Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2021

Ποιητής Νίκος Παναγιωτούνης - όχλος και Λαός... Κ.Ντ.

 Άλλο όχλος,

αυτός είναι η παράλογα σκεπτόμενη, ορμώμενη από πρωτόγονα ζωικά ένστικτα, φοβικά συμπλέγματα κι ανασφάλειες εύκολα χειραγωγούμενη αγέλη

κι εντελώς άλλο Λαός.
Αυτός είναι ο, λίγο ή πολύ, ενσυνείδητος παραγωγός υλικών και πνευματικών αγαθών κι αξιών, δημιουργός της ιστορικής εξέλιξης...

Θυμάμαι έναν "ποιητή του δρόμου"-όχι των αιθουσών διαλέξεων...
(αποσιωπημένο πανταχόθεν, ξεχασμένο, εκτός του ότι ήταν απόλυτα αντικαθεστωτικός, δεν ανήκε βλέπετε σε κανέναν κομματικό χώρο...)
που αμέσως μετά την πτώση της χούντας και την πανηγυρική υπερψήφιση της δεξιάς από αυτό τον "όχλο", όσο και από κάθε λογής λαμόγια και "σταγονίδια" χουντικών (ιστορική ρήση του γνωστού τότε ως "γεφυροποιού" χούντας-δεξιάς υπουργού της δεξιάς Αβέρωφ,
αυτός ο "ποιητής του δρόμου", ονόματι Νίκος Παναγιωτούνης, μοίραζε σε διαδηλώσεις αυτοκόλλητα και φυλλάδια που έγραφαν διάφορα λαϊκής απεύθυνσης καυστικά ποιήματά του καθένα.
Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε, γι αυτό θα το θυμάμαι πάντα, το παρακάτω ανελέητα σαρκαστικό του, μη καταγραμμένο πουθενά, απ΄ό,τι έψαξα, ποίημα με τον παρακάτω τίτλο, για τις τότε (μακάρι να ήταν μόνο τότε...) συνθήκες:

Κοπρολαός

Όχλε δειλέ, που τ΄όνομα σού έδωσαν Λαού

και πίστεψες πως με πορδές, γίνεσαι οργή Θεού,

προτίμησε τα όργανα της ηδονής να κάψεις,

παρά να τά ΄χεις σαν κι εσέ ραγιάδες για να φτιάξεις...



*Ο συντάξας την ιστορική και εννοιολογική αυτή αναδρομή:
Κώστας Ντουντουλάκης

Από "Κατιούσα" 12 Νοεμβρίου 2012:

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥΝΗΣ - Συνομιλία με τον Κομνηνό Διομήδη




Σκαλίζοντας τα ράφια της βιβλιοθήκης μου ανακάλυψα ένα βιβλίο λίγων σελίδων, στριμωγμένο ανάμεσα σε άλλα ογκωδέστερά του, που ο χρόνος είχε βάλει το χέρι του στο να το ξεχάσω. Ένιωσα συγκίνηση όταν ανοίγοντάς το έπεσα πάνω στην ιδιόχειρη αφιέρωση του ποιητή και μύρισα στιγμές μιας εποχής γεμάτης από ποίηση και αγωνιστική επαγρύπνηση.

Συνομιλία με τον Κομνηνό Διομήδη

Απόψε αγόρι μου μαζί σου
θα πω δυο λόγια παραπάνω
μπορεί να σε στεναχωρήσω
και ίσως  και να σε πικράνω
όμως να ξέρεις από μένα
θ’ ακούσεις μόνο το σωστό
ίσως λιγάκι διογκωμένο
μ’ ανθρώπινο είναι κι αυτό.

Μου λες πως θέλεις του λαού μας
να του χαρίσεις λεφτεριά
για να μην δένουν την καρδιά του
κτήνη με σίδερα βαρειά
κι εγώ αυθόρμητα όπως πάντα
θα σου μιλήσω ειλικρινά
και συ θα κρίνεις ΔΙΟΜΗΔΗ
τα φαύλα και τ’ αληθινά.

Πώς θες να σπάσεις τα δεσμά τους
και να τσακίσεις αλυσίδες
αφού φοβούνται κι είναι δούλοι
αυτοί οι άνθρωποι που είδες
πώς θέλεις να σ’ ακολουθήσουν
στον δρόμο σου τον ιερό
έτοιμοι να λιποψυχίσουν
είναι στον πρώτο κεραυνό.

Ξέρεις πως λέω την αλήθεια
και η αλήθεια είναι πικρή
μα ο φόβος τους τρυπά τα στήθεια
μόλις θα δούνε μια στολή
λένε πως είναι δημοκράτες
μα έχουν στο σβέρκο τους ζυγό
και τρέμουν μπρος στους φαυλοκράτες
το ίδιο όπως στο φασισμό.

Συγχώρεσέ με Διομήδη
στο μνήμα σου το σκοτεινό
μα σ’ έχουνε ξεχάσει ήδη
και όλα αυτά είναι σκηνικό.
Εσύ δεν δίστασες να δώσεις
το αίμα σου το παιδικό
και απορείς που ακόμα βλέπεις
γύρω σου πλήθος δουλικό.

Όμως μπορεί να κάνω λάθος
κι όλος αυτός ο συρφετός
να είναι αγωνιστές με πάθος
και όχι όχλος μα λαός
γι’ αυτό ησύχασε ακριβέ μου
μπορεί και μέσα απ’ τους δειλούς
να βγουν γενναίοι και γενναίες
που θα κρατάνε κεραυνούς.

Μπορεί το σκηνικό ν’ αλλάξει
κι αντί στεφάνια γιορτινά
από του τουφεκιού τη λάμψη
να ξεπροβάλλει η λευτεριά
και τότε ΚΟΜΝΗΝΕ ΔΙΟΜΗΔΗ
του χώρου τούτου μαχητή
στην πικραμένη σου καρδούλα
θα ξανανθίσει η ζωή.

Δεν ξέρω μήτε που ανήκες
ΔΙΟΜΗΔΗ ιδεολογικά
μα μέσα στην ψυχή σου είχες
ανθρώπινα ιδανικά.
Εσύ ήσουν πέρα ως πέρα αντάρτης
γέννημα θρέμμα του λαού
μα τώρα γυιέ μου είσαι ήλιος
μέσα στα πλάτη τ’ ουρανού.

Εσύ θα ξαναζωντανέψεις
τη φλόγα μέσα στις ψυχές
και στο πλευρό μας θα παλέψεις
για νάρθουν μέρες πιο λαμπρές.
Κι εμείς που θάχουμε εσένα
παράδειγμά μας φωτεινό
το χώρο πούβαψες με αίμα
κάστρο θα κάνουμε τρανό.

Θα πολεμήσουμε με πείσμα
τον κάθε ιμπεριαλιστή
κι από το σβέρκο του λαού μας
θα διώξουμε κάθε ληστή.
Θα διώξουμε την ξένη ακρίδα
τυρράνους κι Αμερικανούς
και η γαλάζια μας πατρίδα
θα ξαναγίνει φως και νους.

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥΝΗΣ

Από το βιβλίο του Νίκου Παναγιωτούνη «ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΜΝΗΝΟ ΔΙΟΜΗΔΗ, ποιήματα», εκδόσεις ΗΛΙΑΝΑ, Αθήνα 1979.

(στη φωτογραφία το νεκρό παλληκάρι πάνω στον σιδερένιο πάγκο του νεκροτομείου)

1 σχόλιο:

sofia είπε...

Σε σένα που χτύπησες γροθιά στο μαχαίρι
και ξάπλωσαν στο χώμα τα βόλια της σκλαβιάς
ο νους μου με δέος σού σφίγγει το χέρι
αξέχαστε μάρτυρα της λευτεριάς

Νίκος Παναγιωτούνης, Μη σκοτώνης τον ποιητή,Ποιήματα, Αθήναι 1974
(στη μνήμη των ηρωικών παιδιών που δολοφονήθηκαν στις 17 του Νοέμβρη)

Κάπου το είχα και εγώ καταχωνιασμένο

Δεν υπάρχουν σχόλια: