στί­χους στο «Ρή­μα το σκο­τει­νόν»:

Εί­μαι άλ­λης γλώσ­σας, δυ­στυ­χώς, και Ηλί­ου του Κρυ­πτού ώστε
Οι όχι ενή­με­ροι των ου­ρα­νί­ων να μ’ αγνο­ούν

Μο­λα­ταύ­τα, και πα­ρ’ό­λες τις πι­θα­νές αντι­φά­σεις, αυ­τή η συλ­λο­γή του Ελύ­τη μοιά­ζει να πραγ­μα­το­ποιεί τη ρο­πή και την επι­θυ­μία που συ­να­ντά­με σε όλη την ποί­η­σή του: να βγει από αυ­τό που πολ­λοί εί­δαν ως τον γυά­λι­νο πύρ­γο του και, με­τά από ένα βα­θύ σκά­ψι­μο στον εσω­τε­ρι­κό κό­σμο του και με το βλέμ­μα στραμ­μέ­νο προς τα ψη­λά, πέ­ρα των ου­ρα­νών, να μπο­ρεί επι­τέ­λους να συ­να­ντή­σει τον άλ­λο, να συμ­με­ρί­ζε­ται και άλ­λους τρό­πους ζω­ής και σκέ­ψης, να εί­ναι ανοι­χτός στο διά­λο­γο και στη σύ­γκρι­ση, χω­ρίς να απορ­ρί­πτει την άλ­λη διά­στα­ση του εαυ­τού του, που η απάρ­νη­ση της θα τον οδη­γού­σε στο θά­να­το από «ου­ρα­νι­κή ασι­τία» (Ich sehe dich). Έτσι αρ­χί­ζει το υπε­ρου­ρά­νιο τα­ξί­δι του, πέ­ρα από τον «φρά­χτη του ήχου» και, με τη τα­χύ­τη­τα αστρα­πής της ποί­η­σης και μό­νο της ποί­η­σης, ο Αντι­φω­νη­τής παίρ­νει μα­ζί του τη Μα­ρία Νε­φέ­λη που τώ­ρα μπο­ρεί να τον ακο­λου­θή­σει, λυ­τρω­μέ­νη πια από την «γή­ι­νη οί­η­ση» που της εί­ναι πλέ­ον πε­ριτ­τή (Ich sehe dich).

 Οδυσσέας Ελύτης: Στίχοι και αποφθέγματά του* 

  
Θα πενθώ πάντα -μ' ακούς;- για σένα, μόνος, στον Παράδεισο.
 
18 του Μάρτη 1996 έφυγε ο μεγάλος μας ποιητής...
elitis

Διαβάζω μέσα στο νερό
 το άλφα το βήτα και το ρω
Τα δυο γυμνά σου πόδια
τους κήπους με τα ρόδια

 
 

Σ’ έκανα πουκάμισό μου
 σε φορώ και περπατάω
 Με το σώμα το μισό μου
 στο δικό σου που κρατάω

(Τα ρω του έρωτα)



 
 

Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις.





 

Πιάσε το ΠΡΕΠΕΙ από το ιώτα και γδάρε το ίσαμε το πι.




Είναι διγαμία ν’ αγαπάς και να ονειρεύεσαι.

 



Βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις,
όμως για λίγη περηφάνια το άξιζε.



Θυμᾶμαι ἦταν Ἀπρίλης ὅταν ἔνιωθα πρώτη
φορ
ά τὸ ἀνθρώπινο βάρος σου.

Τὸ ἀνθρώπινο σῶμα σου πηλὸ κι ἁμαρτία
Ὅπως τὴν πρώτη μέρα μας στὴ γῆ.
Γιόρταζαν οἱ ἀμαρυλλίδες – Μὰ θυμᾶμαι πόνεσες
Ἤτανε μία βαθιὰ δαγκωματιὰ στὰ χείλια
Μία βαθιὰ νυχιὰ στὸ δέρμα κατὰ κεῖ ποὺ
χαράζεται παντοτινὰ ὁ χρόνος.

(Προσανατολισμοί)




Την αλήθεια την «φτιάχνει» κανείς ακριβώς όπως φτιάχνει και το ψέμα



Η λύπη ομορφαίνει επειδή της μοιάζουμε.



Κάνε άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά.



Το «κενό» υπάρχει όσο δεν πέφτεις μέσα του.



Όταν ακούς «τάξη», ανθρωπινό κρέας μυρίζει.



Ὢ σῶμα τοῦ καλοκαιριοῦ γυμνὸ καμένο
Φαγωμένο ἀπὸ τὸ λάδι κι ἀπὸ τὸ ἀλάτι
Σῶμα τοῦ βράχου καὶ ῥῖγος τῆς καρδιᾶς
Μεγάλο ἀνέμισμα τῆς κόμης λυγαριᾶς
Ἄχνα βασιλικοῦ πάνω ἀπὸ τὸ σγουρὸ ἐφηβαῖο
Γεμᾶτο ἀστράκια καὶ πευκοβελόνες
Σῶμα βαθὺ πλεούμενο τῆς μέρας!

(Σώμα του καλοκαιριού)




Χαράξου κάπου με οποιονδήποτε τρόπο και μετά πάλι σβήσου με γενναιοδωρία…




Και η Ποίηση πάντοτε είναι μία όπως ένας είναι ο ουρανός. Το ζήτημα είναι από πού βλέπει κανείς τον ουρανό.

Εγώ τον έχω δει από καταμεσίς της θάλασσας.




Για να πατάς στέρεα στη γη, πρέπει το ένα πόδι σου να είναι έξω από τη γη.




Όταν η συμφορά συμφέρει, λογάριαζέ την για πόρνη.




Με τις ξόβεργες μπορεί να πιάνεις πουλιά, αλλά δεν πιάνεις ποτέ το κελαηδητό τους. Χρειάζεται η άλλη βέργα, της μαγείας, και ποιος μπορεί να την κατασκευάσει αν δεν του ’χει από μιας αρχής δοθεί;




Επειδή σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ’ αχανή σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά – κι έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Μέσ’ από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε
Ακουστά σ’ έχουν τα κύματα
Πως χαϊδεύεις, πως φιλάς
Πως λες ψιθυριστά το «τι» και το «ε»
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά

(Μονόγραμμα)




Από τον Θεό τραβιέται ο άνθρωπος όπως ο καρχαρίας από το αίμα.




Το άπειρο υπάρχει για μας όπως η γλώσσα για τον κωφάλαλο.



Μια νομοθεσία εντελώς άχρηστη για τις Εξουσίες θα ‘τανε αληθινή σωτηρία.




Αρκετά λατρέψαμε τον κίνδυνο κι είναι καιρός να μας το ανταποδώσει.



Τη μαγεία δεν την πιάνεις με την ερμηνεία της μαγείας, πόσο μάλλον με την περιγραφή της ερμηνείας της μαγείας. Ή κελαηδάς ή σωπαίνεις. Δε λες: αυτό που κάνω είναι κελαηδητό!



Δυστυχώς και η Γη με δικά μας έξοδα γυρίζει.



Η αλήθεια βγαίνει χυτή σαν το νιόκοπο άγαλμα, μόνο μέσ’ από τα καθάρια νερά της μοναξιάς· κι η μοναξιά της πένας είναι από τις πιο μεγάλες.



Ο Νόμος που είμαι δεν θα με υποτάξει.



Αλλά κάτεχε ότι μονάχα κείνος που παλεύει το σκοτάδι μέσα του θα ‘χει μεθαύριο μερτικό δικό του στον ήλιο.



Ναι, ο Παράδεισος δεν ήταν μια νοσταλγία.
Ούτε, πολύ περισσότερο, μια ανταμοιβή.
Ήταν ένα δικαίωμα.



Πριν απ’ τα μάτια μου ήσουν φως.
Πριν απ’ τον Έρωτα έρωτας
Κι όταν σε πήρε το φιλί,
Γυναίκα...



Ό,τι αγαπώ γεννιέται αδιάκοπα
Ό,τι αγαπώ βρίσκεται στην αρχή του πάντα.



Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη –
Μα πού γύριζες;



Όπως σε ξέρει το φιλί κανένας δε σε ξέρει.



Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε
μπήκαμε μες στα όλα και περάσαμε
Κι έχουμε στο κατάρτι μας βιγλάτορα
παντοτινό τον Ήλιο τον Ηλιάτορα!



Χίλιοι δυο παραφυλάνε σε κοιτάν και δεν μιλάνε.
Είσαι σήμερα μονάρχης κι ώσαμ’ αύριο δεν υπάρχεις...



Ο Αύγουστος ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά. Κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά.



Ένα σώμα γυμνό είναι η μοναδική προέκταση της νοητής γραμμής που μας ενώνει με το μυστήριο.




Ο ήλιος σκάει μέσα μας κι εμείς κρατάμε την παλάμη στο στόμα έντρομοι...

 

 

Τετάρτη 1 Μαρτίου 2023

Eγώ δεν είμαι Πλεύρης… Ο Καραμανλής, περί εθνικής ανεξαρτησίας, κορονοφασισμού και ολιγαρχών της νέας τάξης!

Eγώ δεν είμαι Πλεύρης…

Ο Καραμανλής, o Spectator και αυτό που συμβαίνει στον πλανήτη

      

Tρίτη 21 Φεβρουαρίου 2023.

-Εγώ δεν είμαι Πλεύρης να απαιτώ να εμβολιαστούν οι συμπολίτες μου την ώρα που βλέπω να πεθαίνουν ο ένας μετά τον άλλο από τα προκατασκευασμένα εμβόλια ενός εργαστηριακού ιού που πετάχθηκε από τις ελίτ εναντίον του δυτικού κόσμου…Εγώ δεν θα συμπράξω σε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας όπως είναι ο έλεγχος και η μείωση του πληθυσμού…

By The Wrong Man

Με αυτές τις σκέψεις ο ανιψιός του πρωθυπουργού που έβαλε τη χώρα στην Ε.Ε. αποχαιρέτησε το σημερινό κόμμα της ΝΔ αλλά δεν είναι βέβαιο ότι αποχαιρετά ταυτόχρονα και την πολιτική καθώς οι εξελίξεις του κοντινού μέλλοντος θα οδυνηρά δραματικές για τα αντίπαλα στρατόπεδα καθώς πλέον τα πρόσωπα πίσω από τη κουρτίνα δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν.

Η με κάθε τρόπο επιχείρηση μείωσης του πληθυσμού με εργαλειοποίηση των ελεγχόμενων κυβερνήσεων (και των αρμοδίων υπουργών) είναι πλέον πασιφανής. Το ξέσπασμα της εν βρασμώ κοινωνίας, οι διαστάσεις του και οι συνέπειές του δεν μπορούν να προβλεφθούν.

Σας θυμίζουμε μία από τις τελευταίες εμφανίσεις του Καραμανλή στα Ανώγεια στην εκδήλωση μνήμης του Γιάννη Κεφαλογιάννη και τα σχετικά σχόλια του Κουρδιστού Πορτοκαλιού>

Τον χειροκροτούσαν για σχεδόν 5′ ως αντίδραση στον Κυριάκο. Ο ίδιος κάτι προσπάθησε να ψελλίσει αλλά έντρομος απ΄όσα διαισθάνεται ότι συμβαίνουν στο κόσμο τις μικρές ώρες της νύχτας και καθώς ο παφλασμός των κυμάτων της Ραφήνας συνοδεύει τις σκέψεις του εξήντλησε το ακροατήριο στο γνωστό εθνικό θέμα με τη Τουρκία.

-Με εκπτώσεις σε θέματα εθνικής κυριαρχίας δεν εξαγοράζεται η ειρήνη. Το αντίθετο. Οι εκπτώσεις τέτοιου είδους απλώς μεγαλώνουν την βουλιμία και εντείνουν τις ηγεμονικές επιδιώξεις και τον επεκτατισμό των γειτόνων…Οι ΗΠΑ δεν έχουν κίνητρο για ειρήνη στην Ευρώπη. Η ΕΕ πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία…

O Kώστας Καραμανλής υποδύεεται ή αγνοεί ότι ΗΠΑ και η Ε.Ε. ταυτίζονται πλήρως. Οσο για μία πίθανή σύγκρουση Ελλάδας-Τουρκίας είναι κάτι παραπάνω από επιθυμητή για ευνόητους λόγους.

Ο κ. Καραμανλής πολύ σωστά κάνει και διαβάζει Κουρδιστό Πορτοκάλι. Διαβάζοντάς μας έχει κάποιες πιθανότητες επιβίωσης.

Ο Joel Kotkin-συνέχισε ο Καραμανλής-, διάσημος οικονομολόγος και κοινωνιολόγος σε άρθρο του στο συντηρητικό περιοδικό “Spectator” τόνιζε στις 7 Ιανουαρίου 2022 : «Η νέα απολυταρχία αναδύεται από μια αδυσώπητη συγκέντρωση πλούτου που έχει δημιουργήσει μια νέα πάμπλουτη ελίτ. Η οικονομική κληρονομιά της τελευταίας δεκαετίας είναι η υπερβολική εταιρική ενοποίηση, μια μαζική μεταφορά πλούτου στο ανώτερο 1% από την μεσαία τάξη».

(Το Κουρδιστό Πορτοκάλι ήταν το μόνο ΜΜΕ που αναφέρθηκε στο συγκεκριμένο άρθρο και φυσικά το αποδώσαμε στα ελληνικά.)


Είναι αλήθεια ότι η κατανομή του πλούτου περιορίζεται διαρκώς σε λιγότερα χέρια και εξωθούνται στο περιθώριο ολοένα και περισσότερες κοινωνικές ομάδες που ανήκουν στα αστικά-μικροαστικά στρώματα-συνέχισε ο κ. Καραμανλής.

“Υγιής όμως δημοκρατία χωρίς κοινωνική συνοχή δεν είναι εφικτή. Προοπτική ηρεμίας και ομαλότητας με αποκλεισμούς και στέρηση της ελπίδας από τους πολλούς για ένα καλύτερο αύριο, είναι όνειρο θερινής νυκτός.

Αφ΄ ετέρου τα όσα διαδραματίζονται στον χώρο της ενημέρωσης. Δεν ήταν ασύνηθες σε καιρό πολέμου η πληροφόρηση σε ένα βαθμό να είναι ελεγχόμενη, το φαινόμενο όμως απροσχημάτιστης προπαγάνδας και διασποράς fake news είναι ανησυχητικό.

Αν σ΄αυτό προστεθούν τα ήδη εξαπλούμενα φαινόμενα του ανεξέλεγκτου λαϊκισμού στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο αυθαίρετος αποκλεισμός της αντίθετης άποψης, η υπερσυσσώρευση ισχύος στην ενημέρωση σε λίγα ιδιωτικά χέρια, η κατάσταση επιδεινώνεται κατά πολύ…”

Καλά, εδώ χάνεται η μπάλα Κώστα, αλλά ας το αφήσουμε αυτό με την έννοια ότι θέλει πολύ μελέτη για να διακρίνεις τα fake news και τις θεωρίες συνομωσίας από μια πραγματική συνομωσία. Είναι και Ιούνιος, έχουν σφίξει και οι ζέστες οπότε συνιστάται το να πάτε αδιάβαστοι στο προορισμό σας.

Ακολουθεί το άρθρο του Τhe Spectator και όπως θα διαπιστώσετε αφήσαμε για το τέλος της ανάρτησης το λόγο που ο Joe Biden έχει πολύ πιο σοβαρά πράγματα να ασχοληθεί από μία καλοδεχούμενη ανάφλεξη Ελλάδας-Τουρκίας η οποία θα συνέβαλε περαιτέρω στην συρρίκνωση του πληθυσμού.

Λοιπόν πάρτε βαθιές ανάσες (θα σας χρειαστούν) και διαβάστε το άρθρο που ακολουθεί. Μπορείτε να το διαβάσετε και απευθείας στα αγγλικά στη Ναυαρχίδα των Συντηρητικών του πλανήτη, o The Spectator.


Σε αυτό το άρθρο αναφέρθηκε ο Κώστας με το θρυλικό επώνυμο Καραμανλής, όπως Ματαφιάς.

Το άρθρο έχει μια βαριά υπογραφή.

Toυ Joel Kotkin. Eίναι αυτός εδώ>

Biography

Described by the New York Times as “America’s uber-geographer,” Joel Kotkin is an internationally-recognized authority on global, economic, political and social trends. His new book, The Human City: Urbanism for the Rest of Us, was published last year by Agate Press. He is co-editor , with Alan Berger of MIT, of the forthcoming book Infinite Suburbia, a book of essays by 52 authors.

Mr. Kotkin is the Presidential Fellow in Urban Futures at Chapman University in Orange, California and Executive Director of the Houston-based Center for Opportunity Urbanism (opportunityurbanism.org). He is Senior Advisor to the Kem C. Gardner Policy Institute. He is Executive Editor of the widely read website www.newgeography.com and writes the weekly “New Geographer” column for Forbes.com. He is a regular contributor to the Daily Beast and Real Clear Politics.

He is the author of seven previously published books, including the widely praised The New Class Conflict (Telos Press), which describes the changing dynamics of class in America.

Other past books include The Next Hundred Million: America in 2050, published by The Penguin Press. The book explores how the nation will evolve in the next four decades. The City: A Global History and Tribes: How Race, Religion and Identity Are Reshaping the Global Economy, were also published in numerous languages including Spanish, Chinese, Korean, Japanese, German and Arabic.

Mr. Kotkin has published reports on topics ranging from the future of class in global cities to the places with the best opportunities for minorities. His 2013 report, “Post- familialism: Humanity’s Futurean examination of the world’s future demography, was published by the Civil Service College of Singapore and Chapman University and has been widely commented on not only in the United States, but in Israel, Brazil, Canada and other countries.

Over the past decade, Mr. Kotkin has completed studies focusing on several major cities, including a worldwide study focusing on the future of London, Mumbai and Mexico City, and studies of New York, Los Angeles, New Orleans, Houston, San Bernardino and St. Louis, among others. In 2010 he completed an international study on “the new world order” for the Legatum Institute in London, UK that traced trans-national ethnic networks, particularly in East Asia. He also has worked in smaller communities, including a report -working with Praxis Strategy Group – on the rise of the Great Plains for Texas Tech University.

Kotkin has finished major studies on Texas urbanism, the future of localism and the re-industrialization of the American heartland for the Center for Opportunity Urbanism. As director of the Center for Demographics and Policy at Chapman, he was the lead author of a major study on housing, and is currently involved in a project about the future of Orange County, CA that will be completed this winter.

(Θα έχει “ρυθμίσει” τους υπηκόους της από τη γέννηση τους έτσι ώστε «να μεγαλώνουν αγαπώντας τη δουλεία τους» και «να μην ονειρεύονται ποτέ μία επανάσταση»)

Welcome to the end of democracy

[A rising tide of money and administrative power defines the rising autocracy]

Λυπάμαι τους ανθρώπους που ζουν σε απολυταρχικά καθεστώτα στη Λατινική Αμερική, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική, τη Ρωσία και την Κίνα, αλλά οι ίδιοι αγνοούν σε μεγάλο βαθμό την αυταρχική τάση που αρχίζει να επικρατεί στη Δύση.
Του Joel Kotkin/The Spectator

[Aπόδοση>Κουρδιστό Πορτοκάλι]

Λυπάμαι τους ανθρώπους που ζουν σε απολυταρχικά καθεστώτα στη Λατινική Αμερική, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική, τη Ρωσία και την Κίνα, αλλά οι ίδιοι αγνοούν σε μεγάλο βαθμό την αυταρχική τάση που αρχίζει να επικρατεί στη Δύση.

Εδώ, μην περιμένετε μια ωμά αποτελεσματική δικτατορία όπως περιγράφεται στο 1984 του Orwell: Mπορεί να παραμείνουμε, όπως είμαστε τώρα, ονομαστικά πολίτες της Δημοκρατίας, αλλά κυβερνιόμαστε από μια τεχνοκρατική τάξη εξουσιοδοτημένη από μεγαλύτερες δυνάμεις επιτήρησης από αυτές που απολαμβάνουν ακόμη και οι πιο θορυβώδεις δικτατορίες.

Η νέα απολυταρχία αναδύεται από μια αδυσώπητη συγκέντρωση πλούτου που έχει δημιουργήσει μια νέα και υπέροχα πάμπλουτη ελίτ. Πριν από πέντε χρόνια, περίπου τετρακόσιοι δισεκατομμυριούχοι κατείχαν το ήμισυ των περιουσιακών στοιχείων όλου του κόσμου. Σήμερα, μόνο εκατό δισεκατομμυριούχοι κατέχουν αυτό το μερίδιο και η Oxfam υπολογίζει τώρα αυτόν τον αριθμό σε μόλις είκοσι έξι.

Στη σοσιαλιστική Κίνα, το ανώτατο 1% του πληθυσμού κατέχει περίπου το ένα τρίτο του πλούτου όλης της χώρας, από 20% πριν από δύο δεκαετίες. Από το 1978, ο συντελεστής Gini της Κίνας, που μετρά την ανισότητα στην κατανομή του πλούτου, έχει τριπλασιαστεί.

Μια έκθεση του ΟΟΣΑ που δημοσιεύτηκε πριν από την πανδημία της Covid-19 διαπιστώνει ότι σχεδόν παντού, το μερίδιο του λιγότερο πλούσιου εθνικού πλούτου έχει μειωθεί. Αυτές οι τάσεις μπορούν να παρατηρηθούν ακόμη και σε σοσιαλδημοκρατίες όπως η Σουηδία και η Γερμανία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως το έθεσε συνοπτικά ο συντηρητικός οικονομολόγος John Michaelson το 2018, η οικονομική κληρονομιά της τελευταίας δεκαετίας είναι η «υπερβολική εταιρική ενοποίηση, μια μαζική μεταφορά πλούτου στο ανώτερο 1% από τη μεσαία τάξη».

Αυτή η διαδικασία έχει αναπτυχθεί τόσο στην πραγματική όσο και στην ψηφιακή οικονομία. Στη Μεγάλη Βρετανία, όπου οι τιμές της γης έχουν αυξηθεί δραματικά την τελευταία δεκαετία, λιγότερο από το 1% του πληθυσμού κατέχει το ήμισυ του συνόλου της γης. Στην ευρωπαϊκή ήπειρο συνολικά, οι γεωργικές εκτάσεις πέφτουν ολοένα και περισσότερο στα χέρια ενός μικρού στελέχους ιδιοκτητών εταιρειών και των υπερ-πλούσιων.

Στην Αμερική, ο μεγαλύτερος κάτοχος γεωργικής γης είναι ο Bill Gates με 200.000 στρέμματα, ενώ ο Ted Turner και ο John Malone είναι επικεφαλής σε κτήματα άνω των δύο εκατομμυρίων στρεμμάτων ο καθένας, δηλαδή μεγαλύτερων σε έκταση από αρκετές αμερικανικές πολιτείες.

Καθώς η παγκόσμια περιουσία έχει συγκεντρωθεί σε ελάχιστους, οι μικροϊδιοκτήτες δέχονται αυξημένη πίεση. Η Αυστραλία απολάμβανε ιστορικά υψηλά ποσοστά ιδιοκτησίας ακινήτων, αλλά το ποσοστό μεταξύ των εικοσιπέντε έως τριάντα τεσσάρων ετών μειώθηκε από το περισσότερο του 60% το 1981 σε μόλις 45% το 2016. Το ποσοστό των κατοικιών στην Αυστραλία έχει πέσει κατά 10% τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια.

Η Morgan Stanley προβλέπει ότι οι ΗΠΑ σύντομα θα γίνουν κυρίως μια «κοινωνία ενοικιαστών», καθώς οι εταιρείες της Wall Street επιδιώκουν να μετατρέψουν τα σπίτια, τα έπιπλα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης σε προϊόντα ενοικίασης.

Η ψηφιακή οικονομία κυριαρχείται ομοίως από μια μικρή ομάδα εταιρειών κολοσσών. Αυτές, ασκούν μαζί τον έλεγχο έως και 90% των κρίσιμων αγορών, όπως βασικών λειτουργικών συστημάτων υπολογιστών, μέσων κοινωνικής δικτύωσης, διαφήμισης στο διαδίκτυο και πωλήσεων βιβλίων.

Καθώς δεν είναι πλέον ικανοποιημένη με τον έλεγχο των αγωγών, η τεχνολογική ολιγαρχία που αυξάνεται, εξαγοράζει παλιά ειδησεογραφικά πρακτορεία και «επιμελείται» τις ειδήσεις σύμφωνα με τα γούστα της. Κυριαρχεί ολοένα και περισσότερο στην mainstream ψυχαγωγία: Η πώληση της MGM στην Amazon είναι απλώς το πιο πρόσφατο παράδειγμα της κατάκτησης και της εδραίωσης στα μέσα επικοινωνίας.

Όπως οι βάρβαροι πρίγκιπες που διαμόρφωσαν τον Μεσαίωνα, οι νέοι ολιγάρχες κατάφεραν να καταλάβουν τα φέουδα τους με μικρή αντίσταση από τις αδύναμες κεντρικές κυβερνήσεις. Η πανδημία επιτάχυνε αυτή τη διαδικασία. Τα lockdown και οι περιορισμοί στην κινητικότητα αποδείχτηκαν ευεργέτημα για εταιρείες τεχνολογίας όπως η Google, των οποίων τα κέρδη διπλασιάστηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Σε αυτό το άκρως ρυθμιζόμενο περιβάλλον, οι πλούσιοι της τεχνολογίας έχουν γίνει απλώς πλουσιότεροι: Επτά από τους δέκα πλουσιότερους Αμερικανούς προέρχονται από τον τεχνολογικό τομέα. Η Apple, με ορισμένους υπολογισμούς, αξίζει τώρα περισσότερο από ολόκληρη τη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι ήδη υπέρ-πλούσιοι έχουν γίνει ακόμα πλουσιότεροι. Μόνο ο Jeff Bezos είδε την καθαρή του περιουσία να εκτινάσσεται κατά περίπου 34,6 δισεκατομμύρια δολάρια (25 δισεκατομμύρια £) τους δύο πρώτους μήνες της πανδημίας, ενώ η εταιρεία του απολαμβάνει συνεχή αύξηση εσόδων και κερδών.

Καθώς η μισθοδοσία των στελεχών στο τομέα της τεχνολογίας έφτασε στη στρατόσφαιρα των οικονομικών μεγεθών, οι μικρές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν αυτό που το Harvard Business Review αποκαλεί «υπαρξιακή απειλή». Οι ειδικοί προειδοποιούν τώρα ότι το ένα τρίτο των μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες αποτελούν την πλειοψηφία των αμερικανικών εταιρειών και απασχολούν σχεδόν τους μισούς εργαζόμενους, θα μπορούσαν τελικά να κλείσουν οριστικά.

Εκατοντάδες χιλιάδες έχουν ήδη εξαφανιστεί, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν των μισών από όλες τις επιχειρήσεις που ανήκουν σε μαύρους. Ιδιαίτερη ζημιά έχουν υποστεί οι μικροέμποροι κατά μήκος της Main Street και όσοι εργάζονται για αυτούς, όπως οι εργαζόμενοι σε εστιατόρια και στη φιλοξενία.

Η παλιά μεσαία τάξη αγωνίζεται να ανταγωνιστεί τις διαδικτυακές πλατφόρμες. Όπως έκαναν τα μεγάλα καταστήματα για δεκαετίες, η Amazon χρησιμοποιεί τη διαπραγματευτική της δύναμη για να ελαχιστοποιήσει τα ζητήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας μισθώνοντας τα δικά της πλοία και χρησιμοποιώντας μοχλεύσεις προκειμένου να εξασφαλίσει αντικείμενα που δεν μπορούν να αποκτήσουν οι μικρότερες εταιρείες.

Παρόμοια ενοποίηση σημειώνει και η περιουσία. Καθώς η ευημερία της μεσαίας τάξης παραπαίει στη Βρετανία, οι πλούσιες σε μετρητά τράπεζες επιδιώκουν να καταβροχθίσουν την αναδυόμενη αγορά σε αναξιοπαθούντα ακίνητα, διαμερίσματα και ακόμη και μονοκατοικίες. Εν τω μεταξύ, τα μεγάλα σπίτια του κεντρικού Λονδίνου αποκαθίστανται σε βικτοριανή χλιδή από Ρώσους, Κινέζους και Άραβες επενδυτές.

Οι πολιτικές για την αλλαγή του κλίματος θα μπορούσαν επίσης να καλλιεργήσουν τη νέα αυτοκρατορία για μια γενιά. Καθώς οι ολιγάρχες της τεχνολογίας και το οικονομικό κατεστημένο εφαρμόζουν την ιδέα του Davos για μια Μεγάλη Επαναφορά, θα αναγκάσουν σε ένα γρήγορο τέλος τα ορυκτά καύσιμα. Υπάρχουν τεράστιες ευκαιρίες για μεγάλες επενδύσεις από υπερπλούσιες εταιρείες και κερδοσκόπους στην «πράσινη οικονομία», όλα δυνατά με φορολογικές ελαφρύνσεις, δάνεια και εγγυημένες πωλήσεις σε κυβερνητικές μονάδες.

Αυτή η κατάσταση υπόσχεται να δημιουργήσει μια νέα σοδειά μεγαδισεκατομμυριούχων όπως ο Elon Musk, ο πλουσιότερος σήμερα άνθρωπος του κόσμου. Στην εποχή των σούπερ-επιδοτήσεων, ένας απρόβλεπτος κατασκευαστής ηλεκτρικών οχημάτων όπως η Rivian, που έχει αμελητέες πωλήσεις και σταθερές απώλειες, μπορεί να αποτιμηθεί υψηλότερα από τη General Motors, η οποία πουλά σχεδόν επτά εκατομμύρια αυτοκίνητα και έχει 122 δισεκατομμύρια δολάρια (90 δισεκατομμύρια £) έσοδα κάθε χρόνο.

Στον Πράσινο Καπιταλισμό, ο Βρετανός μαρξιστής James Heartfield χαρακτηρίζει αυτόν τον «σοσιαλισμό λιτότητας»: Θερισμός κυβερνητικών διαταγμάτων σε αντίθεση με την πραγματική παραγωγή πραγματικών αγαθών. Ωραία δουλειά αν μπορείς να την αποκτήσεις…

Για τη μεσαία και εργατική τάξη, ωστόσο, η Μεγάλη Επαναφορά μπορεί να αποδειχθεί κάπως λιγότερο ελπιδοφόρα, αν όχι καταστροφική. Για τους περισσότερους ανθρώπους, σημειώνει ο Eric Heymann, ανώτερος οικονομολόγος της Deutsche Bank Research, η ταχεία «πράσινη» μετάβαση θα σημάνει «αισθητή απώλεια ευημερίας και θέσεων εργασίας». Η συνειδητή πολιτική της αποανάπτυξης ως μέσου για τη βίαιη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα απαιτήσει να βγουν οι περισσότεροι άνθρωποι από τα αυτοκίνητά τους και να αναγκαστούν να ταξιδεύουν πολύ λιγότερο και να ζουν σε μικροσκοπικά διαμερίσματα.

Η επιβολή θα είναι αναγκαστικά παρεμβατική επίσης. Οι δημιουργοί των συγκεκριμένων σχεδίων στο Ηνωμένο Βασίλειο και αλλού πιέζουν για οικογενειακούς «προϋπολογισμούς άνθρακα». Προσθέστε τεχνολογία επιτήρησης και καταλήγουμε σε κάτι παρόμοιο με το σύστημα «κοινωνικής πίστωσης» της Κίνας, στο οποίο το δικαίωμά σας στην ελεύθερη κυκλοφορία υπόκειται στην έγκριση της κυβέρνησης.

Οι νέοι απειλούνται ιδιαίτερα από αυτές τις αλλαγές καθώς αντιμετωπίζουν ήδη πολύ δυσκολότερες προοπτικές από οποιαδήποτε μεταπολεμική γενιά. Λίγοι περιμένουν τα πράγματα να βελτιωθούν: Στις χώρες με υψηλότερο εισόδημα, περίπου τα δύο τρίτα των ανθρώπων που ερωτήθηκαν από την Pew Research βλέπουν ένα φτωχότερο μέλλον για την επόμενη γενιά. Σύμφωνα με ερευνητές του Equality of Opportunity Project, περίπου το 90% όσων γεννήθηκαν το 1940 μεγάλωσαν για να αποκτήσουν υψηλότερα εισοδήματα από τους γονείς τους.

Το ίδιο ισχύει μόνο για το 50% όσων γεννήθηκαν τη δεκαετία του 1980. Μια πρόσφατη μελέτη της Federal Reserve Bank of St. Louis προειδοποιεί ότι οι millennials κινδυνεύουν να γίνουν μια «χαμένη γενιά» όσον αφορά τη συσσώρευση πλούτου. Για να θέσουμε τα πράγματα στην αληθινή τους πτυχή, περισσότεροι από τους μισούς νέους, σε μια έρευνα σε δέκα χώρες, πιστεύουν ότι ο κόσμος είναι καταδικασμένος από την κλιματική αλλαγή.

Καθώς το κόστος στέγασης και άλλων δαπανών εκτινάσσεται στα ύψη, οι γραμμές ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις σκληραίνουν. Η κληρονομιά ως μερίδιο του ΑΕΠ στη Γαλλία έχει τριπλασιαστεί περίπου από το 1950, με ορισμένους Γάλλους millennials με υψηλότερο εισόδημα να κληρονομούν περισσότερα χρήματα από όσα βγάζουν πολλοί εργαζόμενοι σε μια ολόκληρη ζωή. Η αυξανόμενη σημασία των κληρονομικών περιουσιακών στοιχείων είναι ακόμη πιο έντονη στη Γερμανία, τη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στις ΗΠΑ, μια χώρα που στηρίζεται πολύ στον κληρονομικό πλούτο, τα παιδιά των γονέων που έχουν ιδιοκτησία βρίσκονται σε πολύ καλύτερη θέση προκειμένου να αποκτήσουν τελικά ένα σπίτι (συχνά με τη βοήθεια των γονιών). Στην Αμερική, οι millennials έχουν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες από τους boomers να υπολογίζουν στην κληρονομιά για τη συνταξιοδότησή τους. Μεταξύ της νεότερης γενιάς, ηλικίας δεκαοκτώ έως είκοσι δύο ετών, πάνω από το 60% αναμένει ότι η κληρονομιά θα είναι η κύρια πηγή εισοδήματός τους καθώς γερνούν.

Πώς όμως θα αντιδράσουν στην προοπτική της μόνιμης ενοικιαζόμενης δουλοπαροικίας και, εν τέλει, της απόλυτης εξάρτησης από το κράτος; Μια πρόσφατη έρευνα της Edelman αποκαλύπτει ότι αυξανόμενοι αριθμοί ανθρώπων δεν εμπιστεύονται πλέον τους θεσμούς και δεν πιστεύουν ότι η σκληρή δουλειά αποδίδει. Σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από τους λίγους, το σημερινό πρεκαριάτο των εργαζομένων με χωρίς μέλλον και με σύντομες συμβάσεις, και όσων έχουν εγκαταλείψει εντελώς την εργασία τους, θα μπορούσε να γίνει μια οικονομικά λιγότερο χρήσιμη εκδοχή του προλεταριάτου του Μαρξ: Μια μόνιμη υποτάξη για την οποία απαιτείται επιθετική, σχεδόν στρατιωτική αστυνόμευση.

Την ίδια στιγμή, οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας και οι χρηματοοικονομικοί κολοσσοί -ακόμη και εκείνοι που είναι δύσπιστοι σχετικά με τον ζήλο υπέρ της κλιματικής αλλαγής- βλέπουν την προοπτική των κερδών-ρεκόρ και των αποτιμήσεων σε «αναστάτωση». Η πανδημία επιτάχυνε τη στροφή του λευκού γιακά στην απομακρυσμένη εργασία και η ευρύτερη ζήτηση για αυτοματοποιημένες λύσεις εκτοξεύτηκε στα ύψη. Ένα μέλλον λιγότερο εξαρτώμενο από την ανθρώπινη εργασία ανεβάζει τους τεχνολογικούς ολιγάρχες στο υψηλότερο επίπεδο σε αυτό που ο Λένιν αποκαλούσε «επιβλητικά ύψη» της οικονομίας.

Σε μια ψηφιοποιημένη οικονομία, είναι καλό να ελέγχετε τις κρίσιμες θέσεις. Οι ολιγάρχες το κάνουν έξοχα. Έχουν καταλάβει κυρίαρχα μερίδια βασικών αγορών από την αναζήτηση (Google) έως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Facebook) έως τις πωλήσεις βιβλίων (Amazon). Η Google και η Apple μαζί παρέχουν πάνω από το 95% του λειτουργικού λογισμικού για κινητά, ενώ η Microsoft εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει πάνω από το 80% του λογισμικού που τρέχει προσωπικούς υπολογιστές σε όλο τον κόσμο.

Έχω καλύψει τα πεπραγμένα της Silicon Valley για σαράντα πέντε χρόνια. Σήμερα, διαθέτει λιγότερο το υπερανταγωνιστικό, ελεύθερο πνεύμα που γνώριζα, και μοιάζει περισσότερο με τα τραστ των αρχών του εικοστού αιώνα. Ο Mike Malone, ο οποίος έχει ασχοληθεί με τη Silicon Valley όσο κανείς, βλέπει ότι χάνει μεγάλο μέρος του ήθους της. Οι νέοι δεξιοτέχνες της τεχνολογίας, ισχυρίζεται, έχουν μετατραπεί από «παιδιά με μπλε γιακά σε παιδιά των προνομίων» και έχουν απομακρυνθεί από το ήθος παραγωγής που κάποτε έκανε τη Valley τόσο εμπνευσμένη και ισότιμη.

Μια έντονα ανταγωνιστική βιομηχανία έχει ερωτευτεί τη γοητεία «της σιγουριάς» που υποστηρίζεται από τεράστιο κεφάλαιο και μερικές φορές από την ίδια την κυβέρνηση. Ο ανταγωνισμός δεν είναι πλέον κίνητρο για δημιουργικότητα: Οι ανταγωνιστές απλώς εξαγοράζονται.

Ο πλούτος δεν μπορεί να κυβερνήσει από μόνος του. Η αυτοκρατορία χρειάζεται μια τάξη προσηλυτισμού που μπορεί να δικαιώσει τους κυβερνώντες και να σώσει τις ταλαιπωρημένες ψυχές των κατώτερων τάξεων. Στους μεσαιωνικούς χρόνους, η Καθολική Εκκλησία υπηρετούσε αυτόν τον ρόλο, δικαιολογώντας ουσιαστικά τη φεουδαρχική τάξη ως έκφραση της θείας βούλησης. Η σημερινή εκδοχή, ένα είδος ιερατείου ή διανόησης, δεν είναι ως επί το πλείστων θρησκευόμενοι και αποτελείται από άτομα της υψηλής γραφειοκρατίας, του ακαδημαϊκού χώρου και των βιομηχανιών πολιτισμού και μέσων ενημέρωσης.

Η πανδημία προσφέρει όφελος και για αυτήν την τάξη. Η έκτακτη ανάγκη επέτρεψε στις κυβερνήσεις να τους παραχωρήσουν άνευ προηγουμένου εκτελεστικές και διοικητικές εξουσίες όχι μόνο στην κεντρική Γαλλία αλλά ακόμη και στη συνήθως ημιευαίσθητη Μεγάλη Βρετανία και Αυστραλία.

Για ορισμένους, τα lockdown χρησίμευσαν ως «δοκιμαστική πορεία» των απαραίτητων μέτρων της υλοποίησης των προτιμώμενων πολιτικών τους για την κλιματική αλλαγή.

Στο νέο σύστημα, ο πραγματικός ταξικός εχθρός δεν είναι οι υπερβολές των υπερπλούσιων, ή ακόμη και οι σπάταλες δαπάνες της κυβέρνησης: Είναι τα καταναλωτικά πρότυπα των μαζών. Αυτό το βλέπουμε στην ανταπόκριση προοδευτικών μέσων ενημέρωσης και ακόμη και πολιτικών όπως η Alexandria Ocasio-Cortez σε καταγγελίες για το αυξανόμενο κόστος των τροφίμων, του ενοικίου και της ενέργειας, όπου βλέπουν ακόμη και τα απαραίτητα ως εφήμερα και τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας ως συνέπεια της υπερβολικής κατανάλωσης των μαζών.

Όπως στον Μεσαίωνα, όταν η εκκλησία και το στέμμα ανταγωνίζονταν για ηθική και πολιτική εξουσία, οι γραφειοκρατικές και οι μη εκλεγμένες πηγές εξουσίας δεν συμφωνούν πάντα. Αλλά σε μεγάλο βαθμό, ασπάζονται πολύ παρόμοιες ιδεολογίες, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για την επιβολή ελέγχου στις πληροφορίες σχετικά με την πανδημία ή την κλιματική αλλαγή.

Ο Ιταλός κοινωνιολόγος των αρχών του εικοστού αιώνα Robert Michels σημείωσε ότι πολύπλοκα ζητήματα, όπως το κλίμα, για παράδειγμα, ενισχύουν αυτό που ονόμασε «σιδερένιο νόμο της ολιγαρχίας»: Όσο περισσότερο εξαρτάται από την τεχνογνωσία μια κοινωνία, τόσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη για λύσεις που βασίζονται στην ελίτ, οι οποίες παρακάμπτουν τη λαϊκή συμβολή, και τόσο μεγαλύτερη είναι και η δύναμη που θα ασκήσει η ελίτ για να επιτύχει τους στόχους της.

Ο H.G. Wells ονειρευόταν μια «νέα δημοκρατία» που διοικούνταν από λίγους ενάρετους. Οι ψηφιακές ελίτ μας αυτοχρίζονται και διορίζονται από τους συναδέλφους τους της ελίτ στις επιχειρήσεις και τα μέσα ενημέρωσης. Τα καλά μορφωμένα διευθυντικά στελέχη μεγάλων εταιρειών έλκονται φυσικά από την ιδέα μιας κοινωνίας που κυβερνάται από επαγγελματίες ειδικούς με «φωτισμένες» αξίες, δηλαδή από ανθρώπους που μοιάζουν με αυτούς.

Για να αντιμετωπίσουν αυτό που θεωρούν ως υπαρξιακή κρίση, πολλά από τα μέσα ενημέρωσης υποστηρίζουν τη δημιουργία μιας παγκόσμιας τεχνοκρατίας. «Η δημοκρατία είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του πλανήτη», υποστήριξε ένα άρθρο στο Foreign Policy, το 2019. Αυτή η εχθρότητα προς τη δημοκρατία ως εμπόδιο στην «πρόοδο», από πάνω προς τα κάτω, συνδυάζεται με μια άλλη πηγή αντιδημοκρατικής δυσπιστίας. Οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα οι νέοι, δεν ασπάζονται πλέον τη βασική έννοια της αυτοδιοίκησης. Η πλειονότητα των νέων Αμερικανών τάσσεται τώρα υπέρ της μεγάλης κλίμακας κρατικής παρέμβασης στην οικονομία. Άλλωστε, περίπου το ένα τρίτο από αυτούς αυτοαποκαλούνται σοσιαλιστές.

Οι ηγέτες του νέου τύπου καπιταλισμού έχουν υπογράψει μια υπόσχεση για αποπληρωμή των ορυκτών καυσίμων στη μεγάλη αναζήτηση του Net Zero. Αυτό δεν είναι, όπως πιστεύουν οι δεξιοί και οι αριστεροί ακραίοι, μια συνειδητή συνωμοσία. Αντίθετα, προωθείται από τη φυσική επιθυμία των εταιρειών τεχνολογίας για κέρδη που προέρχονται από την αντικατάσταση του κόσμου που εκπέμπει άνθρακα, όπου είναι δυνατόν, και του ακαταμάχητου δέλεαρ για τους επενδυτές και τις εταιρείες μιας τεράστιας, επιδοτούμενης και κρατικής χρηματοδότησης αγοράς.

Τα περισσότερα στελέχη της τεχνολογίας και των οικονομικών δεν είναι ιδεολόγοι. Ούτε είναι, παρά τα φαινόμενα, κοινωνιοπαθείς. Ωστόσο, αισθάνονται δικαιωμένοι λογοκρίνοντας και ακόμη και απονομοποιόντας όχι μόνο τον Donald Trump ή τη New York Post ή τον Bari Weiss, αλλά και τους διαπιστευμένους εμπειρογνώμονες των οποίων οι απόψεις αποκλίνουν από την αποδεκτή γραμμή του προσωπικού του Google, του Facebook και του Twitter, οργανισμών όπου επιβάλλονται ολοένα και περισσότερο. (Η τοποθεσία αυτών των εταιρειών στην περιοχή του κόλπου του Σαν Φρανσίσκο και στην περιοχή Puget Sound, δύο εκ των πιο ανόητα προοδευτικών περιοχών της χώρας, είναι επίσης ένας παράγοντας).

Στην πράξη, αυτό σημαίνει συχνά την εξάλειψη των συντηρητικών απόψεων και όχι μόνο του ακραίου περιθωρίου, σύμφωνα με πρώην εργαζόμενους. Ακαδημαϊκοί ειδικοί όπως η Judith Curry και ο Roger Pielke, με κάπως αντίθετες απόψεις για το κλίμα, αγνοούνται και περιθωριοποιούνται συστηματικά. Σκεπτικιστές όπως ο περιβαλλοντολόγος Mike Shellenberger, ο σύμβουλος του Obama Steven Koonin και ο «σκεπτικιστής περιβαλλοντολόγος» Bjorn Lomborg παραδίδονται σε μεγάλο βαθμό στη λήθη της μνήμης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης επειδή περιγράφουν λεπτομερώς τους υπερβολικούς ισχυρισμούς και τις εξευτελιστικές πολιτικές των περιβαλλοντολόγων.

Μας κυβερνά όλο και περισσότερο ένας τέλειος γάμος ταξικής ευκολίας, με περισσότερη δύναμη για τον κλήρο και ολοένα μεγαλύτερες οικονομικές ευκαιρίες για την ολιγαρχία, όλα με το πρόσθετο όφελος να τους ενθαρρύνουμε να αισθάνονται καλά με τον εαυτό τους. Ακόμη και όταν πιέζουν για λιτότητα στις μάζες, ζουν σαν μεσαιωνικοί άρχοντες, επιδίδονται σε πλούσιους γάμους και δημιουργούν κτήματα που θυμίζουν τους Αψβούργους.

Ο Jeff Bezos μόλις ξόδεψε 100 εκατομμύρια δολάρια (80 εκατομμύρια £) σε ένα καταφύγιο στη Χαβάη. Η κόρη του Bill Gates μόλις απόλαυσε έναν γάμο 2 εκατομμυρίων δολαρίων (£ 1,5 εκατομμυρίου).

Ο John Kerry, πρόεδρος και επικεφαλής της ομάδας για το κλίμα του Biden, ωφελούμενος της περιουσίας του ως κληρονόμου, ταξιδεύει με ένα ιδιωτικό τζετ που χρησιμοποιεί τριάντα φορές περισσότερη ενέργεια από το μέσο αμερικανικό όχημα.

Η πράσινη εκδοχή των απολαύσεων μπορεί να τους κάνει να αισθάνονται καλύτερα για τον τεράστιο πλούτο και τις υπερβολές τους, όπως ακριβώς συνέβαινε με τους δολοφόνους και διεφθαρμένους αριστοκράτες του παρελθόντος, ωστόσο, πολλοί προετοιμάζονται επίσης κατά μίας πιθανότητας εξέγερσης του αγρότη. Αυτό περιλαμβάνει τη χρήση ιδιωτικής ασφάλειας, την κατασκευή αποθηκών και την αναζήτηση απομακρυσμένων εκτάσεων στις ΗΠΑ ή στο εξωτερικό, όπως στην αυστηρά ελεγχόμενη Νέα Ζηλανδία.

Ποιο είναι όμως το τελικό παιχνίδι για τους ολιγάρχες και τους συμμάχους τους; Ο δημοσιογράφος τεχνολογίας Gregory Ferenstein πήρε συνέντευξη από 147 ιδρυτές ψηφιακών εταιρειών. Το συμπέρασμά του: «Ένα ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο του οικονομικού πλούτου θα δημιουργηθεί από ένα μικρότερο κομμάτι πολύ ταλαντούχων ή πανέξυπνων ανθρώπων. Όλοι οι άλλοι θα επιβιώσουν με κάποιον συνδυασμό μερικής απασχόλησης και κρατικής βοήθειας».

Σύμφωνα με την εκτίμηση της Silicon Valley, η μάζα των ανθρώπων μπορεί να προσβλέπει στη ζωή ως επιδοτούμενοι καταναλωτές του metaverse του Facebook ή του ονείρου της Google για «εμβυθιστικούς υπολογιστές». Τι θα κάνουμε όμως οι υπόλοιποι; Υπάρχει σαφώς κάποια απογοήτευση με την αναδυόμενη τάξη. Η παγκόσμια εμπιστοσύνη στους θεσμούς, κυρίως στα μέσα ενημέρωσης και στη μεγάλη τεχνολογία, έχει πέσει σε χαμηλή άμπωτη και η οικονομική και γεωπολιτική ανασφάλεια αυξάνεται.

Προσπαθούμε να επιβάλουμε μια πράσινη οικονομία χωρίς να υπάρχει η τεχνολογία ή ακόμη και η ηλεκτρική ενέργεια. Αυτό θα αναγκάσει ορισμένες χώρες να επιστρέψουν στον άνθρακα. Άλλωστε, η Κίνα έχει ήδη εντείνει τη χρήση σταθμών που κινούνται με άνθρακα. Καθώς οι γαλάζιες θέσεις και πολλές δουλειές του λευκού γιακά εξαλείφονται από την αυτοματοποίηση, οι ολιγάρχες και οι σύμμαχοί τους θέλουν να επιβάλουν ένα Καθολικό Βασικό Εισόδημα, για να αποτρέψουν τους αγρότες από το να υποφέρουν υπερβολικά και ενδεχομένως να επαναστατήσουν.

Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν να δεχτούν μια ζωή επιδοτούμενης εξάρτησης, που γίνεται υποφερτή από το ψηφιακό ισοδύναμο του ψωμιού και των τσίρκων της Ρώμης. Ο χρόνος θα μπορούσε να είναι μικρότερος από όσο νομίζουμε. Οι ολιγάρχες της τεχνολογίας δημιουργούν κάτι παρόμοιο με αυτό που ο Aldous Huxley αποκάλεσε στο Brave New World Revisited ένα «επιστημονικό σύστημα κάστας».

Δεν θα υπάρχει ένα «καλός λόγος», έγραφε ο Huxley το 1958, ώστε «η κρυφή δικτατορία να πρέπει ποτέ να ανατραπεί». Θα έχει “ρυθμίσει” τους υπηκόους της από τη γέννηση τους έτσι ώστε «να μεγαλώνουν αγαπώντας τη δουλεία τους» και «να μην ονειρεύονται ποτέ μία επανάσταση». Θα διατηρεί μια αυστηρή κοινωνική τάξη και θα παρέχει αρκετή εκτροπή μέσω ναρκωτικών, sex και video για να κρατά το τεχνητά στενό μυαλό τους απασχολημένο και χορτασμένο.

Η συγχώνευση της κυβέρνησης με μεγάλες ολιγοπωλιακές εταιρείες και η τεχνολογικά ενισχυμένη συλλογή ιδιωτικών πληροφοριών, επιτρέπουν στις νέες απολυταρχίες να παρακολουθούν τη ζωή μας με τρόπους που θα ζήλευαν ο Μάο, ο Στάλιν ή ο Χίτλερ. Ένα αυξανόμενο κύμα χρήματος και διοικητικής εξουσίας καθορίζει την ανερχόμενη αυτοκρατορία. Εάν εμείς ως πολίτες, ανεξάρτητα από τον πολιτικό μας προσανατολισμό, δεν επαγρυπνούμε, η δημοκρατία μας θα γίνει ένα ολοένα και πιο κούφιο δοχείο.